Η δουλεία ήταν σ' όλες τις κοινωνίες της Αρχαιότητας αναγνωρισμένο και αποδεκτό καθεστώς. Οι δούλοι δεν είχαν κανένα δικαίωμα, όπως να διαθέτουν περιουσία, να δημιουργήσουν οικογένεια, να συνάπτουν δικαιοπραξίες κτλ., θεωρούνταν περίπου «ομιλούντα εργαλεία» και είχαν κατά κανόνα μικρότερη αξία από κατοικίδια ζώα. Στην κατάσταση του δούλου περιέπιπτε κάποιος ως σκλάβος κατόπιν αιχμαλωσίας σε πόλεμο, αρπαγής σε επιδρομές ή πειρατείες, πώλησης από τους γονείς ή άλλους συγγενείς, καταδίκης λόγω σοβαρών εγκλημάτων, αδυναμίας αποπληρωμής χρεών, αλλά και ως απόγονος δούλων γονέων.
Στη Μεσοποταμία, τις Ινδίες και την Κίνα χρησιμοποιούνταν δούλοι σε οικιακές και σε παραγωγικές εργασίες, στους αγρούς και τις οικοδομές, αλλά και στο στρατό. Στην Ασσυρία και τη Βαβυλωνία η δουλεία ήταν πολύ σκληρή και οι δούλοι προέρχονταν γενικά από τους αιχμαλώτους πολέμου. Αντίθετα, ο Κύρος Β' της Περσίας (580-529 π.Χ.) προώθησε την επανεγκατάσταση σκλάβων στον τόπο τους, επέτρεψε τη λατρεία των πατρώων θεών και την ανοικοδόμηση των πόλεών τους. Έτσι επέστρεψαν οι Ιουδαίοι στα εδάφη τους από την αιχμαλωσία της Βαβυλώνας. Οι Φοίνικες, όπως πληροφορούμαστε από την ιστορία της απαγωγής του Εύμαιου στην Οδύσσεια, ήταν διάσημοι πειρατές που αιχμαλώτιζαν ανθρώπους και τους πουλούσαν σε σκλαβοπάζαρα της εποχής.
Στην αρχαία Αίγυπτο χρησιμοποιήθηκαν πολλές χιλιάδες σκλάβοι από πολεμικές αιχμαλωσίες στα λατομεία, στα μεταλλεία, στα βασιλικά κτήματα και για την κατασκευή των εντυπωσιακών ανακτόρων και των πυραμίδων των Φαραώ. Οι Ισραηλίτες είχαν επίσης δούλους, ήταν όμως υποχρεωμένοι να ελευθερώσουν μετά από ορισμένο χρόνο τους ομόθρησκους εξ αυτών (7-15 χρόνια). Στην Παλαιά Διαθήκη, «Έξοδος» (Κεφ. 21), αναφέρεται σαφώς ότι ο δούλος μπορεί να δαρθεί ανηλεώς αρκεί να μην πεθάνει και στερηθεί των υπηρεσιών του ο αφέντης του, καθώς επίσης ότι ο αφέντης μπορεί να πουλήσει την κόρη του ως δούλη. Στη «Γένεση» (16) και το «Λεβιτικό» (Κεφ. 19) συζητιέται ανενδοίαστα η σεξουαλική αξιοποίηση των δούλων, καθώς επίσης (Κεφ. 25) η αγορά δούλων από γειτονικά κράτη. Υπήρχε επίσης η κατηγορία των μισθωτών υπηρετών που είχαν ανώτερη κοινωνική θέση από τους δούλους. Σ' αυτούς περιλαμβανόταν η ειδική τάξη των ξένων υπηρετών που μερικές φορές γίνονταν δεκτοί, αν και όχι με πλήρη δικαιώματα, στις εβραϊκές φυλές.
Ελληνορωμαϊκός κόσμος
Ο Ηρόδοτος (6,137) αναφέρει πως η δουλεία ήταν παλαιότερα άγνωστη στις ελληνικές πόλεις, αλλά διαδόθηκε σταδιακά στην Ελλάδα και υπήρξε μάλιστα περίοδος που οι Έλληνες μεταχειρίζονταν με βαρβαρότητα τους δούλους τους. Στα ομηρικά έπη εμφανίζονται δούλοι, αιχμάλωτοι πολέμου ή αγορασμένοι από πειρατές, μαζί με τα παιδιά τους, ως πιστοί σύμμαχοι του κυρίου τους, που τους μεταχειρίζεται με γενναιοφροσύνη μέσα στην πατριαρχική του οικογένεια. Και δεν φαίνεται να ήταν πολλοί, αν και στην τέταρτη ραψωδία της Ιλιάδας γίνεται ήδη λόγος για μικρούς τεχνίτες ανάμεσα στην οικογένεια και για μερικές υφάντριες που τις διευθύνει μια επιστάτρια.
Κατά τον 7o και 6o αιώνα, ο αριθμός των δούλων μεγάλωνε σταδιακά, πρώτα στις μικρασιατικές ελληνικές πόλεις, όπως επίσης στη Χίο και στη Μίλητο (όπου ο Ιππώναξ μιλά για Φρύγες δούλους) και ύστερα στην ηπειρωτική Ελλάδα, ιδίως στην Κόρινθο και στην Αθήνα. Κατά τον 7o αιώνα μεγαλύτερο σκλαβοπάζαρο του ελληνόφωνου χώρου ήταν η Χίος, αργότερα αναφέρεται ότι στη Δήλο πουλούσαν περί τους 1.000 δούλους ημερησίως.
Κάπου περιγράφεται επίσης ότι ο Κλεισθένης ο Αθηναίος απένειμε την ιδιότητα του πολίτη σε μερικούς πρώην δούλους. Σίγουρα, ο θεσμός της δουλείας είχε κατά καιρούς στην Ελλάδα διαφορετική αντιμετώπιση. Τελικά απαγορεύτηκε η υποδούλωση για χρέη και πρώτο δείγμα σ’ αυτή την κατεύθυνση έδωσε στην Αθήνα η νομοθεσία του Σόλωνα. Διάφοροι Έλληνες διανοητές ασχολήθηκαν με το θέμα της δουλείας αλλά δεν διαφωνούσαν με την ύπαρξη του θεσμού. Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και ο Ξενοφών συμβούλευαν τους κυρίους να συμπεριφέρονται καλά στους δούλους, προς όφελος των δουλοκτητών!
Ο Πλάτων αναφέρει πώς θα εκφυλιστεί η κοινωνία, αν κυριαρχήσει η δημοκρατία: «Οι δούλες και οι δούλοι θα απολαμβάνουν την ελευθερία των αφεντικών ... τα ζώα, συνηθισμένα να κυκλοφορούν ελεύθερα στους δρόμους, θα πέφτουν επάνω σε όσους συναντούν» (Πολιτικός). Στο ίδιο πνεύμα γράφει ο Αριστοτέλης: «... οι μεν είναι από φυσικού τους ελεύθεροι, οι δε από φυσικού τους δούλοι. Κι όσο γι' αυτούς, ωφέλιμο και δίκαιο είναι να μένουν στην κατάσταση του δούλου». Αλλού γίνεται πρόταση να επιβραβεύουν οι δουλοκτήτες με απελευθέρωση, μετά από κάποιο εύλογο χρόνο, τους υπάκουους και εργατικούς δούλους, προφανώς για ενίσχυση του ηθικού των υπολοίπων. Περί το 475 π.Χ. ανέλαβαν δούλοι στην Αθήνα αστυνομικά καθήκοντα, συγκροτώντας μια ομάδα από περίπου 300 τοξότες.
Το 550 π.Χ. κατασκευάστηκε στη Σάμο το «Ευπαλίνειο Υδραγωγείο», ένα όρυγμα άνω των χιλίων μέτρων που διαπερνά το βουνό Κάστρο στο σημερινό Πυθαγόρειο. Για την κατασκευή του ορύγματος που κράτησε περί τα 10 έτη, εργάσθηκαν Λέσβιοι σκλάβοι που είχαν συλληφθεί ως αιχμάλωτοι πολέμου. Εξετάζοντας σήμερα ο επισκέπτης αυτό το σημαντικό τεχνικό έργο της αρχαιότητας, μπορεί να συμπεράνει ότι μάλλον ελάχιστοι από τους σκλάβους που εργάστηκαν για την κατασκευή του υδραγωγείου θα επέζησαν.
Οι δούλοι στις ελληνικές πόλεις χωρίζονταν σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με το επάγγελμά τους και τη σχέση τους με τον εργοδότη (π.χ συγκατοίκηση ή όχι με τον κύριό τους) και ανάλογα με την εργασία που εκτελούσαν. Υπήρχαν π.χ.
- οι οικιακοί δούλοι (υπηρέτες), οι οποίοι δούλευαν σε χωράφια και εργαστήρια,
- οι χωρίς οικούντες, δηλαδή που δεν συγκατοικούσαν με τον κύριό τους, αλλά εργάζονταν σε κάποιο κατάστημά του και του κατέβαλαν κάποιο ποσό,
- τα ανδράποδα μισθοφορούντα που ήταν κωπηλάτες σε στόλο ή εργάτες σε μεταλλεία και συχνά ανήκαν σε κάποιο αφεντικό που τους είχε νοικιάσει σε τρίτο πρόσωπο και
- οι δημόσιοι δούλοι, κάτι σαν δημοτικοί υπάλληλοι, οι οποίοι εργάζονταν ως αστυνομικοί, κλητήρες, γραμματείς, οδοκαθαριστές κλπ.
Στο Λαύριο οι δούλοι ανέρχονταν σε 15.000 τον 5o αιώνα. και σε 10.000 τον 4o αιώνα. Οι απελευθερώσεις δούλων στα μεταλλεία ήταν λίγες και κυρίως για να χρησιμοποιηθούν οι απελευθερωμένοι ως επιστάτες των εξορύξεων, λόγω της υψηλής εξειδίκευσης που είχαν αποκτήσει. Η εργασία στα μεταλλεία γινόταν σίγουρα κάτω από πολύ σκληρές ως απάνθρωπες συνθήκες και γι’ αυτό υπήρξαν πολλές εξεγέρσεις των εργατών-δούλων. Η εξέγερση το 413 π.Χ. κατά την διάρκεια του πελοποννησιακού πολέμου είχε ως αποτέλεσμα την παύση της λειτουργίας των μεταλλείων, με σημαντικές οικονομικές και στρατιωτικές επιπτώσεις.
Στη Σπάρτη δούλοι ήταν οι Είλωτες, απόγονοι παλαιών κατοίκων της χώρας, η οποία κατακτήθηκε από τους νέους κυρίους. Επρόκειτο δηλαδή για σχέση υπόδουλων προς κατακτητές. Λόγω του σημαντικά μεγαλύτερου αριθμού των Ειλώτων από αυτόν των πολιτών και εξ αιτίας του φόβου εξεγέρσεων, η σπαρτιατική εξουσία τούς αντιμετώπιζε βίαια. Αναφέρεται δε ότι ήταν έθιμο να σφραγίζεται το πέρασμα του έφηβου πολίτη στην ανδρική ηλικία με το φόνο ενός ή περισσότερων Ειλώτων. Ανάλογες περιπτώσεις με τους Είλωτες ήταν οι Πενέστες στη Θεσσαλία, οι Μινωίτες στην Κρήτη και αλλού.
Στη Ρώμη η δουλοκτησία πήρε σταδιακά διαφορετική μορφή από εκείνη στην Ελλάδα. Κάθε ρωμαϊκή οικογένεια είχε τουλάχιστον ένα δούλο στις υπηρεσίες της, πλούσιες οικογένειες είχαν συνήθως μερικές εκατοντάδες. Οι ενασχολήσεις των Ρωμαίων της ηγετικής τάξης με τις πολιτικές και στρατιωτικές υποθέσεις, οδήγησε στην ανάγκη απασχόλησης τεράστιου αριθμού δούλων, οι οποίοι τοποθετούνταν για εργασία και άλλες υπηρεσίες και εντάσσονταν σε ιεραρχικές δομές. Υπήρχαν επιστάτες, επόπτες, βοηθοί, υπεύθυνοι τομέων ή περιοχών, απλοί εργάτες κλπ., όλοι δούλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά.
Οι δούλοι της Ρώμης και των υπολοίπων πόλεων προέρχονταν κατά δεκάδες χιλιάδες από όλες τις επαρχίες της αυτοκρατορίας, Βρετανία, Ελλάδα, Αίγυπτο, Λιβύη, Συρία, Ιβηρική, Γαλατία, αλλά και από άλλες χώρες της Αφρικής και της Ασίας, από τις οποίες τους μετέφεραν δουλέμποροι και τους προσέφεραν προς πώληση. Στα σκλαβοπάζαρα της Ρώμης υπήρχε μεγάλη προσφορά ανθρώπων κάθε φυλής και για όλες τις δουλειές, από βαριές χειρονακτικές, μέχρι καλλιτεχνικές, για μουσικές εκτελέσεις και πνευματικές, για μετάφραση φιλοσοφικών κειμένων. Μορφωμένοι δούλοι εκπροσωπούσαν τους συχνά αναλφάβητους κυρίους τους σε διαπραγματεύσεις για εμπορικές δοσοληψίες κλπ.
Πολύ σύνηθες ήταν επίσης να συνάπτουν ερωτικές σχέσεις κύριοι και κυρίες με δούλους και δούλες. Στη ρωμαϊκή και στη μεταγενέστερη ιστορία αναφέρονται συχνά απόγονοι, των οποίων ένας γονέας ήταν δούλος. Μερικοί από αυτούς αναγνωρίζονταν ως νόμιμα παιδιά, συνήθως όμως παραδίδονταν προς πώληση σε δουλεμπόρους. Οι κυρίες της ρωμαϊκής κοινωνίας είχαν κατά κύριο λόγο δούλες για την προσωπική περιποίησή τους, την καθαριότητα, το μαγείρεμα κλπ.
Για τους δούλους της Ρώμης προβλέπονταν ειδικά ενδύματα, τα οποία τους διαφοροποιούσαν από τους υπόλοιπους πολίτες και δυσκόλευαν τη διαφυγή τους. Οι περισσότεροι από αυτούς παρέμεναν διαρκώς αλυσοδεμένοι, είτε εργάζονταν στους αγρούς, είτε διανυκτέρευαν σε υπόγεια και παράγκες. Η συμπεριφορά της εξουσίας και των κυρίων προς τους δούλους ήταν συνηθέστατα εξευτελιστική. Ο Ρωμαίος κύριος είχε δικαίωμα ζωής και θανάτου για κάθε δούλο που βρισκόταν στις υπηρεσίες του. Για επουσιώδη παραπτώματα επιβάλλονταν ποινές ραβδισμού, μαστιγώματος, πρόκλησης εγκαυμάτων με πυρακτωμένα εργαλεία κ.ά.
Για «βαρύτερα» παραπτώματα, όπως τα αντιλαμβάνονταν οι κύριοί τους, οι δούλοι εκτελούνταν με πνιγμό, έκθεσή τους σε άγρια θηρία στον ιππόδρομο και με σταύρωση. Κατά μήκος της οδού μεταξύ Καπούας και Ρώμης σταύρωναν επαγγελματίες δήμιοι εκατοντάδες «απείθαρχους» δούλους. Στις ρωμαϊκές λεγεώνες υπηρετούσαν μόνο πολίτες. όταν όμως κάποια εποχή, επί Τραϊανού, ανακαλύφθηκε ότι είχαν ενταχθεί και δούλοι στο σώμα, ο αυτοκράτορας έδωσε διαταγή, όχι να απολυθούν και να επανέλθουν σε αγροτικές και άλλες εργασίες, αλλά να θανατωθούν. (συνεχίζεται)
Από την Ιστορία της Τεχνολογίας