του καθηγητή Δρ. Αντώνη Καμμά
«Το επίσημο Βυζαντινό Κράτος ουδέποτε συνθηκολόγησε. Πολέμησε μέχρι την τελευταία στιγμή. Αν υπήρξε, και είναι πολύ πιθανόν ότι υπήρξε, προδοσία, αυτή έγινε από τον Λουκά Νοταρά και τους ανθενωτικούς για να σώσουν τα αξιώματα, τις περιουσίες και τις ζωές τους»
(συνέχεια από προηγούμενο)
Ο Γ. Κορδάτος έχει βέβαια διαφορετική γνώμη («Μα δεν είναι μόνο ο Νοταράς, που δεν έπαθε τίποτε. Και πολλοί άλλοι ευγενείς έμειναν απείραχτοι»). Πουθενά όμως, στο ογκώδες έργο του δεν ονοματίζει αυτούς τους ευγενείς και, γενικά, δεν τεκμηριώνει αυτή του την άποψη.
Αν λοιπόν υπήρξε, (και φαίνεται ότι μάλλον υπήρξε), κάποια συμφωνία με τον σουλτάνο, αυτή δεν μπορούσε να είχε γίνει από άλλο εκτός από το Νοταρά και, κατά συνέπεια, η σημασία της πάνω στο μεγάλο ιστορικό ερώτημα του αν η Πόλη πάρθηκε με το σπαθί ή την συνθηκολόγηση, είναι εντελώς σχετική.
Και αυτό γιατί η εξουσία, μέσα στα τείχη της Πόλης, ουδέποτε πέρασε στον Νοταρά και τους ανθενωτικούς. Ίσως μάλιστα η συμφωνία αυτή, που σκίαζε κάπως την εικόνα του ΠΟΡΘΗΤΗ, να ήταν αυτό ακριβώς που οδήγησε τον Μωάμεθ στην απόφαση, λίγες μέρες αργότερα να εκτελέσει αυτόν που προόριζε για Διοικητή της Πόλης («Τον δε γε Νοταράν και της πόλεως επιστάτην εσκόπει καταστήσαι και του ξυνοικισμού ταύτης κύριον» ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ).
Λίγους μήνες αργότερα ο Μωάμεθ ζήτησε και βρήκε τελικά τον Γεννάδιο Σχολάριο κοντά στην Ανδριανούπολη, φιλοξενούμενο και όχι αιχμάλωτο, όπως τον θέλει ο Καρολίδης («...φυλαττόμενον, εν πολλή δε θεραπεία τυγχάνοντα...» ΚΡΙΤΟΒΟΥΛΟΣ) σε κάποιον Τούρκο άρχοντα.
Κάνοντας τον Γεννάδιο Πατριάρχη (την άνοιξη του 1454) και δίδοντάς του μεγάλα Προνόμια, ο Μωάμεθ δημιουργούσε όλες τις προϋποθέσεις να εδραιωθεί η κυριαρχία του στο Βυζάντιο απέναντι σε κάθε αντίθετη προτροπή ή ενέργεια των Λατίνων. Στα τριάντα επτά χρόνια που βασίλευσε ακόμα, μετά την Άλωση, σταθεροποίησε την Αυτοκρατορία του προσαρτώντας σ’ αυτήν την Αλβανία, την Τραπεζούντα, την Εύβοια και μεγάλο μέρος της κυρίως Ελλάδας.
Στις αρχές του 20ου αιώνα το θέμα της πιθανής συνθήκης ανάμεσα στους ανθενωτικούς και τον Σουλτάνο επανήλθε στο προσκήνιο μετά από μελέτες και έρευνες του Ι. Χότζη. Βαθύς μελετητής της Ιστορίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Ι. Χότζης κατέληξε στο συμπέρασμα, μελετώντας άγνωστες σε μας πηγές από τα αρχεία του Οθωμανικού Κράτους, ότι μέρος της Πόλης παραδόθηκε δια «συμβάσεως μεταξύ αρχηγών τινών του πολιορκητικού στρατού και της εν Κωνσταντινουπόλει θρησκευτικής μερίδος των ανθενωτικών, των αποκηρυσσόντων δηλονότι την εν Φλωρεντία γενομένην τω 1439 ένωσιν των Εκκλησιών, ων κυριώτατος αρχηγός ήτο ο Γεννάδιος Σχολάριος».
Γραπτά κείμενα του Ι. Χότζη ουδέποτε υπήρξαν. Όλα όσα επίστευε έφθασαν σε μας μόνο από τις προσωπικές επαφές του με τον Π. Καρολίδη και τον καθηγητή Π. Βιζουκίδη. Ίσως το δημόσιο αξίωμα που κατείχε (ήταν σύμβουλος Επικρατείας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) να τον εμπόδιζε να κάνει οποιαδήποτε επίσημη ανακοίνωση πάνω σε τέτοια θέματα.
Έτσι μαθαίνουμε, έμμεσα, ότι ο Ι. Χότζης πίστευε ακράδαντα ότι η Πόλη δεν αλώθηκε από τους Τούρκους, όπως μας περιγράφουν οι σύγχρονοι της Άλωσης συγγραφείς, αλλά παραδόθηκε από τους ανθενωτικούς.
Σ’ αυτή ακριβώς την παράδοση εντάσσεται, κατά τον Ι. Χότζη το άνοιγμα της Κερκόπορτας, το σημάδεμα των σπιτιών των ανθενωτικών από τους ενοίκους των για ν’ αναγνωρισθούν από τους Τούρκους και να μη συλληφθούν και, τέλος, ο διωγμός και οι σφαγές των μισών περίπου κατοίκων της Πόλης.
Αυτό ακριβώς εξηγεί και την τόσο διαδεδομένη άποψη ότι η μισή Πόλη πάρθηκε με το σπαθί και η μισή με συνθηκολόγηση. Η έννοια του μισού δεν είναι, δεν μπορεί να είναι τοπογραφική αλλά διευκρινίζει την μη καθολική (μερική) αντίσταση στον εισβολέα.
Ο Γ. Κορδάτος, αξιολογώντας περισσότερο από τις άλλες πηγές τον Μολδοβλάχο Δημήτρη Καντεμίρ διαφωνεί και με τον Ι. Χότζη ως προς την συμμετοχή ή όχι του Παλαιολόγου σ’ αυτή την συνθηκολόγηση: «Απέναντι από κάθε Νοταρά υπήρξαν πάντα πολύ περισσότεροι Παλαιολόγοι»
Έτσι καταλήγουμε σήμερα να μην έχουμε παρά μόνο τον Καντεμίρ (μια που η διήγηση του Ε. Τσελεμπή φαίνεται καθαρό μυθιστόρημα όσον αφορά την συνθήκη φιλίας του Παλαιολόγου με τον Μωάμεθ) που να υποστηρίζει ότι υπάρχει συνυπευθυνότητα του Βυζαντινού Βασιλιά.
Κατ’ αυτό τον τρόπο η άποψη του Κορδάτου έρχεται σε άμεση αντίθεση όχι μόνο με τις παλιές γραφές (Φραντζής, Δούκας, Κριτόβουλος, Λεονάρδος, Χαλκοκονδύλης) αλλά και με την γνώμη του Ι. Χότζη όπως μας την μετάφεραν ο Καρολίδης και ο Βιζουκίδης.
Το επίσημο Βυζαντινό Κράτος ουδέποτε συνθηκολόγησε. Πολέμησε μέχρι την τελευταία στιγμή. Αν υπήρξε, και είναι πολύ πιθανόν ότι υπήρξε, προδοσία αυτή έγινε από τον Λουκά Νοταρά και τους ανθενωτικούς για να σώσουν τα αξιώματα, τις περιουσίες και τις ζωές τους.
Αυτά δεν είναι αυθαίρετα συμπεράσματα, ούτε εξάρσεις νοσηρού σωβινισμού. Είναι η αλήθεια, όπως τουλάχιστον βγαίνει από τις μέχρι σήμερα γνωστές πηγές του χρονικού της Άλωσης.
Αν ποτέ έλθουν στο φως άλλες, άγνωστες σήμερα, πηγές θα μελετηθούν και θα μπουν κάτω από το πρίσμα της πιο αυστηρής, αλλά και δίκαιης, κριτικής. Μέχρι όμως την εποχή εκείνη ο σεβασμός στην Ιστορία μας απαιτεί την αποφυγή κάθε αυθαίρετης κρίσης και παρερμηνείας των ιστορικών δεδομένων.
Η Ιστορία εξάλλου αυτού του τόπου έχει τόσες πολλές και αληθινά ένδοξες σελίδες που ποτέ δεν χρειάζεται να καταφεύγει στο ψέμα και την ανακρίβεια για να δημιουργήσει αμφίβολες δόξες: Απέναντι από κάθε Νοταρά υπήρξαν πάντα πολύ περισσότεροι Παλαιολόγοι.
Βιβλιογραφικές πηγές:1. Runciman, S: Η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Εκδόσεις ΜΠΕΡΓΑΔΗΣ, ΑΘΗΝΑ 1979.
2. Κορδάτος, Γ: Ακμή και παρακμή του Βυζαντίου. Εκδόσεις ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗΣ, ΑΘΗΝΑ 1974.
3. Vasiliev: Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εκδόσεις ΜΠΕΡΓΑΔΗΣ, ΑΘΗΝΑ.
4. Παπαρρηγόπουλος, Κ: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Εκδόσεις Δημ. Οργ. Λαμπράκη, ΑΘΗΝΑ, 2006.
5. Walter, G: La ruine de Byzance. Ed: ALBIN MICHEL, PARIS, 1958.
6. Κορδάτος, Γ: Τα τελευταία χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Εκδόσεις ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ, ΑΘΗΝΑ, 1975.
7. Καρολίδης, Π: Ιστορία της Ελλάδος από της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως μέχρι της βασιλείας Γεωργίου του Α΄. ΑΘΗΝΑ, 1925.
8. Βιζουκίδης, Π: Τα προνόμια του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Περιοδικό ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ, 1909.
9. ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. Εκδόσεις: 20ος ΑΙΩΝΑΣ.
10. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Εκδόσεις ΔΟΜΗ, ΑΘΗΝΑ, 2006.
11. ΣΑΘΑ: Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη - Το χρονικό του Ιέρακος.