Σε παλαιότερη ανάρτηση είχαμε αναφερθεί στην εποχή και τα έργα της διαβόητης οικογένειας Βοργία και ιδιαίτερα στο εκλεκτό τέκνο της Ροντρίγο Βοργία, ο οποίος αναδείχθηκε σε πάπα της Ρώμης με όνομα Αλέξανδρος Στ'. Στο κείμενο που ακολουθεί, περιγράφει ο Ισπανός δημοσιογράφος Manuel Leghineche περίπου τα ίδια γεγονότα, τα οποία προκάλεσαν αλλαγή σελίδας στην ευρωπαϊκή ιστορία και οδήγησαν στον εκφυλισμό της μεσαιωνικής εξουσίας της καθολικής εκκλησίας. Αληθώς, άλλη μια σελίδα μεγαλείου για τον χριστιανισμό...
(του MΑΝUΕL LΕGUΙΝΕCΗΕ, ΒΗΜΑ, 14/8/2009)
Οι Βοργίες: μια από τις πιο μισητές δυναστείες της Ιστορίας. Ισπανικής καταγωγής, σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή για την Καθολική Εκκλησία και για τα ιταλικά κράτη. Ανέτρεψαν ηγεμόνες και κατέλυσαν ηγεμονίες, χρησιμοποίησαν την παπική εξουσία ως όπλο για ιδιοτελείς σκοπούς και σφυρηλάτησαν έναν μύθο βασισμένο στη διαφθορά και στα πιο διεστραμμένα εγκλήματα.
O καρδινάλιος από τη Βαλένθια Ροδρίγος Βοργίας, αναπληρωτής καγκελάριος του Βατικανού, είχε τη σκέψη του στο κονκλάβιο το οποίο θα άρχιζε από στιγμή σε στιγμή τις εργασίες του στην Καπέλα Σιστίνα, και τα δάκτυλα και τα χείλη του στο δέρμα της Τζούλια Φαρνέζιο, 19 ετών, που ήταν ξαπλωμένη ηδονικά στο κρεβάτι του καρδινάλιου. Ο Βοργίας, αποκαλούμενος και «γυναικάς καρδινάλιος», είχε σώσει την Τζούλια Φαρνεζίνα, με το λαχταριστό κορμί και την κλίση προς το χρήμα, από την αθλιότητα της ρωμαϊκής υπαίθρου.
Ο Ροδρίγος Βοργίας ήταν ο πλουσιότερος καρδινάλιος του Ιερού Κολεγίου και ταυτοχρόνως ο πιο φιλόδοξος. Η κόρη του Λουκρητία ήταν αυτή που στα 16 της πούλησε την Τζούλια, σύντροφο των παιδικών παιχνιδιών της, στον πατέρα της. Ως επίσκοπος του Οπόρτο ο Βοργίας είχε το μονοπώλιο στο εμπόριο οίνου. Στην Ισπανία, εκτός από τη Βαλένθια το φέουδό του, είχε στον έλεγχό του 16 επισκοπές και μια δεκάδα αβαεία που πλήρωναν ηγεμονικούς φόρους και τέλη. Τα χρωστούσε όλα στο οξύ μυαλό του, στα γρήγορα αντανακλαστικά του και σε μια αρχική εύνοια της τύχης. Στην τύχη και στο ένστικτο επιβίωσης των Βοργία (μεταφορά στα ιταλικά του ισπανικού Μπόρχα, όνομα της αραγωνέζικης πόλης απ' όπου καταγόταν).
Ο Ροδρίγος Βοργίας ήταν πατέρας επτά νόθων, τέσσερα από τα οποία με την ίδια γυναίκα, τη Βανότσα Κατανέι. Η ιστορία του αρχίζει το 1492. Η Βανότσα, ερωμένη του, ήταν 50 ετών και παντρεμένη με τον Κάρλο Κανάλε. Ο καρδινάλιος λάτρευε τα τέσσερα παιδιά του: τον Καίσαρα, τον Ιωάννη, τη Λουκρητία και τον Τζοφρέ, θεμέλιο της δυναστείας των Βοργία. Αυτή η αγάπη ήταν ολοφάνερα απαιτητική, κτητική, φλογερή. Ο Φερδινάνδος ο Καθολικός ανακήρυξε και τους τέσσερις Ισπανούς, με διάταγμά του. Στα επτά του χρόνια ο Καίσαρ διορίζεται αμειβόμενος ιερέας στον καθεδρικό της Βαλένθια, εφημέριος της Γανδία και αρχιδούκας της Χάτιβα. Ο κύκλος του καρδινάλιου στη Ρώμη αποτελούνταν από Ισπανούς· τους αποκαλούσαν «οι Καταλανοί». Ο Ροδρίγος αισθανόταν Ισπανός μέχρι τελευταίας ρανίδας και μιλούσε με τα παιδιά του βαλενθιάνικα και ισπανικά.
Ο Ροδρίγος Βοργίας, ανιψιός του Καλλίστου Γ΄, ήταν βέβαιος ότι το παιδί ήταν δικό του. Η μικρή γεννήθηκε τρεις μήνες αργότερα, όταν ο καρδινάλιος από τη Βαλένθια βρισκόταν στον θρόνο του Πέτρου.
- Θα σε εκλέξουν Πάπα; ρώτησε ξαφνικά η Τζούλια.
- Θα εξαρτηθεί από το πώς θα ενεργήσω τις επόμενες μέρες, τι θα πω και τι θα κάνω.
Ολα μπορούσε να τα αγοράσει και να τα πουλήσει κανείς στη Ρώμη, ακόμη και τη θέση του Πάπα, ειδικά αυτήν. Ο Πέδρο Καλδερόν, που τον φώναζαν Περότο, ο ευνοούμενος ακόλουθος του Βοργία, χτύπησε την πόρτα του υπνοδωματίου:
- Σεβασμιότατε, είναι η ώρα να παραστείτε στο κονκλάβιο, είπε, με το κεφάλι γερμένο προς τα εμπρός σε ένδειξη σεβασμού.
- Πόσοι καρδινάλιοι δεν θα παρευρεθούν;
- Τέσσερις, σεβασμιότατε.
- Τότε θα πρέπει να εξασφαλίσω δεκατέσσερις ψήφους.
Να εργαστεί σήμαινε να αγοράσει ψήφους (εκείνη την εποχή τσάντες γεμάτες δουκάτα περνούσαν από χέρι σε χέρι), να ελέγξει συνειδήσεις, να δώσει υποσχέσεις: μια θέση σε σένα, ένας καθεδρικός για σένα, γαίες για την ερωμένη σου, προαγωγή για τον γιο σου... Η διαφθορά ήταν τόση ώστε ένας εβραίος της Ρώμης ανήγγειλε ότι ασπαζόταν τον καθολικισμό με αυτό το ακλόνητο επιχείρημα: «Αυτή η Εκκλησία έχει φθάσει σε τέτοιο βαθμό αίσχους και ξεπεσμού που είναι ακαταμάχητη».
Ο Ροδρίγος είχε την τύχη να φέρει στη Ρώμη τη λόγχη με την οποία είχε τρυπήσει ο ρωμαίος στρατιώτης Λογκίνος την πλευρά του εσταυρωμένου Χριστού. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για τυχαία λόγχη η οποία είχε αγοραστεί σε τουρκικό μαγαζί στην Κωνσταντινούπολη. Ο απατεώνας Βοργίας όμως κατάφερε να θεωρηθεί αυθεντική.
Η πιο μισητή οικογένεια
Η πανούκλα, ο αλκοολισμός, ο λύκος, η μαλάρια, η γαλλική ή ναπολιτάνικη αρρώστια (σύφιλη), που μόλυναν Πάπες, καρδινάλιους και τον κοινό λαό, βασιλείς και ζητιάνους ήταν τότε οι εχθροί της Ιταλίας. Ο Ροδρίγος Βοργίας είχε ήδη κάνει μια πρώτη προσπάθεια με τον θάνατο του Σίξτου Δ΄, αλλά απέτυχε στους υπολογισμούς και στις συμμαχίες του. Τώρα, με την απώλεια του Ιννοκέντιου Θ΄ τού παρουσιαζόταν μια νέα ευκαιρία, η καθοριστική. Ο εβραίος γιατρός του Ιννοκέντιου είχε κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να τον σώσει. Οι φήμες έλεγαν μάλιστα ότι έφθασε στο σημείο να του χορηγήσει ενδοφλεβίως αίμα νεανικό, από παιδιά που είχαν δολοφονηθεί για τον σκοπό αυτό.
Οι καμπάνες του Καπιτωλίου χτυπούσαν πένθιμα. Ο Ροδρίγος Βοργίας άρχισε να μηχανορραφεί χωρίς καθυστέρηση. Ηταν άνθρωπος γεμάτος ενέργεια και ζωτικότητα: σωματώδης με μεγάλη γαμψή μύτη, σκούρα μάτια, δέρμα σταρένιο και εντυπωσιακά κουρεμένο κρανίο, στεφανωμένο από γκρίζα μαλλιά. Ενιωθε ότι ήταν στην καλύτερη ηλικία για την πολιτική, για το κυνήγι και για τον έρωτα- κυρίως για τον έρωτα. Στη διάρκεια των αιώνων το όνομα των Βοργία εξελίχθηκε σε συνώνυμο της σκληρότητας και της χυδαιότητας, των παθών, της αιμομιξίας (ήταν πασίγνωστο ότι ο Ροδρίγος Βοργίας και ο γιος του ο Καίσαρ κοιμούνταν με την κόρη του πρώτου και αδελφή του δεύτερου Λουκρητία), κάθε είδους εγκλήματος και παράβασης.
Επί δέκα χρόνια ο Ροδρίγος και ο γιος του, ο τρομερός Καίσαρ, σκανδάλιζαν ό,τι είχε απομείνει από τον πολιτισμένο κόσμο, επιδιώκοντας να υλοποιήσουν τους στόχους της δυναστικής φιλοδοξίας τους: χρησιμοποίησαν την παπική ισχύ ως προσωπικό όπλο. Ανέτρεψαν πρίγκιπες και πριγκιπάτα, χρησιμοποίησαν τη Λουκρητία στην πολιτική τους να αποκτούν συμμάχους μέσω γάμων, εξόντωσαν χωρίς δισταγμό τους αντιπάλους τους, συγγενείς και μη, αντιμετώπισαν τον βασιλιά της Ισπανίας, τον Φερδινάνδο τον Καθολικό, και της Γαλλίας, τον άσχημο, παραμορφωμένο και βραδύγλωσσο Κάρολο Θ΄, τον πρώτο που εισέβαλε στην Ιταλία το 1494.
Οι εχθροί των Βοργία, του τρόμου που φορούσε τιάρα, γεύθηκαν το δηλητήριο, το αρσενικό, το στιλέτο ή τη λάσπη του Τίβερη. Ολες οι οικογένειες είχαν έναν οικιακό αλχημιστή που του ανέθεταν να δοκιμάζει νέα φονικά φίλτρα. Η οικογένεια από τη Βαλένθια είχε πάντα στο σακούλι της μια δόση cantarella, την ισχυρή και αποτελεσματική θανατηφόρο λευκή σκόνη.
Προσπάθησαν ειλικρινά να φέρουν την Ιταλία στα μέτρα τους με τη βία και τους ελιγμούς της εξουσίας, που χαρακτήρισαν αυτήν τη σημαντική περίοδο της Αναγέννησης. Η Ιταλία εκείνης της εποχής (μέσα του 15ου αιώνα) αποτελούνταν από πολλά ανεξάρτητα κράτη, όπως η Βενετία, η Φλωρεντία ή το Μιλάνο, που κατέπλησσαν την Ευρώπη με την κουλτούρα και την καλλιτεχνική και τεχνολογική τους πρόοδο. Ενα μωσαϊκό από πόλεις-κράτη, που τα κυβερνούσαν φεουδάρχες συγγενείς μεταξύ τους, των οποίων ο μεγαλοπρεπής και πολυτελής βίος διακοπτόταν κατά διαστήματα από εκρήξεις βίας. Αυτός ο αριστοκρατικός κόσμος προοριζόταν να γκρεμιστεί με την εμφάνιση των παθών και των φιλοδοξιών των Βοργία, που διψούσαν για εξουσία.
Στη διάρκεια του έτους οπότε ο Ροδρίγος Βοργίας πέρασε στην Ισπανία ως πρέσβης του Βατικανού διοργάνωσε γιορτές και δεξιώσεις μεταμφιεσμένων που θάμπωσαν τους αυστηρούς ισπανούς επισκόπους. Θέλησε να κάνει ό,τι και στη Ρώμη, όπου ήταν πιο σπάνιες οι λειτουργίες παρά τα ξεφαντώματα του καρναβαλιού. «Ε tutto festa» (όλα είναι γιορτή). Κατά την παραμονή του στην Ισπανία ο νεαρός καρδινάλιος κανόνισε τον γάμο μεταξύ του Φερδινάνδου του Καθολικού και της Ισαβέλλας της Καθολικής, και αργότερα, ως Πάπας πλέον, επρόκειτο να επιλύσει με τη Συνθήκη της Τορδεσίγιας τη διένεξη μεταξύ Πορτογαλίας και Ισπανίας σχετικά με τη διανομή των υπερπόντιων κτήσεων που διεκδικούσαν χάρη στα εξερευνητικά ταξίδια.
Το δηλητήριο ως τέχνη
Ηταν ένα μολυβένιο πρωινό του Αυγούστου του έτους 1492, που φωτιζόταν από αδιάκοπες αστραπές. Ο λαός της Ρώμης είχε συγκεντρωθεί όλο προσμονή στην πλατεία του Αγίου Πέτρου -κάποιοι άλλοι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι δεν υπήρχε κόσμος- όταν άνοιξε ένα παράθυρο: «Ηabemus pontificem» είπε μια φωνή. «Ο σεβασμιότατος Ροδρίγος Βοργίας εκλέχθηκε Πάπας με το όνομα Αλέξανδρος Στ'» (επέλεξε το όνομα «Αλέξανδρος» από θαυμασμό για τον Μέγα Αλέξανδρο). Ο λαός ξέσπασε σε ζητωκραυγές για τον νέο Πάπα, που τον θεωρούσαν πρόσχαρο και γενναιόδωρο. Ήταν ο τελευταίος Ισπανός Πάπας μετά τον Δάμασο Α', τον Βενέδικτο 13ο και τον Κάλλιστο Γ' - επίσης από τον οίκο των Βοργία.
«Είμαι Πάπας, είμαι ο Ποντίφικας, ο εφημέριος του Χριστού!» φώναξε ο Ροδρίγος Βοργίας, ή Βαλέντσα, φορώντας λευκό φαιλόνιο, μίτρα χρυσοκέντητη, έξαλλος από χαρά. Επιτέλους, είχε πραγματοποιήσει το όνειρό του, μολονότι τού είχε κοστίσει ακριβά σε χρήμα, εύνοιες και τίτλους. Οι Μέδικοι κληροδότησαν στην Ιταλία την κλασική Αναγέννηση. Οι Βοργίες, τη βυζαντινή πολυτέλεια, τη δολιότητα, τη λαγνεία, το δηλητήριο ως μία εκ των καλών τεχνών. Ο Αλέξανδρος Στ' έγραψε ότι ήθελε να χαρίσει στη Ρώμη τη λάμψη της Κόρδοβας. Η Ρώμη ήταν όμως εκείνη την εποχή πιο πολύ πορνείο παρά άγια πόλη, παραδομένη στο ευαγγέλιο της απόλαυσης, στην ικανοποίηση κάθε ορέξεως. Ο Αλέξανδρος Στ' αναμφίβολα συνέβαλε με ζήλο, και με το παράδειγμά του, στη γέννηση και στην εξέλιξη της προτεσταντικής μεταρρύθμισης.
Με σήμα τον κόκκινο ταύρο
Ενας μεγάλος γνώστης εκείνης της ώρας και εκείνων των ημερών, ο Αινίας Σίλβιο, ισχυριζόταν ότι «στην Ιταλία μας, που τόσο της αρέσουν οι μεταβολές, όπου τίποτα δεν είναι βέβαιο, ούτε υπάρχει οίκος ηγεμόνων με ρίζες στην αρχαιότητα, είναι εύκολο να μετατραπούν οι δούλοι σε βασιλείς». Αυτή η κατάσταση ήταν στα μέτρα του Καίσαρος Βοργία, επισκόπου της Παμπλόνα, που κυνηγούσε με γεράκια στους λόφους της Σιένα, ενώ περίμενε να χτυπήσουν οι καμπάνες αναγγέλλοντας την εκλογή του Πάπα. Ηταν ψηλός και μυώδης, αθλητής. Λάτρης της ιππασίας, της ξιφασκίας και κάθε είδους γυμναστικών ασκήσεων. Έπαιρνε μέρος σε ιππικούς αγώνες, όπως το φημισμένο Πάλιο της Σιένα, και πάλευε με τους χωρικούς για να αποδείξει τη δύναμή του. Ο Καίσαρ Βοργίας εθεωρείτο ο «ομορφότερος άνδρας στην Ιταλία».
Ο Μακιαβέλι, που αντιλαμβανόταν τον τρόμο και τα μίση που ενέπνεε ο ωραίος Καίσαρ, τον χρησιμοποίησε ως πρότυπο του Ηγεμόνα, λόγω της αποφασιστικότητάς του, του καιροσκοπισμού του, της ταχείας ικανότητας εκτέλεσης, της έλλειψης ενδοιασμών. Μετά την εκλογή του νέου Πάπα τον είχε ακολουθήσει ως πρέσβης της Φλωρεντίας στην εκστρατεία του 1499, στην κατάκτηση του Φόρλι και της Ίμολα. Στη συνέχεια, στην κατάκτηση του Ρίμινι, του Πέζαρο και της Φαέντσα· αργότερα και σε αυτήν του Ουρμπίνο. Ήταν μάχες δευτερεύουσες, θα μπορούσαμε να πούμε, που ο Καίσαρ διεξήγαγε με παπικό χρήμα και γαλλικά όπλα. Ούτε κατάφερε να γίνει μεγάλος πολιτικός ή μαικήνας των τεχνών, μολονότι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι εργάστηκε για αυτόν ως επιθεωρητής φρουρίων. Το έμβλημά του «ή ο Καίσαρ ή τίποτα» δείχνει τις φιλοδοξίες του και την ιδέα που είχε για τον εαυτό του.
Ο πολιτικός και ιστορικός Γκουιτσαρντίνι (1483-1540), ο Ιταλός πολιτικός και ιστορικός που θεωρείται πατέρας της σύγχρονης Ιστορίας, επειδή χρησιμοποίησε κρατικά έγγραφα για να τεκμηριώσει την «Ιστορία της Ιταλίας», μισούσε τους Βοργίες, και κυρίως τον Ροδρίγο-Αλέξανδρο Στ'. Ελεγε για αυτούς ότι διέθεταν «ηγεμονική προσωπικότητα, σωματική ομορφιά, φιληδονία και υπεροψία». Στον Ροδρίγο, που είχε χειροτονηθεί καρδινάλιος από τον θείο του, τον Κάλλιστο Γ' σε ηλικία 20 ετών, διέκρινε «σπάνια σωφροσύνη και επιφυλακτικότητα, ώριμη σκέψη, θαυμαστές ικανότητες πειθούς και ικανότητες και δυνατότητες να κατευθύνει τις δυσκολότερες υποθέσεις».
Ο Καίσαρ, ευφυής και πανούργος, αγωνιζόταν πάντα να κερδίζει, να είναι το Νο 1. Στο οικόσημό του υπήρχε ένας κόκκινος ταύρος σε χρυσό φόντο, το έμβλημα των Βοργία, σύμβολο σθεναρότητας και πολεμικής ζέσης, πρόγονος του ταύρου του Όσμπορν, της πασίγνωστης στην Ισπανία μαύρης φιγούρας ταύρου που δημιουργήθηκε το 1956 για να διαφημίσει το μπράντι της εταιρείας Όσμπορν και θεωρείται -ανεπίσημα- ως σύμβολο της Ισπανίας. Ο Καίσαρ αντιδρούσε άσχημα στην ήττα και διέθετε ελάχιστη κλίση για εκκλησιαστική καριέρα, μολονότι ο πατέρας του τον προόριζε γι' αυτήν ως εφαλτήριο για άλλες επιχειρήσεις.
Και βέβαια ο υπερόπτης Καίσαρ, πότε ολιγόλογος και πότε εξωστρεφής, ήθελε να ντύνεται σύμφωνα με τη μόδα, με τα πιο εκκεντρικά ρούχα, όλο μπροκάρ και πολύτιμες πέτρες, ρουμπίνια στο λοφίο και χρυσό στις μπότες. Το χαμόγελό του εξέφραζε μνησικακία, εκδικητικότητα προς τους αριστοκράτες συμφοιτητές του στην Περούτζια και στη Βιέννη- τους Μεδίκους, τους Ορσίνι, του Κολόνα, τους Έστε- που τον κοιτούσαν αφ' υψηλού. Τους νίκησε όλους στα αμφιθέατρα και στα πεδία της μάχης.
Δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο: παρέδωσε το γεράκι στον γερακάρη και ανέβηκε στο άλογό του, σπιρουνίζοντάς το με κατεύθυνση τη Ρώμη. Ο μύθος των Βοργία άρχιζε· ο πατέρας του, όμως, ο Πάπας, τον σταμάτησε στο Σπολέτο. Του ζήτησε να περιμένει εκεί προς αποφυγήν τυχόν προβλημάτων με έναν νεαρό ιππότη τόσο ορμητικό, τόσο απρόβλεπτο στις διαθέσεις του, έτοιμο να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς.
Τρεις Βοργίες- εκλεκτά μέλη μιας διαβόητης δυναστείας που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή για την Καθολική Εκκλησία και για τα ιταλικά κράτη. Από αριστερά, ο Αλφόνσος Βοργίας, ο οποίος εξελέγη Πάπας παίρνοντας το όνομα Κάλλιστος Γ΄, ο Αγιος Φρανθίσκο ντε Μπόρχα και ο καρδινάλιος Γκασπάρε Βοργίας
Ο Ιωάννης, ο δεύτερος γιος, ο αγαπημένος του πατέρα, γοητευτικός και νωθρός, προοριζόταν να γίνει διοικητής του παπικού στρατού. Ο Καίσαρ ήταν έξαλλος με αυτήν την πατρική επιλογή υπέρ του αδελφού του. Με πληγωμένη υπερηφάνεια περίμενε να τον καλέσουν στη Ρώμη. Ο Τζοφρέ, πρίγκιπας του Εσκιλάτσε, ήταν ακόμη πολύ μικρός και χειροκροτούσε τον πατέρα του με ενθουσιασμό, ενώ ο νέος Πάπας χαϊδολογούσε την Τζούλια Φαρνέζιο.
Λουκρητία η γητεύτρα
Και η Λουκρητία; Η Λουκρητία, αυτή μάλιστα, έκλαιγε από χαρά. Στα 12 της χρόνια ήταν έτοιμη να παντρευτεί τον Τζοβάνι Σφόρτσα ντε Αραγόν, ηγεμόνα του Πέζαρο. Συμφωνία που υπήρξε το αντάλλαγμα για τη θέση του Πάπα. Ο Ποντίφικας και ο Καίσαρ Βοργίας ζήλευαν ο ένας τον άλλο αναφορικά με τη Λουκρητία. «Είναι ωραία στη μορφή, έχει όμορφα, ξύπνια μάτια. Το πρόσωπο μάλλον μακρύ. Τη μύτη όμορφη και καλοσχηματισμένη, τα μαλλιά χρυσαφένια, τα μάτια αστραφτερά», όπως την περιέγραφε κάποιος σύγχρονος. Η μοναδική δύναμη του βλέμματός της ήταν ένα από τα κύρια χαρίσματά της. Ο ποιητής Έκτορ Στρότσι το τραγουδούσε με λατινικούς στίχους. Έφθασε να πει, με την υπερβολή που χαρακτήριζε τους βάρδους, ότι όποιος κοίταζε τον ήλιο τυφλωνόταν, όποιος κοίταζε τη Μέδουσα μεταμορφωνόταν σε πέτρα και όποιος κοίταζε τη Λουκρητία Βοργία έμενε πρώτα τυφλός και μετά απολιθωμένος.
Η μορφή της Λουκρητίας γοητεύει ποιητές και συγγραφείς, από τον Βικτόρ Ουγκό και τον Μπλάσκο Ιμπάνιεθ, τον συγγραφέα από τη Βαλένθια που υποστηρίζει τους Βοργίες και τους υπερασπίζεται στο έργο του «Στα πόδια της Αφροδίτης», ως τον Μάριο Πούζο, τον συγγραφέα του «Νονού», που ενέπνευσε στον Κόπολα την ομώνυμη ταινία.
«Οι Βοργίες ήταν άνθρωποι της εποχής τους» δικαιολογείται ένας ήρωας του μυθιστορήματος του Μπλάσκο Ιμπάνιεθ. «Έζησαν σύμφωνα με το περιβάλλον της εποχής». Οσο για τη Λουκρητία, που πέθανε στη γέννα ως πριγκίπισσα του θρόνου της Φεράρα, να πώς την περιγράφει ο συγγραφέας από τη Βαλένθια: «Χρησιμοποιούσε κιλίκιο [τραχύ τρίχινο ράσο, τυπικό ρούχο των ασκητών], ζούσε ενάρετη ζωή, τη θαύμαζαν οι σύγχρονοί της και ποτέ δεν της απέδωσαν κάποια δηλητηρίαση, ούτε και οι πιο φανατικοί εχθροί της οικογένειάς της» διαβάζουμε στο έργο «Στα πόδια της Αφροδίτης». Ο Μπλάσκο Ιμπάνιεθ (1867-1928), ο Ισπανός αυτός πολιτικός και συγγραφέας που έγινε γνωστός για τα μυθιστορήματά του τα οποία είχαν θέμα τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ξεκίνησε τη διαδικασία αποκατάστασης της Λουκρητίας, που την εμφανίζει ως ένα είδος Λαίδης Ντι της εποχής της: λίγο φαντασμένη, αλλά πρόθυμη να βοηθήσει τους αναξιοπαθούντες.
Η Λουκρητία γεννήθηκε από τη σχέση τής Βανότσα Κατανέι και του Ροδρίγο Βοργία. Η Βανότσα παντρεύτηκε τρεις φορές, αλλά είχε μόνο έναν εραστή, τον καρδινάλιο Βοργία. Ο μέλλων Πάπας και η Βανότσα γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν στο Κονσίλιο της Μάντουα. Ο καρδινάλιος ήταν αυτός που, για να σώσει τα προσχήματα, τής βρήκε σπίτι και συζύγους, δύο γέρους με χρήματα.
Ο Ροδρίγος Βοργίας απόκτησε άλλα τρία παιδιά, τον Πέδρο Λουίς και δύο κόρες, την Τζερόνιμα και την Ισαβέλλα. Και τα τρία πέθαναν πολύ νέα. Ο Πέδρο Λουίς πέθανε μόλις έφθασε στη Ρώμη. Κανείς δεν έδωσε εξηγήσεις για το συμβάν, το έγκλημα έφερε όμως την υπογραφή των Βοργία. Στον αδελφό του τον Ιωάννη έμεινε ο τίτλος του δούκα της Γανδία και στη Λουκρητία η περιουσία του. «Καλύτερα να χάνεις έναν σύζυγο νεκρό παρά έναν εραστή ζωντανό» επισημαίνει το Σατυρικόν.
Ο «πόλεμος της μοιχείας»
Οταν ο Κάρολος Θ' επιτίθεται στην Ιταλία -θα έμπαινε στη Ρώμη το 1494-, ο Πάπας κοιτάζει γύρω του, αντικρίζει το κενό και δεν βρίσκει άλλη λύση παρά να ζητήσει τη βοήθεια των Τούρκων, των μεγάλων εχθρών του. Ο πόλεμος εκείνος ονομάστηκε «της μοιχείας». Υπήρχε λόγος: στη Λυών ο γάλλος βασιλιάς περνούσε τη νύχτα με μια πόρνη, ενώ η γυναίκα του η Άννα της Βρετάνης περίμενε στο διπλανό δωμάτιο, και οι στρατιώτες του το γιόρταζαν στο δρόμο με κρασί και γυναίκες.
Ο Βοργίας απελπίζεται: οι Τούρκοι του σουλτάνου Βαγιαζίτ δεν σπεύδουν προς βοήθειά του. Όταν τον πληροφορούν ότι ο βασιλιάς Κάρολος βρίσκεται ήδη στο Μιλάνο, οχυρώνεται στο κάστρο του Σαντ' Άντζελο. Προηγουμένως εκφωνεί ομιλία στους Ρωμαίους που την είχε ετοιμάσει ο γιος του ο Καίσαρ: «Εσείς, οι πιστοί μου υπήκοοι» -λέει με λυγμούς ο Αλέξανδρος- «δεν πρέπει να υποκύψετε στις δεσποτικές διαταγές αυτών των ξένων, των Γάλλων. Όπως κι εγώ, προτιμήστε να πεθάνετε παρά να παραδοθείτε...», σύμφωνα με όσα γράφει η ιστορικός Κλοντ Μοσέ. Να πεθάνουν για τον Βοργία; Αυτό που σκέπτονταν ήταν να ανοίξουν στους Γάλλους τις πύλες της Ρώμης. Στη Φλωρεντία ο μοναχός Σαβοναρόλα ξεσηκώνει τα πλήθη λέγοντας ότι ο Κάρολος Θ' σπεύδει εναντίον της Ρώμης «με το ξίφος του Θεού». Ο Αλέξανδρος Στ' ορκίζεται να τον στείλει στην πυρά, «αφού πρώτα διαλέξει ο ίδιος τα ξύλα». Έτσι και έγινε.
Ακόμη και η Τζούλια Φαρνέζιο εγκαταλείπει τη Ρώμη. Τη σταματούν οι Γάλλοι και ο Αλέξανδρος Στ' φαντάζεται την ξανθή του ερωμένη να περνά από τον έναν στρατιώτη στον άλλο. Ο βασιλιάς Κάρολος αισθάνεται μεγαλόψυχος και ελευθερώνει την Τζούλια, ζητώντας σε αντάλλαγμα να του παραδώσει ο Πάπας τον γιο του Καίσαρα. Η Λουκρητία και η νύφη του Πάπα, σύζυγος του γιου του Τζοφρέ, αντικαθιστούν την Τζούλια στο κρεβάτι του Πάπα όσο η Φαρνέζιο είναι αιχμάλωτη. Η κόρη του Ποντίφικα είναι ελεύθερη να επιλέγει τα βίτσια της και τους άλλους εραστές της. Καμαρώνει για αυτό. Από τότε που παντρεύτηκαν, ο σύζυγός της, ο κύριος του Πέζαρο, ούτε που την έχει αγγίξει.
|
|
Λουκρητία Βοργία, η κόρη του πάπα και ο πατέρας της,
πάπας Ροντρίγο Βοργία.
Εκείνη την περίοδο ο Ιωάννης, ο επίλεκτος του Ροδρίγο, επέστρεψε στη Ρώμη ύστερα από μακρά παραμονή στην Ισπανία. Ο Καίσαρ έπαθε άλλη μια κρίση ζηλοτυπίας. Ο Ιωάννης, που είχε βυθιστεί βαθιά στον ξεπεσμό των Βοργία, ήταν ήδη μελλοθάνατος. Ένα πρωινό του Ιουνίου, το μαχαιρωμένο πτώμα του, εμφανίστηκε στα δίχτυα ενός ψαρά στα λασπερά νερά του Τίβερη, του οχετού της δυναστείας. Ο Πάπας σε έναν παροξυσμό θρήνου, πλησίασε το παραμορφωμένο σώμα του γιου του, με τον λαιμό κομμένο, και το φίλησε στο στόμα. Έπειτα κατέφυγε στα ενδιαιτήματά του και δήλωσε ότι σκόπευε να επανορθώσει. Η δολοφονία του γιου του Ιωάννη, από το χέρι του Καίσαρος ή όχι (αυτό δεν έχει αποδειχθεί, ο νεκρός είχε πολλούς εχθρούς), ήταν συνέπεια των δικών του αμαρτημάτων. Ξέσκισε τα ρούχα του, αλλά η μετάνοιά του κράτησε μόνο λίγες εβδομάδες.
Ο Καίσαρ, παρά τους έρωτες, τις στρατιωτικές εκστρατείες και κάποια δολοφονία πού και πού, περιλαμβανομένων και των μαζικών εκτελέσεων συνωμοτών, βρήκε χρόνο για να κλειστεί με οκτώ ταύρους στους κήπους του Βατικανού. Ο δούκας του Βαλαντινού καμάρωνε για τη σωματική του κατάσταση και τα πολυτελή ενδύματά του. Ηταν ο Ωραίος Μπρούμελ της Αναγέννησης, ο «πιο κομψός της εποχής του». Οι Ρωμαίοι, που επιζητούσαν τις διασκεδάσεις με άρτο και ταύρους, ευγνωμονούσαν τον Καίσαρα Βοργία για τη γενναιοδωρία του και τη χαρά της ζωής. Στον γιο του Πάπα αναλογούσαν οι δύο πρώτοι ταύροι. Τον πρώτο τον σκότωσε με ένα χτύπημα της λόγχης στον λαιμό. Στον δεύτερο επιτέθηκε πεζός με τη βοήθεια της μπέρτας και τον έριξε στην αρένα νεκρό, με μια έξυπνη μαχαιριά. Δεν ήταν ο Κούρο Ρομέρο, ο διάσημος ταυρομάχος του 20ού αιώνα. Το κοινό χειροκροτούσε ξαναμμένο τον «δικό μας Καίσαρα».
Ο φόνος του Αλφόνσο
Το 1498 ο Καίσαρ πέταξε τα ράσα: εγκατέλειψε τη θέση του καρδινάλιου για να παντρευτεί -κι άλλος γάμος συμφέροντος- με την αδελφή του βασιλιά της Ναβάρας, την Καρλότα ντε Αλμπρέ. Κατόρθωσε να ξεπεράσει τις ισχυρές αντιρρήσεις του πεθερού του: «Η κόρη μου να παντρευτεί με έναν μπάσταρδο του Πάπα; Ποτέ!». Ο πατέρας συμφώνησε, και ο Λουδοβίκος 12ος, τότε βασιλιάς της Γαλλίας, του παραχώρησε τον τίτλο του δούκα του Βαλαντινουά. Σύμφωνα με το γράμμα που έστειλε ο γαμπρός στον πατέρα του η γαμήλια νύχτα ήταν επιτυχής.
Από τα πολλά εγκλήματα που αποδίδονται στον Καίσαρα Βοργία το πιο ειδεχθές είναι ο φόνος του γαμπρού του Αλφόνσο, δούκα του Μπισέλιε, ο οποίος ήταν παντρεμένος με τη Λουκρητία. Επρόκειτο μάλλον για εκδίκηση παρά για πολιτική δολοφονία. Ο Αλφόνσο κατέβαινε μια νύχτα του Ιουνίου τα σκαλιά του Αγίου Πέτρου, όταν τού επιτέθηκε ομάδα πληρωμένων δολοφόνων που παρίσταναν τους ζητιάνους. Ο δούκας ζητάει τη βοήθεια των Καταλανών της φρουράς, που τον σώζουν από το χαριστικό χτύπημα με τη σπάθη. Είναι όμως βαριά πληγωμένος. Για να ολοκληρώσει το έργο του ο Καίσαρας, στέλνει στο δωμάτιο όπου κείτεται ο Αλφόνσο έναν άνδρα καλυμμένο με μανδύα: είναι ο δήμιος του κάστρου του Σαντ' Άντζελο, που του κόβει τον λαιμό με άψογη επαγγελματικότητα.
Ποιος σκότωσε τον δεύτερο σύζυγο της Λουκρητίας; Πολλοί δείχνουν τον Πάπα, από ζηλοτυπία, ή ακόμη και τη Λουκρητία την ίδια, που τον είχε βαρεθεί και ήθελε να απαλλαγεί από αυτόν. Με τους Βοργίες ποτέ δεν ξέρει κανείς. Και σε αυτήν όμως την περίπτωση το δάκτυλο των κατηγόρων δείχνει και πάλι τον Καίσαρα.
Μετά τη δεύτερη εκστρατεία της Ρομάνια -κυριαρχεί στο κέντρο της Ιταλίας από τη Μεσόγειο ως την Αδριατική- ο Καίσαρ ετοιμάζεται να κατακτήσει την Τοσκάνη από τους τρομερούς Μεδίκους. Είναι το πιο δυνατό του όνειρο, αλλά ο θάνατος του πατέρα του, του Πάπα, στις 18 Αυγούστου 1503, διέκοψε και αυτά όπως και άλλα σχέδιά του.
Και να πάλι τα αινίγματα, το μαύρο μυθιστόρημα σε συνέχειες: ο Αλέξανδρος Στ' πέθανε από πανούκλα, από μαλάρια ή τον δηλητηρίασαν οι ίδιοι οι Βοργίες; Ο Καίσαρ έχει πέσει κι αυτός άρρωστος. Και οι δύο, πατέρας και γιος, παρεκάθησαν στο δείπνο που προσέφερε μια καυτή νύχτα του Αυγούστου ο καρδινάλιος του Κορνέτο, ο οποίος ήθελε να προλάβει τα γεγονότα: ο Πάπας και ο γιος του θα προετοίμαζαν απόπειρα κατά της ζωής του. Ο Καίσαρ, όμως, χώνεται γυμνός στα εντόσθια μουλαριού -άλλοι λένε ότι ήταν ταύρος-, πασαλείβεται με το αίμα του ζώου και στη συνέχεια τον βουτούν σε παγωμένο νερό. Ως διά μαγείας θεραπεύεται. Αρρώστησε πράγματι ο Καίσαρ ή ήταν κόλπο για να καλύψει την πατροκτονία; Προτού πεθάνει ο Αλέξανδρος Στ', ο 214ος διάδοχος του Αποστόλου Πέτρου, ζητούσε περισσότερο χρόνο: «Φεύγω, φεύγω. Περίμενε λίγο ακόμη!».
Ο λαός της Ρώμης παρελαύνει μπροστά από το φέρετρο του Αλεξάνδρου. Το πτώμα μοιάζει να είναι σε αποσύνθεση, τρομακτικά πρησμένο, πράγμα που στηρίζει τη θεωρία της δηλητηρίασης. Ο πρέσβης της Βενετίας διαβεβαιώνει: «Είναι το πιο φρικτό ανθρώπινο σώμα που έχω δει ποτέ». Ο Μακιαβέλι, σύμφωνα με τον Ζακ Ρομπισόν, γράφει: «Ήταν υπεύθυνος για την επικήδεια ομιλία: “Το πνεύμα του δοξασμένου Αλεξάνδρου μεταφέρθηκε συνοδευόμενο από τη χορεία των ευλογημένων ψυχών, έχοντας στο πλευρό του, σφιχταγκαλιασμένες, τις τρεις πιστές του ακολούθους: τη Σκληρότητα, τη Σιμωνία, τη Λαγνεία». Προς εξιλέωση για τα τόσα αμαρτήματα, ένας καλός Βοργίας έφθασε στην Εκκλησία, ο Ιησουίτης Φρανθίσκο ντε Μπόρχα. Γεννημένος στη Γανδία το 1510, εγγονός του Ιωάννη Βοργία και δισέγγονος του Αλεξάνδρου, ανακηρύχθηκε άγιος στη Ρώμη το 1671.
Είκοσι τρία λογχίσματα
Ο νέος Πάπας, ο Τζούλιο ντε λα Ρόβερε, ή Ιούλιος Β' μερίμνησε για τα δέοντα ώστε το άστρο του Καίσαρα Βοργία να χάσει τη λάμψη του. Του αφαίρεσε τον τίτλο του δούκα της Ρομάνια και του αρχιστρατήγου της Εκκλησίας και τον έκλεισε στην Όστια. Στη Νάπολη συνελήφθη από τον Γκονθάλο ντε Κόρδοβα, τον αρχιστράτηγο, που τον πούλησε αντί πινακίου φακής. Τον έστειλε στην Ισπανία. Αποβιβάστηκε στο Γκράο της Βαλένθια και φυλακίστηκε στο κάστρο της Τσιντσίλια στο Αλμπαθέτε, και αργότερα στη Μεδίνα ντελ Κάμπο, από όπου απέδρασε το 1506. Ενώ παρατηρούσε γεμάτος μελαγχολία την πτήση των γερακιών, κατάλαβε ότι είχε γίνει πιόνι στην παρτίδα ανάμεσα στην Καστίλλη και στην Αραγωνία.
Έπειτα από μια απερίγραπτη περιπλάνηση στο Κάστρο-Ουρδιάλες, στο Μπιλμπάο και στο Ντουράνγκο, ο προγραμμένος στην Ιταλία και καταδιωγμένος στην Ισπανία, αυτός που ήταν κάποτε επίσκοπος της Παμπλόνα, πέθανε ως γενναίος σε αψιμαχία κοντά στη Βιάνα, μόνος του εναντίον 20 ιππέων, επαναστατών του Μπομόν από τη Ναβάρα. Ο βασιλιάς της Ναβάρας, ο Χουάν ντε Αλμπρέ, ανακάλυψε το πτώμα του γαμπρού του γυμνό, ακρωτηριασμένο και θανάσιμα τραυματισμένο, σε ένα φαράγγι με 23 χτυπήματα από λόγχη. Στην εκκλησία της Βιάνα το πτώμα του ανθρώπου που παρά λίγο να βασιλέψει στην Ιταλία ετάφη με χριστιανική κηδεία.