(ΤΑΣΟΣ ΚΑΦΑΝΤΑΡΗΣ, ΒΗΜΑ, 24/10/2010)
«Ο κύριος στόχος [του βιβλίου μου] είναι να εξερευνήσει την ύπαρξη και τον σκοπό ενός μεγάλου σχεδιασμού για το Σύμπαν».
Στίβεν Χόκινγκ («ΒΗΜagazino», 14.7.2010)
Υπάρχουν πράγματα στη φυσική -όπως και στη ζωή- που «δεν λέγονται». Δεν λέγονται διότι είναι τόσο ρηξικέλευθα που φοβάται κανείς τους κραδασμούς που θα επέλθουν. Και όσο ψηλότερα βρίσκεται η «καρέκλα» της κοινωνικής του θέσης, τόσο περισσότερο φοβάται την πτώση... Ωστόσο εμφανίζονται κάποιες εποχές άνθρωποι που δεν έχουν να χάσουν τίποτε. Οπως ο Στίβεν Χόκινγκ: ένας παραπληγικός από τα φοιτητικά του χρόνια, φυσικομαθηματικός, στιγματισμένος από μια σπανιότατη όσο και θανατηφόρα ασθένεια, που έφθασε στο απόγειο της ακαδημαϊκής καριέρας και της ερευνητικής καταξίωσης.
Επί 30 χρόνια κάτοχος της έδρας Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, διευθυντής έπειτα του Κέντρου Θεωρητικής Κοσμολογίας του φημισμένου αυτού πανεπιστημίου και τώρα επικεφαλής των κοσμολόγων του Ρerimeter Ιnstitute του Καναδά, ξυπνούσε κάθε μέρα με το ενδεχόμενο να είναι η τελευταία του. Δεν λύγισε. Πάλεψε με το μόνο κομμάτι του σώματός του που έμενε ακόμη μη παράλυτο, το μυαλό του. Και κατέκτησε το θάρρος που γνώριζαν μόνο οι γέροι Σπαρτιάτες -που πέθαιναν εθελοντικά μόνοι στην κορυφή του Ταϋγέτου σαν ένιωθαν την ανημποριά- και ο Καζαντζάκης: «Δεν ελπίζω τίποτε, δεν φοβάμαι τίποτε, είμαι ελεύθερος».
Με αυτό το μοναδικό πλεονέκτημα αυτογνωσίας και θάρρους ο Χόκινγκ αποφάσισε να καταθέσει στους συνανθρώπους του, πού οδηγήθηκε μια ζωή επιστημονικής αναζήτησης. Αποφάσισε να μας πει την επιστημονικά τεκμηριωμένη απάντηση που βρήκε για το αρχαιότερο ερώτημα της ανθρωπότητας: «Πώς φτιάχτηκε ο κόσμος και ποιος τον έφτιαξε;»
Βρήκε συνοδοιπόρο ταιριαστό στο τόλμημά του τον φυσικό του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας Λέοναρντ Μλοντίνοφ, έναν εξαιρετικό συγγραφέα εκλαΐκευσης της επιστήμης, και έπιασαν την ιστορία από την αρχή. Κυριολεκτικά από την αρχή, καθώς για το χτίσιμο μιας «Θεωρίας των Πάντων» χρειάζεται κανείς να πάρει υπόψη του τα... πάντα. Και άρχισαν από το «μυστήριο του όντος», την «εξουσία του νόμου», το «τι είναι πραγματικότητα», τις «εναλλακτικές ιστορίες» που ανέπτυξαν οι άνθρωποι, για να φθάσουν στην υποψήφια «Θεωρία των Πάντων».
Έπειτα από αυτά τα πέντε πρώτα κεφάλαια, όταν πια μας έχουν μυήσει στο πώς η πραγματικότητα μπορεί να είναι όχι μόνον αυτή που είναι αντιληπτή από τις αισθήσεις μας, αλλά πολύ περισσότερες, κρυμμένες στις πτυχώσεις «μεμβρανών άλλων διαστάσεων», τότε μας ανοίγουν την αυλαία του έργου «Επιλέγοντας το Σύμπαν μας». Μας ξεναγούν στο «φαινόμενο θαύμα», για να μας εκμυστηρευθούν τελικά το «Μεγάλο Σχέδιο».
Είναι ένα βιβλίο πέρα για πέρα συγκλονιστικό. Συγκλονιστικό όχι μόνο για το θάρρος της αποκάλυψης που είπαμε ότι προϋπέθεσε, αλλά και γιατί οι δύο συγγραφείς κατόρθωσαν να εξηγήσουν το πιο πολύπλοκο θέμα του κόσμου με την απλούστερη και πιο κατανοητή γλώσσα, με την αποτελεσματικότερη απόσταξη γνώσης που είδαμε ποτέ! Είναι ένα ανάγνωσμα απολαυστικό για όλους, κάθε μορφωτικού επιπέδου και ηλικίας, ακόμη και για όσους θα το διαβάσουν προκατειλημμένοι για «τους άθεους φυσικούς».
Θα απαιτηθεί βέβαια και από αυτούς μια ρανίδα θάρρους, αλλά θα τους είναι πολύτιμο να μάθουν το πού βασίστηκαν τα επιχειρήματα εκείνου που τόλμησε να πει στην αμερικανική τηλεόραση: «Η επιστήμη ολοκλήρωσε το μέτρημα και βρήκε τη θεολογία περιττή»!..
Επί 30 χρόνια κάτοχος της έδρας Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, διευθυντής έπειτα του Κέντρου Θεωρητικής Κοσμολογίας του φημισμένου αυτού πανεπιστημίου και τώρα επικεφαλής των κοσμολόγων του Ρerimeter Ιnstitute του Καναδά, ξυπνούσε κάθε μέρα με το ενδεχόμενο να είναι η τελευταία του. Δεν λύγισε. Πάλεψε με το μόνο κομμάτι του σώματός του που έμενε ακόμη μη παράλυτο, το μυαλό του. Και κατέκτησε το θάρρος που γνώριζαν μόνο οι γέροι Σπαρτιάτες -που πέθαιναν εθελοντικά μόνοι στην κορυφή του Ταϋγέτου σαν ένιωθαν την ανημποριά- και ο Καζαντζάκης: «Δεν ελπίζω τίποτε, δεν φοβάμαι τίποτε, είμαι ελεύθερος».
Με αυτό το μοναδικό πλεονέκτημα αυτογνωσίας και θάρρους ο Χόκινγκ αποφάσισε να καταθέσει στους συνανθρώπους του, πού οδηγήθηκε μια ζωή επιστημονικής αναζήτησης. Αποφάσισε να μας πει την επιστημονικά τεκμηριωμένη απάντηση που βρήκε για το αρχαιότερο ερώτημα της ανθρωπότητας: «Πώς φτιάχτηκε ο κόσμος και ποιος τον έφτιαξε;»
Βρήκε συνοδοιπόρο ταιριαστό στο τόλμημά του τον φυσικό του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας Λέοναρντ Μλοντίνοφ, έναν εξαιρετικό συγγραφέα εκλαΐκευσης της επιστήμης, και έπιασαν την ιστορία από την αρχή. Κυριολεκτικά από την αρχή, καθώς για το χτίσιμο μιας «Θεωρίας των Πάντων» χρειάζεται κανείς να πάρει υπόψη του τα... πάντα. Και άρχισαν από το «μυστήριο του όντος», την «εξουσία του νόμου», το «τι είναι πραγματικότητα», τις «εναλλακτικές ιστορίες» που ανέπτυξαν οι άνθρωποι, για να φθάσουν στην υποψήφια «Θεωρία των Πάντων».
Έπειτα από αυτά τα πέντε πρώτα κεφάλαια, όταν πια μας έχουν μυήσει στο πώς η πραγματικότητα μπορεί να είναι όχι μόνον αυτή που είναι αντιληπτή από τις αισθήσεις μας, αλλά πολύ περισσότερες, κρυμμένες στις πτυχώσεις «μεμβρανών άλλων διαστάσεων», τότε μας ανοίγουν την αυλαία του έργου «Επιλέγοντας το Σύμπαν μας». Μας ξεναγούν στο «φαινόμενο θαύμα», για να μας εκμυστηρευθούν τελικά το «Μεγάλο Σχέδιο».
Είναι ένα βιβλίο πέρα για πέρα συγκλονιστικό. Συγκλονιστικό όχι μόνο για το θάρρος της αποκάλυψης που είπαμε ότι προϋπέθεσε, αλλά και γιατί οι δύο συγγραφείς κατόρθωσαν να εξηγήσουν το πιο πολύπλοκο θέμα του κόσμου με την απλούστερη και πιο κατανοητή γλώσσα, με την αποτελεσματικότερη απόσταξη γνώσης που είδαμε ποτέ! Είναι ένα ανάγνωσμα απολαυστικό για όλους, κάθε μορφωτικού επιπέδου και ηλικίας, ακόμη και για όσους θα το διαβάσουν προκατειλημμένοι για «τους άθεους φυσικούς».
Θα απαιτηθεί βέβαια και από αυτούς μια ρανίδα θάρρους, αλλά θα τους είναι πολύτιμο να μάθουν το πού βασίστηκαν τα επιχειρήματα εκείνου που τόλμησε να πει στην αμερικανική τηλεόραση: «Η επιστήμη ολοκλήρωσε το μέτρημα και βρήκε τη θεολογία περιττή»!..