Σοκάρει τον
βαθύ καθολικισμό της ιταλικής κοινωνίας ο πρώην υπουργός Υγείας της χώρας,
Ουμπέρτο Βερονέζι, με το βιβλίο του «Το επάγγελμα του ανθρώπου» που κυκλοφορεί
αύριο στα βιβλιοπωλεία της Ιταλίας.
Σύμφωνα με
τον πρώην υπουργό, σπουδαίο ογκολόγο και επιστημονικό διευθυντή του Ευρωπαϊκού
Ινστιτούτου Ογκολογίας, «μετά το Άουσβιτς, ο καρκίνος είναι η απόδειξη ότι ο
Θεός δεν υπάρχει».
Στις σελίδες
του βιβλίου του, ο Βερονέζι εξηγεί τη διαδρομή του προς τη θρησκεία και την
μετέπειτα απομάκρυνσή του από αυτή, καθώς μέσα από την επιστήμη έμαθε πως καμία
ανώτερη δύναμη δε μπορεί να σώσει τον άνθρωπο.
«Κανένας Θεός
δε μπορεί να εξαργυρώσει τον άνθρωπο για τις δοκιμασίες που περνάει, καμία
αλήθεια δε μπορεί να απαλύνει τον πόνο δύο γονιών που χάνουν το παιδί τους από
καρκίνο», αναφέρει ο Βερονέζι.
Παρότι ο
ίδιος αγάπησε την εκκλησία από μικρός, στην πορεία ωρίμασε μέσα του η ιδέα του
αγνωστικισμού που στη συνέχεια πήρε τη θέση του αθεϊσμού.
«Δεν ξέρω
ποια ήταν η πρώτη ημέρα χωρίς τον Θεό. Σίγουρα μετά την εμπειρία του πολέμου,
δεν πάτησα ξανά το πόδι μου στην εκκλησία, αλλά η δύση της πίστης μου είχε
ξεκινήσει πολύ νωρίτερα», αναφέρει στο βιβλίο του ο πρώην υπουργός.
«Η τρέλα του
ναζισμού με οδήγησε να διερωτηθώ, όπως είχαν κάνει η Χάνα Άρεντ και ο Πάπας Βενέδικτος
ΙΣΤ΄: “Πού ήταν ο Θεός στο Άουσβιτς;”», επισημαίνει και εξηγεί ότι αυτή ήταν
μία από τις αιτίες που τον οδήγησαν να γίνει γιατρός.
Βέβαια, στην
αρχή τον ενδιέφερε η ψυχιατρική ώστε να προσπαθήσει να δώσει απαντήσεις πίσω
από τους λόγους που ένα μυαλό οδηγείται «στην τρέλα και μπορεί να προκαλέσει
τόσο τρόμο», ωστόσο αργότερα τον κέρδισε η χειρουργική.
«Στο
χειρουργείο όταν ο ασθενής αποκοιμιέται αφήνει σε εσένα τη ζωή του. Το
τελευταίο βλέμμα φόβου ή εμπιστοσύνης είναι για εσένα. Και εσύ, χειρουργέ, δε
μπορείς να πιστέψεις ότι ένας φύλακας άγγελος θα οδηγήσει το χέρι σου όταν
αρχίζεις να κάνεις τομές και να χειρουργείς, όταν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα
πρέπει να αποφασίσεις τι να κάνεις, όπως όταν πρέπει να σταματήσεις μία
αιμορραγία», συνεχίζει ο Βερονέζι.
Συμπληρώνει,
μάλιστα, πως ο γιατρός βρίσκεται μόνος του τη στιγμή εκείνη, μόνος με την
ικανότητά του, την συγκέντρωσή του, την διαύγειά του, την εμπειρία του, τις
σπουδές του και την αγάπη του για τον ασθενή.
«Πώς μπορεί
να πιστέψει κανείς στη Θεία Πρόνοια ή στη θεϊκή αγάπη όταν βλέπει σε ένα παιδί
να έχουν εισβάλει κακοήθη κύτταρα που το κατασπαράζουν καθημερινά μπροστά στα
μάτια σου; Υπάρχουν λόγια σε εκείνο το ιερό βιβλίο του κόσμου, αλήθειες που
αποκαλύπτονται, οι οποίες θα μπορούσαν να απαλύνουν το πόνο των γονιών του;
Πιστεύω πως όχι και προτιμώ τη σιωπή ή να ψιθυρίσω “δεν ξέρω”», επισημαίνει ο
πρώην υπουργός Υγείας της Ιταλίας.