09 September 2008

Διαπλοκή πολιτικών, παπάδων και παρατρεχάμενων...

Ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία πριν από 2 χρόνια



Πιστεύω και εις μίαν ... ψήφον


(Των ΚΩΣΤΑ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ και ΘΩΜΑ ΤΣΑΤΣΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 01/08/2006)


Ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής την ώρα που φύτευε μια άγρια μουριά και φτυάριζε το χώμα, στη μονή Βατοπεδίου στον Αγιον Ορος, φάνηκε ότι, σε αντίθεση με το κοστούμι, τα παπούτσια του ήταν σπορ, για περπάτημα.

Ισως επειδή ήταν το μόνο σημείο της εμφάνισής του που δεν ήταν προγραμματισμένο να «πάρουν» οι κάμερες. Από την... αξιωματική πλευρά του θέματος, ο Γιώργος Παπανδρέου δεν μπόρεσε να δώσει... σκληρή απάντηση, καθώς τα κεριά που άναψε στον Αγιο Διονύσιο Ζακύνθου άρχισαν να λιώνουν γρήγορα. Ηταν και η ζέστη, βλέπετε. Αυτά, όμως, που δεν έχουν σβήσει ποτέ είναι τα κεριά και τα καντήλια της δημόσιας, άρα τηλεοπτικής, θρησκοληψίας, καθώς το παγκάρι της πολιτικής δεν γεμίζει τόσο εύκολα όσο φαίνεται.

Από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης στο Αγιον Ορος, από την Παναγία της Τήνου στην Παναγιά την Εκατονταπυλιανή της Πάρου και από κει στην Πάτμο για τα 1.900 χρόνια της Αποκάλυψης του Ιωάννου ή στην περιφορά της Αγίας Ζώνης σε σπίτια και γραφεία πολιτικών, η ελληνική πολιτική σκηνή δεν παύει να ζητεί τη βοήθεια του Θεού. Οι τηλεοπτικές κατανύξεις με τα σκυμμένα κεφάλια και ελαφρώς γερμένα δεξιά με δέος, οι α λα μπρατσέτα συμμετοχές σε περιφορές επιταφίων με αναμμένα κεριά με πράσινα ή κόκκινα πλαστικά ποτηράκια από κάτω, ο σχηματισμός του σταυρού που μοιάζει με τεράστια αγκαλιά όταν είναι κάμερες μπροστά και με παίξιμο... μπαγλαμά όταν απουσιάζουν, είναι μερικά από τα σημάδια της ικανότητας ή της απόπειρας των Ελλήνων πολιτικών να προσθέτουν την όποια πίστη τους στο προφίλ τους. Αφήστε που, κατά μια διαβολική, Θε μας, συγχώρα μας, σύμπτωση, η πίστη τους πλησιάζει το ύψιστο σημείο περισσότερο σε προεκλογικές περιόδους και λιγότερο τη Μεγάλη Εβδομάδα...

Ο πρωθυπουργός Κ. Καρα
μανλής το 2000 και το 2001, από την αντιπολίτευση έπεσε δύο φορές στην ανάγκη του κ. Χριστόδουλου. Για να λάβει τη βοήθεια από τη «δεξιά του Υψίστου» («δόξα σοι ο Θεός, οι καταστάσεις αλλάζουν», του είχε πει ο Μακαριότατος λίγες ημέρες μετά την εκλογή του στον πρωθυπουργικό θώκο), χρειάστηκε δύο φορές να μιλήσει υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος για τις ταυτότητες. Η πρώτη ήταν στις 24 Σεπτεμβρίου 2000, όταν με τη σύζυγό του πήγε στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στην ομώνυμη περιοχή ως πιστός.

Λίγο μετά κυκλοφόρησε και μια γραπτή δήλωσή του: «Κάθε πολίτης έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να διαμαρτύρεται κατά αποφάσεων της κυβέρνησης, κάθε κυβέρνησης που χαρακτηρίζεται από αυταρχισμό και αλαζονεία, κατά αποφάσεων που προσβάλλουν βάναυσα το θεμελιώδες δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού κάθε ελεύθερου ανθρώπου. Ολοι οι Ελληνες είναι ελεύθεροι να πράξουν αυτό που τους υπαγορεύει η συνείδησή τους. Αυτό κάναμε η Νατάσα κι εγώ», είπε τότε ο σημερινός πρωθυπουργός.

Τον Αύγουστο του 2001, και ενώ οι ταυτότητες ήταν ένα από τα πρώτα θέματα της επικαιρότητας, ο κ. Καραμανλής επέμενε. Και μιλούσε για τις δημοκρατικές διαδικασίες και τα ψευδεπίγραφα διλήμματα του Κώστα Σημίτη. «Ο πρωθυπουργός, αμετανόητος στα ψευδεπίγραφα διλήμματα, στρέφεται κατά της Εκκλησίας και δεν διστάζει να διχάσει την κοινωνία. Το ζήτημα των ταυτοτήτων προέκυψε με ευθύνη της κυβέρνησης, που, για μια ακόμη φορά, υιοθετώντας αλαζονική συμπεριφορά, αυθαίρετα και χωρίς λόγο, αρνήθηκε τον διάλογο με την Εκκλησία. Αλλωστε, ούτε την Ευρωπαϊκή Ενωση έχει απασχολήσει επί της ουσίας θέμα ταυτοτήτων. Η Νέα Δημοκρατία, ευθύς εξαρχής, υποστήριξε με σαφήνεια και ειλικρίνεια:
  • Πρώτον, ότι το όλο θέμα των ταυτοτήτων έπρεπε και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο ουσιαστικού και ειλικρινούς διαλόγου μεταξύ της Πολιτείας και της Εκκλησίας.
  • Δεύτερον, ότι η μόνη δημοκρατική αλλά και πολιτικά πρόσφορη οδός επίλυσης του ζητήματος είναι εκείνη της νομοθετικής ρύθμισης, στη βάση της προαιρετικότητας.
«Η Νέα Δημοκρατία κατέθεσε προς αυτήν την κατεύθυνση πρόταση νόμου, η οποία όμως, με τρόπο ανεύθυνο, απορρίφθηκε από την κυβέρνηση. Πιστεύω ότι η νομοθετική ρύθμιση του θέματος είναι η μόνη διέξοδος. Και καλώ τον πρωθυπουργό να εγκαταλείψει την πείσμονα άρνησή του που δεν οδηγεί πουθενά». Αυτά έλεγε επί των θρησκευτικών από τον... άμβωνα της αντιπολίτευσης. Αλλαξε άμβωνα και μάλλον απόψεις...

Το 2004 ήταν χρονιά των εκλογών. Πριν από αυτές, την τελευταία ημέρα του Φεβρουαρίου, εορτάστηκε η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ο Γιώργος Παπανδρέου ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, όπως και τώρα, εκκλησιάστηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου στη Ν. Ερυθραία χωρίς κάμερες και δημοσιογράφους. Σε αντίθεση, ο Κώστας Καραμανλής, που διεκδικούσε την πρωθυπουργία, εκκλησιάστηκε υπό το φως των τηλεοπτικών φώτων στην Παναγία της Παντοβασίλισσας στη Ραφήνα. Οχι μόνο καλύφθηκε η φώτιση που έλαβε, αλλά έκανε και δήλωση: «Σήμερα γιορτάζει η Ορθοδοξία και είναι ευκαιρία να σκεφτούμε τα πάντα επίκαιρα, τα πανανθρώπινα μηνύματα της πίστης, της αγάπης και της ελπίδας. Είναι η ώρα όλες και όλοι μαζί να χτίσουμε μια κοινωνία δικαιοσύνης, μια κοινωνία αλληλεγγύης, μια κοινωνία ανθρωπιάς. Να νοιαστούμε για τους ανθρώπους γύρω μας και κυρίως, πάνω απ' όλα, για εκείνους που έχουν πραγματικά ανάγκη».

Εναν χρόνο μετά, στις 20 Μαρτίου 2005, εορτάστηκε και πάλι η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Ο Γιώργος Παπανδρέου εκκλησιάστηκε με τη σύζυγό του και πάλι στην ενορία τους. Τότε, ένας ιερωμένος τον αιφνιδίασε και του έδωσε να διαβάσει το Σύμβολο της Πίστεως, το «Πιστεύω», κάτι που έκανε με ιδιαίτερη ζέση.

Ο πατέρας του, ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, στη διακήρυξη της 3ης Σεπτεμβρίου 1974 τόνιζε ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν υπέρ του λεγόμενου διαχωρισμού Κράτους - Εκκλησίας. Οταν ανέβηκε στην κυβέρνηση το 1981, νομιμοποίησε τις αμβλώσεις και νομοθέτησε τον πολιτικό γάμο. Εδωσε έτσι την εικόνα ενός πολιτικού ασυμβίβαστου, αποφασισμένου να έρθει σε ρήξη με το εκκλησιαστικό κατεστημένο και μάλιστα εξ αριστερών, χαϊδεύοντας έτσι και την Αριστερά, στο γενικότερο πλαίσιο της κεντροαριστερής του κατεύθυνσης. Μάλιστα, κάποια στιγμή, το 1987 έκανε προσπάθεια να δημοκρατικοποιήσει την Εκκλησία, αλλά δεν του πέρασε.

Πολύ σύντομα, η περιπέτεια με την υγεία του τον έφερε πιο κοντά στην Εκκλησία. Κάθε χρόνο συνόδευε τη σύζυγό του Δήμητρα Λιάνη στην Τήνο. «Προσήλθαμε και πάλι στην ωραία Τήνο που μας δίνει ζωντάνια και πίστη, προς εκπλήρωση του τάματος», έλεγε ο Ανδρέας τον Αύγουστο του 1994, φτάνοντας στο νησί. Ενα χρόνο μετά, χωρίς να θυμίζει και πολλά από τον Ανδρέα της εποχής που μαχόταν για τη μοναστηριακή περιουσία πρόσθετε: «Ερχομαι στην Τήνο να προσκυνήσω ως κοινός πολίτης την Παναγιά και να ζητήσω, πράγματι, τη βοήθειά της στο έργο μου, τη χώρα και το έθνος».

Και ποιος να το περίμενε; Την επόμενη μέρα η σύζυγός του Δήμητρα Λιάνη βρέθηκε στη Φλώρινα όπου συναντήθηκε με τον μητροπολίτη Αυγ
ουστίνο Καντιώτη. Και ο διάλογος του Αυγουστίνου με τη Δήμητρα καταγράφηκε από τους δημοσιογράφους: «Πάρε αυτή την εικόνα. Σου έδωσα και μια άλλη όταν πρωτόρθες», είπε ο Αυγουστίνος . «Την έχω φυλαγμένη, Σεβασμιότατε. Σας ευχαριστώ», απάντησε η κ. Λιάνη και ο «άγιος» συνέχισε: «Δεν αρκεί η ομορφιά σου. Πρέπει να βλέπεις αυτή την εικόνα για να έχει ανάλογη ομορφιά ο εσωτερικός σου κόσμος». Κάτι σαν τη γυναίκα του Καίσαρα στο χριστιανικό της...

Ενας από τους λιγότερο ασχολούμενους με την εκκλησιαστική κατάνυξη είναι ο Κώστας Σημίτης. Το πολύ πολύ σε περιφορά Επιταφίου έχει εμφανιστεί με τη σύζυγό του Δάφνη. Μια φορά όσα χρόνια ήταν πρωθυπουργός πληροφορηθήκαμε ότι πήγε σε εκκλησία στη Σίφνο, όπου κάνει διακοπές σχεδόν τριάντα χρόνια. Ηταν Δεκαπενταύγουστος του 2003 και στη λειτουργία χοροστατούσε ο αείμνηστος μητροπολίτης Καρθαγένης Χρυσόστομος.

Η περίπτωση του επίτιμου είναι διαφορετική. Ο Κ. Μητσοτάκης μ' έναν παράξενο τρόπο κατάφερνε να συνδέει την πολιτική με την κατάνυξη του εκκλησιαστικού τελετουργικού. Οπως το Πάσχα του 1989, όπου έφτασε στον Αγιο Νικόλαο Χαλέπας στα Χανιά συνοδευόμενος από τον Μίκη Θεοδωράκη που κρατούσε τη λαμπάδα του. Βάδιζαν μαζί, αν και σε διαφορετικές παρατάξεις, και το πολιτικό μήνυμα της εποχής ήταν «κάθαρση και συμφιλίωση».

Τον Δεκαπενταύγουστο του 1990 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πρωθυπουργός πια, πήγε στην Παναγία Μυρτιδιώτισσα στα Κύθηρα για να εκπληρώσει ένα τάμα της μητέρας του.

Για τις ταυτότητες

Δέκα χρόνια μετά, τον Δεκαπενταύγουστο του 2000, ο επίτιμος πρόεδρος της Ν.Δ. βρέθηκε στην Παναγία Σουμελά. Μαζί του ήταν και η κόρη του Ντόρα Μπακογιάννη. Το θέμα των ταυτοτήτων βρισκόταν στην επικαιρότητα και ο Κ. Μητσοτάκης δεν άντεξε να μην πάρει θέση: «Η ημέρα της Παναγίας είναι ημέρα συνδιαλλαγής και αγάπης. Εύχομαι το μήνυμα να το πάρει και η κυβέρνηση και να καταλάβει ότι είναι αδιέξοδη η πολιτική που ακολουθεί στην αντιπαράθεσή της με την Εκκλησία και να αγωνιστεί να βρει μια φιλική μεσαία λύση.

Διότι, όπως πηγαίνουμε, θα δημιουργούνται διαρκώς βαρύτερα και βαθύτερα αδιέξοδα, χωρίς να διαφαίνεται από πουθενά ελπίδα να επικρατήσει η άποψη που η κυβέρνηση άδικα και παράλογα υποστηρίζει». Η Ντόρα Μπακογιάννη, κοντά στον πατέρα της, δεν ανοίχτηκε τόσο, αλλά για να μην του πάει κόντρα έκανε μια δήλωση συμπαράστασης: «Η Ελλάδα και η Ορθοδοξία αναμφισβήτητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και ο ελληνικός λαός στο σύνολό του σήμερα απέδειξε την πίστη του. Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο».

Τον Νοέμβριο του 2003 μαινόταν μια άλλη κόντρα. Αυτή που αφορούσε την εκκλησιαστική διοίκηση των λεγόμενων Νέων Χωρών. Πρωταγωνιστές ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Εκεί που πολλοί δυσκολεύονταν να τοποθετηθούν, ο επίτιμος υπήρξε σαφής υπέρ των θέσεων του Αρχιεπισκόπου. «Για να εκλεγεί με τη βοήθεια της Εκκλησίας στη Β' Αθηνών ο υιός Κυριάκος», έλεγαν οι κακές γλώσσες, όταν ακούστηκε ο Κ. Μητσοτάκης να λέει: «Η ελληνική κυβέρνηση έχει χρέος να λάβει αμέσως θέση και το ίδιο χρέος έχουν και τα πολιτικά κόμματα.

Μικροπολιτικοί υπολογισμοί σε τέτοιο θέμα δεν έχουν θέση. Πρωτεύει το συμφέρον της Ορθοδοξίας και της χώρας. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι καμία ελληνική Βουλή δεν πρόκειται να δεχτεί να γυρίσουμε πιο πίσω από εκεί που σταθήκαμε προ 70 ετών, να μοιράσουμε την Ελλάδα στα δύο, να δώσουμε διοικητικές αρμοδιότητες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και προπαντός δεν μπορεί να δεχτεί να αμφισβητηθεί η αρχή της πλειοψηφίας στη λήψη των αποφάσεων. Είναι ανάγκη όμως η πληγή που άνοιξε να κλείσει αποφασιστικά και γρήγορα. Αλλιώς, μας αναμένουν δεινά!».

Πέραν των δηλώσεων και θρησκευτικών εμφανίσεων υπάρχουν και άλλες εκδηλώσεις πίστης και δημόσιας λατρείας. Μια από τις διασημότερες ήταν η επιλεκτική περιφορά της Αγίας Ζώνης που στα τέλη Μαΐου του 1996 έφερε στην Αθήνα ο ηγούμενος της μονής Βατοπεδίου Εφραίμ. Εν χορδαίς και οργάνω, η Αγία Ζώνη εξόφλησε κάτι... ιερά γραμμάτια που είχε. Πέρασε από το σπίτι του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, το γραφείο του επίτιμου προέδρου της Ν.Δ. Κ. Μητσοτάκη, την αντιπροσωπεία των αυτοκινήτων Λάντα (μάλλον επειδή δεν πωλούνται στην Ελλάδα άλλα αυτοκίνητα από... ορθόδοξη χώρα όπως η Ρωσία), το γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Αθήνας και έκλεισε τη σεμνή και ταπεινή περιφορά της στον τηλεοπτικό σταθμό «Αντένα». Ετσι λοιπόν, η Αγία Ζώνη έκανε και αυτή το καθήκον της στην ελληνική πολιτική και στα μέσα επικοινωνίας.

«Είμαι παιδί που στο σπίτι θυμάμαι πάντα και τη μάνα μου και τον πατέρα μου. Χωρίς να είναι ιδιαίτερα φανατικοί του είδους, ήταν θρησκευόμενοι άνθρωποι. Συνεπώς οι θρησκευτικές μου καταβολές ξεκινάνε από μικρό παιδί». Με αυτά τα λόγια ξεκινούσε την απάντησή της η Δήμητρα Λιάνη-Παπανδρέου στη Λιάνα Κανέλλη τον Νοέμβριο του 1995, μετά το καλοκαίρι όταν οξύνθηκαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου.

Ολοι θυμόμαστε εκείνες τις φοβερές σκηνές στην Πάτμο με τον Ανδρέα υποβασταζόμενο στην κλίμακα της θαλαμηγού. Ή τις άλλες με την κ. Λιάνη να περιδιαβαίνει το νησί με τις κάμερες ξοπίσω της. Ή ακόμα ακόμα τις αντιδράσεις του Ανδρέα για τα δημοσιεύματα που έφεραν τη Δήμητρα να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διοργάνωση των εκδηλώσεων του Πατριαρχείου για τα 1.900 χρόνια της Αποκάλυψης. Παρακάτω εξηγεί πώς η θρησκεία τής χτύπησε την πόρτα:
«Εμένα μου τη χτύπησε στο Χέρφιλντ την πόρτα. Ηταν η πρώτη φορά που στράφηκα στον Θεό. Αυτό το περίφημο τάμα της Τήνου, που έχω πει πολλές φορές χρέος ζωής. Ηταν δηλαδή η επίσκεψή μου στην Τήνο χρέος ζωής. Η κατάσταση για μένα ήταν απελπιστική. Αμφίβολη. Δεν ήξερα πώς θα γυρίσω. Αν θα γυρίσω. Δεν είχα πού αλλού να στραφώ και στράφηκα στον Θεό. Ε, λοιπόν, κατηγορήστε με γι' αυτό. Κατηγορήστε με. Πρέπει ν' απολογηθώ και γι' αυτό; (...)

Λοιπόν, δεν ντρέπομαι να το πω. Ναι έχω μια συνεπέστερη, μια συνεπή και συνεχή σχέση από τότε μέχρι σήμερα. Εχτισα ένα εκκλησάκι στον κήπο του σπιτιού μου. Γιατί το έχτισα, γιατί λένε ότι είναι υποκριτική αυτή η σχέση μου. Ξέρετε γιατί το έχτισα; Για τη δικιά μου σωτηρία της ψυχής και δεν μετανιώνω γι' αυτό. Κι είναι οι ώρες που περνάω εκεί, που προσεύχομαι, που είναι τόπος περισυλλογής, είναι ο Αγιος Ανδρέας και ο Αγιος Δημήτριος...

- Γιατί ο Αγιος Δημήτριος...
- Γιατί με λένε Δήμητρα...»
Αναφερόταν φυσικά στο εκκλησάκι που υπάρχει στο σπίτι της Εκάλης, εκεί όπου πολλές φορές, πριν από αρκετά χρόνια, η Δήμητρα Λιάνη-Παπανδρέου περνούσε ατέλειωτες ώρες μοναχικής περισυλλογής παρέα με πέντε έξι κάμερες...