Απόσπασμα από άρθρο του Γιώργου Σιακαντάρη
Ο μεγάλος εχθρός της θεολογικής όψης της θρησκείας είναι η επιστήμη. Εδώ ο φιλόσοφος δεν αποδέχεται κανένα συμβιβασμό. Θρησκεία και επιστήμη είναι ασυμφιλίωτοι εχθροί. Η επίθεση της επιστήμης κατά των θεολογικών δογμάτων ανάγκασε τη θεολογία να υποχωρήσει. Κοπερνίκειος αστρονομία, νευτώνειος φυσική, γεωλογία, θεωρία της εξέλιξης, ιατρική, επιστημονική ψυχολογία είναι οι παράγοντες που υπέσκαψαν και γελοιοποίησαν όλα τα θεολογικά δόγματα. Πάντως η ίδια η θρησκεία, από τη σύγκρουση της με την επιστήμη, αναγκάστηκε να αλλάξει και να γίνει ηθικότερη, πνευματικότερη και λιγότερο δογματική. Αυτά τα γράφει ο συγγραφέας στο δοκίμιό του «Επιστήμη και Θρησκεία», γραμμένο το 1930. Αν μπορούσε σήμερα να δει το φαινόμενο της επιστροφής των δεισιδαιμονιών και την αμφισβήτηση της επιστήμης, στο όνομα των αρνητικών της επιδράσεων, θα θλιβόταν μεν, αλλά, πρωτίστως, θα αναλάμβανε δράση για να αποκαταστήσει το κύρος της επιστήμης από τη μια, και την αυτονομία του ανθρώπου, από την άλλη. Αλήθεια, μήπως η σύγκρουση με ό,τι περιορίζει την ανθρωπιά του ανθρώπου δεν είναι και ο διαχρονικός ρόλος κάθε διανοούμενου που σέβεται τον εαυτό του;
Το πιο δυνατό σημείο της κριτικής του Ράσελ είναι η αμφισβήτηση της κυρίαρχης θέσης που κατέχουν στο σώμα της θεολογικής αντίληψης οι έννοιες της ηθικής και της αμαρτίας. Αντίθετα από τη διαδεδομένη άποψη πως η θρησκεία προάγει την ηθική, ο συγγραφέας υποστηρίζει πως γίνεται ακριβώς το αντίθετο. Αυτό που χαρακτηρίζει την εκκλησιαστική αντίληψη περί ηθικής είναι το μίσος της κατά της ανθρώπινης ευτυχίας. Η εκκλησιαστική και θεολογική ηθική είναι ένα κοντόφθαλμο σύνολο κανόνων διαγωγής, που το μόνο που δεν τους ενδιαφέρει είναι η ευτυχία των ανθρώπων. Οσοι υποστηρίζουν πως χωρίς τη θρησκεία το κακό θα κυριαρχούσε στον κόσμο, είναι οι ίδιοι κακής φύσης άνθρωποι.
Από την άλλη, ο ενοφθαλμισμός των ανθρώπων με την αντίληψη πως είναι αμαρτωλοί έχει ως σκοπό και αποτέλεσμα τον πνευματικό και ηθικό ευνουχισμό τους. Συμφωνούμε απόλυτα με το συγγραφέα πως ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου και της αυτονομίας του είναι η καλλιεργημένη αίσθηση της αμαρτίας. Ο άνθρωπος που αισθάνεται αμαρτωλός και περιμένει διά της μετάνοιας να σωθεί είναι ένας απόλυτα εγωκεντρικός άνθρωπος.
Το κύριο μήνυμα των απόψεων του Ράσελ είναι πως, ανεξάρτητα από την απάντηση στο ερώτημα περί της ύπαρξης ή μη του Θεού, η θρησκεία αποτελεί μια συντηρητική στάση έναντι κάθε νέας ιδέας και νέων θεσμών. Ο θρησκευτικός διαχωρισμός ψυχής και σώματος συνεπάγεται το διαχωρισμό κοινωνικής δράσης και ηθικής δράσης. Οταν οι πολίτες, υποστηρίζει ο συγγραφέας, αισθάνονται πως δεν μπορούν να επηρεάσουν τα πολιτικά δρώμενα, τότε τον αγώνα για το κοινό αγαθό αντικαθιστά ο στόχος του «καλού». Η ηθικολογία αντικαθιστά την πολιτική και κοινωνική δράση. Πολύ επίκαιρες σκέψεις, κατάλληλες να περιγράψουν το σημερινό ελληνικό πολιτικό και κομματικό σύστημα (τo πλήρες κείμενο >>>>).
(του Από τη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας)
Ο μεγάλος εχθρός της θεολογικής όψης της θρησκείας είναι η επιστήμη. Εδώ ο φιλόσοφος δεν αποδέχεται κανένα συμβιβασμό. Θρησκεία και επιστήμη είναι ασυμφιλίωτοι εχθροί. Η επίθεση της επιστήμης κατά των θεολογικών δογμάτων ανάγκασε τη θεολογία να υποχωρήσει. Κοπερνίκειος αστρονομία, νευτώνειος φυσική, γεωλογία, θεωρία της εξέλιξης, ιατρική, επιστημονική ψυχολογία είναι οι παράγοντες που υπέσκαψαν και γελοιοποίησαν όλα τα θεολογικά δόγματα. Πάντως η ίδια η θρησκεία, από τη σύγκρουση της με την επιστήμη, αναγκάστηκε να αλλάξει και να γίνει ηθικότερη, πνευματικότερη και λιγότερο δογματική. Αυτά τα γράφει ο συγγραφέας στο δοκίμιό του «Επιστήμη και Θρησκεία», γραμμένο το 1930. Αν μπορούσε σήμερα να δει το φαινόμενο της επιστροφής των δεισιδαιμονιών και την αμφισβήτηση της επιστήμης, στο όνομα των αρνητικών της επιδράσεων, θα θλιβόταν μεν, αλλά, πρωτίστως, θα αναλάμβανε δράση για να αποκαταστήσει το κύρος της επιστήμης από τη μια, και την αυτονομία του ανθρώπου, από την άλλη. Αλήθεια, μήπως η σύγκρουση με ό,τι περιορίζει την ανθρωπιά του ανθρώπου δεν είναι και ο διαχρονικός ρόλος κάθε διανοούμενου που σέβεται τον εαυτό του;
Το πιο δυνατό σημείο της κριτικής του Ράσελ είναι η αμφισβήτηση της κυρίαρχης θέσης που κατέχουν στο σώμα της θεολογικής αντίληψης οι έννοιες της ηθικής και της αμαρτίας. Αντίθετα από τη διαδεδομένη άποψη πως η θρησκεία προάγει την ηθική, ο συγγραφέας υποστηρίζει πως γίνεται ακριβώς το αντίθετο. Αυτό που χαρακτηρίζει την εκκλησιαστική αντίληψη περί ηθικής είναι το μίσος της κατά της ανθρώπινης ευτυχίας. Η εκκλησιαστική και θεολογική ηθική είναι ένα κοντόφθαλμο σύνολο κανόνων διαγωγής, που το μόνο που δεν τους ενδιαφέρει είναι η ευτυχία των ανθρώπων. Οσοι υποστηρίζουν πως χωρίς τη θρησκεία το κακό θα κυριαρχούσε στον κόσμο, είναι οι ίδιοι κακής φύσης άνθρωποι.
Από την άλλη, ο ενοφθαλμισμός των ανθρώπων με την αντίληψη πως είναι αμαρτωλοί έχει ως σκοπό και αποτέλεσμα τον πνευματικό και ηθικό ευνουχισμό τους. Συμφωνούμε απόλυτα με το συγγραφέα πως ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου και της αυτονομίας του είναι η καλλιεργημένη αίσθηση της αμαρτίας. Ο άνθρωπος που αισθάνεται αμαρτωλός και περιμένει διά της μετάνοιας να σωθεί είναι ένας απόλυτα εγωκεντρικός άνθρωπος.
Το κύριο μήνυμα των απόψεων του Ράσελ είναι πως, ανεξάρτητα από την απάντηση στο ερώτημα περί της ύπαρξης ή μη του Θεού, η θρησκεία αποτελεί μια συντηρητική στάση έναντι κάθε νέας ιδέας και νέων θεσμών. Ο θρησκευτικός διαχωρισμός ψυχής και σώματος συνεπάγεται το διαχωρισμό κοινωνικής δράσης και ηθικής δράσης. Οταν οι πολίτες, υποστηρίζει ο συγγραφέας, αισθάνονται πως δεν μπορούν να επηρεάσουν τα πολιτικά δρώμενα, τότε τον αγώνα για το κοινό αγαθό αντικαθιστά ο στόχος του «καλού». Η ηθικολογία αντικαθιστά την πολιτική και κοινωνική δράση. Πολύ επίκαιρες σκέψεις, κατάλληλες να περιγράψουν το σημερινό ελληνικό πολιτικό και κομματικό σύστημα (τo πλήρες κείμενο >>>>).
(του Από τη Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας)
(Ευρύτερη παρουσίαση του Bertrand Russell υπάρχει εδώ)