...
Η πνευματική διαπάλη κατά το 15ο αιώνα συνεχίζει να διαδραματίζεται γύρω από τις νεοπλατωνικές (Πλήθων) και αριστοτελικές ιδέες (Βησσαρίων), που απέβλεπαν στη σύζευξη του αρχαίου ελληνικού πνεύματος με την «Ορθοδοξία». εγχείρημα θνησιγενές από τη σύλληψή του, αφού οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες απαιτούσαν δραστικές ανατροπές και όχι ακαδημαϊκές σκιαμαχίες και, κυρίως, επειδή αποτελούσε (και αποτελεί) ματαιοπονία η προσπάθεια για συνδυασμό και συνύπαρξη σε ένα ενιαίο φιλοσοφικό σύστημα, του ελληνικού ορθολογικού ανθρωποκεντρισμού με τον ανατολικό μεταφυσικό μυστικισμό. Κάποιος οξυδερκής θα μπορούσε να σχολιάσει, βέβαια, ότι η αρχαιοελληνική σκέψη εκδικείτο και ταλαιπωρούσε τους χριστιανούς ηγέτες για τις συκοφαντίες και ύβρεις που της είχαν προσάψει οι πρόγονοι και προκάτοχοί τους από τις ίδιες θέσεις εξουσίας...
Την ίδια εποχή μαίνεται για άλλη μια φορά στο Βυζάντιο, ιδίως στην Κων/πολη, ένας ιδιότυπος εμφύλιος πόλεμος. Πρόσχημα και μείζον θέμα είναι η επανένωση των Εκκλησιών, μετά το εκκλησιαστικό σχίσμα ορθοδόξων-καθολικών. Το σχίσμα αυτό είχε προκύψει κατά την εποχή της εικονομαχίας από τη διαμάχη για τον έλεγχο της επαρχίας του Ιλλυρικού (περίπου τα σημερινά δυτικά Βαλκάνια) και αναθερμαινόταν όποτε εξυπηρετούσε αυτό κάποια πλευρά. Οι δύο συγκρουόμενες πλευρές, ενωτικοί και ανθενωτικοί, προβάλλουν απίθανες θεολογικές και πολιτικές αιτιολογίες, στην ουσία όμως μοναδικό ζητούμενο είναι η πρωτοκαθεδρία στον εκκλησιαστικό μηχανισμό και ο έλεγχος των πολιτικών εξελίξεων.
Υπέρ της επανένωσης των Εκκλησιών και αποδοχής της υποστήριξης κατά των επερχόμενων Οθωμανών είναι ένα μέρος από τις οικογένειες των «Δυνατών» (= οικονομική ολιγαρχία), αλλά κυρίως οι λόγιοι που διαβλέπουν, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών και αιώνων στη Μ. Ασία, ότι μια υποταγή στους Τούρκους θα σήμαινε οριστική πολιτική και πνευματική καταστροφή. Από την άλλη πλευρά είχε τοποθετηθεί το μεγαλύτερο μέρος των κληρικών, των μοναχών και των κύκλων που συνήθως δημιουργούν αυτοί γύρω τους οι οποίοι, προφανώς μετά από συνεννοήσεις με την οθωμανική πλευρά, απέβλεπαν στη διατήρηση και ενίσχυση της προνομιακής θέσης τους σ' ένα κράτος υπό τούρκικο έλεγχο - όπως και συνέβη στην πραγματικότητα! Μαζί τους είχε ταχθεί ένα άλλο μέρος των «Δυνατών», οι οποίοι διέβλεπαν στην οθωμανική υποταγή απαλλαγή από τον οικονομικό έλεγχο των ναυτικών δυνάμεων και διεύρυνση των δικών τους εμπορικών δραστηριοτήτων προς Ανατολάς.
Το σύνθημα της υποτέλειας στους Οθωμανούς είχε δοθεί ήδη από πατριαρχικά χείλη, αυτά του «λαμπρού θεολόγου» Μάρκου Ευγενικού (1392-1444), ο οποίος δήλωνε, όπως αναφέρεται στο βίο του: «... καλύτερα σκλαβωμένα σώματα στους Τούρκους, παρά σκλαβωμένο πνεύμα στον αιρετικό πάπα». Και ο Μέγας Δούκας (πρωθυπουργός) Λουκάς Νοταράς στο ίδιο υπότουρκο πνεύμα: «Κρειττότερόν εστιν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν» (=Καλύτερα να βασιλέψει στο κέντρο της Πόλης το φέσι των Τούρκων, παρά το λατινικό (παπικό) καπέλο).
Βέβαια, ο Νοταράς δεν ήταν κληρικός! Η οικογένεια είχε έρθει στην Πόλη από τη Μονεμβασία έναν αιώνα πριν και απέκτησε περιουσία με το εμπόριο παστών ψαριών. Ο ίδιος ο Νοταράς ήταν νεόπλουτος έμπορος και εφοπλιστής, με λογαριασμούς σε τράπεζες της Βενετίας και της Γένοβας, δηλαδή είχε ένα προφίλ που κάθε άλλο παρά θα τον τοποθετούσε στην πλευρά των ανθενωτικών (Τ. Κιουσοπούλου: «Βασιλεύς ή Οικονόμος»). Πιθανόν λοιπόν η εμβληματική φράση του για επιλογή της οθωμανικής πλευράς να ήταν αποτέλεσμα μιας καθαρά πολιτικής επιλογής, όταν συνειδητοποίησε την απροθυμία των Δυτικών να βοηθήσουν ουσιαστικά την Πόλη και διαπίστωσε ότι ήταν αναπόφευκτο να ακολουθήσει και ο ίδιος τη βέβαιη φορά των πραγμάτων.
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο συγκεκριμένος Νοταράς δολοφονήθηκε μαζί με την οικογένειά του (εκτός από ένα γιο) κατόπιν διαταγής του σουλτάνου, επειδή έγινε κάποια παρεξήγηση πάνω σε ένα ομαδικό γλέντι. Έτσι, πρέπει να πήρε ο Μέγας Δούκας μια ιδέα για τις επιπτώσεις που είχε το «φέσι» της δικής του επιλογής στον εαυτό του και στην οικογένειά του. Για τις επιπτώσεις πάνω στο λαό της Ρωμανίας και, αυτό που ενδιαφέρει εδώ, στον ελληνόφωνο λαό, οι οποίες διήρκεσαν 400-500 χρόνια, δεν ήταν δυνατόν να πληροφορηθεί ο ίδιος τίποτα, τις γνωρίζουμε όμως εμείς σήμερα πάρα πολύ καλά.
Ο εκκλησιαστικός μηχανισμός, ο οποίος εκτιμάται ότι είχε έρθει σε συνεννόηση με τους Οθωμανούς μέσω των ελληνόφωνων συμβούλων του σουλτάνου ήδη πριν από την άλωση της Πόλης (Δ.Γ. Αποστολόπουλος: «Χαλίφης αυτοκράτορας- Ρωμιός πατριάρχης»), όπως είχαν κάνει εξ άλλου και εκπρόσωποι διαφόρων εθνικών μειονοτήτων που ήταν εγκαταστημένες στην Κων/πολη, παρέσυρε και το λαό σε εχθρική αναμέτρηση με όποιον προσπαθούσε να υλοποιήσει την επανένωση των Εκκλησιών. Την επανένωση είχε μεν συνυπογράψει ο βασιλιάς Ιωάννης Παλαιολόγος με τον πάπα, αλλά δεν δέχτηκαν να υπογράψουν οι επιφανείς κληρικοί που συμμετείχαν στη βυζαντινή αντιπροσωπεία.
Μέχρι των ημερών μας διατυπώνεται το προφανώς έωλο επιχείρημα ότι η προτίμηση από τον ορθόδοξο εκκλησιαστικό μηχανισμό των Οθωμανών έναντι του πάπα ήταν μονόδρομος, επειδή ο λαός είχε «φρικτές αναμνήσεις» από την κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους κατά το 13ο αιώνα! Βέβαια, ο Ιωάννης Ε' είχε προσφέρει στον πάπα (βλέπε προηγούμενα) δύο φορές την ένωση των Εκκλησιών και την αναγνώριση του παπικού πρωτείου, χωρίς αξιόλογες αντιδράσεις, τόσο από το λαό, όσο και από την Εκκλησία. Τότε όμως οι Τούρκοι βρίσκονταν στην πλευρά του Καντακουζηνού και σε αντίθεση με το πατριαρχείο, ενώ τώρα είχαν συμφωνήσει με τον εκκλησιαστικό μηχανισμό για συνεργασία και διανομή της εξουσίας.
Αλλά ούτε εκ του αποτελέσματος δικαιολογείται αυτή η φιλοτουρκική επιλογή. Οι αναμνήσεις από τους 4-5 αιώνες κυριαρχίας των Οθωμανών, όπως αυτή η κυριαρχία περιγράφεται στη σχολική εκπαίδευση και έχει παγιωθεί στην κοινή αντίληψη, είναι πολύ περισσότερο από απλά «φρικτές». Παρ' όλα αυτά, εξυμνείται μέχρι των ημερών μας εκείνη η επιλογή των πολιτικών παραγόντων και του εκκλησιαστικού μηχανισμού, με επινόηση φανταστικών διπλωματικών ικανοτήτων και αναφορές σε πολιτισμική ανωτερότητα έναντι των «βαρβάρων» Οθωμανών. Κι αυτές οι μυθοπλασίες από εκπροσώπους ενός μηχανισμού που είχαν φέρει το λαό, μέσα σε μερικούς αιώνες, στο κατώτατο σημείο μορφωτικού και πολιτισμικού επιπέδου.
Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει, βέβαια, μια ενιαία λογική για να ερμηνευτεί η συμπεριφορά της εκκλησιαστικής ηγεσίας στα χρόνια της οριστικής κατάλυσης του βυζαντινού κράτους, δεδομένου ότι η «εθνικά ορθή» προπαγάνδα χρησιμοποιεί στις ημέρες μας ταυτόχρονα πολλές και αντιφατικές δικαιολογίες για να «περάσει» μέσα από τη σχολική εκπαίδευση την αντίληψη των «επιδέξιων» και «σωτήριων» χειρισμών και να υποβαθμίσει τη σημασία του εκκλησιαστικού δωσιλογισμού κατά το 15ο αιώνα και μετά.
Η προδιάθεση του εκκλησιαστικού μηχανισμού για δωσιλογισμό είχε γίνει εξάλλου εμφανής ήδη από το έτος 1372, όταν οι ηγούμενοι των μοναστηριών στον Άθω είχαν παρουσιαστεί στον Οθωμανό σουλτάνο, πριν ακόμα εδραιωθεί η τουρκική κυριαρχία στα Βαλκάνια και προσέφεραν την υποταγή τους, ζητώντας ως αντάλλαγμα την επικύρωση των τίτλων ιδιοκτησίας των κτημάτων που είχαν αποκτήσει με διάφορους αδιαφανείς τρόπους (C. Mango: «Βυζάντιο»). Αργότερα, το έτος 1424 αντιπροσωπεία Αγιορειτών προσκυνά το σουλτάνο Μουράτ στην Αδριανούπολη και αποδέχεται την υπαγωγή των μοναστηριών στην τούρκικη εξουσία (Υπουργείο Πολιτισμού, Χρονολόγιο Αγίου Όρους). Αν και υπήρξαν στην εποχή της τουρκοκρατίας διάφορες δημεύσεις στην ακίνητη περιουσία τους, πολλές από τις σημερινές διεκδικήσεις των αθωνικών μονών σε αγροτικές και άλλες εκτάσεις στηρίζονται σε «νομιμοποιήσεις» συμβολαίων και συνεννοήσεις με τους Οθωμανούς εκείνης της εποχής!
Θρησκόληπτες ερμηνείες
Λέγεται ότι το 15ο αιώνα κυριαρχούσε στη σκέψη των ηγετών της ανατολικής Εκκλησίας η ιδεοληψία ότι το έτος 1484, κατ' άλλους το 1492, θα έφτανε (για άλλη μια φορά) η «συντέλεια του κόσμου». Οι πολιτικολογούντες θεολόγοι θεωρούσαν λοιπόν ότι δεν είχε καμιά σημασία η επιβίωση της αυτοκρατορίας, παρά μόνο η διαφύλαξη της «ορθής πίστης» (St. Runciman: «Η τελευταία βυζαντινή Αναγέννηση»). Η ορθή πίστη οριζόταν βέβαια πάντα σε αντιπαλότητα με τις αντιλήψεις της παπικής Εκκλησίας. Γνωρίζοντας σήμερα, μισή χιλιετία αργότερα, τις γενικότερες θεόπληκτες αντιλήψεις και ιδιοτελείς πρακτικές των ηγετικών ομάδων ολόκληρης της βυζαντινής εποχής και την αδυναμία των ανθρώπων του εκκλησιαστικού μηχανισμού να αναγνωρίσουν τις εσφαλμένες επιλογές τους σε προγενέστερες ανάλογες περιπτώσεις, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αυτή η εξήγηση του Runciman και άλλων Ιστορικών για τη συμπεριφορά των εκκλησιαστικών ηγετών κατά το 15ο αιώνα, δεν βρίσκεται μακριά από την πραγματικότητα.
Η απάτη με τις προβλέψεις περί συντέλειας είναι παλιά και, παρόλο που αποδεικνύονταν πάντα λανθασμένες, επαναλαμβάνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα, αφενός επειδή απέφεραν κέρδος στο εκκλησιαστικό ταμείο, αφετέρου γιατί η αμάθεια του λαού έδινε τη δυνατότητα να εφαρμόζεται το ίδιο τέχνασμα κατ' επανάληψη! Ήδη ο πάπας Γρηγόριος Α' (~540 - 604), ο οποίος είναι άγιος της καθολικής και της ορθόδοξης Εκκλησίας, αναγγέλλει ότι το έτος 600 θα επέλθει οριστικά η συντέλεια του κόσμου. Τρομοκρατημένοι πάμπολλοι γαιοκτήμονες χαρίζουν την περιουσία και τους δούλους ή δουλοπάροικούς τους στην Εκκλησία, ντύνονται μοναχοί και καταφεύγουν στα βουνά· στην Ανατολή κατέφευγαν σε ανάλογες περιπτώσεις πανικού στις ερήμους! Όταν επανήλθαν στις πόλεις οι φυγάδες, αφού παρήλθε χωρίς αξιοσημείωτα γεγονότα το έτος «καταστροφής», δεν ήταν δυνατόν να λάβουν πίσω τα περιουσιακά τους στοιχεία, γιατί είχαν ήδη ενσωματωθεί στην εκκλησιαστική περιουσία.
Όσον αφορά τα τέλη του 15ου αιώνα, υπήρξε η εμβριθής πρόβλεψη ότι, λόγω της αναμενόμενης αστρικής συνόδου του Δία με τον Κρόνο στον αστερισμό του Σκορπιού, το έτος 1484 θα ήταν το magnus annus (μέγα έτος), το «έτος του Αντίχριστου», κατά το οποίο θα ερχόταν η ποθούμενη συντέλεια του κόσμου και η «δευτέρα παρουσία». Αυτές οι αερολογίες επαναλαμβάνονται μέχρι των ημερών μας και αποτελούν μέρος από τις ιστορίες με τα «σημάδια» που προαναγγέλλουν την καταστροφή του «κόσμου», δηλαδή της Γης. Τα οποία σημάδια αντιλαμβάνονται κυρίως οι ψυχικά ασταθείς αλλά επίσης αυτοί που μπορούν να τα εκμεταλλευτούν για πλουτισμό!
>Επειδή παρήλθε το έτος 1484 χωρίς να συμβεί οτιδήποτε συνταρακτικό, θεωρήθηκε το έτος 1492 ως υποψήφιο και στη συνέχεια το στρογγυλό έτος 1500 κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και στις ημέρες μας παρουσιάζονται ψυχοπαθείς ή επιτήδειοι, οι οποίοι προαναγγέλλουν ολικές καταστροφές, κατά κανόνα για να εκμεταλλευτούν τη φοβία και την κακιά συνείδηση πολλών ανθρώπων. Όλες αυτές οι ιστορίες μάς δίνουν μίαν εντύπωση, μέσα σε ποια θρησκοληψία και υποβάθμιση εκινείτο η ζωή των ανθρώπων κατά το Μεσαίωνα και πόσο βελτίωσαν αυτή την αναξιοπρεπή κατάσταση ο ορθολογισμός και η επιστήμη, αμφότερα εχθρικές έννοιες για τους επαγγελματίες της θρησκείας.
Την ίδια εποχή μαίνεται για άλλη μια φορά στο Βυζάντιο, ιδίως στην Κων/πολη, ένας ιδιότυπος εμφύλιος πόλεμος. Πρόσχημα και μείζον θέμα είναι η επανένωση των Εκκλησιών, μετά το εκκλησιαστικό σχίσμα ορθοδόξων-καθολικών. Το σχίσμα αυτό είχε προκύψει κατά την εποχή της εικονομαχίας από τη διαμάχη για τον έλεγχο της επαρχίας του Ιλλυρικού (περίπου τα σημερινά δυτικά Βαλκάνια) και αναθερμαινόταν όποτε εξυπηρετούσε αυτό κάποια πλευρά. Οι δύο συγκρουόμενες πλευρές, ενωτικοί και ανθενωτικοί, προβάλλουν απίθανες θεολογικές και πολιτικές αιτιολογίες, στην ουσία όμως μοναδικό ζητούμενο είναι η πρωτοκαθεδρία στον εκκλησιαστικό μηχανισμό και ο έλεγχος των πολιτικών εξελίξεων.
Υπέρ της επανένωσης των Εκκλησιών και αποδοχής της υποστήριξης κατά των επερχόμενων Οθωμανών είναι ένα μέρος από τις οικογένειες των «Δυνατών» (= οικονομική ολιγαρχία), αλλά κυρίως οι λόγιοι που διαβλέπουν, μετά τις εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών και αιώνων στη Μ. Ασία, ότι μια υποταγή στους Τούρκους θα σήμαινε οριστική πολιτική και πνευματική καταστροφή. Από την άλλη πλευρά είχε τοποθετηθεί το μεγαλύτερο μέρος των κληρικών, των μοναχών και των κύκλων που συνήθως δημιουργούν αυτοί γύρω τους οι οποίοι, προφανώς μετά από συνεννοήσεις με την οθωμανική πλευρά, απέβλεπαν στη διατήρηση και ενίσχυση της προνομιακής θέσης τους σ' ένα κράτος υπό τούρκικο έλεγχο - όπως και συνέβη στην πραγματικότητα! Μαζί τους είχε ταχθεί ένα άλλο μέρος των «Δυνατών», οι οποίοι διέβλεπαν στην οθωμανική υποταγή απαλλαγή από τον οικονομικό έλεγχο των ναυτικών δυνάμεων και διεύρυνση των δικών τους εμπορικών δραστηριοτήτων προς Ανατολάς.
Το σύνθημα της υποτέλειας στους Οθωμανούς είχε δοθεί ήδη από πατριαρχικά χείλη, αυτά του «λαμπρού θεολόγου» Μάρκου Ευγενικού (1392-1444), ο οποίος δήλωνε, όπως αναφέρεται στο βίο του: «... καλύτερα σκλαβωμένα σώματα στους Τούρκους, παρά σκλαβωμένο πνεύμα στον αιρετικό πάπα». Και ο Μέγας Δούκας (πρωθυπουργός) Λουκάς Νοταράς στο ίδιο υπότουρκο πνεύμα: «Κρειττότερόν εστιν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν» (=Καλύτερα να βασιλέψει στο κέντρο της Πόλης το φέσι των Τούρκων, παρά το λατινικό (παπικό) καπέλο).
Βέβαια, ο Νοταράς δεν ήταν κληρικός! Η οικογένεια είχε έρθει στην Πόλη από τη Μονεμβασία έναν αιώνα πριν και απέκτησε περιουσία με το εμπόριο παστών ψαριών. Ο ίδιος ο Νοταράς ήταν νεόπλουτος έμπορος και εφοπλιστής, με λογαριασμούς σε τράπεζες της Βενετίας και της Γένοβας, δηλαδή είχε ένα προφίλ που κάθε άλλο παρά θα τον τοποθετούσε στην πλευρά των ανθενωτικών (Τ. Κιουσοπούλου: «Βασιλεύς ή Οικονόμος»). Πιθανόν λοιπόν η εμβληματική φράση του για επιλογή της οθωμανικής πλευράς να ήταν αποτέλεσμα μιας καθαρά πολιτικής επιλογής, όταν συνειδητοποίησε την απροθυμία των Δυτικών να βοηθήσουν ουσιαστικά την Πόλη και διαπίστωσε ότι ήταν αναπόφευκτο να ακολουθήσει και ο ίδιος τη βέβαιη φορά των πραγμάτων.
Να σημειώσουμε εδώ ότι ο συγκεκριμένος Νοταράς δολοφονήθηκε μαζί με την οικογένειά του (εκτός από ένα γιο) κατόπιν διαταγής του σουλτάνου, επειδή έγινε κάποια παρεξήγηση πάνω σε ένα ομαδικό γλέντι. Έτσι, πρέπει να πήρε ο Μέγας Δούκας μια ιδέα για τις επιπτώσεις που είχε το «φέσι» της δικής του επιλογής στον εαυτό του και στην οικογένειά του. Για τις επιπτώσεις πάνω στο λαό της Ρωμανίας και, αυτό που ενδιαφέρει εδώ, στον ελληνόφωνο λαό, οι οποίες διήρκεσαν 400-500 χρόνια, δεν ήταν δυνατόν να πληροφορηθεί ο ίδιος τίποτα, τις γνωρίζουμε όμως εμείς σήμερα πάρα πολύ καλά.
Ο εκκλησιαστικός μηχανισμός, ο οποίος εκτιμάται ότι είχε έρθει σε συνεννόηση με τους Οθωμανούς μέσω των ελληνόφωνων συμβούλων του σουλτάνου ήδη πριν από την άλωση της Πόλης (Δ.Γ. Αποστολόπουλος: «Χαλίφης αυτοκράτορας- Ρωμιός πατριάρχης»), όπως είχαν κάνει εξ άλλου και εκπρόσωποι διαφόρων εθνικών μειονοτήτων που ήταν εγκαταστημένες στην Κων/πολη, παρέσυρε και το λαό σε εχθρική αναμέτρηση με όποιον προσπαθούσε να υλοποιήσει την επανένωση των Εκκλησιών. Την επανένωση είχε μεν συνυπογράψει ο βασιλιάς Ιωάννης Παλαιολόγος με τον πάπα, αλλά δεν δέχτηκαν να υπογράψουν οι επιφανείς κληρικοί που συμμετείχαν στη βυζαντινή αντιπροσωπεία.
Μέχρι των ημερών μας διατυπώνεται το προφανώς έωλο επιχείρημα ότι η προτίμηση από τον ορθόδοξο εκκλησιαστικό μηχανισμό των Οθωμανών έναντι του πάπα ήταν μονόδρομος, επειδή ο λαός είχε «φρικτές αναμνήσεις» από την κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους κατά το 13ο αιώνα! Βέβαια, ο Ιωάννης Ε' είχε προσφέρει στον πάπα (βλέπε προηγούμενα) δύο φορές την ένωση των Εκκλησιών και την αναγνώριση του παπικού πρωτείου, χωρίς αξιόλογες αντιδράσεις, τόσο από το λαό, όσο και από την Εκκλησία. Τότε όμως οι Τούρκοι βρίσκονταν στην πλευρά του Καντακουζηνού και σε αντίθεση με το πατριαρχείο, ενώ τώρα είχαν συμφωνήσει με τον εκκλησιαστικό μηχανισμό για συνεργασία και διανομή της εξουσίας.
Αλλά ούτε εκ του αποτελέσματος δικαιολογείται αυτή η φιλοτουρκική επιλογή. Οι αναμνήσεις από τους 4-5 αιώνες κυριαρχίας των Οθωμανών, όπως αυτή η κυριαρχία περιγράφεται στη σχολική εκπαίδευση και έχει παγιωθεί στην κοινή αντίληψη, είναι πολύ περισσότερο από απλά «φρικτές». Παρ' όλα αυτά, εξυμνείται μέχρι των ημερών μας εκείνη η επιλογή των πολιτικών παραγόντων και του εκκλησιαστικού μηχανισμού, με επινόηση φανταστικών διπλωματικών ικανοτήτων και αναφορές σε πολιτισμική ανωτερότητα έναντι των «βαρβάρων» Οθωμανών. Κι αυτές οι μυθοπλασίες από εκπροσώπους ενός μηχανισμού που είχαν φέρει το λαό, μέσα σε μερικούς αιώνες, στο κατώτατο σημείο μορφωτικού και πολιτισμικού επιπέδου.
Δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει, βέβαια, μια ενιαία λογική για να ερμηνευτεί η συμπεριφορά της εκκλησιαστικής ηγεσίας στα χρόνια της οριστικής κατάλυσης του βυζαντινού κράτους, δεδομένου ότι η «εθνικά ορθή» προπαγάνδα χρησιμοποιεί στις ημέρες μας ταυτόχρονα πολλές και αντιφατικές δικαιολογίες για να «περάσει» μέσα από τη σχολική εκπαίδευση την αντίληψη των «επιδέξιων» και «σωτήριων» χειρισμών και να υποβαθμίσει τη σημασία του εκκλησιαστικού δωσιλογισμού κατά το 15ο αιώνα και μετά.
Η προδιάθεση του εκκλησιαστικού μηχανισμού για δωσιλογισμό είχε γίνει εξάλλου εμφανής ήδη από το έτος 1372, όταν οι ηγούμενοι των μοναστηριών στον Άθω είχαν παρουσιαστεί στον Οθωμανό σουλτάνο, πριν ακόμα εδραιωθεί η τουρκική κυριαρχία στα Βαλκάνια και προσέφεραν την υποταγή τους, ζητώντας ως αντάλλαγμα την επικύρωση των τίτλων ιδιοκτησίας των κτημάτων που είχαν αποκτήσει με διάφορους αδιαφανείς τρόπους (C. Mango: «Βυζάντιο»). Αργότερα, το έτος 1424 αντιπροσωπεία Αγιορειτών προσκυνά το σουλτάνο Μουράτ στην Αδριανούπολη και αποδέχεται την υπαγωγή των μοναστηριών στην τούρκικη εξουσία (Υπουργείο Πολιτισμού, Χρονολόγιο Αγίου Όρους). Αν και υπήρξαν στην εποχή της τουρκοκρατίας διάφορες δημεύσεις στην ακίνητη περιουσία τους, πολλές από τις σημερινές διεκδικήσεις των αθωνικών μονών σε αγροτικές και άλλες εκτάσεις στηρίζονται σε «νομιμοποιήσεις» συμβολαίων και συνεννοήσεις με τους Οθωμανούς εκείνης της εποχής!
Θρησκόληπτες ερμηνείες
Λέγεται ότι το 15ο αιώνα κυριαρχούσε στη σκέψη των ηγετών της ανατολικής Εκκλησίας η ιδεοληψία ότι το έτος 1484, κατ' άλλους το 1492, θα έφτανε (για άλλη μια φορά) η «συντέλεια του κόσμου». Οι πολιτικολογούντες θεολόγοι θεωρούσαν λοιπόν ότι δεν είχε καμιά σημασία η επιβίωση της αυτοκρατορίας, παρά μόνο η διαφύλαξη της «ορθής πίστης» (St. Runciman: «Η τελευταία βυζαντινή Αναγέννηση»). Η ορθή πίστη οριζόταν βέβαια πάντα σε αντιπαλότητα με τις αντιλήψεις της παπικής Εκκλησίας. Γνωρίζοντας σήμερα, μισή χιλιετία αργότερα, τις γενικότερες θεόπληκτες αντιλήψεις και ιδιοτελείς πρακτικές των ηγετικών ομάδων ολόκληρης της βυζαντινής εποχής και την αδυναμία των ανθρώπων του εκκλησιαστικού μηχανισμού να αναγνωρίσουν τις εσφαλμένες επιλογές τους σε προγενέστερες ανάλογες περιπτώσεις, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αυτή η εξήγηση του Runciman και άλλων Ιστορικών για τη συμπεριφορά των εκκλησιαστικών ηγετών κατά το 15ο αιώνα, δεν βρίσκεται μακριά από την πραγματικότητα.
Η απάτη με τις προβλέψεις περί συντέλειας είναι παλιά και, παρόλο που αποδεικνύονταν πάντα λανθασμένες, επαναλαμβάνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα, αφενός επειδή απέφεραν κέρδος στο εκκλησιαστικό ταμείο, αφετέρου γιατί η αμάθεια του λαού έδινε τη δυνατότητα να εφαρμόζεται το ίδιο τέχνασμα κατ' επανάληψη! Ήδη ο πάπας Γρηγόριος Α' (~540 - 604), ο οποίος είναι άγιος της καθολικής και της ορθόδοξης Εκκλησίας, αναγγέλλει ότι το έτος 600 θα επέλθει οριστικά η συντέλεια του κόσμου. Τρομοκρατημένοι πάμπολλοι γαιοκτήμονες χαρίζουν την περιουσία και τους δούλους ή δουλοπάροικούς τους στην Εκκλησία, ντύνονται μοναχοί και καταφεύγουν στα βουνά· στην Ανατολή κατέφευγαν σε ανάλογες περιπτώσεις πανικού στις ερήμους! Όταν επανήλθαν στις πόλεις οι φυγάδες, αφού παρήλθε χωρίς αξιοσημείωτα γεγονότα το έτος «καταστροφής», δεν ήταν δυνατόν να λάβουν πίσω τα περιουσιακά τους στοιχεία, γιατί είχαν ήδη ενσωματωθεί στην εκκλησιαστική περιουσία.
Όσον αφορά τα τέλη του 15ου αιώνα, υπήρξε η εμβριθής πρόβλεψη ότι, λόγω της αναμενόμενης αστρικής συνόδου του Δία με τον Κρόνο στον αστερισμό του Σκορπιού, το έτος 1484 θα ήταν το magnus annus (μέγα έτος), το «έτος του Αντίχριστου», κατά το οποίο θα ερχόταν η ποθούμενη συντέλεια του κόσμου και η «δευτέρα παρουσία». Αυτές οι αερολογίες επαναλαμβάνονται μέχρι των ημερών μας και αποτελούν μέρος από τις ιστορίες με τα «σημάδια» που προαναγγέλλουν την καταστροφή του «κόσμου», δηλαδή της Γης. Τα οποία σημάδια αντιλαμβάνονται κυρίως οι ψυχικά ασταθείς αλλά επίσης αυτοί που μπορούν να τα εκμεταλλευτούν για πλουτισμό!
>Επειδή παρήλθε το έτος 1484 χωρίς να συμβεί οτιδήποτε συνταρακτικό, θεωρήθηκε το έτος 1492 ως υποψήφιο και στη συνέχεια το στρογγυλό έτος 1500 κ.ο.κ. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και στις ημέρες μας παρουσιάζονται ψυχοπαθείς ή επιτήδειοι, οι οποίοι προαναγγέλλουν ολικές καταστροφές, κατά κανόνα για να εκμεταλλευτούν τη φοβία και την κακιά συνείδηση πολλών ανθρώπων. Όλες αυτές οι ιστορίες μάς δίνουν μίαν εντύπωση, μέσα σε ποια θρησκοληψία και υποβάθμιση εκινείτο η ζωή των ανθρώπων κατά το Μεσαίωνα και πόσο βελτίωσαν αυτή την αναξιοπρεπή κατάσταση ο ορθολογισμός και η επιστήμη, αμφότερα εχθρικές έννοιες για τους επαγγελματίες της θρησκείας.
(Stelios Frangopoulos, Στέλιος Φραγκόπουλος) (συνεχίζεται)