Showing posts with label ιστορία. Show all posts
Showing posts with label ιστορία. Show all posts

08 October 2024

Ιστορίες από τον Εμφύλιο

Σάκης Μουμτζής: Το δίτομο βιβλίο «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» κυκλοφορεί από τις εκδ. Επίκεντρο

της Σώτης Τριανταφύλλου

Το δίτομο βιβλίο του Σάκη Μουμτζή «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» είναι αποτέλεσμα τόσο μακρόχρονης έρευνας που θα μπορούσε να εκτείνεται σε περισσότερους τόμους. Ο Σάκης Μουμτζής προσπαθεί, και εν πολλοίς το πετυχαίνει, να απαντήσει στη (σχεδόν) κυρίαρχη αριστερή αφήγηση, η οποία έχει συμβάλει στην τεράστια απήχηση της αριστεράς σε επίπεδο νοοτροπιών, στάσης ζωής και αποτίμησης της ιστορίας.

Ο Σάκης Μουμτζής εξιστορεί τα γεγονότα —εκείνα που οδήγησαν στον εμφύλιο, εκείνα που συνέθεσαν την τραγωδία του και εκείνα που έκριναν τα αποτελέσματά του— με αρκετή ακρίβεια· όση ακρίβεια μπορεί να προκύψει από μια γρήγορη, συμπυκνωμένη και αγωνιστική αφήγηση, χωρίς ακαδημαϊκούς ισχυρισμούς. Το ύφος είναι προσωπικό και προφορικό· καθώς ο συγγραφέας απευθύνεται σε ήδη γνωρίζοντες, μοιάζει να συμπληρώνει μια ημιτελή συζήτηση: γι’ αυτό, συσσωρεύει ονόματα, δεν περιλαμβάνει υποσημειώσεις και περιγράφει καταστάσεις που θεωρούνται λίγο-πολύ κοινό κτήμα. Φοβάμαι ότι κοινό κτήμα δεν είναι: εκτός του ότι οι νεότερες γενιές αδιαφορούν για το παρελθόν, ο εμφύλιος πόλεμος παραμένει το μεγάλο κομμουνιστικό μυστικό· το πεδίο όπου παίζει, ανενόχλητη, η κομμουνιστική προπαγάνδα, όχι μόνο στον τομέα της ιστοριογραφίας, αλλά και της τέχνης και της προφορικής παράδοσης. Παρά το περιβάλλον της αδιαφορίας, το βιβλίο φιλοδοξεί να αντιδράσει σ’ αυτή την πολυσχιδή προπαγάνδα την οποία έχουν ευνοήσει ακόμα και «κεντρώες», μετριοπαθείς, αφηγήσεις από φόβο μήπως θεωρηθούν μονομερείς. Ο Σάκης Μουμτζής δεν έχει τέτοια ανησυχία. Στην πραγματικότητα, εκτός από το ακροδεξιό περιθώριο, η λεγόμενη «αστική» παράταξη προσπάθησε εξαρχής να αφηγηθεί τον εμφύλιο πόλεμο με σχετική ειλικρίνεια: το βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ «Φωτιά και τσεκούρι», που κυκλοφόρησε το 1974, δείχνει αυτή την τάση σε μια προοπτική συμφιλίωσης και δημοκρατίας. Όμως, από την πλευρά της, η αριστερά ακολούθησε την προπαγανδιστική, μισαλλόδοξη και ψευδολογική τακτική των ολοκληρωτικών ιδεολογιών· και όπως αναφέρει, επανειλημμένως, ο Σάκης Μουμτζής, επέβαλε το αφήγημά της, ιδιαίτερα στις γενιές που δεν έζησαν τα γεγονότα.

Στο βιβλίο υπάρχουν, αναπόφευκτα, κάποιες υπεραπλουστεύσεις κυρίως σε ό,τι αφορά την ιστορία του διεθνούς σοσιαλισμού, καθώς και αρκετές επαναλήψεις που οφείλονται στο ότι είχε δημοσιευτεί σε συνέχειες στο Liberal. Επίσης, υπάρχουν ίχνη κατάχρησης της ύστερης γνώσης μολονότι ο Σάκης Μουμτζής επισημαίνει τη λανθασμένη προσέγγιση της ιστορίας, κατά την οποία, πολλά χρόνια µετά την τελική κατάληξη των γεγονότων, αποδίδουµε τα συμβάντα σε δόλιους ή περίτεχνους σχεδιασµούς των βασικών παικτών, που ίσως δεν υφίσταντο όταν αυτά διαδραµατίζονταν. Αλλά το βασικό μειονέκτημα αυτού του κατά τα άλλα συναρπαστικού βιβλίου είναι η ίδια η αγωνιστικότητά του, το γεγονός ότι προσπαθεί να αντισταθμίσει την περιρρέουσα προπαγάνδα: σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Σάκης Μουμτζής προσπαθεί να δικαιολογήσει ακόμα και όσα εκτυλίχθησαν στην Μακρόνησο· όμως, άλλο ο αποκλεισμός των αριστερών από τον εθνικό στρατό εν μέσω εμφυλίου πολέμου (λογικό), άλλο οι βίαιες μέθοδοι «αναμόρφωσης» (έγκλημα). Γι’ αυτό, αν και ο Σάκης Μουμτζής καταλήγει ότι η χούντα 1967-74 προσέδωσε στην αριστερά το ηθικό πλεονέκτημα, συντρέχουν σοβαροί λόγοι για να αποδώσουμε την εν λόγω αναβάπτιση στη Μακρόνησο και σε παρόμοιες «υπερβασίες» όπως έλεγε ο Νίκος Ζαχαριάδης αναφερόμενος στη δική του παράταξη. Μια ακόμα διαφωνία που μπορεί να διατυπωθεί είναι ο εξωραϊσμός των εθνικοφρόνων ως «αστική παράταξη»: αν και πράγματι από τη δεξιά και από τον ευρύτερο φιλελεύθερο, φιλοδυτικό, χώρο προέκυψαν πολλοί αστοί πολιτικοί, οι κομμουνιστές είχαν απέναντί τους ένα αντεστραμμένο είδωλο· λιγότερο μια φιλελεύθερη, φιλοδυτική αστική τάξη και περισσότερο έναν συρφετό από εθνικολαϊκιστές και βασιλόφρονες που ήταν ταυτοχρόνως οσφυοκάμπτες έναντι τόσο της Φρειδερίκης όσο και των «ξένων». Ο εθνικισμός της δεξιάς ήταν εξίσου υποκριτικός με τον δήθεν «πατριωτισμό» του ΚΚΕ, το οποίο, ως σοβιετόδουλο, και μέσω του υποτιθέμενου διεθνισμού του, λίγο έλειψε να παραχωρήσει σε γειτονικές χώρες ελληνικά εδάφη.


Αν και όλα τούτα αποτελούν αντικείμενο μακρών συζητήσεων, το βιβλίο του Σάκη Μουμτζή φαίνεται υπερβολικά επιεικές έναντι της μοναρχίας και νομίζω ότι δικαιολογεί υπερβολικά τον φανατισμό των βασιλοφρόνων. Αλλά, όπως είπα, αυτό είναι στοιχείο της αγωνιστικής απάντησης στην αριστερή παραμυθία: καθώς η ιστοριογραφία στην Ελλάδα είναι παιχνίδι της αριστεράς, την εργασία της απομυθοποίησης έχουν αναλάβει νομικοί (σαν τον Σάκη Μουμτζή), πολιτικοί επιστήμονες και δημοσιογράφοι, που, πιθανότατα, δεν χρησιμοποιούν τα εργαλεία της ιστορίας —η οποία, έτσι κι αλλιώς, δεν είναι ακριβής επιστήμη. Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της μαχητικότητας, υποβαθμίζεται η λάμψη του Στάλιν στην Ελλάδα, το όνειρο οικονομικής ανάπτυξης και δικαιοσύνης που ταυτιζόταν με την τότε Σοβιετική Ένωση —«ηρωική» εναντίον των Γερμανών και άγνωστη ως προς τα εγκλήματά της— καθώς και η ίδια η απουσία δημοκρατικής παιδείας των Ελλήνων ένθεν και ένθεν.

Η αποστολή του «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» είναι η αποκάλυψη γεγονότων τα οποία αποσιωπούν ή διαστρέφουν οι ιστορικοί της αριστεράς. Αναρωτιέμαι αν είναι πολύ αργά· η αριστερή αφήγηση έχει περάσει στα σχολικά εγχειρίδια, έχει χτίσει το Κατεστημένο. Παράδειγμα, η αφήγηση του Δεκεμβριανών του ’44 που είναι τόσο απλή και βολική ώστε φαίνεται αδύνατο να ανατραπεί. Αλλά, όπως γράφει ο Σάκης Μουμτζής, δεν φταίει η αριστερά· φταίει η άλλη πλευρά που κοιµάται τον ύπνο του δικαίου και δεν την αναδεικνύει την αλήθεια. Το αποτέλεσμα είναι, παρά τις λιγοστές ιστοριογραφικές προσπάθειες και παρά το συγκεκριμένο βιβλίο που εμπλουτίζει την ισχνή βιβλιογραφία της φιλελεύθερης πλευράς, πολλές σελίδες της ιστορίας να παραμένουν σε εκκρεμότητα. Για να παρακάμψουμε την εκκρεμότητα, τείνουμε να παραδεχόμαστε ότι έγιναν αγριότητες κι από τις δύο πλευρές κι ότι πρέπει, επιτέλους, να πάμε παρακάτω. Όμως, αν δεν ξεκαθαρίσουμε την ιστορία μας, αν δεν συμφωνήσουμε πάνω-κάτω σε κάποιο ενιαίο ιστορικό αφήγημα, δεν μπορούμε να πάμε παρακάτω· παγιδευόμαστε σε μια λούπα. Ακριβώς επειδή η αριστερά κυριάρχησε στο εποικοδόμημα —πώς να μην κυριαρχήσει αφού απέκτησε το ηθικό πλεονέκτημα κι αφού η δεξιά δεν την ανταγωνιζόταν με σκέψη, με τέχνη, με «λόγο»;— σήμερα, εν έτει 2024, το ΚΚΕ αποσπά το 10% των ψήφων και επηρεάζει με τη λογική του και με την κουλτούρα του, ή με την έλλειψη αμφοτέρων, τον μισό πληθυσμό. Όποιος έχει στα χέρια του την ιστορία, έχει στα χέρια του την κοινωνία. Έτσι, επιτρέπεται στο ΚΚΕ να μετρά αυτοαναφορικά τη δημοκρατία (κατά τη γνώμη του, όταν είναι παράνομο, ημιπαράνομο ή ανίσχυρο, η έτσι κι αλλιώς περιφρονητέα κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι «καχεκτική»), να τη δυσφημεί και να την υπονομεύει, ενώ ταυτοχρόνως απολαμβάνει τον ρόλο του ιστορικού θύματος. Η δεξιά δεν εργάστηκε αρκετά για να ανατρέψει αυτή τη μυθολογία· αντιθέτως, την αποδέχτηκε κάνοντας όλα τα χατίρια στο ΚΚΕ και στις παραφυάδες του. Αυτή είναι, μεταξύ άλλων, η επίπτωση της άγνοιας και της διαστροφής της ιστορίας, εναντίον της οποίας ο Σάκης Μουμτζής έχει ξεκινήσει τη σταυροφορία που έχει ξεκινήσει.

Τέλος, μια λεπτομέρεια σχετικά με το «σβαρνούτ» του Στάλιν που αναφέρει στο βιβλίο του: δεν πρόκειται για «σβαρνούτ» που σημαίνει «λοξός, τρελούτσικος» —αν και ίσως θα ταίριαζε στη περίπτωση— αλλά για «σβερνούτ» που σημαίνει «αναδίπλωση». Αυτός ήταν ο όρος που χρησιμοποίησε ο Στάλιν για να προτρέψει τους κομμουνιστές να αποσυρθούν από τον αδιέξοδο και πολυαίμακτο πόλεμο. Αλλά βεβαίως δεν τον άκουσαν.

12 January 2023

Ο θάνατος του τέως και... τα φαντάσματα του παρελθόντος!

 του Θάνου Οικονομόπουλου, iefimerida, 11/1/23

Καθόμουν έξω, στην κολωνακιώτικη «Βιβλιοθήκη», κι έπινα τον καφέ μου χαζεύοντας τους περαστικούς, όταν σταμάτησε ένα αυτοκίνητο στην είσοδο του μαγαζιού και κατέβηκαν τρεις μεγάλες, καλοβαλμένες κυρίες. Μπήκαν μέσα. Αναγνώρισα τη μία εξ αυτών, την τέως πριγκίπισσα Ειρήνη…

Σαν ανεμοστρόβιλος, με την ταχύτητα και το πολύχρωμο ανακάτεμα που μόνο το ανθρώπινο μυαλό μπορεί να πετύχει, πέρασαν εικόνες και μνήμες από το εφηβικό αλλά και πιο ώριμο παρελθόν μου... Την αποβολή που έφαγα στην 8η Γυμνασίου, για την άρνησή μου να παρακολουθήσω υποχρεωτικά (διαταγή υπουργείου!) μαζί με τους άλλους συμμαθητές μου τον γάμο του νεαρού τότε βασιλιά Κωνσταντίνου με την Άννα-Μαρία.

Την αποστροφή που είχα νιώσει (κολλητική, από τα αισθήματα της κεντρώας οικογένειάς μου…) για τη ρήξη του με τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, ακολουθώντας τις συμβουλές της μητέρας του, Φρειδερίκης, βασιλομήτορος τότε, και μια δράκας αυλικών και ανωτάτων αξιωματικών, «κολλημένων» στις αρχές και «αξίες» μιας σκληροπυρηνικής δεξιάς που εκμετρούσε το ζην…

Ο ανώριμος, νέος 24χρονος βασιλιάς δεν είχε πάρει μυρουδιά. Αντί να στηρίξει τον γηραιό κεντρώο πρωθυπουργό (και να γίνει διά μιας ηγέτης δεξιών και κεντρώων, της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού) επέλεξε «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος…» να μείνει ένας μονάρχης που δεν αλλάζει μυαλά.

Θυμήθηκα τα συλλαλητήρια (και το ξύλο που έπεφτε από την αστυνομία) με το σύνθημα «Κοκό, δεν σε θέλει ο λαός, παρ’ την μάνα σου κι εμπρός», τη φοβική, αμήχανη, παιδαριώδη στάση που τήρησε από το πρώτο κιόλας βράδυ που η ηγεσία της στρατιωτικής χούντας των συνταγματαρχών τον επισκέφθηκε στο Τατόι. Θα μπορούσε με μια αποφασιστική, αυστηρή, ακόμη και απειλητική στάση εναντίον των στασιαστών να είχε αποτρέψει το έγκλημα κατά της Δημοκρατίας και να εδραιωθεί ως ο μονάρχης που διέσωσε την Δημοκρατία. Και πάλι, δίστασε και χάθηκε το momentum. Τα όσα (πρόχειρα, ασχεδίαστα, με αφέλεια και πίστη σε λόγια μη αξιόπιστων) επιχείρησε με το «βασιλικό πραξικόπημα» του Νοεμβρίου του '67 μπορεί να εκληφθούν ως post mortem μεταμέλεια. Αλλά ήταν αργά. Και, όπως αποδείχθηκε, δεν μέτρησαν στη συλλογική μνήμη και συνείδηση του λαού.

Ο νους μου ήρθε κατόπιν στο δημοψήφισμα του ’74, την εκστρατεία υπέρ της αβασίλευτης με το καταπληκτικό, εμβληματικό σκίτσο του πιτσιρικά να ουρεί μέσα στο στέμμα, και το δημοκρατικό ξέσπασμα από πλήθη κόσμου στους δρόμους, όταν έγιναν γνωστά τα αποτελέσματα: το 69,2% υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας.

Ύστερα θυμήθηκα την όχι και τόσο γενναιόδωρη και υπεράνω στάση του στο ζήτημα της «βασιλικής περιουσίας» -αλλά δεν αποκλείεται αυτή να προκλήθηκε από την εξίσου μίζερη, μικροπολιτικάντικη στάση απόλυτης σκοπιμότητας και λαϊκισμού που είχε τηρήσει τότε το πολιτικό σύστημα στη χώρα, κυβερνήσεις και αντιπολιτεύσεις εναλλάξ. Από τον φόβο του έρμου πολιτικού κόστους…

Ο πανδαμάτωρ χρόνος… Ο τέως και η οικογένειά του αναγνωρίστηκαν κάποια στιγμή ως… Έλληνες (που αναμφίβολα ήταν, η Ελλάδα ήταν η μόνη πατρίδα που γνώρισαν και όπως απέδειξαν στα ύστερα χρόνια αγάπησαν και δέθηκαν μαζί της…), εγκαταστάθηκε εδώ, κυκλοφορούσε απλός και καλοσυνάτος στους δρόμους και τα στέκια της Αθήνας. Είχαν καταλαγιάσει, πια, τα μίση και τα πάθη του παρελθόντος, τα κάθε είδους στερεότυπα και εμμονές. Έγινε αποδεκτός εν τοις πράγμασι, ως τμήμα της νεότερης και πολύπαθης ιστορίας του τόπου μας.

Αποφάσισα ξαφνικά να σηκωθώ και να μπω μέσα στη «Βιβλιοθήκη». Η τέως πριγκίπισσα Ειρήνη και η παρέα της κάθονταν σε μια γωνιά του μαγαζιού και απολάμβαναν το γεύμα τους. Πλησίασα, συστήθηκα, και στρεφόμενος προς την Ειρήνη της είπα με ήρεμη ειλικρίνεια: «Έχω πολεμήσει και την οικογένειά σας, με όλες μου τις δυνάμεις, επαγγελματικές και άλλες. Όμως τώρα πια χαίρομαι πολύ που σας βλέπω ανάμεσά μας, να συμπεριφέρεστε ως απλή πολίτης, να μη φοβάστε και να μη σας ενοχλεί κανείς στους δρόμους. Αυτό σημαίνει ήρεμη και σίγουρη δημοκρατία…».

«Μα, αγαπητέ μου, δεν είσθε ο μόνος που μας πολεμήσατε, όπως λέτε, και τώρα δεν σας ενοχλεί η παρουσία μας, την ανέχεστε ευγενικά έστω…», μου απάντησε, χαμογελώντας καλοσυνάτα, και πρόσθεσε: «Δυστυχώς, είναι αδύνατον να ξαναγράψει κανείς την ιστορία, ακόμη και αν το επιθυμούν οι αντίθετες πλευρές. Αρκεί να τη γνωρίζεις. Και να μαθαίνεις από αυτή…».

Διαβάζω στο διαδίκτυο για τον εκλιπόντα τέως βασιλιά, «απόψεις» χολερικές, απάνθρωπες, αδιανόητες. Και αναθέματα που όχι μόνο δεν τιμούν το οφειλόμενο σέβας στον νεκρό, ακόμη και ορκισμένο αντίπαλό σου, αλλά προσβάλλουν την ίδια την ανθρώπινη φύση. Και καλά όσα γράφουν φανατικοί με τ’ όνομά τους ή ανώνυμα. Τους οικτίρεις για την αυτοκαταστροφική τους εμπάθεια και τελειώνεις…

Αλλά τα γνωστά διατεταγμένα τρολ, που διοχετεύουν μέσω του διαδικτυακού υπονόμου κομματικές «γραμμές» και όρντινα, ομολογώ ότι με νευριάζουν πολύ -περισσότερο από το γεγονός ότι «Εφημερίδα των Συντακτών», «Αυγή» και (φυσικά) «Ριζοσπάστης» δεν… βρήκαν ούτε μισό μονόστηλο χώρο στα πρωτοσέλιδά τους να αναγγείλουν (αυτό, τίποτε άλλο) τον θάνατο του τελευταίου Βασιλιά της Ελλάδος…

Πώς θα ταφεί, πού θα γίνει η κηδεία, θα είναι «δημοσία δαπάνη», θα εκτεθεί η σορός του τέως σε λαϊκό προσκύνημα. «Λεπτομέρειες», αλλά με τη σημειολογία τους στα πρωτόκολλα της σύγχρονης Δημοκρατίας. Έναν Γόρδιο Δεσμό, ανούσιο επί της ουσίας, που σημειολογικά και επικοινωνιακά (ιδίως προεκλογικά, και με μια αντιπολίτευση που δεν το ’χει και σε τίποτε να κατεβάσει τις «πλατείες» στους δρόμους…) κλήθηκε να λύσει η κυβέρνηση με τον πλέον ανώδυνο και ασφαλή σχετικά τρόπο.

Οι ρυθμίσεις που αποφασίστηκαν κινούνται… με ελιγμούς στα πλαίσια του εφικτού και του λογικού. Ένα παρατεταμένο λαϊκό προσκύνημα (για να προσέλθουν οι όσοι νοσταλγοί της βασιλείας) θα εγκυμονούσε κινδύνους προβοκάτσιας. Κηδεία με τιμές αρχηγού κράτους -μια παρατυπία και άνευ λόγου υπερβολή- δεν θα έπρεπε καν να ζητήσει η οικογένεια. «Δημοσία δαπάνη»; Εγώ θα έλεγα γιατί όχι; Έχει προσφερθεί σε ένα σωρό ανθρώπους, μέχρι και καλλιτέχνες του άσματος, τι θα γινόταν αν την πρόσφερε η πολιτεία και στον τέως;



Μια δική μου ανάμνηση από συνάντηση με τον πρώην βασιλιά


Μια και συζητιέται αυτές τις μέρες ο θάνατος του τέως βασιλιά Κων/νου –ζωή σε μας 🌿– και αναφέρονται στα ΜΜΕ όλα τα πολιτικά γεγονότα της δεκαετίας του '60, επαναφέρω στη μνήμη μου πώς εισπράξαμε στη Γερμανία ως φοιτητές εκείνες τις εξελίξεις. 

Εγώ ζούσα από το 1961 στη Γερμανία (Praktikum, Κολλέγιο). Από το Φθινόπωρο 1962 μέχρι την Άνοιξη του 1968 σπούδαζα στο Πολυτεχνείο του Darmstadt (TUD). Μάθαινα βέβαια τι γίνεται στην Ελλάδα, αλλά πολλά δεν τα έζησα συνειδητά, δεν υπήρχαν και τακτικά εφημερίδες, όπως ο γάμος της Σοφίας, η προίκα, ο γάμος του Κων/νου, τα γεγονότα του '65 κ.λπ. 

Άκουγα βέβαια την καθημερινή ελληνική εκπομπή του Π.Μπακογιάννη από το Μόναχο και την κυριακάτικη του Ανδρέα Αρνάκη από την Φρανκφούρτη. Επέστρεψα στην Ελλάδα το 1975, μετά τη χούντα. Δλδ. έφυγα με Καραμανλή και επέστρεψα με τον ίδιο... Σαν να μην άλλαξε τίποτα 🤪 

Βέβαια από το 1968 είχα πολιτικό άσυλο στη Γερμανία, λόγω ακύρωσης του διαβατηρίου μου από το προξενείο της χούντας, αφού ήμουν πρόεδρος του Φοιτητικού Συλλόγου και οργανώναμε πορείες, συζητήσεις κατά της δικτατορίας, καυγαδάκια στη Mensa κ.λπ. 

Μάλλον το Φθινόπωρο του 1968 πέθανε μια στενή συγγενής του Κων/νου από κάποιο γερμανικό βασιλικό οίκο και η κηδεία έγινε στο Darmstadt. Ήρθαν λοιπόν διάφοροι μεγαλόσχημοι, πρίγκιπες, δούκες κ.λπ. από όλη την Ευρώπη. Περνώντας τότε εγώ από την εκκλησία Stadtkirche, στην Kirchstr., είδα τους τεθλιμμένους συγγενείς και φίλους της μακαρίτισσας να βγαίνουν από το ναό και ανάμεσά τους τον Κων/νο. 

Πάω πιο κοντά, γεια σου κ. Κώστα του λέω, γεια σου και σένα μου απαντάει, του λέω ονοματεπώνυμο και ότι είμαι απόφοιτος του Πολυτεχνείου της πόλης και εργάζομαι τώρα ως επιμελητής σ' αυτό (νόμιζε αρχικά ότι βρισκόμουν εκεί ως συγγενής ή φίλος της συγγενούς του). Σταθήκαμε παράμερα και ψιλοσυζητήσαμε λίγο, με ρώτησε πώς περνάω, αν παρακολουθώ τα γεγονότα στην Ελλάδα κ.λπ. Του απάντησα σχετικά, του είπα επίσης, μεταξύ άλλων, ότι μέχρι πριν 2-3 χρόνια φοιτούσε εκεί ο παλιός συμμαθητής του από τη Σχολή Αναβρύτων, Σωτήρης Σοφιανόπουλος. Χάρηκε που άκουσε για τον παλιό του συμμαθητή και φίλο και παράγγειλε να του δώσω χαιρετισμούς, αλλά ξαναείδα τον Σωτήρη 8-9 χρόνια μετά, σε μια συνεστίαση αποφοίτων στην Αθήνα. 

Ο Κων/νος μου έδωσε την εντύπωση ότι είναι αφελής, έδινε την εικόνα χαρούμενου τουρίστα, πήδαγε από το ένα θέμα στο άλλο, χαμογελούσε διαρκώς, ίσως επειδή δεν ήθελε να απλωθεί σε κουβέντες στο πόδι. Κάποια στιγμή, μετά από 5-10 λεπτά, είπα ότι πρέπει να φύγω και με αποχαιρέτησε λέγοντας «να ξαναβρεθούμε σε 1-2 χρόνια στην Ελλάδα που θα έχει ομαλοποιηθεί η κατάσταση». 

Μου έκανε εντύπωση η βραχεία προοπτική ομαλοποίησης που είχε στο μυαλό του.

19 October 2022

«Διαφωτισμός» του Τζον Ρόμπερτσον

Μύθοι και αλήθειες για τα Φώτα (κριτική)

Για τη μελέτη του Τζον Ρόμπερτσον [John Robertson] «Διαφωτισμός – Μια συνοπτική εισαγωγή» (μτφρ. Θεοχάρης Αναγνωστόπουλος, πρόλογος Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, εκδ. Επίκεντρο). Στην κεντρική εικόνα, το έργο του Jean-Louis-Ernest Meissonier, Η διάλεξη στο σπίτι του Ντιντερό (La lecture chez Diderot), 1859.

του Μύρωνα Ζαχαράκη, bookpress.gr, 17 Οκτωβρίου 2022

Το ρεύμα του Διαφωτισμού υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα στη Δύση και είχε ανυπολόγιστες συνέπειες για την πορεία της ανθρωπότητας συνολικά. Παρόλα αυτά, δεν παύει να είναι συνδεδεμένο με ορισμένες παρανοήσεις που συχνά παρεμποδίζουν την ορθή κατανόησή του. Ο Τζον Ρόμπερτσον, καθηγητής ιστορίας του πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, εμπλουτίζει τη γνωστή αξιόλογη σειρά σύντομων «εισαγωγών», με τη μονογραφία του για τον Διαφωτισμό. Το παρόν βιβλίο είναι αρχικά μια παρουσίαση του πώς ο Διαφωτισμός προσελήφθη και αντιμετωπίστηκε από την εποχή του μέχρι και τις μέρες μας.

Η αρχική πρόσληψη

Αρχικά, μας εξηγεί πως είναι παραπλανητική η εντύπωση πολλών ότι οι Διαφωτιστές πολέμησαν γενικά τη «θρησκεία». Πιο σωστό θα ήταν να πούμε ότι αυτό έπραξε μια συγκεκριμένη μερίδα τους, γνωστή ευρύτερα ως «ριζοσπαστικός Διαφωτισμός». Σε γενικές γραμμές, η προσέγγιση των περισσοτέρων Διαφωτιστών του 18ου αιώνα στο ζήτημα της θρησκείας συνδέεται με την αναζήτηση της «φυσικής θρησκείας», κατά τον 17ο αιώνα, με τη θεμελιακή διάκριση ανάμεσα σε φύση και αποκάλυψη να αποτελεί τον βασικό κοινό τους πυρήνα. Σε αυτό το πλαίσιο, η φυσική θρησκεία θεωρήθηκε ως η πρωταρχική και οικουμενική μορφή θρησκευτικότητας των ανθρώπινων όντων, προγενέστερη και σημαντικότερη από τις επιμέρους «αποκεκαλυμμένες» θρησκείες, οι οποίες συνήθως αξιολογούνταν από τους Διαφωτιστές υπό το κριτήριο της συμβατότητας ή της ασυμβατότητας με εκείνη.

Παράλληλα (και ίσως σε άμεση σχέση με αυτό), οι Διαφωτιστές διατύπωσαν τους συλλογισμούς τους περί θρησκευτικής ανεκτικότητας, ένα ζήτημα μεγάλης σημασίας μετά την έκρηξη βίας που είχε προκληθεί ύστερα από την προτεσταντική Μεταρρύθμιση και την άρση του Διατάγματος της Νάντης. Είναι βέβαια γεγονός πως οι Διαφωτιστές επιτέθηκαν στον δογματισμό, τη μισαλλοδοξία και την έλλειψη ανεκτικότητας του συγκαιρινού τους κλήρου, ωστόσο το ενδιαφέρον τους δεν ήταν αποκλειστικά για πολεμικούς σκοπούς. Αντίθετα, συνεισέφεραν καίρια στην κατανόηση των θρησκευτικών δογμάτων καθώς και στην αναζήτηση τρόπων που να επιτρέπουν τη διατήρησή τους δίχως την απειλή των ατομικών ελευθεριών και της κοινωνικής ειρήνης.

Ο τρίτος πυλώνας της πραγμάτευσης της θρησκείας από τους Διαφωτιστές, μαζί με τη φυσική θρησκεία και την ανεκτικότητα, ήταν το κάλεσμα για καλυτέρευση της επίγειας ζωής μας. Κύρια ιδιότητα του Διαφωτισμού ήταν η επιδίωξή του να επικεντρωθεί όχι στον άλλο κόσμο αλλά σε αυτόν εδώ, αφοσιωμένος στην έμπρακτη βελτίωση της ανθρώπινης κατάστασης, ανεξάρτητα από το όποιο επέκεινα:

«Αυτή, θεωρώ, ήταν η ουσία της συνεισφοράς του Διαφωτισμού στη δυτική σκέψη: η πολιτική οικονομία ως η προοπτική για την ανθρώπινη βελτίωση, σε αυτόν τον κόσμο και όχι στον επόμενο, στο παρόν και όχι στο παρελθόν. Η βελτίωση αυτή γινόταν αντιληπτή μέσα σε μια ιστορική προοπτική, την προοπτική “της προόδου της κοινωνίας”. Ήταν μια προοπτική που είχε επίγνωση των ορίων της: καμία εκδοχή της πολιτικής οικονομίας του Διαφωτισμού δεν υποσχόταν ατελείωτη ανάπτυξη, ούτε εγγυόταν την ισότητα στην πρόσβαση στον πλούτο και το κύρος. Το ουτοπικό τεχνολογικό όραμα του Μαρξ (Karl Marx) με όλους τους ανθρώπους να απολαμβάνουν ακριβώς τις ίδιες ανέσεις, ουδεμία σχέση είχε με τις θεωρίες των ιστορικών ή πολιτικών οικονομολόγων του Διαφωτισμού». (σελ. 126-127).

Το κίνημα, σημειώνει, επωφελήθηκε εν τη γενέσει του από ορισμένες νέες μορφές κοινωνικότητας: τέτοια παραδείγματα αποτελούν το καφενείο, η μασονική στοά και το κοσμικό σαλόνι. Η σημασία τους όμως συχνά παρατονίζεται, διαπιστώνει ο Ρόμπερτσον. Καθοριστικότερος υπήρξε ο εκδοτικός οργασμός της τυπογραφίας κατά τον 18ο αιώνα, με πλήθος βιβλίων, όλο και συχνότερα μη θρησκευτικής θεματολογίας, να τυπώνονται και να φέρουν στους συγγραφείς τους αναγνώριση. Η αύξηση του εγγράμματου κοινού υπήρξε επίσης καθοριστικής σημασίας παράγοντας για τη διάδοση των νέων ιδεών. Κύριο μέλημα των Διαφωτιστών, παρατηρεί ο Ρόμπερτσον, ήταν η συγκρότηση μιας καλλιεργημένης κοινής γνώμης με διάθεση κριτικής αξιολόγησης της εκάστοτε κρατικής εξουσίας.

Παρουσιάζοντας τις σύγχρονες έρευνες που θέλουν έναν Διαφωτισμό που να φθάνει ως την Ινδία και την Κίνα, διασταυρωνόμενος με τους εκεί παραδοσιακούς πολιτισμούς, ο Ρόμπερτσον επιμένει πως ο Διαφωτισμός ήταν ένα ευρωπαϊκό φαινόμενο. Μέσα στο βιβλίο εξετάζεται και το σημαντικότερο ερώτημα των ιστορικών: πώς τελικά σχετίζεται ο Διαφωτισμός με τη Γαλλική Επανάσταση του 1789; Όπως εξηγεί ο Ρόμπερτσον, δεν μπορεί να αμφιβάλλει κανείς ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσά τους. Αυτό συμβαίνει τόσο σε επίπεδο προσώπων, αφού διάσημοι φιλόσοφοι όπως ο Κοντορσέ, ο Παγκάνο, η Γουόλστονκραφτ, η Πιμέντελ, συμμετείχαν προσωπικά στην επανάσταση, αλλά και σε επίπεδο ιδεών, μιας και το σημαντικότερο έργο υπέρ του εν λόγω κινήματος, το Τι είναι η Τρίτη τάξη του αβά Σιεγές, ήταν γραμμένο ως διάλογος ανάμεσα στους φιλοσόφους Ρουσώ και Μοντεσκιέ, απηχώντας δικές τους ιδέες. Ωστόσο, και εδώ βρίσκεται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ο Ρόμπερτσον αρνείται την ευρέως διαδεδομενη άποψη σύμφωνα με την οποία η επανάσταση υπήρξε καρπός των ιδεών του Διαφωτισμού. Όπως εξηγεί ο ίδιος:

«Ενώ οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού στρέφονταν προς μια ενημερωμένη κοινή γνώμη για να ασκήσουν έμμεση, περιοριστική πίεση στην κυβέρνηση, οι επαναστάτες προσανατολίζονταν στην ανατροπή του παλιού καθεστώτος μέσα από την άμεση δράση. Η επανάσταση, με άλλα λόγια, ήταν η εκδίκηση των πολιτικών διεργασιών επί της απρόσωπης, βαθμιαίας διαδικασίας της αλλαγής που οραματιζόταν η θεωρία του Διαφωτισμού περί “προόδου της κοινωνίας”» (σελ. 175-176).

Άλλωστε, ελάχιστοι από τους (συνήθως νεαρούς) ηγέτες της επανάστασης είχαν προλάβει να διακριθούν πολιτικά και πνευματικά πριν το έτος 1789. Ναι, είναι αλήθεια ότι οι πραγματείες των φιλοσόφων συνέβαλαν κάπως στον επαναστατικό ξεσηκωμό των μαζών, είναι όμως εξίσου αλήθεια ότι επίσης καίρια υπήρξε και η συμβολή διαφόρων ημιπορνογραφικών νουβελών και των εξαγριωμένων δημοσιογραφικών άρθρων που εξέθεταν τα παρακμιακά ήθη της γαλλικής αριστοκρατίας. Πάντως, οι σύγχρονοι εκείνων των γεγονότων συχνά ταύτιζαν τον Διαφωτισμό με την επανάσταση, ιδιαίτερα όταν ήθελαν να τα καταδικάσουν, θεωρώντας τη δεύτερη ως αποτέλεσμα συνωμοσίας των εκπροσώπων του πρώτου. Τέτοιες απόψεις συνέχισαν να διαδίδονται και ενισχύθηκαν μετά το 1814.

Στον 19ο αιώνα, ακριβώς εξαιτίας της επανάστασης, το πολιτικό πλαίσιο είχε αλλάξει σημαντικά, με τους κύριους προβληματισμούς να αφορούν πλέον τη δημοκρατία (τα θεμέλια, την έκταση και τις δυνατότητες εκπροσώπησης της λαϊκής κυριαρχίας κ.λπ.). Όσο για τη βασική πεποίθηση των Διαφωτιστών ότι η κακή διακυβέρνηση θα μπορούσε να διαπαιδαγωγηθεί ή τιθασευτεί μέσω μιας επαρκώς ενημερωμένης κοινής γνώμης, είχε πια εξανεμιστεί. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η αμφισβήτηση της κληρονομιάς του Διαφωτισμού, μέχρι και σήμερα, λαμβάνει χώρα ως σύγκρουση ανάμεσα σε δύο μεγάλες ομάδες: από τη μια μεριά βρίσκονται οι (συνήθως ιστορικοί) «νεωτερικοί», οι οποίοι υπερασπίζονται τις αξίες του και τον ταυτίζουν με τη Νεωτερικότητα, ενώ από την άλλη οι (συνήθως φιλοσοφούντες) «μετανεωτερικοί», που επίσης τον ταυτίζουν με τη Νεωτερικότητα, αλλά θεωρούν τις αξίες του παρωχημένες και κατά κάποιον τρόπο υπεύθυνες για μερικά μεγάλα δεινά της ανθρωπότητας.

Από τους σημαντικότερους φιλοσοφικούς επικριτές του Διαφωτισμού, μεταπολεμικά, ήταν οι νεομαρξιστές Μαξ Χορκχάιμερ και Τέοντορ Αντόρνο, που τον κατηγόρησαν για «εργαλειακή ορθολογικότητα» και μετατροπή της φύσης σε αντικείμενο, και ο ιστορικός των ιδεών Αϊζάια Μπερλίν, που του αντιπαρέταξε τον ρομαντισμό με τον βολονταρισμό του. Σε αυτούς θα μπορούσε να προστεθεί και ο Γερμανός ιστορικός Ράινχαρτ Κοζέλεκ, ο οποίος επικεντρώθηκε στην «ανεπαρκή» απάντηση του Διαφωτισμού έναντι της απόλυτης μοναρχίας, αλλά και στην αποδυνάμωση του θεσμού του κράτους, εκ μέρους του.

Στις δεκαετίες 1970 και 1980, η κριτική οξύνθηκε: ο Γάλλος μεταμοντέρνος Μισέλ Φουκώ, που επιχείρησε να ανιχνεύσει μέσα στον Διαφωτισμό κρυμμένες «απολυταρχικές» τάσεις, ο Σκώτος στοχαστής Άλασνταιρ Μακιντάιρ, που εντόπισε σε αυτόν το κεντρικό «σφάλμα» της θεμελίωσης αξιών χωρίς ερείσματα, το οποίο θεωρεί ότι τελικά οδήγησε την ηθική φιλοσοφία της Δύσης στο αδιέξοδό της, ενώ ο φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτι επιχείρησε τη θεμελίωση μιας φιλοσοφίας απορρίπτοντας την (κυρίως καντιανή) βεβαιότητα για την ύπαρξη μιας οικουμενικής και ορθολογικής «φόρμουλας» για την αλήθεια και την ηθική.

Το γενικά γνωστότερο έργο υπεράσπισης του Διαφωτισμού, υπήρξε η περίφημη Φιλοσοφία του Διαφωτισμού, από τον Γερμανοεβραίο φιλόσοφο Ερσντ Κασσίρερ, ο οποίος λίγο αργότερα έφυγε από τη Γερμανία, λόγω της εδραίωσης του Χίτλερ και του ναζισμού, εναντίον των οποίων προσπάθησε βασικά να προειδοποιήσει με το έργο του εκείνο. Η απουσία μιας συστηματικά φιλοσοφικής υπεράσπισης του Διαφωτισμού, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ώθησε τους ιστορικούς να λάβουν οι ίδιοι τη σκυτάλη, βλέποντας ενδεχομένως εκεί ένα καλύτερο ιστορικό παρελθόν της Ευρώπης, οπωσδήποτε προτιμότερο από τα γεγονότα που οι ίδιοι είχαν βιώσει.

Συγκεκριμένα, στις δεκαετίες 1950 και 1960, πολλοί από αυτούς ασπάζονταν κάποια θεωρία εκσυγχρονισμού (στη μαρξιστική ή στη βεμπεριανή εκδοχή), με τον Διαφωτισμό να αντιπροσωπεύει για αυτούς προ παντός τη θρησκευτική εκκοσμίκευση και την οικονομική ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Διαφωτισμός ταυτιζόταν με τις νεωτερικές αξίες, πράγμα που ενισχύθηκε περαιτέρω μετά το 1989, λόγω της αμφισβήτησης της μαρξιστικής μεθοδολογίας, μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, καθώς και λόγω της εμφάνισης πολιτικοποιημένων μορφών της θρησκείας και μεταμοντέρνων ιδεών σχετικισμού. Η διαπάλη ανάμεσα σε φιλοσόφους και ιστορικούς συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, αν και αμφότερες οι πλευρές κατά κανόνα ταυτίζουν τον Διαφωτισμό με τις νεωτερικές αξίες.

03 September 2022

Ο Πλάτων, ο Popper και το αθηναϊκό imperium

του Κ. Α. Πισπιρίγκου, Καθημερινή, 3/9/2022

Το 1945 ο οίκος G. Routledge & Sons, Ltd εξέδωσε στο Λονδίνο το δίτομο έργο «The Open Society and its Enemies» του Αυστριακού φιλοσόφου Καρλ Ράιμουντ Πόπερ, κείμενο που έμελλε να γίνει από τα διασημότερα του 20ού αιώνα. Από το 1982 το βιβλίο κυκλοφορεί και στα ελληνικά: Καρλ Πόπερ, «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της» (Δωδώνη 1982, 1991 και Παπαζήσης 2003, 2021).

Στον πρώτο τόμο, στον οποίο εξετάζει τη δημοκρατική Αθήνα ως πρώιμη ανοικτή κοινωνία και τον Πλάτωνα ως εχθρό της, ο συγγραφέας αναφέρθηκε στην εξωτερική πολιτική της κλασικής μας πόλεως χωρίς να αποφύγει να τη χαρακτηρίσει ιμπεριαλιστική. Παρά την αντιπάθειά του για τον Πλάτωνα, έδειξε σεβασμό στην πλατωνική ορθότητα ονομάτων. Δεν φοβήθηκε μήπως ο χαρακτηρισμός υπονομεύσει τη στράτευσή του υπέρ της ανοικτής κοινωνίας. Υποστήριξε ότι μόνο με κάποια μορφή ιμπεριαλισμού ήταν δυνατόν να γίνει η υπέρβαση της παλαιάς κοινωνικής δομής με τον φυλετικά κλειστό και αυτάρκη χαρακτήρα, προσέθεσε δε ότι κάποια από τα ιμπεριαλιστικά μέτρα της Αθήνας ήταν μάλλον φιλελεύθερα. Ακόμη, είχε πίστη στο εμπόριο σε τέτοιο βαθμό, ώστε να πιθανολογήσει ότι το imperium της Αθήνας επί των συμμάχων της θα ήταν πρόσκαιρο αν δεν είχε καταλυθεί και ότι το ενδιαφέρον της για την ανάπτυξη του εμπορίου θα οδηγούσε σε κάποιο είδος ομοσπονδίας.

Εν κατακλείδι, το πρώτο ιστορικά αξιόλογο imperium που ασκήθηκε από δημοκρατία είχε κατά τον Πόπερ τη δυνατότητα να μετεξελιχθεί σε μια παγκόσμια αυτοκρατορία του ανθρώπου. Γι’ αυτό κρίθηκε επικίνδυνο από τον Πλάτωνα και άλλους αρχαίους λογίους που υιοθετούσαν τον σπαρτιατικό παρτικουλαρισμό. Κατά τον Πόπερ, εχθρός της ανοικτής κοινωνίας είναι ο καθοδηγούμενος από μια ανεξέλεγκτη αυθεντία κολεκτιβισμός. Μετά τον πλατωνικό κολεκτιβισμό, κύριο θέμα του πρώτου τόμου, εξετάζει στον δεύτερο τόμο τη φιλοσοφία (Χέγκελ - Μαρξ) ως έρεισμα των δύο περιπτώσεων κολεκτιβισμού του 20ού αιώνα (εθνικισμός - κομμουνισμός) που κατέληξαν σε ολοκληρωτισμό. Ανοικτή κοινωνία υπάρχει τώρα στις φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης (κυρίως στις ισχυρότερες, την αγγλική και την αμερικανική, που ασκούν το απερχόμενο αποικιοκρατικό και το επερχόμενο μετα-αποικιοκρατικό imperium). Εκεί η κρατική βία υποχωρεί και πρυτανεύουν ο ανθρωπισμός με την κριτική σκέψη στην αντιμετώπιση των πολλών και σύνθετων προβλημάτων της εποχής.

Η έκδοση του βιβλίου του Πόπερ συνέπεσε με την ολοκλήρωση ενός κοσμοϊστορικού σταδίου της εξέλιξης των πολιτικών θεωριών και των διακρατικών σχέσεων. Οσο κι αν διαφωνεί κανείς με την πολεμική διάθεσή του για τον Πλάτωνα (κι ακόμη τον Ηράκλειτο, τον Θουκυδίδη, τον Αριστοτέλη) και τους μεταγενέστερους «εχθρούς της ανοικτής κοινωνίας» Χέγκελ και Μαρξ, οφείλει να υποκλιθεί στην ευθύτητά του και να αναγνωρίσει τη συμβολή του στη διάλυση της πλάνης για τη δυνατότητα βελτίωσης των κοινωνιών μέσω της εφαρμογής ακραία ανελεύθερων πολιτικών συστημάτων φιλοσοφικής εμπνεύσεως. Αλλά η ιδεολογική προκατάληψή του είναι έκδηλη. Η εικασία του, λ.χ., για την τάση του εμπορίου να μετατρέψει το Αθηναϊκό imperium σε ομοσπονδία στερείται ιστορικών επιχειρημάτων. Θυμίζει τον ορφικό ύμνο στον θεό του εμπορίου Ερμή, που έχει στα χέρια του το άμεμπτο όπλο της ειρήνης (ος χείρεσσιν έχεις ειρήνης όπλον αμεμφές, λέει ο ύμνος).

Δεν καταφεύγουν στον μύθο μόνον οι «εχθροί της ανοικτής κοινωνίας». Εάν αυθαιρετούν ο Πλάτων με την ενόραση της ουράνιας Πολιτείας και ο Mαρξ με την προφητεία της αταξικής κοινωνίας, όπως ισχυρίζεται ο Πόπερ, ο ίδιος εικάζει το ενδεχόμενο της παγκόσμιας αυτοκρατορίας του ανθρώπου εξίσου αυθαίρετα. Η αλλαγή ύφους (εικασία αντί ενόρασης ή προφητείας) δεν αίρει την αυθαιρεσία. Γιατί αυθαιρετεί; Διότι η κρατικά δομημένη κοινωνία, η διάδοχος της φυλετικής, παραμένει κλειστή παρά τα αναμφισβήτητα ανοίγματα της δημοκρατίας και του εμπορίου. Δέχεται αυτά τα ανοίγματα μόνον όταν εκτιμά ότι είναι ενισχυτικά της δύναμης, του πλούτου και των εν γένει λειτουργικών δυνατοτήτων του δικού της κράτους. Στην αντίθετη περίπτωση ακολουθεί αντίδρομα συνθήματα που επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική και απειλούν τη λειτουργία των θεσμών στο εσωτερικό: America First, Goodbye EU, La France insoumise, ακούμε σήμερα στις μεγάλες φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης.

Οι παρατηρήσεις αυτές δεν διεκδικούν κάτι περισσότερο από μια υπόμνηση της ανάγκης για ορθότητα ονομάτων, η οποία συνήθως λησμονείται σε χαλεπούς καιρούς. Οπωσδήποτε, δεν δηλώνουν αδιαφορία για το σημερινό ενδεχόμενο να τερματιστεί το πλανητικό imperium της φιλελεύθερης Δύσης, έστω κι αν αυτό δεν έχει δείξει σημάδια μετεξέλιξης σε παγκόσμια αυτοκρατορία του ανθρώπου. Αντιθέτως, η ανησυχία για τούτο το ενδεχόμενο είναι εύλογη για πολλούς λόγους. Σοβαρότερος όλων είναι η εκτίμηση του βαθμού του περιορισμού ελευθερίας, τον οποίο επιφύλαξε κάθε ιστορικά δεδομένο imperium στους ανίσχυρους. Ως προς αυτή την εκτίμηση, ο σερ (από το 1965) Καρλ Ράιμουντ Πόπερ δεν έσφαλε: όλα τα ολοκληρωτικά συστήματα φιλοσοφικής εμπνεύσεως του 20ού αιώνα ήταν εξαρχής ή έγιναν σε σύντομο χρόνο ιμπεριαλιστικά και το δικό τους imperium αποδείχθηκε πιο δυναστικό από το imperium της μετα-αποικιοκρατικής Δύσης (όπως ακριβώς το imperium της Σπάρτης –και αργότερα της ελληνιστικής μοναρχίας– αποδείχθηκε πιο δυναστικό από το imperium της Αθήνας).

Το πρώτο ιστορικά αξιόλογο imperium που ασκήθηκε από δημοκρατία είχε κατά τον Αυστριακό φιλόσοφο Καρλ Πόπερ τη δυνατότητα να μετεξελιχθεί σε μια παγκόσμια αυτοκρατορία του ανθρώπου.

26 July 2022

Ντάρια Σαλτίκοβα, η Λυσσάρα

Μία από τις πιο βάναυσες και σκληρές γυναίκες στην τσαρική Ρωσία. Το όνομά της είναι πλέον μύθος και δημιουργεί ανατριχίλα κατά την αναφορά.

Η Ρωσίδα Ντάρια Σαλτίκοβα που είχε το παρατσούκλι "η Λυσσάρα" (Saltychikha) ήταν ευγενής και έζησε στα χρόνια 1730-1801. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής της, διαδίδονταν ιστορίες τρόμου. Λέγανε ότι λούζεται στο αίμα των θυμάτων της και άλλα τέτοια φρικτά πράγματα.

Μετά το θάνατο του συζύγου της, η Ντάρια κληρονόμησε εδάφη με 800 δουλοπάροικους. Από αυτή την εποχή άρχισε να εκδηλώνει τον σαδισμό της. Πέρα από κάθε αμφιβολία αποδίδονταν σ' αυτήν 38 φόνοι,  θεωρείται όμως ότι σκότωσε ίσως και 140 δουλοπάροικους.


Τα θύματά της ήταν κυρίως νεαρές γυναίκες, τις οποίες χτυπούσε με μαστίγια, ρόπαλα και ξύλινα δοκάρια, ξερίζωνε τα μαλλιά τους, τις έκαιγε με καυτό σίδερο, τις άφηνε πεινασμένες και παγωμένες στο κρύο του χειμώνα, τις έπνιγε σε λίμνες και ποταμούς. Δεν είχε αναστολές ούτε για τις  εγκυμονούσες. Για κάθε μικρό λάθος και κάθε μικρό παράπτωμα εφάρμοζε η Ντάρια βάναυση τιμωρία.

Αν και ήταν γνωστά τα εγκλήματά της,  δεν κατηγορήθηκε πότε μέχρι που έκανε το μοιραίο λάθος: διέταξε τους δουλοπάροικους της να σκοτώσουν έναν άλλον ευγενή. Η θανάτωση δικών σου δουλοπάροικων δεν ήταν έγκλημα στην τσαρική Ρωσία. Ο ευγενής Νικολάι Τυούτσεφ προειδοποιήθηκε ότι είχε σχεδιαστεί μια επίθεση από τον Ντάρια εναντίον του. Έτσι συνελήφθη  και παραπέμφθηκε σε δίκη. Η προσωρινή τιμωρία από το δικαστήριο ήταν ήπια σε σχέση με τις πράξεις της:

Το 1768, η Μεγάλη Αικατερίνη εξέδωσε την τελική της ετυμηγορία, αποκαλώντας την  Saltychicha «ανθρώπινο τέρας». Της αφαίρεσε τον τίτλο και την περιουσία και της αρνήθηκε τη γυναικεία υπόσταση. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με την αυτοκράτειρα, μια γυναίκα δεν θα ήταν ικανή για τέτοια σκληρότητα, η Saltykova θα έπρεπε τώρα να αποκαλείται μόνο "αυτός".

Ως τιμωρία για τα εγκλήματά της, η Saltychicha έπρεπε να σταθεί για μια ώρα στην Κόκκινη Πλατεία με μια αφίσα που έγραφε "Βασανιστής και Δολοφόνος" πριν φυλακιστεί στο υπόγειο ενός μοναστηριού για το υπόλοιπο της ζωής της. Εκεί πέθανε κάποια εποχή, ίσως και να δολοφονήθηκε.

03 July 2022

Οι αναστημένοι θεοί άλλων παραδόσεων...

...χιλιάδες χρόνια πριν το χριστιανισμό. 

Κέλσος Τηλέμαχος, FB, 30/6/22

Είναι γεγονός ότι ο θάνατος απασχόλησε την ανθρωπότητα από τις πρώτες στιγμές που συνειδητοποίησε τον εαυτό της.

Δεν είναι εξάλλου καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι το παλιότερο σωζόμενο γραπτό μνημείο του ανθρώπινου πολιτισμού, το πανάρχαιο Έπος του Γκιλγκαμές, περιστρέφεται γύρω από το οντολογικό ερώτημα γιατί υπάρχει ο θάνατος.

Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη γιατί ο άνθρωπος μετέφερε τη συζήτηση για τα της ζωής και τα μετά της ζωής στις λατρευτικές του πίστεις, καθώς η οργανωμένη θρησκεία ήρθε τώρα να απαντήσει στην προαιώνια αυτή ανθρώπινη περιέργεια.

Όπως κάθε χρόνο διανύουν οι πιστοί χριστιανοί τη ''Μεγάλη Εβδομάδα'' και τα ''Πάθη του Χριστού'' σκόπιμο είναι να ρίξουμε μια ματιά σε θεϊκές οντότητες που επέστρεψαν από την άλλη πλευρά του ποταμού της ζωής, καθώς η παγκόσμια μυθολογία είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα.

Το μοτίβο του θεού που πεθαίνει και επιστρέφει στη ζωή επαναλαμβάνεται διαρκώς σε ολότελα διαφορετικά πολιτισμικά και θρησκευτικά περιβάλλοντα, από τον ευρωπαϊκό Βορρά και τη Μέση Ανατολή μέχρι και τις εσχατιές της Αμερικής.

Η ανάσταση του θεού ενέχει συχνά τόσο κυριολεκτική όσο και συμβολική χροιά και τα αναρίθμητα ιστορικά παραδείγματα συνεχίζουν να επιβεβαιώνουν τη σαγήνη που ασκούσε και συνεχίζει να ασκεί ο θάνατος στον άνθρωπο.

Από τις λεγόμενες αβραμικές θρησκείες και τις παγανιστικές και νεοπαγανιστικές θρησκευτικές παραδόσεις μέχρι και τις λατρείες της Ανατολής και του Νέου Κόσμου, η ανάσταση του νεκρού θεού έρχεται και επανέρχεται, με την ίδια δυναμική που επιμένει να έρχεται και να επανέρχεται στον νου του ανθρώπου ο θάνατος…

ΌΣΙΡΙΣ

Ο ταπεινός θεός της Φύσης αρχικά στο αιγυπτιακό θεϊκό στερέωμα αναδείχθηκε σε μια από τις σημαντικότερες θεότητες του αιγυπτιακού σύμπαντος όταν άρχισε να διαφεντεύει τη βλάστηση, ακολουθώντας την πορεία της καλλιέργειας: ο Όσιρις πέθαινε κατά τον θερισμό και αναγεννιόταν με τη σπορά. Κι έτσι μετατράπηκε σε «Κύριο του Κάτω Κόσμου» και «Άρχοντα των Νεκρών».

Οι αναρίθμητοι αιγυπτιακοί μύθοι για την καταγωγή του Όσιρι κάνουν όλοι λόγο για τις περιπέτειές του στις δύο όχθες της ζωής και στον δρόμο προς τη θεοποίησή του πέθανε και αναγεννήθηκε τουλάχιστον δύο φορές. Είναι γνωστές από τον Πλούταρχο και τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι μυθολογικές εκδοχές για την επαναφορά του στη ζωή. Στην πρώτη περίπτωση, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον ζηλιάρη αδερφό του Σεθ και το πτώμα του εναποτέθηκε στον Νείλο. Η αδερφή και σύζυγός του Ίσιδα περιμάζεψε τη σορό και με τη βοήθεια μαγικών τελετουργικών τον επανάφερε στη ζωή. Ο Όσιρις όμως πέθανε λίγο αργότερα και ήταν πάλι ο Σεθ υπαίτιος: αυτή τη φορά διαμέλισε το σώμα του και διασκόρπισε τα κομμάτια του στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.

Η Ίσιδα περιμάζεψε με κόπο τα απομεινάρια του για να τα ενταφιάσει παραδοσιακά και οι αιγύπτιοι θεοί αναγνωρίζοντας την αφοσίωσή της τον επανέφεραν από τον κόσμο των νεκρών, θεοποιώντας τον αυτή τη φορά. Πλέον ήταν ο Θεός των Νεκρών και με την ιδιότητα αυτή αναρριχήθηκε μέχρι τις πρώτες θέσεις του αιγυπτιακού πανθέου…

ΔΙΟΝΥΣΟΣ

Δεν ήταν λίγοι οι μελετητές που έσπευσαν να αναγνωρίσουν αναλογίες μεταξύ Όσιρι και θεοτήτων του ελληνικού Δωδεκάθεου, φτάνοντας να τον εξομοιώσουν τελικά με τον Διόνυσο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το πώς απέκτησε ο θεός την επωνυμία «δισσότοκος» και για το πόσο λυσσαλέα τον κυνήγησε η πάντοτε ζηλιάρα Ήρα, ο δημοφιλέστερος παραμένει αυτός που θέλει τον Δία να θαμπώνεται από την ομορφιά της παρθένας κόρης του Κάδμου, Σεμέλης, και να ενώνεται μαζί της. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Διόνυσος.

Έξαλλη από τη ζήλεια της και θέλοντας να τους εκδικηθεί, η Ήρα εμφανίζεται στη Σεμέλη και την πείθει να ζητήσει από τον Δία να εμφανιστεί μπροστά της με τη θεϊκή μορφή του, ως απόδειξη της αγάπης του. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε μπροστά της ο Ζευς σε όλο του το θεϊκό μεγαλείο, η θνητή Σεμέλη δεν άντεξε τη λάμψη των κεραυνών και των βροντών που έφευγαν από τα χέρια του. Την τύλιξαν οι φλόγες, αν και ο Δίας πρόλαβε και έσωσε το παιδί που είχε στα σπλάχνα της, ράβοντάς το τώρα στον μηρό του.

Έπειτα από εννιά μήνες, ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε από το πόδι του πατέρα του, κάτι που έφερε τα παρατσούκλια «μηρορραφής», «διμήτωρ» και «δισσότοκος»! Σύμφωνα με την άλλη εκδοχή, η Ήρα ξαπέστειλε τους Τιτάνες να τον σκοτώσουν. Αυτοί τον έκοψαν κομμάτια και τον έφαγαν, αφήνοντας μόνο την καρδιά του. Έπειτα ο Δίας τον ανέστησε κυοφορώντας τον στον μηρό του. Ο μύθος του θανάτου και της ανάστασης συνδέθηκε και στο ελληνικό πάνθεο με τη βλάστηση και την καρποφορία και ο Διόνυσος έμεινε τελικά γνωστός ως θεός του οίνου και της αμπέλου…

ΆΔΩΝΙΣ

Στις παραδόσεις των λαών της Ανατολικής Μεσογείου υπάρχουν τουλάχιστον μια ντουζίνα θεοί που βιώνουν το δράμα του θανάτου αλλά και τη λύτρωση της ανάστασης. Πλατιά διαδεδομένη στη Φοινίκη και την Ασία, αιώνες πριν από τη γέννηση του Ιησού, ήταν η λατρεία του θεού Άδωνι, ενός σημιτικού θεού δηλαδή που έγινε δεκτός από τους Έλληνες από πολύ νωρίς, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Άδωνις υπήρξε καρπός μιας άνομης συνεύρεσης πατέρα και κόρης (του Κινύρα και της Αμαζόνας Σμύρνας), γεννήθηκε όμως τόσο ωραίος ώστε η ίδια η Αφροδίτη, που προκάλεσε την ειδεχθή αιμομιξία, τον ερωτεύτηκε παράφορα.

Έδωσε έτσι το βρέφος στην Περσεφόνη να το μεγαλώσει στο βασίλειο του Άδη και ο Άδωνης έγινε αργότερα ένας πανέμορφος άντρας. Τόσο η Περσεφόνη όσο και η Αφροδίτη τον ερωτεύτηκαν και τη θεϊκή διαμάχη ανέλαβε να λύσει ο Δίας, ο οποίος κατέληξε τελικά ότι ο Άδωνις το ένα τρίτο του χρόνου του θα το περνούσε με την Περσεφόνη, το άλλο τρίτο με την Αφροδίτη και το υπόλοιπο του χρόνου όπου εκείνος ήθελε. Κάθε φορά που κατέβαινε ο Άδωνις στον κάτω κόσμο, η φύση πάγωνε και τα λουλούδια μαραίνονταν, καθώς η κάθοδος του Άδωνι στο βασίλειο του Άδη συμβόλιζε τον χειμώνα.

Όμως ο Άρης καραδοκούσε. Αιώνια ερωτευμένος με την Αφροδίτη, θέλησε να βγάλει τον Άδωνι από τη μέση, στέλνοντάς τον οριστικά στο σκοτεινό βασίλειο του κάτω κόσμου. Έτσι μια μέρα που ο Άδωνις είχε πάει για κυνήγι, ο Άρης μεταμορφώθηκε σε αγριογούρουνο και τον σκότωσε. Προς τιμή του Άδωνι, εορταζόταν τα Αδώνια, με συμμετοχή αποκλειστικά γυναικών, που πενθηφορούσαν και τελούσαν «πάντα τα εις κηδείας καθιερωμένα». Οι γυναίκες θρηνούσαν γοερά και κόπτονταν για τον θανόντα θεό και την επόμενη μέρα γιόρταζαν την ανάστασή του…

ΌΝΤΙΝ

Το βαρύ πυροβολικό του βορειοευρωπαϊκού παγανισμού δεν ήταν άλλο από τον πατέρα των τοπικών θεών, τον φοβερό Όντιν. Η σκανδιναβική μυθολογία προέρχεται από τα αρχαία γερμανικά φύλα, τα οποία μετανάστευαν επί αιώνες στον Βορρά και μετέφεραν εκεί τη λατρεία του Θορ, του Όντιν, του Τιρ, της Φρέγια και των άλλων μελών του αρχαίου τευτονικού πανθέου. Κορυφαίος όλων ήταν ο θεός Οντιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει ένα από τα μάτια του για να λάβει ως αντάλλαγμα την απόλυτη σοφία.

Ο πατέρας όλων των θεών των Βίκινγκ, μια συναρπαστική και πολύπλευρη φιγούρα που λειτουργούσε ως σαμάνος θεραπευτής όταν δεν ήταν θεός του πολέμου, της μάχης, του θανάτου, αλλά και της ποίησης, της μουσικής, της προφητείας και της μαγείας, κατέβαινε στο πεδίο της μάχης πάνω στο άλογό του με τα οκτώ πόδια, έχοντας τα κοράκια Σκέψη και Μνήμη πάντα στους ώμους του. Το μάτι δεν ήταν όμως το μόνο που θυσίασε ο Όντιν στην οδύσσειά του για την απόλυτη γνώση και το δώρο της προφητείας, καθώς σύντομα θα ακολουθούσε και η ίδια του η ζωή.

Σύμφωνα με την ισλανδική μυθολογία, ο Όντιν κρεμάστηκε πάνω στο Δέντρο της Ζωής (όπου και παρέμεινε για εννιά μέρες) και τρυπήθηκε στα πλευρά με λόγχη ώστε να αποκτήσει για λογαριασμό θεών και ανθρώπων τη γνώση των ρούνων και του κόσμου των νεκρών, αλλά και την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον. Μετά την αυτοθυσία του, ο Όντιν επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων πιο δυνατός από ποτέ…

ΓΚΑΝΕΣΑ

Ο Γκανέσα, εξαιτίας της ελεφαντίσιας κεφαλής του, παραμένει ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους θεούς του ινδουισμού. Τόσο οι πανάρχαιες ρίζες της θρησκείας όσο και ο μεγάλος αριθμός των παραδόσεων μάς έχουν κληροδοτήσει μια μεγάλη ποικιλία από ιστορίες που εξηγούν πώς απέκτησε αυτό το μάλλον ανορθόδοξο κεφάλι. Κατά μια εκδοχή, ο Γκανέσα ήταν γιος του Σίβα και της Παρβάτι και η μητέρα του τον είχε βάλει να φυλάει τα ιδιαίτερα διαμερίσματά της. Μια μέρα, ο Σίβα επιχείρησε να μπει στην κρεβατοκάμαρα της Παρβάτι και συνάντησε την αντίθετη γνώμη του Γκανέσα, γι’ αυτό και του έκοψε με μια κίνηση το κεφάλι.

Η μητέρα του ενοχλήθηκε φυσικά από το τραγικό γεγονός, οπότε ο Σίβα υποχρεώθηκε να αντισταθμίσει τον βιαστικό αποκεφαλισμό του Γκανέσα επαναφέροντάς τον από τον κόσμο των νεκρών. Κατά τη διάρκεια της ανάστασης όμως ο Σίβα σκέφτηκε να δώσει στον νεκρό ακόμα Γκανέσα το κεφάλι ελέφαντα, πιθανότατα για να τον κάνει λιγότερο όμορφο. Γι’ αυτό και είναι ο θεός της σοφίας, των τεχνών, των γραμμάτων και της ευημερίας, αλλά όχι και του κάλλους…

ΛΕΜΙΝΚΑΙΚΕΝ

Ο κοκκινοτρίχης θεός του φινλανδικού παγανισμού ήταν ένας λαϊκός ήρωας που επιδόθηκε σε μια προσωπική οδύσσεια, μια αποστολή δηλαδή να αιχμαλωτίσει έναν από τους μαύρους κύκνους του ποταμού του κάτω κόσμου. Σκοτώθηκε βέβαια προσπαθώντας και η σορός του βυθίστηκε στο νερό, παρασύρθηκε από το ρεύμα και χάθηκε από προσώπου γης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το σώμα του διαμελίστηκε καθώς συγκρουόταν στα βράχια και τα απομεινάρια του διασκορπίστηκαν στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη.

Η μητέρα του όμως, που δεν σταμάτησε ποτέ να τον αναζητεί, περιμάζεψε ένα-ένα τα κομμάτια του και τα έραψε κατόπιν, αν και αυτό δεν τον επανέφερε στη ζωή. Γιατί χρειαζόταν γι’ αυτό το ειδικό μέλι των θεών, τη συγκολλητική ουσία που διέθετε τη μαγική δύναμη να επαναφέρει κάποιον στη ζωή. Κι έτσι η χαροκαμένη μάνα, με τη βοήθεια κάποιων θεών, έστειλε μια μέλισσα να κλέψει μια στάλα από το θεϊκό μέλι, το οποίο έκανε τελικά το μαγικό.

ΤΑΜΟΥΖ

Η αρχαία σημιτική θεότητα της ευφορίας και της βλάστησης ήταν ένας θεός των Σουμερίων η λατρεία του οποίου γενικεύτηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου και περιλήφθηκε στο πάνθεο των Ασσύριων και των Βαβυλώνιων. Ο Ταμούζ ξεκίνησε μάλιστα τη θεϊκή του καριέρα ως κοινός θνητός, αν και βασιλιάς. Τον επέλεξε κάποια στιγμή ως αντικείμενο έρωτα η θεά Ινάννα και από δω ξεκινούν οι περιπέτειές του.

Γιατί, σύμφωνα με το Έπος του Γκιλγκαμές, ό,τι κι αν αγαπούσε η Ιστάρ (η βαβυλωνιακή εκδοχή της Ινάνα, η Αστάρτη), κατέληγε χωρίς πνοή μέσα του και ο Ταμούζ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, κι έτσι βρέθηκε πριν καλά-καλά το καταλάβει στον κόσμο των νεκρών. Η Ινάνα μαλάκωσε όμως στις αντιδράσεις της και πήγε να τον σώσει από το βασίλειο του σκότους. Κι έτσι τον επανέφερε στη ζωή και τον έκανε θεό, αν και όχι μια φορά, αλλά πολλές, σε έναν αδιάκοπο κύκλο θανάτου και ανάστασης. Κάθε χρόνο, ο Ταμούζ πέθαινε και η Μέση Ανατολή βυθιζόταν στον καύσωνα και την ξηρασία.

Όταν επέστρεφε η περίοδος των βροχών και οι σπόροι άρχιζαν να βλασταίνουν, αυτό ήταν σημάδι της ανάστασής του. Σύμφωνα με άλλη -επίσης πανάρχαια- παραλλαγή του σουμερικού μύθου, ο Ταμούζ ήταν ο θεός ποιμένας που επέλεξε να κατέβει στον Άδη στη θέση της αγαπημένης του συζύγου, θεάς Ινάνα. Η αδελφή του, Γεστινάνα, δέχτηκε να περνά τον μισό χρόνο στον κάτω κόσμο για λογαριασμό του. Ο μύθος παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με την ιστορία του Άδωνι…

ΚΕΤΖΑΛΚΟΑΤΛ

Μια από τις κυρίαρχες θεότητες των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής που παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία της ανάστασης είναι ο περίφημος Κετζαλκόατλ, η εικονογραφία του οποίου τον θέλει φτερωτό φίδι, όταν το πανάσχημο και παραμορφωμένο παρουσιαστικό του μεταμορφώθηκε στην τρομακτική αυτή μορφή. Ο θεός των Αζτέκων, των Μάγια (Κουκουλκάν στον πολιτισμό αυτό) και των γειτονικών φυλών του Μεξικού ήταν ο αφέντης των ουρανού και ο δημιουργός των νόμων, αν και είναι η ιδιαίτερη ιστορία του που μας ενδιαφέρει εδώ.

Μεθυσμένος λοιπόν και τυφλωμένος από έρωτα, επιδόθηκε σε σεξουαλικές περιπτύξεις με την αδερφή του και όταν ξεμέθυσε δεν είχε πού να κρυφτεί από την ντροπή του. Κλείστηκε λοιπόν σε μια σαρκοφάγο και ρίχτηκε στο ποτάμι για να πνιγεί, αν και η θεϊκή του φύση δεν κατέθετε εύκολα τα όπλα της ζωής. Κι έτσι ρίχτηκε στην πυρά με όλα του τα υπάρχοντα: οι στάχτες του ανήλθαν στους αιθέρες και έγιναν πουλιά, την ίδια ώρα που η καρδιά του έφτασε στα ανώτερα στρώματα του ουρανού και αποκρυσταλλώθηκε στον Αυγερινό. Έπειτα από τέσσερις μέρες στον κάτω κόσμο, βρήκε τελικά τη θέση του στο πάνθεο των Αζτέκων.

Ο θάνατος και η ανάστασή του συνδέθηκαν με τη μυθολογία της δημιουργίας και καταστροφής του κόσμου στις Τέσσερις (πρώτες) Εποχές, ενώ ήταν ο κύριος άρχοντας της Πέμπτης Εποχής του κόσμου. Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Κετζαλκόατλ κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών και μάζεψε τα οστά των ανθρώπων από τις προηγούμενες εποχές δημιουργίας, τα οποία ράντισε με το αίμα του σε μια πράξη ύστατης αυτοθυσίας και έπλασε έτσι τους ανθρώπους της νέας εποχής. Ο ισπανός κατακτητής του Μεξικού Ερνάν Κορτές εκμεταλλεύτηκε τον θρύλο του Κετζαλκόατλ και παρουσιάστηκε στον Μοντεζούμα Β’ ως προσωποποίηση της θεότητας…

ΚΡΙΣΝΑ

Η σημαντικότατη ινδουιστική θεότητα, η ίδια η μετενσάρκωση του σπουδαίου Βισνού ή το υπέρτατο ον των ινδουιστών, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Σύμφωνα με το άλλο ιερό κείμενο της θρησκείας, το έπος Μαχαμπαράτα, η ανθρώπινη ενσάρκωση του Βισνού σε Κρίσνα (που απεικονίζεται συνήθως ως παιδί που παίζει φλάουτο ή νεαρός πρίγκιπας) του έδινε τη δυνατότητα να καταλαβαίνει καλύτερα την ανθρώπινη φύση και να αλληλεπιδρά με τους πιστούς.

Έπειτα από πάμπολλες περιπέτειες, πολέμους και εξερευνητικές αποστολές στις εσχατιές του σύμπαντος, ο Κρίσνα πήγε σε μια θρησκευτική γιορτή και από τις διαμάχες που ξέσπασαν εκεί αναγκάστηκε να αποσυρθεί σε ένα δάσος για διαλογισμό. Την ώρα λοιπόν που συλλογιζόταν στην πλατιά σκιά ενός δέντρου, ένας κυνηγός τον μπέρδεψε με ελάφι και τον τραυμάτισε θανάσιμα με το βέλος του. Ο Κρίσνα πέθανε και το σώμα του κάηκε τελετουργικά, αν και όντας θεός ήταν μόνο η ανθρώπινη φύση του που άφησε την τελευταία της πνοή. Ο άφθαρτος Κρίσνα ανήλθε στους ουρανούς μετά τη θεϊκή του ανάσταση.

Τη στιγμή του θανάτου του μάλιστα ο ουρανός σκοτείνιασε και ο Κρίσνα κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αν και την τρίτη μέρα αναστήθηκε και αναλήφθηκε στους ουρανούς. Πολλοί μύθοι και θρύλοι έχουν βαλθεί να απαθανατίσουν τα χρονικά του και δεν συμφωνούν όλοι, όπως η ιστορία που απαθανατίζεται στο ιερό κείμενο του ινδουισμού Μπαγκαβάτ Γκίτα.

ΜΙΘΡΑΣ

Την ώρα που ο θεός Άττις της Φρυγίας, άλλη μια υπερφυσική οντότητα συνδεδεμένη με τον κύκλο της ζωής και του θανάτου, θα μπορούσε κάλλιστα να περιληφθεί στη λίστα μας καθώς αναστήθηκε την τρίτη μέρα του θανάτου του (είχε σταυρωθεί πάνω σε δέντρο), ο Μίθρας των Περσών του έκλεψε όλη τη δόξα. Γνωστός και ως «παγανιστής Χριστός», ο θεός των Περσών και μεγάλο όνομα του ζωροαστρισμού γενικεύτηκε στη Δύση: η λατρεία του Μίθρα ανήκει στις μυστηριακές λατρείες που αναδύθηκαν κατά την ελληνιστική εποχή ως μια νέα μορφή θρησκευτικότητας, η οποία έμεινε γνωστή ως μιθραϊσμός.

Ο κόσμος της Ανατολής παντρεύτηκε με τον ελληνορωμαϊκό και η οικουμενική γέννηση του Μίθρα ήταν γεγονός, ως θεός πλέον του ουράνιου φωτός, εγγυητής του όρκου, προστάτης της αλήθειας και εχθρός του ψεύδους. Η λατρεία του εξαπλώθηκε στη Μεσόγειο κατά τους πρώτους αιώνες μ.Χ. και ενείχε εντυπωσιακές ομοιότητες με τη χριστιανική ιστορία του Ιησού από τη Ναζαρέτ, όπως η θεία ευχαριστία. Η ελληνιστική και ρωμαϊκή μυστηριακή λατρεία αντλούσε φυσικά στοιχεία από τον περσικό θεό, ο οποίος στα ιερά ζωροαστρικά συγγράμματα ήταν ο Σωτήρας, ο θεός του Ήλιου και το πνεύμα του καλού.

Ο Μίθρας πέθανε και αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, την ίδια ώρα που οι αναλογίες του με τον Ναζωραίο παραμένουν αξιοσημείωτες. Ο μιθραϊσμός άκμασε στη Ρώμη και το Βατικανό μάλιστα είναι χτισμένο στα ερείπια αρχαίου μιθραίου. Όσο για την επιγραφή...

 «Αυτός που δεν θα φάει από το σώμα μου ούτε θα πιει από το αίμα μου έτσι ώστε να γίνει ένα με μένα και εγώ με αυτόν, αυτός δεν θα σωθεί», αυτή η επιγραφή που σώζεται στο Βατικανό, δεν είναι χριστιανική αλλά μιθραϊκή.

11 March 2022

«Μόνο εθνικιστές πείθει ο Πούτιν»

Ο Γιώργος Τσακνιάς επιχειρεί να αποκωδικοποιήσει τις ισορροπίες στο εσωτερικό της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία

του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή, 6/3/22

Ο Γιώργος Τσακνιάς γεννήθηκε το 1968. Σπούδασε Ιστορία και Πολιτισμό των Σλαβικών Λαών στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ. Εργάζεται στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης και παράλληλα είναι μεταφραστής λογοτεχνίας. Από τα ρωσικά έχει μεταφράσει έργα των Γκόγκολ, Ντοστογιέφσκι, Τσέχοφ, Αχμάτοβα κ.ά. Είναι τακτικός συνεργάτης της «Κ».

Με αφορμή την πουτινική εισβολή στην Ουκρανία, του θέσαμε τρία ερωτήματα.

Σε ποιο βαθμό, ως κοινωνία και κουλτούρα, ο μέσος Ρώσος στηρίζει αυτόν τον πόλεμο;

– Δεν είναι βέβαια ο πρώτος πόλεμος του Πούτιν σε πρώην σοβιετική χώρα. Ο δεύτερος πόλεμος της Τσετσενίας την περίοδο 1999-2000 έκανε μάλλον καλό στη δημοτικότητα του Πούτιν, καθώς συνδέθηκε και με την αντιμετώπιση τρομοκρατικών ενεργειών σε ρωσικό έδαφος. Το 2008, ο πόλεμος των πέντε ημερών με τη Γεωργία, με αφορμή την αυτονομία δύο φιλορωσικών περιοχών (της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας), στάθηκε αφορμή για τη διατύπωση του νέου αντιδυτικού δόγματος: για πρώτη φορά ο Πούτιν δήλωσε με λόγια και με πράξεις πως θεωρεί τις ανεξάρτητες πρώην σοβιετικές χώρες ζώνη ρωσικού ενδιαφέροντος, όπου ο ρωσικός στρατός δικαιούται να επεμβαίνει ως ρυθμιστής, ενώ η παρουσία του ΝΑΤΟ συνιστά επιθετική πράξη.

Η Ουκρανία ωστόσο είναι διαφορετική περίπτωση. Δεν βρίσκεται στον Καύκασο, αλλά στην καρδιά «πασών των Ρωσιών». Το Κίεβο είναι η πρώτη ρωσική πρωτεύουσα, οι δε Ουκρανοί γλωσσικά και πολιτισμικά είναι στενοί συγγενείς των Ρώσων, όχι κάτι ξένο· αυτό ο Πούτιν προσπαθεί να το εργαλειοποιήσει, πέρα όμως από την απήχηση που θα έχει η ρητορική του περί «τεχνητού ουκρανικού έθνους» σε έναν σκληρό πυρήνα Ρώσων εθνικιστών, νομίζω πως τα κοινά στοιχεία θα παίξουν ακριβώς τον αντίθετο ρόλο. Για να το πούμε απλά, οι περισσότεροι Ρώσοι έχουν συγγενείς, φίλους ή συνεργάτες στην Ουκρανία. Εχω την αίσθηση πως αισθάνονται ζεματισμένοι από την απρόκλητη εισβολή και πως λίγοι θα δουν τους Ουκρανούς ως εχθρούς, ό,τι κι αν τους πει ο Πούτιν.

Eλλειμμα ρωσικής κουλτούρας ως προς τους δημοκρατικούς θεσμούς: πώς αναδεικνύεται αυτό στη Ρωσία του Πούτιν;

Η πρώτη μετασοβιετική περίοδος είχε ως χαρακτηριστικά της την οικονομική κατάρρευση, τη δημιουργία ακραίων ανισοτήτων, καθώς και τεράστια διαφθορά και εγκληματικότητα, οι οποίες βέβαια επηρέαζαν την καθημερινότητα των πολιτών, που νοσταλγούσαν την ασφάλεια και την κανονικότητα του σοβιετικού καθεστώτος. Ο Πούτιν ήρθε να γεμίσει αυτό το πολιτικό και ηθικό κενό προσφέροντας τουλάχιστον μείωση της φτώχειας, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αλλά και την υπόσχεση για αποκατάσταση μιας χαμένης εθνικής υπερηφάνειας.– Το τσαρικό καθεστώς ήταν ιδιαίτερα αυταρχικό και οπισθοδρομικό. Ας θυμηθούμε ότι η δουλοπαροικία καταργήθηκε μόλις το 1861, ενώ μετά την επανάσταση του 1905 η ελέω Θεού εξουσία του τσάρου μετατράπηκε σε συνταγματική μοναρχία. Οι πρώτες ελεύθερες εκλογές έλαβαν χώρα μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων, τον Νοέμβριο του 1917· ξαναέγιναν εκλογές ύστερα από 74 χρόνια, όταν εξελέγη πρόεδρος της Ρωσίας ο Γιέλτσιν, λίγους μήνες πριν από τη διάλυση της ΕΣΣΔ.

Βέβαια, στην εθνικιστική ρητορική του, στη δημιουργία της εικόνας του και στην ίδια την άσκηση της εξουσίας δεν διστάζει να αξιοποιεί αντιδημοκρατικά στοιχεία τόσο του τσαρικού όσο και του σοβιετικού παρελθόντος: την κατάχρηση των μυστικών υπηρεσιών (από τις οποίες εξάλλου προέρχεται ο ίδιος), την ακραία προπαγάνδα, την εξόντωση πολιτικών αντιπάλων, την απαγόρευση κομμάτων ή φορέων της κοινωνίας των πολιτών (όπως πρόσφατα το Μεμόριαλ, οργάνωση που ασχολείται πρωτίστως με τη μνήμη των θυμάτων των πολιτικών διώξεων στα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας), την επιδεικτική περιφρόνηση των θεσμών, την εργαλειοποίηση συμβόλων, τη βία, την απειλή, τη συκοφαντία, τη –σταλινικής καταγωγής– «θεωρία της περικύκλωσης», το αντιδυτικό μένος κ.ο.κ.

Το στερεότυπο του καλλιεργημένου Ρώσου επί ΕΣΣΔ σε ποιο βαθμό ίσχυε και τι ισχύει σήμερα;

– Iσχυε προ ΕΣΣΔ, όταν ο Ντοστογιέφσκι και ο Τολστόι ήταν εν ζωή εθνικοί ήρωες κι ο Πούσκιν ο αγαπημένος ποιητής όλων. Εξακολούθησε να ισχύει επί ΕΣΣΔ, όταν εξαλείφθηκε ο φοβερός αναλφαβητισμός και αυξήθηκαν οι αναγνώστες, αλλά μειώθηκαν οι συγγραφείς, αφού αρκετοί είχαν κακό τέλος στα Γκουλάγκ και πολλών άλλων έπαψαν να εκδίδονται τα έργα.

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2019, οι Ρώσοι ακόμη διαβάζουν πολύ, έχουν όμως χάσει την πρωτιά από τους Κινέζους. Ο Πούτιν φρόντισε στα τέλη του 2018 να φωτογραφηθεί «τυχαία» στο διάλειμμα μιας διάσκεψης στο Τατζικιστάν με τον Ευγένιο Ονέγκιν του Πούσκιν ανά χείρας. Τις τελευταίες μέρες είδα με χαρά ότι αρκετοί Ρώσοι καλλιτέχνες και συγγραφείς πήραν δημοσίως θέση κατά της εισβολής στην Ουκρανία, κάτι που απαιτεί πολύ θάρρος. Μακάρι οι ενέργειες αυτές, καθώς και οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις στις ρωσικές πόλεις, να αποτελούν προάγγελο μιας αλλαγής καθεστώτος.


07 March 2022

«Ζήσε, για τα άλλα σου παιδιά»

Έξοδος: Μνημειώδης συλλογή προφορικής ιστορίας για την έξοδο από τη Μικρασία, μία από τις σημαντικότερες στην Ευρώπη».

του Βασίλη Μηνακάκη, Καθημερινή, 6/3/22

«Hμασταν στην Πούντα. Στέκαμε γραμμή για να μπαρκάρουμε. O,τι είχαμε, μπόγους, βαλίτσες, τα πετούσαν για να περάσουν. Πέρασε η μητέρα μου, η αδερφή μου έπεσε κάτω, ο κόσμος την πατούσε, δεν μπορούσε να σηκωθεί. Eνας στρατιώτης, καθώς βάσταγε το μωρό της, το τρύπησε με την ξιφολόγχη. Το πέρασε από τη μια άκρια της φασκιάς ως την άλλη. Το ‘βαλε σε μιαν ακρούλα. “Ζήσε, κόρη μου, για τα άλλα σου παιδιά” της είπε η μάνα μας. Εγώ ακόμη δεν είχα περάσει τη ζώνη και με τραβά ένας Τουρκαλάς από το χέρι και μου λέει: “Ντουρ, μωρή” [στάσου, μωρή]. Βάζω κάτι φωνές, κάτι κλάματα· φωνές και η μάνα μου. Πέρασαν πεντέξι, μένα πού να μ’ αφήσει να περάσω. “Αχ παιδάκι μου” λέει η μάνα μου. Πέφτει κάτω και λιποθυμά. Στο μεταξύ ο Τούρκος μού δίνει ένα σκαμπίλι, που άστραψε το φως μου. “Τσικάρ παρά” [βγάλε λεφτά] λέει. Θυμήθηκα το πεντόλιρο, του το ‘δωσα. Μ’ αυτό γλύτωσα. Μου δίνει μια σπρωξιά. Πέφτω κάτω. Κι έσπασα τα γόνατά μου. Έχασα και το ένα παπούτσι μου. Πέταξα και το άλλο στη θάλασσα. Εκεί πια οι Ιταλοί μάς ανέβασαν αγκαλιά στο καράβι».

Αυτή είναι η συγκλονιστική μαρτυρία της Αννας Καραμπέτσου, από το Νυμφαίο, έναν από τους 2.150 οικισμούς της Μικρασίας με παρουσία ελληνικού στοιχείου. Πλήθος αντίστοιχων μαρτυριών περιέχεται στην πολύτομη σειρά «Η έξοδος», η οποία θα συνοδεύει μερικά από τα κυριακάτικα φύλλα της «Καθημερινής» κατά τους επόμενους μήνες. Τα βιβλία εκδόθηκαν σταδιακά από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (ΚΜΣ) –το πρώτο το 1980 και το τελευταίο το 2016–, αποτελούν καρπό ενός ερευνητικού-εκδοτικού προγράμματος που διήρκεσε περισσότερο από μισόν αιώνα και, όπως σημειώνει στον πρόλογο του τελευταίου τόμου ο Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης, ακαδημαϊκός, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και διευθυντής του ΚΜΣ, αναδεικνύουν «τόσο το εύρος και το βάθος της παρουσίας του ελληνισμού στη Μικρασιατική χερσόνησο όσο και το δράμα της συμφοράς και του ξεριζωμού, που, ωστόσο, μέσα από τις ανεξιχνίαστες περιστροφές της Ιστορίας ανανέωσε την ελληνική κοινωνία».

Οι πρώτοι τόμοι αφορούν τον ελληνισμό των παραλίων της Μικράς Ασίας. Ακολουθούν οι τόμοι που αναφέρονται στην κεντρική και νοτιοδυτική Μικρασία, καθώς και εκείνοι για τον Πόντο. Η συγκέντρωση των μαρτυριών –η απογραφή της μνήμης του μικρασιατικού ελληνισμού– άρχισε με πρωτοβουλία της Μέλπως Λογοθέτη-Μερλιέ λίγα χρόνια αφότου έφυγε και ο τελευταίος Ελληνας από τη μικρασιατική γη και διήρκεσε τρεις και πλέον δεκαετίες. Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας, συνεργάτες του ΚΜΣ ταξίδεψαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ηπειρωτικού ή νησιωτικού, για να βρουν τους ξεριζωμένους και να ακούσουν από το στόμα τους τα περιστατικά που έζησαν εκείνες τις στιγμές. Συνάντησαν απλώς ανθρώπους –αγρότες, εργάτες, επαγγελματίες, ιερείς, δασκάλους, νοικοκυρές– και κατέγραψαν όσα άκουσαν όσο γινόταν πιο πιστά, αποφεύγοντας να προσθέσουν ή ν’ αφαιρέσουν το παραμικρό από τις αφηγήσεις. Κράτησαν με πιστότητα τη γλώσσα των πληροφορητών, τόσο από την άποψη της μορφής και του λεξιλογίου όσο και από την άποψη της διατύπωσης. Ετσι συγκεντρώθηκε ένα τεράστιο υλικό, τμήμα του οποίου, ύστερα από επιλογή, παρουσιάζεται στους τόμους της «Εξόδου». Ο γενικός τίτλος των τόμων έχει την ιστορία του: Η Επιτροπή της Κοινωνίας των Εθνών για την αποκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, στη μεγάλη έκθεση με τον τίτλο «Η εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα» χρησιμοποίησε τον όρο «Εξοδος» για να προσδιορίσει το γεγονός του ξεριζωμού των Ελλήνων της Μικρασίας. Το ΚΜΣ υιοθέτησε τον όρο στο βιβλικό του νόημα και με τον ίδιο τρόπο τιτλοφόρησε τις αφηγήσεις των Ελλήνων της Μικρασίας που αναφέρονται στο γεγονός του ξεριζωμού.

Οι μαρτυρίες της «Εξόδου», σημειώνει ο Π. Κιτρομηλίδης, συγκροτούν μια «μνημειώδη συλλογή προφορικής ιστορίας, η οποία δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη και παλαιότερη στην Ελλάδα αλλά και μία από τις σημαντικότερες στην Ευρώπη. […] μέσα από το συναίσθημα του νόστου που εμπεριέχει μια συνεχή σύγκριση του τότε, του χαμένου παραδείσου της αλησμόνητης πατρίδας, με το τώρα, την εμπειρία της προσφυγιάς και τον αγώνα της επιβίωσης που σήμαινε η εγκατάσταση στη νέα πατρίδα, συνιστούν εξίσου σημαντική πηγή για την κοινωνική ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας».

27 February 2022

Ανακοίνωση «Άρδην» για την εισβολή στην Ουκρανία

(ακόμα και οι τέως αναρχικοί αλλάζουν την οπτική γωνία)

Με την Ουκρανία και τον ουκρανικό λαό ενάντια στη ρωσική εισβολή. Χωρίς υποσημειώσεις, «ναι μεν αλλά», και φοβίες «μήπως ταυτιστούμε με το ΝΑΤΟ». Με τους αδάμαστους Ρώσους πολίτες που διαδηλώνουν κατά δεκάδες χιλιάδες σε σαράντα ρωσικές πόλεις αψηφώντας την τρομοκρατία του δικτάτορα σώζοντας την τιμή του ρωσικού λαού. Με τους δεκάδες χιλιάδες Έλληνες που περνάνε δύσκολες στιγμές σε Μαριούπολη και Οδησσό.

Η Ρωσία πραγματοποιεί μια ωμή και αιματηρή εισβολή στη γειτονική της Ουκρανία, επιστρατεύοντας χονδροειδή και κυνικότατα ψεύδη για να συγκαλύψει τον επεκτατισμό της. Έναν επεκτατισμό διαχρονικό που δεν άλλαξε ούτε με τον Τσάρο ούτε με τον Στάλιν ούτε με τον πρώην πράκτορα της Γκα-Γκε-Μπε, Βλαδίμηρο Πούτιν, οπαδό της μετα-σοβιετικής «αυτοκρατορίας», με τις πλάτες της Κίνας, και την έμμεση συμβολή του δόλιου Πόντιου Πιλάτου που λέγεται Τουρκία.

Όποιος έχει μάτια, βλέπει: η προς Ανατολάς διεύρυνση του ΝΑΤΟ, επιχείρημα που χρησιμοποιεί σήμερα η Ρωσία για να καμουφλαριστεί από επιτιθέμενη σε αμυνόμενη, έχει παγώσει από το 2014. Σε ό,τι αφορά στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, την ένταξη στο ΝΑΤΟ τη ζητούσαν επίμονα οι ίδιες οι κοινωνίες τους σε συντριπτικά ποσοστά, γιατί ιστορικά έχουν δεινοπαθήσει από τον ρωσικό επεκτατισμό και φοβούνταν μήπως αυτός επανέλθει – όπως επανέρχεται σήμερα στην Ουκρανία.

Η Δύση, για να αποσοβήσει αυτό τον επεκτατισμό, θα μπορούσε να είχε επιλέξει να ενσωματώσει τη Ρωσία στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι – όπως εξ άλλου συνέβαινε μέχρι το 1917. Δεν το έκανε, τυφλωμένη από το «τέλος της ιστορίας» και τη χίμαιρα μιας παγκόσμιας κυριαρχίας. Αποτελεί όμως αυτό επιχείρημα ή δικαιολογία για να υποδουλώσει εκ νέου τα έθνη της Ανατολικής Ευρώπης με τον ωμό κυνισμό που επιχειρεί σήμερα ο Πούτιν;   

Με το «Blitzkrieg» που διεξάγει σήμερα στην Ουκρανία, η Ρωσία χαράσσει ξεκάθαρη πορεία προς τον Ευρασιατικό Άξονα. Η παγκοσμιοποίηση των Δυτικών βρίσκεται σε προφανή πτώση ενώ, αντίθετα, η Ευρασία είναι ο ανερχόμενος πόλος, εξαπλώνοντας ήδη ζώνες ελέγχου στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική, την Ασία. Και δεν πρέπει να έχουμε καμία αμφιβολία ότι το πράσινο φως το έδωσε ο Κινέζος Βούδας. Άλλωστε για την εισβολή περίμεναν μέχρι το τέλος των Ολυμπιακών του Πεκίνου. Παράλληλα, η Ρωσία παρεμβαίνει στο εσωτερικό της Δύσης μέσω ενός υβριδικού πολέμου εκμεταλλευόμενη τη γενική εσωτερική κοινωνική δυσαρέσκεια, για να την μετατρέψει σε φερέφωνο της δικής της προπαγάνδας. Όπως εξ άλλου γινόταν στην εποχή της Σοβιετίας με τα κομμουνιστικά κινήματα. Διαμορφώνει, τέλος, ένα μοντέλο «αυταρχικής παγκοσμιοποίησης», όπου κυριαρχεί η δεσποτική εξουσία, η απαγόρευση της πολυφωνίας και της ελευθεροτυπίας, η ασφυκτική επιτήρηση με τη χρήση νέων τεχνολογιών όπου πρωτοστατεί η Κίνα.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για την Ελλάδα; Η εισβολή στην Ουκρανία είναι κομμάτι μιας ευρύτερης στρατηγικής, η οποία προβλέπει την ισοπέδωση όλου του «ενδιάμεσου χώρου» ανάμεσα στην Ευρασία και το ευρωατλαντικό τόξο. Και αν αυτό για την Ουκρανία σημαίνει ότι θα πρέπει να υποταγεί ξανά στους Ρώσους, για εμάς σημαίνει ότι θα πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι στον νεο-οθωμανό δικτάτορα.

Με τον ίδιο τρόπο που βλέπει ο Πούτιν την Ουκρανία, βλέπει ο Ερντογάν την Ελλάδα. Ήδη άλλωστε, με αφορμή την αγορά των Ραφάλ και των φρεγατών, πληθαίνουν οι δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων πως «η Ελλάδα περικυκλώνει την Τουρκία». Η προβοκάτσια μεθοδεύεται και στο Αιγαίο εδώ και χρόνια, άλλοτε με τον υβριδικό πόλεμο του μεταναστευτικού, άλλοτε με τη «Γαλάζια Πατρίδα», και άλλοτε με τη Θράκη και την υποτιθέμενη καταπίεση της μουσουλμανικής μειονότητας.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα πρέπει να ηχήσει σαν συναγερμός στα αυτιά της ελληνικής κοινωνίας. Οι εγχώριες ελίτ πιστεύουν ότι θα τους σώσει το δικαιωματιστικό ευρωατλαντικό κατεστημένο και δεν βλέπουν έτσι τη μοναξιά των Ουκρανών ενώπιον των ρωσικών αρμάτων. Δυστυχώς όμως και μια μεγάλη μερίδα του λαϊκού σώματος, εγκαταλελειμμένη για χρόνια στην άγνοια και την αμάθεια, προτιμάει να πεθαίνει ανεμβολίαστη ή να πιστεύει τη ρωσική προπαγάνδα περί «ομόδοξου έθνους». Χωρίς να βλέπει ότι, εδώ και εκατόν πενήντα χρόνια, η Ρωσία βρισκόταν σταθερά ενάντια στα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Και σήμερα ο Πούτιν «κάνει πλάτες» στον Ερντογάν για να μας καταπιεί ο τουρκικός επεκτατισμός.

Η Ελλάδα είχε και έχει κάθε συμφέρον να δει τη Ρωσία να χτίζει γέφυρες με την Ευρώπη. Η Ρωσία όμως διάλεξε άλλον δρόμο, τον οποίον θα πληρώσει πρώτα και κύρια το ίδιο το ρωσικό έθνος. Γιατί είναι δημογραφικά αδύναμο έναντι του μουσουλμανικού κόσμου, που ήδη κατακλύζει τη Ρωσία﮲ γιατί η χώρα του είναι πολύ πιο αδύναμη από την Κίνα, και θα καταντήσει δορυφόρος της﮲ και γιατί το καθεστώς Πούτιν καθίσταται δικτατορικό στο εσωτερικό, πράγμα που θα το πληρώσει η πλατιά πλειοψηφία των Ρώσων.

Εν τω μεταξύ, η ίδια η ύπαρξη της Ελλάδας κινδυνεύει, όπως άλλοτε υπονομευόταν από τους πολέμους που εξαπέλυε η «Νέα Τάξη» της Δύσης στη Γιουγκοσλαβία. Όπως τότε οι περιστάσεις απαιτούσαν ξεκάθαρα λόγια, έτσι το απαιτούν και τώρα, δίχως αστερίσκους, και ισαποστακισμούς – όπως κάνουν πολλοί, από αφέλεια ή από δόλο και συμφέρον.

Ούτως ή άλλως, ένας δρόμος υπάρχει μόνο για την Ελλάδα: ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, διπλωματικής και στρατιωτικής, της κοινωνικής συνοχής, της ενεργειακής και οικονομικής αυτοδυναμίας, αντιμετώπιση της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Συμμαχία με δυνάμεις όπως η Γαλλία, που έχουν συνειδητοποιήσει τη μεγάλη αδυναμία της Ευρώπης, και κινούνται προς την κατεύθυνση μιας ανεξάρτητης ευρωπαϊκής πολιτικής με ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι στην Τουρκία. Και κάτι τελευταίο: Την Κύπρο, και τα μάτια μας.

07 February 2022

«Ελληνώνυμοι» οι Ελληνες και «Ελλαδιστάν» η Ελλάδα;

 του Παντελή Μπουκάλα, Καθημερινή, 6/2/2022

(...) Αν αναζητούσαμε εμβληματικές συνόψεις ή αφοριστικές αποτυπώσεις των αντιλήψεων αυτών για την «Ελλάδα που δεν…» θα στεκόμασταν στα εξής: 

  • Στην αλαζονική απόφανση του Κώστα Σημίτη, πρωθυπουργού τότε, «αυτή είναι η Ελλάδα». 
  • Στον κατεδαφιστικό στίχο του Διονύση Σαββόπουλου, «δεν υπάρχει ελπίς, στην Ελλάδα ζεις». 
  • Στις σαρωτικά υποτιμητικές φράσεις του Δημήτρη Δημητριάδη: «Ανήκω σε έναν λαό τον οποίο βδελύσσομαι. Το βδέλυγμα είναι αυτός ο λαός. Ο ελληνικός λαός. Ο ελληνικός λαός είναι ένα βδέλυγμα. Ο λαός αυτός είναι πλέον ικανός και πανέτοιμος για το χειρότερο. Για το χείριστο. Δεν είναι ικανός και πανέτοιμος παρά μόνο γι’ αυτό. Επειδή ο ίδιος ανήκει στο χειρότερο. Στο χείριστο. Ο ελληνικός λαός ανήκει οριστικά στο μη περαιτέρω του χείριστου». 
  • Και στο δόγμα «Finis Graeciae» του Χρήστου Γιανναρά, η επιφυλλίδα του οποίου στην «Καθημερινή της Κυριακής», 23.1.2021, με τίτλο «Σαράντα χρόνια μονοτονικό», στάθηκε η αφορμή των σημερινών «Υποθέσεων».

Η αλήθεια είναι ότι στη συγκεκριμένη επιφυλλίδα ο Χρήστος Γιανναράς δεν επαναλαμβάνει μία επιπλέον φορά, μυριοστή, το «Finis Graeciae», ένα μοτίβο των βιβλίων και των εφημεριδογραφικών σχολίων του – κι ένα μοιρολόι δίχως νεκρό. Εχουν περάσει πολλά χρόνια από το 1986, όταν ο κ. Γιανναράς κήρυξε το τέλος της χώρας, τον θάνατό της, κι όμως η Ελλάδα συνεχίζει να πορεύεται επί γης, με τα καλά της και τα κακά της. Αλλά ποια Ελλάδα; Ο καθηγητής-επιφυλλιδογράφος αρνείται πεισματικά το δικαίωμα του τόπου να φέρει αυτό το όνομα, τους δε κατοίκους του τους θεωρεί ανάξιους να αποκαλούνται Ελληνες. Για «Ελληνώνυμους» (ξανα)μιλάει στην επιφυλλίδα του, μονότονα υποτιμητικός, και για «Ελλαδιστάν». Και, μα την αλήθεια, σαν Ελληνας και Ελλαδίτης (αυτονοήτως, αφού εδώ έτυχε να γεννηθώ) νιώθω να προσβάλλομαι κ α ι προσωπικά. Να προσβάλλονται όλοι οι γνώριμοι και οι άγνωστοί μου που έτυχε να γεννηθούν σε τούτα τα μέρη. Δεν μιλάει μόνο για Ελληνώνυμους και Ελλαδιστάν ο κ. Γιανναράς. Αλλά και για «φαιδρό Ελλαδέξ», «θλιβερό ελλαδικό κρατίδιο», «θλιβερό ελληνώνυμο κρατίδιο», «ελληνώνυμο κρατίδιο του βαλκανικού Νότου», «τρισάθλιο κρατίδιο των Ελληνωνύμων» (η αποδελτίωση των ελεεινολογικών όρων έγινε από τον Γιάννη Η. Χάρη, σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», 19.12.2020).

Σε άλλους καιρούς, όπως ξέρουμε από παραδόσεις που έχει καταγράψει ο Ι. Θ. Κακριδής, οι πρόγονοί μας φαντάζονταν πως «οι παλιοί οι Ελληνες ήταν αψηλοί σα λεύκες, τρανοί ως εφτά πήχια». Σήμερα ο κ. Γιανναράς μάς φαντάζεται πυγμαίους, σφετεριστές ένδοξων ονομάτων, κατοίκους μιας τιποτένιας χώρας.