Γιώργος Βέλτσος
(της Αννας Γριμάνη, περιοδικό Κ, Καθημερινή)
Η ελληνικότητα είναι αίσθημα ή συνείδηση;
Είναι απερίφραστα ένα ιδεολόγημα που εκλείει ένα είδος ιδεοληπτικής νεύρωσης, πολλαπλώς κερδοφόρου σε χρήμα (μεταφράσεις), σε είδος (δωράκια) και σε αξιώματα (Ακαδημία Αθηνών). Είναι, επιπλέον, η αντανάκλαση που παρέχει την προβολή της ανάδελφης ολότητάς μας στον ίδιο τον στερημένο μας εαυτό. Τέλος είναι μια ομιλούσα φαντασίωση που οι επιτήδειοι την μετέτρεψαν σε καθομιλουμένη. Δείτε, παρακαλώ, πώς απαντούν οι ιδεοληπτικοί που υποκαθιστούν με μια συμβολική διαμεσολάβηση, μια φαντασιακή υπεραφθονία μέσα στην οποία εισάγουν διαστρεβλωμένη την Ελλάδα, υπό μορφήν πευκοβελόνας. Αμφιβάλλω εάν πρόκειται για γνώση της πατρίδας (πατριδογνωσία) ή για άγνοια που εξισώνει ένα τραγούδι του Μίμη Τραϊφόρου («Λίγα πεύκα, λίγα μάρμαρα λευκά») με ένα τραγούδι του Σούμπερτ. Καταλήγω: η δυσκολία για τους Ελληνες (και η ευκολία) να προσεγγίσουμε την «ελληνικότητα» έγκειται, παραδόξως, στο ότι τοποθετείται ακριβώς στο επίπεδο της κατανόησης. Αυτό όμως συμβαίνει και με την παράνοια.
Τι πιο μικρό ελληνικό αγάπησα.
Ένα μυγόχεσμα στο βορινό παραθύρι στο «χωριό» του πάππου μου. Στο παιδικό μου μυαλό, φάνταζε -contre lumiere- σαν ο γεωφυσικός χάρτης της Ελλάδας.
Η υπέροχη εκδοχή του Ελληνα.
Του Λαζόπουλου στα DVD του Αλ Τσαντίρι που μοιράζει η Γιάννα στον «Ελεύθερο Τύπο». Του Θανάση Βαλτινού στην Ακαδημία Αθηνών.
Αυτό που με χαλάει.
Ότι αναγκάζομαι να απαντήσω ειρωνικά στις ερωτήσεις σας, ενώ θα έπρεπε να σωπάσω. Αλλά να που για άλλη μια φορά, προκειμένου οι ενστάσεις μου να είναι κοινωνήσιμες, επικαλούμαι τον Νίτσε για την περίπτωση «εκείνου του θεού που όταν θέλησε να γίνει μοναδικός θεός, οι άλλοι θεοί πέθαναν από τα γέλια»...
Προσόν ή μειονέκτημα να είσαι Ελληνας σήμερα;
Την ερώτηση έχει απαντήσει ο κύριος Νίκος Δήμου («Η δυστυχία τού να είσαι Ελληνας»).
Παράγει πολιτισμό ο Ελληνας ή παραμένει προσκολλημένος σε μια ρητορική ελληνικότητα;
Ο τελευταίος Ελληνας που «παρήγαγε» (αλλά γιατί αυτό το ρήμα;) πολιτισμό είναι ο Γιάννης Μόραλης. Εδώ και 30 χρόνια, εις πείσμα του κατεστημένου ελληνοκεντρισμού, προάγει έναν ελληνικό μοντερνισμό πέραν της ελληνικότητας.
Με ποια ταυτότητα οι Ελληνες περιέρχονται στον σύγχρονο κόσμο;
Με την παλαιά ταυτότητα: αυτή στην οποία αναγραφόταν υποχρεωτικά το θρήσκευμα.
Το ελληνικό μου «γιατί» κι ένα «πρέπει» που πέταξα.
Γιατί δεν είμαστε περισσότερο Ελληνες, δηλαδή, όπως σημειώνει ο Νίτσε, «επιπόλαιοι από βάθος»; Το πρέπει που δεν μπορώ να πετάξω είναι ότι οφείλω να είμαι Ελληνας απέναντι στη γλώσσα μου, που δεν τη μιλώ, αλλά με μιλάει.
Ο Ελληνας ποιητής μου.
Απαντώ, επαναλαμβάνοντας αυτό που είπε ο Αντρέ Ζιντ, όταν ερωτήθηκε ποιος είναι ο μεγαλύτερος Γάλλος ποιητής: «Helas, Victor Hugo» (δυστυχώς, ο Βίκτωρ Ουγκώ). Επιτρέψτε μου, λοιπόν, την παραλλαγή «Ελλάς, ο Γιώργος Σεφέρης». Αντίθετα με τους τρεις μεγάλους ποιητές μας που δεν ήξεραν Ελληνικά, ο τετραπέρατος αυτός Σμυρνιός γνώρισε τη γλώσσα του και την ποίησή του μέσα από τον Λαφόργκ, τον Βαλερύ και τον Τ. Σ. Ελιοτ.
Η αδιαπραγμάτευτη ελληνική αλήθεια μου.
Η λήθη. Κανείς εδώ δεν παραμένει για πολύ φίλος ή εχθρός με κανέναν.
Η οδός των Ελλήνων στον παγκόσμιο χάρτη - ορίστε την.
Η Βάρης - Βουλιαγμένης στα Βλάχικα. Η Εθνική στον Μαλιακό με τις εκατόμβες προ των μνημείων του Λεωνίδα και του Αθανασίου Διάκου.
* Ο Γιώργος Βέλτσος είναι καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και η τελευταία ποιητική συλλογή του «ΗΣΥΧΙΑ» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ινδικτος.