(του Ηλία Ευθυμιόπουλου, ΤΑ ΝΕΑ, 15/2/2008)
O τίτλος δανεισμένος από το διάσημο βιβλίο του Ρεζίς Ντεμπρέ γίνεται και πάλι επίκαιρος μετά την εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου και την αναπόφευκτη επανεκκίνηση του διαλόγου γύρω από τη σχέση Εκκλησίας- Κράτους.
Όπως λοιπόν λέει ο Ντεμπρέ, οι περισσότεροι από τους μελετητές κάνουν διάκριση ανάμεσα στους όρους λατρεία, πίστη και θρησκεία, με την τελευταία να είναι η πιο ασαφής από τις έννοιες και να συμπυκνώνει όχι μόνο τις πεποιθήσεις, αλλά και μια σειρά πρακτικές που εν τέλει συγκροτούν μια ηθική κοινότητα, αυτό που άλλως λέγεται Εκκλησία. Και όπως υπάρχουν πολλές εκκλησίες, έτσι υπάρχουν και πολλές ηθικές, που όχι απλώς υποδεικνύουν ή επιβάλλουν στάσεις ζωής, αλλά -κι αυτό είναι το χειρότερο- κατασκευάζουν δόγματα, φονταμενταλισμούς ακόμη και κρατικές δικτατορίες. Είναι πολύ νωπό το παράδειγμα του Αφγανού που καταδικάστηκε σε θάνατο γιατί κατέβασε αντιμουσουλμανικά κείμενα από το Ίντερνετ, ενώ κανείς δεν αμφιβάλλει πως πολλές από τις πρόσφατες «επαναστάσεις» μυρίζουν ράσο και πετρέλαιο.
Ένας από τους πολύ μεγάλους στοχαστές του 20ού αιώνα, ο Λεβί Στρος, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα αντιπαραβολή ανάμεσα στη μαγεία, η οποία βεβαίως επιβιώνει σήμερα κυρίως στις πρωτόγονες κοινωνίες, και στη θρησκεία. Η πρώτη, λέει ο Λεβί Στρος, τείνει να ενσωματώνει τον άνθρωπο στη φύση, μια φύση που τον απειλεί αλλά και τον προστατεύει, μια φύση ταυτόχρονα ξένη και οικεία, μια φύση με την οποία συνδιαλέγεται. Έτσι προκύπτουν σύμβολα, τελετουργίες και συμπεριφορές που εξορκίζοντας το αντιληπτό περιβάλλον, διαμορφώνουν στρατηγικές επιβίωσης. Βέβαια, τέτοια «ειδωλολατρικά» στοιχεία συναντάμε ακόμα και σήμερα στις μονοθεϊστικές θρησκείες: λιτανείες για την «ευφορία των καρπών της γης», τάματα τα οποία προεξοφλούν μια ανταμοιβή, φυλαχτά για την απόκρουση ασθενειών κ.τ.λ.
Στον αντίποδα, η θρησκεία θέλει να ανατρέψει τους συσχετισμούς, να εξανθρωπίσει την εξωανθρώπινη φύση, να επιβάλει τους δικούς της νόμους απέναντι σε μια τάξη που έρχεται απ΄ αλλού και προφανώς δεν βολεύει τα ιερατεία και τις συμπράξεις Κρατών- Εκκλησιών. Ο ένας και μοναδικός θεός, η ορθοδοξία, οι τρόποι αναπαραγωγής των δομών κτλ. δεν είναι τίποτα άλλο από την (πολύ πετυχημένη) προσπάθεια δημιουργίας νέων μορφών διακυβέρνησης, μετά την κατάρρευση παλαιών αυτοκρατοριών και την ανάδυση του χριστιανισμού- κύρια στον δυτικό κόσμο.
Από κει και πέρα ανοίγει ο δρόμος ώστε να μπορεί να γίνει θρησκεία ακόμη και ο Ολυμπιακός, η Φόρμουλα ένα ή ο Έλβις Πρίσλεϊ. Με την έννοια αυτή, η σύγχρονη Εκκλησία δεν θέλει τίποτα άλλο από οπαδούς ακόμη κι αν ακούνε χέβι μέταλ, φοράνε σκουλαρίκια, καβαλάνε μηχανές ή λατρεύουν ταυτόχρονα και τον θεό της μπάλας. Λίγο ενδιαφέρει. Αρκεί να γεμίζουν οι ναοί, και βέβαια τα ταμεία. Η εξουσία, ακόμη και στο εσωτερικό των εκκλησιών, είναι συνάρτηση της οικονομικής επιφάνειας.
Η περίφημη εκκλησιαστική περιουσία και οι οικονομικές συναλλαγές γύρω απ΄ αυτήν -που, όχι σπάνια, παίρνουν τη μορφή σκανδάλου- είναι η χειρότερη μορφή εκκοσμίκευσης του χριστιανικού παραδείγματος, πολύ χειρότερη απ΄ την εμφάνιση των ιεραρχών στα μίντια ή τη διατύπωση πολιτικών θέσεων απ΄ τη μεριά των προκαθημένων. Στο κάτω κάτω όλοι οι Έλληνες πολιτικολογούν και καθήκον της Αριστεράς είναι όχι τόσο να καταγγέλλει τους αφελείς ακροδεξιούς ή εθνικιστικούς παροξυσμούς επισκόπων τινών, όσο να προτείνει διεξόδους που να πείθουν το εκλογικό σώμα. Οφείλει να οικοδομήσει τις απαραίτητες συμμαχίες για την απεξάρτηση του Κράτους από την Εκκλησία, να βρει τις θεσμικές διαδικασίες και να διατυπώσει τα απαραίτητα νομικά κείμενα.
Η Γαλλία το έκανε ήδη εδώ και έναν αιώνα, με έναν νόμο στον οποίο η λέξη θρησκεία δεν υπάρχει ούτε μια φορά. Αντίθετα, αναγνωρίζεται το δικαίωμα της άσκησης της λατρείας από πρόσωπα τα οποία συνέχονται από κοινές πεποιθήσεις (croyances). Μια αντίστοιχη μεταρρύθμιση θα έπρεπε να ξεκινήσει και στα πανεπιστήμια. Η θεολογία να αντικατασταθεί από τις επιστήμες των θρησκειών.
Όπως λοιπόν λέει ο Ντεμπρέ, οι περισσότεροι από τους μελετητές κάνουν διάκριση ανάμεσα στους όρους λατρεία, πίστη και θρησκεία, με την τελευταία να είναι η πιο ασαφής από τις έννοιες και να συμπυκνώνει όχι μόνο τις πεποιθήσεις, αλλά και μια σειρά πρακτικές που εν τέλει συγκροτούν μια ηθική κοινότητα, αυτό που άλλως λέγεται Εκκλησία. Και όπως υπάρχουν πολλές εκκλησίες, έτσι υπάρχουν και πολλές ηθικές, που όχι απλώς υποδεικνύουν ή επιβάλλουν στάσεις ζωής, αλλά -κι αυτό είναι το χειρότερο- κατασκευάζουν δόγματα, φονταμενταλισμούς ακόμη και κρατικές δικτατορίες. Είναι πολύ νωπό το παράδειγμα του Αφγανού που καταδικάστηκε σε θάνατο γιατί κατέβασε αντιμουσουλμανικά κείμενα από το Ίντερνετ, ενώ κανείς δεν αμφιβάλλει πως πολλές από τις πρόσφατες «επαναστάσεις» μυρίζουν ράσο και πετρέλαιο.
Ένας από τους πολύ μεγάλους στοχαστές του 20ού αιώνα, ο Λεβί Στρος, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα αντιπαραβολή ανάμεσα στη μαγεία, η οποία βεβαίως επιβιώνει σήμερα κυρίως στις πρωτόγονες κοινωνίες, και στη θρησκεία. Η πρώτη, λέει ο Λεβί Στρος, τείνει να ενσωματώνει τον άνθρωπο στη φύση, μια φύση που τον απειλεί αλλά και τον προστατεύει, μια φύση ταυτόχρονα ξένη και οικεία, μια φύση με την οποία συνδιαλέγεται. Έτσι προκύπτουν σύμβολα, τελετουργίες και συμπεριφορές που εξορκίζοντας το αντιληπτό περιβάλλον, διαμορφώνουν στρατηγικές επιβίωσης. Βέβαια, τέτοια «ειδωλολατρικά» στοιχεία συναντάμε ακόμα και σήμερα στις μονοθεϊστικές θρησκείες: λιτανείες για την «ευφορία των καρπών της γης», τάματα τα οποία προεξοφλούν μια ανταμοιβή, φυλαχτά για την απόκρουση ασθενειών κ.τ.λ.
Στον αντίποδα, η θρησκεία θέλει να ανατρέψει τους συσχετισμούς, να εξανθρωπίσει την εξωανθρώπινη φύση, να επιβάλει τους δικούς της νόμους απέναντι σε μια τάξη που έρχεται απ΄ αλλού και προφανώς δεν βολεύει τα ιερατεία και τις συμπράξεις Κρατών- Εκκλησιών. Ο ένας και μοναδικός θεός, η ορθοδοξία, οι τρόποι αναπαραγωγής των δομών κτλ. δεν είναι τίποτα άλλο από την (πολύ πετυχημένη) προσπάθεια δημιουργίας νέων μορφών διακυβέρνησης, μετά την κατάρρευση παλαιών αυτοκρατοριών και την ανάδυση του χριστιανισμού- κύρια στον δυτικό κόσμο.
Από κει και πέρα ανοίγει ο δρόμος ώστε να μπορεί να γίνει θρησκεία ακόμη και ο Ολυμπιακός, η Φόρμουλα ένα ή ο Έλβις Πρίσλεϊ. Με την έννοια αυτή, η σύγχρονη Εκκλησία δεν θέλει τίποτα άλλο από οπαδούς ακόμη κι αν ακούνε χέβι μέταλ, φοράνε σκουλαρίκια, καβαλάνε μηχανές ή λατρεύουν ταυτόχρονα και τον θεό της μπάλας. Λίγο ενδιαφέρει. Αρκεί να γεμίζουν οι ναοί, και βέβαια τα ταμεία. Η εξουσία, ακόμη και στο εσωτερικό των εκκλησιών, είναι συνάρτηση της οικονομικής επιφάνειας.
Η περίφημη εκκλησιαστική περιουσία και οι οικονομικές συναλλαγές γύρω απ΄ αυτήν -που, όχι σπάνια, παίρνουν τη μορφή σκανδάλου- είναι η χειρότερη μορφή εκκοσμίκευσης του χριστιανικού παραδείγματος, πολύ χειρότερη απ΄ την εμφάνιση των ιεραρχών στα μίντια ή τη διατύπωση πολιτικών θέσεων απ΄ τη μεριά των προκαθημένων. Στο κάτω κάτω όλοι οι Έλληνες πολιτικολογούν και καθήκον της Αριστεράς είναι όχι τόσο να καταγγέλλει τους αφελείς ακροδεξιούς ή εθνικιστικούς παροξυσμούς επισκόπων τινών, όσο να προτείνει διεξόδους που να πείθουν το εκλογικό σώμα. Οφείλει να οικοδομήσει τις απαραίτητες συμμαχίες για την απεξάρτηση του Κράτους από την Εκκλησία, να βρει τις θεσμικές διαδικασίες και να διατυπώσει τα απαραίτητα νομικά κείμενα.
Η Γαλλία το έκανε ήδη εδώ και έναν αιώνα, με έναν νόμο στον οποίο η λέξη θρησκεία δεν υπάρχει ούτε μια φορά. Αντίθετα, αναγνωρίζεται το δικαίωμα της άσκησης της λατρείας από πρόσωπα τα οποία συνέχονται από κοινές πεποιθήσεις (croyances). Μια αντίστοιχη μεταρρύθμιση θα έπρεπε να ξεκινήσει και στα πανεπιστήμια. Η θεολογία να αντικατασταθεί από τις επιστήμες των θρησκειών.