Γιώργος Τερζής, Καθημερινή, 3/4/2015
Αντιμέτωπη με την ιδεοληψία και την ελαφρότητα με την οποία σειρά κοινοβουλευτικών της στελεχών αντιμετωπίζουν κρίσιμα ζητήματα, όπως αυτό της τρομοκρατίας, βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ένα τέτοιο περιστατικό διαδραματίστηκε την Παρασκευή όταν η προγραμματισμένη επίσκεψη του αναπληρωτή Υπουργού κ. Γιάννη Πανούση στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος είχε ως αποτέλεσμα να έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο ο Περιφερειάρχης κ. Κώστας Μπακογιάννη και η βουλευτής Φθιώτιδας του ΣΥΡΙΣΑ κ. Βάσω Λέβα. Η κ. Λέβα, που είχε επισκεφτεί προ ημερών τον καταδικασμένο για τρομοκρατία Δημήτρη Κουφοντίνα προκειμένου να τον υποστηρίξει ψυχολογικά, συμμετείχε στην ομάδα βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που συνόδευαν τον κ. Πανούση.
Και έτσι ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τον γιό του Παύλου Μπακογιάννη:
«Ακουσα ότι μιλήσατε πολιτισμένα με τον δολοφόνο του πατέρα μου. Αυτός όμως κανέναν πολιτισμό δεν επέδειξε όταν σκότωνε τα θύματα του...» φέρεται ειπών ο κ. Κώστας Μπακογιάννης, προσθέτοντας ότι «ως Περιφερειάρχης σας καλωσορίζω στο γραφείο μου στην Περιφέρεια, αλλά ως άνθρωπος σταματάω εδώ. Μέσα σε μια δημοκρατία, όλοι κρινόμαστε...».
Το πολιτικά αξιοπερίεργο είναι ότι η κ. Λέβα, που προφανώς επιχειρηματολογεί υπέρ του δικαιώματος να έχει λόγο ακόμα και ο καταδικασμένος για δολοφονίες, δυσφόρησε με τη στάση του Περιφερειάρχη και αποχώρησε επιδεικτικά, κτυπώντας με δύναμη την πόρτα πίσω της. Και όχι μόνον, αλλά και οι υπόλοιποι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ φέρονται να αντέδρασαν, σημειώνοντας προς τον κ. Μπακογιάννη ότι ως περιφερειάρχης δεν δικαιούται να κάνει κριτική!
Μετά το πέρας της συνάντησης με τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, ο κ. Μπακογιάννης δήλωσε:
«Καλωσορίσαμε σήμερα στην έδρα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας τον Υπουργό, κ. Γιάννη Πανούση, ο οποίος χαίρει βαθύτατης εκτίμησης ως άνθρωπος, επιστήμονας και πολιτικός. Συζητήσαμε για τα μεγάλα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Περιφέρεια μας. Είχα την ευκαιρία να τον ευχαριστήσω για την εξαιρετική συνεργασία που έχουμε με τα σώματα ασφαλείας και να εξάρω το έργο των Ελλήνων αστυνομικών και πυροσβεστών, που 365 ημέρες τον χρόνο, με ήλιο, βροχή και χιόνι, στέκονται δίπλα στον πολίτη.
Μοιραστήκαμε επίσης και κάποιους προβληματισμούς μου. Είναι ακατανόητο ότι το Υπουργείο Δικαιοσύνης διαπραγματεύεται, είτε μέσω δημοσίων δηλώσεων, είτε με επισκέψεις βουλευτών στον Κουφοντίνα, με τρομοκράτες. Είναι ακατανόητο ότι, με το νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί στη Βουλή, ακυρώνονται δικαστικές αποφάσεις και απελευθερώνονται έτσι απλά, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, κατά συρροή δολοφόνοι, ληστές και βομβιστές, όπως ο Ξηρός, αγνοώντας ακόμη και την Ένωση των Εισαγγελέων. Είναι ακατανόητο ότι καταργούνται οι φυλακές υψίστης ασφαλείας. Αυτό αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία. Λες και όλοι οι έγκλειστοι στις φυλακές είναι το ίδιο. Είναι επίσης ακατανόητο, πως αντιμετωπίζονται καταληψίες δημοσίων κτιρίων και πανεπιστημίων -μέχρι και στη βουλή φτάσανε- ως χαρωποί επισκέπτες. Η κυβέρνηση πρέπει να στείλει επιτέλους ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ότι -όπως όλοι πιστεύουμε- η διαστρεμμένη ιδεοληψία δεν έχει σχέση με την αριστερά και η βία δεν είναι αποδεκτό μέσο για την επίλυση των διαφόρων μας. Η κυβέρνηση με τις πράξεις και τις παραλείψεις της εκτρέφει το τέρας του αυταρχισμού και του φασισμού».