19 February 2008

Ο Μπαχ και η παγκοσμιοποίηση

...
Σε παλαιότερο κείμενό μου είχα παρουσιάσει τη θέση ότι η παγκοσμιοποίηση άρχισε και ευδοκίμησε πριν από 2 σχεδόν αιώνες με πολιτισμικούς όρους και όχι με οικονομικούς και πολιτικούς, όπως έχει εξελιχθεί και εξελίσσεται τις τελευταίες δεκαετίες. Παράδειγμα γι' αυτή τη θέση ήταν ο Beethoven και η μουσική του, η οποία έχει υιοθετηθεί από λαούς διαφορετικών και άσχετων μεταξύ τους πολιτισμών και λειτουργεί περίπου σαν παγκόσμια πολιτισμιή παράδοση.

Τώρα, ο διάσημος βιολοντσελίστας Yo-Yo Ma, ένας Αμερικάνος μουσικός που γεννήθηκε στο Παρίσι από Κινέζους γονείς και κατά πολύ αρμοδιότερος για θέματα πολιτισμού, αναπτύσσει όμοιους προβληματισμούς, εξετάζοντας το φαινόμενο της μετανάστευσης μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων από οικονομικά υποβαθμισμένες και πολιτισμικά παραδοσιακές κοινωνίες σε πλουσιότερες και πρωτοποριακές στην αναζήτηση νέων εκφραστικών μορφών. Σ' αυτή την επιχειρηματολογία του αξιοποιεί σαν παράδειγμα τον J.S. Bach και την παγκόσμια μουσική εμβέλειά του.

(του Υo-Υo Μa, ΒΗΜΑ, 16/2/2008)

Τα τελευταία 20 από τα περίπου 30 χρόνια που εργάζομαι ως επαγγελματίας τσελίστας τα έχω περάσει σε περιοδείες, παίζοντας και μαθαίνοντας για τις μουσικές παραδόσεις και τους πολιτισμούς του πλανήτη. Τα ταξίδια αυτά με έπεισαν ότι στον σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας οι πολιτισμικές παραδόσεις διαμορφώνουν ένα ουσιώδες πλαίσιο για την εθνική ταυτότητα, την κοινωνική σταθερότητα και τις σχέσεις των ανθρώπων.

Ενας κόσμος που αλλάζει τόσο γρήγορα, όπως ο δικός μας, είναι καταδικασμένος να δημιουργεί πολιτισμική ανασφάλεια και να κάνει τους ανθρώπους να αναρωτιούνται για τη θέση τους διεθνώς. Η παγκοσμιοποίηση μοιάζει συχνά να απειλεί την ταυτότητα του ατόμου, με το να μας υποτάσσει στους κανόνες κάποιου άλλου. Φυσικά αυτό μας δημιουργεί εκνευρισμό, λόγω του ότι οι κανόνες αυτοί απαιτούν να αλλάξουμε τις παραδοσιακές μας συνήθειες. Υπό αυτές τις συνθήκες το κρίσιμο ερώτημα για τους ηγέτες του σύγχρονου κόσμου είναι το εξής: Πώς μπορούν να εξελιχθούν τα ήθη και οι πολιτισμοί ώστε να επιβιώσουν σε έναν μεγαλύτερο πλανήτη χωρίς να θυσιάσουν τη διαφορετική τους ταυτότητα και την ατομική τους υπερηφάνεια; Τα μουσικά ταξίδια μου μού θύμισαν ότι οι αλληλεπιδράσεις που προωθεί η παγκοσμιοποίηση δεν καταστρέφουν πάντα έναν πολιτισμό, αλλά μπορούν να δημιουργήσουν έναν καινούργιο, όπως επίσης να ενδυναμώσουν και να διαδώσουν παραδόσεις αιώνων.

Στην περίπτωση αυτή ταιριάζει ο οικολογικός όρος «εποίκιση των άκρων» («edge effect»), ο οποίος χρησιμοποιείται για να περιγράψει αυτό που συμβαίνει όταν συναντηθούν δύο διαφορετικά οικοσυστήματα, για παράδειγμα το δάσος και η σαβάνα. Στα όρια της συνάντησης αυτής, εκεί όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη βιοποικιλότητα των μορφών της ζωής, κάθε ζωντανό ον μπορεί να αντλήσει από τον πυρήνα των δύο οικοσυστημάτων. Ορισμένες φορές τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα συμβαίνουν στην κόψη. Τότε οι διασταυρώσεις μπορούν να αποκαλύψουν απρόσμενες συνδέσεις.

Ο πολιτισμός είναι ένας ιστός ο οποίος συντίθεται από δώρα προερχόμενα από κάθε γωνιά του πλανήτη. Ενας τρόπος για να ανακαλύψουμε τον κόσμο είναι να ανασκάψουμε βαθιά στις παραδόσεις του. Στη μουσική, για παράδειγμα, στον πυρήνα του ρεπερτορίου κάθε τσελίστα βρίσκονται οι Σουίτες για Τσέλο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Στην καρδιά κάθε σουίτας βρίσκεται ένας χορός που ονομάζεται σαραμπάντα. Ο χορός γεννήθηκε από τη μουσική των Βερβερίνων της Βόρειας Αφρικής, όπου ήταν αργός και αισθησιακός. Μετά εμφανίστηκε στην Ισπανία, όπου όμως απαγορεύθηκε επειδή θεωρήθηκε άσεμνος και προκλητικός. Οι Ισπανοί τον έφεραν στην Αμερική, αλλά ταξίδεψε και στη Γαλλία, όπου έγινε χορός της αριστοκρατίας. Τη δεκαετία του 1720 ο Μπαχ ενσωμάτωσε τη σαραμπάντα στις Σουίτες για Τσέλο.


Σήμερα, εγώ, ένας αμερικανός μουσικός που γεννήθηκε στο Παρίσι από κινέζους γονείς, παίζω Μπαχ. Σε ποιον ανήκει λοιπόν πραγματικά η σαραμπάντα; Κάθε πολιτισμός έχει υιοθετήσει τη μουσική, επενδύοντάς την με ένα ιδιαίτερο νόημα, αλλά όλοι πρέπει να θεωρούνται «συνιδιοκτήτες»: η μουσική ανήκει σε όλους μας. Το 1998 ίδρυσα το «Silk Road Ρroject» (μια μη κυβερνητική καλλιτεχνική, πολιτιστική και εκπαιδευτική οργάνωση) προκειμένου να μελετήσω τη ροή των ιδεών ανάμεσα στους πολλούς πολιτισμούς μεταξύ της Μεσογείου και του Ειρηνικού στη διάρκεια χιλιάδων ετών. Οταν παίζουμε μουσική προσπαθούμε να ενώσουμε πολλά μέρη του κόσμου σε μία σκηνή. Η ορχήστρα είναι μια ομάδα από βιρτουόζους, δεξιοτέχνες ζωντανών παραδόσεων από την Ευρώπη, τον αραβικό κόσμο, το Αζερμπαϊτζάν, την Αρμενία, την Περσία, τη Ρωσία, την Κεντρική Ασία, την Ινδία, τη Μογγολία, την Κίνα, την Κορέα και την Ιαπωνία. Ολοι μοιράζονται γενναιόδωρα τη γνώση τους, είναι φιλοπερίεργοι και πρόθυμοι να μάθουν για άλλες μορφές έκφρασης.

Τα τελευταία χρόνια ανακαλύψαμε ότι κάθε παράδοση είναι το αποτέλεσμα μιας επιτυχημένης εφεύρεσης. Ενας από τους καλύτερους τρόπους για να εξασφαλίσουμε την επιβίωση των παραδόσεων είναι μέσω της συστηματοποιημένης εξέλιξης, δηλαδή χρησιμοποιώντας όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα: με ηχογραφήσεις, κινηματογραφικές ταινίες, μαγνητοσκοπήσεις, υλικό από μουσεία, πανεπιστήμια και πόλεις. Μέσα από συναυλίες, είτε σε τάξεις σχολείων είτε σε μεγάλα στάδια, οι μουσικοί της ορχήστρας, μαζί τους και εγώ, μαθαίνουμε πολύτιμες δεξιότητες. Οταν γυρίζουμε στην πατρίδα μας μοιραζόμαστε αυτές τις δεξιότητες με άλλους, εξασφαλίζοντας ότι οι παραδόσεις μας θα έχουν μια θέση στο μεγάλο τραπέζι των πολιτισμών.

Ανακαλύψαμε ότι παίζοντας τη μουσική παράδοση μιας χώρας στο εξωτερικό κινητοποιούμε τους μουσικούς στο εσωτερικό της χώρας στην οποία ανήκει η παράδοση αυτή. Πάνω από όλα ο καθένας μας έχει αναπτύξει ένα πάθος για τη μουσική του άλλου και έναν δεσμό αμοιβαίου σεβασμού, φιλίας και εμπιστοσύνης, κάτι φαίνεται καθαρά όποτε ανεβαίνουμε στη σκηνή. Αυτή η χαρούμενη αλληλεπίδραση είναι ένας τόσο επιθυμητός κοινός μεγαλύτερος στόχος που πάντα μας οδηγούσε να λύνουμε τις διαφορές μας με φιλικό διάλογο. Καθώς ανοιγόμαστε ο ένας στον άλλον, χτίζουμε γέφυρες σε άγνωστες παραδόσεις, καταργώντας τον φόβο που συχνά συνοδεύει την αλλαγή. Με άλλα λόγια, όταν διευρύνουμε την οπτική μας γωνία στον κόσμο, κατανοούμε καλύτερα τον εαυτό μας, τη ζωή και τον πολιτισμό μας. Μοιραζόμαστε περισσότερα με τα πιο μακρινά σημεία του μικρού μας πλανήτη από όσο νομίζουμε.

Το να βρούμε αυτόν τον κοινό πολιτισμό είναι σημαντικό, αλλά όχι μόνο για χάρη της τέχνης. Τόσο πολλές από τις πόλεις μας - όχι μόνο το Λονδίνο, η Νέα Υόρκη ή το Τόκιο, αλλά τώρα ακόμη και μικρότερες πόλεις - δέχονται κύματα μετανάστευσης. Πώς θα ενσωματώσουμε ομάδες ανθρώπων που έχουν τις δικές τους, μοναδικές συνήθειες; Πρέπει η μετανάστευση να οδηγεί αναπόφευκτα σε αντίσταση και συγκρούσεις, όπως συνέβη στο παρελθόν; Τι γίνεται, για παράδειγμα, με τον τουρκικό πληθυσμό στη Γερμανία, με τους Αλβανούς στην Ιταλία, με τους Βορειοαφρικανούς στην Ισπανία και στη Γαλλία;

Μια ζωντανή μηχανή παραγωγής πολιτισμού μπορεί να μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε τον τρόπο για να αναμειχθούν ειρηνικά οι ομάδες των ανθρώπων, χωρίς να θυσιάσουν την ατομικότητα και την ταυτότητά τους. Αυτό δεν έχει σχέση με την πολιτική ορθότητα, αλλά με την αναγνώριση του τι είναι πολύτιμο για τον καθένα, καθώς και με τα δώρα που έχει προσφέρει κάθε πολιτισμός στον κόσμο μας.




Yo-Yo Ma plays Edward Elgar