...
Πολύ πρόσφατα βιβλία θεωρητικών της Φυσικής καταγράφουν την ανάγκη επαναταξινόμησης, αποσαφήνισης και κατανόησης των γνώσεων και θεωριών που έχουμε για τη δομή του κόσμου μας. Το επιχειρούν οι συγγραφείς - καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια ώστε να «εκλαϊκεύσουν» την πανδαισία εννοιών. Ωστόσο, πρέπει να σημειώσετε ότι και τα τρία αυτά βιβλία απευθύνονται στους πεφωτισμένους με πανεπιστημιακή παιδεία.
Η πιο πρόσφατη έκδοση είναι το βιβλίο του χημικού, φυσικού και διδάκτορος της Φιλοσοφίας Ευτύχη Μπιτσάκη. Οπως μας ενημερώνει και στον πρόλογο, «το βιβλίο αυτό αντιστοιχεί σε ένα μάθημα που δίδαξα κατά τη δεκαετία του '8Ο, επί έξι (ή επτά;) έτη στους τεταρτοετείς φοιτητές του Φυσικού τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών». Ποιος ήταν ο λόγος ύπαρξης του μαθήματος - άρα και του βιβλίου; Μας το λέει παρακάτω: «... η μελέτη της εξέλιξης των θεωριών... (με) σωρευτική αντίληψη αδυνατεί να αναδείξει (...) τη σχέση αντικειμενικότητας και σχετικότητας της επιστημονικής αλήθειας (και η) αντίληψη αυτή οδηγεί σε έναν γνωσιολογικό σχετικισμό. Έτσι, η ανάδειξη των θεμελίων εμπλέκεται σε γενικότερες ιδεολογικές διαμάχες...».
Τα καταφέρνει, λοιπόν, ο εξαίρετος πανεπιστημιακός μας να ρίξει φως στο «μπέρδεμα»; Η υποκειμενική μας ματιά λέει «ναι... κατά 97%». Ναι, διότι κατορθώνει να μας δώσει μια συνεκτική πορεία πρόσκτησης γνώσης, από τις απαρχές της μηχανικής ως τις θεωρίες πεδίου, από τις φιλοσοφικές κοσμολογίες ως τον Νεύτωνα, τον Καντ και τον Λαπλάς, από τη σχετικότητα του Αϊνστάιν ως τη δυαδικότητα της κβαντικής μηχανικής. Μας αφήνει όμως χωρίς... κερασάκι στην τούρτα, όταν (ηθελημένα;) αφήνει εκτός ύλης την πολυσυζητημένη υποψηφιότητα της Θεωρίας των Χορδών ως κλειδί για τη Θεωρία των Πάντων.
Το ζητούμενο «συμπλήρωμα» δείχνει να παρέχει ένας άλλος πανεπιστημιακός, ο αστροφυσικός Στράτος Θεοδοσίου. Το δηλώνει άλλωστε στον υπότιτλο του βιβλίου του: «Από τον Καρτέσιο στη Θεωρία των Πάντων». Γιατί από τον Καρτέσιο; Διότι -λέει- η φιλοσοφία και η Φυσική αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν η μία την άλλη. Η φιλοσοφία αρχικά όρισε τα θεμέλια της Φυσικής. Σήμερα, όμως, είναι ιδιαίτερα μεγάλη και η επίδραση της Φυσικής σε κλάδους της φιλοσοφίας που ασχολούνται με τις εννοιολογικές βάσεις της ανθρώπινης αντίληψης και της ικανότητας κατανόησης της φύσης.
Έτσι, το βιβλίο «Η φιλοσοφία της Φυσικής» ξεκινά με τη μηχανιστική αντίληψη για τη φύση, αλλά -έπειτα από 40 σελίδες- μας εμβαπτίζει στις θεωρήσεις των φιλοσοφικών συστημάτων. Οπότε, κατανοούμε πλέον τον θετικισμό της βιομηχανικής επανάστασης, αλλά -έπειτα από πέντε ακόμη κεφάλαια εξέλιξης της φυσικής- μας ξαναβουτάει στα φιλοσοφικά ρεύματα του 20ού αιώνα, ώστε να κατανοήσουμε τη μαθηματικοποίηση των επιστημών που βιώσαμε. Επειτα, ξαναπιάνει τον μίτο από τη Θεωρία των Κβάντα, για να μας οδηγήσει τελικά στη Θεωρία των Πάντων.
Καταφέρνει τους στόχους του; Πιστεύουμε ναι και, μάλιστα, θα προτείναμε οπωσδήποτε την αγορά των δύο προαναφερθέντων βιβλίων ως συμπληρωματικών. Εκείνο που θα σημειώναμε στο δεύτερο ως «ελαττωματάκι» είναι η αυτοτελής παράθεση των βιογραφικών στοιχείων των επιστημόνων-πρωταγωνιστών, χωρίς το λογοτεχνικό πλέξιμο ενός ιστού περάσματος από τον έναν στον άλλον.
Η πιο πρόσφατη έκδοση είναι το βιβλίο του χημικού, φυσικού και διδάκτορος της Φιλοσοφίας Ευτύχη Μπιτσάκη. Οπως μας ενημερώνει και στον πρόλογο, «το βιβλίο αυτό αντιστοιχεί σε ένα μάθημα που δίδαξα κατά τη δεκαετία του '8Ο, επί έξι (ή επτά;) έτη στους τεταρτοετείς φοιτητές του Φυσικού τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών». Ποιος ήταν ο λόγος ύπαρξης του μαθήματος - άρα και του βιβλίου; Μας το λέει παρακάτω: «... η μελέτη της εξέλιξης των θεωριών... (με) σωρευτική αντίληψη αδυνατεί να αναδείξει (...) τη σχέση αντικειμενικότητας και σχετικότητας της επιστημονικής αλήθειας (και η) αντίληψη αυτή οδηγεί σε έναν γνωσιολογικό σχετικισμό. Έτσι, η ανάδειξη των θεμελίων εμπλέκεται σε γενικότερες ιδεολογικές διαμάχες...».
Τα καταφέρνει, λοιπόν, ο εξαίρετος πανεπιστημιακός μας να ρίξει φως στο «μπέρδεμα»; Η υποκειμενική μας ματιά λέει «ναι... κατά 97%». Ναι, διότι κατορθώνει να μας δώσει μια συνεκτική πορεία πρόσκτησης γνώσης, από τις απαρχές της μηχανικής ως τις θεωρίες πεδίου, από τις φιλοσοφικές κοσμολογίες ως τον Νεύτωνα, τον Καντ και τον Λαπλάς, από τη σχετικότητα του Αϊνστάιν ως τη δυαδικότητα της κβαντικής μηχανικής. Μας αφήνει όμως χωρίς... κερασάκι στην τούρτα, όταν (ηθελημένα;) αφήνει εκτός ύλης την πολυσυζητημένη υποψηφιότητα της Θεωρίας των Χορδών ως κλειδί για τη Θεωρία των Πάντων.
Το ζητούμενο «συμπλήρωμα» δείχνει να παρέχει ένας άλλος πανεπιστημιακός, ο αστροφυσικός Στράτος Θεοδοσίου. Το δηλώνει άλλωστε στον υπότιτλο του βιβλίου του: «Από τον Καρτέσιο στη Θεωρία των Πάντων». Γιατί από τον Καρτέσιο; Διότι -λέει- η φιλοσοφία και η Φυσική αλληλεπιδρούν και επηρεάζουν η μία την άλλη. Η φιλοσοφία αρχικά όρισε τα θεμέλια της Φυσικής. Σήμερα, όμως, είναι ιδιαίτερα μεγάλη και η επίδραση της Φυσικής σε κλάδους της φιλοσοφίας που ασχολούνται με τις εννοιολογικές βάσεις της ανθρώπινης αντίληψης και της ικανότητας κατανόησης της φύσης.
Έτσι, το βιβλίο «Η φιλοσοφία της Φυσικής» ξεκινά με τη μηχανιστική αντίληψη για τη φύση, αλλά -έπειτα από 40 σελίδες- μας εμβαπτίζει στις θεωρήσεις των φιλοσοφικών συστημάτων. Οπότε, κατανοούμε πλέον τον θετικισμό της βιομηχανικής επανάστασης, αλλά -έπειτα από πέντε ακόμη κεφάλαια εξέλιξης της φυσικής- μας ξαναβουτάει στα φιλοσοφικά ρεύματα του 20ού αιώνα, ώστε να κατανοήσουμε τη μαθηματικοποίηση των επιστημών που βιώσαμε. Επειτα, ξαναπιάνει τον μίτο από τη Θεωρία των Κβάντα, για να μας οδηγήσει τελικά στη Θεωρία των Πάντων.
Καταφέρνει τους στόχους του; Πιστεύουμε ναι και, μάλιστα, θα προτείναμε οπωσδήποτε την αγορά των δύο προαναφερθέντων βιβλίων ως συμπληρωματικών. Εκείνο που θα σημειώναμε στο δεύτερο ως «ελαττωματάκι» είναι η αυτοτελής παράθεση των βιογραφικών στοιχείων των επιστημόνων-πρωταγωνιστών, χωρίς το λογοτεχνικό πλέξιμο ενός ιστού περάσματος από τον έναν στον άλλον.
( /4/2009)