Συνέντευξη με τον βουλευτή Νίκο Σηφουνάκη
(της ΟΛΥΜΠΙΑΣ ΛΙΑΤΣΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 17/11/2008)
Τρία χρόνια μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε στους κόλπους της Εκκλησίας, μια άλλη υπόθεση, του Βατοπεδίου, έφερε πάλι στο προσκήνιο τα «δεσμά» της Εκκλησίας με το κράτος. Μέσω εξουσιών που απορρέουν από το Σύνταγμα και τη νομολογία, η Εκκλησία έχει καταστεί συνδιαχειρίστρια κρατικών υποθέσεων σε πολλούς τομείς της δημόσιας ζωής. Εκκλησία-κράτος, 2008: Μήπως έφτασε η ώρα για τον χωρισμό τους ή -κατ' άλλους- για επαναπροσδιορισμό των ρόλων τους; Εχουν ωριμάσει οι συνθήκες για ένα συναινετικό διαζύγιο; «Με λυπεί να παρουσιάζει η χώρα μας ανά την υφήλιο την εικόνα ενός θεοκρατικού κράτους κατά την έναρξη των εργασιών της Βουλής. Μόνο με το Ιράν συγκρινόμαστε. Ούτε καν με την Τουρκία του Κεμάλ που καθιέρωσε το λαϊκό κράτος». Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Νίκος Σηφουνάκης μιλάει για την «τριτοκοσμική σχέση κράτους-Εκκλησίας» και προσθέτει: «Εξαιτίας της ατολμίας χάθηκαν ευκαιρίες στην συνταγματική αναθεώρηση».
Μήπως είναι καιρός να ανοίξει το κεφάλαιο χωρισμού Εκκλησίας-κράτους;
«Οσο η επίσημη ελληνική πολιτεία απλώς θα δυσανασχετεί στα κατά καιρούς κακώς κείμενα της Εκκλησίας ή κάθε φορά που διαπιστώνει την, αναρμοδίως, εμπλοκή της στη διοίκηση και την πολιτική, τόσο θα παραμένει η τριτοκοσμική σχέση κράτους-Εκκλησίας. Δυστυχώς χάθηκαν ευκαιρίες και κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1998-2000 αλλά και την πρόσφατη 2007-2008 εξαιτίας της ατολμίας».
Η εκκλησιαστική περιουσία έχει αποτελέσει αντικείμενο σκληρής αντιπαράθεσης. Το ΠΑΣΟΚ είχε ψηφίσει το 1987 νόμο για την εκκλησιαστική περιουσία που έμεινε ανενεργός. Γιατί;
«Δυστυχώς οι δυσμενείς πολιτικοί συσχετισμοί της εποχής και η εμφάνιση των προβλημάτων υγείας του Αν. Παπανδρέου οδήγησαν στο να επικρατήσουν συντηρητικές απόψεις και να ανασταλεί η εφαρμογή του νόμου. Αμέσως μετά ξέσπασε το σκάνδαλο της Τράπεζας Κρήτης που οδήγησε στο Ειδικό Δικαστήριο. Ομως η οργάνωση μιας σύγχρονης πολιτείας απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και όχι αποσπασματική. Ενας νέος νόμος απαιτείται ν' αντιμετωπίζει συνολικά το θέμα κράτους-Εκκλησίας και εκκλησιαστικής περιουσίας ταυτόχρονα».
Εχετε ταχθεί υπέρ του χωρισμού. Πιστεύετε ότι ήταν λάθος των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ που δεν προχώρησε;
«Με λυπεί να παρουσιάζει η χώρα μας ανά την υφήλιο την εικόνα ενός θεοκρατικού κράτους. Αυτή την εικόνα δίνουμε όταν κατά την έναρξη των εργασιών της Βουλής ή στην εγκαθίδρυση της κυβέρνησης ή του Προέδρου χοροστατεί η ρασοφορούσα Ιερά Σύνοδος. Μόνο με το Ιράν συγκρινόμαστε. Ούτε καν με την Τουρκία του Κεμάλ που καθιέρωσε το λαϊκό κράτος. Γιατί πρέπει να συνεχίζεται 180 χρόνια το ίδιο βαυαρικό καθεστώς της κρατικοποιημένης χριστιανικής πίστης; Η Ορθοδοξία δεν είναι εθνική πίστη. Η περιχαράκωσή της εντός των ελληνικών συνόρων τής αφαιρεί την οικουμενικότητα. Η ίδια η Εκκλησία θα έπρεπε να πρωτοστατήσει στην απεξάρτησή της. Είναι κωμικό και χριστιανικώς αντιφατικό στους μητροπολίτες να απονέμονται τιμές στρατηγών και τα αγήματα να τους παρουσιάζουν όπλα».
Στην αναθεωρητική διαδικασία του 1998, είχατε την ευθύνη σύνταξης για την αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου. Δέκα χρόνια μετά, πιστεύετε ότι δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για τέτοιες αλλαγές;
«Η πρωτοβουλία εκείνη υπήρξε σημαντική. Για πρώτη φορά μετά το 1831 ένας μεγάλος αριθμός βουλευτών (53) και κάτω από ένα κλίμα τρομοκρατίας που είχε επιβάλει ο Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, ζήτησε τη διάκριση των ρόλων της πολιτικής από την εκκλησιαστική "εξουσία". Τα σκάνδαλα που ακολούθησαν απλώς συνέβαλαν στην αντιστροφή της κοινωνίας μας. Οι μετρήσεις έδειξαν ότι υπέρ του διαχωρισμού τάσσονται το 90% των κομμουνιστών, το 84% της Κεντροαριστεράς και, το πιο σημαντικό, το 55% της Κεντροδεξιάς. Η ελληνική κοινωνία δηλαδή δεν ωρίμασε απλά, αλλά βρίσκεται πιο μπροστά από την πολιτική».
Μπορεί να αλλάξει η νομική φύση της Εκκλησίας και να ρυθμιστούν θέματα περιουσίας και μισθοδοσίας με νομοθετικά μέτρα ή απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση;
«Σύμφωνα με έγκριτους συνταγματολόγους, και για τα δύο θέματα αρκεί η διά της Βουλής ρύθμιση. Η Εκκλησία της Ελλάδος και κάθε νομικό πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου που εξαρτάται από αυτή δύναται να μετατραπούν σε πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Για την μισθοδοσία των κληρικών, με την επίλυση του θέματος της εκκλησιαστικής περιουσίας, η ίδια θα αναλάβει τη μισθοδοσία των λειτουργών της. Για τους ήδη υπηρετούντες θα ισχύσει το υπάρχον καθεστώς».
Παρά το γεγονός ότι το θρήσκευμα απαλείφθηκε από τις αστυνομικές ταυτότητες, σε δικαστήρια και σχολεία οι εικόνες παραμένουν. Γιατί;
«Με την αλλαγή της κοινωνικής όψης της χώρας -όταν το 10% του πληθυσμού είναι μόνιμοι μετανάστες- εκ των πραγμάτων επιβάλλεται ο σεβασμός προς αυτούς. Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα της ισοπολιτείας που σέβεται πρώτιστα τη διαφορετικότητα των ολίγων. Από τις δεσμεύσεις μας που πηγάζουν από τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και από τον χάρτη δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε. Η θρησκευτική πίστη δεν επιβάλλεται».
Πώς σχολιάζετε την πρόταση του αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου να γίνει δημοψήφισμα για τον χωρισμό κράτους-Εκκλησίας, που βρήκε σύμφωνο και τον κ. Αλαβάνο;
«Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα την οποία τιμώ και σέβομαι. Μετά την αγιατολαχική δεκαετία του Χριστόδουλου, οι Ελληνες εναπόθεσαν πολλές ελπίδες στον νέο προκαθήμενο. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι θα συμβαδίσει με τα ζητούμενα της εποχής μας. Αντιλαμβάνομαι ότι η ρεβανσιστική πλευρά της Ιεραρχίας προσπαθεί να τον ωθήσει σε θέσεις που αντιστρατεύονται τη μέχρι σήμερα πορεία του. Η περί δημοψηφίσματος πρόταση είναι παρελκυστική. Η εσπευσμένη αποδοχή της από τον κύριο Αλαβάνο είναι πολιτικά λαθεμένη και μόνο σύγχυση δημιουργεί. Οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες για τη διοίκηση του κράτους είναι της πολιτείας και δεν συναποφασίζει επί αυτών με αναρμόδιους φορείς. Πουθενά στην Ευρώπη δεν έγινε δημοψήφισμα για την καθιέρωση λαϊκού κράτους. Ούτε στη Γαλλία του Αριστίν Μπριαντ ούτε στη Ιταλία του Καβούρ».
«Οσο η επίσημη ελληνική πολιτεία απλώς θα δυσανασχετεί στα κατά καιρούς κακώς κείμενα της Εκκλησίας ή κάθε φορά που διαπιστώνει την, αναρμοδίως, εμπλοκή της στη διοίκηση και την πολιτική, τόσο θα παραμένει η τριτοκοσμική σχέση κράτους-Εκκλησίας. Δυστυχώς χάθηκαν ευκαιρίες και κατά τη συνταγματική αναθεώρηση του 1998-2000 αλλά και την πρόσφατη 2007-2008 εξαιτίας της ατολμίας».
Η εκκλησιαστική περιουσία έχει αποτελέσει αντικείμενο σκληρής αντιπαράθεσης. Το ΠΑΣΟΚ είχε ψηφίσει το 1987 νόμο για την εκκλησιαστική περιουσία που έμεινε ανενεργός. Γιατί;
«Δυστυχώς οι δυσμενείς πολιτικοί συσχετισμοί της εποχής και η εμφάνιση των προβλημάτων υγείας του Αν. Παπανδρέου οδήγησαν στο να επικρατήσουν συντηρητικές απόψεις και να ανασταλεί η εφαρμογή του νόμου. Αμέσως μετά ξέσπασε το σκάνδαλο της Τράπεζας Κρήτης που οδήγησε στο Ειδικό Δικαστήριο. Ομως η οργάνωση μιας σύγχρονης πολιτείας απαιτεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και όχι αποσπασματική. Ενας νέος νόμος απαιτείται ν' αντιμετωπίζει συνολικά το θέμα κράτους-Εκκλησίας και εκκλησιαστικής περιουσίας ταυτόχρονα».
Εχετε ταχθεί υπέρ του χωρισμού. Πιστεύετε ότι ήταν λάθος των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ που δεν προχώρησε;
«Με λυπεί να παρουσιάζει η χώρα μας ανά την υφήλιο την εικόνα ενός θεοκρατικού κράτους. Αυτή την εικόνα δίνουμε όταν κατά την έναρξη των εργασιών της Βουλής ή στην εγκαθίδρυση της κυβέρνησης ή του Προέδρου χοροστατεί η ρασοφορούσα Ιερά Σύνοδος. Μόνο με το Ιράν συγκρινόμαστε. Ούτε καν με την Τουρκία του Κεμάλ που καθιέρωσε το λαϊκό κράτος. Γιατί πρέπει να συνεχίζεται 180 χρόνια το ίδιο βαυαρικό καθεστώς της κρατικοποιημένης χριστιανικής πίστης; Η Ορθοδοξία δεν είναι εθνική πίστη. Η περιχαράκωσή της εντός των ελληνικών συνόρων τής αφαιρεί την οικουμενικότητα. Η ίδια η Εκκλησία θα έπρεπε να πρωτοστατήσει στην απεξάρτησή της. Είναι κωμικό και χριστιανικώς αντιφατικό στους μητροπολίτες να απονέμονται τιμές στρατηγών και τα αγήματα να τους παρουσιάζουν όπλα».
Στην αναθεωρητική διαδικασία του 1998, είχατε την ευθύνη σύνταξης για την αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου. Δέκα χρόνια μετά, πιστεύετε ότι δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για τέτοιες αλλαγές;
«Η πρωτοβουλία εκείνη υπήρξε σημαντική. Για πρώτη φορά μετά το 1831 ένας μεγάλος αριθμός βουλευτών (53) και κάτω από ένα κλίμα τρομοκρατίας που είχε επιβάλει ο Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, ζήτησε τη διάκριση των ρόλων της πολιτικής από την εκκλησιαστική "εξουσία". Τα σκάνδαλα που ακολούθησαν απλώς συνέβαλαν στην αντιστροφή της κοινωνίας μας. Οι μετρήσεις έδειξαν ότι υπέρ του διαχωρισμού τάσσονται το 90% των κομμουνιστών, το 84% της Κεντροαριστεράς και, το πιο σημαντικό, το 55% της Κεντροδεξιάς. Η ελληνική κοινωνία δηλαδή δεν ωρίμασε απλά, αλλά βρίσκεται πιο μπροστά από την πολιτική».
Μπορεί να αλλάξει η νομική φύση της Εκκλησίας και να ρυθμιστούν θέματα περιουσίας και μισθοδοσίας με νομοθετικά μέτρα ή απαιτείται συνταγματική αναθεώρηση;
«Σύμφωνα με έγκριτους συνταγματολόγους, και για τα δύο θέματα αρκεί η διά της Βουλής ρύθμιση. Η Εκκλησία της Ελλάδος και κάθε νομικό πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου που εξαρτάται από αυτή δύναται να μετατραπούν σε πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου. Για την μισθοδοσία των κληρικών, με την επίλυση του θέματος της εκκλησιαστικής περιουσίας, η ίδια θα αναλάβει τη μισθοδοσία των λειτουργών της. Για τους ήδη υπηρετούντες θα ισχύσει το υπάρχον καθεστώς».
Παρά το γεγονός ότι το θρήσκευμα απαλείφθηκε από τις αστυνομικές ταυτότητες, σε δικαστήρια και σχολεία οι εικόνες παραμένουν. Γιατί;
«Με την αλλαγή της κοινωνικής όψης της χώρας -όταν το 10% του πληθυσμού είναι μόνιμοι μετανάστες- εκ των πραγμάτων επιβάλλεται ο σεβασμός προς αυτούς. Η δημοκρατία είναι το πολίτευμα της ισοπολιτείας που σέβεται πρώτιστα τη διαφορετικότητα των ολίγων. Από τις δεσμεύσεις μας που πηγάζουν από τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και από τον χάρτη δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, είμαστε υποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε. Η θρησκευτική πίστη δεν επιβάλλεται».
Πώς σχολιάζετε την πρόταση του αρχιεπίσκοπου Ιερώνυμου να γίνει δημοψήφισμα για τον χωρισμό κράτους-Εκκλησίας, που βρήκε σύμφωνο και τον κ. Αλαβάνο;
«Ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα την οποία τιμώ και σέβομαι. Μετά την αγιατολαχική δεκαετία του Χριστόδουλου, οι Ελληνες εναπόθεσαν πολλές ελπίδες στον νέο προκαθήμενο. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι θα συμβαδίσει με τα ζητούμενα της εποχής μας. Αντιλαμβάνομαι ότι η ρεβανσιστική πλευρά της Ιεραρχίας προσπαθεί να τον ωθήσει σε θέσεις που αντιστρατεύονται τη μέχρι σήμερα πορεία του. Η περί δημοψηφίσματος πρόταση είναι παρελκυστική. Η εσπευσμένη αποδοχή της από τον κύριο Αλαβάνο είναι πολιτικά λαθεμένη και μόνο σύγχυση δημιουργεί. Οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες για τη διοίκηση του κράτους είναι της πολιτείας και δεν συναποφασίζει επί αυτών με αναρμόδιους φορείς. Πουθενά στην Ευρώπη δεν έγινε δημοψήφισμα για την καθιέρωση λαϊκού κράτους. Ούτε στη Γαλλία του Αριστίν Μπριαντ ούτε στη Ιταλία του Καβούρ».