23 September 2008

Βιβλία, βιβλία

Ο λαϊκισμός ποτέ δεν πεθαίνει...


(Ιντερμέδιο, του Ανδρέα Παππά, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ, 19/09/2008)

Με βάση τουλάχιστον τις σχετικές λίστες, ένα από τα βιβλία της κατηγορίας δοκίμια/μελέτες (τρομάρα του!) που πούλησαν κατά τους τελευταίους μήνες είναι το βιβλίο "Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει... " του Κώστα Παπαϊωάννου, συνταξιούχου δημοσιογράφου και επί χρόνια εκδότη/ιδιοκτήτη της εφημερίδας «Το Ποντίκι».

Κάποια στιγμή το βιβλίο έφτασε και στα χέρια μου. Θέλησα, λοιπόν, κι εγώ (καλά να πάθω!) να δω τι μπορεί να ωθήσει σήμερα κάποιον να αναλάβει ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα: να γράψει μια (ιδιότυπη, έστω) ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας. Και όμως, έπρεπε να υποψιαστώ τι με περίμενε, με βάση ίσως το γεγονός ότι το «Ποντίκι» και ο Ποντικισμός ήταν (και είναι;) ένας από τους πυλώνες του «ένδοξού» μας λαϊκισμού, μαζί με τον Λαζοπουλισμό, τον Νταλαρισμό, τον Αυριανισμό, τον Τραγκισμό, τον Ψωμιαδισμό, τον Αυτιαδισμό, κλπ. κ.λπ.

Πρόκειται για εκείνο το ρεύμα «σκέψης» που επιδαψιλεύει κολακείες στη δυνάμει πελατεία του, αξιοποιώντας, μεταξύ άλλων, την παλιά και δοκιμασμένη συνταγή: παρουσιάζεις όλα τα πράγματα άσπρα ή μαύρα, αδιαφορείς για τις αποχρώσεις και τις «λεπτομέρειες», μιλάς πάντα για «καλούς» και «κακούς». Ετσι, οι νέοι «έχουν δίκιο ό,τι και να πουν», ο λαός είναι «πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος», οι ξένοι (ή μάλλον, για να ακριβολογούμε, οι δυτικοί ξένοι) είναι πάντα «δόλιοι», «εχθροί μας», «κουφάλες», κ.ο.κ.

Το βιβλίο, λοιπόν, του Κώστα Παπαϊωάννου θα μπορούσε, αν δεν ήταν τόσο ογκώδες, να γίνει η βίβλος ή το εγκόλπιον του καλού λαϊκιστή, ο οποίος τυγχάνει παρεμπιπτόντως και ασυμβίβαστος «αντιιμπεριαλιστής», άμα λάχει να 'ούμε. Ιδού, όμως, ορισμένα δείγματα γραφής, από τα άπειρα που θα μπορούσα να επικαλεστώ για να τεκμηριώσω τις κρίσεις μου και τους χαρακτηρισμούς μου.
  • «Το 1944 οι Γερμανοί έφυγαν χάρις στους αγώνες του λαού». Αυτού και μόνο; Η έκβαση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου γενικότερα δεν έπαιξε κανένα ρόλο;
  • «Οι σφαγές του Σκόμπι στην Αθήνα». Ετσι, σκέτα, μονόπλευρα. Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών η άλλη πλευρά πέταγε, ως γνωστόν, άνθη στους αντιπάλους της.
  • «Οι Αγγλοι στο εξής θα τηρούσαν αποφασιστικότερη στάση στην Αθήνα (το από περισσεύει)». Εδώ ο συγγραφέας συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου: και τους Αγγλους βγάζει φασίστες, και χιουμοράκι (λέμε τώρα!) κάνει.
  • «Τον βασιλιά Αλέξανδρο τον έφαγε η μαϊμού και ησύχασε, όπως και εμείς». Τέτοια ευγένεια ψυχής!
  • «Αν άνοιγε ο φάκελος της Κύπρου, θα έβγαινε από μέσα η Αμερική». Ετσι, σκέτη, μόνη της πάλι. Ο Γρίβας, ο Σαμψών, ο Ιωαννίδης, οι αξιωματικοί της ΕΛΔΥΚ, τα λεβεντόπαιδα της ΕΟΚΑ Β', όλοι αυτοί δεν είδαν, δεν ξέρουν, δεν έχουν καμία σχέση με τον «φόνο». Σιγά, τώρα! Τους ξέρουμε τους Αμερικανούς τι «κουφάλες» είναι!
  • «Η Ελλάδα είναι μια υπανάπτυκτη χώρα του Τρίτου Κόσμου». Να τες και οι εμβριθείς κοινωνιολογικές/οικονομικές αναλύσεις, βγαλμένες κατευθείαν από κείμενο αριστερίστικου γκρουπούσκουλου της δεκαετίας του 1970. Τι κι αν οι στατιστικές λένε πως η Ελλάδα είναι η 23η (αν δεν κάνω λάθος) πλουσιότερη χώρα του κόσμου. Ο Κ. Π. ξέρει: «Ανήκομεν εις τον Τρίτον Κόσμον»!
Και όλα αυτά επί περίπου 500 σελίδες, σε συνδυασμό με αφόρητες κοινοτοπίες, αλλά και με κάτι ακόμα, στο οποίο θα αναγκαστώ να επανέλθω την επόμενη Παρασκευή: το «χιουμοριστικό» στοιχείο (εξού και ο υπότιτλος «Μια πολιτική ανασκο(λό)πηση της ιστορίας (1944-2007»), που αναπαράγει, στο περιεχόμενο και στη μορφή, όλα τα στερεότυπα του τελευταίου καθίσματος στο πούλμαν της σχολικής εκδρομής, του σφαιριστήριου και του αναψυκτήριου. Και όλα αυτά, με «αντιμπεριαλιστικό» οίστρο, βεβαίως, βεβαίως.