Προσωπικά μου αρέσουν πολύ οι εκπλήξεις! Αλλά ακόμη περισσότερο μου αρέσουν οι έκπληκτοι! Να, όπως τώρα που πιστοί, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και οι υπόλοιποι μοναχοί του Αγίου Ορους έχουν «σοκαριστεί» με τον Εφραίμ! Τι νόημα έχει να θυμίσεις ότι η ίδια η ίδρυση του «ιερού βουνού» από την Βυζαντινή καμαρίλα ήταν (όπως τώρα) προϊόν ανίερων ανταλλαγών μεταξύ ηγεμόνων που με τη βούλα του Θεού ανέβαζαν τις μετοχές τους και σταθεροποιούσαν την ηγεμονία τους, και όσων τη βούλα του Θεού διαπραγματεύονταν, με μπόλικο αίμα στις εμφύλιες εκκαθαρίσεις; Να θυμίσεις ότι οι μονές αυγάτιζαν την περιουσία τους από δουλοπάροικους σε «δημόσια» γη που σκανδαλωδώς από τότε τους αποδίδονταν; Να υπενθυμίσεις ότι και οι υπόλοιπες μονές έχουν κλέψει πάνω από 100.000 στρέμματα κοινόχρηστου δάσους-φιλέτου μόνο στη Χαλκιδική και ότι περιέργως εκκλησιαστικοί φορείς διεκδικούν πανελλαδικά πάμπολλα από όσα πριν από λίγο έχουν καεί;(!)
Να καταδείξεις ότι όπως κάποιοι απομονωμένοι Αγιορίτες μοναχοί (και ο ίδιος ο νέος Αρχιεπίσκοπος) «αντιστέκονταν» στο «πρότυπο», ζώντας «βιβλικά» στις «σκήτες» τους (γιατί το ατομικό βίωμα είναι σεβαστό και δεν τσουβαλιάζεται, μα δεν αρκεί!) την ίδια ώρα, μα απείρως γενναιότερα, κινήσεις πολιτών έπιαναν την ζωή «απ’ τον γιακά» και αντιστέκονταν με πολύχρονο προσωπικό κόστος, λοιδορούμενοι ή συκοφαντημένοι; Και μάλιστα πάμπολλοι θηλυκοί πολίτες, απ’ αυτούς που θα «βρώμιζαν» με την παρουσία τους το «ολοκάθαρο» βουνό; Τι πολιτική σημασία έχει να θυμίσεις ότι πολιτικός χώρος καταγγέλλει έμπρακτα επί χρόνια την ιδιωτικοποίηση δημόσιας γης από ιερές και άλλες μαφίες (βλέπε παραλιακή…) και ότι το θέμα Εφραίμ προβλήθηκε μόλις η απληστία απείλησε τις άλλες «έκπληκτες» μονές; Τι κόστος έχει να υπενθυμίσεις σε όλους μας ότι η ιστορία όλων των «πρωτοφανών» που «δεν ξέραμε!» δεν είναι παρά η διαρκώς επαναλαμβανόμενη καταδίκη ενός (μεταβαλλόμενου μα σταθερού) κόσμου βαρβάρων ή αφελών;
Λέγεται ότι τα συμβολικά συστήματα ενός τόπου (γλώσσα, θρησκεία, φιλοσοφία, λαϊκή ή κυρίαρχη κουλτούρα, παιδεία κ.λπ.) ή μιας ιδεολογίας (γιατί όμοιους «έκπληκτους» είχαμε κάθε που έπεφτε ο οποιοσδήποτε ολοκληρωτισμός) ή συντεχνίας (έκπληκτοι κάθε που αποκαλύπτεται διαπλοκή σε «δικούς μας» υπεράνω χώρους ή «μικρές» τραγωδίες!) συγκροτούν το «τυπικό σύστημα» που ορίζει τις σημασίες μιας κουλτούρας και το εύρος επιλογών ή απορρίψεων της ατομικής εμπειρίας. Με άλλα λόγια, ό,τι σήμερα πολιτικά καταδικάζουμε όσον αφορά την Αγιορίτικη κληρονομιά («το πάθος για τα μετρητά είναι δυνατότερο από την Παναγιά»…), συναισθηματικά μπορεί να θεωρείται βασικό κομμάτι της ατομικού βιογραφικού μιας σημαντικής πλειοψηφίας, συγκροτώντας τη σχέση Ελλήνων ψηφοφόρων και Εκκλησίας. Οπότε η (επιλεγμένη) αφέλεια των επικριτών του «πρωτοφανούς φαινομένου», είναι πως υποκρίνονται ότι αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά, εξατομικεύοντας το φαινόμενο, ώστε να μην αναγκαστούν να θίξουν ψηφοφθόρα (sic) θεσμούς αγαπητούς (το πάθος για την εξουσιαστική αλλαξοκωλιά είναι επίσης ισχυρότερο από την Παναγιά…).
Γενικότερα, η αήθεια και η πολιτική δειλία ανεπάρκεια όσων αντιδρούν στον, ή δεν προωθούν τον, διαχωρισμό κράτους Εκκλησίας είναι ότι ακολουθούν μια μακρά παράδοση που ήθελε τη θεσμική εκκλησία όπως και τους υπόλοιπους εξουσιαστικούς φορείς και τις συντεχνίες να έχει παρεμβατικό –υπέρ εαυτών κυρίως– ρόλο. Και προσπαθώντας να διατηρήσουν τον ζωτικό χώρο του θεσμού που εκπροσωπούν και των οβολών ή ψήφων που φέρει, παρουσιάζουν τις φοβίες ανατροπής άναρχα κεκτημένων αυτού του θεσμού ως δυνητική ανατροπή του κόσμου ή του έθνους συλλήβδην! Ετσι, όχι μόνο πολιτεύονται διαχειριζόμενοι επικερδώς τον φόβο των ανθρώπων (η παλαιοτέρα των τεχνών παρά τις φήμες, αφού πρώτα υπήρξε η προαγωγός-πείνα και μετά η πόρνη…) πριμοδοτώντας με ιδιοτέλεια ιδεοληψίες του (πάντα!) «ηρωικού» (χριστεπώνυμου σ’ αυτήν την περίπτωση) «λαού», αλλά και χτίζουν ή σταθεροποιούν καριέρες εις βάρος του κοινού καλού… Προσέχοντας, δηλαδή, μην εκτεθούν, με το να προσφέρουν στον κόσμο απομάγευση και στερώντας από τον εαυτό τους δημοτικότητα…
Δημοκρατία, όμως, έλεγε ο Πλάτωνας σε έναν ορισμό που ξεχάστηκε απ’ όλα τα συστήματα και απ’ όλες, λιγότερο ή περισσότερο, τις αποχρώσεις, είναι το πολίτευμα εκείνο στο οποίο κάθε ερώτηση είναι προσωπική. Κάθε ζήτημα αφορά τη δική μου συνείδηση και πράξη και λόγο όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Από την άποψη αυτή, η χώρα έχει υπαρκτούς διαχειριστές μα ανύπαρκτους πολιτικούς ηγέτες…
Να καταδείξεις ότι όπως κάποιοι απομονωμένοι Αγιορίτες μοναχοί (και ο ίδιος ο νέος Αρχιεπίσκοπος) «αντιστέκονταν» στο «πρότυπο», ζώντας «βιβλικά» στις «σκήτες» τους (γιατί το ατομικό βίωμα είναι σεβαστό και δεν τσουβαλιάζεται, μα δεν αρκεί!) την ίδια ώρα, μα απείρως γενναιότερα, κινήσεις πολιτών έπιαναν την ζωή «απ’ τον γιακά» και αντιστέκονταν με πολύχρονο προσωπικό κόστος, λοιδορούμενοι ή συκοφαντημένοι; Και μάλιστα πάμπολλοι θηλυκοί πολίτες, απ’ αυτούς που θα «βρώμιζαν» με την παρουσία τους το «ολοκάθαρο» βουνό; Τι πολιτική σημασία έχει να θυμίσεις ότι πολιτικός χώρος καταγγέλλει έμπρακτα επί χρόνια την ιδιωτικοποίηση δημόσιας γης από ιερές και άλλες μαφίες (βλέπε παραλιακή…) και ότι το θέμα Εφραίμ προβλήθηκε μόλις η απληστία απείλησε τις άλλες «έκπληκτες» μονές; Τι κόστος έχει να υπενθυμίσεις σε όλους μας ότι η ιστορία όλων των «πρωτοφανών» που «δεν ξέραμε!» δεν είναι παρά η διαρκώς επαναλαμβανόμενη καταδίκη ενός (μεταβαλλόμενου μα σταθερού) κόσμου βαρβάρων ή αφελών;
Λέγεται ότι τα συμβολικά συστήματα ενός τόπου (γλώσσα, θρησκεία, φιλοσοφία, λαϊκή ή κυρίαρχη κουλτούρα, παιδεία κ.λπ.) ή μιας ιδεολογίας (γιατί όμοιους «έκπληκτους» είχαμε κάθε που έπεφτε ο οποιοσδήποτε ολοκληρωτισμός) ή συντεχνίας (έκπληκτοι κάθε που αποκαλύπτεται διαπλοκή σε «δικούς μας» υπεράνω χώρους ή «μικρές» τραγωδίες!) συγκροτούν το «τυπικό σύστημα» που ορίζει τις σημασίες μιας κουλτούρας και το εύρος επιλογών ή απορρίψεων της ατομικής εμπειρίας. Με άλλα λόγια, ό,τι σήμερα πολιτικά καταδικάζουμε όσον αφορά την Αγιορίτικη κληρονομιά («το πάθος για τα μετρητά είναι δυνατότερο από την Παναγιά»…), συναισθηματικά μπορεί να θεωρείται βασικό κομμάτι της ατομικού βιογραφικού μιας σημαντικής πλειοψηφίας, συγκροτώντας τη σχέση Ελλήνων ψηφοφόρων και Εκκλησίας. Οπότε η (επιλεγμένη) αφέλεια των επικριτών του «πρωτοφανούς φαινομένου», είναι πως υποκρίνονται ότι αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά, εξατομικεύοντας το φαινόμενο, ώστε να μην αναγκαστούν να θίξουν ψηφοφθόρα (sic) θεσμούς αγαπητούς (το πάθος για την εξουσιαστική αλλαξοκωλιά είναι επίσης ισχυρότερο από την Παναγιά…).
Γενικότερα, η αήθεια και η πολιτική δειλία ανεπάρκεια όσων αντιδρούν στον, ή δεν προωθούν τον, διαχωρισμό κράτους Εκκλησίας είναι ότι ακολουθούν μια μακρά παράδοση που ήθελε τη θεσμική εκκλησία όπως και τους υπόλοιπους εξουσιαστικούς φορείς και τις συντεχνίες να έχει παρεμβατικό –υπέρ εαυτών κυρίως– ρόλο. Και προσπαθώντας να διατηρήσουν τον ζωτικό χώρο του θεσμού που εκπροσωπούν και των οβολών ή ψήφων που φέρει, παρουσιάζουν τις φοβίες ανατροπής άναρχα κεκτημένων αυτού του θεσμού ως δυνητική ανατροπή του κόσμου ή του έθνους συλλήβδην! Ετσι, όχι μόνο πολιτεύονται διαχειριζόμενοι επικερδώς τον φόβο των ανθρώπων (η παλαιοτέρα των τεχνών παρά τις φήμες, αφού πρώτα υπήρξε η προαγωγός-πείνα και μετά η πόρνη…) πριμοδοτώντας με ιδιοτέλεια ιδεοληψίες του (πάντα!) «ηρωικού» (χριστεπώνυμου σ’ αυτήν την περίπτωση) «λαού», αλλά και χτίζουν ή σταθεροποιούν καριέρες εις βάρος του κοινού καλού… Προσέχοντας, δηλαδή, μην εκτεθούν, με το να προσφέρουν στον κόσμο απομάγευση και στερώντας από τον εαυτό τους δημοτικότητα…
Δημοκρατία, όμως, έλεγε ο Πλάτωνας σε έναν ορισμό που ξεχάστηκε απ’ όλα τα συστήματα και απ’ όλες, λιγότερο ή περισσότερο, τις αποχρώσεις, είναι το πολίτευμα εκείνο στο οποίο κάθε ερώτηση είναι προσωπική. Κάθε ζήτημα αφορά τη δική μου συνείδηση και πράξη και λόγο όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Από την άποψη αυτή, η χώρα έχει υπαρκτούς διαχειριστές μα ανύπαρκτους πολιτικούς ηγέτες…
Ελένη Καρασαββίδου, Αθήνα