07 December 2008

Ντενί Γκετζ: Μαθηματικά με φαντασία

(Athens Voice, Θανάσης Μήνας - 27.11.2008)
Μαθηματικός, καθηγητής ιστορίας και επιστημολογίας, και συγγραφέας με παγκόσμιας απήχηση, χάρη σε μυθιστορήματα όπως το «Θεώρημα του παπαγάλου», η «Μέτρηση του χρόνου», η «Επιχείρηση Μεσημβρία» και τα «Αστέρια της Βερενίκης»… Στο περιθώριο της διάλεξής του στο Γαλλικό Ινστιτούτο και με πρόσφατη την έκδοση της «Έπαυλης των ανδρών» (Ψυχογιός), ο Ντενί Γκετζ (Denis Guedj) συνομίλησε με την A.V.

Τοποθετήσατε την «Έπαυλη των ανδρών» στα χρόνια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Γιατί επιλέξατε αυτή την περίοδο; Επειδή είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και βεβαίως έντονη εποχή, η οποία επέφερε τρομακτικές αλλαγές στον κόσμο. Κι ακόμη περισσότερο, επειδή σ’ εκείνη την περίοδο έζησε ο Γκέοργκ Κάντορ, που είναι και ο πραγματικός ήρωας του βιβλίου.


Πώς εμπνευστήκατε την περσόνα του χερ Σίνγκερ από τον Κάντορ; Ο Γκέοργκ Κάντορ, όπως και ο καθηγητής Σίνγκερ στο βιβλίο, ήταν ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της εποχής του. Ειδικά η εργασία του πάνω στη θεωρία των συνόλων επέφερε τομές στα μαθηματικά. Οι ιδέες του ήταν επαναστατικές για την εποχή που έζησε και έρχονταν σε σύγκρουση με το τότε μαθηματικό κατεστημένο. Αυτή είναι η αιτία για την οποία, όπως και ο Σίνγκερ στο βιβλίο, δεν κατέλαβε έδρα καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, γεγονός που του στοίχησε. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος δεν σταμάτησε ποτέ να υποστηρίζει τις ιδέες του. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα.

Στο επίκεντρο του μυθιστορήματος στέκει η σχέση του χερ Σίνγκερ και τον Ματίας. Τι θέλατε να δείξετε μ’ αυτό το φαινομενικά αταίριαστο δίδυμο; Ο Σίνγκερ και ο Ματίας είναι δύο άνθρωποι στα πρόθυρα της παράνοιας, που γνωρίζονται στο δωμάτιο που μοιράζονται στο ψυχιατρείο. Ο πρώτος υποφέρει από κατάθλιψη επειδή δεν μπορεί να διδάξει και ο δεύτερος παθαίνει κρίσεις όταν ακούει ήχους που του θυμίζουν τα όσα έζησε στον πόλεμο. Τίθεται φυσικά το ερώτημα ποιοι είναι τελικά οι «λογικοί», αυτοί οι δύο έγκλειστοι παράφρονες ή οι γνωστικοί που αλληλοσκοτώνονται έξω; Προπαντός, ο Σίνγκερ και ο Ματίας είναι δύο άνθρωποι που θέλουν να μοιραστούν πράγματα, ειδικά ο πρώτος, που βρίσκει στο πρόσωπο του δεύτερου το μαθητή που έψαχνε. Μόνο που η επικοινωνία τους δεν είναι καταναγκαστική. Άλλες φορές ο Ματίας τον ακούει με προσοχή και συμμετέχει στις ερωτήσεις του και άλλες δείχνει να βαριέται και επικρατεί μεταξύ τους η σιωπή.

Ο Ματίας παρουσιάζεται ως ένας πρώην αναρχικός υποστηρικτής του σοσιαλιστή Ζορές, που συμμετέχει σ’ έναν πόλεμο που δεν επιθυμεί. Νομίζω ότι σ’ αυτό το σημείο οι πολιτικές νύξεις είναι ξεκάθαρες. Θα συμφωνούσατε ότι πρόκειται για το πιο «πολιτικό» σας βιβλίο μέχρι σήμερα; Ναι, υπάρχει πολιτική διάσταση στην ιστορία. Είναι μια αναφορά στο πώς αντιμετώπισαν οι Γάλλοι τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Αρχικά οι Γάλλοι σοσιαλιστές, υπό την ηγεσία του Ζορές, ήταν κατά του πολέμου. Θεωρούσαν ότι ήταν ένα κόλπο των ιμπεριαλιστών. Ο Ζορές σήμερα είναι μάλλον ξεχασμένος, όμως υπήρξε μία από τις πιο χαρισματικές πολιτικές φυσιογνωμίες της εποχής του. Μετά τη δολοφονία του και την επακόλουθη προπαγάνδα, το κλίμα μεταστράφηκε και οι σοσιαλιστές στη Γαλλία τάχθηκαν υπέρ του πολέμου. Αυτό στο βιβλίο εκφράζεται από τον Ματίας, που αρχικά είναι ένας μηχανοδηγός απρόθυμος να συμμετάσχει στον πόλεμο και στη συνέχεια κατατάσσεται ως εθελοντής.

Σε αντίθεση με τα προηγούμενα βιβλία σας, όπου η «περιπλάνηση» ήταν αέναη, στην «Έπαυλη των ανδρών» τα πάντα συμβαίνουν στους τέσσερις τοίχους ενός δωματίου. Γιατί επιλέξατε αυτή τη φόρμα; Θέλησα απλώς να δοκιμάσω κάτι το διαφορετικό. Το τελευταίο μου βιβλίο είναι μάλλον πιο «στατικό» και το παιχνίδι είναι περισσότερο λεκτικό. Μου αρέσει να ανανεώνομαι, ώστε να διατηρώ το ενδιαφέρον μου όσο και αυτό του αναγνώστη. Νομίζω ότι αυτό δεν αφορά μόνο την «Έπαυλη των ανδρών» αλλά και τα προηγούμενα βιβλία μου. Και το «Θεώρημα του παπαγάλου», για παράδειγμα, ήταν κάτι το διαφορετικό σε σχέση με το «Μέτρο του
κόσμου» ή με τα «Αστέρια της Βερενίκης». Θέλω να πω ότι είμαι πολύ ευχαριστημένος με την «Έπαυλη των ανδρών». Θεωρώ ότι είναι το βιβλίο μου που εκφράζει καλύτερα το πού βρίσκομαι σήμερα ως συγγραφέας.

Στα μυθιστορήματά σας συνδυάζετε τα μαθηματικά με την Ιστορία. Θα χαρακτηρίζατε τον εαυτό σας περισσότερο ως ιστορικό ή ως μαθηματικό; Θεωρώ πρώτα απ’ όλα τον εαυτό μου ιστορικό ως επιστήμονα. Και πάλι, όμως, δεν γράφω επιστημονικά έργα για τα μαθηματικά ή την ιστορία. Χρησιμοποιώ απλά ως εργαλεία αυτά τα δύο για να γράψω μυθιστορήματα. Σε ό,τι αφορά το συγγραφικό μου έργο, θεωρώ τον εαυτό μου πρώτα απ’ όλα μυθιστοριογράφο.

Η ιστορία της εξέλιξης των επιστημών είναι ένα από τα θέματα που κυριαρχούν στα βιβλία σας. Θεωρείτε ότι είναι κάπως «απομονωμένη» από το υπόλοιπο σώμα της Ιστορίας; Θα έλεγα ναι. Η ιστορία των μαθηματικών, της φυσικής ή κάθε άλλης επιστήμης είναι αναπόσπαστα στοιχεία της εξέλιξης του πολιτισμού και της ανθρωπότητας. Πώς μπορεί να φανταστεί κανείς την ιστορία του 20ού αιώνα χωρίς τον ηλεκτρισμό ή τις άλλες μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις; Έτσι δεν μπορώ να αντιληφθώ μια Ιστορία που δεν εμπεριέχει την ιστορία των επιστημών.

Ως συγγραφέας, θεωρείτε ότι η ενασχόλησή σας με τα μαθηματικά σάς προσέδωσε ένα είδος πειθαρχίας στον τρόπο που γράφετε; Θα έλεγα ναι. Τα μαθηματικά σε βάζουν οπωσδήποτε σε ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης. Πρόκειται όμως για μια πειθαρχία που δεν είναι άκαμπτη. Για παράδειγμα, ένας μαθηματικός θα σου έλεγε ότι αυτό το σχήμα είναι τετράγωνο ή δεν είναι. Ένας συγγραφέας όμως μπορεί να αφήσει τη φαντασία του να σκαρφιστεί ό,τι θέλει. Και όπως είπα πριν, πρώτα απ’ όλα γράφω μυθιστορήματα. Πιστεύω όμως ότι τα μαθηματικά είναι ένα χρήσιμο εργαλείο και ένα όμορφο παιχνίδι όταν χρησιμοποιούνται με φαντασία. Τόσο στη λογοτεχνία αλλά και στον τρόπο που σκεφτόμαστε στην καθημερινότητά μας….

Οι περισσότεροι άνθρωποι όχι «φοβούνται», αλλά μάλλον μπερδεύονται από τα μαθηματικά. Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια τα μυθιστορήματα με θέμα τα μαθηματικά γνωρίζουν μεγαλύτερη επιτυχία απ’ ό,τι παλιότερα. Πώς το εξηγείτε; Δεν ξέρω αν συμφωνώ. Ίσως απλώς το αναγνωστικό κοινό αισθάνεται πιο οικεία τα μαθηματικά τα τελευταία χρόνια. Σε αυτό βοήθησε νομίζω και η επιτυχία που γνώρισε σε χώρες όπως η Ελλάδα το «Θεώρημα του παπαγάλου», που σαν να άνοιξε το δρόμο για τα βιβλία του είδους.

Στα προηγούμενα βιβλία σας ταξιδέψαμε μαζί σας στη Μεγάλη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, στις όχθες του Νείλου, στους αρχαίους πολιτισμούς της Μεσοποταμίας. Τι είναι αυτό που βρίσκετε τόσο συναρπαστικό στην Εγγύς Ανατολή; Με ενθουσιάζει καταρχάς να ταξιδεύω στις περιοχές όπου γεννήθηκε ο πολιτισμός και όπου σημειώθηκαν ορισμένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματά του. Όπως είναι, για παράδειγμα, η Βιβλιοθήκη ή ο Φάρος της Αλεξάνδρειας. Είναι για μένα μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης. Με συναρπάζει το να παρατηρώ από κοντά αυτά που κληρονομήσαμε από το παρελθόν, να «αγγίζω» εκεί που εργάστηκαν τα μεγαλύτερα μυαλά της ανθρωπότητας και εν συνεχεία να ανατρέχω σε ιστορικά έγγραφα και ντοκουμέντα για να αντλήσω τις πληροφορίες που θα μου χρησιμεύσουν στο έργο μου. Προσπαθώ σε κάθε ταξίδι να ανακαλύψω και κάτι διαφορετικό. Επιμένω επίσης στη λεπτομέρεια και πάντα ανατρέχω σε αρχεία ώστε να επιβεβαιώσω ακόμη και το παραμικρό.

Θα μας δώσετε μια ιδέα σχετικά με το επόμενο μυθιστόρημά σας; Ναι, και κάτι παραπάνω από μια ιδέα, αφού έχω ήδη ξεκινήσει να το δουλεύω. Θα αφορά μια σφοδρή σύγκρουση ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα, που δεν είναι και πολύ νέοι, είναι γύρω στα 35. Αυτή τη φορά δεν θα έχει να κάνει με τα μαθηματικά ή την Ιστορία, αλλά αφορά κάπως τη Φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων.

Πού σκοπεύετε να μας ταξιδέψετε αυτή τη φορά;
Αυτό ας μην το αποκαλύψω προς το παρόν…