19 March 2007

Οικειοποίηση ξένων έργων - στα γραπτά λέμε: λογοκλοπή

Το μουσικό σκάνδαλο της Τζόις Χάτο

Στην αρχή ήταν ένα ανθρώπινο δράμα, ύστερα έγινε απάτη. Μια ταλαντούχα πιανίστρια, που είχε καλή αν και όχι διάσημη καριέρα στη Βρετανία, αρρωσταίνει και αποτραβιέται σε μια μικρή πόλη. Εκεί, στα τελευταία χρόνια της ζωής της επιδίδεται σε ένα μοναδικό εγχείρημα· να ηχογραφήσει ολόκληρο το καθιερωμένο πιανιστικό ρεπερτόριο. Οι ηχογραφήσεις της αυτές, καμωμένες γύρω στα 70 της χρόνια, είναι καταπληκτικές, αποκαλύπτοντας μια εξαιρετική τεχνική, μια ασυνήθιστη ικανότητα να προσαρμόζεται σε διαφορετικά στυλ και ένα, πρωτοφανές σχεδόν, βάθος σύλληψης.

Γεννημένη το 1928, η Τζόις Χάτο ήταν κόρη ενός φιλόμουσου παλαιοπώλη στο Λονδίνο. Αργότερα, ισχυριζόταν πως είχε γνωρίσει τον Βον Ουίλιαμς, τον Μπέντζαμιν Μπρίτεν και τον Καρλ Ορφ, ότι μελέτησε Σοπέν κοντά στον Αλφρέ Κορτό και ότι άκουσε τις συμβουλές της Κλάρας Χάσκιλ. Εκανε και κάποιες ηχογραφήσεις από το 1950 ώς το 1970, κάποια του Μότσαρτ και το 2ο Κοντσέρτο για πιάνο του Ραχμάνινοφ, αλλά κυρίως ελαφρά κλασική μουσική, το Κοντσέρτο της Βαρσοβίας του Αντισελ κ.ά. παρόμοια. Το 1972, όταν η καριέρα της είχε αρχίσει να φθίνει, της διαγνώσθηκε καρκίνος. Αποσύρθηκε σε ένα χωριό κοντά στο Κέμπριτζ με τον σύζυγό της, χειριστή μηχανημάτων ηχοληψίας Ουίλιαμ Μπάρινγκτον Κουπ, έχοντας μαζί τους ένα παλιό πιάνο Σταϊνγουέι που λέγεται ότι είχε χρησιμοποιήσει ο ίδιος ο Ραχμάνινοφ, προπολεμικά στη Βρετανία.

Από εκεί αρχίζει μία από τις πιο αλλόκοτες και μυστηριώδεις ιστορίες στην πορεία της κλασικής μουσικής. Από το 1989 και μετά η Χάτο άρχισε να ηχογραφεί σε cd, για μια μικρή δισκογραφική εταιρεία που διηύθυνε ο σύζυγός της. Πρώτα Λιστ, ύστερα γύρισε στον Μπαχ, όλες τις σονάτες του Μότσαρτ και συνέχισε με ολόκληρο τον κύκλο από τις 32 σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν. Συνέχισε με Σούμπερτ, Σούμαν, Σοπέν και Λιστ. Επαιξε Μεσιάν και τις 9 σονάτες του Προκόφιεφ με απίστευτη δεξιοτεχνία. Συνολικά ηχογράφησε πάνω από 120 cd, ανάμεσά τους μερικά από τα δυσκολότερα έργα για πιάνο, παιγμένα με μεγάλη ορμή και ακρίβεια. Αλλαζε στυλ σαν χαμαιλέων. Επαιζε από τη μια Σούμπερτ και από την άλλη Προκόφιεφ σαν να ήταν διαφορετικό πρόσωπο σε διαφορετικό πιάνο.

Το 2006 στα 77 της χρόνια, τελικά υπέκυψε στον καρκίνο με τελευταία της ηχογράφηση τη Σονάτα του Αποχαιρετισμού του Μπετόβεν, από αναπηρικό καροτσάκι. Η «Γκάρντιαν» την αποκάλεσε «μία από τις μεγαλύτερες πιανίστριες που έβγαλε ποτέ η Βρετανία». Αποχαιρετισμός, αναπηρικό καροτσάκι, εικόνα ταιριαστή με την ιδέα του αδάμαστου πνεύματος και μιας χαριτωμένης προσωπικότητας, όπως προέκυπτε από τις έντυπες και ραδιοφωνικές συνεντεύξεις της. Και με συναίσθηση της αποστολής της, του μουσικού ερμηνευτή γενικά, όπως είπε στην «Μπόστον Γκλόουμπ» έναν χρόνο πριν από τον θάνατό της. «Καθήκον μας είναι να μεταδίδουμε το πνευματικό περιεχόμενο της ζωής, όπως αυτό εκφράζεται στη μουσική. Εμείς δεν είμαστε τίποτα, αλλά αυτό που μεταδίδουμε». Αυτό το «εμείς» όμως είναι το πρόβλημα. Ενας κριτικός του έγκυρου βρετανικού μουσικού περιοδικού «Γκράμοφον» έβαλε ένα από τα cd της Χάτο με τις «Υπερβατικές σπουδές» του Λιστ, στο κομπιούτερ του όπου η μουσική βιβλιοθήκη ήταν συνδεδεμένη με έναν κατάλογο 4 εκατομμυρίων cd. Τούτο, εντόπισε και αναγνώρισε αμέσως την ηχογράφηση, όχι όμως ως έργο της Χάτο αλλά του Ούγγρου βιρτουόζου Λάσλο Σίμον.

Περαιτέρω έρευνες από επαγγελματίες μηχανικούς ηχογραφήσεων αλλά και θερμούς φιλόμουσους και γνώστες της ηχογραφημένης φιλολογίας του πιάνου σε ολόκληρο τον κόσμο, απέδειξαν ότι όλο το έργο της Χάτο από το 1989 και μετά ήταν απλώς κλεμμένο από cd άλλων πιανιστών. Ούτε ένα cd του συνόλου δεν είναι δικό της. Πρόκειται για σκάνδαλο δίχως προηγούμενο στα χρονικά της κλασικής μουσικής.

Οι αληθινοί δημιουργοί

Στόχος της Χάτον ήταν μη διάσημοι μουσικοί που, όμως επί τη βάσει των κριτικών που αυτή έλαβε παρουσιάζοντας τις ηχογραφήσεις τους ως δικές της θα έπρεπε να είναι διάσημοι. Οι Μαζούρκες της του Σοπέν είναι του Οϊγκεν Ιντγικ, οι Σπουδές Γκοντόφσκι - Σοπέν (εξαιρετικά δύσκολο έργο) είναι του Ιταλού πιανίστα Κάρλο Γκράντε και του Μαρκ Αντρέ Αμλέν, ο Μεσιάν της του Πολ Σ. Κιμ, οι σπουδές του Σοπέν του Γιούκι Ματσουζάβα, οι Παραλλαγές Γκόλντμπεργκ του Μπαχ, εν μέρει τουλάχιστον της Τσεν Πι Χσιέν. Τα άπαντα για πιάνο του Ραβέλ, του Ρότζερ Μουράρο, τα πρελούδια του Ραχμάνινοφ του αποδημήσαντος Τζον Μπράουνινγκ. Και οι αποκαλύψεις συνεχίζονται.

Πιο σκανδαλώδη είναι τα κοντσέρτα. Λέγεται ότι εκεί συνοδεύεται από μια Εθνική Φιλαρμονική Συμφωνική Ορχήστρα, την οποία διευθύνει πάντα ένας Ρενέ Κότλερ. Ο σύζυγος της Χάτο Ουίλιαμ Μπάρινγκτον Κουπ είπε πέρυσι σε ένα Αυστραλό δημοσιογράφο ότι πρόκειται για ορχήστρα αποτελούμενη από Πολωνούς μετανάστες που ηχογράφησαν στο Λονδίνο για μια εταιρεία που αρνήθηκε να αποκαλύψει. Κανείς δεν βρήκε ίχνος αυτού του μαέστρου Ρενέ Κότλερ, εκτός των ηχογραφήσεων της Χάτο ούτε και κανένα μέλος της ιδιότυπης αυτής ορχήστρας εμφανίσθηκε για να επιβεβαιώσει τους ισχυρισμούς του συζύγου.

Σε μια ενθουσιαστική κριτική του για το Τρίτο Κοντσέρτο του Ραχμάνινοφ από τη Χάτο, ένας κριτικός το σύγκρινε με ηχογραφήσεις του Μπάιρον Τζάνις και της Μάρθας Αργκεριχ, επισημαίνοντας και την εξαιρετική συνοδεία της ορχήστρας «μη έχοντας σημασία ποιοι είναι μιας και το παίξιμό τους έχει συνοχή και πάθος».

Εχει σημασία γιατί όπως αποδείχθηκε, πρόκειται για την πασίγνωστη Φιλαρμόνια του Λονδίνου υπό τη διεύθυνση του Εσα Πέκα Σαλόνεν. Η σύγκριση με την Αργκεριχ και τον Τζάνις δεν είναι μακράν της αλήθειας, μια και πιανίστας είναι ο αξιοθαύματος Γιέφιμ Μπρόνφμαν. Η ηχογράφηση της Χάτο με το Δεύτερο Κοντσέρτο του Μπραμς στην πραγματικότητα είναι του Βλάντιμιρ Ασκενάζι με τη Φιλαρμονική της Βιέννης υπό τον Μπέρναρντ Χάιτινγκ. Η Χάτο δεν είναι πλαστογράφος. Θα ήταν αν πουλούσε στον κόσμο μια δική της ηχογράφηση της Χαμερκλαβίερ του Μπετόβεν (σονάτα έργο 106) ως χαμένη ηχογράφηση του Αρτουρ Ρουμπινστάιν. Είναι, όμως, εργοκλόπος. Εκλεψε άλλων πιανιστών το έργο από ηχογραφημένα cd και, με ελάχιστες ηλεκτρονικής φύσεως αλλαγές, το πούλαγε για δικό της. Μπορεί οι κριτικοί να εξαπατήθηκαν, οι κρίσεις τους όμως δεν ήταν λαθεμένες, γιατί οι κατά κανόνα νέοι καλλιτέχνες, των οποίων το έργο υπεξαίρεσε, έχουν αληθινό ταλέντο. Το παίξιμό τους είναι υπέροχο.

Πώς να κρίνουμε

Η κριτική είναι πολύπλοκη υπόθεση. Προσωπικά είμαι σίγουρος ότι υπάρχει μια αληθινή, αντικειμενική σοφία στις ύστερες ηχογραφήσεις του Ρουμπινστάιν. Αυτή η δική του συγκεκριμένη ιδιότητα ενυπάρχει και στη μουσική και δεν συνάγεται υποκειμενικά βλέποντας τις ρυτίδες στο γέρικο πρόσωπό του - για λόγους δηλαδή έξω από τη μουσική την ίδια. Αλλά το σκάνδαλο Χάτο μας δείχνει ότι εξωμουσικοί λόγοι μπορεί να επηρεάσουν την κρίση μας - η ιστορία της ζωής της εν προκειμένω.

Η ωφέλεια των νέων

Υπάρχει ένα μάθημα σε όλα αυτά και είναι σπουδαίο· ότι υπάρχουν στην αφάνεια πολλοί εξαιρετικοί νέοι μουσικοί που δεν τους ξέρουμε. Εάν δεν υπήρχε η Χάτο, πώς θα μαθαίναμε γι' αυτές τις δυνατές σονάτες του Προκόφιεφ; Τόσο συγκινήθηκα από τον Σούμπερτ της Χάτο, ώστε αμέσως θα παραγγείλω το σωστό cd, όταν μάθω ποιανού είναι. Γι' αυτόν και για άλλους όμως σαν και αυτόν, κάτι καλό θα βγει από όλη αυτή την ιστορία.

(International Herald Tribune, Καθημερινή, 16/3/2007, ο Ντένις Ντάτον διδάσκει αισθητική στο Πανεπιστήμιο Καντέρμπουρι της Νέας Ζηλανδίας. Το βιβλίο του The Art Instinct (Το καλλιτεχνικό ένστικτο) θα δημοσιευθεί στο τέλος του έτους.)

Βλέπε επίσης: http://www.pristineclassical.com/HattoHoax.html#, http://www.andrys.com/hatto.html