Σύμφωνα με το BBC, η Γενική Σύνοδος της Αγγλικανικής Εκκλησίας ενέκρινε την έκδοση απόφασης με την οποία ζητάει συγγνώμη από τους απογόνους των θυμάτων του δουλεμπορίου, αναγνωρίζοντας ότι η Εκκλησία «βρισκόταν στο κέντρο του δουλεμπορίου». Η απόφαση υποστηρίχθηκε από τους Αρχιεπισκόπους του Καντέρμπουρυ και της Υόρκης, ο πρώτος των οποίων Δρ. Williams είπε ότι η συγγνώμη αυτή είναι «απαραίτητη».
Στη συνεδρίαση αναγνωρίστηκε επίσης η συμμετοχή στο δουλεμπόριο της «Εταιρείας για τη Διάδοση του Ευαγγέλιου σε Ξένα Μέρη», η οποία ήταν ιδιοκτήτης της Φυτείας Codrington στα νησιά Μπαρμπάντος, όπου οι δούλοι είχαν χαραγμένη στις πλάτες τους με καυτό σίδηρο τη λέξη «Εταιρεία». Επίσης τονίστηκε πως, όταν πραγματοποιήθηκε η χειραφέτηση των δούλων το 1833, δεν πληρώθηκε αποζημίωση στους ίδιους αλλά στους ιδιοκτήτες τους. Ο δε επίσκοπος του Έξετερ και τρεις συνάδελφοί του πληρώθηκαν περίπου 13.000 λίρες ως αποζημίωση για 665 σκλάβους.
Η Σύνοδος αναγνώρισε τις «αποκτηνωτικές και επαίσχυντες» συνέπειες της δουλείας. Ειπώθηκε: «Ήμαστε άμεσα υπεύθυνοι για ό,τι συνέβη. Από την άποψη της κληρονομιάς της ιστορίας μας, μπορούμε να πούμε ότι εμείς ήμασταν οι ιδιοκτήτες των δούλων, εμείς τους σημαδέψαμε με καυτό σίδερο, γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει πραγματικά να αναγνωρίσουμε την ιστορία μας και να εκφράσουμε μια συγγνώμη».
Στην ουσία, με την ίδια ιδεολογία και τις ίδιες αρχές που στήριξαν και προώθησαν τη δουλεία, προσπαθούν τώρα να αποστασιοποιηθούν οι Αγγλικανοί επίσκοποι από αυτή και από τα εγκλήματά των πνευματικών προγόνων τους. Ο λόγος είναι προφανής: προσπαθούν να προσεγγίσουν τον αυξανόμενο έγχρωμο πληθυσμό στη χώρα. Εγώ αναρωτιέμαι όμως, μια και η αναγνώριση των εγκλημάτων έχει μόνο ακαδημαϊκή σημασία πια και δεν ανασταίνει κανένα πεθαμένο, πότε είχαν δίκιο οι επίσκοποι, τότε που εκμεταλλεύονταν στους δούλους ή σήμερα που ζητάνε συγγνώμη; Τί εμποδίζει τους διαδόχους τους να ισχυριστούν σε 100-200 χρόνια ότι και τώρα, αρχές του 21ου αιώνα, έκαναν λάθος και έπρεπε να έχουν υποστηρίξει κάτι άλλο, εκείνο που θα είναι αποδεκτό στις δικές τους ημέρες;
Σωστά ισχυρίζονται, λοιπόν, στη Θεολογική Σχολή Αθηνών ότι «σκοπός της εκκλησίας είναι να προσαρμόζει το μήνυμά της στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής». Ό,τι απαιτεί η συγκυρία, δηλαδή, ό,τι θέλει ο λαός, κάτι σαν υποψήφιοι συνδικαλιστές! Αφού, όμως, η θρησκεία τους μπορεί να καλύψει τα πάντα, και το καλό και το κακό, ποια είναι η αξία της;
Στη συνεδρίαση αναγνωρίστηκε επίσης η συμμετοχή στο δουλεμπόριο της «Εταιρείας για τη Διάδοση του Ευαγγέλιου σε Ξένα Μέρη», η οποία ήταν ιδιοκτήτης της Φυτείας Codrington στα νησιά Μπαρμπάντος, όπου οι δούλοι είχαν χαραγμένη στις πλάτες τους με καυτό σίδηρο τη λέξη «Εταιρεία». Επίσης τονίστηκε πως, όταν πραγματοποιήθηκε η χειραφέτηση των δούλων το 1833, δεν πληρώθηκε αποζημίωση στους ίδιους αλλά στους ιδιοκτήτες τους. Ο δε επίσκοπος του Έξετερ και τρεις συνάδελφοί του πληρώθηκαν περίπου 13.000 λίρες ως αποζημίωση για 665 σκλάβους.
Η Σύνοδος αναγνώρισε τις «αποκτηνωτικές και επαίσχυντες» συνέπειες της δουλείας. Ειπώθηκε: «Ήμαστε άμεσα υπεύθυνοι για ό,τι συνέβη. Από την άποψη της κληρονομιάς της ιστορίας μας, μπορούμε να πούμε ότι εμείς ήμασταν οι ιδιοκτήτες των δούλων, εμείς τους σημαδέψαμε με καυτό σίδερο, γι’ αυτό πιστεύω ότι πρέπει πραγματικά να αναγνωρίσουμε την ιστορία μας και να εκφράσουμε μια συγγνώμη».
Στην ουσία, με την ίδια ιδεολογία και τις ίδιες αρχές που στήριξαν και προώθησαν τη δουλεία, προσπαθούν τώρα να αποστασιοποιηθούν οι Αγγλικανοί επίσκοποι από αυτή και από τα εγκλήματά των πνευματικών προγόνων τους. Ο λόγος είναι προφανής: προσπαθούν να προσεγγίσουν τον αυξανόμενο έγχρωμο πληθυσμό στη χώρα. Εγώ αναρωτιέμαι όμως, μια και η αναγνώριση των εγκλημάτων έχει μόνο ακαδημαϊκή σημασία πια και δεν ανασταίνει κανένα πεθαμένο, πότε είχαν δίκιο οι επίσκοποι, τότε που εκμεταλλεύονταν στους δούλους ή σήμερα που ζητάνε συγγνώμη; Τί εμποδίζει τους διαδόχους τους να ισχυριστούν σε 100-200 χρόνια ότι και τώρα, αρχές του 21ου αιώνα, έκαναν λάθος και έπρεπε να έχουν υποστηρίξει κάτι άλλο, εκείνο που θα είναι αποδεκτό στις δικές τους ημέρες;
Σωστά ισχυρίζονται, λοιπόν, στη Θεολογική Σχολή Αθηνών ότι «σκοπός της εκκλησίας είναι να προσαρμόζει το μήνυμά της στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής». Ό,τι απαιτεί η συγκυρία, δηλαδή, ό,τι θέλει ο λαός, κάτι σαν υποψήφιοι συνδικαλιστές! Αφού, όμως, η θρησκεία τους μπορεί να καλύψει τα πάντα, και το καλό και το κακό, ποια είναι η αξία της;
(βλέπε επίσης εδώ!)