Η πτωματική σύνοδος και η περίοδος της πορνοκρατίας
του Αντωνίου Καμμά
Δρ. Ιατρικής
Αντιπροέδρου ΤΕΙ Αθήνας
Δρ. Ιατρικής
Αντιπροέδρου ΤΕΙ Αθήνας
Υπάρχουν στιγμές και περίοδοι στην ιστορία του Χριστιανισμού που πολλοί δεν πιστεύουν καν ότι έχουν συμβεί. Η ιστορία όμως καταγράφει, αναλύει και εξηγεί τα γεγονότα και αφήνει σε όλους εμάς τους αναγνώστες της την κρίση και την κριτική γι’ αυτά. Με τον όρο «Πορνοκρατία» χαρακτηρίζεται, διεθνώς και επισήμως, μία σκοτεινή ιστορική περίοδος της παπικής εκκλησίας που ξεκινά το 904 μ.Χ. με την άνοδο στον παπικό θρόνο του πάπα Σέργιου Γ' (Serge III) και τελειώνει το 963 μ.Χ. με την καθαίρεση του πάπα Ιωάννη ΙΒ' (Jean XII).
Το χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου ήταν ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της Αγίας Έδρας από τη μεγάλη και ισχυρή οικογένεια του Θεοφύλακτου (Thèophylacte), κόμη του Τούσκουλου και, κυρίως, των γυναικών της οικογένειάς του, της συζύγου του Θεοδώρας (Thèodora l’ Ancienne) και των δύο θυγατέρων τους, της Θεοδώρας της Νεώτερης (Thèodora la Jeune) και της Μαροζίας (Marozie de Tusculum) οι οποίες, μέσα από συνωμοσίες και ερωτικές μεθοδεύσεις (εξ ου και ο όρος πορνοκρατία), καθαιρούσαν και αναγόρευαν προκαθημένους της Ρωμαϊκής εκκλησίας.
Αν και επίσημα η μαύρη αυτή περίοδος ξεκινά από το 904 μ.Χ., οι προϋποθέσεις της ξεκινούν περίπου δύο δεκαετίες νωρίτερα, όταν το 882 μ.Χ. πέθανε ο πάπας Ιωάννης Η' (Jean VIII) την εποχή που διαλυόταν το κράτος των Καρολιδών και οι μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες της Ρώμης επιχειρούσαν τον έλεγχο της Αγίας Έδρας.
Στην Ιταλία ήταν διάχυτη η προτίμηση του λαού για επιλογή στο αξίωμα του αυτοκράτορα, του Αρνούλφου της Καρίνθιας (Arnulf de Carinthie), νόθου γιου του βασιλιά της Βαυαρίας και δούκα της Καρίνθιας, Καρόλου (Charles de Carinthie). Στη λαϊκή αυτή προτίμηση αντιτάχθηκε όμως η πανίσχυρη οικογένεια των Spoleti που υποχρέωσε το διάδοχο του πάπα Ιωάννη Η', Ετιέν Ε' (Etienne V), να στέψει αυτοκράτορα της Ιταλίας τον Γκυ του Σπολέτ (Guy de Spolète).
Τον Ετιέν Ε', μετά το θάνατό του, διαδέχθηκε ο πάπας Φορμόζο (Formose) ο οποίος, κάτω και πάλι από την ισχυρή πίεση των Σπολέτι, έστεψε αυτοκράτορα, μετά το θάνατο του Γκυ (894), τον γιο του Λαμπέρ (Lambert de Spolète). Όταν όμως, το 896 μ.Χ. πέθανε ο Λαμπέρ, ο Φορμόζο έκρινε ότι ήλθε η στιγμή να απαλλαγεί η Αγία Έδρα, από την κηδεμονία της Ιταλικής αριστοκρατίας και, αυθαίρετα, έστεψε αυτοκράτορα της Ιταλίας τον Αρνούλφο της Καρίνθιας.
Οι Σπολέτι, οργισμένοι, εγκατέλειψαν τη Ρώμη, σχεδιάζοντες την επάνοδό τους και την εκδίκηση εναντίον του Φορμόζο, τον οποίο θεωρούσαν προδότη της μεταξύ των συμφωνίας. Λίγο αργότερα (897) ο Φορμόζο πέθανε και τον διαδέχθηκε ο Βονιφάτιος ΣΤ' (Boniface VI), του οποίου όμως η πρωτοκαθεδρία κράτησε μόνο 15 ημέρες.
Οι Σπολέτι επανήλθαν στη Ρώμη και «αναγόρευσαν» πάπα της ρωμαϊκής εκκλησίας τον Ετιέν ΣΤ' (Etienne VI), πειθήνιο όργανό τους και ορκισμένο εχθρό του, νεκρού πια, Φορμόζο. Και τότε αποφασίσθηκε και υλοποιήθηκε από τους Σπολέτι και τον πάπα το πιο φρικιαστικό γεγονός στην ιστορία της χριστιανικής εκκλησίας: η δίκη του πτώματος του πάπα Φορμόζο από μία σύνοδο ιταλών καρδινάλιων υπό την προεδρία του πάπα Ετιέν ΣΤ'.
Η σύνοδος αυτή που συνήλθε το 897 στη Ρώμη, ξέθαψε το από εννεαμήνου ενταφιασμένο πτώμα του Φορμόζο, το έντυσε με τα παπικά ενδύματα, το κάθισε στον παπικό θρόνο και ανέθεσε σ’ έναν έντρομο διάκονο το ρόλο του συνηγόρου του πτώματος. Η μακάβρια αυτή παράσταση, που καταγράφηκε στην ιστορία με το όνομα «πτωματική σύνοδος» ("Synodus Horrenda" λατ. ή "Concile cadaverique" γαλ.), διήρκεσε πολλές ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο νεκρός Φορμόζο κατηγορήθηκε για άπειρα αδικήματα, όπως προδοσία, κατάλυση των εκκλησιαστικών κανόνων και άλλα.
Όπως ήταν φυσικό, κηρύχθηκε έκπτωτος του παπικού αξιώματος, ακυρώθηκαν όλες οι πράξεις (βούλες) που υπέγραψε ως προκαθήμενος της ρωμαϊκής εκκλησίας, του αφαιρέθηκαν τα παπικά διάσημα της στολής του και του απεκόπησαν τα τρία δάκτυλα του δεξιού χεριού του με τα οποία ευλογούσε -εν ζωή- το ποίμνιό του. Τέλος το ημιαποσυντεθημένο πλέον πτώμα του ρίχτηκε στο Τίβερι απ’ όπου, μέρες αργότερα, περισυνελέγη από κάποιους ψαράδες.
Η πτωματική σύνοδος αποτέλεσε το έναυσμα σειράς συγκρούσεων μεταξύ Φορμοζιανών και Σπολετιανών. Ο Ετιέν ΣΤ' συνελήφθη και στραγγαλίστηκε στο κελί της φυλακής του, τύχη που είχε αργότερα και ο πάπας Λέων Ε' (Leon V) που ανήκε στους Σπολετιανούς αλλά δολοφονήθηκε από τον αντιπάπα Χριστόφορο (Christophore), τον τελευταίο Φορμοζιανό που, και αυτός με τη σειρά του, ανατράπηκε (904) από τον Σέργιο Γ' (Serge III), πιστό τοποτηρητή των αριστοκρατικών οικογενειών της Ρώμης. Η περίοδος της πορνοκρατίας είχε πια ξεκινήσει.
Η Μαροζία (Marozie, Duchesse de Toscane, 892-937) ήταν κόρη του Θεοφύλακτου και της Θεοδώρας της Παλαιάς και αδελφή της Θεοδώρας της Νεώτερης. Σε ηλικία 13 ετών έγινε, με την προτροπή των γονέων της, ερωμένη του πάπα Σέργιου 3ου και απέκτησε από αυτόν ένα γιο, τον μετέπειτα πάπα Ιωάννη ΙΑ' (Jean XI) με τον οποίον, αργότερα, συνήψε και αιμομικτικές σχέσεις. Παντρεύτηκε, σε πρώτο γάμο τον Αλμπερίκ, δούκα του Σπολέτο (Albèric, duc de Spolète) με τον οποίο απέκτησε ένα γιο, τον Albèric II.
Κατηγόρησε τη μητέρα της ως ερωμένη του πάπα Ιωάννη Ι' (Jean X) και τους δύο εραστές σαν υπεύθυνους του θανάτου του συζύγου της. Με τη βοήθεια του αδελφού της Πέτρου συνέλαβε, φυλάκισε και, τελικά, δηλητηρίασε τον πάπα Ιωάννη Ι' για να επιτύχει, λίγα χρόνια αργότερα (931) την άνοδο στο παπικό αξίωμα του γιου της (από τον πάπα Σέργιο Γ') Ιωάννη ΙΑ' (Jean XI).
Οι δύο επόμενοι γάμοι της με τον Γκυ της Τοσκάνης (Guy de Toscane) και τον Ούγο της Άρλ (Hugues d’ Arles) αύξησαν σημαντικά την εξουσία της όχι όμως και την επιρροή της στο γιο της Alberic II, ο οποίος το 932 εξεγέρθηκε εναντίον της και εναντίον του Hugues, τον εξεδίωξε από τη Ρώμη, ενώ έκλεισε στη φυλακή τη μητέρα του, η οποία και πέθανε φυλακισμένη, πέντε χρόνια αργότερα.
Αυτό ήταν και το άδοξο τέλος αυτής της φοβερής γυναίκας που δεν δίσταζε μπροστά σε οποιοδήποτε εμπόδιο προκειμένου να κρατά τα ηνία της εξουσίας και της οποίας η ζωή και η δράση σημάδεψαν τόσο αρνητικά την ιστορία του Χριστιανισμού.
Η επικράτηση του Albèric II και ο θάνατος της Μαροζίας κάθε άλλο παρά ηρέμησαν το πολιτικο-εκκλησιαστικό κλίμα στη Ρώμη. Ο νέος ισχυρός άνδρας της αριστοκρατίας αρχικά στήριξε τον ετεροθαλή αδελφό του (από την ίδια μητέρα) πάπα Ιωάννη ΙΑ', αργότερα όμως (935) ήλθε σε ρήξη μ’ αυτόν, τον συνέλαβε και τον έκλεισε στη φυλακή.
Ακολούθησε μία σειρά παπών-ανδρικέλων του Albèric II μέχρι τον Δεκέμβριο του 955 οπότε, ο αδίστακτος αυτός ηγέτης αποφάσισε να αναδείξει στο ύπατο ιερατικό αξίωμα της Ρωμαϊκής εκκλησίας τον ηλικίας μόλις 18 ετών νόθο γιο του Οκταβιανό (Ottaviano), τον οποίο είχε αναγορεύσει καρδινάλιο σε ηλικία 8 ετών. Ο νέος πάπας πήρε το όνομα Ιωάννης ΙΒ'.
Τα εννέα χρόνια της πρωτοκαθεδρίας του στη Ρωμαϊκή εκκλησία αποτέλεσαν την κορωνίδα και το επιστέγασμα αυτής της σκοτεινής περιόδου της μεσαιωνικής Ιστορίας. Χωρίς στοιχειώδη εκκλησιαστική παιδεία και αγνοώντας τελείως τη λατινική γλώσσα, ο νέος πάπας μετέτρεψε την αυλή του σ’ ένα τεράστιο οίκο ανοχής, όπου οι ερωτικές απολαύσεις και η τρυφηλή ζωή βρισκόντουσαν σε καθημερινή συνύπαρξη με φρικαλεότητες και ωμή βία εναντίον όποιου εκρίνετο ανεπιθύμητος σ’ αυτήν.
Το παλάτι του Lateran στέγαζε τα χωρίς φραγμό όργια της παπικής αυλής όπου οι συνδαιτυμόνες έπιναν εις υγείαν του Διαβόλου, τύφλωναν και ευνούχιζαν όσους τους κατέκριναν και σπαταλούσαν απλόχερα τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο Ιωάννης ΙΒ' δεν δίστασε να ανοίξει την πόρτα της εξουσίας στον Γερμανό αυτοκράτορα Όθωνα Α' (Otto I), ο οποίος του εγγυήθηκε τα προνόμιά του, για να έλθει αργότερα σε ρήξη με αυτόν, να εκδιωχθεί από τη Ρώμη, να επανέλθει όμως αργότερα σ’ αυτήν επιδιώκοντας νέα σύμπραξη με τους Γερμανούς και τελικά να αφήσει την τελευταία του πνοή το 964, σε ηλικία μόλις 27 ετών, πιθανότατα κάτω από τα κτυπήματα ενός ζηλιάρη συζύγου μιας από τις ερωμένες του.
Με το θάνατο του Ιωάννη ΙΒ' έκλεισε ιστορικά η περίοδος της πορνοκρατίας όχι όμως και τα προβλήματα της ρωμαϊκής εκκλησίας, τα οποία συνεχίσθηκαν για ένα περίπου αιώνα ακόμα, μέχρι την ιστορική σύνοδο του Sutri, το 1046. Εκεί μπήκαν προσωρινά σε τάξη όλα τα ζητήματα, τα οποία επί ενάμιση αιώνα διέσυραν και εξευτέλισαν αξίες, αρχές και κάθε έννοια δικαίου και ηθικής.
.
Το χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου ήταν ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της Αγίας Έδρας από τη μεγάλη και ισχυρή οικογένεια του Θεοφύλακτου (Thèophylacte), κόμη του Τούσκουλου και, κυρίως, των γυναικών της οικογένειάς του, της συζύγου του Θεοδώρας (Thèodora l’ Ancienne) και των δύο θυγατέρων τους, της Θεοδώρας της Νεώτερης (Thèodora la Jeune) και της Μαροζίας (Marozie de Tusculum) οι οποίες, μέσα από συνωμοσίες και ερωτικές μεθοδεύσεις (εξ ου και ο όρος πορνοκρατία), καθαιρούσαν και αναγόρευαν προκαθημένους της Ρωμαϊκής εκκλησίας.
Αν και επίσημα η μαύρη αυτή περίοδος ξεκινά από το 904 μ.Χ., οι προϋποθέσεις της ξεκινούν περίπου δύο δεκαετίες νωρίτερα, όταν το 882 μ.Χ. πέθανε ο πάπας Ιωάννης Η' (Jean VIII) την εποχή που διαλυόταν το κράτος των Καρολιδών και οι μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες της Ρώμης επιχειρούσαν τον έλεγχο της Αγίας Έδρας.
Στην Ιταλία ήταν διάχυτη η προτίμηση του λαού για επιλογή στο αξίωμα του αυτοκράτορα, του Αρνούλφου της Καρίνθιας (Arnulf de Carinthie), νόθου γιου του βασιλιά της Βαυαρίας και δούκα της Καρίνθιας, Καρόλου (Charles de Carinthie). Στη λαϊκή αυτή προτίμηση αντιτάχθηκε όμως η πανίσχυρη οικογένεια των Spoleti που υποχρέωσε το διάδοχο του πάπα Ιωάννη Η', Ετιέν Ε' (Etienne V), να στέψει αυτοκράτορα της Ιταλίας τον Γκυ του Σπολέτ (Guy de Spolète).
Τον Ετιέν Ε', μετά το θάνατό του, διαδέχθηκε ο πάπας Φορμόζο (Formose) ο οποίος, κάτω και πάλι από την ισχυρή πίεση των Σπολέτι, έστεψε αυτοκράτορα, μετά το θάνατο του Γκυ (894), τον γιο του Λαμπέρ (Lambert de Spolète). Όταν όμως, το 896 μ.Χ. πέθανε ο Λαμπέρ, ο Φορμόζο έκρινε ότι ήλθε η στιγμή να απαλλαγεί η Αγία Έδρα, από την κηδεμονία της Ιταλικής αριστοκρατίας και, αυθαίρετα, έστεψε αυτοκράτορα της Ιταλίας τον Αρνούλφο της Καρίνθιας.
Οι Σπολέτι, οργισμένοι, εγκατέλειψαν τη Ρώμη, σχεδιάζοντες την επάνοδό τους και την εκδίκηση εναντίον του Φορμόζο, τον οποίο θεωρούσαν προδότη της μεταξύ των συμφωνίας. Λίγο αργότερα (897) ο Φορμόζο πέθανε και τον διαδέχθηκε ο Βονιφάτιος ΣΤ' (Boniface VI), του οποίου όμως η πρωτοκαθεδρία κράτησε μόνο 15 ημέρες.
Οι Σπολέτι επανήλθαν στη Ρώμη και «αναγόρευσαν» πάπα της ρωμαϊκής εκκλησίας τον Ετιέν ΣΤ' (Etienne VI), πειθήνιο όργανό τους και ορκισμένο εχθρό του, νεκρού πια, Φορμόζο. Και τότε αποφασίσθηκε και υλοποιήθηκε από τους Σπολέτι και τον πάπα το πιο φρικιαστικό γεγονός στην ιστορία της χριστιανικής εκκλησίας: η δίκη του πτώματος του πάπα Φορμόζο από μία σύνοδο ιταλών καρδινάλιων υπό την προεδρία του πάπα Ετιέν ΣΤ'.
Η σύνοδος αυτή που συνήλθε το 897 στη Ρώμη, ξέθαψε το από εννεαμήνου ενταφιασμένο πτώμα του Φορμόζο, το έντυσε με τα παπικά ενδύματα, το κάθισε στον παπικό θρόνο και ανέθεσε σ’ έναν έντρομο διάκονο το ρόλο του συνηγόρου του πτώματος. Η μακάβρια αυτή παράσταση, που καταγράφηκε στην ιστορία με το όνομα «πτωματική σύνοδος» ("Synodus Horrenda" λατ. ή "Concile cadaverique" γαλ.), διήρκεσε πολλές ημέρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ο νεκρός Φορμόζο κατηγορήθηκε για άπειρα αδικήματα, όπως προδοσία, κατάλυση των εκκλησιαστικών κανόνων και άλλα.
Όπως ήταν φυσικό, κηρύχθηκε έκπτωτος του παπικού αξιώματος, ακυρώθηκαν όλες οι πράξεις (βούλες) που υπέγραψε ως προκαθήμενος της ρωμαϊκής εκκλησίας, του αφαιρέθηκαν τα παπικά διάσημα της στολής του και του απεκόπησαν τα τρία δάκτυλα του δεξιού χεριού του με τα οποία ευλογούσε -εν ζωή- το ποίμνιό του. Τέλος το ημιαποσυντεθημένο πλέον πτώμα του ρίχτηκε στο Τίβερι απ’ όπου, μέρες αργότερα, περισυνελέγη από κάποιους ψαράδες.
Η πτωματική σύνοδος αποτέλεσε το έναυσμα σειράς συγκρούσεων μεταξύ Φορμοζιανών και Σπολετιανών. Ο Ετιέν ΣΤ' συνελήφθη και στραγγαλίστηκε στο κελί της φυλακής του, τύχη που είχε αργότερα και ο πάπας Λέων Ε' (Leon V) που ανήκε στους Σπολετιανούς αλλά δολοφονήθηκε από τον αντιπάπα Χριστόφορο (Christophore), τον τελευταίο Φορμοζιανό που, και αυτός με τη σειρά του, ανατράπηκε (904) από τον Σέργιο Γ' (Serge III), πιστό τοποτηρητή των αριστοκρατικών οικογενειών της Ρώμης. Η περίοδος της πορνοκρατίας είχε πια ξεκινήσει.
Η Μαροζία (Marozie, Duchesse de Toscane, 892-937) ήταν κόρη του Θεοφύλακτου και της Θεοδώρας της Παλαιάς και αδελφή της Θεοδώρας της Νεώτερης. Σε ηλικία 13 ετών έγινε, με την προτροπή των γονέων της, ερωμένη του πάπα Σέργιου 3ου και απέκτησε από αυτόν ένα γιο, τον μετέπειτα πάπα Ιωάννη ΙΑ' (Jean XI) με τον οποίον, αργότερα, συνήψε και αιμομικτικές σχέσεις. Παντρεύτηκε, σε πρώτο γάμο τον Αλμπερίκ, δούκα του Σπολέτο (Albèric, duc de Spolète) με τον οποίο απέκτησε ένα γιο, τον Albèric II.
Κατηγόρησε τη μητέρα της ως ερωμένη του πάπα Ιωάννη Ι' (Jean X) και τους δύο εραστές σαν υπεύθυνους του θανάτου του συζύγου της. Με τη βοήθεια του αδελφού της Πέτρου συνέλαβε, φυλάκισε και, τελικά, δηλητηρίασε τον πάπα Ιωάννη Ι' για να επιτύχει, λίγα χρόνια αργότερα (931) την άνοδο στο παπικό αξίωμα του γιου της (από τον πάπα Σέργιο Γ') Ιωάννη ΙΑ' (Jean XI).
Οι δύο επόμενοι γάμοι της με τον Γκυ της Τοσκάνης (Guy de Toscane) και τον Ούγο της Άρλ (Hugues d’ Arles) αύξησαν σημαντικά την εξουσία της όχι όμως και την επιρροή της στο γιο της Alberic II, ο οποίος το 932 εξεγέρθηκε εναντίον της και εναντίον του Hugues, τον εξεδίωξε από τη Ρώμη, ενώ έκλεισε στη φυλακή τη μητέρα του, η οποία και πέθανε φυλακισμένη, πέντε χρόνια αργότερα.
Αυτό ήταν και το άδοξο τέλος αυτής της φοβερής γυναίκας που δεν δίσταζε μπροστά σε οποιοδήποτε εμπόδιο προκειμένου να κρατά τα ηνία της εξουσίας και της οποίας η ζωή και η δράση σημάδεψαν τόσο αρνητικά την ιστορία του Χριστιανισμού.
Η επικράτηση του Albèric II και ο θάνατος της Μαροζίας κάθε άλλο παρά ηρέμησαν το πολιτικο-εκκλησιαστικό κλίμα στη Ρώμη. Ο νέος ισχυρός άνδρας της αριστοκρατίας αρχικά στήριξε τον ετεροθαλή αδελφό του (από την ίδια μητέρα) πάπα Ιωάννη ΙΑ', αργότερα όμως (935) ήλθε σε ρήξη μ’ αυτόν, τον συνέλαβε και τον έκλεισε στη φυλακή.
Ακολούθησε μία σειρά παπών-ανδρικέλων του Albèric II μέχρι τον Δεκέμβριο του 955 οπότε, ο αδίστακτος αυτός ηγέτης αποφάσισε να αναδείξει στο ύπατο ιερατικό αξίωμα της Ρωμαϊκής εκκλησίας τον ηλικίας μόλις 18 ετών νόθο γιο του Οκταβιανό (Ottaviano), τον οποίο είχε αναγορεύσει καρδινάλιο σε ηλικία 8 ετών. Ο νέος πάπας πήρε το όνομα Ιωάννης ΙΒ'.
Τα εννέα χρόνια της πρωτοκαθεδρίας του στη Ρωμαϊκή εκκλησία αποτέλεσαν την κορωνίδα και το επιστέγασμα αυτής της σκοτεινής περιόδου της μεσαιωνικής Ιστορίας. Χωρίς στοιχειώδη εκκλησιαστική παιδεία και αγνοώντας τελείως τη λατινική γλώσσα, ο νέος πάπας μετέτρεψε την αυλή του σ’ ένα τεράστιο οίκο ανοχής, όπου οι ερωτικές απολαύσεις και η τρυφηλή ζωή βρισκόντουσαν σε καθημερινή συνύπαρξη με φρικαλεότητες και ωμή βία εναντίον όποιου εκρίνετο ανεπιθύμητος σ’ αυτήν.
Το παλάτι του Lateran στέγαζε τα χωρίς φραγμό όργια της παπικής αυλής όπου οι συνδαιτυμόνες έπιναν εις υγείαν του Διαβόλου, τύφλωναν και ευνούχιζαν όσους τους κατέκριναν και σπαταλούσαν απλόχερα τους εκκλησιαστικούς θησαυρούς.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο Ιωάννης ΙΒ' δεν δίστασε να ανοίξει την πόρτα της εξουσίας στον Γερμανό αυτοκράτορα Όθωνα Α' (Otto I), ο οποίος του εγγυήθηκε τα προνόμιά του, για να έλθει αργότερα σε ρήξη με αυτόν, να εκδιωχθεί από τη Ρώμη, να επανέλθει όμως αργότερα σ’ αυτήν επιδιώκοντας νέα σύμπραξη με τους Γερμανούς και τελικά να αφήσει την τελευταία του πνοή το 964, σε ηλικία μόλις 27 ετών, πιθανότατα κάτω από τα κτυπήματα ενός ζηλιάρη συζύγου μιας από τις ερωμένες του.
Με το θάνατο του Ιωάννη ΙΒ' έκλεισε ιστορικά η περίοδος της πορνοκρατίας όχι όμως και τα προβλήματα της ρωμαϊκής εκκλησίας, τα οποία συνεχίσθηκαν για ένα περίπου αιώνα ακόμα, μέχρι την ιστορική σύνοδο του Sutri, το 1046. Εκεί μπήκαν προσωρινά σε τάξη όλα τα ζητήματα, τα οποία επί ενάμιση αιώνα διέσυραν και εξευτέλισαν αξίες, αρχές και κάθε έννοια δικαίου και ηθικής.
.