Στην 38η θέση οι Έλληνες μαθητές ανάμεσα σε 15χρονους
από 57 χώρες, στον διαγωνισμό φυσικών επιστημών
Ο διαγωνισμός PISA στις φυσικές επιστήμες αξιολογεί τον λεγόμενο, κατά τον ΟΟΣΑ, επιστημονικό αλφαβητισμό. Πρόκειται για την «ικανότητα του ατόμου να χρησιμοποιεί την επιστημονική γνώση, να βγάζει συμπεράσματα τα οποία να βασίζονται στην επιστήμη, έτσι ώστε να κατανοεί τον φυσικό κόσμο που το περιβάλλει και να συμβάλει στη λήψη των αποφάσεων για τις αλλαγές που η ανθρώπινη δραστηριότητα επιφέρει σε αυτό», όπως ορίζει ο ΟΟΣΑ. «Στις άλλες χώρες συνδέουν τη γνώση με την άμεση εφαρμογή της. Για παράδειγμα τα μαθηματικά μπορεί να είναι πιο απλά με ό,τι διδάσκονται τα Ελληνόπουλα.
Ομως, στο εξωτερικό τα παιδιά αντιλαμβάνονται την αξία της εφαρμογής των μαθηματικών και αυτό τα ικανοποιεί και τα κάνει να χαίρονται το σχολείο», ανέφερε στην «Κ» ο Ελληνας εθνικός συντονιστής του προγράμματος PISA, αναπληρωτής καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο Πατρών κ. Παναγιώτης Καζαντζής. «Οι κακές ελληνικές επιδόσεις οφείλονται στο ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι επικεντρωμένο στην πρόσληψη ακαδημαϊκών γνώσεων και όχι στην ανάπτυξη δεξιοτήτων για την επίλυση προβλημάτων της καθημερινής ζωής», τονίζει στην «Κ» η αναπληρώτρια καθηγήτρια Εκπαιδευτικής Έρευνας στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο κ. Βάσω Χατζηνικήτα, που έχει διατελέσει και εθνική διαχειρίστρια στο πρόγραμμα PISA.
Ουσιαστικά, το ελληνικό σύστημα δίνει κατακερματισμένες γνώσεις, ενώ κύρια χαρακτηριστικά του είναι η παπαγαλία και η έλλειψη συνδυαστικής σκέψης. «Τα θέματα που εξετάζει το PISA δεν είναι μακριά από όσα διδάσκονται τα Ελληνόπουλα. Αλλά δίνονται με διαφορετικό τρόπο. Θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα εάν τα διδάσκαμε με διαφορετικό τρόπο. Και αυτό πρέπει να κάνουμε», λέει ο κ. Καζαντζής. Γιατί όμως δεν έγινε κάτι, αφού ήταν μέτριες οι επιδόσεις μας και το 2003; Επί θητείας στο υπουργείο Παιδείας της κ. Μαριέττας Γιαννάκου παρουσιάστηκε από Φινλανδούς το φινλανδικό -πρωτεύσαν- σύστημα.
Όμως, η παρουσία των Σκανδιναβών δεν αξιοποιήθηκε, καθώς «κουβέντα επί της ουσίας και σε βάθος δεν ακολούθησε στην Ελλάδα», όπως λέει η κ. Χατζηνικήτα. Μάλιστα, όπως τονίζει ο κ. Καζαντζής «πώς μπορούν να γίνουν αλλαγές, πώς μπορεί να αξιοποιηθούν οι επενδύσεις όταν δεν αρχίζουμε από το βασικό: την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος»;