αλλά με ποιο παρελθόν και με ποιο παρόν;
Στις 7-10 Μαΐου 2009 πραγματοποιήθηκε στο Βόλο Διεθνές Θεολογικό Συνέδριο με θέμα «Εκκλησία και Πολιτισμός». Εκεί απηύθυνε προς τους συνέδρους χαιρετισμό ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος και είπε, μεταξύ άλλων:
Δεν έμαθε ότι αυτός ο μηχανισμός ταυτίστηκε με όλες τις οπισθοδρομικές και καταπιεστικές δυνάμεις της χώρας, τη βασιλεία και τις δικτατορίες του Μεταξά και της στρατιωτικής χούντας; Δεν άκουσε ποτέ ότι στα ξερονήσια της εξορίας, στη Μακρόνησο και στη Γυάρο υπήρχαν παπάδες που ήταν τρισχειρότεροι από τους στρατιωτικούς και αστυνομικούς βασανιστές; Πρέπει να αναρτήσουμε πάλι τις φωτογραφίες του Χριστόδουλου και του Άνθιμου με τους χουντικούς για να θυμηθεί;
Πότε μεταμελήθηκε η επίσημη ηγεσία του εκκλησιαστικού μηχανισμού γι' αυτό το παρελθόν του; Πότε ζήτησε συγγνώμη; Φαντάζεται ότι οι καλλιτέχνες και άλλοι διανοούμενοι απευθύνονται σε μικρές ομάδες «εκλεκτών» της κοινωνίας, όπως γινόταν το Μεσαίωνα; Τότε είχαν οι παπάδες, μαζί με τους φεουδάρχες, την αποκλειστική εξουσία και το χρήμα και ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν έργα τέχνης, όπως τα επιθυμούσαν οι δημιουργοί τους.
Όταν όμως απελευθερώθηκαν οι καλλιτέχνες από αυτόν τον προσανατολισμό, όταν ανέβηκε στην εξουσία και στον πλούτο η αστική τάξη, οι καλλιτέχνες δεν είχαν λόγο να εξαρτώνται από το ιερατείο και τους συνηθέστατα άξεστους «ευγενείς». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μότσαρτ ξεκίνησε στο Ζάλτσμπουργκ ως αυλικός μουσικός (υπηρέτης) του επίσκοπου-ηγεμόνα και συνέχισε ως ελεύθερος καλλιτέχνης στη Βιέννη. Ο δε Μπετόβεν ήταν ανέκαθεν ανεξάρτητος καλλιτέχνης με προσωπικούς χορηγούς, έναν δύο εκ των οποίων μάλιστα με δεδομένη αφορμή έσπασε στο ξύλο, όταν δεν του συμπεριφέρθηκαν με τον αναμενόμενο σεβασμό.
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι πρόκειται ποτέ ο εκκλησιαστικός μηχανισμός να προσεγγίσει τους καλλιτέχνες ή να τον προσεγγίσουν αυτοί. Πέρα από 1-2 περιπτώσεις, οι οποίες και εξελίσσονται στο παρασκήνιο, οι καλλιτέχνες μόνο σε προσωπικό επίπεδο μπορεί να έχουν κάποιες σχέσεις με κληρικούς, αλλά ποτέ δεν θα δήλωναν δημόσια ότι συμπλέουν με το μηχανισμό. Θα χρεώνονταν, χωρίς να έχουν ευθύνη, όλα τα σκάνδαλα και τις αστοχίες που μαθαίνουμε ότι συμβαίνουν κατά καιρούς, οικονομικά, σεξουαλικά, διαχειριστικά κ.ά.
Ένα απλό παράδειγμα είναι ο Θεοδωράκης, ο οποίος με αφορμή κάποια επιχορήγηση της Εκκλησίας για τη σύνθεση εκκλησιαστικού μουσικού έργου, θεώρησε υποχρέωσή του να εξυμνήσει δημόσια τον τότε αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Ένα μήνα μετά, όταν ο Χριστόδουλος έκανε μνημόσυνο για τον Γρίβα, αναγκάστηκε ο Θεοδωράκης να τον καταγγείλει και φυσικά να ξεφτιλιστεί ο ίδιος...
(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)
«Πολλοί άνθρωποι της διανόησης, πολλοί άνθρωποι στον τόπο μας που έχουν αναζητήσεις, που έχουν περιεχόμενο, είτε στη ποίηση, είτε στη μουσική και μπορούν να εμπνεύσουν το λαό, δεν ξέρω πως τα έχουμε καταφέρει εμείς της ποιμένουσας Εκκλησίας, να τους έχουμε απέναντι ή να τους έχουμε βάλλει στην άκρη, να μην τους υπολογίζουμε, όπως κι εκείνοι εμάς.Ακούγεται έντονα αυτοκριτική η κουβέντα του κ. Ιερώνυμου, αναρωτιέμαι όμως, πράγματι δεν ξέρει πώς τα «έχουν καταφέρει»; Κι αν αφήσουμε τα παλιά, για τον τρόπο που επεβλήθη ο εκκλησιαστικός μηχανισμός και απέκτησε περιουσία και εξουσία, ο οποίος τρόπος δεν μπορεί πια να αποκρυβεί δια της αποσιωπήσεως, αν προσπεράσουμε τον δωσιλογικό ρόλο του μηχανισμού επί τουρκοκρατίας και το φιλο-οθωμανικό ρόλο του στα χρόνια της επανάστασης, δεν έμαθε ποτέ ο κ. Ιερώνυμος για τις δραστηριότητες της Εκκλησίας που προΐσταται, στα χρόνια του λεγόμενου «εθνικού διχασμού» με το ανάθεμα κατά του Ελ. Βενιζέλου;
Έχουμε χάσει πολλές ευκαιρίες, έχει περάσει πολύς καιρός, έχουν χαθεί πολλά χρήσιμα πράγματα και γι' αυτό νομίζω ότι αυτό το συνέδριο μπορεί να γίνει ένα εφαλτήριο, ένα άνοιγμα προς σ' ένα χώρο που το χρειάζεται. Βέβαια είμαστε ακόμα άτολμοι προς αυτούς και γι' αυτό το συνέδριο είναι το έναυσμα για να σκεφθούμε».
Δεν έμαθε ότι αυτός ο μηχανισμός ταυτίστηκε με όλες τις οπισθοδρομικές και καταπιεστικές δυνάμεις της χώρας, τη βασιλεία και τις δικτατορίες του Μεταξά και της στρατιωτικής χούντας; Δεν άκουσε ποτέ ότι στα ξερονήσια της εξορίας, στη Μακρόνησο και στη Γυάρο υπήρχαν παπάδες που ήταν τρισχειρότεροι από τους στρατιωτικούς και αστυνομικούς βασανιστές; Πρέπει να αναρτήσουμε πάλι τις φωτογραφίες του Χριστόδουλου και του Άνθιμου με τους χουντικούς για να θυμηθεί;
Πότε μεταμελήθηκε η επίσημη ηγεσία του εκκλησιαστικού μηχανισμού γι' αυτό το παρελθόν του; Πότε ζήτησε συγγνώμη; Φαντάζεται ότι οι καλλιτέχνες και άλλοι διανοούμενοι απευθύνονται σε μικρές ομάδες «εκλεκτών» της κοινωνίας, όπως γινόταν το Μεσαίωνα; Τότε είχαν οι παπάδες, μαζί με τους φεουδάρχες, την αποκλειστική εξουσία και το χρήμα και ήταν οι μόνοι που μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν έργα τέχνης, όπως τα επιθυμούσαν οι δημιουργοί τους.
Όταν όμως απελευθερώθηκαν οι καλλιτέχνες από αυτόν τον προσανατολισμό, όταν ανέβηκε στην εξουσία και στον πλούτο η αστική τάξη, οι καλλιτέχνες δεν είχαν λόγο να εξαρτώνται από το ιερατείο και τους συνηθέστατα άξεστους «ευγενείς». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μότσαρτ ξεκίνησε στο Ζάλτσμπουργκ ως αυλικός μουσικός (υπηρέτης) του επίσκοπου-ηγεμόνα και συνέχισε ως ελεύθερος καλλιτέχνης στη Βιέννη. Ο δε Μπετόβεν ήταν ανέκαθεν ανεξάρτητος καλλιτέχνης με προσωπικούς χορηγούς, έναν δύο εκ των οποίων μάλιστα με δεδομένη αφορμή έσπασε στο ξύλο, όταν δεν του συμπεριφέρθηκαν με τον αναμενόμενο σεβασμό.
Προσωπικά δεν πιστεύω ότι πρόκειται ποτέ ο εκκλησιαστικός μηχανισμός να προσεγγίσει τους καλλιτέχνες ή να τον προσεγγίσουν αυτοί. Πέρα από 1-2 περιπτώσεις, οι οποίες και εξελίσσονται στο παρασκήνιο, οι καλλιτέχνες μόνο σε προσωπικό επίπεδο μπορεί να έχουν κάποιες σχέσεις με κληρικούς, αλλά ποτέ δεν θα δήλωναν δημόσια ότι συμπλέουν με το μηχανισμό. Θα χρεώνονταν, χωρίς να έχουν ευθύνη, όλα τα σκάνδαλα και τις αστοχίες που μαθαίνουμε ότι συμβαίνουν κατά καιρούς, οικονομικά, σεξουαλικά, διαχειριστικά κ.ά.
Ένα απλό παράδειγμα είναι ο Θεοδωράκης, ο οποίος με αφορμή κάποια επιχορήγηση της Εκκλησίας για τη σύνθεση εκκλησιαστικού μουσικού έργου, θεώρησε υποχρέωσή του να εξυμνήσει δημόσια τον τότε αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. Ένα μήνα μετά, όταν ο Χριστόδουλος έκανε μνημόσυνο για τον Γρίβα, αναγκάστηκε ο Θεοδωράκης να τον καταγγείλει και φυσικά να ξεφτιλιστεί ο ίδιος...
(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)