Σήμερα, που ζούμε στην εποχή της ακραίας εξειδίκευσης, μας είναι αδιανόητο ότι ένας άνθρωπος είναι ικανός να κάνει σημαντικές ανακαλύψεις σε πολλά και διαφορετικά επιστημονικά πεδία. Ομως, στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου, υπήρξε ένας τέτοιος καταπληκτικός επιστήμονας, ο Thomas Yοung (1773-1829), που παρότι έλυνε το ένα μυστήριο μετά το άλλο, ένιωσε την απόρριψη των συναδέλφων του και έζησε μέσα στην αφάνεια.
Τη ζωή του καταπληκτικού αυτού ανθρώπου, που έζησε σε μια αποφασιστική στιγμή της ιστορίας της επιστήμης και που κανένας δεν του είχε δώσει μέχρι σήμερα την πρέπουσα προσοχή, περιγράφει στο βιβλίο του με τίτλο «Last Man Who Knew Everything» (Εκδόσεις «Pearson Education») ο διεθνούς φήμης βιογράφος Andrew Robinson.
Ηταν πράγματι ο Young ο τελευταίος άνθρωπος που γνώριζε τα πάντα; «Τα βιβλία της Φυσικής, όταν αναφέρονται σ' αυτόν, τον περιγράφουν ως έναν πειραματικό φυσικό που πρώτος απέδειξε ότι το φως διαδίδεται υπό τη μορφή κυμάτων και όχι ως μια ροή σωματιδίων, όπως υποστήριζε ο Νεύτωνας. Γεννημένος σχεδόν μισό αιώνα μετά τον θάνατο του Νεύτωνα, ο Young απέρριψε τη νευτώνεια θεωρία του φωτός, αποδεικνύοντας με ένα πείραμα διάθλασης, που σήμερα το μαθαίνουμε όλοι μας στο σχολείο, ότι το φως ταξιδεύει υπό μορφή κυμάτων».
Εάν όμως διαβάσετε οποιοδήποτε βιβλίο για την όραση και το μάτι, θα δείτε ότι ο Yοung περιγράφεται ως ένας Λονδρέζος γιατρός που ανακάλυψε με ποιον τρόπο το μάτι είναι ικανό να μεταβάλλει το εστιακό του βάθος αλλάζοντας μορφή (γινόμενο δηλαδή περισσότερο ή λιγότερο κυρτό), πρότεινε τη θεωρία της έγχρωμης όρασης (η οποία χρειάστηκε να περιμένει μέχρι το 1959 για να επαληθευτεί πειραματικά) κι επίσης εξήγησε με ακρίβεια την αχρωματοψία και τον αστιγματισμό.
Εάν πάλι πάρετε οποιοδήποτε βιβλίο πάνω στην Ιστορία της Αρχαίας Αιγύπτου, θα διαβάσετε ότι στον Young αποδίδεται η βασική δουλειά για την αποκρυπτογράφηση της στήλης της Ροζέτας. «Είναι πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο να εκτιμήσει κανείς το πόσο πλατιά και σε βάθος ήταν η γνώση του», γράφει ο Robinson.
Πριν ακόμη γίνει 30 ετών, ο Young έδωσε μια σειρά μαθημάτων στο Royal Institution καλύπτοντας σχεδόν ό,τι ήταν γνωστό μέχρι τότε σε όλες τις επιστήμες. Ομως η πολυμάθειά του αυτή δεν τον έκανε δημοφιλή στα μέλη της Ακαδημίας. Μάλιστα, η κυματική θεωρία του φωτός που είχε αναπτύξει, δέχτηκε την επίθεση των Εγγλέζων φυσικών, οι οποίοι και την «έθαψαν» για περισσότερα από 20 χρόνια, μέχρις ότου δηλαδή η συγκεκριμένη θεωρία διατυπωθεί εκ νέου από Γάλλους επιστήμονες.
Προς το τέλος της ζωής του τού ζητήθηκε να συμμετάσχει στη νέα έκδοση της εγκυκλοπαίδειας Britannica, για την οποία τελικά ο Young έγραψε 63 άρθρα, για διάφορες λέξεις, ανάμεσα στις οποίες και για τις λέξεις: αλφάβητο, έλξη, συνοχή, χρώμα, Αίγυπτος, οφθαλμός, εστιάζω, τριβή, ιερογλυφικά, υδραυλική, κίνηση, αντίσταση, πλοίο, ήχος, δύναμη, παλίρροια, κύμα κ.ά. Μάλιστα, ο Young ζήτησε από τους υπεύθυνους της εγκυκλοπαίδειας όλα τα άρθρα τα οποία έγραψε να δημοσιευτούν ανώνυμα.
Δυστυχώς, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του μέχρις ότου αρχίσουν σιγά σιγά οι μεγάλοι επιστήμονες να αναγνωρίζουν την ευφυΐα του.
Τη ζωή του καταπληκτικού αυτού ανθρώπου, που έζησε σε μια αποφασιστική στιγμή της ιστορίας της επιστήμης και που κανένας δεν του είχε δώσει μέχρι σήμερα την πρέπουσα προσοχή, περιγράφει στο βιβλίο του με τίτλο «Last Man Who Knew Everything» (Εκδόσεις «Pearson Education») ο διεθνούς φήμης βιογράφος Andrew Robinson.
Ηταν πράγματι ο Young ο τελευταίος άνθρωπος που γνώριζε τα πάντα; «Τα βιβλία της Φυσικής, όταν αναφέρονται σ' αυτόν, τον περιγράφουν ως έναν πειραματικό φυσικό που πρώτος απέδειξε ότι το φως διαδίδεται υπό τη μορφή κυμάτων και όχι ως μια ροή σωματιδίων, όπως υποστήριζε ο Νεύτωνας. Γεννημένος σχεδόν μισό αιώνα μετά τον θάνατο του Νεύτωνα, ο Young απέρριψε τη νευτώνεια θεωρία του φωτός, αποδεικνύοντας με ένα πείραμα διάθλασης, που σήμερα το μαθαίνουμε όλοι μας στο σχολείο, ότι το φως ταξιδεύει υπό μορφή κυμάτων».
Εάν όμως διαβάσετε οποιοδήποτε βιβλίο για την όραση και το μάτι, θα δείτε ότι ο Yοung περιγράφεται ως ένας Λονδρέζος γιατρός που ανακάλυψε με ποιον τρόπο το μάτι είναι ικανό να μεταβάλλει το εστιακό του βάθος αλλάζοντας μορφή (γινόμενο δηλαδή περισσότερο ή λιγότερο κυρτό), πρότεινε τη θεωρία της έγχρωμης όρασης (η οποία χρειάστηκε να περιμένει μέχρι το 1959 για να επαληθευτεί πειραματικά) κι επίσης εξήγησε με ακρίβεια την αχρωματοψία και τον αστιγματισμό.
Εάν πάλι πάρετε οποιοδήποτε βιβλίο πάνω στην Ιστορία της Αρχαίας Αιγύπτου, θα διαβάσετε ότι στον Young αποδίδεται η βασική δουλειά για την αποκρυπτογράφηση της στήλης της Ροζέτας. «Είναι πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο να εκτιμήσει κανείς το πόσο πλατιά και σε βάθος ήταν η γνώση του», γράφει ο Robinson.
Πριν ακόμη γίνει 30 ετών, ο Young έδωσε μια σειρά μαθημάτων στο Royal Institution καλύπτοντας σχεδόν ό,τι ήταν γνωστό μέχρι τότε σε όλες τις επιστήμες. Ομως η πολυμάθειά του αυτή δεν τον έκανε δημοφιλή στα μέλη της Ακαδημίας. Μάλιστα, η κυματική θεωρία του φωτός που είχε αναπτύξει, δέχτηκε την επίθεση των Εγγλέζων φυσικών, οι οποίοι και την «έθαψαν» για περισσότερα από 20 χρόνια, μέχρις ότου δηλαδή η συγκεκριμένη θεωρία διατυπωθεί εκ νέου από Γάλλους επιστήμονες.
Προς το τέλος της ζωής του τού ζητήθηκε να συμμετάσχει στη νέα έκδοση της εγκυκλοπαίδειας Britannica, για την οποία τελικά ο Young έγραψε 63 άρθρα, για διάφορες λέξεις, ανάμεσα στις οποίες και για τις λέξεις: αλφάβητο, έλξη, συνοχή, χρώμα, Αίγυπτος, οφθαλμός, εστιάζω, τριβή, ιερογλυφικά, υδραυλική, κίνηση, αντίσταση, πλοίο, ήχος, δύναμη, παλίρροια, κύμα κ.ά. Μάλιστα, ο Young ζήτησε από τους υπεύθυνους της εγκυκλοπαίδειας όλα τα άρθρα τα οποία έγραψε να δημοσιευτούν ανώνυμα.
Δυστυχώς, χρειάστηκαν αρκετά χρόνια μετά τον θάνατό του μέχρις ότου αρχίσουν σιγά σιγά οι μεγάλοι επιστήμονες να αναγνωρίζουν την ευφυΐα του.
(Κων/να Γιαννούτσου, Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας, 05/10/2007)