Αλβανοί καλλιτέχνες που διαπρέπουν στην Ελλάδα
(BHMA, 8/3/2009)
...
Η ζωή είναι κύκλος και η πραγματικότητα έχει πάντα περισσότερες από μία όψεις. Αυτό το κλισέ αποκτά ιδιαίτερο νόημα στην περίπτωση των αλβανών καλλιτεχνών που έφθασαν στην Ελλάδα και διέπρεψαν, εμπλουτίζοντας ταυτόχρονα τη χώρα που τους υποδέχθηκε μάλλον με δισταγμό και επιφύλαξη. Στον χορό, στη μουσική, στην υποκριτική, στη σκηνοθεσία και στη φωτογραφία επέδειξαν απαράμιλλη δεξιοτεχνία ξεπερνώντας πολλές φορές τους έλληνες ομοτέχνους τους. Αν λοιπόν η πιο πολυπληθής και τόσο συγγενική μας μειονότητα είναι συχνά παραγκωνισμένη, αυτή τη φορά βγαίνει ασπροπρόσωπη.
Οπως μας είπε και ένας από αυτούς, «οι καλλιτέχνες δεν γνωρίζουν σύνορα»... Υπάρχει ένας μύθος, ότι ο πρώτος χορευτής του μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής, ο Αλβανός Ντανίλο Ζέκα, έφτασε στην Ελλάδα ξυπόλυτος με τα πόδια. Ο θρύλος απέχει πολύ από την πραγματικότητα, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι δημιουργήθηκε: Απορρέει αφενός από την καταγωγή του και αφετέρου από την ελλειμματική χορευτική παιδεία στην Ελλάδα. Οι θετικές συνέπειες αυτού του φαινομένου πολλαπλασιάζονται αφού σχεδόν οι μισοί από τους άνδρες χορευτές που απαρτίζουν το corps de ballet της Λυρικής κατάγονται από την Αλβανία.
Ο Ντανίλο ήρθε στην Ελλάδα το 1997, όταν «η Αλβανία κατέρρεε με τις “πυραμίδες”, όλοι έχαναν τα λεφτά τους και ο κόσμος είχε πάρει τα όπλα». Κατέφθασε όμως μέσω επίσημης οδού, προσκεκλημένος σε παράσταση σύγχρονου χορού με την ομάδα του γνωστού χορογράφου Χάρη Μανταφούνη. «Ημουν τυχερός. Είχα μόλις τελειώσει το σχολείο και βρισκόμουν στην Ελβετία, όπου διδασκόμουν τη σύγχρονη τεχνική. Η συμφωνία ήταν να μείνω για τρεις μήνες, αλλά δεν ξαναγύρισα πίσω. Σε μαθαίνει ο κόσμος, το ένα φέρνει το άλλο». Ο Ντανίλο είναι γιος γνωστού δεξιού πολιτικού της Αλβανίας («αν και δεν ήταν ποτέ με τον Μπερίσα»), η μητέρα του υπήρξε δασκάλα πιάνου και ο αδελφός του ζει και εργάζεται σήμερα στην Αμερική. Προικισμένος με όλα τα αγαθά.
Στη Λυρική Σκηνή έγινε δεκτός το 1997 έπειτα από οντισιόν. Πήρε το σκήπτρο του πρώτου σολίστ το 2001, αν και τον είχαν εμπιστευτεί σε ρόλους σολίστ σε πολλές παραστάσεις πριν από αυτό. «Παρ' ότι ήμουν σε καλό επίπεδο όταν ήρθα από την Αλβανία, έπρεπε να δουλέψω σκληρά και κυρίως να ωριμάσω, ώστε να ωριμάσει και η εκφραστική μου. Τότε φτάνεις σε καλύτερο επίπεδο. Δεν αρκεί ποτέ μόνο το ταλέντο. Πρέπει να είσαι συνεργάσιμος με όλους, πολλά πράγματα παίζουν ρόλο. Με πολλή θέληση και ιδρώτα, μπορείς να καταφέρεις πολλά πράγματα. Θέλω να προχωρήσω κι άλλο. Ο χορός είναι η ζωή μου, συνεργάζομαι και με ομάδες σύγχρονου χορού». Αυτή την περίοδο ο Ντανίλο ετοιμάζεται να εμφανιστεί στην «Ηλέκτρα», μια σύγχρονη παράσταση χοροθεάτρου της γνωστής χορογράφου Σοφίας Σπυράτου (28 και 29/3).
Πρόκειται λοιπόν για έναν Αλβανό, που ξεπέρασε σε επιδόσεις τους Ελληνες, σε έναν πολύ απαιτητικό χώρο. Σε αντιδιαστολή με τη φήμη που αμαυρώνει τους συμπατριώτες του στην Ελλάδα, αυτός θα μπορούσε να ξιπάζεται, αλλά δεν διακρίνεις ίχνος υπεροψίας στο πρόσωπό του. «Είμαι 11 χρόνια εδώ και σκέφτομαι πλέον σαν Ελληνας, τουλάχιστον ξέρω πώς λειτουργούν τα πράγματα. Η γενικότερη κοινωνία έχει φτιάξει πολύ, δεν είναι όπως ήταν στα πρώτα μου χρόνια. Χωρίς να θέλω να κατηγοριοποιήσω τους ανθρώπους, τον ρατσισμό τον ένιωθες περισσότερο στους απλούς ανθρώπους, στους ταξιτζήδες, στους αστυνομικούς. Οι ταξιτζήδες ρωτούσαν "από πού είστε" και η αντίδρασή τους ήταν πάντα "υπάρχουν ωραία παιδιά στην Αλβανία;" Οταν τους λέγαμε ότι χορεύουμε στη Λυρική, οι περισσότεροι απαντούσαν "τι είναι αυτό", άλλοι πάλι μας έλεγαν "μπράβο"».
Στην κλειστή ελίτ των χορευτών όμως δεν γίνονται διακρίσεις φυλετικού τύπου. «Εμείς οι καλλιτέχνες δεν έχουμε σύνορα και αυτό ισχύει σε όλες τις χώρες. Αυτό το ξέρουν και Έλληνες χορευτές που υπήρξαν μετανάστες. O φθόνος περιορίζεται σε καλλιτεχνικό επίπεδο». Η ραχοκοκαλιά του όμως ως χορευτή ήταν ήδη πολύ γερή: είχε χτιστεί στην Ακαδημία Χορού των Τιράνων. «Λόγω κομμουνισμού, ο χορός ακολουθούσε το ρωσικό σύστημα και η διδασκαλία ήταν πολύ υψηλού επιπέδου. Εκαναν αίτηση 1ΟΟ αγόρια και έπαιρναν τους τρεις. Είχαμε μεγάλους δασκάλους, σπουδασμένους στη Μόσχα και σε όλο τον κόσμο. Ηταν ένα όνειρο να σε κάνουν δεκτό. Ο χορευτής στην Αλβανία θεωρείται το ίδιο σημαντικός με τον ηθοποιό,τον μουσικό... Περπατούσαμε στους δρόμους και μας ζητούσαν αυτόγραφο.
Σε όλες τις ανατολικές χώρες είναι έτσι» θυμάται σήμερα ο Ντανίλο. Ως γνωστόν, όλο το ανατολικό μπλοκ, εμποτισμένο από το σοβιετικό σύστημα, χρησιμοποίησε τις τέχνες για λόγους προπαγανδιστικούς και ωφελιμιστικούς αλλά αυτή η σχέση κράτους και τεχνών πολλές φορές οδήγησε σε αξιοθαύμαστα αποτελέσματα και σε καινοτομίες (βλέπε: τη ρωσική πρωτοπορία στα εικαστικά). Ολόκληρες κοινωνίες γαλουχήθηκαν δίπλα σε καλλιτεχνικά δρώμενα- «οι γονείς μας μάς πήγαιναν συνέχεια στο Θέατρο των Τιράνων».
Η άφιξή τους στην Ελλάδα λοιπόν κάλυψε ένα μεγάλο κενό, την έλλειψη καλών Ελλήνων χορευτών: «Επικρατεί η μάλλον εσφαλμένη αντίληψη ότι, αν πας τον γιο σου να μάθει χορό, θα γίνει εξορισμού γκέι. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και αν τον πάς σε μάθημα ποδοσφαίρου ή μποξ, αν είναι να γίνει ομοφυλόφιλος, θα γίνει».
Η ζωή είναι κύκλος και η πραγματικότητα έχει πάντα περισσότερες από μία όψεις. Αυτό το κλισέ αποκτά ιδιαίτερο νόημα στην περίπτωση των αλβανών καλλιτεχνών που έφθασαν στην Ελλάδα και διέπρεψαν, εμπλουτίζοντας ταυτόχρονα τη χώρα που τους υποδέχθηκε μάλλον με δισταγμό και επιφύλαξη. Στον χορό, στη μουσική, στην υποκριτική, στη σκηνοθεσία και στη φωτογραφία επέδειξαν απαράμιλλη δεξιοτεχνία ξεπερνώντας πολλές φορές τους έλληνες ομοτέχνους τους. Αν λοιπόν η πιο πολυπληθής και τόσο συγγενική μας μειονότητα είναι συχνά παραγκωνισμένη, αυτή τη φορά βγαίνει ασπροπρόσωπη.
Οπως μας είπε και ένας από αυτούς, «οι καλλιτέχνες δεν γνωρίζουν σύνορα»... Υπάρχει ένας μύθος, ότι ο πρώτος χορευτής του μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής, ο Αλβανός Ντανίλο Ζέκα, έφτασε στην Ελλάδα ξυπόλυτος με τα πόδια. Ο θρύλος απέχει πολύ από την πραγματικότητα, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι δημιουργήθηκε: Απορρέει αφενός από την καταγωγή του και αφετέρου από την ελλειμματική χορευτική παιδεία στην Ελλάδα. Οι θετικές συνέπειες αυτού του φαινομένου πολλαπλασιάζονται αφού σχεδόν οι μισοί από τους άνδρες χορευτές που απαρτίζουν το corps de ballet της Λυρικής κατάγονται από την Αλβανία.
Ο Ντανίλο ήρθε στην Ελλάδα το 1997, όταν «η Αλβανία κατέρρεε με τις “πυραμίδες”, όλοι έχαναν τα λεφτά τους και ο κόσμος είχε πάρει τα όπλα». Κατέφθασε όμως μέσω επίσημης οδού, προσκεκλημένος σε παράσταση σύγχρονου χορού με την ομάδα του γνωστού χορογράφου Χάρη Μανταφούνη. «Ημουν τυχερός. Είχα μόλις τελειώσει το σχολείο και βρισκόμουν στην Ελβετία, όπου διδασκόμουν τη σύγχρονη τεχνική. Η συμφωνία ήταν να μείνω για τρεις μήνες, αλλά δεν ξαναγύρισα πίσω. Σε μαθαίνει ο κόσμος, το ένα φέρνει το άλλο». Ο Ντανίλο είναι γιος γνωστού δεξιού πολιτικού της Αλβανίας («αν και δεν ήταν ποτέ με τον Μπερίσα»), η μητέρα του υπήρξε δασκάλα πιάνου και ο αδελφός του ζει και εργάζεται σήμερα στην Αμερική. Προικισμένος με όλα τα αγαθά.
Στη Λυρική Σκηνή έγινε δεκτός το 1997 έπειτα από οντισιόν. Πήρε το σκήπτρο του πρώτου σολίστ το 2001, αν και τον είχαν εμπιστευτεί σε ρόλους σολίστ σε πολλές παραστάσεις πριν από αυτό. «Παρ' ότι ήμουν σε καλό επίπεδο όταν ήρθα από την Αλβανία, έπρεπε να δουλέψω σκληρά και κυρίως να ωριμάσω, ώστε να ωριμάσει και η εκφραστική μου. Τότε φτάνεις σε καλύτερο επίπεδο. Δεν αρκεί ποτέ μόνο το ταλέντο. Πρέπει να είσαι συνεργάσιμος με όλους, πολλά πράγματα παίζουν ρόλο. Με πολλή θέληση και ιδρώτα, μπορείς να καταφέρεις πολλά πράγματα. Θέλω να προχωρήσω κι άλλο. Ο χορός είναι η ζωή μου, συνεργάζομαι και με ομάδες σύγχρονου χορού». Αυτή την περίοδο ο Ντανίλο ετοιμάζεται να εμφανιστεί στην «Ηλέκτρα», μια σύγχρονη παράσταση χοροθεάτρου της γνωστής χορογράφου Σοφίας Σπυράτου (28 και 29/3).
Πρόκειται λοιπόν για έναν Αλβανό, που ξεπέρασε σε επιδόσεις τους Ελληνες, σε έναν πολύ απαιτητικό χώρο. Σε αντιδιαστολή με τη φήμη που αμαυρώνει τους συμπατριώτες του στην Ελλάδα, αυτός θα μπορούσε να ξιπάζεται, αλλά δεν διακρίνεις ίχνος υπεροψίας στο πρόσωπό του. «Είμαι 11 χρόνια εδώ και σκέφτομαι πλέον σαν Ελληνας, τουλάχιστον ξέρω πώς λειτουργούν τα πράγματα. Η γενικότερη κοινωνία έχει φτιάξει πολύ, δεν είναι όπως ήταν στα πρώτα μου χρόνια. Χωρίς να θέλω να κατηγοριοποιήσω τους ανθρώπους, τον ρατσισμό τον ένιωθες περισσότερο στους απλούς ανθρώπους, στους ταξιτζήδες, στους αστυνομικούς. Οι ταξιτζήδες ρωτούσαν "από πού είστε" και η αντίδρασή τους ήταν πάντα "υπάρχουν ωραία παιδιά στην Αλβανία;" Οταν τους λέγαμε ότι χορεύουμε στη Λυρική, οι περισσότεροι απαντούσαν "τι είναι αυτό", άλλοι πάλι μας έλεγαν "μπράβο"».
Στην κλειστή ελίτ των χορευτών όμως δεν γίνονται διακρίσεις φυλετικού τύπου. «Εμείς οι καλλιτέχνες δεν έχουμε σύνορα και αυτό ισχύει σε όλες τις χώρες. Αυτό το ξέρουν και Έλληνες χορευτές που υπήρξαν μετανάστες. O φθόνος περιορίζεται σε καλλιτεχνικό επίπεδο». Η ραχοκοκαλιά του όμως ως χορευτή ήταν ήδη πολύ γερή: είχε χτιστεί στην Ακαδημία Χορού των Τιράνων. «Λόγω κομμουνισμού, ο χορός ακολουθούσε το ρωσικό σύστημα και η διδασκαλία ήταν πολύ υψηλού επιπέδου. Εκαναν αίτηση 1ΟΟ αγόρια και έπαιρναν τους τρεις. Είχαμε μεγάλους δασκάλους, σπουδασμένους στη Μόσχα και σε όλο τον κόσμο. Ηταν ένα όνειρο να σε κάνουν δεκτό. Ο χορευτής στην Αλβανία θεωρείται το ίδιο σημαντικός με τον ηθοποιό,τον μουσικό... Περπατούσαμε στους δρόμους και μας ζητούσαν αυτόγραφο.
Σε όλες τις ανατολικές χώρες είναι έτσι» θυμάται σήμερα ο Ντανίλο. Ως γνωστόν, όλο το ανατολικό μπλοκ, εμποτισμένο από το σοβιετικό σύστημα, χρησιμοποίησε τις τέχνες για λόγους προπαγανδιστικούς και ωφελιμιστικούς αλλά αυτή η σχέση κράτους και τεχνών πολλές φορές οδήγησε σε αξιοθαύμαστα αποτελέσματα και σε καινοτομίες (βλέπε: τη ρωσική πρωτοπορία στα εικαστικά). Ολόκληρες κοινωνίες γαλουχήθηκαν δίπλα σε καλλιτεχνικά δρώμενα- «οι γονείς μας μάς πήγαιναν συνέχεια στο Θέατρο των Τιράνων».
Η άφιξή τους στην Ελλάδα λοιπόν κάλυψε ένα μεγάλο κενό, την έλλειψη καλών Ελλήνων χορευτών: «Επικρατεί η μάλλον εσφαλμένη αντίληψη ότι, αν πας τον γιο σου να μάθει χορό, θα γίνει εξορισμού γκέι. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και αν τον πάς σε μάθημα ποδοσφαίρου ή μποξ, αν είναι να γίνει ομοφυλόφιλος, θα γίνει».