Ο βασιλιάς Λουδοβίκος 14ος (1638-1715) ήταν ένας απόλυτος μονάρχης της Γαλλίας, ο ισχυρότερος της Ευρώπης, εκείνος που είχε δηλώσει το περίφημο: «Το Κράτος είμαι εγώ» (L' Etat c'est moi). Βασίλεψε από το 1643 επί 72 χρόνια και οδήγησε το καθεστώς του Απολυταρχισμού στο αποκορύφωμά του, θέτοντας ταυτόχρονα τα θεμέλια της οικονομικής και κοινωνικής παρακμής και κατάπτωσης του φεουδαρχικού συστήματος στη Γαλλία και στην Ευρώπη.
Αυτή η παρακμή, το κίνημα του Διαφωτισμού και η εξελισσόμενη επιστήμη και τεχνολογία προκάλεσαν πολλαπλές κοινωνικές ανακατατάξεις στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. Νέες δυνάμεις γεννιούνταν μέσα στη φεουδαρχική γαλλική κοινωνία, που ζητούσαν τη θέση τους στην εξουσία και την Ιστορία. Όταν το έτος 1774 άρχισε η βασιλεία του Λουδοβίκου 16ου, είχε ήδη ωριμάσει μέσα στο γαλλικό λαό η σκέψη για την κατάργηση του απολυταρχικού καθεστώτος. Τις εξελίξεις ευνόησε και το τεράστιο δημόσιο χρέος, που το 1789 είχε φτάσει τα τεσσεράμισι δισεκατομμύρια λίβρες.
Ο υπουργός Οικονομικών, Καζόν, στις 20 Αυγούστου 1786 επισκέφτηκε τον Λουδοβίκο 16ο και με θάρρος τού είπε: «Εκείνο που είναι αναγκαίο για τη σωτηρία του Κράτους είναι αδύνατο να γίνει με περιορισμένα μέτρα. Το οικοδόμημα πρέπει να ξαναχτιστεί από τα θεμέλια για να προληφθεί η καταστροφή. Είναι αδύνατο να επιβάλλουμε καινούργιους φόρους και είναι καταστρεπτικό να δανειζόμαστε πάντα, δεν αρκεί να περιοριστούμε στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις».
Στο μεταξύ, ακόμα και στην τάξη των ευγενών είχε κάνει την εμφάνισή του το κόμμα των Αμερικανών ή των πατριωτών που ήθελαν να προωθήσουν στη Γαλλία μια συνταγματική και αντιπροσωπευτική μοναρχία.
Οι χωρικοί ήταν τα υποζύγια της γαλλικής κοινωνίας. Φόρος της Δεκάτης, φόρος σε χρήμα, σε είδος, αγγαρείες, βασιλικοί και στρατιωτικοί φόροι, όλα τα βάρη έπεφταν πάνω τους. Σ' αυτούς προστίθεται και ο απλός κλήρος που γνώριζε τη σκανδαλώδη ζωή των αρχηγών του. Το 1789 δεν υπάρχει ούτε ένας από τους 143 επισκόπους που να μην ανήκει στην τάξη των ευγενών. Αυτοί οι ευπατρίδες επίσκοποι ζουν στην Αυλή μακριά από τις επισκοπές τους, τις οποίες γνωρίζουν μόνο από τα εισοδήματα που τους αποφέρουν.
Η ανώτερη αριστοκρατία, προπαντός οι 4.000 οικογένειες των «Presentees» (Ευγενείς που ύστερα από την ενηλικίωσή τους «παρουσιαζόμενοι» στο βασιλιά έπαιρναν την άδεια να συμμετέχουν στην κοσμική κίνηση της Αυλής) δεν έχουν κανέναν λόγο να παραπονιούνται για την τύχη τους. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους υπόλοιπους Γάλλους. Από τις αρχές του καλοκαιριού του 1789, η κατάσταση ήταν έκρυθμη σε διάφορες περιοχές της Γαλλίας, όπως και στο ίδιο το Παρίσι.
Τον Ιούνιο του 1789, η γαλλική πρωτεύουσα είναι σε επαναστατικό αναβρασμό. Ο Λουδοβίκος 16ος φέρεται περιφρονητικά προς την αποκαλούμενη «τρίτη τάξη» που την αποτελούν κυρίως έμποροι, βιοτέχνες, δικηγόροι, χωρικοί, αλλά και πολλοί απλοί κληρικοί που εντάσσονται στις γραμμές της. Οι στρατιωτικές επιδείξεις δύναμης του βασιλιά δεν φόβισαν την τρίτη τάξη, η οποία είχε αρχίσει να προπαγανδίζει τις θέσεις της για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη.
Η κατάσταση είχε ωριμάσει και το γαλλικό σύνταγμα της φρουράς στο Παρίσι στασίασε πολύ σύντομα. Οι στρατιώτες ήταν δυσαρεστημένοι από τον αυστηρό συνταγματάρχη τους και οι κατώτεροι αξιωματικοί γνώριζαν ότι ποτέ δεν θ' ανέβαιναν στα ανώτερα σκαλοπάτια της στρατιωτικής ιεραρχίας όσο θα ίσχυε ο κανονισμός που επέτρεπε μόνο στους ευγενείς να τα κατέχουν.
Στις 3Ο Ιουνίου περίπου 4.000 πολίτες απελευθέρωσαν μερικούς στρατιώτες που είχαν φυλακιστεί για απειθαρχία. Οι έφιπποι ουσάροι, που στάλθηκαν για ν' αποκαταστήσουν την τάξη, αρνήθηκαν να επιτεθούν εναντίον του πλήθους.
Η πτώση της Βαστίλης
Στις 14 Ιουλίου 1789, οι εκλέκτορες που είχαν σχηματίσει στο Δημαρχείο του Παρισιού, μαζί με τους παλιούς δημοτικούς συμβούλους, μια μόνιμη επιτροπή, ζήτησαν επανειλημμένα από τον διοικητή της Βαστίλης να δώσει όπλα στην πολιτοφυλακή που είχε αρχίσει να σχηματίζεται από τους αντιφρονούντες και να απομακρύνει τα κανόνια που βρίσκονταν στους πύργους του φρούριου, το οποίο είχε μετατραπεί σε φυλακή. Η λαϊκή αντιπροσωπεία που προσπάθησε να συνομιλήσει με τον διοικητή της Βαστίλης, κρατώντας λευκή σημαία, έγινε δεκτή με πυρά. Έτσι άρχισε η πολιορκία της Βαστίλης, συμβόλου της απόλυτης μοναρχίας, και οι πολίτες ενισχυμένοι με το γαλλικό σύνταγμα που είχε στασιάσει, κατόρθωσαν έπειτα από σκληρή μάχη να την καταλάβουν.
Η οργή ήταν μεγάλη και το πλήθος ξέσπασε σε αντίποινα. Ο διοικητής της Βαστίλης, Ντελουέ, και ο πρόεδρος της συντεχνίας των εμπόρων, Φλεσέλ, σκοτώθηκαν αμέσως και τα κεφάλια τους περιφέρονταν στους δρόμους μπηγμένα σε λόγχες.
Ο Γράκχος Μπαμπέφ
Ένας κρατικός σύμβουλος και ένας επόπτης είχαν την ίδια τύχη λίγο αργότερα. Ο επαναστάτης Γράκχος Μπαμπέφ που παραβρέθηκε στα γεγονότα έγραψε συγκλονισμένος στη γυναίκα του: «Τα μαρτύρια κάθε λογής, ο τεταρτιασμός, τα βασανιστήρια, ο τροχός, η πυρά, η αγχόνη, οι αναρίθμητοι δήμιοι μας έμαθαν αυτές τις αγριότητες. Οι αφέντες αντί να μας εκπολιτίσουν, μας κατάντησαν βάρβαρους, γιατί οι ίδιοι είναι βάρβαροι. Θερίζουν και θα θερίζουν ό,τι έσπειραν».
Η Βαστίλη δεν άργησε να κατεδαφιστεί από τον λαό και από το 1880 η 14η Ιουλίου καθιερώθηκε ως εθνική γιορτή της Γαλλίας, που θυμίζει το ξεκίνημα της γαλλικής επανάστασης. Μα η 14η Ιουλίου ήταν μόνο η αρχή. Η Γαλλία έζησε για πολλά χρόνια μια εξαιρετικά θυελλώδη περίοδο με επαναστάσεις, αντεπαναστάσεις, καταργήσεις της μοναρχίας και παλινορθώσεις, ενθρονίσεις αυτοκρατόρων (Ναπολέοντα Α' - Λουδοβίκου - Ναπολέοντα Γ'), την εξέγερση της Κομμούνας του Παρισιού (1871), για να φτάσει στο τέλος στην οριστική εγκαθίδρυση της αβασίλευτης Δημοκρατίας και να διαχωριστεί οριστικά το κράτος από την εκκλησία!
.