του Σταμάτη Αλαχιώτη, ΒΗΜΑ, 27/6/2010
Το συναισθηματικό προφίλ του καθενός μας έχει αναμφίβολα να κάνει τόσο με το DΝΑ όσο και με το περιβάλλον. Σιγά σιγά αρχίζουν να αποκαλύπτονται γενετικές περιοχές, αλλά και μηχανισμοί αντίδρασης στο περιβάλλον που καθορίζουν το πώς νιώθουμε
Τα
συναισθήματα έχουν μνήμες και οι μνήμες συναισθήματα· με τα θετικά
συναισθηματικά γεγονότα να τα θυμόμαστε καλύτερα σε σχέση με τα αρνητικά και τα
ουδέτερα. Ο όρος συναισθηματικότητα υποδηλώνει μια κατάσταση του οργανισμού, η
οποία διαμορφώνεται από οργανικές, εμπειρικές και εκφραστικές αντιδράσεις· στο
πλαίσιο αυτό ο όρος συναίσθημα χρησιμοποιείται για να δείξει την εμπειρία που
προκύπτει από ένα συναισθηματικό ερέθισμα, όπως ο φόβος, το άγχος, η χαρά κ.ά.
Η γενετική
της συναισθηματικότητας είναι μια πρόκληση που πρέπει να υπερβεί σημαντικές
δυσκολίες, όπως, για παράδειγμα, τον ακριβή ορισμό του συναισθήματος, τη
μέτρησή του και την αποκάλυψη αιτιατών περίπλοκων γενετικών παραγόντων που
κωδικοποιούν νευρωνικά μηνύματα, υποδοχείς ορμονών και ένζυμα, προκειμένου να
διαμορφωθεί το συναίσθημα/συμπεριφορά· με τη συμβολή της κληρονομικότητας στον
έλεγχο της συμπεριφοράς γενικότερα να συμπληρώνεται αναμφίβολα και από τη
μεγάλη σημαντικότητα του περιβαλλοντικού παράγοντα.
Εθισμός, αλτρουισμός, υπερκινητικότητα...
Υπό το πρίσμα
αυτό η έκθεση λ.χ. του ανθρώπου σε ψυχοδραστικές ουσίες ενεργοποιεί έναν
σημαντικό μοριακό/μεταγραφικό παράγοντα, τον CRΕΒ, ο οποίος ρυθμίζει στη
συνέχεια πολλά γονίδια, τα οποία με τη σειρά τους επάγουν την έκφραση άλλων·
για να προκύψει τελικά η σχετική συμπεριφορά, διά του ανάλογου συναισθήματος,
π.χ. ή του εθισμού εν προκειμένω. Σ΄ ένα τέτοιο πλαίσιο η κοκαΐνη επάγει λ.χ.
την απελευθέρωση της ντοπαμίνης, η οποία προκαλεί ευχαρίστηση.
Σημειώνουμε
ότι σ' έναν ετερογενή γενετικά πληθυσμό τα γονίδια βρίσκονται στα άτομα με
παραλλαγές, ανάλογα με τις οποίες είναι και η συναισθηματική/συμπεριφορική
αντίδραση. Η γονιδιακή παραλλαγή λ.χ. Drd4 για τον υποδοχέα της ντοπαμίνης
σχετίζεται με την υπερκινητικότητα μειωμένης προσοχής, ενώ φαίνεται να
συμβάλλει και στην εκδήλωση αλτρουιστικής συμπεριφοράς· η Drd7 οδηγεί στην
επιθετικότητα και στην αντικοινωνική συμπεριφορά.
Γονίδια που
σχετίζονται με στοιχεία παρορμητισμού, συμπεριλαμβανομένης και της επιθετικότητας,
θεωρούνται το Shtib και το Μaooa· με τις επιπτώσεις του τελευταίου να
εξαρτώνται και από την κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία ή από τον εθισμό στην
ηρωίνη· επίσης το S-ht γονίδιο, για τον υποδοχέα της σεροτονίνης, φαίνεται να
σχετίζεται με τον νευρωτισμό. Τελευταία κάποιοι μιλούν και για «το γονίδιο του
Θεού», μια γονιδιακή παραλλαγή δηλαδή, οι φορείς της οποίας αναπτύσσουν συνήθως
βαθιά πίστη στον Θεό· το γονίδιο αυτό διαφέρει μόνο ως προς δύο αμινοξέα μεταξύ
χιμπαντζή και ανθρώπου!
Πρώιμες
πειραματικές έρευνες έδειξαν ότι τα επίπεδα συναισθηματικότητας ποντικιών
επηρεάζονται από την τεχνητή επιλογή, γεγονός που υποδηλώνει την εμπλοκή
γενετικών στοιχείων· επιλογή που οδήγησε στη δημιουργία ενός μη
ευαίσθητου/ψύχραιμου στην αντιμετώπιση μιας απρόσμενης κατάστασης στελέχους και
ενός ευαίσθητου, το οποίο αντιδρούσε ουρώντας ή αποπατώντας. Με σύγχρονες
μοριακές τεχνικές ταυτοποιήθηκαν, στα ποντίκια, γονίδια στα χρωμοσώματα 1 και 9
που σχετίζονται με ειδικές συμπεριφορές, ένα άλλο στο χρωμόσωμα 5 που επηρεάζει
χαρακτηριστικά σχετιζόμενα με το άγχος, όπως η αποφυγή αντίδρασης, οι
καταστάσεις φόβου κ.ά., και άλλο στο 4ο χρωμόσωμα που επηρεάζει ισχυρά την
προτίμηση κατανάλωσης αλκοόλ.
Υπάρχει γονίδιο της απιστίας;
Τα αρσενικά
τριζόνια ερωτοτροπούν με τα θηλυκά παίζοντας ένα τραγούδι, δονώντας τα φτερά
τους· κατάσταση που ελέγχεται επίσης γενετικά, καθώς μια πιθανή μετάλλαξη κάνει
παράφωνο το αρσενικό τριζόνι και δεν βρίσκει ταίρι. Οι ορμόνες βαζοπρεσίνη και
οξυτοκίνη είναι ιδιαίτερης σημασίας για τη δημιουργία συναισθηματικών δεσμών
στον ελέφαντα και στον μονογαμικό αρουραίο, ο οποίος γίνεται
άπιστος-πολυγαμικός όταν του προκαλέσουν αδρανοποίηση των ορμονών αυτών. Στο
είδος μας οι ενδείξεις συσχέτισης των εν λόγω ορμονών με τη συμπεριφορά μας είναι
ακόμα λίγες· με τη βαζοπρεσίνη να τροποποιεί ίσως ένα φάσμα συμπεριφορών,
συνδεδεμένων με τις ρομαντικές σχέσεις των ζευγαριών.
Ατομικές
διαφορές ως προς την προδιάθεση σε συμπεριφορές επιθετικότητας το συνοδεύουν
«βραχυκυκλώνουν» τον εγκέφαλο και τη νοητική διαδικασία και αντίδρασης στο
στρες τείνουν να έχουν μια σταθερότητα, κατάσταση που υποκρύπτει ισχυρό
γενετικό στοιχείο. Στο πλαίσιο αυτό μελετάται ο νευροδιαβιβαστής της
σεροτονίνης και υπάρχουν ικανές ενδείξεις για τον κύριο ρόλο που παίζει στον έλεγχο
των συναισθηματικών χαρακτηριστικών τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα.
Νευροδιαβιβαστής είναι μια χημική ουσία που παίζει ρόλο στη μεταβίβαση της
πληροφορίας από ένα νευρωνικό κύτταρο-νευρώνα σε άλλο και λειτουργεί στα σημεία
επαφής τους.
Η μορφοποίηση
και λειτουργία του εγκεφάλου είναι συνάρτηση του γενετικού προ-προγραμματισμού
και των σχετικών ερεθισμάτων. Σημαντική εγκεφαλική περιοχή του συναισθηματικού
συστήματος είναι η αμυγδαλή, που εμπλέκεται στη μακροπρόθεσμη μνήμη η οποία
σχετίζεται με φόβο ή στενοχώρια. Η αμυγδαλή, που αυξάνει ακόμα και την αντίληψη
δυνητικών επικίνδυνων ερεθισμάτων, ενεργοποιείται κυρίως σε καταστάσεις φόβου
και ο εγκέφαλος «πυροδοτεί» το σώμα να αντιδράσει αστραπιαία και αποτελεσματικά
με μια κίνηση, πολύ πριν γίνει λογική επεξεργασία της σχετικής φοβικής
πληροφορίας κινδύνου· αντίδραση που γίνεται σχεδόν αντανακλαστικά, με άλλα
λόγια συναισθηματικά, μέσω του αντανακλαστικού συνδυασμού των αισθήσεων. Για να
μη «βραχυκυκλώνουν» οι μαθητές
Η
συναισθηματική ισορροπία ευνοεί τη
μάθηση, ενώ αντίθετα το στρες και οι
ορμόνες κορτιζόλη και αδρεναλίνη
που Η συναισθηματική ισορροπία ευνοεί τη
μάθηση, ενώ αντίθετα το στρες και οι ορμόνες κορτιζόλη και αδρεναλίνη που Η
νόηση του ανθρώπου κλασματώνεται στη νοημοσύνη και στη συναισθηματικότητα. Γι΄
αυτό η συναισθηματική επάρκεια του μαθητή/φοιτητή/επαγγελματία είναι απαραίτητη
προϋπόθεση για την αποτελεσματική μάθηση/δημιουργικότητα/επιτυχία. Και τούτο
διότι μέσω της αναπτυγμένης συναισθηματικής νοημοσύνης, που σχετίζεται με την εγκαθίδρυση
επικοινωνίας ανάμεσα σε διάφορα μέρη του εγκεφάλου, μπορεί να δρα επιτυχώς ο
μαθητής λ.χ. σε νέες καταστάσεις, όπως είναι ο νέος δάσκαλος, το νέο μάθημα, η
νέα μέθοδος κ.ά. ή ο δάσκαλος σε νέες μεθόδους, σε νέο σχολικό περιβάλλον.
Το υπερβολικό
και επαναλαμβανόμενο όμως στρες στα παιδιά συμβάλλει στην αύξηση των ορμονών
του άγχους, της κορτιζόλης και της αδρεναλίνης, που ενεργοποιούν ορισμένα
γονίδια τα οποία συμβάλλουν στη δημιουργία ανώμαλων συνάψεων/δικτύων και
βραχυκυκλώνουν τον εγκέφαλο· με την αντίδραση αυτή να ποικίλλει μεταξύ των
παιδιών, και το καθένα να χρειάζεται την ιδιαίτερη δική μας εποικοδομητική και
όχι άδικη συμπεριφορά· η γενετική ποικιλότητα των μαθητών απαιτεί δηλαδή
ιδιαίτερη προσοχή από τους δασκάλους, αλλά και τους γονείς.
Έχει
καταδειχθεί επίσης από σχετικές έρευνες ότι η εκπαίδευση του μαθητή στη
δυνατότητα κάποιου συναισθηματικού ελέγχου του είναι σημαντική για τη μάθηση.
Παιδιά λ.χ. τεσσάρων ετών που ασκήθηκαν να ελέγχουν τα συναισθήματά τους (στην
εγκράτεια λ.χ.) αναπτύχθηκαν σε εφήβους με καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο. Η
δυνατότητα δηλαδή ελέγχου των συναισθηματικών ερεθισμάτων σε μικρές ηλικίες
συμβάλλει στη μελλοντική επιτυχία του μαθητή ως προς τις κοινωνικές του
δεξιότητες και γενικότερα στη ζωή του. Η συναισθηματικότητα λοιπόν πρέπει να
καλλιεργείται σωστά στο σχολείο και στο σπίτι, με τον δάσκαλο και τους γονείς
να γνωρίζουν γιατί η αναστάτωση του παιδιού στην τάξη, ιδιαίτερα του εφήβου, η
έλλειψη ηρεμίας, ο φόβος, το υπερβολικό άγχος μειώνουν την προσοχή του και
συνακόλουθα την αποτελεσματικότητα της μάθησής του.
Και επειδή η
συναισθηματικότητα έχει εξελικτική προέλευση, είναι χρήσιμη είτε αφορά τη χαρά
είτε τη λύπη. Γι΄ αυτό ας μη σκεφτόμαστε κι εδώ τη μαγεία της γενετικής· να μας
κάνει δηλαδή να χαιρόμαστε μόνο, ξεριζώνοντας λ.χ. γονιδιακές παραλλαγές που
συμβάλλουν εντονότερα στην εκδήλωση αρνητικών συναισθημάτων· κάτι τέτοιο θα
΄ταν επικίνδυνο ως προς την αποφυγή των σχετικών κινδύνων και της
πραγματικότητας, την οποία μπορούμε να αντιμετωπίζουμε επιτυχέστερα διά της
συναισθηματικής μας ολοκλήρωσης.