20 May 2007

Βιβλία, βιβλία


Το κείμενο που ακολουθεί αφορά σε ένα βιβλίο που παρουσιάστηκε στο περιοδικό Spiegel και στην εφημερίδα το ΒΗΜΑ και κυκλοφορεί ήδη στα ελληνικά:
Gisela Heidenreich: Τα παιδιά του Χίτλερ, Η ατέλειωτη χρονιά, Εκδ. Αλκυών, Αθήνα 2007. Αποτελεί δε συνέχεια των αμέσως προηγούμενων κειμένων αυτού του blog, αφού το λεγόμενο «πρόγραμμα ευγονικής» του ναζιστικού καθεστώτος αποτελεί ακόμα μία διαστροφή της επιστήμης και αποδεδειγμένη περιφρόνηση κάθε σεβασμού στην ανθρώπινη υπόσταση.

Γκίζελα Χάιντενραϊχ: Το πρόγραμμα ευγονικής του Χίτλερ


«Οποιος δεν θυμάται το παρελθόν είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει» διαβάζουμε την επιταγή του ισπανού φιλοσόφου Santayana στην προμετωπίδα του βιβλίου. Το παρελθόν της Γκίζελα όμως ήταν γεμάτο σκοτεινά σημεία. Κατ' αρχάς, δεν είχε καν πιστοποιητικό γέννησης από το Ληξιαρχείο του Οσλο το 1943. Για πρώτη φορά στο νηπιαγωγείο παρουσίασε ένα κιτρινισμένο χαρτάκι που έγραφε Πιστοποιητικό του Υπαλλήλου του Ληξιαρχείου L της οδού Χέρτζογκ-Μαξ αριθμ. 7 του Μονάχου που είχε εκδοθεί το 1945. Εκεί σταματούσαν για τους άλλους οι ερωτήσεις. Ολοι καταλάβαιναν κάτι ή κανένας δεν ήξερε τι σημαίνει ακριβώς αυτό το «L»; Η Γκίζελα ήθελε πια να μάθει: το «Lebensborn e.V.» είχε ιδρυθεί το 1935 βάσει σχεδίου. «Με την έναρξη του πολέμου εκατοντάδες άνθρωποι θα χάνονταν... Τι καλύτερο λοιπόν από το να αυξήσουν την παραγωγή για να περιορίσουν τη χασούρα;»

Η μυστικότητα ήταν προϋπόθεση της επιτυχίας για όλους. «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, κάθε που τη ρωτούσα πώς έγινε και γεννήθηκα στο Όσλο, απαντούσε στερεότυπα: "Επειδή έτυχε να βρίσκομαι εκεί για υπηρεσιακούς λόγους"». Στο σχολείο η γερμανική ιστορία σταματούσε το 1933 και ξανάρχιζε μετά τον πόλεμο και δεν υπήρχε καθόλου το κεφάλαιο «Νορβηγία». Αυτό που εμπόδιζε την ίδια να ψάξει το θέμα παραπέρα ήταν ένα είδος εσωτερικής αντίστασης. Όλοι την απομόνωναν επειδή είχε γεννηθεί στο Όσλο.

Έπρεπε να κάνει αυτό το ταξίδι τώρα για να μάθει ότι με άκρως απόρρητη διαταγή του ο Φύρερ είχε αποφασίσει ήδη από την 1η Μαρτίου 1940 να καταλάβει τη Δανία και τη Νορβηγία. Με τον τρόπο αυτόν υπολόγιζαν πως θα «"εκβορειοποιούσαν" τον δικό τους λαό». Και η Γκίζελα θα ανακάλυπτε τώρα τι είχε συμβεί τη χρονιά που γεννήθηκε, την τρίτη χρονιά της κατοχής, την «ατέλειωτη χρονιά» στον τίτλο του βιβλίου της. «Πολλοί πέθαναν από την πείνα και το κρύο, πολλοί συνελήφθησαν και δολοφονήθηκαν». Στην ίδια χώρα τουλάχιστον 9.000 παιδιά γεννήθηκαν από το 1941 ως το τέλος του πολέμου μόνο στα μαιευτήρια του προγράμματος Lebensborn του Όσλο.


Το «σκατό των Ες Ες»


Η Γκίζελα άκουγε για χρόνια μετά τον πόλεμο να την αποκαλούν «το σκατό των Ες Ες». Δεν ήξερε καν τι σημαίνει αυτό. Υπέθετε ότι ο πατέρας της είχε δουλειά που σχετιζόταν με τους βόθρους. Ότι ήταν «αγνοούμενος» πάλι δεν ήταν επαρκής εξήγηση για να μην ξέρει το όνομά του. Στην ερώτηση «όνομα πατρός;» στο σχολείο όλοι θα την κοιτούσαν περίεργα. Ο πατέρας της τελικά ήταν ανώτερο στέλεχος των Ες Ες, είχε σφραγίσει τις εξελίξεις, και φυσικά είχε προχωρήσει στην παραγωγή και άλλων παιδιών στη γερμανική επικράτεια.


Όλα άρχισαν το 1933 με την ίδρυση της πρώτης «Σχολής Αξιωματικών» του Χίτλερ στη λουτρόπολη του Τελτς (Bad Toelz), όπου ζούσε η οικογένεια της μητέρας της. Αρχικά οι κάτοικοι αντέδρασαν στην εμφάνιση ενός στρατοπέδου καταμεσής του τουριστικού οικισμού τους, αλλά σύντομα υπερίσχυσε το όραμα του Χίμλερ για τον ιδανικό τύπο των Ες Ες με τα ιδιαίτερα σωματικά προσόντα και καταγωγή άριας φυλής από το 1750, συνδυασμός που δεν υπήρχε παρά μόνο στα όνειρά του. «Για να βρεθεί ο ξανθός, γαλανομάτης, βόρειος αριστοκράτης έπρεπε πρώτα να γεννηθεί». Εξ ου και η επείγουσα ανάγκη κατάκτησης της Νορβηγίας και της Δανίας, με την εντατική τεκνοποίηση εκεί, για να ξεκινήσει έτσι «η Γερμανία των λαών». Η μητέρα της είχε απλώς κάνει αίτηση για τη θέση της γραμματέως στη στρατιωτική σχολή. Ακολούθως επιλέχθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας «η "καλύτερη" με τον "καλύτερο"».


Χώρισαν αδέλφια


Η αποκάλυψη που θα συγκλόνιζε την Γκίζελα όμως ήρθε από αλλού. Εκτυλίχθηκε σε ένα μικρό χωριό της Νορμανδίας, στο πλαίσιο του ίδιου ταξιδιού αυτογνωσίας. Εκεί οι Γάλλοι γιόρταζαν την απελευθέρωσή τους από τη γερμανική κατοχή, οπότε ένας άγνωστος κύριος ονόματι Μόζερ θέλησε να αποκαλύψει στις δύο γυναίκες τη δική του ιστορία: μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατά του Χίτλερ, τον Ιούλιο του 1944, πήραν από το σπίτι τα παιδιά όσων θεωρούνταν ύποπτοι για την απόπειρα και «από μίσος για τους γονείς τους, και για να τους τιμωρήσουν όσο πιο σκληρά γίνονταν, σκόρπισαν τα παιδιά αυτά σε όλο το Ράιχ και τα έδωσαν για υιοθεσία». Χώρισαν αδέλφια για να ξεκληριστούν οι οικογένειές τους.

Ο συγκεκριμένος άνθρωπος θυμόταν πώς τους μετέφεραν από το ένα μέρος στο άλλο, πώς τους μάθαιναν διαρκώς καινούργια ονόματα, για να υποχρεωθούν να "ξεχάσουν" τα προηγούμενα με την απειλή της τιμωρίας». Ο ίδιος θυμόταν ότι οι καινούργιοι γονείς του είχαν προσπαθήσει να σβήσουν τις αναμνήσεις του και τελικά του απαγόρευσαν να μιλάει γι' αυτές. Προσπάθησαν να τον πείσουν πως ήταν δικό τους παιδί και πως είτε είχε «ονειρευτεί» είτε είχε «κατασκευάσει» όλες τις ιστορίες που βρίσκονταν στο μυαλό του. Και για απόδειξη του έδειχναν κάθε φορά την αυστριακή ληξιαρχική πράξη γέννησής του: «Όλα αυτά τα σκαρώνει η φαντασία σου!» του έλεγαν.

Οι καινούργιοι γονείς


Μα το ίδιο άκουγε όλα αυτά τα χρόνια και η Γκίζελα. Και θα έπαιρνε όρκο τώρα πως η «θεία Τόνι» που είχε συνοδεύσει τον Μόζερ στους καινούργιους γονείς του ήταν το ίδιο και το αυτό πρόσωπο με τη μητέρα της. Και οι αναμνήσεις του ήταν σωστές. Δεν ήταν τόσο η ιστορική πραγματικότητα που απειλούσε να τη συντρίψει αλλά μια άλλη αποκάλυψη: «Η μητέρα μου πρέπει να μου είχε πει πολύ περισσότερα ψέματα από όσα υπολόγιζα». Ίσως δεν ήταν τελικά μητέρα της. «Να την τώρα ξανά αυτή η φρικτή αίσθηση πως τίποτα δεν ισχύει, πως σε τίποτα δεν μπορείς να στηριχθείς, μια παράξενη αίσθηση κενού στο κεφάλι. Ο άνθρωπος μπορεί να τρελαθεί όχι μόνο με τα ψέματα αλλά και με την αλήθεια όταν του τη δίνουν σε δόσεις. Δεν θα άφηνα να περάσει έτσι αυτό. Μου ερχόταν ν' αρχίσω τις βλασφημίες, έτσι έξω φρενών που ήμουν. Δεν είχε νόημα όμως. Καθώς ανάσαινα βαθιά για να ηρεμήσω, την είδα να με κοιτά κουνώντας το κεφάλι: "Δημιουργείς και πάλι προβλήματα! Ειλικρινά, μερικές φορές δεν σε καταλαβαίνω καθόλου"»

Η Γκίζελα είχε πάρει την απόφαση να μην πει ποτέ ψέματα στα παιδιά της. Κάποια στιγμή ξέσπασε σε λυγμούς μπροστά στον γιο της: «Τι έχεις, μανούλα; Γιατί κλαις;». Και εκείνη απάντησε: «Δεν έχω τίποτα. Μιλούσα στο τηλέφωνο με έναν πελάτη που μου αφηγήθηκε την άσχημη παιδική ζωή του και με συγκίνησε πάρα πολύ. Ξέρετε δα πόσο ευαίσθητη είναι η μητέρα σας!» Δεν μπορούσε να πει την αλήθεια.


(Μαίρη Παπαγιαννίδου, ΒΗΜΑ, 20/05/2007)