Λίνα Παπαδοπούλου Επίκ. καθηγήτρια Συνταγμ.
Δικαίου στο ΑΠΘ, Έθνος, 20/8/2011
Συχνά χαρακτηρίζονται ως "δευτερεύοντα". "Εδώ δεν λύσαμε τα σοβαρά και θα ασχοληθούμε με αυτά;", είναι το σύνηθες επιχείρημα απαξίωσής τους. Θαρρείς και πρόκειται ποτέ να μηδενίσουμε το χρέος, να δομήσουμε το άριστο εκπαιδευτικό σύστημα ή να πατάξουμε πλήρως το πελατειακό κράτος. Θαρρείς, από την άλλη, και δεν έχουν γίνει βήματα σε αυτά τα όντως σημαντικά πεδία. Κι εκείνα τα άλλα, όμως, τα "δευτερεύοντα", κάποια στιγμή πρέπει να παίρνουν τον δρόμο τους προς τη Βουλή και μετά -κυρίως- προς την εφαρμογή τους.
Παράδειγμα πρώτο: καύση νεκρών. Από το 2006 που θεσμοθετήθηκε (Ν. 3448) δεν έγινε πράξη, καθώς λείπουν τα κέντρα αποτέφρωσης. Το πρώτο προτίθεται να κατασκευάσει άμεσα ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, καθώς δηλώνει, προς τιμήν του, ότι αποτελεί "θέμα πολιτισμού", ενώ ο συνάδελφός του της Γλυφάδας προτιμά να παρανομεί υπό τις ευλογίες του οικείου μητροπολίτη, χωροθετώντας, κατά παράβαση κάθε νομοθεσίας, κοιμητήριο.
Παράδειγμα δεύτερο: το σύμφωνο συμβίωσης. Θεσμοθετήθηκε το 2008 (Ν. 3719), αλλά σπανίως γίνεται χρήση του, καθώς δεν καλύπτει κοινωνικοασφαλιστικά και άλλα δικαιώματα των συμβιούντων συντρόφων, οι οποίοι συνεπώς για πληρέστερη κάλυψη προτιμούν τον γάμο.
Παράδειγμα τρίτο: δωρεά οργάνων. Ο νόμος που μας καθιστά όλους δωρητές, εκτός κι αν δηλώσουμε το αντίθετο, έχει πλέον ψηφιστεί. Μένει να εφαρμοστεί, αν βεβαίως δεν επικρατήσει ο στείρος φόβος που μεταμφιέζεται σε άρνηση, τάχα, της εμπορευματοποίησης, αυτής ακριβώς που καταπολεμάται μόνον όταν η προσφορά υπερβαίνει τη ζήτηση.
Παράδειγμα τέταρτο: αποποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών. Την προβλέπει το σχέδιο νόμου που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα, με το οποίο ως βασικό έγκλημα τυποποιείται η παράνομη διακίνηση και όχι η χρήση και θεσπίζεται αυστηρότερο πλαίσιο για τους μεγαλεμπόρους.
Ολα τα παραπάνω, ωστόσο, έμειναν μισά: η καύση επιτρέπεται από τον νόμο (ά. 35 §1) μόνο αν την επέτρεπαν και οι εν ζωή θρησκευτικές πεποιθήσεις του θανόντος, αποποινικοποιείται η χρήση αλλά όχι η κατοχή μικροποσότητας και η καλλιέργεια για ατομική χρήση, οι οποίες καθίστανται πταίσματα μεν, αλλά διατηρούν την ποινική τους απαξία, το δε σύμφωνο συμβίωσης παρέλειψε να συμπεριλάβει τα ομόφυλα ζευγάρια, αυτά δηλαδή που το έχουν περισσότερη ανάγκη, καθώς αποκλείονται από τον θεσμό του γάμου.
Κάποιο τερτίπι, ίσως, βρεθεί και για να μειωθεί ο αριθμός των μοσχευμάτων, να παραμείνουν δυσεύρετα και να ανέβει η εμπορική τους αξία. Σε όλα τα παραπάνω αντιδρά, εξάλλου, και η Ορθόδοξη Εκκλησία. Τυχαίο;
Αυτά τα "δευτερεύοντα", που θα έλυναν "μικρά" ανθρώπινα προβλήματα, μένουν μισά ή ανεφάρμοστα, όχι επειδή δουλεύουμε σκληρά για να αντιμετωπίσουμε τα σοβαρά και κοστοβόρα, αλλά επειδή προσκρούουν σε συντηρητικά ανακλαστικά, σε εδραιωμένες παραδόσεις, στο μείγμα ανατολίτικης οπισθοδρόμησης και αντιδυτικού αντιφιλελευθερισμού που διατρέχει, χωρίς κομματικές προκαταλήψεις, μέρος της ελληνικής κοινωνίας.
Οχι λόγω οικονομικών ελλειμμάτων, πρωτογενών ή δευτερογενών· μένουν μισά ή ανεφάρμοστα λόγω "δευτερευόντων" ελλειμμάτων αγάπης και αποδοχής του άλλου: όποιου δεν χωρά στο στενό κοστούμι του υγιούς, ορθόδοξου, ετεροφυλόφιλου Ελληνα. Η γενναιοδωρία της ψυχής και η διεύρυνση του νου παραμένουν έτσι ζητούμενα για την Εκκλησία, για τον νομοθέτη και εφαρμοστή του δικαίου, για όλους μας.