του Στέφανου Κασιμάτη, Καθημερινή, 21/8/2011
Διερωτώμαι πόσο ευκολότερη θα ήταν η ζωή για τους κατοίκους της Γλυφάδας, τους ίδιους που σήμερα ταλαιπωρούνται και εξευτελίζονται στην προσπάθεια να βρουν θέση για ένα δικό τους άνθρωπο στο νεκροταφείο της πόλης τους, αν εφαρμοζόταν η καύση των νεκρών στην Ελλάδα. Αν υφίστατο πράγματι η επιλογή αυτή και ήταν οικονομικά προσιτή, είναι βέβαιο ότι πολλοί θα επέλεγαν την καύση αντί της ταφής, σκεπτόμενοι να γλιτώσουν τους συγγενείς τους από την τελετουργική ταλαιπωρία της κηδείας και, κυρίως, από τη φρίκη της εκταφής των οστών.
Ωστόσο, παρ' ότι ο νόμος που επιτρέπει την καύση ψηφίστηκε το 2006, χρειάσθηκαν άλλα τρία χρόνια έως ότου ορισθούν με Προεδρικό Διάταγμα οι τεχνικές προδιαγραφές της διαδικασίας· και μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι, ως σήμερα, πουθενά στην Ελλάδα δεν λειτουργεί κλίβανος αποτέφρωσης νεκρών. Η καύση υφίσταται μόνον ως δυνατότητα, την οποία η πολιτεία δεν τολμά να ενθαρρύνει, προδήλως επειδή θέλει να αποφύγει μια σύγκρουση με την Εκκλησία, για ψηφοθηρικούς λόγους. Θέσπισε τη δυνατότητα απλώς και μόνον για να καλυφθεί μια νομική εκκρεμότητα, ίσως μια διεθνής υποχρέωση της χώρας που δεν κοστίζει τίποτε εφ' όσον δεν εφαρμόζεται. Ομως, η αρνητική στάση της πολιτείας έναντι της καύσης στην πραγματικότητα κοστίζει. Κοστίζει, π.χ., την ξεφτίλα που μοιράστηκαν ο Δήμος Γλυφάδας, το ΠΑΣΟΚ και η τοπική μητρόπολη από την κωμικοτραγική ιστορία της εγκατάστασης αυθαίρετου νεκροταφείου σε αναδασωτέα ζώνη του Υμηττού.
Υποθέτω, όμως, ότι ούτε ο δήμαρχος ούτε η Εκκλησία θέλουν να χάσουν το μονοπώλιο της οικονομικής εκμετάλλευσης του θανάτου από το άνοιγμα της αγοράς· και προτιμούν να γίνονται «μαύρη κωμωδία» στην τηλεόραση, αν έτσι μπορούν να το διατηρήσουν. Αμφιβάλλω αν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι ο μητροπολίτης Γλυφάδας όχι μόνον συνόδευε τον δήμαρχο Κ. Κόκκορη στην εξ εφόδου κατάληψη και περίφραξη του αναδασωτέου χώρου, αλλά, παρά την κατακραυγή, την επομένη κιόλας επισκέφθηκε το αυτοσχέδιο νεκροταφείο, ενδεχομένως για να δείξει στους αστυνομικούς, που υποτίθεται ότι εμπόδιζαν την πρόσβαση στον χώρο, ποιος στην πραγματικότητα κάνει κουμάντο εκεί.
Φυσικά, η Εκκλησία δεν αναφέρεται ποτέ στα οικονομικά οφέλη που θα στερηθεί από την ταφή των νεκρών. Εναντιώνεται στην καύση με κύριο επιχείρημα –και ελπίζω ότι το μεταφέρω σωστά– ότι αν κονιορτοποιηθούν τα οστά του νεκρού, δεν θα μπορεί να αναστηθεί την ημέρα της "Δευτέρας Παρουσίας." Για ορισμένους κάτι τέτοιο δεν θα αποτελούσε απαραιτήτως μειονέκτημα, γιατί έτσι ο θάνατος θα ήταν –με τους όρους του Μπέκετ– «το πραγματικό μηδέν, όχι η τετραγωνική ρίζα του –1», ούτε προθάλαμος αιώνιας τιμωρίας. Όσο για εκείνους που φοβούνται για τη θέση τους στον Παράδεισο, νομίζω ότι δεν πρέπει να ανησυχούν. Ο πλάστης θα μπορέσει να μαζέψει από τον κόσμο τη σκόνη των οστών τους και θα αναστηθούν. Για τον δημιουργό του σύμπαντος κάτι τέτοιο πρέπει να είναι παιχνιδάκι...