Εκ βαθέων
(της ΕΦΗΣ ΜΑΡΙΝΟΥ, Ελευθεροτυπία 7 - 11/01/2009)
Ο Νίκος Σιδέρης, ψυχίατρος και καθηγητής ψυχολογίας του Πάντειου Πανεπιστημίου, αλλά και ποιητής και πεζογράφος, έχει ακούσει πολλά στη διάρκεια των συνεδριών. Λογαριάζει ότι μόνον τα όνειρα που του έχουν αφηγηθεί ασθενείς του ίσως ξεπερνούν τα είκοσι χιλιάδες... Ανάμεσα στα πολλά που διεκδίκησαν τη σιωπηλή προσοχή του όλα αυτά τα χρόνια σταχυολόγησε μερικά, «αμύθητης αξίας», όπως τα χαρακτηρίζει. Τα λόγια συγκεντρώθηκαν στο βιβλίο «Οπως ειπώθηκαν εκεί και ακούστηκαν», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο». Πρόκειται για φράσεις και αφηγήσεις που προέκυψαν αυθόρμητα ή στοχαστικά από ασθενείς και συνιστούν το κλασικό «υλικό» που υποστηρίζει τις ψυχαναλυτικές συζητήσεις.
Κριτήριο στην επιλογή των αποφθεγμάτων αποτέλεσε όχι η κλινική σπουδαιότητα αλλά η εκφραστική ευστοχία και η λογοτεχνική τους αξία: ευρηματικότητα, ακρίβεια, εικονοπλαστική δύναμη, περιεκτικότητα, λιτότητα, έκπληξη: «Το ότι δεν έχει όρια το μέλλον με πληγώνει», «Δεν είμαι μεσ' στη ζωή μου», «Ηταν μια περίοδος με θλιβερές επιτυχίες», «Κάθε προβληματικός θα με ερωτευόταν», «Δεν ξέρω πού, αλλά χρωστάω κάτι», «Εχω μια θαμπάδα στην ψυχή μου»...
«Επέλεξα δεκάδες πλάσματα λόγου που καταθέτουν με περιεκτική μορφή τη στιγμή της αλήθειας», λέει ο ψυχίατρος και συγγραφέας. «Λόγου άρτιου, ανοιχτού στο σύνολο της ψυχικής ζωής, με βαθιά αξιοπρέπεια. Φράσεις, κουβέντες, κάποτε βραχείς διάλογοι που, ανεξάρτητα από την κλινική τους σημασία, έχουν μια αυτοτελή αξία λόγου και συνδέονται με κάτι κοινό: μιλούν με τρόπο αξιοσημείωτο για το ουσιώδες, έστω και μικρό. Ασθενής του οποίου κάποια φράση υπάρχει στο βιβλίο, όταν τη διάβασε τη σχολίασε ως πολύ σπουδαία, χωρίς να θυμάται ότι είναι δική του.
Τα λόγια έχουν εκφραστική αξία ανεξάρτητα από τα συμφραζόμενα της διατύπωσής τους, ανεξάρτητα από πού και γιατί ειπώθηκαν. Θα μπορούσαν να μιλήσουν και σ' άλλους ανθρώπους για πράγματα που τους αφορούν. Πρόκειται για καίριες συμπυκνώσεις ανθρώπινης ψυχής, ψήγματα λόγου αληθείας, λογοτεχνίας ή φιλοσοφίας, που ανασύρονται ασυναίσθητα και αυθόρμητα γυρεύοντας λύτρωση. Είναι λόγια ικανά να συγκινήσουν, να γεννήσουν προσωπικό αίσθημα ή να παράσχουν την πρώτη ύλη για να μπορέσει η ψυχή του αναγνώστη να διατυπώσει τα δικά της πράγματα με τον δικό της τρόπο».
Ο Νίκος Σιδέρης για λόγους μορφικής ευστάθειας του κειμένου κατέταξε τα «Οπως ειπώθηκαν εκεί και ακούστηκαν» σε τέσσερις κατηγορίες: τις Καταπονήσεις, κεφάλαιο που αφορά το θεραπευτικό μέρος της ψυχανάλυσης, τις Φαντασιώσεις, που αποτυπώνουν τα παιχνίδια της φαντασίας με κάθε τι στον κόσμο, τους Μηχανισμούς της εμπλοκής και απεμπλοκής, όταν μια ψυχή χάνει ή ξαναβρίσκει την αλήθεια της, και την Υπαρξη, ένα σύνολο αποφθεγμάτων που αγγίζει τα μύχια συστατικά της ύπαρξης.
Ο συγγραφέας μετέφερε τις σημειώσεις που κρατούσε στο τέλος κάθε συνεδρίας, κωδικοποιημένες, συντομογραφημένες. Απέφυγε τα σχόλια, τις διευκρινήσεις εκτός από κάποιες περιπτώσεις που, όταν τα λεγόμενα κινδύνευαν να γίνουν λεκτικά ακατανόητα, έκρινε ότι οι ενδείξεις και οι πληροφορίες ήταν αναγκαίες στον αναγνώστη. Το απόρρητο του ψυχαναλυτή τηρείται και σ' αυτή την παρατεταμένη, ομαδική, συγγραφική «συνεδρία». Δεν αναφέρονται επώνυμα και τα μικρά ονόματα που εμφανίζονται είναι πάντα συμβατικά.
«Ο ανθρώπινος πόνος δεν είναι θέαμα» υπογραμμίζει ο Ν. Σιδέρης. «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να είναι τουρίστας στη χώρα μιας ψυχής. Οφείλει να στέκεται μπροστά της σαν προσκυνητής, με σεβασμό, σε διαλογισμό. Ο αναγνώστης ας διαβάσει με την ψυχή του ανοιχτή, όσο μπορεί. Με λίγη τύχη, θα μπορούσε να συναντήσει εδώ κάποιο μυστικό σημάδι, μια αόρατη ως τώρα σκιαγραφία που θα του φανέρωνε κάτι απ' τη μαγική εικόνα της δικής του αληθινής ζωής».
Κριτήριο στην επιλογή των αποφθεγμάτων αποτέλεσε όχι η κλινική σπουδαιότητα αλλά η εκφραστική ευστοχία και η λογοτεχνική τους αξία: ευρηματικότητα, ακρίβεια, εικονοπλαστική δύναμη, περιεκτικότητα, λιτότητα, έκπληξη: «Το ότι δεν έχει όρια το μέλλον με πληγώνει», «Δεν είμαι μεσ' στη ζωή μου», «Ηταν μια περίοδος με θλιβερές επιτυχίες», «Κάθε προβληματικός θα με ερωτευόταν», «Δεν ξέρω πού, αλλά χρωστάω κάτι», «Εχω μια θαμπάδα στην ψυχή μου»...
«Επέλεξα δεκάδες πλάσματα λόγου που καταθέτουν με περιεκτική μορφή τη στιγμή της αλήθειας», λέει ο ψυχίατρος και συγγραφέας. «Λόγου άρτιου, ανοιχτού στο σύνολο της ψυχικής ζωής, με βαθιά αξιοπρέπεια. Φράσεις, κουβέντες, κάποτε βραχείς διάλογοι που, ανεξάρτητα από την κλινική τους σημασία, έχουν μια αυτοτελή αξία λόγου και συνδέονται με κάτι κοινό: μιλούν με τρόπο αξιοσημείωτο για το ουσιώδες, έστω και μικρό. Ασθενής του οποίου κάποια φράση υπάρχει στο βιβλίο, όταν τη διάβασε τη σχολίασε ως πολύ σπουδαία, χωρίς να θυμάται ότι είναι δική του.
Τα λόγια έχουν εκφραστική αξία ανεξάρτητα από τα συμφραζόμενα της διατύπωσής τους, ανεξάρτητα από πού και γιατί ειπώθηκαν. Θα μπορούσαν να μιλήσουν και σ' άλλους ανθρώπους για πράγματα που τους αφορούν. Πρόκειται για καίριες συμπυκνώσεις ανθρώπινης ψυχής, ψήγματα λόγου αληθείας, λογοτεχνίας ή φιλοσοφίας, που ανασύρονται ασυναίσθητα και αυθόρμητα γυρεύοντας λύτρωση. Είναι λόγια ικανά να συγκινήσουν, να γεννήσουν προσωπικό αίσθημα ή να παράσχουν την πρώτη ύλη για να μπορέσει η ψυχή του αναγνώστη να διατυπώσει τα δικά της πράγματα με τον δικό της τρόπο».
Ο Νίκος Σιδέρης για λόγους μορφικής ευστάθειας του κειμένου κατέταξε τα «Οπως ειπώθηκαν εκεί και ακούστηκαν» σε τέσσερις κατηγορίες: τις Καταπονήσεις, κεφάλαιο που αφορά το θεραπευτικό μέρος της ψυχανάλυσης, τις Φαντασιώσεις, που αποτυπώνουν τα παιχνίδια της φαντασίας με κάθε τι στον κόσμο, τους Μηχανισμούς της εμπλοκής και απεμπλοκής, όταν μια ψυχή χάνει ή ξαναβρίσκει την αλήθεια της, και την Υπαρξη, ένα σύνολο αποφθεγμάτων που αγγίζει τα μύχια συστατικά της ύπαρξης.
Ο συγγραφέας μετέφερε τις σημειώσεις που κρατούσε στο τέλος κάθε συνεδρίας, κωδικοποιημένες, συντομογραφημένες. Απέφυγε τα σχόλια, τις διευκρινήσεις εκτός από κάποιες περιπτώσεις που, όταν τα λεγόμενα κινδύνευαν να γίνουν λεκτικά ακατανόητα, έκρινε ότι οι ενδείξεις και οι πληροφορίες ήταν αναγκαίες στον αναγνώστη. Το απόρρητο του ψυχαναλυτή τηρείται και σ' αυτή την παρατεταμένη, ομαδική, συγγραφική «συνεδρία». Δεν αναφέρονται επώνυμα και τα μικρά ονόματα που εμφανίζονται είναι πάντα συμβατικά.
«Ο ανθρώπινος πόνος δεν είναι θέαμα» υπογραμμίζει ο Ν. Σιδέρης. «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να είναι τουρίστας στη χώρα μιας ψυχής. Οφείλει να στέκεται μπροστά της σαν προσκυνητής, με σεβασμό, σε διαλογισμό. Ο αναγνώστης ας διαβάσει με την ψυχή του ανοιχτή, όσο μπορεί. Με λίγη τύχη, θα μπορούσε να συναντήσει εδώ κάποιο μυστικό σημάδι, μια αόρατη ως τώρα σκιαγραφία που θα του φανέρωνε κάτι απ' τη μαγική εικόνα της δικής του αληθινής ζωής».