Showing posts with label διάφορα. Show all posts
Showing posts with label διάφορα. Show all posts

20 September 2022

Γράφε για όσα ξέρεις - Write what you know.

20 καταξιωμένοι συγγραφείς αποτιμούν την πιο διάσημη συγγραφική συμβουλή



Marc Twain
E.Hemingway
Η κλασσικότερη ίσως συμβουλή προς εκκολαπτόμενους συγγραφείς, άλλοι την αποδίδουν στον Μαρκ Τουέιν, άλλοι στον Χέμινγουεϊ. «Γράψε για όσα ξέρεις»: Μια συμβουλή που παροτρύνει τους νέους συγγραφείς να επικεντρωθούν είτε στη δική τους ζωή είτε σε στοιχεία που γνωρίζουν εκ των προτέρων καλά, ώστε να δημιουργήσουν τις ιστορίες τους. Βέβαια, ο συγκεκριμένος συγγραφικός κανόνας δεν είναι αποδεκτός από όλους – πολλοί διάσημοι συγγραφείς θεωρούν μια τέτοια προσέγγιση περιοριστική. 

Επιμέλεια: Book Press

Ακολουθούν οι απόψεις είκοσι γνωστών, ξένων συγγραφέων, που αποτιμούν την εγκυρότητα της χιλιοειπωμένης αυτής συγγραφικής συμβουλής. Ανάμεσα στους συγγραφείς που τοποθετούνται είναι ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ, ο Ρέιμοντ Κάρβερ, η Τόνι Μόρισον κ.ά.

Καζούο Ισιγκούρο: «Μην γράφετε για όσα ξέρετε»

Η συμβουλή «γράψε για αυτά που ξέρεις» είναι ένα από τα πιο ανόητα πράγματα που έχω ακούσει ποτέ μου. Ωθεί τους ανθρώπους στο να γράφουν βαρετές αυτοβιογραφίες. Με αυτόν τον τρόπο, δεν απελευθερώνεται η φαντασία του συγγραφέα και δεν αξιοποιεί όλες τις δυνατότητές του.

— από συνέντευξή του στο ShortList

Πόλα Φοξ: «Αναρωτηθείτε πόσα πραγματικά ξέρετε»

Υπάρχει μια μεγάλη αλήθεια, κι αν αντιληφθείτε αυτή τη μεγάλη αλήθεια, αν καταλάβετε πώς δρουν οι άνθρωποι, τότε όλα τα υπόλοιπα είναι αυτονόητα. Ο Χένρι Τζέιμς μιλά γι’ αυτό στο βιβλίο του Η τέχνη της μυθοπλασίας. Γράφει για μια συγγραφέα που ήξερε, που κάποτε ανέβηκε τρέχοντας τις σκάλες ενός μικρού σπιτιού στο Παρίσι, και καθώς ανέβαινε, έτυχε να περάσει έξω από ένα δωμάτιο με την πόρτα ανοιχτή. Μέσα στο δωμάτιο εκτυλισσόταν μια σύσκεψη Γάλλων Ουγενότων –η ιστορία εκτυλίσσεται τον δέκατο ένατο αιώνα–, οι οποίοι κάπνιζαν και συζητούσαν. Η γυναίκα κοντοστάθηκε για μισό λεπτό• σταμάτησε για λίγο κι έπειτα προχώρησε. Μετά από δυο ή τρία χρόνια, η γυναίκα έγραψε ένα βιβλίο για τους Ουγενότους, και όλα όσα αναφέρονταν σε αυτό, σύμφωνα με τον Χένρι Τζέιμς, ήταν απολύτως έγκυρα. Χρειάστηκε μονάχα μισό λεπτό. Φροντίζω να λέω στους μαθητές μου να μην γράφουν αποκλειστικά για όσα ξέρουν, γιατί πραγματικά δεν μπορώ να αντιληφθώ πόσα ξέρουν. Αυτό είναι το πραγματικό ερώτημα. Πώς να ορίσεις αυτά που γνωρίζεις; Για τη γυναίκα, αυτά που έμαθε και ένιωσε μέσα σε εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα, σήμαιναν τα πάντα.

– από συνέντευξή της, το 2004, στο The Paris Review

Ούρσουλα Λε Γκεν: «Γράψε για όσα γνωρίζεις, για φανταστικές χώρες και εξωγήινες κοινωνίες»

Όσο για το «Γράψε για αυτά που ξέρεις», μου το έλεγαν πάντα όταν ήμουν αρχάρια. Πιστεύω πως είναι ένας πολύ σωστός κανόνας και πάντα τον υπάκουγα. Γράφω για φανταστικές χώρες, για κοινωνίες εξωγήινων σε άλλους πλανήτες, για δράκους, για μάγους, για την κοιλάδα της Νάπα το 22002. Ξέρω για αυτά τα πράγματα. Τα ξέρω καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, επομένως είναι καθήκον μου να μιλήσω γι' αυτά. Απέκτησα τις γνώσεις μου για όλα αυτά με τον τρόπο που απέκτησα κι όλες τις γνώσεις για την καρδιά και το μυαλό των ανθρώπων, μέσω της φαντασίας που βασίζεται στην παρατήρηση. Όπως και κάθε άλλος μυθιστοριογράφος. Ο κανόνας, λοιπόν, στέκει, αν δώσεις έναν καλό ορισμό στη λέξη «ξέρω».

- από το On Rules of Writing

Ζόι Χέλερ: «Γράψε με ειλικρίνεια για όσα έχουν ενδιαφέρον»

Το πρώτο λάθος που έκανα ως μαθήτρια [αφού με συμβούλεψαν να γράφω για όσα γνωρίζω] ήταν να υποθέσω πως μου ζητούσαν να γράφω αποκλειστικά για όσα μου είχαν συμβεί. Στην πραγματικότητα, η έμφαση πέφτει στη λέξη «γνωρίζω»• το πώς απέκτησες τις γνώσεις σου είναι ένα άλλο θέμα, αρκετά ανοιχτό. Πράγματι μπορείτε να βασιστείτε στη ζωή σας. Αλλά μπορείτε επίσης να παρατηρήσετε τις εμπειρίες των άλλων ανθρώπων, με συμπόνια. Μπορείτε να διαβάσετε και να κάνετε έρευνα. Και επιπλέον, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τη φαντασία σας. Οι καλοί συγγραφείς αποκτούν τις γνώσεις τους χάρη σε έναν συνδυασμό όλων αυτών. […]

Το δεύτερο και ελαφρώς πιο ασήμαντο λάθος που έκανα –ένα λάθος που όμως επαναλάμβανα για πολύ καιρό- ήταν να υποθέσω πως η απόδοση της βιωματικής γνώσης στη μυθοπλασία ήταν μια απλή, ακόμα και κοινότοπη δουλειά. Για τους περισσότερους συγγραφείς, απαιτείται πραγματικά πολλή σκληρή δουλειά και πολλές λανθασμένες εκκινήσεις προτού βρεθούν σε θέση να εξαγάγουν τα πολύτιμα κι ενδιαφέροντα στοιχεία που κρύβονται στις αυτοβιογραφίες τους. […]

Οι περισσότεροι συγγραφείς, είτε επειδή είναι διστακτικοί είτε επειδή είναι υπερόπτες είτε επειδή φοβούνται να εκτεθούν, λογοκρίνουν τους εαυτούς τους ασυνείδητα και πετούν στα σκουπίδια το σιτάρι, παρερμηνεύοντάς το ως μη λογοτεχνικό άχυρο. Υπό αυτή την έννοια, η υπενθύμιση να γράφεις για αυτά που ξέρεις –για αυτά που πραγματικά ξέρεις, και όχι για την κομψή εκδοχή τους– είναι μια σημαντική συμβουλή, όχι μόνο για τις εντεκάχρονες μαθήτριες, αλλά και για τους συγγραφείς οποιασδήποτε ηλικίας.

- από τη στήλη Bookends στους New York Times

Μοσίν Χαμίντ: «Γράφοντας μαθαίνεις, αλλάζεις»

Μπορεί το DNA της μυθοπλασίας να είναι, όπως το δικό μας DNA, μια διπλή έλικα, ένα δίκλωνο θηρίο. Το ένα κομμάτι γεννιέται από όσα έχουν βιώσει οι συγγραφείς. Το άλλο γεννιέται από αυτό που οι συγγραφείς επιθυμούν να βιώσουν, από την παρόρμησή τους να γράψουν για να μάθουν.

Τελικά, η γνώση δεν είναι ένα αμετάβλητο αγαθό. Οι γνώσεις αλλάζουν όταν καταγράφονται. Η αφήγηση αλλάζει τον αφηγητή. Και μια ιστορία αλλάζει όταν την αφηγούμαστε.

Ο ανθρώπινος εαυτός αποτελείται από ιστορίες. Αυτές οι ιστορίες έχουν τις ρίζες τους εν μέρει στην εμπειρία κι εν μέρει στη φαντασία. Η δύναμη της μυθοπλασίας έγκειται στην ιδιαιτερότητά της να εκφράζει αυτό το περίεργο χαρακτηριστικό της ύπαρξής μας, να μας επιτρέπει να παίζουμε με ένα αίνιγμα που σκαρφιζόμαστε εμείς οι ίδιοι, καθώς προχωράμε στη ζωή.

Τα σώματά μας είναι περίπλοκες βιολογικές μηχανές. Όσο υπάρχουν, δημιουργούν μια ιστορία για την ύπαρξή τους, προκειμένου να λειτουργήσουν. Αυτή την ιστορία την ονομάζουμε «εαυτό». Πιστεύουμε πως η ιστορία είναι πραγματική. Πιστεύουμε πως η ιστορία ελέγχει τη μηχανή. Ωστόσο, συχνά ανακαλύπτουμε πως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Κάνουμε πράγματα που δεν συμβαδίζουν με τις ιστορίες μας, φρικτά πράγματα. Κι αφού τα κάνουμε, λέμε: «Δεν ήμουν ο εαυτός μου».

Η συγγραφή μάς δίνει τη δυνατότητα να εκφράσουμε τις ιστορίες που μας αποτελούν στη μορφή της μυθοπλασίας. Γράψε λοιπόν για αυτά που ξέρεις. Αλλά να θυμάσαι πως κι αυτά που ξέρεις «γράφουν» εσένα.

– από τη στήλη Bookends στους New York Times

Τόνι Μόρισον: «Μην γράφετε μόνο για όσα ξέρετε»

Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά μου φαίνεται ότι πολλά κείμενα μυθοπλασίας, ιδιαίτερα αυτά των νέων ανθρώπων, είναι συχνά πολύ αυτοβιογραφικά. Η αγάπη, ο θάνατος, η αγάπη μου, ο θάνατός μου, το ένα, το άλλο... Δεν υπάρχουν πραγματικοί χαρακτήρες σε αυτά τα έργα.

Όταν δίδασκα δημιουργική γραφή στο Πρίνστον, όλοι οι μαθητές μου μια ζωή άκουγαν πως έπρεπε να γράφουν για όσα ξέρουν. Πάντα ξεκινούσα το μάθημα λέγοντας: «Μην δίνετε σημασία σε αυτό». Πρώτον, γιατί δεν ξέρετε τίποτα, και δεύτερον, γιατί δεν θέλω να ακούσω για τον έρωτά σας, για τη μαμά σας, για τον μπαμπά σας και για τους φίλους σας. Σκεφτείτε κάποιον που δεν γνωρίζετε. Τι γίνεται με μια Μεξικανή σερβιτόρα στο Ρίο Γκράντε που μόλις και μετά βίας μιλάει αγγλικά; Ή τι γίνεται με μια grande dame στο Παρίσι; Μιλήστε για πράγματα που είναι εκτός της καθημερινότητάς σας, φανταστείτε τα. Μην καταγράφετε απλώς ένα γεγονός που έχετε ήδη ζήσει. Με εντυπωσίαζε το πόσο αποτελεσματική ήταν αυτή η συμβουλή. Οι μαθητές μου σκέφτονταν πολύ δημιουργικά όταν τους ζητούσα να γράψουν για κάτι που δεν γνώριζαν. Ήταν μια πολύ καλή άσκηση. Ακόμα κι αν εντέλει έγραφαν πάλι αυτοβιογραφικά, έβλεπαν τους εαυτούς τους σαν εξωτερικοί παρατηρητές.

— από συνέντευξή της, το 2014, στο περιοδικό «NEA Arts»

Νταν Μπράουν: «Να γράφετε για αυτά που θέλετε να μάθετε»

Πολλοί λένε: «Γράψε για αυτά που ξέρεις». Νιώθω πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να αφοσιωθείς πνευματικά σε ένα θέμα για ένα ή για δύο ολόκληρα χρόνια. Πρέπει να γράφετε για αυτά που επιθυμείτε πραγματικά να ανακαλύψετε. Η διαδικασία της συγγραφής πρέπει να είναι και μια διαδικασία μάθησης. Γράφοντας το Inferno, έμαθα τόσα πολλά πράγματα που δεν ήξερα, για τη γενετική μηχανική, για τον Δάντη. Και η μάθηση, μέσα από τη διαδικασία της συγγραφής του μυθιστορήματος, μέσα από την έρευνα και από τις συμβουλές των ειδικών, ήταν πραγματικά αυτό που μου έδινε κίνητρο να συνεχίσω να γράφω. Έτσι, αν ένας νεαρός συγγραφέας μου έλεγε: «Δεν ξέρω για τι να γράψω», θα του απαντούσα: «Τι θα ‘θελες να μάθεις;» Ξεκίνα να μαθαίνεις – εφόσον θες εσύ να μάθεις για αυτό, πιθανότατα θα θέλει και κάποιος άλλος, και η εκμάθησή σου θα γίνει η εκμάθηση όλων των αναγνωστών σου, καθώς διαβάζουν το μυθιστόρημά σου.

– από όσα είπε στο CBS, το 2014

Μεγκ Γουόλιτζερ: «Να γράφετε για τις εμμονές σας»

Απλώς προσπαθώ να δουλέψω πάνω σε ιδέες που με ενδιαφέρουν, που με μπερδεύουν, που με απορροφούν. Κάποιοι λένε: «Γράψε για αυτά που ξέρεις», αλλά για μένα είναι περισσότερο: «Γράψε για τις εμμονές σου».

– από συνέντευξή της, το 2017, στο Nashville Review

Ρίτσαρντ Φορντ: «Το να γράφεις για αυτά που δεν ξέρεις είναι η δουλειά του συγγραφέα»

Καταρχάς, δεν νομίζω πως ένας συγγραφέας που γράφει για την απώλεια, χρειάζεται να την έχει βιώσει κι ο ίδιος. Μπορούμε να φανταστούμε την απώλεια. Αυτή είναι η δουλειά του συγγραφέα. Ταυτιζόμαστε, εκφραζόμαστε, δημιουργούμε πολλά περισσότερα από όσα μας προσφέρει μια μικρή εμπειρία. Ο Χέμινγουεϊ (γεμάτος αυτοπεποίθηση, ως συνήθως) είπε: «Γράψε μόνο για αυτά που ξέρεις». Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να γράφετε αποκλειστικά για όσα έχετε κάνει, για όσα έχετε βιώσατε οι ίδιοι. Ένας τέτοιος κανόνας περιορίζει άσκοπα τη φαντασία, περιορίζει την περιέργειά μας, την ικανότητά μας να συμπάσχουμε. Άλλωστε, ένα μυθιστόρημα ενδεχομένως να κάνει τον αναγνώστη να βιώσει διαφορετικά συναισθήματα, να συγκινηθεί, να κατανοήσει συμπεριφορές που δεν του είναι οικείες. Ο συγγραφέας πρέπει να μπορεί να το κάνει και αυτό.

– από συνέντευξή του στο Granta

Γουίλιαμ Τ. Βόλμαν: «Να μαθαίνετε συνεχώς»

Υποθέτω πως πρέπει να ξεκινήσετε όπως σας είπε ο Χέμινγουεϊ, γράφοντας για αυτά που γνωρίζετε, που συνήθως είναι ο εαυτός σας… Και ταυτόχρονα να προσπαθήσετε να αποκτήσετε όσο το δυνατόν περισσότερες εμπειρίες και να διαβάζετε όσο το δυνατόν περισσότερα βιβλία, ώστε να είστε σε θέση να δημιουργήσετε διαφορετικές φωνές και να μάθετε περισσότερα.

–από συνέντευξή του στο BookSlut

Λι Τσάιλντ: «Να γράφετε για τα συναισθήματά σας»

Νομίζω πως το [«γράψε για όσα ξέρεις»] είναι μια πολύ κακή συμβουλή. Πολύ λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν αρκετά ώστε να φτιάξουν μια συναρπαστική ιστορία, και πολύ λίγοι άνθρωποι μπορούν να αποφύγουν την κακή και φλύαρη πρόζα όταν πρωτοξεκινούν να γράφουν. Από την άλλη, το «Γράψε για αυτά που νιώθεις» είναι μια πολύ καλή συμβουλή – για παράδειγμα, γράψτε αν φοβηθήκατε, αν ανησυχήσατε, αν θυμώσατε, αν εκστασιαστήκατε, χρησιμοποιείστε τα συναισθήματα σας ώστε να εξυπηρετήσετε τις ανάγκες της πλοκής σας.

– από συνέντευξή του στο UKAuthors

Φίλιπ Πούλμαν: «Γράψε για ό,τι θέλεις»

Μερικοί άνθρωποι θα πουν: «Να γράφετε πάντα για αυτά που γνωρίζετε». Δεν νομίζω πως είναι καλή συμβουλή. Εξίσου λάθος είναι να γράφεις για αυτά που πιστεύεις πως θα αρέσουν στους άλλους ανθρώπους. Νομίζω πως είναι απλώς ανόητο. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε καθόλου τους άλλους όταν γράφουμε. Δεν τους αφορά αυτό που γράφουμε. Το 1996, κανείς δεν έλεγε: «Μακάρι κάποιος να έγραφε το πρώτο Χάρι Πότερ! Δεν έχει γράψει κανείς ακόμα για τον Χάρι Πότερ. Μακάρι να βιαστούν». Η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ πέτυχε καθώς δεν έδινε δεκάρα για αυτά που πίστευε ο κόσμος. Δεν ήξεραν πως ήθελαν τον Χάρι Πότερ μέχρι που έγραψε για αυτόν. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος.

– από συνέντευξή του, το 2011, στον Guardian

Σου Μονκ-Κιντ: «Μάθε να σκέφτεσαι διαφορετικά»

Υπάρχει ένας αφορισμός που λέει πως πρέπει να γράφεις για ό,τι ξέρεις, και αν είχα ακολουθήσει αυτή τη μάλλον κακή συμβουλή, δεν θα επιχειρούσα ποτέ να γράψω με τη φωνή ενός σκλάβου.

– από την ιστοσελίδα Kidd

Γκορ Βιντάλ: «Αν γράφεις για αυτά που ξέρεις, δεν γράφεις λογοτεχνία»

Η λογοτεχνία υποτίθεται πως έχει να κάνει με τις αξίες μας, και δεν υπάρχει τίποτα σημαντικότερο στη γη. Να έχεις αξίες. Τώρα, έχει πάντα να κάνει με κάποιον που προσπαθεί να αποκτήσει μια μόνιμη θέση στο πανεπιστήμιο του Ann Arbor, και η γυναίκα του τον εγκαταλείπει εξαιτίας μιας εσωτερικής νταντάς από την Αγγλία, και το παιδί είναι αυτιστικό, και έχουμε πολλές σκηνές στο νοσοκομείο που είναι αποκαρδιωτικές. Και αυτό συνεχίζεται, και συνεχίζεται, και συνεχίζεται. Κάποτε ήμουν μέλος της κριτικής επιτροπής των Εθνικών Βραβείων Βιβλίου. Δεν διάβασα μυθοπλασία - δεν διάβασα τίποτα καλό. Σίγουρα δεν διάβασα λογοτεχνία. Διάβαζα απλώς για το «γράψε για όσα ξέρεις». Και αυτά που ήξεραν οι συγγραφείς δεν ήταν αρκετά. Τουλάχιστον στα δικά μου γραπτά θα μάθετε ποιος ήταν ο αντιπρόεδρος του Μπιουκάναν.

– από συνέντευξή του, το 2012, στο LARB

Π. Ντ. Τζέιμς: «Γράψε οπωσδήποτε για αυτά που ξέρεις»

Πρέπει οπωσδήποτε να γράφεις για αυτά που ξέρεις. Υπάρχουν διάφορα μικροπράγματα που πρέπει να αποθηκεύσεις μέσα σου, και να τα χρησιμοποιήσεις, τίποτα δεν πάει χαμένο για έναν συγγραφέα. Πρέπει να μάθεις να αποστασιοποιείσαι. Όλη η εμπειρία, είτε είναι επώδυνη είτε είναι χαρούμενη, με κάποιο τρόπο αποθηκεύεται μέσα σου και αργά ή γρήγορα αξιοποιείται.

– από το «PD James's 10 tips for write novels» στο BBC News

Ρέιμοντ Κάρβερ: «Το να γράφεις όσα ξέρεις είναι καμιά φορά επικίνδυνο»

Πρέπει να ξέρετε καλά τι κάνετε όταν μετατρέπετε τις προσωπικές σας ιστορίες σε λογοτεχνικές ιστορίες. Πρέπει να είστε απίστευτα τολμηροί, πολύ επιδέξιοι και πάνω από όλα πρόθυμοι να πείτε τα πάντα για εσάς. Όταν είστε νέοι, σαν συμβουλεύουν συνεχώς να γράφετε για όσα ξέρετε, και εντέλει, αυτό που ξέρετε καλύτερα είναι τα δικά σας μυστικά. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γράψετε ολόκληρους τόμους με τον τίτλο «Η ιστορία της ζωής μου». Αυτό είναι κάτι το επίφοβο, και συχνά είναι κι ένας μεγάλος πειρασμός, καθώς πολλοί συγγραφείς δίνουν έναν υπερβολικά αυτοβιογραφικό χαρακτήρα στις ιστορίες τους. Λίγη αυτοβιογραφία και πολλή φαντασία, αυτή είναι η καλύτερη αναλογία.

– από συνέντευξή του, το 1983, στο The Paris Review

Κέν Κέσεϊ: «Όσα ξέρεις είναι βαρετά»

Ένα από τα πιο ανόητα πράγματα που σου έμαθαν ήταν να γράφεις για αυτά που ξέρεις. Αυτά που ξέρεις είναι συνήθως βαρετά. Θυμάσαι τότε που αποφάσισες να γίνεις συγγραφέας; Τότε που ήσουν οκτώ ή δέκα χρονών, και διάβαζες για ήρωες με λεπτά χείλη που πετούσαν πάνω από μυστηριώδεις ζούγκλες κι έμπλεκαν σε φανταστικές περιπέτειες; Για αυτά ήθελες να γράψεις, για αυτά που δεν ήξερες.

– από το «Remember This: Write What You Don't Know», που δημοσιεύτηκε το 1989 στους New York Times

Έρνεστ Χέμινγουεϊ: «Σκαρφίσου ιστορίες από αυτά που ξέρεις»

Τα πετάς όλα και σκαρφίζεσαι ιστορίες από αυτά που ξέρεις. Έπρεπε να το είχα πει νωρίτερα. Αυτό είναι το μόνο που χρειάζεσαι για να γράψεις.

– από το The art of the short story

Γουίλιαμ Χ. Γκας: «Μην γράφετε για αυτά που γνωρίζετε»

Καθώς έγραφα το In the Heart of the Heart of the Country, συνειδητοποίησα πως αφιέρωνα πάρα πολύ χρόνο προκειμένου να βεβαιωθώ πως η ιστορία δεν σχετιζόταν καθόλου με τη ζωή μου, και πιστεύω πως είναι πράγματι πολύ σημαντικό να το ξεκαθαρίσει κανείς αυτό. Πάρα πολλοί συγγραφείς γράφουν για τη ζωή τους. Είναι πιο εύκολο, πιο σαγηνευτικό, και μπορεί να αποδειχθεί καταστροφικό. «Σε εμένα συνέβη, επομένως πρέπει να είναι ενδιαφέρον». Ξέρετε, αυτό είναι ολίγον απαίσιο.

– από συνέντευξή του, το 2011, που δημοσιεύτηκε στο Tin House

Τζον Μπάνβιλ: «Να ρισκάρετε»

Ανέκαθεν πίστευα πως η συμβουλή «γράψε για όσα ξέρεις» είναι μια κακή συμβουλή. Ανέκαθεν πίστευα πως πρέπει να ρισκάρεις.

– από συνέντευξή του στο The Elegant Variation




03 February 2020

Οι Στοίβες, Διήγημα

της Κρυσταλλίας Παπαδημητρίου

Ήταν κάμποσες μέρες που οι στοίβες με τα βιβλία στο πάτωμα προκαλούσαν τις ανοχές της στην ακαταστασία. Δεν ήταν που δεν ήθελε να τα μαζέψει, ήταν που δεν χωρούσαν στη βιβλιοθήκη. Θυμήθηκε, πριν χρόνια, λίγο μετά το γάμο τους, το Θοδωρή να καμαρώνει τα καινούργια ράφια που απλώνονταν ως το ταβάνι: «Χριστινάκι, τώρα έχουμε χώρο για βιβλία μέχρι να γεράσουμε!» Αφέλεια ή ύβρις; Όποιο από τα δύο κι αν ήταν, τιμωρήθηκε έτσι κι αλλιώς πολύ σύντομα: η βιβλιοθήκη γέμισε μέσα σε λίγους μήνες, κάποια βιβλία μπήκαν μπρος κι άλλα πίσω στο ράφι,  και οι στοίβες εγκαταστάθηκαν στο σαλόνι τους. Μόλις κατάφερναν να τις μαζέψουν, ορθώνονταν ξανά.
Στάθηκε μπροστά στη βιβλιοθήκη και τη ζύγισε με τη ματιά, σαν να μετρούσε τον αντίπαλο. Έβαλε τα χέρια στη μέση και πήρε αποφασιστικά μια βαθιά αναπνοή. «Και τώρα οι δυο μας», μουρμούρισε. Θα κατέβαζε όλα τα βιβλία, να τα τακτοποιήσει ξανά. Ας γκρίνιαζε ο Θοδωρής πως του χάλασε τη σειρά, πως είχε μετατρέψει τη βιβλιοθήκη σε μαύρη τρύπα που κατάπινε βιβλία. Ξύδι. Δεν υπήρχε άλλη λύση.
Το βράδυ την βρήκε να ξεφυλλίζει και να σωριάζει βιβλία στο πάτωμα, στο μισοσκόταδο, ενώ ο μικρός κοιμόταν στον καναπέ. Άκουσε το κλειδί στην πόρτα κι έκλεισε τα μάτια σφιχτά μισοχαμογελώντας, περιμένοντας την καταιγίδα. «Τι έκανες;» γόγγυξε εκείνος βλέποντας γύρω του τα στοιβαγμένα βιβλία. Ανακάτεψε ανήσυχα ένα βουναλάκι τόμους και το πρόσωπό του πήρε μια τόσο απελπισμένη έκφραση που η Χριστίνα δαγκώθηκε για να μη βάλει τα γέλια. «Ιστορικά για τον Μεσαίωνα, αγγλικά μυθιστορήματα και η Ιστορία των Βιβλιοθηκών… Γιατί τα έβαλες μαζί; Πώς ταιριάζουν; Θα ψάχνω πάλι τα βιβλία μου και δεν θα τα βρίσκω!»
«Για κοίτα ξανά», απάντησε η Χριστίνα. «Όλα αυτά τα βιβλία είναι από τα απογεύματα στον Ελευθερουδάκη στη Δαβάκη. Ο Λουκάς μπουσουλούσε στη σκάλα, θυμάσαι; Αυτή η στοίβα είναι από το PaperTown στην Κηφισίας, όταν πρωτογνωριστήκαμε. Αυτά είναι από τον Πρωταγόρα, τα πήραμε πέρσι μαζί με τα πρώτα σχολικά του Λουκά.»
  «Εδώ είναι όλο βιβλία από την Πολιτεία, σωστά;»
Ο Θοδωρής κάθισε δίπλα της, νικημένος από την περιέργεια. Τελικά είχε ενδιαφέρον όλο αυτό το ανακάτεμα. Ήταν μια ευκαιρία να θυμηθούν βιβλία ξεχασμένα, αλλά και τόσες στιγμές, σαν μια αναπάντεχη ανασκόπηση μέσα από τους τόμους που τους είχαν ακολουθήσει από προηγούμενες ζωές για να καταλήξουν μονιασμένα στην κοινή τους βιβλιοθήκη, κι άλλους που τους είχαν διαλέξει μαζί, και τους είχαν τοποθετήσει στη μεγάλη βιβλιοθήκη σαν λιθαράκια που έχτιζαν κάτι πολύ δικό τους. 

Άρχισαν να ξεφυλλίζουν μαζί τα βιβλία, να σημειώνουν σε κάθε εσώφυλλο πού και πότε τα απέκτησαν. Ιστορικά και φωτογραφικά από τις Σαββατιάτικες βόλτες στο ΜΙΕΤ στην Αμερικής. Μυθιστορήματα και ειδικές παραγγελίες από το ΧΑΡΤΟΠΟΛΙΣ του Ψυχικού, όπου πήγαιναν στα κλεφτά κάτι πρωινά που κάνανε κοπάνα από τη δουλειά για να πιουν καφέ μαζί πριν ξεκινήσουν τη μέρα τους. Δοκίμια και ποίηση από τον ΙΑΝΟ. Ταξιδιωτικά της Road στη Σόλωνος, σημάδια προορισμών του παρελθόντος και του μέλλοντος. Βιβλία-ταινίες από τον ΔΑΝΑΟ, όπου φοιτήτρια, μετά το τέλος της ταινίας, ξεψάχνιζε τα ράφια με τα σινεφίλ βιβλία στην είσοδο του κινηματογράφου. Οι μικροί εκδότες της Διδότου, σ’έναν σωρό όλοι μαζί.
  Πέρασαν τα μεσάνυχτα, πήγαν τον μικρό στο κρεβάτι. Η Χριστίνα ετοίμασε δυο φέτες ψωμί με γραβιέρα κι έβαλε δυο ποτήρια κρασί. Χορτασμένοι συνέχισαν να φυλλομετρούν και να φτιάχνουν βουναλάκια. Κατά τις 3 το πρωί όλα τα βιβλία ήταν σημειωμένα με μολύβι, μαζεμένα σε στοίβες, καθεμιά κι από ένα βιβλιοπωλείο. Κάποιες θα μεγάλωναν κι άλλο, άλλες όχι, αφού τα βιβλιοπωλεία είχαν κλείσει. Κοιτάχτηκαν και η ίδια τρελή ιδέα έλαμψε στα μάτια τους: Αν τα μάζευαν έτσι στα ράφια;
  Έβαλαν το τελευταίο βιβλίο στο ράφι καθώς ξημέρωνε. Κοίταξαν τη μεγάλη βιβλιοθήκη ικανοποιημένοι. Ήταν σαν χάρτης της ζωής τους στην Αθήνα: κάθε ράφι κι ένα βιβλιοπωλείο, βόλτες στη γειτονιά ή στο κέντρο, στιγμές που διάλεγαν βιβλία μαζί, σημαδεύοντας λιακάδες, καταιγίδες, σχέδια, αποφάσεις…
«Ξέρεις πόσο σ’αγαπώ;» τη φίλησε ο Θοδωρής στην κορυφή του κεφαλιού, κι η καρδιά της χοροπήδηξε.
«Υποσχέσου πως αν είναι να χωρίσουμε ποτέ, θα πάμε να το κάνουμε σ’ένα βιβλιοπωλείο» του απάντησε.
«Χαζή! Πάμε να ξαπλώσουμε. Τέτοιο βιβλιοπωλείο δεν υπάρχει».
Την τράβηξε αποκαμωμένος να προλάβουν λίγο ύπνο, καθώς μια ηλιαχτίδα τρύπωνε από το παντζούρι και φώτιζε τη βιβλιοθήκη τους.

03 June 2019

Πώς αντιμετωπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ τη συντριβή του στις εκλογές;

Ο Μάνος Βουλαρίνος εξηγεί.
Το πώς στέκεσαι απέναντι στην ήττα δεν δείχνει μόνο το ήθος σου. Δείχνει και την ευφυΐα. Δείχνει τη δυνατότητα αντίληψης για όλα αυτά που σε έκαναν να χάσεις αλλά και την ικανότητα προσαρμογής στις μέρες που έρχονται. Δείχνει πόσο μπορείς να συνειδητοποιήσεις τι έφταιξε, αλλά και αν μπορείς να καταλάβεις τι πρέπει να κάνεις έτσι ώστε η ήττα να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο οδυνηρή. Δυστυχώς, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ούτε για το ήθος τους φημίζονται, ούτε και ιδιαίτερα σημάδια ευφυίας έδειξαν όλα αυτά τα χρόνια. Καταλαβαίνετε λοιπόν πως ο συνδυασμός της ήττας με την απουσία ήθους και ευφυίας δεν μπορεί παρά να είναι ιδιαιτέρως κωμικός. Όπως ακριβώς και οι δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών που δείχνουν είτε ότι δεν έχουν πάρει χαμπάρι τίποτα είτε ότι ελπίζουν να είστε τόσο ηλίθιοι ώστε να μην έχετε πάρει χαμπάρι εσείς.  
To τελευταίο κρούσμα ήταν η ικανοποίηση της Κουμουνδούρου επειδή Δούρου και Ηλιόπουλος αύξησαν τα ποσοστά τους στο δεύτερο γύρο. Με δεδομένο ότι στον δεύτερο γύρο τα ποσοστά των υποψηφίων είναι δύσκολο να μην αυξηθούν (αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι έχουν μείνει μόνο δύο), η ικανοποίηση των κυβερνητικών θα μπορούσε, κατά την ταπεινή μου άποψη, να εκφραστεί με ακόμα πιο ευφάνταστο τρόπο: ένα πανηγύρι για τη δεύτερη θέση σε αντίθεση με την προτελευταία θέση που πήραν οι αντίπαλοι, δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα και καλό είναι να την κρατήσουν για το βράδυ των βουλευτικών εκλογών.   

Προφανώς, η ωραία ερμηνεία της «επιτυχίας» των συριζαίων υποψηφίων δεν ήταν η αρχή του μεγαλειώδους τρόπου με τον οποίο στην κυβέρνηση αντιμετωπίζουν τη συντριβή τους αλλά σίγουρα είναι μια ωραία συνέχεια σε όσα είχαν προηγηθεί:
Ο σύντροφος πρωθυπουργός Αλέκσης, μιλώντας στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε ως μια από τις αιτίες της συντριβής το ότι δεν τους ήταν δυνατό «να αλλάξουμε την Ελλάδα από τη μια μέρα στην άλλη». Με δεδομένο ότι η μια ήταν η 26η Ιανουαρίου του 2015 και η άλλη η 26η Μαΐου του 2019 και οι μέρες που μεσολάβησαν ήταν αρκετές εκατοντάδες, δυσκολεύομαι να καταλάβω τι είναι χειρότερο. Η δικαιολογία του ή η αίσθηση του χρόνου που (δεν) έχει;   
Ο σύντροφος Βίτσας, θέλοντας να περιγράψει τις εθνικές εκλογές που έρχονται, είπε πως θα είναι «η μάχη των λίγων, της ελίτ» εναντίον «της Δημοκρατίας, της πλειοψηφίας του 99%, των κανονικών ανθρώπων», αποκαλύπτοντας πως όποιον δεν ψηφίζει το κόμμα του, όχι απλώς δεν τον αναγνωρίζει ως δημοκράτη, αλλά ούτε καν ως κανονικό άνθρωπο.
Η κυρά Τασία η Χριστοδουλοπούλου, κάνοντας ρελάνς και θέλοντας να πάρει εκείνη την πρώτη θέση στον διαγωνισμό παπαρολογίας που διεξάγεται στην Κουμουνδούρου, είπε πως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών «ήττα δεν μπορούμε να το πούμε». Επειδή για την περιγραφή του αποτελέσματος των ευρωεκλογών η λέξη «ήττα» χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα (είναι πολύ λίγη για να περιγράψει αυτό που συνέβη) στην αρχή θεώρησα την φράση αυτή αφοπλιστικά ειλικρινή. Όντως, αλλιώς την έλεγαν οι περισσότεροι συμπολίτες και όχι «ήττα». Δυστυχώς, διευκρινίζοντας, είπε ότι αυτό που εννοεί είναι ότι το αποτέλεσμα των εκλογών «δεν ήταν ήττα του πολιτικού σχεδίου της κυβέρνησης, το οποίο δεν είχε τον επαρκή χρόνο να μπορέσει να γίνει αντιληπτό» ίσως επειδή οι ψηφοφόροι δεν έχουν την αντίστοιχη με τους σχεδιασμούς του Μαξίμου, ευφυΐα.
Η ανοησία των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται πρέπει, σύμφωνα με τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, να είναι η πιο σημαντική αιτία του αποτελέσματος που δεν μπορούν να το πουν ήττα, καθώς επανέρχεται συνεχώς στις δηλώσεις των στελεχών του κόμματος. Η συντρόφισσα Σβίγκου ισχυρίστηκε ότι «οι θετικές επιπτώσεις των θετικών μέτρων δεν έγιναν ακόμα αντιληπτές σε μια μεγάλη μάζα του πληθυσμού» υπονοώντας ότι οι λίγοι έξυπνοι τις κατάλαβαν, αλλά οι πολλοί είναι αρκετά χαζοί για κάτι τέτοιο και ο σύντροφος Φλαμπουράρης πήγε τον προβληματισμό για την ανοησία του ποιμνίου ένα βήμα πιο πέρα αναρωτώμενος «αν κατάλαβαν τι ψήφισαν» οι ψηφοφόροι που δεν τίμησαν το κόμμα του.
Ο σύντροφος Κυρίτσης δήλωσε «νομίζω ότι στο ύφος της εξουσίας δεν υπήρξε ποτέ στα 190 χρόνια ελεύθερου εθνικού βίου κυβέρνηση η οποία να ήταν πιο σεμνή, πιο ταπεινή, πιο μετρημένη, που να είχε σηκώσει περισσότερο τα μανίκια και να είχε κάνει περισσότερη δουλειά» και πρέπει να πω πως η δήλωση του με μπερδεύει αρκετά. Θέλω να πω πως είναι τόσο ακραία που δεν μπορώ να αποκλείσω ο σύντροφος, βλέποντας πως η πολιτική δεν έχει πια μέλλον γι αυτόν, να ξεκινάει μια καριέρα στην κωμωδία. Κατά συνέπεια διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το αν ορθώς τη βάζω σ’ αυτήν την ανθολογία.
Ο σύντροφος Βερναρδάκης αποφάσισε να κάνει ένα μάθημα αισιοδοξίας βλέποντας το ποτήρι μισογεμάτο εκεί που το ποτήρι έχει πέσει κι έχει σπάσει σε χίλια κομμάτια. Πιο συγκεκριμένα, μιλώντας για το κατόρθωμα της διαφοράς του 9.5% είπε «Αν η διαφορά ήταν 15 και 17 μονάδες καταφέραμε να το μειώσουμε στο μισό, έτσι δεν είναι;». Πέρα από το μικρό λαθάκι στη διαίρεση (μικρό πρόβλημα καθώς είναι αριστερός και ως εκ τούτου οι μαθηματικές πράξεις, έτσι κι αλλιώς, δεν είναι το φόρτε του) ο σύντροφος Βερναρδάκης, πιθανόν από υπερβολική σεμνότητα, παρέλειψε να αναφερθεί και σε άλλες περιπτώσεις: αν, ας πούμε, η διαφορά ήταν 30 ή 35 μονάδες, η διαφορά των 9,5 μπορεί να θεωρηθεί και νίκη, ενώ αν ήταν 80 τότε δεν μπορούμε παρά να μιλάμε για θρίαμβο.
 Η συντρόφισσα Νοτοπούλου έδωσε ένα πραγματικό ρεσιτάλ και αν η πλήρης απουσία οποιασδήποτε επαφής με την πραγματικότητα ή η υποτίμηση της νοημοσύνης (χωρίς το ένα να αποκλείει το άλλο) θεωρούντο ικανότητες, τότε το επόμενο Ελλάδα Έχεις Ταλέντο θα είχε ήδη βρει τη μεγάλη του νικήτρια. Αφού αποκάλυψε πως «συνηθίζω να κάνω έντονη αυτοκριτική» συνέχισε λέγοντας ότι «δεν μπορώ να εντοπίσω λάθη από την παράταξή μας. Οι υπόλοιπες παρατάξεις πράγματι έκαναν λάθη». Προφανώς αυτή η απουσία λαθών είναι που την οδήγησε να ανεβάσει μια φωτογραφία γεμάτη χαμόγελα και πανηγύρια και να γράψει «Στον Δήμο Θεσσαλονίκης η παράταξη Θεσσαλονίκη Μαζί, που με τιμή εκπροσωπώ, η μόνη προοδευτική επιλογή, κατακτά μια από τις πρώτες θέσεις». Όλα αυτά είναι υπέροχα και ίσως να έβγαζαν και περισσότερο νόημα αν η παράταξη, που με τιμή εκπροσωπεί, δεν είχε έρθει τέταρτη.  
Ή αν η κυβέρνηση είχε προλάβει να κυβερνήσει λίγο περισσότερο από τους 9 μήνες, καθώς, σύμφωνα με τη συντρόφισσα Θεανώ Φωτίου, «εμείς στην πραγματικότητα κυβερνάμε 9 μήνες». Η συντρόφισσα δεν πρόσθεσε ότι πριν από αυτούς τους 9 μήνες κυβερνούσαν κάποιοι άλλοι που είναι από χωριό και δεν τους ξέρουμε, ούτε ότι κάτι κακά ρακούν τους είχαν αλυσοδεμένους σε ένα υπόγειο και δεν τους άφηναν να κυβερνήσουν, ούτε ότι αυτοί που κυβερνούσαν πιο πριν ήταν οι κακοί δίδυμοι αδερφοί τους, αλλά νομίζω πως τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται. Και μπράβο τους.   



23 October 2014

Η ποδοσφαιρική διοργάνωση «Κύπελλο της ανατολικής Μεσογείου»

 και τα επεισόδια στο Παναθηναϊκό στάδιο

Φιλίστωρ, Ελεύθερη Ζώνη, 23/10/2014

Τον Μάιο του 1949 φιλοξενήθηκε στην Αθήνα η διοργάνωση του «Κυπέλλου ανατολικής Μεσογείου» η αλλιώς «κύπελλο φιλίας» με συμμετέχουσες τις εθνικές ομάδες της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Τουρκίας και της Αιγύπτου. Τα αθλητικά γεγονότα εκείνη την μεταπολεμική εποχή είχαν ένα χαρακτήρα εορτασμού για τον λαό που έβγαινε από μια τραυματική περίοδο και τέτοιου είδους γεγονότα αποτελούσαν μιας πρώτης τάξεως φτηνή μαζική διασκέδαση που συγκέντρωνε το ενδιαφέρον του κόσμου. 

Οι θεατές ασχολούνταν περισσότερο με το άθλημα αυτό καθαυτό και λιγότερο ασχολούνταν με την υποστήριξη μιας ομάδας όπως γίνεται σήμερα, για τον λόγω αυτό άλλωστε δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των φιλάθλων αναλόγως της ομάδας που υποστηρίζουν. Οι συγκεκριμένοι αγώνες παρουσίαζαν το πρόσθετο ενδιαφέρον ότι θα παρουσιαζόταν μπροστά στο φίλαθλο Ελληνικό κοινό η Εθνική ομάδα της Ιταλίας μόλις 9 χρόνια μετά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και την Ιταλική εισβολή.

Η πρώτη Εθνική Ελλάδας μεταπολεμικά
Το Ελληνικό κοινό υποδέχτηκε τους Ιταλούς με εκδηλώσεις αγάπης και σεβασμού, όπως ακριβώς και τις αποστολές των υπολοίπων ομάδων. Αντικειμενικά η Ιταλία ήταν το «φαβορί» των αγώνων, τόσο λόγω υψηλής τεχνικής όσο και φυσικής κατάστασης και οργάνωσης. Στους πρώτους αγώνες κέρδισαν η Ιταλία την Ελλάδα και η Τουρκία την Αίγυπτο, ενώ η υποδοχή που έγινε στους Τούρκους ποδοσφαιριστές από το Ελληνικό κοινό ήταν ζεστή, καθώς χειροκροτήθηκαν οι παίκτες τους, φοιτητές κρατούσαν Ελληνικές και Τουρκικές σημαίες σε ένδειξη φιλίας, ενώ ακολούθησε και δεξίωση προς τιμήν της Τουρκικής αποστολής με συμμετοχή Ελλήνων ιθυνόντων.  

Το σκηνικό άλλαξε άρδην όμως, όταν στις 20 Μαΐου 1949 έγινε ο κορυφαίος αγώνας Τουρκίας-Ιταλίας στο Παναθηναϊκό στάδιο που θα έκρινε και την ομάδα που θα κατακτούσε το τρόπαιο. Ο αγώνας ήταν ιδιαίτερα αμφίρροπος καθώς οι Τούρκοι αν και κατώτεροι σε τεχνική, έπαιξαν με σκληρότητα έναντι των αντιπάλων τους και διεκδίκησαν μέχρι τέλους την νίκη.

Τελικά η Ιταλία επικράτησε με 3-2, αλλά ο αγώνας ήταν ιδιαίτερα επεισοδιακός καθώς οι Ιταλοί διαμαρτύρονταν συνεχώς για τα σκληρά μαρκαρίσματα των αντιπάλων τους και αρκετά συχνά συμπλέκονταν με αυτούς. Όταν οι Ιταλοί πέτυχαν το τρίτο γκολ και αγκάλιασαν την νίκη, οι Τούρκοι παίχτες αποφάσισαν να αποχωρήσουν από το γήπεδο ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την αδικία του Έλληνα διαιτητή εις βάρος τους. 

Είναι σίγουρο ότι η Ελληνική διαιτησία ήταν κακή, αλλά μάλλον όχι μονόπλευρη, καθώς σε κάποιες φάσεις αδικήθηκαν και οι Ιταλοί οι οποίοι δεν προστατεύθηκαν από το σκληρό παιχνίδι των Τούρκων. Οι Έλληνες φίλαθλοι που είχαν κατακλείσει τις κερκίδες του γηπέδου δεν εκτίμησαν ιδιαίτερα την αθλητική συμπεριφορά των Τούρκων αθλητών, τους οποίους αποδοκίμασαν έντονα και κατά τη διάρκεια, αλλά και στο τέλος του αγώνα. Δεν φαίνεται να σημειώθηκαν άλλα επεισόδια εις βάρος των Τούρκων, ούτε κάποιος να χειροδίκησε εναντίον τους, αλλά η εν γένει συμπεριφορά του κόσμου είχε αλλάξει σημαντικά από την φιλική ατμόσφαιρα της πρεμιέρας.

Οι αντιδράσεις στην Τουρκία

Τα γεγονότα των Αθηνών αναμφίβολα είχαν την σημασία τους, αλλά μεγενθύνθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους Τούρκους. Τόσο ο Τουρκικός τύπος, όσο και άλλοι Τούρκοι ιθύνοντες, έδωσαν μια άλλη διάσταση στο γεγονός δημιουργώντας μια πολεμική ατμόσφαιρα στην Τουρκία εναντίον της Ελλάδας και ειδικά στην Κωνσταντινούπολη. Ο πρόεδρος της Τουρκικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας μίλησε για επεισόδια εις βάρος των Τούρκων αθλητών που καθοδηγήθηκαν από τις Ελληνικές Αρχές, Τουρκικές εφημερίδες έγραφαν ότι η Ελληνοτουρκική φιλία έπαψε πλέον να υφίσταται μετά τα έκτροπα των Αθηνών, η εφημερίδα Τζουμχουριέτ έγραψε ότι κακώς δεν μετετράπη το γήπεδο σε πεδίο μάχης καθώς έτσι οι Έλληνες θα ετρέποντο σε φυγή υπονοώντας την διάσπαση του μετώπου το 1922, η Χουριέτ έφτασε μέχρι και να ζητήσει αλλαγή των ελληνοτουρκικών συνόρων από την στιγμή που δεν ισχύει πλέον η Ελληνοτουρκική φιλία, ενώ άλλα έντυπα πρότειναν να σταματήσουν οι εξαγωγές τροφίμων προς την Ελλάδα για να πεινάσουν οι Έλληνες.

Στις 24 Μαΐου ο φοιτητικός σύλλογος της Κωνσταντινούπολης διεξήγαγε συλλαλητήριο για το ζήτημα στο οποίο συμμετείχαν οι περισσότεροι αθλητές που είχαν εν τω μεταξύ γυρίσει από την Αθήνα, οι οποίοι διαβεβαίωσαν το πλήθος για την αντιτουρκική ατμόσφαιρα που αντιμετώπισαν στην Αθήνα. Υπήρχαν φοιτητές με πλακάτ που έγραφαν ότι οι «Έλληνες είναι φίδια», Τούρκοι παλαιστές πήραν τον λόγο διαβεβαιώνοντας ότι στους επερχόμενους διεθνείς αγώνες που θα  γίνονταν στην Κωνσταντινούπολη θα «περιποιούνταν καταλλήλως» τους Έλληνες αντιπάλους τους, αντιπροσωπείες κατέθεσαν στεφάνια στο ηρώο των πεσόντων των Ελληνοτουρκικών πολέμων, ενώ το πλήθος φωνασκούσε ότι δεν θα ανεχόταν ποτέ η Κύπρος να γίνει Ελληνική. Τέλος, αντιπροσωπεία των φοιτητών ζήτησε ακρόαση από τον Πατριάρχη για να τον ρωτήσει ποια ήταν η γνώμη του για τα γεγονότα των Αθηνών, αλλά αυτός δεν τους εδέχθη προφασιζόμενος ότι προσευχόταν την στιγμή που το πλήθος κύκλωσε το Πατριαρχείο και δεν μπορούσε να διακόψει.

Οι διαμαρτυρίες των Τούρκων δεν έμειναν μόνο σε φιλολογικό επίπεδο, καθώς κατατέθηκε επερώτηση στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση για το ζήτημα και στην σχετική συζήτηση πολλοί Τούρκοι βουλευτές εξέφρασαν άκρως ανθελληνικές απόψεις, ιδιαίτερα υποτιμητικές για τους Έλληνες. Ο πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα συναντήθηκε με τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών Κωνσταντίνο Τσαλδάρη και του επέδωσε διαμαρτυρία για την κακομεταχείριση των Τούρκων ποδοσφαιριστών. Ο Τσαλδάρης ανταπέδωσε τα πυρά, αρνούμενος ότι υπήρξαν ακρότητες από την μεριά των Ελλήνων, ενώ διαμαρτυρήθηκε έντονα για τον ανθελληνισμό του Τουρκικού τύπου και των Τούρκων βουλευτών όπως αυτός είχε εκφραστεί εκείνες τις ημέρες που υπονόμευε τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Οι Ελληνικές αντιδράσεις

Αρχικώς οι Ελληνικές επίσημες αντιδράσεις ήταν ιδιαίτερα ανεκτικές και χλιαρές, πιθανότατα γιατί αστυφύλακες που είχαν επιστρατευθεί για την ασφάλεια του αγώνα πρέπει να εξύβρισαν τους Τούρκους ποδοσφαιριστές. Επίσης η περίοδος λίγες μόλις ημέρες μετά την λήξη του εμφυλίου, ήταν πολύ κρίσιμη για την δοκιμαζόμενη Ελλάδα που δεν είχε την πολυτέλεια να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο προς ανατολάς όταν είχε τόσα προβλήματα με τους Βόρειους γείτονες της. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σοφοκλής Βενιζέλος προσπάθησε με δηλώσεις του την επομένη των γεγονότων να υποβαθμίσει το γεγονός χαρακτηρίζοντας «ολέθρια» την πιθανότητα να υπονομευτεί η ελληνοτουρκική φιλία που είχε οικοδομήσει ο πατέρας του δύο δεκαετίες πριν. Επίσης η κυβέρνηση δεν έδωσε άδεια σε Ελληνικό φοιτητικό σύλλογο για διεξαγωγή συλλαλητηρίου στην Αθήνα ως απάντηση στο αντίστοιχο Τουρκικό.

Η υπερβολική αντίδραση των Τούρκων όμως, εξερέθισε την Ελληνική κοινή γνώμη και σύντομα έκαναν την εμφάνιση τους στον Ελληνικό Τύπο άρθρα κατά της Τουρκίας, στα οποία υπενθυμιζόταν ότι κατά την περίοδο του μεγάλου Ελληνικού λιμού της Κατοχής οι Τούρκοι έστελναν χαλασμένα τρόφιμα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις Ελλήνων που προσπαθούσαν να διαφύγουν στην Μέση Ανατολή, οι επίσημες αρχές της Τουρκίας ζητούσαν λύτρα ανεπίσημα από την εξόριστη Ελληνική κυβέρνηση και τους Άγγλους για να τους απελευθερώσουν. Λίγες μέρες μετά, στις 6 Ιουνίου έγινε σχετική συζήτηση στην Ελληνική βουλή όπου οι περισσότεροι ομιλητές επιτέθηκαν κατά των Τούρκων συναδέλφων τους και ιδιαίτερα του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Σαντάκ που υποστήριξε την επίθεση κατά της Ελλάδας. Μάλιστα ο υπουργός Δημοσίας τάξης Ναπολέων Ζέρβας έφτασε στο σημείο ακόμη και να απειλήσει την Τουρκία ότι θα μετανιώσει για την συμπεριφορά της έναντι της Ελλάδας.

Επίλογος - συμπέρασμα

Φαίνεται πάντως ότι τα γεγονότα μεγεθύνθηκαν εσκεμμένα από τους Τούρκους καθώς λίγες μέρες μετά οι ίδιες οι Τουρκικές εφημερίδες παραδέχονταν ότι κάποιοι ποδοσφαιριστές υπερέβαλαν για την έκταση των επεισοδίων, ενώ άλλοι δημοσιογράφοι έκαναν έκκληση να μην διαρραγεί το μέτωπο στην Ανατολική Μεσόγειο κατά του κομμουνισμού. Κάποιοι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία μίλησαν για προβοκάτσια των κομμουνιστών που είχαν παρεισφρύσει στο πλήθος, άποψη που υποστήριξαν δημόσια και Τούρκοι ποδοσφαιριστές στο συλλαλητήριο. Αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι με αφορμή ένα ασήμαντο αθλητικό γεγονός φανερώθηκε η απλή αλήθεια ότι η ελληνοτουρκική φιλία που είχε εγκαινιαστεί την τετραετία 1928-1932 από τον Βενιζέλο και τους Κεμάλ και Ινονού, είχε μεν επιτευχθεί σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, αλλά χωρίς αυτό να έχει επίδραση στους δύο λαούς των οποίων οι πραγματικές σχέσεις στο ενδιάμεσο διάστημα μέχρι το 1949, πρέπει να χαρακτηριστούν αν όχι εχθρικές τουλάχιστον εύθραυστες.

Επίσης σημαντικό είναι το γεγονός ότι έχουμε την δυναμική εμφάνιση στο προσκήνιο Τουρκικών εθνικιστικών οργανώσεων που θα πρωταγωνιστήσουν τις επόμενες δεκαετίες στον δημόσιο λόγο της Τουρκίας και θα πυροδοτήσουν επεισόδια εις βάρος όλων των εναπομεινάντων μειονοτήτων με κορυφαία τα "Σεπτεμβριανά" το 1956 στην Κωνσταντινούπολη, όταν εν μια νυκτί ένα μαινόμενο Τουρκικό πλήθος κατέστρεψε τις ιδιωτικές περιουσίες των Ελλήνων. Το σοβαρό αυτό γεγονός που κατέστρεψε οριστικά τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, δεν ήταν ούτε αυθόρμητο, ούτε ξαφνικό, αλλά είχε κυοφορηθεί στους κόλπους της Τουρκικής κοινωνίας επί μια δεκαετία τουλάχιστον.

20 February 2014

Σημάδια για την ώριμη ηλικία

news.yahoo.com, 19/2/2014

Τα 50 σημάδια της γήρανσης ανέδειξαν επιστήμονες μέσα από σχετική μελέτη. Αυτά μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν τον ύπνο στην πολυθρόνα, την επίλυση σταυρολέξων, τα μόνιμα περασμένα γύρω από το λαιμό γυαλιά, αλλά και η επιλογή ρούχων με βάση την άνεση και όχι την μόδα.
Οπως προκύπτει από την έρευνα στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι απο'2.000 ερωτηθέντες, σύμφωνα με το K-mag.gr, τα 50 σημάδια του γήρατος είναι τα εξής: 
1. Αίσθημα δυσκαμψίας
2. Αναστενάζετε όταν σκύβετε
3. Λέτε «δεν ήταν έτσι όταν ήμουν νέος»
4. Λέτε «στις ημέρες μου»
5. Χάνετε μαλλιά
6. Δεν ξέρετε κανένα τραγούδι από τα σημερινά 10 πιο δημοφιλή
7. Έχει αυξηθεί η τριχοφυΐα σε αυτιά, φρύδια, μύτη και γενικά στο πρόσωπο
8. Δεν αντέχετε τα θορυβώδη μπαρ
9. Μιλάτε πολύ για αρθρώσεις και ασθένειες
10. Ξεχνάτε ονόματα
11. Επιλέγετε ρούχα και παπούτσια με βάση την άνεση και όχι το στυλ
12. Σκέφτεστε πως οι αστυνομικοί, οι καθηγητές και οι γιατροί φαίνονται νέοι
13. Σας παίρνει ο ύπνος μπροστά στην τηλεόραση
14. Χρειάζεστε έναν υπνάκο το μεσημέρι
15. Ανακαλύπτετε πως δεν καταλαβαίνετε για ποια ζητήματα συζητούν οι νέοι
16. Αγκομαχάτε να χρησιμοποιήσετε την τεχνολογία
17. Χάνετε την επαφή με την καθημερινά χρησιμοποιούμενη τεχνολογία (κινητά, τηλεοράσεις κλπ)
18. Διαμαρτύρεστε για όλο και περισσότερα πράγματα
19. Έχετε σχεδόν μόνιμα κρεμασμένα τα γυαλιά σας γύρω από το λαιμό σας
20. Δεν θυμάστε το όνομα από κανένα σύγχρονο συγκρότημα
21. Αποφεύγετε να σηκώνετε βαριά αντικείμενα με τον φόβο ενός πόνου στη μέση
22. Διαμαρτύρεστε πως η τηλεόραση πλέον έχει πολλά προγράμματα που είναι σκουπίδια
23. «Χάνετε» τα γυαλιά σας, τα κλειδιά σας, την τσάντα σας κλπ
24. Δεν αλλάζετε εύκολα σταθμούς και κανάλια. Δείχνετε μια σταθερότητα θα έλεγε κανείς
25. Οδηγείτε πολύ αργά σε σχέση με το παρελθόν26. Προτιμάτε να περάσετε ένα βράδυ παίζοντας επιτραπέζιο από το να βγείτε έξω
27. Έχετε αναπτύξει ενδιαφέρον για τις αντίκες
28. Μιλάτε σε συναδέλφους που αποδεικνύονται τόσο νέοι που δε γνωρίζουν αξιοσημείωτα πράγματα της εποχής σας
29. Παίρνετε μαζί σας τις παντόφλες σας όταν πηγαίνετε σε φιλικά σπίτια
30. Ακούτε συνεχώς Beatles
31. Σας παίρνει ο ύπνος μετα από κατανάλωση ενός μόνο ποτηριού κρασί
32. Ποτέ δε βγαίνετε έξω χωρίς εξτρά ζακέτα
33. Σας χαρίζουν για Χριστουγεννιάτικο δώρο κάλτσες και αισθάνεστε χαρούμενοι
34. Δεν μπορείτε πλέον να χάσετε 1,5 κιλό μέσα σε 2 ημέρες
35. Ζητάτε απεγνωσμένα να πιείτε τσάι ή άλλο αφέψημα
36. Κουβαλάτε μαζί σας τον καφέ ή το τσάι σας όταν πάτε μια βόλτα
37. Συμμετείχατε σε παγκόσμιο πόλεμο
38. Έχετε αποκτήσει έντονο ενδιαφέρον για την κηπουρική
39. Ξοδεύετε όλο και περισσότερα χρήματα για αντι-γηραντικές κρέμες προσώπου
40. Προτιμάτε να ξοδέψετε τα χρήματά σας για το σπίτι, παρά για μια νυχτερινή έξοδο
41. Έχετε ιδιαίτερα έντονο ενδιαφέρον για τις διαθέσεις του καιρού, σε συνάρτηση με το ντύσιμο
42. Τοποθετείτε καθημερινά αντικείμενα σε λάθος σημεία
43. Σας έχει γίνει εμμονή να ταΐζετε πουλάκια ή να ασχολείστε με τον κήπο
44. Απολαμβάνετε πραγματικά τα παζλ και τα σταυρόλεξα
45. Οδηγείτε πάντα στη λωρίδα βραδείας κυκλοφορίας ή κάτω από 70 στη μεσαία
46. Διαλέγετε διακοπές όπου δεν θα υπάρχουν παιδιά
47. Τα αυτιά σας ολοένα και μεγαλώνουν
48. Είχατε ενεργό ρόλο στην κατοχή
49. Πίνετε ηδύποτα
50. Αισθάνεστε πως έχετε το δικαίωμα να λέτε στους άλλους ακριβώς αυτό που σκέφτεστε, ακόμα και όταν δεν είναι ευγενικό.

Αναλόγως με τα πλήθος των σημαδιών που καθένας αναγνωρίζει προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

  • 1-20
Είστε νέος στην καρδιά, αλλά στα κρυφά αγαπάτε να λύνετε σταυρόλεξα και να χρησιμοποιείτε αντι- γηραντικά προϊόντα για πρόληψη!

  • 20-35
Τα σημάδια έχουν αρχίσει να δείχνουν με σαφήνεια τι θέλουν να σας αποκαλύψουν, όμως μπορείτε ακόμα να αντισταθείτε. Προσπεράστε την επιθυμία σας γα λικεράκια!

  • 35-50
Μάλλον θα πρέπει να δεχτείτε ότι δεν μεγαλώνετε απλώς, αλλά ότι έχετε μάλλον γεράσει. Απολαύστε και αυτή την περίοδο της ζωής σας. Όλες οι ηλικίες έχουν τη δική τους ζεστασιά.

17 November 2013

Η πανηγυρική άφιξή μου στο Μόναχο, εν έτει 1961

Με το πέρασμα των ετών επανέρχονται στη μνήμη μου παλιές ιστορίες που συνέβησαν στα νεανικά μου χρόνια και οι οποίες αναδύονται από τη λήθη με διάφορες αφορμές, συζητήσεις, φωτογραφίες κ.λπ. Είναι αυτό που ακούμε συχνά ότι οι μεγάλοι διηγούνται διαρκώς ιστορίες από τη ζωή τους και οι νέοι βαριούνται να τις ακούν...
Η επόμενη ιστορία αφορά το έτος 1961, χρονιά που τελείωσα το Η' Γυμνάσιο Αθηνών (Λύκειο που λένε σήμερα). Δευτέρα ήταν η τελευταία εξέταση της χρονιάς και της φοίτησής μου σ’ αυτό το σχολείο και την Τετάρτη, μετά από δύο ημέρες, ανέβηκα στο τραίνο για τη Γερμανία.
Από μικρότερη ηλικία είχα στο μυαλό μου (μάλλον υποβολή από τον πατέρα μου) να σπουδάσω στη Γερμανία, γι’ αυτό μάθαινα από 13-14 ετών γερμανικά στο Goethe Institut της Αθήνας. Άλλοι μάθαιναν αγγλικά και γαλλικά, εγώ γερμανικά· ίσως να ήμουν και ο μόνος στην τάξη μου με γερμανικά! Όταν έφυγα για τη Γερμανία είχα τελειώσει την Oberstufe και νομίζω τότε δεν υπήρχε ανώτερη τάξη. Τα είχα μάθει όλα! Βέβαια, μάθαινα τα γερμανικά των Ελλήνων, με Έλληνες καθηγητές, εκτός από μια Γερμανίδα που ζούσε ήδη πολλά χρόνια στην Ελλάδα.
Το τραίνο από τον σταθμό της Αθήνας (Λαρίσης, όπως λέγεται, ως απώτατο σιδηροδρομικό όριο κάποτε) ξεκίναγε βράδυ και στην αποβάθρα ήταν μαζεμένος, όπως είναι αυτονόητο, αρκετός κόσμος, υποψήφιοι ταξιδιώτες, συγγενείς και φίλοι τους. Το ταξίδι κράταγε τρεις ημέρες με δύο διανυκτερεύσεις στο τραίνο κι εμένα μου φαινόταν σαν μια ευχάριστη εκδρομή. Το αεροπορικό εισιτήριο πρέπει να ήταν τότε πολύ ακριβό, ούτε μας πέρασε ποτέ από το μυαλό να πάω με αεροπλάνο στη Γερμανία.
Οι συνεπιβάτες που είχαν κλείσει θέσεις στο κουπέ -συνολικά ήμασταν 8 άτομα- είχαν όμως άλλη άποψη για την «εκδρομή» που ξεκινάγαμε. Τρεις ή τέσσερις εξ αυτών ήταν ήδη κάτοικοι και εργαζόμενοι στη Γερμανία και επέστρεφαν στις δουλειές τους, μετά από σύντομες διακοπές στην Ελλάδα. Ακόμα δύο ή τρεις πήγαιναν ως τουρίστες, αλλά με προοπτική να βρουν κάποια δουλειά, πράγμα που δεν ήταν εύκολο τότε, αν δεν είχες ήδη συμβόλαιο εργασίας. Εγώ πήγαινα για σπουδές –και καμιά δουλίτσα, αν προέκυπτε– και ένας ακόμα ήταν απόφοιτος της Μαθηματικής Σχολής του πανεπιστημίου που είχε επίσης τελειώσει τη στρατιωτική θητεία του, 25 ετών περίπου. Πήγαινε στη Γερμανία για δουλειά, ανώτερες σπουδές κ.λπ., ό,τι προκύψει όπως έλεγε.
Από τα οκτώ άτομα στο κουπέ κατάλαβα ότι ήμουν ο μόνος που ήξερε συστηματικά τη γερμανική γλώσσα, με γραμματική και συντακτικό. Οι άλλοι, είτε ήξεραν μεμονωμένες φράσεις που έδειχνε ότι είχαν μάθει τη γλώσσα ακούγοντάς την να ομιλείται, είτε δεν ήξεραν καθόλου, όπως ο Μαθηματικός που θα ξεκίναγε από το μηδέν.
Δεν θα περιγράψω εδώ το ταξίδι που ήταν πολύ κουραστικό, με καπνιστές στο κουπέ που δεν άνοιγαν το παράθυρο επειδή κρύωναν, με περιορισμένο ύπνο και ελάχιστα τρόφιμα και ποτά, γιατί έπρεπε να κατεβαίνουμε στους σταθμούς να ψωνίζουμε, με τουαλέτες σε άθλια κατάσταση ήδη πριν εγκαταλείψει το τραίνο την Ελλάδα, με πολλαπλούς συνεπιβάτες στη Γιουγκοσλαβία, όρθιους ή καθιστούς στο δάπεδο, όπου το τραίνο λειτουργούσε σαν τοπικό και έκανε στάσεις σχεδόν σε κάθε κωμόπολη, με την εντυπωσιακή αραίωση των επιβατών και την καθαριότητα που δημιούργησε ένα συνεργείο καθαριστριών από τη στιγμή που μπήκε το τραίνο στην Αυστρία και άλλα πολλά. Ενδεικτικά προσθέτω κάτι ενδιαφέρον που έμαθα αργότερα: στις πληροφορίες γι' αυτό το τραίνο από και προς την Ελλάδα οι Γερμανικοί Σιδηρόδρομοι ανέφεραν με διπλωματικό τρόπο ότι «Αυτός ο συρμός δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιείται από επιβάτες στις ενδογερμανικές συγκοινωνίες, επειδή δεν προσφέρονται οι συνήθεις εξυπηρετήσεις και εξοπλισμοί» — τουτέστιν πρόκειται για συρμό-χαβούζα...
Απ’ όσο θυμάμαι, βράδυ ξεκινήσαμε από την Αθήνα, το πρωί ήμασταν στη Θεσ/νίκη, το άλλο πρωί στο Βελιγράδι και το τρίτο πρωί στο Villach της Αυστρίας. Το βράδυ της τρίτης ημέρας έφτασε το τραίνο στον κεντρικό σταθμό του Μονάχου, γραμμή 11 (München Hauptbahnhof, Gleis 11), όπως μου θυμίζει μια φίλη από το Facebook.

Αποχαιρετισμοί κατά την αναχώρηση

Ο Μαθηματικός που ήταν μαζί στο κουπέ είχε κολλήσει σαν στρείδι από δίπλα μου, ήθελε να τον βοηθήσω να προσανατολιστεί στο Μόναχο για να βρει μια Σχολή να μάθει γερμανικά κ.ο.κ. Εγώ ήμουν πρόθυμος να τον βοηθήσω και του υποσχέθηκα ότι θα τα κανονίσουμε όλα, αφού φτάσουμε. Αρχική φροντίδα ήταν βέβαια να διανυκτερεύσουμε την πρώτη μας βραδιά επί γερμανικού εδάφους και μετά θα βλέπαμε...
Ήδη από την Αυστρία άρχισα όμως να έχω κάποιες αμφιβολίες άλλου είδους... Οι Αυστριακοί ελεγκτές που μπήκαν για εισιτήρια, τελωνείο και διαβατήρια έλεγαν διάφορα, τα οποία εγώ δεν καταλάβαινα. Ρε μήπως δεν είμαστε ακόμα Αυστρία, σκεφτόμουν, μήπως μιλάνε άλλη γλώσσα, επειδή νομίζουν ότι είμαστε Γιουγκοσλάβοι; Δεν μπορούσα να το εξηγήσω... Τα ίδια δε και στη Γερμανία (Βαυαρία)! Με τίποτα δεν θα έλεγα ότι αυτοί μιλάνε τη γλώσσα που μάθαινα εγώ στο Goethe Institut της Αθήνας...
Κατεβαίνοντας εντέλει στο σταθμό του Μονάχου παραπατούσαμε από την τριήμερη παραμονή και ουσιαστικά ακινησία μας στο τραίνο, αλλά αυτό εμένα δεν με απασχολούσε. Θα έψαχνα καταρχήν να βρω κάποιο (φτηνό) ξενοδοχείο. Αφού  συνήθισαν τα μάτια και τα αυτιά μας στο νέο πολύβουο περιβάλλον του σταθμού, με τον κόσμο να πηγαινοέρχεται στις αποβάθρες, τα καροτσάκια να φορτώνουν και ξεφορτώνουν βαλίτσες και τα τραίνα να εισέρχονται και εξέρχονται στις συνολικά νομίζω κάπου 20 γραμμές (Gleise), πλησιάζω έναν κύριο που είχε στολή σιδηροδρομικού και πηλήκιο με επιγραφή Information. Θυμάμαι πολύ καλά ότι του έλειπε ένα χέρι μάλλον από τον ώμο· το μανίκι του σακακιού ήταν χωμένο στην τσέπη. Προφανώς θύμα του πολέμου. Ο β' παγκόσμιος πόλεμος είχε λήξει στην Ευρώπη πριν από 16 χρόνια και σίγουρα πολλοί ανάπηροι είχαν βρει απασχόληση σε δημόσιες υπηρεσίες.
Του λέω λοιπόν, με την καλύτερη προφορά και την καλύτερη σύνταξη που είχα μάθει στο σχολείο, ότι ζητάμε –δίπλα μου ο Μαθηματικός– ένα ξενοδοχείο για να κοιμηθούμε. Με κοιτάει αυτός εμβρόντητος και απαντάει κάτι που δεν το κατάλαβα. Αλλά φαίνεται ότι ούτε κι αυτός καταλάβαινε εμένα. Παρατάω τις φιοριτούρες και του λέω Hotel, βέβαια στην εκδοχή Χοτέλ που μόνο σε εξασκημένο Γερμανό θα θύμιζε τη λέξη για ξενοδοχείο. Στα γερμανικά το h προφέρεται μεν, αλλά κάπως αχνά, δεν είναι ανύπαρκτο φωνητικά όπως στα γαλλικά, αλλά και δεν είναι το σκληρό χ που ακούγεται στην ελληνική συλλαβή χο.
Κατάλαβε όμως ο υπάλληλος τί εννοώ (και τι άλλο θα μπορούσα να ζητάω εκείνη την ώρα;), οπότε αρχίζει να μιλάει, χωρίς εγώ να καταλαβαίνω ούτε λέξη. Κι από δίπλα ο Μαθηματικός να ρωτάει, τι σου λέει; Τι να του πω τώρα, αφού κι εγώ δεν καταλάβαινα; Λίγο μετά έμαθα ότι εκείνες τις μέρες υπήρχε μια μεγάλη εμπορική έκθεση στο Μόναχο και δεν υπήρχε ελεύθερο δωμάτιο στα ξενοδοχεία.
Επαναλαμβάνω εγώ «Hotel», αυτός τα ίδια, ίσως και άλλα, πάντως ακαταλαβίστικα! Πω πω σκέφτηκα, θα με τρελάνει αυτός. Πρέπει να κοίταξα μια δυο φορές προς το κτίριο του σταθμού να βεβαιωθώ ότι ήμασταν στο Μόναχο, μήπως ξεπέσαμε κάπου στις σλαβικές χώρες... Καμιά ελπίδα, με μεγάλα γράμματα αναφερόταν München Hauptbahnhof, Κεντρικός σταθμός Μονάχου... Ήμασταν 100% στη Γερμανία.
Εκείνη τη στιγμή θυμήθηκα μια διήγηση κάποιου δασκάλου γερμανικών ότι Αυστριακοί, Βαυαροί και Ελβετοί μιλάνε ακατανόητη διάλεκτο και πρέπει να είσαι εξασκημένος για να τους καταλάβεις. Δεν είχα δώσει όμως τότε σημασία· τί δουλειά έχω εγώ να συζητάω με τους χωριάτες; Μόνο με μορφωμένους θα συζητάω!
Θα μπορούσα βέβαια να το ξέρω αυτό κι απ’ την Ελλάδα, όπως έμαθα αργότερα, όταν έκανα παρέα με Κρητικούς ή Θεσσαλούς που μίλαγαν ελληνικές διαλέκτους. Αλλά δεν είχα ταξιδέψει ποτέ εκτός πρωτεύουσας και όποιος μίλαγε χωριάτικα στην Αθήνα τον λέγαμε απλά «βλάχο»! Αργότερα έμαθα ότι κι αυτό ήταν λάθος, όταν μου είπε κάποιος συμπατριώτης: «Εγώ δεν είμαι βλάχος, είμαι πρόσφυγας!» Παραξενεύτηκα αρχικά, αλλά έτσι άρχισα να μαθαίνω για τις φυλές των Ελλήνων, για τις διαλέκτους, τις διαφορετικές συνήθειες και παραδόσεις κατά περιοχή της χώρας κ.λπ., για τις οποίες δεν γινόταν ποτέ κουβέντα στο σχολείο, ώστε να μην γκρεμιστεί η ψευδαίσθηση της εθνικής, φυλετικής και γλωσσικής ενότητας και ομοιογένειας. Εκεί στη Γερμανία κατάλαβα επίσης, γιατί η μία γιαγιά μου που είχε γεννηθεί στον Πειραιά αλλά καταγόταν από τα Μέθανα, μίλαγε αρβανίτικα. Εγώ νόμιζα μέχρι τότε ότι τα είχε μάθει ως ξένη γλώσσα...
Το πρόβλημα δεν ήταν όμως τώρα γλωσσολογικό, αλλά έπρεπε να βρούμε ένα δωμάτιο για διανυκτέρευση και η λύση του προβλήματος γινόταν δυσχερής, γιατί ο αρμόδιος να μας δώσει πληροφορίες μίλαγε ακαταλαβίστικα. Μετά από πολλά πες πες εκατέρωθεν, χωρίς να υπάρχει κατανόηση, μας δείχνει ο υπάλληλος σε ένα σημείο στο κτίριο του σταθμού. Να σημειώσω ότι ο κεντρικός σταθμός του Μονάχου, όπως και των άλλων μεγάλων πόλεων, είναι τερματικός. Τα τραίνα εισέρχονται και εξέρχονται από την ίδια πλευρά των σιδηροδρομικών εγκαταστάσεων και στην αντίθετη πλευρά δεσπόζει, κάθετα στις γραμμές, ένα μεγάλο κτίριο με υπηρεσίες, καταστήματα κ.ά. Αντίθετα, στις μικρότερες πόλεις τα τραίνα διέρχονται από το σταθμό, όπως στο σταθμό Λαρίσης στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις.

Εκεί που μας έδειχνε ο υπάλληλος να πάμε υπήρχε μια ταμπέλα που ανέγραφε Banhofsmission και είχε ένα (μαλτέζικο) σταυρό. Δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό, τώρα θα το απέδιδα ως «Κοινωνική υπηρεσία του σταθμού» που λειτουργεί από τις εκκλησίες, καθολική και προτεσταντική. Ρωτάω με ευχαρίστηση τον υπάλληλο: «Εκεί ξενοδοχείο;» Ναι μου λέει βαριεστημένος, «Ja, dort Hotel!»...
Μπαίνω μέσα στο γραφείο με τον Μαθηματικό πίσω μου, οι βαλίτσες στα χέρια μας, και βλέπω δύο καθολικές μοναχές, όπως τις ήξερα από την Ελλάδα σε κάποια νοσοκομεία, να κάθονται πίσω από ένα γκισέ. Πρέπει να ήταν 30-35 ετών και μου έκανε εντύπωση ότι ήταν ιδιαίτερα ευδιάθετες και υπομονετικές, σε αντίθεση με τον κακόκεφο υπάλληλο πληροφοριών στην αποβάθρα.
Ανταλλάξαμε καλησπέρες, ως συνήθως, και μας ρωτάνε: «Παρακαλώ πολύ, τι επιθυμείτε;» Αυτό το «παρακαλώ πολύ» (bitte sehr) μου έκανε αμέσως εντύπωση, γιατί στα ελληνικά δεν το χρησιμοποιούμε συχνά στον καθημερινό λόγο, ενώ στα γερμανικά είναι συνηθέστατη εισαγωγή της κουβέντας, ακόμα και σε οικογενειακές συζητήσεις... Γυρνάω λοιπόν στον Μαθηματικό και του λέω, επιτέλους ρε συ, αυτές μιλάνε κατανοητά. Πράγματι μίλαγαν αυτό που λένε οι Γερμανοί hochdeutsch και το απεχθάνονται οι Βαυαροί, γιατί είναι «πρωσικά γερμανικά» (praisndaitsch!) Απαντάω  κι εγώ με όλη μου την γλωσσική εκπαίδευση τι ακριβώς θα θέλαμε, οπότε αφενός προς χαρά μου διαπίστωσα ότι γινόμουν κατανοητός και προς λύπη μου μαθαίνω (αυτό που έγραψα πριν) ότι λόγω της εμπορικής έκθεσης δεν υπάρχει τίποτα ελεύθερο για διανυκτέρευση.
Τι κάνεις εκεί; Και σήμερα ακόμα, όσα λεφτά κι αν διαθέτεις, άμα είναι όλα κλειστά δεν παίρνεις τίποτα. Δεδομένου δε ότι η κακομοίρικη εμφάνισή μας δεν έδινε την εντύπωση ότι θα μπορούσαμε να πληρώσουμε κάτι έκτακτο και ακριβό, καμιά αρχοντική σουίτα ας πούμε! Αρχίσανε λοιπόν οι δύο μοναχές (Nonnen) τα τηλεφωνήματα και τις συνεννοήσεις. Πρόσεχα τι λέγανε στο τηλέφωνο και μεταξύ τους οι δύο και χάρηκα που, μέσες άκρες τα καταλάβαινα· κόντεψα να πάθω εγκεφαλικό με τα βαυαρικά που είχα ακούσει μέχρι τώρα, οπότε θεωρούσα πλέον σημαντικό ότι καταλάβαινα τις συνεννοήσεις.
Με τα πολλά, αφού μας ρώτησαν οι μοναχές διάφορα, εν πολλοίς άνευ νοήματος για μας, δείξαμε διαβατήρια και επιπλέον εγώ κάποια έγγραφα ότι θα πήγαινα στην τάδε κωμόπολη της κεντρικής Γερμανίας να εργαστώ για πρακτική άσκηση εν όψει σπουδών στο Πολυτεχνείο και άλλα τέτοια, λέει η μία μοναχή, αφού έγραψε σε χαρτί διάφορες πληροφορίες: θα πάτε έξω από το σταθμό, θα πάρετε το τραμ τάδε νούμερο και θα προχωρήσετε Χ στάσεις... δεν θυμάμαι ή δεν κατάλαβα πόσες. Την ρωτάω «Εκεί είναι το ξενοδοχείο;» Μου απαντάει αρνητικά και εξηγεί ότι δεν υπάρχει ελεύθερο ξενοδοχείο, αλλά εκεί είναι κάτι άλλο που εγώ εκείνη τη στιγμή δεν καταλάβαινα τι είναι...

Μας έδωσαν επιπλέον δωρεάν δύο εισιτήρια για τη διαδρομή του τραμ και, αφού τις ευχαριστήσαμε πολλές φορές, βγήκαμε να βρούμε τη στάση του τραμ. Εκεί μπήκαμε σε ένα συρμό με δύο βαγόνια και άρχισε το ταξίδι. Να στρίβει το τραμ σε πλατείες με φωτεινές διαφημίσεις, να μπαίνει και να βγαίνει σε φωτισμένες λεωφόρους, να κάνει διαρκώς στάσεις σε φανάρια και σταθμούς, να ανεβοκατεβαίνουν επιβάτες... Κάποια στιγμή με πήρε ο ύπνος.
Με σκουντάει ο Μαθηματικός και μου λέει, «Ρε Στέλιο πού πάμε;» Κοιτάω έξω, σκοτάδι... Είχαμε βγει από την πόλη και το τραμ τσούλαγε σε ένα σκοτεινό τοπίο, χωρίς φώτα έξω... Κάθε τόσο γινόταν μια στάση με κάποιο αμυδρό φωτισμό, ανέβαιναν ή κατέβαιναν 1-2 άτομα και συνεχιζόταν το ταξίδι μας στο σκοτάδι. Οι επιβάτες ήταν πλέον πολύ λίγοι. Ρωτάω έναν συνεπιβάτη, πού είναι αυτή η στάση, του έδειξα το χαρτάκι. Μου λέει «Η τρίτη στάση από δω».
Σταματάει το τραμ, κατεβαίνουμε σε ανοιχτό χώρο και, όταν έφυγε πια ο συρμός και συνήθισαν τα μάτια μας στο σκοτάδι, διαπιστώσαμε ότι ήμασταν σε ένα δάσος... Παντού δέντρα, δεξιά και αριστερά οι γραμμές του τραμ σε ευθεία γραμμή που γυάλιζαν σε κάποια σημεία επειδή υπήρχαν φώτα σε κολώνες και τίποτα άλλο! Να ξεκινήσεις από το κέντρο του πολιτισμού (έτσι νομίζαμε) και να καταλήξεις σε ένα άγνωστο δάσος, δεν πρέπει να ήταν και η καλύτερη εξέλιξη!
Πάνω εκεί, καθώς στεκόμασταν απελπισμένοι και αναποφάσιστοι, μου λέει ο Μαθηματικός ότι στα 30-40 μέτρα υπάρχει ένα κτίριο με φως στην πόρτα του. Πράγματι, πηγαίνουμε εκεί και βλέπουμε ένα κτίριο σαν κάστρο, με μεγάλη πόρτα αμπαρωμένη και στην κορυφή ένα φτωχικό φως. Είχε όμως κουδούνι!
Μετά από μικρή αναμονή, ανοίγει στην πόρτα ένα παραθυράκι και κάποιος από μέσα ρωτάει κάτι. Γυναικεία ήταν η φωνή, αλλά εγώ ούτε έβλεπα, ούτε καταλάβαινα εκείνη τη στιγμή. Ανοίγει η πόρτα και εμφανίζεται μια χοντρή κυρία, με στολή νοσοκόμας και λέει πάλι κάτι βαυαρικό. Της λέω εγώ με τα καλύτερα γερμανικά μου ότι είμαστε από την Bahnhofsmission... Και τώρα που προσπαθώ να πω τη λέξη δυσκολεύομαι, γιατί πρέπει να διακόψεις ενδιάμεσα, Bahnhofs-mission. Αν προσπαθήσεις να την πεις μονορούφι, την πάτησες...
Μπήκαμε μέσα, με κινήσεις και σύντομες φράσεις μας έδειξε η νοσοκόμα να αφήσουμε τις βαλίτσες και να βγάλουμε τα σακάκια που φοράγαμε και μας μπάζει σε ένα δωματιάκι. Εκεί βρισκόταν ένας γιατρός με στρογγυλό καθρέφτη στο μέτωπο. «Θα μας κάνουν ιατρικές εξετάσεις;» ρωτάει ο Μαθηματικός. Του λέω, ας κάνουν ό,τι θέλουν, εγώ νυστάζω φοβερά.
Ο γιατρός έκανε κινήσεις να γδυθούμε. Κάνω να βγάλω το πουκάμισο αλλά αυτός έδειχνε το παντελόνι. Να το κατεβάσουμε... Κατεβάζω αργά το παντελόνι, δείχνει ο  γιατρός να κατεβάσω και το σώβρακο. Λέει ο Μαθηματικός εκείνη τη στιγμή, «Στέλιο, για να μας πηδήξουν ήρθαμε εδώ ή για να κοιμηθούμε;» Τέτοια ώρα τέτοια λόγια του λέω, κατεβάζουμε και το σώβρακο μέχρι τους μηρούς, οπότε πλησιάζει ο γιατρός με τον καθρέφτη μπροστά στα μάτια του τώρα και σκάλιζε τις τρίχες με ένα μακρύ ξυλάκι! «Μας ψάχνει για ψείρες», λέει ο Μαθηματικός... Ρε τι τραβάμε για να βγούμε στον πολιτισμό!
Η συνέχεια ήταν αποκαλυπτική: μας οδήγησαν σε ένα χώρο όπου αφήσαμε τη βαλίτσα και τα ρούχα μας και φορέσαμε σιδερωμένες πυτζάμες. Στη συνέχεια περάσαμε σε ένα χώρο με πολλά στενόμακρα τραπέζια, ίσως και 50, και φάγαμε από χάρτινο πιάτο ένα άσπρο λουκάνικο (Weisswurst), ένα ψωμάκι και κάτι σαν τυρί. Ήπιαμε και γάλα σε χάρτινο κύπελλο, αν θυμάμαι καλά. Δωρεάν όλα, κανείς δεν μας ζήτησε χρήματα! Στη συνέχεια μας οδήγησαν σε μια σκοτεινή αίθουσα, σαν αποθήκη μου φάνηκε, και πίσω από την πόρτα εισόδου ήταν ένα δίπατο κρεβάτι, στο οποίο κοιμηθήκαμε, πάνω ο Μαθηματικός γιατί το ήξερε από το στρατό.
Το επόμενο που θυμάμαι ήταν ότι μας ξύπνησε ένα καμπανάκι, λες και δεν είχαν περάσει ούτε 2 λεπτά. Όταν άνοιξα τα μάτια και σηκώθηκα, διαπίστωσα στο φως της ημέρας που έμπαινε από τα παράθυρα ότι είχαμε κοιμηθεί στην άκρη μιας πολύ μεγάλης αίθουσας με δίπατα κρεβάτια, όπως στο κέντρο εκπαίδευσης του στρατού, αλλά πολύ μεγαλύτερη και όλα τα δίπατα κρεβάτια πιασμένα. 
Εκεί υποψιάστηκα πια πού βρισκόμασταν και το επιβεβαίωσα μετά: Ήταν το κέντρο ή ένα από τα κέντρα φιλοξενίας αστέγων του Μονάχου (Obdachlosenheim)... Κοιμηθήκαμε ένα βράδυ με τους άστεγους και διαπιστώσαμε, σαν πρώτη εντύπωση από τη γερμανική ζωή, πόσο πολλοί ήταν... Ευτυχώς, εμείς βρεθήκαμε εκεί τυχαία και για μια νύχτα μόνο, οι περισσότεροι από τους άλλους φουκαράδες θα ξαναέρχονταν όμως. Και ήταν ακόμα Ιούνιος μήνας· το χειμώνα φαντάζεται καθένας τι θα γινόταν με την πολυκοσμία...