Η Ηώ Ζερβουδάκη ήταν η προσωποποίηση του ήθους στην Αρχαιολογία. Βγαίνοντας τη Μ. Πέμπτη από την πλαϊνή πόρτα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στον πεζόδρομο της οδού Τοσίτσα, παρασύρθηκε από μηχανάκι. Τρεις ώρες μετά το συμβάν και παρά τις προσπάθειες των γιατρών, εξέπνευσε στον «Ευαγγελισμό».
Πλάι της βρέθηκαν αμέσως όλοι οι δικοί της άνθρωποι, αρχαιολόγοι και όλα τα «παιδιά» της που δούλευαν μαζί της στη Λίνδο. Την αγαπούσαν γιατί ήταν γενναιόδωρη και στοργική, άνοιγε δρόμους στους νέους.
Το θύμα του τροχαίου γεννήθηκε το 1935 στην Αθήνα από γονείς Κωνσταντινοπολίτες. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πήρε το διδακτορικό της το 1961 από τη Βόννη, με θέμα: «Αττική πολύχρωμη κεραμική από τα τέλη του 5ου και από τον 4ο αιώνα π.Χ. με ανάγλυφες παραστάσεις». Το 1965 μπήκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και υπηρέτησε στα Δωδεκάνησα και στις Κυκλάδες, φτάνοντας μέχρι τον βαθμό τού εφόρου.
Διετέλεσε διευθύντρια Αρχαιοτήτων (1980-1982 και 1990-1991), έφορος Αγγείων (1982) και στη συνέχεια διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (1997-1999). Η μεγάλη αγάπη της, όμως, υπήρξε η Λίνδος, στα αναστηλωτικά έργα της οποίας (ως πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής Λίνδου) έδωσε τα πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής της.
Η Ηώ Ζερβουδάκη, από τη συνταξιοδότησή της και μετά επίτιμη διευθύντρια αρχαιοτήτων, υπήρξε άνθρωπος ακέραιος, αυστηρός και τρυφερός μαζί, στάθηκε «φύλακας άγγελος» των αρχαίων. Όσοι τη γνωρίσαμε από την πολύχρονη θητεία της στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ξέραμε πως η αλήθεια ήταν πολύ κοντά στις δικές της θέσεις, γιατί υπερασπιζόταν πάντα την υπεραξία τού δημόσιου αγαθού που λέγεται «πολιτιστική κληρονομιά». Η στάση αυτή ασφαλώς δεν άρεσε στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία. Ωστόσο, η ακεραιότητά της δεν μπορούσε παρά να εμπνέει σεβασμό και εκτίμηση.
ΥΓ: Ο πεζόδρομος της Τοσίτσα βρίσκεται ανάμεσα σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα (Πολυτεχνείο) και σε δύο μουσεία (ΕΑΜ και Επιγραφικό). Περαστικοί, κάτοικοι και φοιτητές αντιμετωπίζουν καθημερινά πρόβλημα διέλευσης από τους χρήστες ναρκωτικών, που παίρνουν τη δόση τους δημοσίως. Ο άδικος χαμός της Ηώς Ζερβουδάκη ας ευχηθούμε να κινητοποιήσει έστω και εκ των υστέρων την Αστυνομία, που κωφεύει στις εκκλήσεις των διευθυντών των μουσείων για προστασία του κοινού.
Πλάι της βρέθηκαν αμέσως όλοι οι δικοί της άνθρωποι, αρχαιολόγοι και όλα τα «παιδιά» της που δούλευαν μαζί της στη Λίνδο. Την αγαπούσαν γιατί ήταν γενναιόδωρη και στοργική, άνοιγε δρόμους στους νέους.
Το θύμα του τροχαίου γεννήθηκε το 1935 στην Αθήνα από γονείς Κωνσταντινοπολίτες. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πήρε το διδακτορικό της το 1961 από τη Βόννη, με θέμα: «Αττική πολύχρωμη κεραμική από τα τέλη του 5ου και από τον 4ο αιώνα π.Χ. με ανάγλυφες παραστάσεις». Το 1965 μπήκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και υπηρέτησε στα Δωδεκάνησα και στις Κυκλάδες, φτάνοντας μέχρι τον βαθμό τού εφόρου.
Διετέλεσε διευθύντρια Αρχαιοτήτων (1980-1982 και 1990-1991), έφορος Αγγείων (1982) και στη συνέχεια διευθύντρια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (1997-1999). Η μεγάλη αγάπη της, όμως, υπήρξε η Λίνδος, στα αναστηλωτικά έργα της οποίας (ως πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής Λίνδου) έδωσε τα πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής της.
Η Ηώ Ζερβουδάκη, από τη συνταξιοδότησή της και μετά επίτιμη διευθύντρια αρχαιοτήτων, υπήρξε άνθρωπος ακέραιος, αυστηρός και τρυφερός μαζί, στάθηκε «φύλακας άγγελος» των αρχαίων. Όσοι τη γνωρίσαμε από την πολύχρονη θητεία της στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ξέραμε πως η αλήθεια ήταν πολύ κοντά στις δικές της θέσεις, γιατί υπερασπιζόταν πάντα την υπεραξία τού δημόσιου αγαθού που λέγεται «πολιτιστική κληρονομιά». Η στάση αυτή ασφαλώς δεν άρεσε στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία. Ωστόσο, η ακεραιότητά της δεν μπορούσε παρά να εμπνέει σεβασμό και εκτίμηση.
ΥΓ: Ο πεζόδρομος της Τοσίτσα βρίσκεται ανάμεσα σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα (Πολυτεχνείο) και σε δύο μουσεία (ΕΑΜ και Επιγραφικό). Περαστικοί, κάτοικοι και φοιτητές αντιμετωπίζουν καθημερινά πρόβλημα διέλευσης από τους χρήστες ναρκωτικών, που παίρνουν τη δόση τους δημοσίως. Ο άδικος χαμός της Ηώς Ζερβουδάκη ας ευχηθούμε να κινητοποιήσει έστω και εκ των υστέρων την Αστυνομία, που κωφεύει στις εκκλήσεις των διευθυντών των μουσείων για προστασία του κοινού.
(ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 29/04/2008)