(του Αλέξανδρου Πιστοφίδη, από το PRESS-GR)
Μετά τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων αξιολόγησης του προγράμματος PISA, παραθέτουμε εδώ ένα άρθρο του εκλεκτού φίλου δημοσιογράφου Αλέξ. Πιστοφίδη.
Εδώ και δέκα περίπου χρόνια, από τότε που καθιερώθηκε ο θεσμός της αξιολόγησης των 15χρονων μαθητών των χωρών του ΟΟΣΑ, μέσα από το Πρόγραμμα Αξιολόγησης PISA (Programme for International Student Assessment) οι σκανδιναβικές χώρες, με επικεφαλής την Φινλανδία, είναι στην κορυφή της πυραμίδας. Είναι αυτό τυχαίο ή οφείλεται στο γεγονός ότι τα παιδιά των χωρών αυτών είναι πολύ πιο έξυπνα από τα ελληνόπουλα αφού τα δικά μας καταλαμβάνουν σχεδόν πάντοτε κάποιες από τις τελευταίες θέσεις; Ούτε το ένα συμβαίνει ούτε το άλλο.
Αν κάνετε ένα ταξίδι στην επαρχία των χωρών αυτών, θα διαπιστώσετε, ότι σε όλα τα χωριά και τις κωμοπόλεις τους, τα σχολεία τους είναι τα πιο όμορφα και τα περισσότερο φροντισμένα δημόσια κτήρια. Αντιθέτως, στην ελληνική επαρχία, τα πιο όμορφα κτήρια είναι εκείνα των τραπεζών. Τα περισσότερα σχολεία θυμίζουν αποθήκες εργοστασίων ή γκαράζ αυτοκινήτων.
Τα όμορφα σχολικά κτήρια δεν κάνουν σίγουρα τη διαφορά, δείχνουν όμως το ενδιαφέρον μιας πολιτείας για τη μόρφωση των παιδιών της και για την ανάπτυξη της χώρας τους. Διότι, όπως λέει και ένα διαφημιστικό σλόγκαν του δικού μας Υπουργείου Παιδείας «Όλα είναι παιδεία» (το ξέρουμε αλλά δεν κάνουμε τίποτα να το αλλάξουμε).
Επειδή λοιπόν όλα είναι παιδεία, όχι όμως μόνο στα λόγια, στις χώρες αυτές το ποσοστό του ΑΕΠ για την παιδεία είναι διπλάσιο από το δικό μας. Οι άνθρωποι εκεί έχουν καταλάβει εδώ και γενιές ότι η ανάπτυξη (οικονομική-κοινωνική-πολιτική, κ.α.) προϋποθέτει ανθρώπους με ουσιαστική γνώση, όσο γίνεται καλά πληροφορημένους και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα. Τα παιδιά στις σκανδιναβικές χώρες, σίγουρα δεν είναι εξυπνότερα, έχουν όμως καλύτερες συνθήκες γνώσης και μάθησης άρα και καλύτερες ευκαιρίες στην παγκοσμιοποιημένη πλέον οικονομία.
Με αφορμή την οικονομική κρίση, άρχισαν να ακούγονται πάλι διάφορες σοβινιστικές ανοησίες. Πως δηλαδή, σε αντίθεση με τους οργανωμένους βορειοευρωπαίους που τα έκαναν μούσκεμα, εμείς οι έλληνες, με την παραοικονομία, τον τσαμπουκά και την μαγκιά μας, θα τα καταφέρουμε πάλι να βγούμε αλώβητοι από την οικονομική κρίση. Αυτά ακούγονται βεβαίως από ανόητους που δεν έχουν πάει ποτέ στη ζωή τους στο εξωτερικό και όλη τη γνώση τους για τους ξένους την αντλούν από την συμπεριφορά των βορειοευρωπαίων τουριστών στις διακοπές τους.
Αγνοούν ότι ο μέσος βορειοευρωπαίος αγρότης, εργάτης, υπάλληλος ή επιχειρηματίας είναι μερικά βήματα πιο μπροστά σε όλα από τον αντίστοιχο έλληνα, διότι σε τελική ανάλυση «όλα είναι παιδεία». Είναι πιο μπροστά διότι έχει καλύτερη παιδεία, άρα καλύτερη γνώση και συνεπώς καλύτερη ενημέρωση για όλα όσα τον αφορούν στη ζωή του.
Δεν υπάρχει κανείς σήμερα που να αμφισβητεί ότι το επίπεδο ανάπτυξης ενός λαού, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας του, εξαρτάται από το επίπεδο της παιδείας του. Αν, με την ίδια ευκολία με την οποία η κυβέρνησή μας αποφάσισε να ενισχύσει τις τράπεζες, αποφάσιζε να ρίξει ένα μέρος των 28 δις και στην παιδεία μας, θα μπορούσαμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα και για τα παιδιά μας. Επειδή όμως αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, ας γευτούμε για λίγο καιρό χαιρέκακα την ικανοποίηση από τα προβλήματα των βορειοευρωπαίων με τις τράπεζές τους και τις βιομηχανίες τους. Διότι όταν περάσει η κρίση, θα βρίσκονται πάλι μπροστά, πολύ πιο μπροστά από εμάς.
Τα παραδείγματα των ηττημένων του β' παγκοσμίου πολέμου μάς απέδειξαν ότι μπορεί σε κάποιες χώρες να καταστραφεί εντελώς όλο το υλικό παραγωγικό δυναμικό και όλες οι υποδομές, αλλά όταν οι χώρες αυτές (Γερμανία , Ιαπωνία) έχουν πολύ καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, σύντομα θα είναι πάλι πρωτοπόροι.
Η εκπαίδευση είναι η καλύτερη, η βιωσιμότερη και η αειφόρος επένδυση ενός λαού. Οι τράπεζες μπορεί κάποτε να χρεοκοπήσουν. Η γνώση ποτέ και, δυστυχώς ή ευτυχώς, η γνώση είναι κάτι που καλλιεργείται κυρίως μέσα στο σχολείο και όχι στις τράπεζες.