31 March 2008

Ίχνη ζωής σε εξωπλανήτη

...
(Mark Henderson, Times, ΒΗΜΑ, 21/3/2008)

Αμερικανοί ερευνητές κατάφεραν για πρώτη φορά να εντοπίσουν μεθάνιο στην ατμόσφαιρα πλανήτη που βρίσκεται έξω από το ηλιακό μας σύστημα, γεγονός που έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την επιστημονική κοινότητα, αφού πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες να εντοπίσουμε πλανήτες στους οποίους να υπάρχει ζωή. Το μεθάνιο είναι οργανικό μόριο (ο πιο απλός υδρογονάνθρακας) και η παρουσία του συνδέεται άμεσα με την ύπαρξη ζωής έστω και σε μικροβιακό επίπεδο. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το μεθάνιο μαζί με άλλους υδρογονάνθρακες αποτέλεσαν τα δομικά υλικά της δημιουργίας της ζωής στη Γη.

Το μεθάνιο εντοπίστηκε στον πλανήτη ΗD 189733b, που βρίσκεται 63 έτη φωτός μακριά από εμάς στον αστερισμό της Αλεπούς και ειδικότερα στο μέσον του Καλοκαιρινού Τριγώνου, που περιέχει τα άστρα Deneb, Vega και Αltair. Πρόκειται για έναν γίγαντα αερίου με μάζα ανάλογη αυτής του Δία, τον οποίο παρακολουθούν πολύ στενά τα διαστημικά τηλεσκόπια, αφού πριν από έναν χρόνο το διαστημικό τηλεσκόπιο Spitzer είχε εντοπίσει ίχνη νερού εκεί.

Τώρα το διαστημικό τηλεσκόπιο Ηubble εντόπισε στην ατμόσφαιρα του πλανήτη και μεθάνιο. Με δεδομένο ότι ο ΗD 189733b βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το μητρικό του άστρο, η θερμοκρασία του κρίνεται απαγορευτική για την ανάπτυξη και την επιβίωση ακόμη και των πιο ανθεκτικών μικροβιακών μορφών ζωής. Παρά ταύτα, η ανακάλυψη κρίνεται πολύ σημαντική για δύο λόγους:

  • Πρώτον, γιατί, αφού αποδεικνύεται ότι δύο από τα θεμελιώδη συστατικά που συνδέονται με την ύπαρξη ζωής (το νερό και το μεθάνιο) βρίσκονται ακόμη και σε πλανήτες με ακραίες συνθήκες όπως αυτές που επικρατούν στον ΗD 189733b, πιθανότατα θα βρίσκονται και σε πλανήτες με λιγότερο ακραίες συνθήκες, κάτι που σημαίνει ότι οι πιθανότητες να έχουν αναπτυχθεί εκεί κάποιες μορφές ζωής είναι πολλές.
  • Δεύτερον, γιατί αποδείχθηκε ότι οι επιστήμονες έχουν πλέον στη διάθεσή τους τα μέσα να εντοπίσουν την ύπαρξη νερού και μεθανίου σε μακρινούς πλανήτες. Ετσι θα μπορούν από εδώ και πέρα να κάνουν τις σχετικές έρευνες σε βραχώδεις πλανήτες που βρίσκονται σε αρκετή απόσταση από τα μητρικά τους άστρα. Ο εντοπισμός νερού και μεθανίου σε έναν τέτοιον πλανήτη θα δημιουργήσει φυσικά μεγάλες προσδοκίες για την παρουσία ζωής σε αυτόν.

30 March 2008

Εικόνες από το Πεκίνο 1

...
Στο Πεκίνο δεν έχω πάει, πήγε όμως η φωτογραφική μηχανή μου και γύρισε γεμάτη φωτογραφίες. Θα δημοσιεύσω εδώ μερικές από τις εκατοντάδες που ήρθαν.

(click)




Και ένα ερώτημα για παρατηρητικούς: τί περίεργο βλέπετε στα κουμπιά του ασανσέρ της αριστερής φωτογραφίας;


.

Βιβλία, βιβλία

Ο Ράσελ για τον Ράσελ


(ΝΙΚΟΣ ΝΤΟΚΑΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/03/2008)

Μπέρτραντ Ράσελ: Η φιλοσοφική μου εξέλιξη, «ΑΡΣΕΝΙΔΗΣ», σελ. 454.

Ο Βρετανός φιλόσοφος και μαθηματικός Μπέρτραντ Ράσελ (1872-1970) υπήρξε ένας πολυγραφότατος διανοητής με ενδιαφέροντα που κυμαίνονταν από τα καθαρά μαθηματικά ώς την ηθική και τη θρησκεία, τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία (τιμήθηκε άλλωστε με το Νόμπελ λογοτεχνίας το 1950, ιδιαίτερα για την ανθρωπιστική του στράτευση και την ελευθερία της σκέψης του).

Η φιλοσοφική του αυτοβιογραφία δημοσιεύτηκε το 1959 και περιγράφει την εξέλιξη της σκέψης του, από τα εφηβικά του ερωτήματα μέχρι την πλήρη θεωρία γνώσης των τελευταίων του χρόνων, που όπως υποστηρίζει δεν είναι μια πλήρης θεωρία αλήθειας, αλλά πιθανότητας. Η αγωνία που διακατέχει την πορεία των αναζητήσεων του Ράσελ περιγράφεται λιτά από τον ίδιο στις πρώτες αράδες του βιβλίου του: ήταν «η διαρκής μου προσπάθεια να ανακαλύψω πόσα μπορούμε να πούμε ότι γνωρίζουμε και σε τι βαθμό βεβαιότητας ή αμφιβολίας».

Στο δεύτερο κεφάλαιο συνοψίζει αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί η πνευματική του διαθήκη και ο ίδιος το χαρακτηρίζει «η σημερινή μου θεώρηση του κόσμου». Ξεκινάει με μιαν υπόσχεση: «η θεώρηση στην οποία οδηγήθηκα σταδιακά έχει παρερμηνευτεί σχεδόν απ' όλους, γι' αυτό θα προσπαθήσω να τη διατυπώσω εδώ όσο πιο απλά και καθαρά μπορώ». Την υπόσχεση αυτή την κρατάει μέχρι την τελευταία σελίδα. Περιγράφει με εύληπτο τρόπο τη σύνθεση τεσσάρων επιστημών που οδήγησε στην τελική του θεώρηση για τον κόσμο, της φυσικής, της φυσιολογίας, της ψυχολογίας και της μαθηματικής λογικής.

Δείχνει τους λόγους της ανατροπής στη φιλοσοφική του πορεία, το 1889-1900, όταν υιοθέτησε τη φιλοσοφία του λογικού ατομισμού και τη μέθοδο του Πεάνο στη μαθηματική λογική. Αναφέρεται σε όλα τα «ευρήματά» του για τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, όπως διατυπώθηκαν στο Principia Mathematica, στις απόψεις του για τη συνείδηση και την εμπειρία, για τη σύνδεση της γλώσσας με τον μη-γλωσσολογικό κόσμο, για την «αλήθεια». Μιλάει για τη σχέση του με τον Βιτγκενστάιν, για τους τρόπους που τον επηρέασε και για το πώς τον απογοήτευσε. Καταλήγει με τις απαντήσεις του σε ορισμένους από τους επικριτές του.

Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την εισαγωγή του Τόμας Μπάλντουιν, την ημιτελή μελέτη επί της εξέλιξης της φιλοσοφίας του Ράσελ από τον Αλαν Γουντ και σύντομο ευρετήριο ονομάτων. Η ανάγνωσή του, μια εξαιρετική εμπειρία, δίνει στον αναγνώστη την ευκαιρία να παρακολουθήσει τη σκέψη του συγγραφέα, τις εμμονές του αλλά και τη βαθιά αυτοκριτική του. Γιατί ο Ράσελ κοιτάζει με μεγάλη αυστηρότητα όλα όσα υποστηρίζει: «Δεν υπαινίσσομαι ότι η παραπάνω θεωρία μπορεί να αποδειχτεί. Αυτό που με ικανοποιεί είναι ότι ...δεν μπορεί να απορριφθεί».


29 March 2008

Mischa Maisky, βιολοντσελίστας

(Γιώτα Μυρτσιώτη, Καθημερινή, 28/3/2008)

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο ρωσικό περιβάλλον πριν από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Υπήρξα μαθητής του Ροστροπόβιτς, εξοικειώθηκα με τη μουσική του Σοστακόβιτς. Εξορίστηκα σε στρατόπεδο εργασίας όταν η αδελφή μου εγκατέλειψε τη Ρωσία για να εγκατασταθεί στο Ισραήλ. Έμεινα 18 μήνες φυλακισμένος σε στρατόπεδο εργασίας κι αργότερα σ’ ένα ψυχιατρικό ίδρυμα. Κουβαλάω τη ρωσική μουσική στο αίμα μου, αλλά είμαι πολίτης του κόσμου. Πατρίδα μου νιώθω κάθε τόπο όπου οι άνθρωποι εκτιμούν και απολαμβάνουν την κλασική μουσική».

Με μια σύντομη αυτοβιογραφία συστήθηκε χθες στους δημοσιογράφους ο 6Οχρονος βιολοντσελίστας Μίσα Μάισκι, που επανέρχεται για τέταρτη φορά στη Θεσσαλονίκη για να συμπράξει με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης σε δύο συναυλίες στα Μέγαρα Μουσικής Θεσσαλονίκης και Αθηνών αύριο και την Τρίτη αντίστοιχα. Ο εκκεντρικός καλλιτέχνης, φορώντας το ινδικό κολιέ στον λαιμό του, σπάνια επιστρέφει στη γενέτειρά του, τη Λετονία.

«Αναγνωρίζω όμως τον τρόπο με το οποίο το ρωσικό σύστημα έχει οργανώσει τη μουσική εκπαίδευση», ομολογεί. «Στη Δύση έπρεπε να ξεκινήσω από το μηδέν». Παρά την επιμονή του μάνατζέρ του να υπερτονίσει στο βιογραφικό του την προσωπική του ζωή, εκείνος αρνήθηκε για δύο λόγους: «Αφενός δεν ήμουν από τους αντιφρονούντες του καθεστώτος και αφετέρου ήθελα να με κρίνουν αποκλειστικά για τη μουσική μου».

Η αναγνώριση στη Δύση δεν άργησε. Η καριέρα του στο διεθνές μουσικό στερέωμα αριθμεί περισσότερες από 3Ο ηχογραφήσεις με τις σημαντικότερες ορχήστρες του κόσμου και εκατοντάδες συναυλίες (101 ρεσιτάλ με σουίτες για βιολοντσέλο του Μπαχ το 2000) με τους πιο διάσημους διευθυντές ορχήστρας. Παίζει με ένα ιταλικό τσέλο του 1720 που του χάρισε ένας ανώνυμος θαυμαστής του και η «σχέση μας είναι μυστηριακή».

Το πρόγραμμα σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα περιλαμβάνει έργα μεγάλων Ρώσων συνθετών. Μεταξύ αυτών το πρώτο κοντσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα που γεφύρωσε τη μουσική ανάμεσα στους δύο μεγάλους εχθρούς του Ψυχρού Πολέμου. «Έμαθα το κοντσέρτο από τον Σοστακόβιτς πριν από πενήντα χρόνια. Το νιώθω σαν δικό μου».

Mischa Maisky plays
Tchaikovsky's Eugene Onegin


28 March 2008

Παύλος και η δουλεία

...
Έγραψα προ ημερών, για τις αντιφάσεις στις σκέψεις και στα γραπτά του απόστολου Παύλου στο ζήτημα της κοινωνικής θέσης της γυναίκας. Απ' τη μια μεριά δίνει ο Παύλος την εντύπωση ότι θεωρεί ισότιμα τα δύο φύλα, αλλά σε πολλές ειδικές αναφορές του προδιαγράφει την απόλυτη υποταγή της γυναίκας στο σύζυγο. Εγγύτερη ερμηνεία γι' αυτές τις αντιφάσεις δεν είναι, φυσικά, ότι έλεγε ο Παύλος ό,τι του κατέβαινε κάθε στιγμή, αλλά ότι προσαρμοζόταν στο ακροατήριό του, διατηρώντας την οπισθοδρομική γραμμή της εποχής, η οποία, εννοείται, δεν έχει καμιά απολύτως σημασία για μας σήμερα.

Το ίδιο συμβαίνει με το θέμα της δουλείας και των δούλων, οι οποίοι δούλοι αποτελούσαν μια από τις κύριες κοινωνικές ομάδες μεταξύ των οπαδών του χριστιανισμού των πρώτων χρόνων. Ήλπιζαν σε απελευθέρωση από το καθεστώς δουλείας και ο χριστιανισμός αυτό υποσχόταν αρχικά. Πράγματι γράφει ο Παύλος: ­ «Ούκ ένι δούλος ή ελεύθερος» (Γαλ., γ', 28)
και ερμηνεύεται αυτό ότι δεν πρέπει να υπάρχει δούλος ή ελεύθερος, όλοι ίδιοι είναι ή είμαστε. Πολύ πιθανότερη φαντάζει όμως η ερμηνεία (κατά την ερμηνευτική μέθοδο), τα ίδια χάλια είμαστε, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, στον πάτο βρισκόμαστε!

Τα χωρικά ­ «Οι κύριοι το δίκαιον και την ισότητα τοις δούλοις παρέσχεσθε» (Κολοσ., δ', 1) και «Τιμής αγοράσθητε. Μή γίνεσθε δούλοι ανθρώπων» (Α' Κορινθ., ζ', 23), δείχνουν για μερικούς επίσης μια τάση προς απελευθέρωση των δούλων. Τίποτα απ' αυτά: στο (Κολοσ., δ', 1) υπενθυμίζεται να αποδίδουν στους δούλους ό,τι είναι δίκαιο και η ανάλογη αμοιβή τους, δεν υποστηρίζει την ανατροπή της δουλείας. Στο δε (Α' Κορινθ., ζ', 23) μάλλον μήνυμα μοιρολατρίας και αναμονής της άλλης ζωής εκπέμπεται, αν διαβαστεί η παράγραφος συνολικά:

«21 Ήσουν δούλος όταν προσκλήθηκες; Μη σε στενοχωρεί αυτό. Αλλά κι αν έχεις τη δυνατότητα ν' αποκτήσεις την ελευθερία σου, προτίμησε να επιλέξεις εκείνο που είναι χρησιμότερο.
22 Γιατί εκείνος που ήταν δούλος, όταν προσκλήθηκε από το Θεό, και τώρα ανήκει στον Κύριο, έχει απελευθερωθεί από τον Κύριο. Παρόμοια, κι εκείνος που ήταν ελεύθερος, όταν προσκλήθηκε, τώρα πια είναι δούλος του Xριστού.
23 Πληρώθηκε ακριβά η εξαγορά σας. Μην υποδουλώνεστε σε ανθρώπους.
24 Αδελφοί, ο καθένας στη θέση που βρισκόταν, όταν προσκλήθηκε από το Θεό, σ' αυτήν ας μένει κοντά στο Θεό.»
Αναρωτιέμαι, πού είδε ο Τάσιος την ισότητα που κήρυξε ο Παύλος «χίλια εφτακόσια χρόνια πριν απ' τη Γαλλική Επανάσταση»;

Πολύ περισσότερο, εικάζεται ότι επί Παύλου επήλθε μια στροφή στη χριστιανική διδασκαλία και μάλλον με δική του έμπνευση και πρωτοβουλία: με διάφορα λογοπαίγνια (δούλος-ελεύθερος) περνάει το μήνυμα ότι η απελευθέρωση δεν αφορά την, έτσι κι αλλιώς απορριπτέα και ευτελή για τους χριστιανούς πατέρες επίγεια ζωή (των άλλων), αλλά τη μετά θάνατον «ζωή», στον παράδεισο κτλ. Γράφει λοιπόν ο Παύλος:
  • «Οι δούλοι να υπακούετε στους κατά σάρκα κυρίους μετά φόβου και τρόμου με την απλότητα της καρδιάς σας, σαν να υπακούετε στον Χριστό, όχι για τα μάτια, σαν να θέλετε να αρέσετε στους ανθρώπους, αλλά ως δούλοι, κάνοντας το θέλημα του Θεού με την ψυχή σας.» (Εφ. 6/5,6).
  • «Όσοι είναι δούλοι κάτω από το ζυγό, τους δεσπότες τους να θεωρούν άξιους κάθε τιμής για να μην βλασφημείται η διδασκαλία και το όνομα του Θεού. Αυτοί δε που έχουν πιστούς (δηλ. χριστιανούς) δεσπότες να μην τους καταφρονούν, διότι είναι αδελφοί, αλλά περισσότερο να δουλεύουν, διότι είναι πιστοί και αγαπητοί αυτοί που αντιλαμβάνονται την ευεργεσία.» (Τιμ. Α 6/1,2).
  • «Οι δούλοι να υποτάσσονται στους δεσπότες τους, να είναι ευάρεστοι, να μην αντιλέγουν, να μην τους εγκαταλείπουν, αλλά πίστη να δείχνουν αγαθή για να κοσμούν έτσι την διδασκαλία του σωτήρος ημών Θεού.» (Τίτ. 2/9,10).
  • «Οι δούλοι της οικίας να υποτάσσονται με κάθε φόβο στους δεσπότες τους, όχι μόνο στους καλούς κι επιεικείς, αλλά και στους διεστραμμένους.» (Πέτρ. Α 2/18).
Και δεν είναι μόνο αυτές οι (πολύ σοβαρές) αντιφάσεις, επιπλέον έρχονται οι διάφορες αλλαγές πλεύσης που γίνονται αντιληπτές στα ευαγγέλια, τα οποία γράφονταν ακριβώς εκείνη την εποχή: Στο κατά Λουκάν, όταν ο χριστιανισμός φαίνεται να λειτουργούσε ακόμα ως πολιτικό, εθνικό και θρησκευτικό απελευθερωτικό κίνημα μιας ομάδας Ιουδαίων, η επί του όρους ομιλία αναφέρεται σε «μακάριους πτωχούς». Δηλαδή, οι φτωχοί θα έρθουν στα πράγματα και θα λύσουν τα κοινωνικά προβλήματα του ιουδαϊκού έθνους - ένα διαχρονικό μήνυμα από το χώρο των ταξικών συγκρούσεων σε όλες τις κοινωνίες.

Στο ευαγγέλιο κατά Ματθαίον έχει «βελτιωθεί» η διατύπωση: «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι». Φαίνεται ότι τώρα έχει ήδη εμπεδωθεί η αντίληψη για μεταβολή πορείας του χριστιανισμού προς θρησκεία, προς μεταφυσική θεωρία. Όπου
«πτωχοί τω πνεύματι» είναι οι καλοί, οι αγαθοί, οι πιστοί και ό,τι άλλο επινοεί το εκκλησιαστικό ιερατείο κάθε εποχή.

Εδώ στηρίζεται και μια συνωμοτική ερμηνεία των γεγονότων ότι ο Παύλος ήταν καθοδηγούμενος (πράκτορας στα καθ' ημάς) από τους Ρωμαίους, οι οποίοι αποφάσισαν να στρέψουν το χριστιανισμό από απελευθερωτικό κίνημα σε θρησκευτική αίρεση. Έτσι αποκτάει βαρύτητα και η παραίνεση σε επιστολή του προς τους Ρωμαίους οπαδούς  «
1 Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω· οὐ γάρ ἐστιν ἐξουσία εἰ μὴ ὑπὸ Θεοῦ· αἱ δὲ οὖσαι ἐξουσίαι ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναι εἰσίν· 2 ὥστε ὁ ἀντιτασσόμενος τῇ ἐξουσίᾳ τῇ τοῦ Θεοῦ διαταγῇ ἀνθέστηκεν· οἱ δὲ ἀνθεστηκότες ἑαυτοῖς κρίμα λήψονται» (προς Ρωμαίους 13.1).

Πιθανόν απλές εικασίες και τυχαίοι συσχετισμοί! Όμως, για τον πολιτικό και κοινωνικό αρχικό στόχο του χριστιανισμού συνηγορεί το γεγονός ότι ο Ιησούς εκτελέστηκε με σταύρωση, δηλαδή με μέθοδο που επιβαλλόταν κατά το ρωμαϊκό ποινικό δίκαιο για πολιτικά εγκλήματα σε μη Ρωμαίους πολίτες, άρα αντιμετωπίστηκε ως ηγέτης ανταρσίας κατά της ρωμαϊκής εξουσίας.


Για να επανέλθουμε στις απόψεις του Παύλου: κάπου (εκτιμάται ότι) μιλάει για ισότητα κύριων και δούλων, αλλά η ουσία των απόψεών του είναι ότι οι δούλοι υπακούν και υποτάσσονται - τίποτα διαφορετικό από τις συνήθεις απόψεις της εποχής! Όχι όμως ότι μέσα στο χριστιανισμό προέκυψε κίνημα απελευθέρωσης των δούλων, όχι ότι προηγήθηκε κατά 17 αιώνες της Γαλλικής Επανάστασης...

Κατ' αρχάς, οι αρχαίοι φιλόσοφοι είχαν αναπτύξει το θέμα, υπέρ και κατά της δουλείας, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό! Απ' την άλλη πλευρά, ο μηχανισμός των χριστιανικών εκκλησιών στηρίχθηκε ακριβώς σ' αυτές τις απόψεις του Παύλου περί υπακοής και υποταγής και δημιούργησε για τις δικές του ανάγκες και για τις ανάγκες των φεουδαρχών στρατιές δούλων και δουλοπάροικων, μέχρι την εποχή του Διαφωτισμού, τη Γαλλική Επανάσταση και λίγο μετά. Να ξέρουμε τι λέμε!

(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)

Έλληνες κατά Τούρκων και Ελλήνων - μέρος Δ'

Οι ρίζες των εμφύλιων συγκρούσεων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821



του Παναγιώτη Ζαβουδάκη, από τη δεκαπενθήμερη
εφημερίδα της Σύρου «ΑΠΟΨΗ», 24 Μαρτίου 2006

(συνέχεια)

Η σύγκριση των δύο εμφυλίων πολέμων


O Τρικούπης κάνει μια ενδιαφέρουσα σύγκριση των δυο εμφυλίων πολέμων: «Μικρός ήτον ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος, μικρά και τα κινήσαντα αυτόν αίτια, μικρού λόγου και οι σκοποί του. Η Αρχή, το μήλον της έριδος, ήτον εφήμερος, διότι εφήμερα, ο εστί ενιαύσια, ήσαν και τα βουλευτικά και τα νομοτελεστικά. Το δε νομοτελεστικόν της περιόδου ταύτης, ως αναπληρωτικόν του άλλου, ουδέ τετράμηνον διάρκειαν είχεν. Oυδενός δε των διαμαχομένων η φίλαρχος επιθυμία επέκεινα του τέρματος ή των όρων της καθεστώσης εξουσίας παρεξετείνετο. Διηρήτο δε η εξουσία και εις πολλούς και υπό τον χαλινόν και την αυστηράν επίβλεψιν της βουλής πάντοτε έκειτο.

»Πελοποννήσιοι προς Πελοποννησίους εμάχοντο επί του πρώτου εμφυλίου πολέμου. Σχέσιν έχοντες ούτοι προς αλλήλους επολιτεύοντο και εν πολέμω μετρίως. Oλίγη, ως είδαμεν, η αιματοχυσία, ουδεμία διάθεσις καταστροφής ή διαρπαγής, ευκατεύναυστα τα πάθη, οι σήμερον πολέμιοι έγιναν της επαύριον φίλοι και η περί ης ο λόγος αλληλομαχία εφαίνετο μάλλον στάσις ή πόλεμος. Αλλά λίαν δεινός και λίαν φθοροποιός κατήντησεν ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος προκειμένης όχι εφημέρου εξουσίας, ως άλλοτε, αλλά καταστροφής και εξοντώσεως των ισχυρών της Πελοποννήσου.

»Εξώκειλε δε ένεκα τούτου και εις τόσην κακοήθειαν ώστε η εις την Πελοπόννησον εισβολή και πέραν του ισθμού στρατευμάτων δοθέντων εις αρπαγήν και εις ακολασίαν ανεκάλεσεν εις την μνήμην των παθόντων όσα κακά έπαθον επί της εισβολής των Αλβανών οι πατέρες αυτών».

O Τρικούπης διαπιστώνει σοβαρές διαφορές ανάμεσα στους δυο εμφυλίους πολέμους. Κυρίως διαπιστώνει τη μεγάλη όξυνση των αντιθέσεων και την αύξηση του βάθους της σύγκρουσης, που εκφράζονται, μεταξύ άλλων, μέσω της κρίσης του τοπικισμού. Η όξυνση της σύγκρουσης μαρτυρείται και από πολλά άλλα στοιχεία. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αντικυβερνητικοί ηγέτες δεν πιάστηκαν αιχμάλωτοι, αλλά προτίμησαν να πάνε στο Ναύπλιο και να παραδοθούν οικειοθελώς στην κυβέρνηση γιατί αγωνιούσαν για την τύχη τους αν συλλαμβάνονταν στις επαρχίες τους. Η οξύτητα του δεύτερου εμφυλίου πολέμου δείχνει ότι τα προβλήματα βαθαίνουν, γίνονται πιο επείγοντα και πιεστικά, ζητούν πιο άμεση λύση.

O δεύτερος εμφύλιος πόλεμος αφήνει νικητή στο πεδίο της μάχης το συνασπισμό που στηρίζεται στο εφοπλιστικό και εμπορικό κεφάλαιο και τους συμμάχους του. Αυτός θα κληθεί να χειρισθεί τα μεγάλα προβλήματα που βρίσκονται μπροστά του και που σύντομα θα γίνουν πολύ μεγαλύτερα εξαιτίας των περιορισμένων ικανοτήτων των εκπροσώπων του και της ιστορικής στενότητας των καταβολών του. Θα αποτελέσει τη διοικητική αριστοκρατία του νεοσύστατου κράτους η οποία θα το παραδώσει στις «προστάτιδες» δυνάμεις αρκούμενη στο ρόλο του διαχειριστή-τοποτηρητή ανοίγοντας έτσι τους ασκούς του Αιόλου για νέα δεινά που με μαθηματική ακρίβεια θ' ακολουθήσουν στον τόπο. Αλλά αυτό είναι μια άλλη (πονεμένη) Ιστορία!


ΒΙΒΛΙOΓΡΑΦΙΑ
  1. Σ. Τρικούπη: «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως».
  2. Γιάννη Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας».
  3. Γεωργίου Φίνλεϊ: «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως».
  4. Διονυσίου Α. Κοκκίνου: «Η Ελληνική Επανάστασις». Εκδόσεις «Μέλισσα», Αθήνα 1956.
  5. Δημήτρη Φωτιάδη: «Η Επανάσταση του Εικοσιένα», Β' έκδοση. Εκδόσεις «Ν. Βότση», Αθήνα 1977.
  6. Γιάννη Ζεύγου: «Νεοελληνική Ιστορία». Μέρη Α' και Β'.
  7. Θανάση Παπαρήγα: «1821. Oι εμφύλιες συγκρούσεις», περιοδικό «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» τεύχος 1/2001.
  8. Σάμουελ Γκρίντλεϊ Χάου: «Ιστορική σκιαγραφία της Ελληνικής Επανάστασης», Εκδόσεις «Εκάτη», Αθήνα 1997.
  9. Βασίλη Κρεμμυδά: «Εισαγωγή στην Ιστορία της Νεοελληνικής κοινωνίας (1700-1821)». Εκδόσεις «Εξάντας», Αθήνα 1988.
  10. Γκέοργκ Λούντβιχ Μάουρερ: «O Ελληνικός Λαός - Δημόσιο, Ιδιωτικό και Εκκλησιαστικό Δίκαιο από την έναρξη του αγώνα για την ανεξαρτησία ως την 31η Ιουλίου 1834». Εκδόσεις «Αφών Τολίδη», Αθήνα 1976.
  11. Νίκου Ροτζώκου: «Επανάσταση Εμφύλιος στο Εικοσιένα». Εκδόσεις«Πλέθρον/Δοκιμές», Αθήνα 1997.
  12. Τάκη Α. Σταματόπουλου: «O εσωτερικός αγώνας πριν και κατά την Επανάσταση του 1821», Γ' έκδοση. Εκδόσεις «Kάλβος» Αθήνα 1979.
  13. Θ. Σακελλαρόπουλου: «Oι κρίσεις στην Ελλάδα 1830-1857. Oικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές όψεις». Τόμοι Α' και Β'. Εκδόσεις «Κριτική»,Αθήνα 1994.
  14. Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη (επιμέλεια): «Απομνημονεύματα Αγωνιστών του '21», Εκδοτικός οίκος Γ. Τσουκαλά «Βιβλιοθήκη», Αθήναι 1956.
  15. Γιώργου Καραγιάννη: «Εκκλησία και Κράτος».
  16. Κ. Σιμόπουλου: «O μύθος των μεγάλων της ιστορίας».
  17. Σωτήρη Oικονόμου: «Θρησκευτικός λόγος, το χαλινάρι της ελευθεροφροσύνης».
  18. Δ. Κανελλόπουλου: «O ελληνορθόδοξος μύθος».

27 March 2008

Μουμιοποιημένος δεινόσαυρος έρχεται στο φως

...
Ένας μοναδικός μουμιοποιημένος δεινόσαυρος, που διατηρεί ακόμα το απολιθωμένο δέρμα του, αποκαλύπτεται σιγά-σιγά μέσα από τον πέτρινο τάφο του στο υπόγειο ενός Αμερικανικού μουσείου, όπου οι παλαιοντολόγοι εργάζονται προσεκτικά με βουρτσάκια και μικρά καλέμια. Σε αντίθεση με τα περισσότερα απολιθώματα δεινοσαύρων που έχουν έρθει μέχρι σήμερα στο φως, o εδμοντόσαυρος που ανακαλύφθηκε το 2004 στη Βόρεια Ντακότα και μεταφέρθηκε στο τοπικό μουσείο στις αρχές του μήνα καλύπτεται από πρασινόμαυρο απολιθωμένο δέρμα, σκληρό σαν πέτρα.

Οι μαλακοί ιστοί συνήθως αποσυντίθεται ταχύτατα μετά τον θάνατο του ζώου, ωστόσο ο «Ντακότα», όπως ονομάστηκε το ερπετό, πρέπει να καλύφθηκε ταχύτητα από το έδαφος και διατηρήθηκε στις ακριβώς κατάλληλες συνθήκες για 67 εκατομμύρια χρόνια.

«Η διαδικασία της απολίθωσης προσπέρασε τη διαδικασία της αποσύνθεσης, διατηρώντας πολλές από τις δομές των μαλακών ιστών» εξηγεί ο Φίλιπ Μάνινγκ, παλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ και μέλος της διεθνούς ερευνητικής ομάδας που εξετάζει τον Ντακότα. Πολύ λίγοι μουμιοποιημένοι δεινόσαυροι είχαν ανακαλυφθεί και στο παρελθόν, ποτέ όμως σε τόσο καλή κατάσταση.

Προκειμένου να διαπιστώσουν τι ακριβώς κρύβεται μέσα στους όγκους ψαμμόλιθου όπου βρίσκεται παγιδευμένος ο δεινόσαυρος, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τον μεγαλύτερο αξονικό τομογράφο του κόσμου, ένα μηχάνημα που χρησιμοποιεί η Boeing για να εξετάζει τμήματα του διαστημικού λεωφορείου. «Ο σκελετός είναι κουλουριασμένος» αναφέρει ο Δρ Μάνινγκ.

«Το πραγματικό μήκος θα ήταν περίπου εννέα μέτρα, από την άκρη της ουράς στην άκρη του ρύγχους» προσθέτει. Οι εδμοντόσαυροι είχαν χαρακτηριστικό πεπλατυσμένο ρύγχος που παραπέμπει σε πάπια. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι θα χρειαστεί ένας χρόνος, ίσως και περισσότερο, για να αποκαλυφθεί πλήρως ο Ντακότα.

Ο μοναδικός δεινόσαυρος ανακαλύφθηκε το 2004 από τον 25χρονο τότε Τάιλερ Λάισον, διδακτορικό φοιτητή του Γιέιλ, ο οποίος τον εντόπισε στο ράντσο του θείου του. Ο Λάισον ελπίζει τώρα να στείλει τη μούμια σε παγκόσμια περιοδεία και στη συνέχεια να τον εκθέσει στο μουσείο που δημιουργεί στην πόλη του, το Μάρμαθ της Βόρειας Ντακότα.

Associated Press, Newsroom ΔΟΛ, 26/3/2008


25 March 2008

Διάλογος για την Ελληνικότητα

Τα προσωπικά μας γούστα και κριτήρια δεν είναι κανόνας


Η αντιδικία Γεωργουσόπουλου-Λαμπρόπουλου φαίνεται να ηρεμεί σταδιακά. Ένα κείμενο της κ. Ελένης Γιαννακάκη, πεζογράφου και καθηγήτριας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στην Οξφόρδη, ίσως είναι το (προς το παρόν) τελευταίο στη σειρά των εκατέρωθεν τοποθετήσεων. Η κ. Γιανακάκη προσπαθεί να ισορροπήσει, μια και η εκτίμηση ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, είναι πάντα ελκυστική. Αλλά φυσικά, η καταληκτική εκτίμησή της ότι, όπου και να ταξιδέψει στο εξωτερικό, η Ελλάδα πληγώνει, είναι απόλυτα σωστή.
(NEA 22/3/2008)

Δεν μπορώ να μη συμφωνήσω με τον Κ. Γεωργουσόπουλο ότι το πολυσυζητημένο και μη εξαντλημένο ζήτημα της «ελληνικότητας» ούτε αρχίζει ούτε τελειώνει με τη γενιά του '30 και ότι το να ισχυριστούμε πως «”η ελληνικότητα” αντικατέστησε τον κοσμοπολιτισμό ενός Καβάφη με την τοπογραφία του Ελύτη» είναι επιεικώς μια απλουστευτική σχηματοποίηση. και αυτό, παρ’ ότι στα λεγόμενα του Β. Λαμπρόπουλου που τον εξόργισαν, διαβλέπω μια προσπάθεια απλώς να προκαλέσει ...


Έχει δικαίωμα στις απόψεις του

Και τώρα σε σχέση με μια άλλη όψη αυτού του «διαλόγου»: είναι γεγονός πως συχνότατα διαφωνώ με τις απόψεις του Βασίλη Λαμπρόπουλου για θέματα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και κουλτούρας. Η οποιαδήποτε διαφωνία όμως, η δική μου όπως και άλλων, δεν στερεί από τον κ. Λαμπρόπουλο το δικαίωμα να διατυπώνει ελεύθερα και αβίαστα τις απόψεις του, όσο ακραίες κι αν είναι, δεδομένου ότι, αν δεν απατώμαι, διανύουμε πια αισίως και επαξίως την τέταρτη δεκαετία συνεχούς δημοκρατίας (τουλάχιστον όσον αφορά την ελευθερία του λόγου).

Απ΄ την άλλη, μέχρι τώρα γνώριζα την ύπαρξη του όρου «στρατευμένη λογοτεχνία». Μήπως θα πρέπει από εδώ και στο εξής να συνηθίσουμε και στην ιδέα της «στρατευμένης κριτικής» ή της «στρατευμένης διδασκαλίας της λογοτεχνίας», εφόσον εδώ προβάλλεται ο νόμος της αγοράς που υπαγορεύει ότι όποιος πληρώνει εξαγοράζει και συνειδήσεις; Εμμένοντας λίγο ακόμη σ΄ αυτό το οικονομίστικο επιχείρημα, θα ήθελα εδώ να ενημερώσω τον κ. Γεωργουσόπουλο ότι η συνεισφορά του ελληνικού κράτους στα τμήματα ελληνικών σπουδών του εξωτερικού (τουλάχιστον της Αγγλίας που τυχαίνει να γνωρίζω) αποτελεί ψιχία σε σχέση με τα πραγματικά έξοδα λειτουργίας τους. Πολύ πιθανόν, οι κυβερνήσεις της Τουρκίας και του Ισραήλ τις οποίες επικαλείται να υπήρξαν πιο γενναιόδωρες σ΄ αυτό το θέμα και άρα γι΄ αυτό πιο «αποτελεσματικές».

Ας αφήσουμε λοιπόν τον κ. Λαμπρόπουλο να κάνει τη δουλειά του όπως θέλει - στο κάτω κάτω όσο περισσότερα Αμερικανάκια τον παρακολουθούν, τόσο το καλύτερο για την Ελλάδα, σύγχρονη και παλαιότερηκαι ας χαίρονται μαζί και οι σπόνσορες! Η σύγχρονη Ελλάδα, όπως κι η Ιστορία της, δεν κινδυνεύουν από τον κ. Λαμπρόπουλο και την πιθανώς ανεπαρκή ή και «πειραγμένη» διδασκαλία του Σολωμού ή του Καβάφη!

Κινδυνεύουν όμως από την εσωτερική κατευθυνόμενη ομφαλοσκόπηση, η οποία οργανώνει λαϊκά πανηγύρια στο όνομα της Μακεδονίας και κυρίως βασανιστήρια στην Ομόνοια και «πειραγμένες» φουσκωτές λέμβους στ΄ ανοιχτά Χίου και Μυτιλήνης. Κινδυνεύει πάνω απ΄ όλα από την απουσία της από τον διεθνή στίβο- όταν άλλες, μικρότερες και χωρίς τόσο μακραίωνη Ιστορία χώρες διαπρέπουν σε τομείς όπως η έρευνα και η τεχνολογία, οι επιστήμες, η εκπαίδευση και φυσικά ο πολιτισμός.

Είναι θλιβερό η χώρα σου να αναφέρεται από τα διεθνή ΜΜΕ μόνο σε περιόδους εκλογών και φυσικών καταστροφών ή για τις χείριστες επιδόσεις της σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παράνομης διακίνησης ανθρώπων (κυρίως γυναικών) και ανύπαρκτης προστασίας του περιβάλλοντος. Δυστυχώς, όλο και πιο συχνά τελευταία νιώθω πως, όπου και να ταξιδέψω, η Ελλάδα με πληγώνει! Και εννοώ στο εξωτερικό.

Έλληνες κατά Τούρκων και Ελλήνων - μέρος Γ'

Οι ρίζες των εμφύλιων συγκρούσεων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821



του Παναγιώτη Ζαβουδάκη, από τη δεκαπενθήμερη
εφημερίδα της Σύρου «ΑΠΟΨΗ», 24 Μαρτίου 2006

(συνέχεια)

Σύντομη παρουσίαση των γεγονότων


Oι εμφύλιοι πόλεμοι ξεσπούν με την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης της Επανάστασης. O πρώτος εμφύλιος πόλεμος, όπως ονομάστηκε, σχετίζεται με την εμφάνιση σοβαρών αντιθέσεων ανάμεσα στους προκρίτους και τους στρατιωτικούς της Πελοποννήσου. Πρωταγωνιστές θα είναι οι Ζαΐμηδες, οι Λόντοι και οι Δεληγιανναίοι, από τη μια μεριά, και ο Κολοκοτρώνης, από την άλλη. Η βάση των αντιπαραθέσεων του πολέμου αυτού θα είναι η εξής:


Oι πρόκριτοι της Πελοποννήσου ενοχλούνται από την ανάδειξη των στρατιωτικών στελεχών, που επέρχεται μέσω των πολεμικών επιχειρήσεων και των πρώτων στρατιωτικών επιτυχιών και θέλουν να αποκλείσουν τους στρατιωτικούς από κάθε λόγο στις εξελίξεις. Oι πρόκριτοι της Πελοποννήσου βλέπουν ότι τα προνόμια, που από πολλές γενεές θεωρούν δεδομένα και αιώνια, απειλούνται από ανερχόμενες δυνάμεις, των οποίων την ανάδειξη δεν είχαν υπολογίσει, αλλά και που δε μπορούν να ανεχθούν.


Oι προθέσεις των προκρίτων έχουν φανεί καθαρά στη συνάντηση 29 προκρίτων, που έγινε χωρίς καμία εξουσιοδότηση, στο μοναστήρι των Καλτετζών στις 26 Μάη 1821, όπου διορίστηκε επιτροπή για να διοικήσει «καθ' όποιον τρόπον η θεία πρόνοια τους φωτίσει και γνωρίσωσιν ωφέλιμον, έχοντες κατά τούτο κάθε πληρεξουσιότητα, χωρίς να ημπορή τις να αντιτείνει ή να παρακούση εις τα νεύματα και διαταγάς των».


Η προσπάθεια αυτή συναντά ευρείες αντιδράσεις. Το καλοκαίρι του 1821 έρχεται στην Ελλάδα ο Δημήτριος Υψηλάντης που διεκδικεί την ανώτατη εξουσία στο όνομα της δράσης του αδελφού του Αλέξανδρου. Γύρω του συσπειρώνεται μια σημαντική μερίδα Φιλικών. Φυσικά, οι πρόκριτοι αρνούνται, ο Μαυροκορδάτος αρνείται επίσης και τα πράγματα φθάνουν ως την απειλή σύγκρουσης στο στρατόπεδο των Βερβαίνων.


O πρώτος εμφύλιος


Στην πρώτη αυτή αντιπαράθεση, συντελούν:
  1. Η αντίθεση των ανωτέρων στρωμάτων της «αριστοκρατίας» (δηλαδή του συνόλου των «ανωτέρων» τάξεων) με εκείνα τα κατώτερα στρώματά της που, πριν γίνει η Επανάσταση, πρωτοστάτησαν στην ίδρυση και τη δραστηριότητα της Φιλικής Εταιρίας και που στη φάση αυτή απειλούνται με εξαφάνιση.
  2. Η αντίθεση προκρίτων - στρατιωτικών. Oι πρόκριτοι θέλουν να κυριαρχούν και να διαχειρίζονται την κατάσταση όπως έκαναν πάντα, στηριγμένοι στη λειτουργία των στρατιωτικών. Δεν έχουν καταλάβει ότι η λειτουργία αυτή έχει αλλάξει και ότι οι στρατιωτικοί δεν είναι τόσο υπάκουοι όσο στο παρελθόν.
  3. Η αντίθεση προκρίτων - αγροτιάς. Oι προθέσεις των προκρίτων να μη θιγούν τα προνόμιά τους προκαλούν την αντίδραση της αγροτικής μάζας που έχει, σε μεγάλο βαθμό, «στρατιωτικοποιηθεί» λόγω του πολέμου.
Η παρέμβαση του Κολοκοτρώνη σώζει τους προκρίτους από απρόβλεπτες συνέπειες. O Κολοκοτρώνης, σχεδόν αυτοκαταστροφικά, αντιστρατεύτηκε τη στρατιωτική πλευρά στην οποία ανήκε δείχνοντας ότι έβλεπε το μέλλον του μέσα σε έναν κόσμο όπου υπάρχουν και οι πρόκριτοι. Στο μεταξύ, η Επανάσταση σημειώνει σοβαρές στρατιωτικές επιτυχίες. Το Σεπτέμβρη του 1821, καταλαμβάνεται η Τρίπολη, ασφαλίζοντας την Επανάσταση στην Πελοπόννησο. Το Δεκέμβρη του 1821, καταλαμβάνεται το Ναύπλιο. Η Πάτρα πολιορκείται. Στα μέσα του Γενάρη του 1822, καταλαμβάνεται η Κόρινθος, πολύ μεγάλο οικονομικό κέντρο της εποχής.


Η Επανάσταση εξαπλώνεται και, όπως δείχνουν τα επακόλουθα γεγονότα, εξασφαλίζεται και στη Στερεά.
Oι στρατιωτικές επιτυχίες οξύνουν τις αντιθέσεις μεταξύ στρατιωτικών και προκρίτων, αλλά κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη οργάνωσης της Επανάστασης σε ευρύτερη κλίμακα.


Το Νοέμβρη του 1821, ο Δ. Υψηλάντης καλεί Εθνοσυνέλευση. Παρόλο που δεν είχε καμιά επίσημη αρμοδιότητα γι' αυτό, η ανάγκη της εθνικής οργάνωσης είναι τόση, ώστε κανείς δεν τολμά να φέρει αντιρρήσεις. Αντίθετα, οι πρόκριτοι θεωρούν την Εθνοσυνέλευση σαν κατάλληλη ευκαιρία για να εξασθενήσουν παραπέρα τον Υψηλάντη. Έτσι συγκαλείται η Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, η οποία, την 1η Γενάρη του 1822, ανακηρύσσει την Ελλάδα ανεξάρτητη.


Αυτό το βήμα είναι κατ' εξοχήν επαναστατικό, αλλά δεν είναι το μόνο. Στην πραγματικότητα, η Επίδαυρος προχωρά σε ένα βήμα, το οποίο, για την εποχή του, ήταν πρωτοποριακό όσο και αδιανόητο: Σε μια μακρινή γωνιά της Ευρώπης, μέχρι προ μηνών επαρχία του σουλτάνου και, επιπλέον, σε συνθήκες όπου, στην υπόλοιπη Ευρώπη, κυριαρχεί η μοναρχοαπολυταρχική αντεπανάσταση, εγκαθιδρύεται η αστική δημοκρατία.


Από την άποψη των συγκεκριμένων πολιτικών παραμέτρων, η Α' Εθνοσυνέλευση δημιούργησε μια ακανθώδη -αν όχι εκρηκτική- πραγματικότητα:
  1. Δημιουργεί τη συμμαχία προκρίτων της Πελοποννήσου και προκρίτων των νησιών, δηλαδή γαιοκτημονικής-διοικητικής αριστοκρατίας και εφοπλιστικού κεφαλαίου. Στη συμμαχία αυτή εντάσσεται και μεγάλο μέρος των κατωτέρων οπλαρχηγών της Στερεάς.
  2. Εξασθενεί τη θέση των στρατιωτικών που, με τις επιτυχίες τους, εξασφαλίζουν την επιβίωση της Επανάστασης. Η αντιπαράθεση δε θα μπορεί να μένει σε εκκρεμότητα για πάντα.
Το 1824, οι δυο παρατάξεις που έχουν διαμορφωθεί (έμποροι και πρόκριτοι, από τη μια μεριά, και μεγαλοκαπεταναίοι, ιδιαίτερα Πελοποννήσιοι, από την άλλη) θα προσπαθήσουν να λύσουν τις διαφορές τους με τα όπλα. O πόλεμος αυτός θα χαρακτηριστεί από περιορισμένες συγκρούσεις και ατέρμονες διαπραγματεύσεις που καταλήγουν στην ήττα των στρατιωτικών. O αρχηγός των ηττημένων Κολοκοτρώνης αναγκάζεται να παραδώσει στους αντιπάλους του το Ναύπλιο. Στην πόλη εγκαθίσταται η κυβέρνηση και, έτσι, δημιουργείται και η πρώτη ελληνική πρωτεύουσα.


O συνασπισμός ναυτικών-προκρίτων βγαίνει νικητής. Εκείνο που αξίζει να παρατηρηθεί εδώ είναι η στάση του «συνασπισμού των Φιλικών των Βερβαίνων» ή, για την ακρίβεια, οι διαλυτικές τάσεις στις γραμμές του. O Δικαίος, από τα βασικά στηρίγματα του Υψηλάντη στα Βέρβαινα, τώρα βοηθά τους τέως αντιπάλους του, προσπαθώντας να οργανώσει ένοπλη αντίσταση ενάντια στον Κολοκοτρώνη. O Αναγνωσταράς πάει με τους νησιώτες. Ένας παλαιός Φιλικός, ο Μποταΐτης, οργανώνει εξέγερση στην Τρίπολη ενάντια στον Κολοκοτρώνη.


Η αγροτιά μένει κυρίως συνδεδεμένη με τους καπεταναίους. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η εξέγερση του Μποταΐτη στην Τρίπολη είναι κυρίως εξέγερση χειροτεχνών που καταστέλλεται με τη μετάκληση αγροτών από γειτονικές περιοχές. Είτε από σκοπιμότητα είτε από πεποίθηση (είτε, το πιθανότερο, και από τα δυο), οι καπεταναίοι προειδοποιούν τους αγρότες ότι οι γαίες της Πελοποννήσου κινδυνεύουν από τη νησιωτική επιβουλή. Για το λόγο αυτό ακριβώς, «ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος έρριψεν επί της παύσεώς του τα σπέρματα του δευτέρου», όπως λέει ο Τρικούπης.


O δεύτερος εμφύλιος


Oι εφοπλιστές είχαν υποστηρίξει τους προκρίτους γιατί θεωρούσαν ότι η νίκη τους θα τους εξασφάλιζε μια σταθερή κυβέρνηση. Αυτή η κυβέρνηση, όπως το έβλεπαν αυτοί, θα τους εξασφάλιζε τις γαίες της Πελοποννήσου, δηλαδή δυνατότητες τοποθέτησης των κεφαλαίων τους στη γη. Αυτά όλα, όμως, τα εποφθαλμιούσαν και οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου. Έτσι, μετά την ήττα των στρατιωτικών, φάνηκαν αμέσως οι αντιθέσεις μεταξύ των ως τώρα συμμάχων.


O Κολοκοτρώνης λέει στον Λόντο και τον Ζαΐμη ότι τους παραδίδει το Ναύπλιο, με τον όρο να εξασφαλίσουν αυτοί ότι δε θα επιτραπεί σε «ξένους» να «καβαλικέψουν το άτι του Μοριά, διότι το σακατεύουν». Λέει, δηλαδή, στους Πελοποννήσιους προκρίτους ότι η νησιωτική απειλή δεν αφορά μόνο τα συμφέροντα των καπεταναίων ή των αγροτών, αλλά και τα δικά τους.


Από την άλλη, έχουμε τον Γ. Κουντουριώτη που γράφει στον αδελφό του: «Oι Πελοποννήσιοι, αδελφέ, δεν επιθυμούσι να ενδυναμώσωσι την διοίκησιν διά να ημπορέσει να πωλήση τα εθνικά εισοδήματα, επειδή εσυνήθισαν να τα φάγωσιν οι ίδιοι και όχι να καταναλίσκωνται εις τας ανάγκας της πατρίδος».


Oι πρώην αντίπαλοι -Πελοποννήσιοι πρόκριτοι και οπλαρχηγοί- γίνονται τώρα σύμμαχοι. Το έναυσμα για την τελική αναμέτρηση δίνεται τον Oκτώβρη του 1824 και δεν είναι καθόλου τυχαίο: Oι κάτοικοι της Αρκαδίας αρνούνται να πληρώσουν φόρους. Η κυβέρνηση στέλνει εκεί -επίσης καθόλου τυχαία- 500 Ρουμελιώτες, αλλά με επικεφαλής έναν χαρακτηριστικό Πελοποννήσιο, τον Δικαίο, που είχε γίνει, στο μεταξύ, υπουργός Εσωτερικών.


Γρήγορα, οι συγκρούσεις γενικεύονται και η κυβέρνηση δίνει εντολή στα στρατεύματα της Στερεάς να εισβάλουν στην Πελοπόννησο. Oι αντίπαλοι της κυβέρνησης χτυπιούνται αποφασιστικά, οι δυνάμεις τους γρήγορα διαλύονται και οι πιο πολλοί ηγέτες τους παράγοντες αναγκάζονται να παραδοθούν. Μεταφέρονται στην Ύδρα, όπου και φυλακίζονται στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία.

24 March 2008

Το μήνυμα του Ναβαρίνου

Ιντερμέδιο


Μέρες που 'ναι και καθώς μία ακόμα 25η Μαρτίου πλησιάζει, ευκαιρία να θυμηθεί κανείς κάποια ζητήματα που συνδέονται με το 1821 και τη θέση που κατέχει αυτό στο συλλογικό φαντασιακό -ή και στο συλλογικό ασυνείδητο- των Νεοελλήνων. Αλλωστε, ορισμένα κρίσιμα σημεία ως προς τη συγκρότηση και την πορεία της νεότερης Ελλάδας δεν έχουν ιστορική μόνο σημασία. Ο Τζορτζ Οργουελ γράφει κάπου: «Οι διαμάχες περί την Ιστορία είναι πάντα μάχες για την εξουσία. Οποιος ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το μέλλον».


Τέτοιο κομβικό γεγονός για τη δημιουργία και ύπαρξη του νεοελληνικού κράτους είναι και η Ναυμαχία του Ναβαρίνου, τον Οκτώβριο του 1827. Ας γίνω, όμως, πιο συγκεκριμένος:

  • Το 1827 η Επανάσταση του 1821 είχε ήδη ουσιαστικά κατασταλεί· έπνεε τα λοίσθια, με ελάχιστες εστίες αντίστασης να απομένουν, που και αυτές ήταν θέμα χρόνου να σβήσουν.
  • Τρεις από τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης, η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, αποφάσισαν τότε (τον Ιούλιο του 1827, με τη λεγόμενη Συνθήκη του Λονδίνου) να υποστηρίξουν και να προωθήσουν, ακόμα και με δυναμικά μέσα αν χρειαστεί, τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Αυτή η πρωτοβουλία ήταν, κυρίως, απόρροια αλλαγών στις πολιτικές και διπλωματικές επιλογές και προτεραιότητες των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά δευτερευόντως και του κλίματος συμπάθειας που είχε διαμορφωθεί στην Ευρώπη για την υπόθεση των εξεγερμένων Ελλήνων.
  • Λόγω της απροθυμίας των Τούρκων και του Ιμπραήμ να συμμορφωθούν με το τελεσίγραφο που τους απηύθυναν οι ναύαρχοι των τριών Μεγάλων Δυνάμεων (στο οποίο τονιζόταν ρητά «σας αφήνουμε να προΐδητε τας συνεπείας μιας αρνήσεώς σας, ή μιας υπεκφυγής»), αγγλικά, γαλλικά και ρωσικά πλοία συγκρούστηκαν με τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στον όρμο του Ναβαρίνου. Κατά τη ναυμαχία που ακολούθησε οι Αγγλογαλλορώσοι νίκησαν, αφήνοντας όμως πίσω τους περίπου 650 νεκρούς. Με άλλα λόγια, κατά την παρέμβαση (ή, αν θέλετε, «επέμβαση») των Αγγλων, Γάλλων και Ρώσων με σκοπό τη δημιουργία νεοελληνικού κράτους, υπήρξαν και θύματα από τη μεριά τους.
  • Συμπερασματικά, και ας μη μας φοβίζει η διατύπωση/διαπίστωση, η νεότερη Ελλάδα οφείλει την κρατική (προσοχή: την κρατική, όχι την εθνική) υπόστασή της εν πολλοίς στην «επέμβαση ξένων», η οποία οδήγησε σε αίσιον τέλος τις αδιαμφισβήτητα ηρωικές προσπάθειες των εξεγερμένων Ελλήνων.
  • Συμπληρωματικά και δίκην υστερόγραφου, οι «κακοί ξένοι», οι «αγνώμονες για τον πολιτισμό που τους δώσαμε [να 'τα και τα βελανίδια!] Ευρωπαίοι» απέτρεψαν την προέλαση των Τούρκων στην Αθήνα, μετά τον γνωστό ως «ατυχή» πόλεμο του 1897, τον οποίο είχαν προκαλέσει οι υπερπατριώτες των εθνικιστικών κύκλων και «εταιρειών».
Το χεράκι της, όμως, στις κάθε είδους «αντιξενικές»/αντιδυτικές αναγνώσεις της Ιστορίας έχει βάλει, δυστυχώς, και η παραδοσιακή αριστερά, ή τουλάχιστον οι πιο ηχηρές φωνές και εκδοχές της. Σχεδόν επιγραμματικά λόγω περιορισμένου χώρου, θα έλεγα ότι η αριστερά, επιχειρώντας (με καλή πίστη και πρόθεση) μια «λαϊκή» ανάγνωση του 1821 και των μεταγενέστερων γεγονότων, οδηγήθηκε συχνά σε μια «λαϊκίστικη» προσέγγιση, στην οποία κυριαρχούσαν -και κυριαρχουν, εν πολλοίς- ο τυφλός «αντιιμπεριαλισμός», ο στρεψόδικος και μυωπικός αντιδυτικισμός, καθώς και μπόλικος «καημός της ρωμιοσύνης» και άλλα βαρύγδουπα δείγματα «ποιητικού λαϊκισμού». Σε αυτές, όμως, τις προσεγγίσεις θα επανέλθω, μιας και οι αφορμές δεν θα λείψουν, φοβάμαι.

(Ανδρέας Παππάς, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 21/03/2008)

Έλληνες κατά Τούρκων και Ελλήνων - μέρος Β'

Οι ρίζες των εμφύλιων συγκρούσεων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821



του Παναγιώτη Ζαβουδάκη, από τη δεκαπενθήμερη
εφημερίδα της Σύρου «ΑΠΟΨΗ», 24 Μαρτίου 2006


(συνέχεια)

Η βαθύτερη ιστορική ταυτότητα της «πολεμικής αριστοκρατίας»

Στους εμφύλιους πολέμους η «πολεμική αριστοκρατία» παίρνει μέρος με τις ιδιαιτερότητες και τις αντιφάσεις της που είναι:
  • Η ανικανότητά της να διαχωριστεί από τους αντιπάλους της, παρά τη μόνιμη αντιπαράθεση της μ' αυτούς την οποία δε γεφυρώνει ούτε το κύμα των μεταξύ τους συνοικεσίων που γίνεται με καθαρά πολιτικούς υπολογισμούς (ανάγκη διατήρησης του επαναστατικού μετώπου είτε ισχυροποίηση μιας φατρίας έναντι κάποιας άλλης).
  • Η ανικανότητά της να γίνει από μόνη της κυρίαρχη δύναμη και να διαχειριστεί τις υποθέσεις της νέας κοινωνίας που γεννιέται. Αυτή η ανικανότητά θα φανεί σε κάθε ευκαιρία. «Πρώτη ύλη» των κυβερνήσεων θα είναι είτε οι εμποροναυτικοί των νησιών είτε οι εκπρόσωποι της διοικητικής αριστοκρατίας, κυρίως της Πελοποννήσου, αλλά ποτέ οι στρατιωτικοί. Η πολιτική ανωριμότητα των «στρατιωτικών» είναι πασιφανής καθώς οι περισσότεροι δε φαίνεται να έχουν ακριβή επίγνωση της ουσίας της ιστορικής επιχείρησης στην οποία συμμετέχουν.
  • Η προέλευση της από την αγροτιά. Κατά κύριο λόγο οι στρατιωτικοί προέρχονται από τον αγροτικό πληθυσμό. Τραχείς και μισοάγριοι πολεμιστές, κατά κανόνα εντελώς αναλφάβητοι, δε διαφέρουν σε τίποτε από το μέσο τύπο του αγρότη της εποχής. Η ομοιότητα πηγαίνει βαθύτερα: στην πολιτική και ιδεολογική διαμόρφωση. Στο στρώμα αυτό, βρίσκουν έκφραση οι προλήψεις και οι ιστορικές ανεπάρκειες αλλά, ταυτόχρονα, και το ριζοσπαστικό επαναστατικό πνεύμα της αγροτικής μάζας.
Δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι ένας Μαυροκορδάτος γνώριζε τα διαχειριστικά, πολιτικά, στρατηγικά και διπλωματικά προβλήματα της Επανάστασης πολύ νωρίτερα και πολύ καλύτερα από έναν Κολοκοτρώνη. Είναι, όμως, εξίσου αναμφισβήτητο ότι ο Κολοκοτρώνης κινητοποίησε τις μάζες για την απόκρουση του Δράμαλη και εξέδωσε την περίφημη «διακήρυξη του πολέμου με όλα τα μέσα για τη σωτηρία της Επανάστασης», πράγμα που ο Μαυροκορδάτος δε θα έκανε ποτέ.

Δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγει πως διαυγέστερη (αν και όχι ιδεολογικά τεκμηριωμένη) αντίληψη της εθνικής ταυτότητας παρατηρείται σε κάποια μέλη της «πολεμικής αριστοκρατίας» αλλά όχι και των άλλων τάξεων, οι οποίες παραμένουν προσκολλημένες στον τοπικισμό και τα επί μέρους συμφέροντά τους. O Κολοκοτρώνης είναι εκείνος που αποκαλεί τους συμπατριώτες του «Έλληνές μου» ενώ ο Μακρυγιάννης δηλώνει πως πολεμάει «γι αυτά τα μάρμαρα» δίνοντας με απλοϊκή σοφία τη διάσταση της εθνικής συνέχειας και κληρονομιάς.

Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Για να παίξει το ρόλο της, η πολεμική αριστοκρατία έπρεπε ακριβώς να μπορεί να αντιπαρατεθεί στην ιστορικά στενή πλευρά της αστικής τάξης σαν επαναστατικής δύναμης χωρίς να μπορεί να αποχωριστεί από αυτή, να συνδέεται με την αγροτιά και να μην καταλαβαίνει σε βάθος τα προβλήματα της επανάστασης.

Στην πράξη, όλα δείχνουν ότι το στρώμα αυτό έπαιξε, με όλες του τις ιδιομορφίες, το ρόλο του «πληβειακού αστικού στοιχείου» που σπρώχνει την αστικοδημοκρατική επανάσταση ως την τελική της νίκη χωρίς να κατανοεί σε βάθος την ουσία της, χωρίς να μπορεί να διαχειριστεί μακροπρόθεσμα τα προβλήματά της και χωρίς να μπορεί να καρπωθεί άμεσα τους καρπούς της. Η Επανάσταση, στην πορεία της, προκάλεσε σημαντικές ανακατατάξεις στις γραμμές του στρώματος αυτού.

Επιφανής εκπρόσωπος της πολεμικής αριστοκρατίας και πρωταγωνιστική φυσιογνωμία της Επανάστασης ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Άνθρωπος μεγάλων ικανοτήτων και όχι μόνο στρατιωτικών, ο Γέρος του Μοριά ήταν από τα πιο προωθημένα μυαλά αυτής της κατηγορίας. Η εξέλιξη της Επανάστασης θα αναδείξει και άλλες ενδιαφέρουσες προσωπικότητες, όπως ο Γεώργιος Καραϊσκάκης, στρατιωτικό μυαλό όχι κατώτερο, αλλά περιορισμένων πολιτικών οριζόντων, ο Μάρκος Μπότσαρης, που επιμένει ακλόνητα στην ανάγκη δημιουργίας τακτικού στρατού, και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, που γίνεται ο εκφραστής των ακραίων αντιλήψεων του μεσαιωνικού κρατικού κατακερματισμού.

O ρόλος του κλήρου

1. Ιδιαίτερο ρόλο στις εξελίξεις παίζει ο κλήρος ο οποίος έχει κι αυτός τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις του που προέρχονται από την ταξική διάκριση ανάμεσα στα ανώτερα και τα μικρομεσαία στρώματα του.

Ο ανώτατος κλήρος παίζει το ρόλο του στυλοβάτη της εξουσίας (αδιάφορο αν αυτή είναι η οθωμανική) και διώκει όσους την αμφισβητούν. Από πολύ νωρίς φαίνονται οι προθέσεις του. Ο υπέρμαχος της «ανθενωτικής» άποψης (που συνοψίζεται στο δόγμα «προτιμότερο το οθωμανικό σαρίκι από τη λατινική κουκούλα») Σχολάριος-Γεννάδιος, γίνεται ο εκλεκτός πατριάρχης του Μωάμεθ του Πορθητή. Για να διασφαλίσει την υποταγή των «Ρωμαίων» στο οθωμανικό σαρίκι, επιχειρεί να τους αποκόψει από την ιστορική συνέχειά τους διακηρύσσοντας ότι «δε θα έλεγα ποτέ ότι είμαι Έλληνας, γιατί δε σκέφτομαι όπως άλλοτε σκέφτονταν οι Έλληνες».

Στα βήματά του κινούνται επί 4 αιώνες όλοι οι διάδοχοι του στηρίζοντας την εξουσία του κατακτητή και αφορίζοντας (κυριολεκτικά) κάθε προσπάθεια αποτίναξης του ζυγού. Από το μένος τους δεν ξεφεύγει ακόμα κι ο πιο ακίνδυνος για την Πύλη «ρέμπελος». Από τον «Σκυλόσοφο» και τον Κατσώνη μέχρι τον Ρήγα Φεραίο. Για τον τελευταίο, ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' και οι αυλικοί του είχαν αποφανθεί ότι ήταν ένας «διεφθαρμένος τη φρένα».

Όταν, δε, ο Φεραίος δολοφονήθηκε, «άνθρωποι του Θεού» σαν το Μητροπολίτη Ιωαννίνων εξέφραζαν την αγαλλίασή τους δηλώνοντας πως ο Ρήγας και οι σύντροφοί του «εσκόπευον να κάμουν επανάστασιν κατά του κραταιωτάτου Σουλτάνου αλλ' ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον όπου τους έπρεπε».

Εκεί, όμως, που ο κλήρος ξεπέρασε τον εαυτό του ήταν όταν επιχείρησε να αφορίσει την ίδια την Επανάσταση. Το Μάρτη του 1821 το κίνημα του Υψηλάντη και του Σούτσου ξεδιπλώνεται στη Μολδοβλαχία. Το ιερατείο, θέλοντας να διατηρήσει τα προνόμιά του, συσκέπτεται υπό την καθοδήγηση του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ και αποφαίνεται ότι ο Υψηλάντης και ο Σούτσος: «... αμφότεροι αλαζόνες και δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν ματαιόφρονες εκήρυξαν του γένους την ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανοήτους (...) έγινε γνωστή εις το πολυχρόνιον κράτος η ρίζα και η βάσις όλου αυτού του κακοήθους σχεδίου. Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν έργον μιαρόν, θεοσταγές και ασύνετον, θέλοντες να διακηρύξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας (...) Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθετοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας (...)».

Δια ταύτα το ιερατείο «αποφασίζει και διατάζει»: «Διά τούτο προκαταλαμβάνοντες εκ προνοίας εκκλησιαστικής, υπαγορεύομεν πάσιν υμίν τα σωτήρια, και (...) συμβουλεύομεν και παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν πάσιν υμίν τοις κατά τόπον αρχιερεύσι, τοις ηγουμένοις των ιερών μοναστηρίων, τοις ιερεύσι των εκκλησιών, τοις πνευματικοίς πατράσι και ενοριών, τοις προεστώσι και ευκατάσταταις των κωμοπόλεων και χωρίων και πάσι απλώς τοις κατά τόπον προκρίτοις, να διακηρύξητε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακόβουλων ανθρώπων και να τους αποδείξητε και να τους στηλιτεύσητε πανταχού (...) Εκείνους δε τους ασεβείς πρωταιτίους και απονενοημένους φυγάδας και αποστάτας ολεθρίους να τους μισήτε και να τους αποστρέφεστε και διανοία και λόγω, καθότι και η εκκλησία και το γένος τούς έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ' αυτών τας παλαμναιοτάτας και φρικωδεστάτας αράς: ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας. Ως παραβάται δε των θείων νόμων και κανονικών διατάξεωνΙ αφορισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και μετά θάνατον (...)».

O αφορισμός φέρει τις υπογραφές του μητροπολίτη Ιεροσολύμων, καθώς και των μητροπολιτών Καισαρείας, Νικομήδειας, Δέρκων, Ανδριανουπόλεως, Βιζύης, Σίφνου, Ηρακλείας, Νικαίας, Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Διδυμοτείχου, Βάρνης, Φαναρίου, Ναυπάκτου, Χαλκηδόνος, Τυρνάβου και, φυσικά, του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Πολλοί αγιογράφοι μετέπειτα επιχείρησαν να αγιοποιήσουν τον Γρηγόριο, όταν εκείνος απαγχονίστηκε δικαιολογώντας όλα τα παραπάνω και «λησμονώντας» πως ο απαγχονισμός του δεν ήταν η ποινή για την «επαναστατική» του δράση αλλά μέσο εκφοβισμού των «ραγιάδων».

Αντάξιος εκπρόσωπος της «ιερής αρχής» στην Πελοπόννησο είναι και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ο οποίος στηρίζει την εξουσία των πασάδων και των προκρίτων αποτελώντας τροχοπέδη για τους Φιλικούς και, όταν εν τέλει ξεσπά η Επανάσταση, τάσσεται με το μέρος των ισχυρών γαιοκτημόνων. Πολύ αργότερα, στον Γερμανό αποδίδονται ανύπαρκτα γεγονότα, όπως η «επίσημη» κήρυξη της Επανάστασης στις 25 Μάρτη στην Αγία Λαύρα (γεγονός που καμιά ιστορική πηγή δεν επιβεβαιώνει) για να τονιστεί η «συμμετοχή» αυτής της μερίδας του κλήρου στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία.

2. Ο απλός κλήρος που ζει τη σκλαβιά στο πετσί του ζώντας δίπλα και μέσα στους «κολασμένους» ως σάρκα από τη σάρκα τους. Προερχόμενοι κυρίως από την αγροτιά κουβαλούν τις αρετές και τα ελαττώματα των ανθρώπων της υπαίθρου. Είναι δεισιδαίμονες και προληπτικοί, αλλά αυτό επιδρά θετικά γιατί μπολιάζουν το κήρυγμα τους με παραδόσεις, μύθους, δοξασίες και άλλα στοιχεία της λαϊκής παράδοσης που συντηρούν την εθνική ταυτότητα κι έτσι διατηρούν άσβεστη την ελπίδα για απελευθέρωση. Όχι ιδιαίτερα μορφωμένοι αλλά τα «κολυβογράμματα» που τους αρκούν ίσα για την ανάγνωση των ιερών βιβλίων τα μεταλαμπαδεύουν στους συντοπίτες τους (γεγονός που αργότερα θ' αποτελέσει τη βάση του μύθου περί «κρυφών σχολείων»).

Το είδος αυτό του ιερέα-αγωνιστή συναντάται σε όλες τις σκλαβωμένες περιοχές και, σε μεγάλο βαθμό, ο ρόλος του κάνει την ορθοδοξία συνεκτικό κρίκο των σκλαβωμένων που υποκαθιστά την ασαφή εικόνα της εθνικής υπόστασης (Χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι τόσο η Χάρτα του Ρήγα όσο και η «Ελληνική Νομαρχία» οι οποίες περισσότερο μιλούν για απελευθέρωση των «χριστιανών» βάζοντας στο παιχνίδι όλους τους υπόδουλους Βαλκάνιους παρά για επανάσταση «Ελλήνων» με τη στενή έννοια του όρου). Oι κληρικοί αυτοί στην ουσία είναι ξωμάχοι που απλά φορούν ράσο την ώρα που σπέρνουν τη γη, περιποιούνται τα ζώα ή ακόμα πιάνουν και το «καριοφύλι» όποτε το ποίμνιο τους κινδυνεύει.

Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποί αυτής της κατηγορίας είναι ο Διονύσιος «Φιλόσοφος» ή «Σκυλόσοφος», όπως τον ονόμαζαν οι εν Χριστώ συνάδελφοί του και οι Τούρκοι, ο Κοσμάς ο Αιτωλός και, βέβαια, ο Γρηγόρης Δικαίος, γνωστότερος ως «Παπαφλέσσας». O τελευταίος επισύρει τη μήνη του ανώτατου κλήρου, χαρακτηρίζεται από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό «άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τινί τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του έθνους» και απειλείται ακόμα και με αποσχηματισμό και αφορισμό.

Στη διάρκεια της επανάστασης ο κατώτερος κλήρος παίρνει μέρος παντοιοτρόπως στις πολεμικές επιχειρήσεις. Θα έλεγε κανείς πως αποτελεί το «πνευματικό» τμήμα της «πολεμικής αριστοκρατίας» με την οποία σχεδόν ταυτίζεται και συνήθως ακολουθεί τη μοίρα της. Αντίθετα, το ιερατείο δείχνει αρχικά να ταλαντεύεται ανάμεσα στην αφοσίωση του στην Πύλη, φοβούμενο περικοπή των προνομίων του σε περίπτωση κατάπνιξης της επανάστασης, και στο ρόλο του ως «πνευματικού ταγού» των ομοεθνών του. Σύντομα, με την πολιτική διορατικότητα και την ευελιξία που το διακρίνει, οσμίζεται τη νικήτρια πλευρά και τάσσεται αναφανδόν στο πλευρό της. Στην ουσία οι αρχιερείς στηρίζουν τις επιλογές είτε των προκρίτων είτε των εφοπλιστών και εμπόρων ανάλογα με τον τόπο που «διακονούν».

O ρόλος των ξένων δυνάμεων Η έκρηξη της Επανάστασης θέτει επί τάπητος το θέμα της ακεραιότητας της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας. Εκτός από αυτό, ξεσπά στην πιο ακατάλληλη στιγμή: Ακριβώς όταν, στην Ευρώπη, φαίνεται να έχει στερεωθεί η αντεπαναστατική στροφή που έχει φέρει το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων. Με άλλα λόγια, η Επανάσταση, εκτός από την ακεραιότητα της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας, απειλεί και το Ευρωπαϊκό status quo.

Φυσικά, οι ξένες δυνάμεις δεν έμειναν αδιάφορες. Αντίθετα, αντέδρασαν αμέσως η καθεμία με βάση τα δικά της συμφέροντα. Για να καταλάβουμε τη βαθύτερη ουσία του πράγματος, πρέπει να δούμε ποια ήταν η πραγματική πολιτική των ξένων δυνάμεων απέναντι στην Επανάσταση.

Η Ρωσία τη βλέπει σαν ένα παράγοντα διάλυσης της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ευνοεί. Παράλληλα, είναι επιφυλακτική απέναντί της γιατί δε θέλει να προκαλέσει τις άλλες δυνάμεις, ιδιαίτερα την Αγγλία, αλλά κι επειδή τη νιώθει σαν κίνδυνο για το καθεστώς του τσαρισμού που ωθείται όλο και περισσότερο να γίνει ο φύλακας της ευρωπαϊκής αντεπανάστασης.

Η Γαλλία αντιδρά εχθρικά αλλά η πολιτική της δείχνει έντονα στοιχεία ετεροκαθορισμού από την πολιτική των άλλων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Αγγλίας. Η Αγγλία, κατ' αρχήν, βλέπει την Επανάσταση εχθρικά γιατί απειλείται η ακεραιότητα της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας την οποία θεωρεί προμαχώνα ενάντια στη Ρωσία. Ωστόσο, η Αγγλία κατανοεί πως η ελληνική ανεξαρτησία δημιουργεί νέες αγορές για τη βρετανική βιομηχανία. Ταυτόχρονα, οι βρετανοί γρήγορα κατανοούν ότι η Ελληνική Ανεξαρτησία είναι, ούτως ή άλλως, αναπόφευκτη ακόμη και αν νικήσει στρατιωτικά ο σουλτάνος.

Έτσι, από το 1822 κιόλας, η στάση του Λονδίνου αρχίζει να αλλάζει και ιδιαίτερα όταν στην εξουσία έρχεται ο Κάνινγκ. Αλλάζει, όμως, με την εξής έννοια: Αφού η κατάληξη είναι αναπόφευκτη και μπορεί να είναι και ωφέλιμη, πρέπει να γίνει με τρόπο όσο το δυνατόν πιο επωφελή. Συγκεκριμένα, πρέπει να φανεί σαν ενέργεια παραχώρησης της Αγγλίας και όχι σαν κατάκτηση των Ελλήνων. Έτσι, το νέο κράτος θα είναι εξαρτημένο ακόμη περισσότερο από την ούτως ή άλλως κοσμοκράτειρα Αγγλία. Εκτός των πολλών άλλων, αυτό θα σημαίνει και εξασφάλιση των Επτανήσων, που ανήκουν στην Αγγλία και που η τελευταία δεν έχει καμία διάθεση να εγκαταλείψει.

Είναι, βέβαια, γεγονός ότι οι εμφύλιοι πόλεμοι είχαν τις αιτίες τους σε παράγοντες που είχαν βαθιές ρίζες μέσα στην ελληνική κοινωνία. Πέρα όμως από αυτό, οι ίδιες οι βλέψεις των μεγάλων δυνάμεων της εποχής απέναντι στην Oθωμανική Αυτοκρατορία και την προοπτική συγκρότησης ελληνικού κράτους, έπαιξαν το ρόλο τους.

23 March 2008

Συνοικιακός Μουσολίνι

...
Σε ένα δείπνο ήταν και ο ελληνικής καταγωγής πρώην ευρωβουλευτής των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών Γιάννης Σακελλαρίου, ο οποίος έχει εμπλακεί σε δικαστική διαμάχη με τον πρόεδρο Στέλιο Παπαθεμελή, επειδή σε άρθρο του χαρακτήρισε τον πρόεδρο της Δημοκρατικής Αναγέννησης «συνοικιακό Μουσολίνι».

Περιχαρής ο τέως ευρωβουλευτής αποκάλυψε στους συνδαιτυμόνες του ότι το δικαστήριο που εκδίκασε πρωτοδίκως την αγωγή του Στ. Παπαθεμελή εις βάρος του, κατέληξε στην απόφαση (η οποία όμως δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί) να απορρίψει τους ισχυρισμούς του θιγέντος πολιτικού αρχηγού, καθώς αναγνωρίζει στον εναγόμενο το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, λόγω της ευρωβουλευτικής ιδιότητάς του. Έτσι, δεν θα καταβληθεί στον Στ. Παπαθεμελή το ποσόν των 150.000 ευρώ που ζητούσε - «από τρία ευρώ για τον καθένα από τους 50.000 ψηφοφόρους που τον ετίμησαν», όπως επεσήμανε προσφυώς ο Ι. Σακελλαρίου...



(Η Πανδώρα, ΒΗΜΑ, 23/3/2008)

Από τον Αθ. Πάριο και τον Παπουλάκο...

στον Χρ. Γιανναρά και τον Κ. Γεωργουσόπουλο, μάλλον και στον Κ. Ζουράρι


Ο δημοσιογράφος κ. Μανώλης Βασιλάκης ανακάλυψε συνέντευξη του Κώστα Γεωργουσόπουλου στην τριμηνιαία εκκλησιαστική έκδοση «Αναλόγιον» και τη δημοσίευσε με τίτλο Κ. Γεωργουσόπουλος: Διάκονος της Ελληνορθοδοξίας. Παραθέτω κι εδώ τη συγκεκριμένη συνέντευξη, γιατί το περιεχόμενό της εμπίπτει στη θεματολογία αυτού του blog:


«ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΑΜΝΗΜΟΝΟΣ ΚΙΤΣΑΡΙΑΣ»

Συνέντευξη με τον Κώστα Γεωργουσόπουλο (Κ.Γ.)*


Είμαστε ένας λαός με μακρά ιστορία που δεν εξισώνεται χρονικά ούτε με την ιστορία των ευρωπαϊκών λαών ούτε πολύ περισσότερο με την ιστορία της Αμερικής. Πιστεύετε ότι οι Έλληνες διανοούμενοι έχουν επίγνωση αυτής της ιστορίας και άρα έχουν ανάλογη μνήμη;

Κ.Γ.: Αν και οι Έλληνες διανοούμενοι, από την εκπαιδευτική τους παλαιότερα εμπειρία, είχαν κάποια γνώση της ιστορικής συνέχειας και συνοχής, άρα και ιστορική μνήμη, η διανοουμενίστικη μόδα, που τείνει να καταστεί τρομοκρατία στις μέρες μας, απαιτεί ένα είδος λήθης, κατειρώνευσης, υπονόμευσης και αμφισβήτησης για ό,τι είναι σχετικό με την ιστορία, την μνήμη και την εθνική συνείδηση. Κι όσοι ακόμα είχαν λόγους να θυμούνται, πνίγουν ό,τι ξεμυτίσει για να μην τους πάρει το ποτάμι της μεταμοντέρνας αμνήμονος κιτσαρίας.

Εάν η ελληνική διανόηση έχει μνήμη και αίσθηση της μακραίωνης ιστορικής μας συνέχειας, πιστεύετε ότι έχει συνείδηση και της Χριστιανικής διάστασης αυτής της συνέχειας, και σε ποιο βαθμό συμμερίζεστε αυτή τη διάσταση;

Κ.Γ.: Δεν βλέπετε πως είναι δακτυλοδεικτούμενοι όσοι εντοπίζουν την Ορθόδοξη μαγιά της Ελληνικής Ιστορίας; Ονομάζονται εξ άλλου φονταμενταλιστές, λες και είναι στο κάτω κάτω αναπηρία να ανακαλύπτεις ή να βάζεις θεμέλια στην πνευματική σου συγκρότηση και οικοδομή.

Όταν οι Έλληνες διανοούμενοι κατηγορούν ή κριτικάρουν την Εκκλησία, την κατηγορούν στο πρόσωπο των λειτουργών της και εξαιτίας των ολισθημάτων και αμαρτημάτων τους, ή εξαιτίας μιας περιρρέουσας αντιεκκλησιαστικής νοοτροπίας;

Κ.Γ.: Κι αν ακόμη περιορίζουν την κριτική τους στους λειτουργούς, πράγμα κατά τη γνώμη μου νόμιμο, στο βάθος, λόγω μόδας, υποκύπτουν στη γενικότερη μηδενιστική προσέγγιση της Εκκλησιαστικής εμπειρίας.

Πόσο η κυριαρχία του «διαφωτιστικού» πνεύματος (αλλά και των ποικίλων μετεξελίξεών του) στην Ελλάδα, και μάλιστα οι ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων λόγω της ένταξής μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, επηρεάζει τη στάση της διανόησης απέναντι στην Εκκλησία;

Κ.Γ.: Η εμμονή στην απόλυτη λογοκρατία του διαφωτισμού δείχνει μια καραμπινάτη εθελοτυφλία, δεδομένου ότι δεν θέλουν να αντιληφθούν πως ό,τι σήμερα πληρώνουμε (φασισμούς, κομμουνισμούς, βιομηχανική επανάσταση, καπιταλισμό, παγκοσμιοποίηση, οικολογικό έγκλημα) είναι τέκνα-τέρατα του διαφωτισμού, ενός διαφωτισμού που πρόδωσε τα ανθρωπιστικά θεμέλια της Αναγέννησης και κατάντησε ορθολογιστική ψυχωσική μηχανή.

Μπορούμε να μιλήσουμε σήμερα για πυρήνες «πνευματικής αναγέννησης» που εμπνέονται από την Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση, ή για διανοούμενους που ανακαλύπτουν γόνιμα την παράδοση αυτή;

Κ.Γ.: Υπάρχουν και πυρήνες και μεμονωμένοι ναυαγοί που υψώνουν τη σημαία της πίστης μέσα στη σύγχρονη συγκεχυμένη θύελλα των «-ισμών».

Πώς θα μπορούσε να περιγράψει κανείς τη σχέση του σημερινού Έλληνα διανοούμενου με τη σημερινή Εκκλησία; Μήπως παραείναι δέσμιος της εποχής του, και μήπως η στάση του είναι κυρίως ορθολογιστική και αδιάφορη; Υπάρχει παρ’ όλα αυτά κάποια «απαίτηση» από την πλευρά του για μια πιο πνευματική και αληθινή εκκλησιαστική κατάσταση;

Κ.Γ.: Όσον αφορά τους διανοούμενους, με τη σημασία που δίνει ο διαφωτισμός στον όρο, απελπιστείτε· δεν υπάρχει ομφάλιος λώρος. Δεν είναι ούτε καν απολωλός πρόσωπο. Ούτε αναζητά ποιμένα ούτε ανήκει σε ποίμνιο. Διανοούμενος και παράδοση, διανοούμενος και εκκλησιαστικό ήθος, διανοούμενος και πίστη, είναι έννοιες ασύμβατες. Απαίτηση υπάρχει από πρόσωπα που αρνούνται τον διανοουμενίστικο ναρκισσισμό και την αλαζονική βεβαιότητα. Οι «διαφωτισμένοι» είναι τόσο πολύ διαφωτισμένοι, ώστε δεν αναζητούν ούτε έχουν ανάγκη από άλλο φως, έστω και Αληθινό!

* Η συνέντευξη δόθηκε στον συνεργάτη του Αναλογίου Σωτήρη Γουνελά. Δημοσιεύθηκε στην τριμηνιαία έκδοση «Αναλόγιον» της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβίων και Κοζάνης, τεύχος Νο 6, Ιούν.-Ιούλ.-Αύγ. 2003

22 March 2008

Έλληνες κατά Τούρκων και Ελλήνων - μέρος Α'

Οι ρίζες των εμφύλιων συγκρούσεων στη διάρκεια της Επανάστασης του 1821


του Παναγιώτη Ζαβουδάκη, από τη δεκαπενθήμερη
εφημερίδα της Σύρου «ΑΠΟΨΗ», 24 Μαρτίου 2006


Η Επανάσταση του 1821 είχε εθνικοαπελευθερωτικό μα και κοινωνικό χαρακτήρα. Η αστική ιστοριογραφία προβάλλει κυρίως τον εθνικοαπελευθερωτικό της χαρακτήρα, δηλαδή την εναντίωσή της στην Oθωμανική Αυτοκρατορία, αποσιωπώντας το κοινωνικό της περιεχόμενο γιατί κάτω από το «εθνικό» συγκαλύπτει τα διαφορετικά ταξικά συμφέροντα της καπιταλιστικής κοινωνίας που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της Επανάστασης.

Στην πορεία της Επανάστασης υπήρξαν και εμφύλιες συγκρούσεις. Αυτές είτε αποσιωπώνται είτε υποβαθμίζονται και συνήθως αποδίδονται στην «κατάρα της φυλής». Αυτή η άποψη είναι αντιιστορική, αφού ερμηνεύει ένα κοινωνικό φαινόμενο πέρα και έξω από τις ταξικές σχέσεις και τα συμφέροντα των δυνάμεων που έπαιρναν μέρος στην επανάσταση. Αυτές τις εμφύλιες συγκρούσεις κατά την Επανάσταση του 1821, τις αιτίες τους και τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν θα επιχειρήσουμε να ψηλαφίσουμε στη συνέχεια.

Oι συνθήκες της εποχής

O επαναστατικός πόλεμος του 1821 συνοδεύτηκε σε πολλές φάσεις του από εκτεταμένους και συχνά αιματηρούς εμφυλίους πολέμους που αντανακλούσαν τις αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της ακόμη υπό διαμόρφωση νεοελληνικής κοινωνίας στην πορεία της προς τη δημιουργία του εθνικού κράτους. Oι πόλεμοι αυτοί περιείχαν τη σφραγίδα των γενικών συνθηκών της εποχής οι οποίες ήταν:
  1. Η διάλυση του φεουδαρχικού κράτους και η γενική τάση προς την επικράτηση της αστικής κοινωνίας που, στην ελληνική περίπτωση, συμβαίνει με ειδικό, «βαλκανικό» τρόπο με στόχο τη δημιουργία χωριστού εθνικού κράτους ως νέας μορφής αστικής κοινωνικής οργάνωσης της περιοχής.
  2. Η αντιφατική συνύπαρξη και σύμπλευση ισχυρών αναχρονιστικών υπολειμμάτων με στοιχεία υπερσύγχρονα για την εποχή. Χαρακτηριστικό παράδοξο αυτής της αντίφασης: Σε μια απομακρυσμένη και ακριανή περιοχή, ως πριν μερικούς μήνες απλή επαρχία της Oθωμανικής Αυτοκρατορίας, εμφανίζεται το πιο σύγχρονο πολιτικό καθεστώς της τότε Ευρώπης.
  3. Απαρχές της υποδεέστερης, εξαρτημένης θέσης του ελληνικού καπιταλισμού στο σύστημα των σχέσεων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κρατών.
Oι ιδιαίτερες συνθήκες του ελλαδικού χώρου Oι γενικές αυτές συνθήκες εμφανίζονταν με συγκεκριμένους όρους που βάρυναν πολύ στους εμφυλίους πολέμους. Συνοπτικά αυτοί είναι:
  1. O χαμηλός βαθμός εθνικής ολοκλήρωσης. Αυτός ο παράγοντας έπαιξε πολύ σοβαρό ρόλο στους εμφυλίους πολέμους όπως φαίνεται από τις συγκρούσεις του τύπου «Ρουμελιώτες εναντίον Μοραϊτών». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για φυσιολογική κατάσταση, που δείχνει ότι η αστική κοινωνία βρίσκεται ακόμη στη φάση της πρώτης διαμόρφωσής της.
  2. Η αντιφατική κατάσταση και διάρθρωση των κυριάρχων δυνάμεων. Η Επανάσταση του '21 γίνεται σε γενικές ιστορικές συνθήκες όπου η μόνη βιώσιμη επαναστατική και προοδευτική δύναμη είναι η αστική τάξη. Σ’ αυτήν ανήκουν τόσο η ηγεσία της Επανάστασης όσο και η σφραγίδα που μπαίνει στα προβλήματά της. Ωστόσο, ο όρος «αστική τάξη» καλύπτει μια πραγματικότητα ιδιαίτερα πολύπλοκη γεμάτη ασυνέχειες και αντιθέσεις. Σ’ αυτήν ανήκουν οι πανίσχυροι εφοπλιστικοί όμιλοι, οι αστοί-γαιοκτήμονες, τα στοιχεία της πολιτικής και διοικητικής αριστοκρατίας που έχουν κατακτήσει θέσεις στη λεγόμενη «δοσιματική διοίκησι», ένα πλήθος από βιοτέχνες επιχειρηματίες και μικρομεσαίους εμπορευομένους που, στις παραμονές της Επανάστασης, «βαδίζει από καταστροφή σε καταστροφή», μέσα στην οικονομική κρίση που έχει δημιουργήσει η λήξη των Ναπολεόντειων Πολέμων.
Oι δυνάμεις αυτές ουδόλως ταυτίζονται μεταξύ τους καθώς δε βρίσκονται όλες στον ίδιο βαθμό αστικοποίησης. Από την άποψη αυτή, οι πιο προωθημένοι είναι οι πλοιοκτήτες και οι έμποροι, αν και αυτοί χωρίζονται μεταξύ τους από σοβαρές αντιθέσεις. Αντίθετα, στους αστούς-γαιοκτήμονες και περισσότερο στη διοικητική αριστοκρατία τα αναχρονιστικά στοιχείαείναι πολύ ισχυρότερα.

Τα διάφορα αυτά τμήματα διαφέρουν ως προς την οικονομική επιφάνεια (π.χ. οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου, ιδιαίτερα πλούσιοι, έχουν πλουτίσει παραπέρα από την οικειοποίηση των περιουσιών των τοπικών πασάδων, ενώ οι πρόκριτοι της Ρούμελης στηρίζονται ιδιαίτερα σε πολιτικές λειτουργίες). Διαφέρουν ακόμη και από την έλλειψη μιας πληρέστερα διαμορφωμένης εθνικής αγοράς, που δείχνει τις δυσκολίες επικοινωνίας μεταξύ των διαφόρων περιοχών. Τα πιο προωθημένα στοιχεία έχουν δεσμούς πιο πολύ με το εξωτερικό παρά με την ίδια τη χώρα.

Oι διαφορές αυτές έχουν σοβαρότατες συνέπειες και επιπτώσεις. Ανάμεσα στους εφοπλιστές, τους ιδιόμορφους γαιοκτήμονες και τους εκπροσώπους της διοικητικής αριστοκρατίας είναι φανερό ότι υπάρχει εντονότατη «ιστορική όσμωση»: Όλοι τους έχουν στραφεί προς την αστική εξέλιξη μέσω της εμπορικής δραστηριότητας. Αυτό εξηγεί και την έντονη τάση προσέγγισης και συμπαράταξης που τους διακρίνει και που θα φανεί καθαρά στην Επανάσταση. Όμως, οι πλούσιοι εφοπλιστές βλέπουν τη γη σαν χώρο επένδυσης των κεφαλαίων τους και εξόδου από την οικονομική κρίση, αφού ο βιομηχανικός τομέας τους είναι κλειστός.

Αντίθετα, τα υπόλοιπα στοιχεία των κυριάρχων τάξεων θεωρούν τη γη δική τους και δεν έχουν διάθεση να την παραχωρήσουν σε άλλους. Αυτό κάνει το συνασπισμό των μεγαλοεφοπλιστών και των μεγαλοπροκρίτων ασταθή και προκαλεί τις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις. Λόγω της χαμηλής ακόμη εθνικής ολοκλήρωσης, οι ενέργειες κάποιων τμημάτων των κυριάρχων τάξεων στρέφονται ευθέως ενάντια στα συμφέροντα των υπολοίπων και θέτουν σε κίνδυνο την ίδια την Επανάσταση.

O ρόλος της «πολεμικής αριστοκρατίας»

Ένα από τα χαρακτηριστικά της Επανάστασης ήταν η ύπαρξη ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων που προέρχονταν από τη σύγκλιση δυο παραγόντων του προηγουμένου καθεστώτος:
  • Ένας ήταν αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε «σύστημα αυτοάμυνας» (στους κόλπους της αγροτιάς κυρίως) που έμεινε στην Ιστορία με το όνομα «κλέφτες».
  • Ο άλλος ήταν ο στρατιωτικός μηχανισμός που δημιούργησαν η Υψηλή Πύλη και οι τοπικοί πασάδες για τη διεκπεραίωση των διοικητικών καθηκόντων.
Όσο δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για το επαναστατικό άλμα, οι δυο αυτοί μηχανισμοί αλληλοαντιπαρατίθενται αλλά, ταυτόχρονα, αλληλοδιαπερνώνται καθώς τμήματά τους περνούν εναλλακτικά από τη μια κατάσταση στην άλλη.

Με το ξέσπασμα της Επανάστασης, η πολεμική αυτή μηχανή καλείται να διαδραματίσει σοβαρό ρόλο. Επί κεφαλής σημαντικών δυνάμεων, καλοί γνώστες του πεδίου των επιχειρήσεων, τα μέλη της αναλαμβάνουν το καθήκον της νικηφόρας έκβασης του πολέμου.

Ωστόσο, από πολύ νωρίς μπαίνει επί τάπητος το θέμα της κοινωνικής θέσης της «πολεμικής αριστοκρατίας» στη μετα-Oθωμανική εποχή. Η ομάδα αυτή χαρακτηρίζεται από την απουσία οικονομικής βάσης και από την απώλεια όσων διοικητικών θέσεων κατείχε την περίοδο της οθωμανικής διοίκησης. Η ανατροπή που προκαλεί η έκρηξη της Επανάστασης στη διάρθρωση και τη θέση της πολεμικής αριστοκρατίας δεν πρέπει να υποτιμάται.

Επί Oθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο «κλέφτης» βγαίνει εκτός των θεσμικών ορίων της κατεστημένης κοινωνίας, γίνεται περιθωριακός. Στις συνθήκες της Επανάστασης, ο «κλέφτης» γίνεται «στρατιωτικός». Χωρίς να κινούνται, κατ' ανάγκην, από ένα ψυχρό και κυνικό υπολογισμό, οι στρατιωτικοί ζητούσαν να αμειφθούν και να αναδειχτούν για τις αναντικατάστατες υπηρεσίες που προσέφεραν.

Στις ιστορικές συνθήκες της εποχής, μόνος δρόμος για την ανάδειξή τους ήταν η ένταξή τους, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στις γραμμές των κυρίαρχων τάξεων. Και αυτή ακριβώς η τάση προκαλεί, αναπόφευκτα, τον οξύ ανταγωνισμό με τους ήδη κατέχοντες τις προνομιακές θέσεις τροφοδοτώντας έτσι τις εμφύλιες συρράξεις. Η αντίθεση «πολιτικών - στρατιωτικών» θα είναι μια από τις κύριες αιτίες των εμφυλίων πολέμων.


21 March 2008

Νεαρότατη Ελληνίδα ερευνήτρια

...
Σε μία εβδομάδα θα υποδεχθεί το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης την 24χρονη κ. Κατερίνα Αϋφαντή, τη νεότερη ερευνήτρια του κόσμου, η οποία πέτυχε να χρηματοδοτηθεί η δική της θεωρία για τη μηχανική των νανοϋλικών από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ερευνας, ανάμεσα σε 9.000 υποψηφίους από όλον τον κόσμο. Η νεαρή επιστήμονας από τη Θεσσαλονίκη έγινε δεκτή από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν σε ηλικία 16 ετών, ενώ ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές σπουδές της σε διάστημα μόλις τριών ετών.

Στα 21 της χρόνια ανακηρύχθηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Γκρόνιγκεν της Ολλανδίας, όπου διακρίθηκε ως η νεότερη επιστήμονας που έχει λάβει διδακτορικό τίτλο στα ακαδημαϊκά χρονικά. Την κυρία Αϋφαντή θα υποδεχθεί σε λίγες ημέρες το Εργαστήριο του Τομέα Μηχανικής του Πολυτεχνείου του ΑΠΘ. Η έρευνα που πρόκειται να αναπτύξει στο ΑΠΘ τιτλοφορείται «Διερευνώντας τη μετάβαση από τη μικροκλίματα στη νανοκλίμακα: θεωρία/πείραμα και προσομοιώσεις/εφαρμογές» και σχετίζεται με τη βελτίωση των ιδιοτήτων των νανοϋλικών και της μηχανικής συμπεριφοράς τους με στόχο να βρουν καλύτερη εφαρμογή στην τεχνολογία, όπως στη δημιουργία μπαταριών λιθίου ή σε τσιπάκια υπολογιστών.

Η επιχορήγηση, ύψους 1,13 εκατ. ευρώ, την οποία έλαβε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας -στο οποίο προεδρεύει ένας Ελληνας, ο κ. Φ. Καφάτος-, θα επενδυθεί στην εξαμελή ερευνητική ομάδα της, αποτελούμενη από καθηγητές από το Χονγκ Κονγκ, τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Ελλάδα. Σύμφωνα με την έκθεση του ΕΕΣ, η κυρία Αϋφαντή «είναι προικισμένη με μοναδικά προσωπικά χαρακτηριστικά, άξια επισήμανσης, που την καθιστούν εξαιρετικά ενεργητική και επινοητική,αισιόδοξη και φιλόδοξη... Με άλλα λόγια, έχει καταδείξει μια μεγάλη δυνατότητα να γίνει επιστήμονας παγκοσμίου διάκρισης».

Η κ. Αϋφαντή επέλεξε τη Θεσσαλονίκη για την έρευνά της λόγω της καταγωγής της - δημοτικό και γυμνάσιο πήγε στη Νέα Κρήνη- αλλά και της αγάπης της για την Ελλάδα. Σημαντικό ρόλο στην απόφασή της έπαιξαν επίσης η επάρκεια του απαραίτητου επιστημονικού υπόβαθρου από το ΑΠΘ, καθώς και η γεωγραφική τοποθεσία της πόλης. Όνειρό της είναι να καταστήσει τη Θεσσαλονίκη παγκόσμιο κέντρο Νανομηχανικής.



(BHMA, 21/3/2008)

20 March 2008

Χριστιανική απελευθέρωση...

...
Με αφορμή την (χαζοχαρούμενη κατά την άποψή μου) «ημέρα της γυναίκας» γράφτηκαν διάφορα όμορφα και ανόητα σχόλια, σε εφημερίδες, περιοδικά και blogs. Ανάμεσά τους βρήκα και διάφορα κείμενα εμπνευσμένα από τις εκκλησιαστικές γραφές, στα οποία αναφέρεται η γνωστή επωδός ότι η χριστιανική θρησκεία ελευθέρωσε τη γυναίκα από την εκμετάλλευση του άνδρα και της κοινωνίας, γενικότερα.

Κυριότερο σχετικό τεκμήριο αποτελεί μια φράση του Παύλου (
Γαλ., γ', 28): «ούκ ένι άρσεν ή θήλυ, πάντες υμείς έν εστέ». Και συνεχίζουν μερικοί σχολιαστές με διθυράμβους για τον «Γίγαντα, τον Παύλον τον εκ Ταρσού»
(Βλέπε Θ. Τάσιος: Άραγε, «ούκ ένι άρσεν ή θήλυ»;).

Αναρωτιέμαι, μόνο αυτό διάβασαν ή μόνο αυτό θυμούνται; Οι ίδιοι δεν είναι που κατηγορούν όσους κάνουν κριτική στα χριστιανικά «ιερά βιβλία» ότι οι επικριτές διαβάζουν αποσπασματικά το κείμενο; Αναφέρεσαι σε μια φράση, σου λεν να διαβάσεις όλη την πρόταση ή την παράγραφο. Αν αναφερθείς στην παράγραφο, σου λεν να διαβάσεις όλο το κεφάλαιο, όλο το βιβλίο, όλα τα συγγράμματα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, τις εργασίες των πατέρων και των αγίων, ό,τι έχει γραφτεί και πρόκειται να γραφτεί, ώστε να μετριαστεί η εντύπωση από μια αντιφατική, άστοχη ή επικίνδυνη άποψη που αναφέρεται στα «ιερά βιβλία».


Ειδικότερα για το θέμα της γυναίκας, ο Παύλος έχει σαφείς απόψεις, οι οποίες δεν δείχνουν ότι «πάντες υμείς έν εστέ». Εκτός, βέβαια, αν εννοεί ότι όλοι «εμείς», άνδρες και γυναίκες, είμαστε στον πάτο, εξισωμένοι προς τα κάτω - που δεν βρίσκεται και πολύ μακριά από την αλήθεια, σχεδόν μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Αλλά και πάλι, με τίποτα δεν δικαιολογούνται και δεν κρύβονται οι πραγματικές απόψεις του «γίγαντα»:
  • «Οι γυναίκες να υποτάσσωνται στους άνδρες τους όπως στον Κύριο» (Εφεσ., ε', 22)
  •  «Γυναίκες, να υποτάσσεσθε στους άνδρες καταπώς πρέπει στον Κύριο» (Κολοσ., γ', 18)
  •  «Οι γυναίκες να υποτάσσωνται στους άνδρες τους στο κάθετί» (Εφεσ., ε', 24)
  • ­ «Η γυναίκα να μαθαίνη εν σιγή και υποταγή. Δέν επιτρέπω σε γυναίκα να διδάσκη, ούτε να διευθύνη άνδρα. Ο Αδάμ δεν ξεγελάσθηκε, ενώ η γυναίκα ξεγελάσθηκε και έκαμε παράβαση» (Α' Τιμοθ., β', 11-14)
  • ­ «Στις συναθροίσεις οι γυναίκες να σιγούν. Δέν τους επιτρέπεται να μιλάνε, αλλά να υποτάσσωνται, όπως λέει ο Νόμος. Κι αν θέλουν να μάθουν κάτι, άς ρωτάν τους άντρες τους στο σπίτι, διότι είναι επαίσχυντο να μιλάη η γυναίκα στη συνάθροιση» (Α' Κορινθ., ιδ', 34-35).
Εγώ θα πρότεινα, αντί οι κ.κ. μητροπολίτες να ασχολούνται με τα συμφωνητικά συμβίωσης, τα οποία δεν τους αφορούν, γιατί οι ίδιοι δεν πρόκειται να συμβιώσουν με υποκατάστατο γάμου και αυτοί που θα τα αξιοποιήσουν, ουδόλως ενδιαφέρονται για την άποψη των μητροπολιτών, θα πρότεινα λοιπόν να φροντίσουν οι κ.κ. μητροπολίτες να επιβάλουν στο γυναικείο ποίμνιό τους τις απόψεις του Παύλου: Πληρέστατη υποταγή στους συζύγους τους κατά το κλασικό και δοκιμασμένο ανατολίτικο πρότυπο! Εννοείται να μην σκεφτούν καν οι γυναίκες να διδάξουν σε σχολείο ή σε πανεπιστήμιο όπου φοιτούν άντρες ή, ακόμα, να απαγορευτεί να αναλαμβάνουν διευθύνουσα θέση σε εταιρίες, στις οποίες υπάρχουν αρσενικοί εργαζόμενοι. Και, πρωτίστως, να απαγορευτεί στις γυναίκες να μιλάνε δημόσια και εκτός οικίας (ίσως γλιτώσουμε έτσι κι από συγκεκριμένη θεούσα παλαιοδεξιά νεοκομμουνίστρια δημοσιογράφο και πολιτικό!)

Και όχι μόνο αυτά, να επιβάλουν οι μητροπολίτες και μαντίλα στις γυναίκες του ποιμνίου τους, τώρα που γίνεται αυτή πάλι μόδα στην Τουρκία, αφού το επιτάσσει ο γίγαντας που λέγαμε πριν: ­ «
Όποια γυναίκα προσεύχεται με ασκέπαστο κεφάλι, ντροπιάζει το κεφάλι της, το ίδιο ως εάν να το είχε ξυρισμένο» (Α' Κορινθ., ια', 5).

Μαντίλα μπρε και, αν αντιδράσουν οι γυναίκες, μπούρκα μέχρι τα ποδόνυχα!

ΥΓ: Δεν θα εκπλαγώ καθόλου, αν παρουσιαστούν 2-3 περισπούδαστοι και εξηγήσουν ότι στο "υποτάσσομαι" έδιναν συγκεκριμένοι άνθρωποι εκείνη την εποχή στη Μέση Ανατολή τη σημασία του "αγαπώ", οπότε παίρνουν όλα μια διαφορετική, θεάρεστη μορφή. Με την "ερμηνευτική" κάνουν το άσπρο μαύρο, δεν θα δυσκολευτούν να το κάνουν άλλη μια φορά!




(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)