(του ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ, Ελευθεροτυπία, 29/7/2009)
Ο υπουργός Πολιτισμού «ευλόγησε» τους λογής παπάδες να προβούν σε διαμαρτυρία-πίεση-διαταγή και να λογοκριθεί έτσι το φιλμάκι του Κώστα Γαβρά στο οποίο εμφανίζονταν κάποια μαυροφορεμένα ανθρωπάκια να βεβηλώνουν τον Παρθενώνα.
Εντάξει. Είναι γνωστή η υποταγή των πολιτικών στην Εκκλησία. Και ο κ. Σαμαράς δεν φημίζεται ως τεχνόφιλος. Αλλά εκείνος ο έρμος καθηγητής, πρόεδρος του Νέου Μουσείου Ακρόπολης, δεν ντράπηκε για τα δώδεκα δευτερόλεπτα της ντροπής;
Ο κ. Γαβράς απαίτησε να αφαιρεθεί το όνομά του από το απόσπασμα αφού, πλέον, δεν είναι δημιούργημά του. Ούτε αυτό σεβάστηκαν οι ανεκδιήγητοι. Αλλά αυτά συμβαίνουν όταν ουδείς αντιδρά πραγματικά γι' αυτή τη στυγερή πράξη λογοκρισίας. Ή μήπως συμφωνούν οι περισσότεροι; Καλόν θα ήταν ο σκηνοθέτης να μην αρκεστεί σε διαμαρτυρίες, αλλά να κινηθεί πιο δραστικά, πιο αποτελεσματικά. Να μηνύσει λ.χ., τον υπουργό Πολιτισμού και τον πρόεδρο του Μουσείου για έλλειμμα δημοκρατίας, για παραβίαση θεμελιωδών εννοιών της.
Αλλά τι να πεις για πολιτικούς που σέρνονται από τα ράσα των παπάδων (όχι όλων...) που μπορούν και παρεμβαίνουν στους πολιτικούς θεσμούς· τι να πεις για διανοούμενους που μόνο τους μέλημα φαίνεται να είναι η κατάληψη και στη συνέχεια διατήρηση, παντί αθλίω τρόπω, ενός εξουσιαστικού θώκου. Οσο για τα κόμματα...
Αλλά και όσοι διαμαρτύρονται τοποθετούνται λάθος.
Η λογοκρισία, λένε, είναι πράξη απαράδεκτη σ' ένα δημοκρατικό πολίτευμα· ταιριάζει, λένε, μόνο σε ολοκληρωτικά και θεοκρατικά καθεστώτα. Ωραία. Αλλά πού είναι η Δημοκρατία στην Ελλάδα; Μήπως στην επίφασή της; Στον ισχυρισμό των πολλών ότι όποιος είναι άξιος μπορεί να «πετύχει»; Ή μήπως στη διασφάλιση εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που καταπατώνται μέρα με τη μέρα; Ή, τάχα μου, στο δικαίωμά μας να ψηφίζουμε βαυκαλιζόμενοι ότι ασκούμε έλεγχο στους εξουσιάζοντες;
Ιδού ποιοι «ρεζιλεύουν τη χώρα»: ο υπουργός και ο πρόεδρος του Μουσείου. Να τους χαιρόμαστε.