05 April 2007

Η τουρκοκρατία, μέρος VII

(Παραπομπή στο πρώτο μέρος >>>)

Τελευταίες φιλότουρκες εκδηλώσεις

Πέρα από τις εγκυκλίους, ο οικουμενικός πατριάρχης Καλλίνικος Ε' αφόρισε το έτος 1805 εκείνους που συμμετείχαν στην Ελλάδα σε σώματα κλεφτών και αρματολών. Το 1821 αφόρισε ο οικουμενικός πατριάρχης Γρηγόριος Ε' τον Υψηλάντη και τους επαναστάτες της Μολδοβλαχίας. Μεταγενέστεροι παράγοντες δικαιολογούν αυτή την ενέργεια του Γρηγορίου με κάποια επικείμενη «σφαγή» των Ελλήνων της Κων/πολης η οποία, δήθεν, απετράπη τελικά με την έκδοση του αφορισμού! Αυτή είναι βέβαια μια περίεργη δικαιολογία, δεδομένου ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν ήταν κράτος δικαίου, ώστε να δεσμεύεται ο σουλτάνος από οποιεσδήποτε προφορικές ή γραπτές βεβαιώσεις, αν υπήρξαν αυτές, περί μη σφαγής. Αλλά και παρά τους αφορισμούς των επαναστατημένων, δολοφονήθηκε ο Γρηγόριος και έγιναν, με κάθε αφορμή, σφαγές και λεηλασίες στην Πόλη, τη Σμύρνη, τις Κυδωνίες και αλλού. Άρα, δεν εξυπηρέτησαν σε τίποτα οι αφορισμοί, πέρα από την ηττοπάθεια που προκάλεσαν στο λαό και την επιβεβαίωση υποταγής του εκκλησιαστικού μηχανισμού στην οθωμανική εξουσία.

Κατά μία άλλη εκδοχή «... o Αλή Πασάς (Μπενδερλή) ... διέταξε και κρέμασαν εν τη μεσαία του Πατριαρχείου Πύλη τον Πατριάρχην Γρηγόριον τον Ε' ... μάλλον προς αντεκδίκησιν, διότι οι Έλληνες συλλάβοντες τον Μολλάν της Μέκκας, δια θαλάσσης επανερχόμενον εν πλήρει των γεγονότων αγνοία εις Κωνσταντινούπολιν εξ Αλεξανδρείας, τον φόνευσαν σκληρότατα μεθ' όλης του της οικογενείας» (Σκαρλάτος Βυζάντιος: «Κωνσταντινούπολις», τόμος β', σελίς 490, 1862). Ανεξάρτητα από τα πραγματικά αίτια για τη δολοφονία του πατριάρχη, λογικότερη ερμηνεία του «αφορισμού της επανάστασης» εκ μέρους του εκκλησιαστικού ιερατείου είναι λοιπόν ότι οι αντιοθωμανικές κινήσεις στο βαλκανικό χώρο ενοχλούσαν το «βολεμένο» με την τουρκοκρατία εκκλησιαστικό μηχανισμό ο οποίος, ακόμα και μέχρι των ημερών μας, αναφέρεται συχνά σε πατριαρχικό επίπεδο στην προεπαναστατική «ειρηνική συμβίωση των δυνάμεων του Γένους» υπό τον σουλτάνο. Και δεν πρέπει να παραβλέπεται ποτέ ότι, είτε ίσχυε η «ειρηνική συμβίωση» είτε η (εκ των υστέρων καταγγελλόμενη) καταπίεση, αυτά ήταν συνέπεια συνειδητής δωσιλογικής επιλογής των εκκλησιαστικών παραγόντων του 15ου αιώνα (Σχολάριος κ.ά., βλέπε προηγούμενα).


Ο οικουμενικός πατριάρχης Ευγένιος Β', διάδοχος του Γρηγορίου Ε', «σχεδόν αγράμματος, αλλά τολμηρός και θρασύς εις το λέγειν», όπως τον χαρακτηρίζουν οι Ιστορικοί, είχε κατηγορηθεί και ως καταδότης των επαναστατών στους Τούρκους. Με πολλές εγκυκλίους του στην εποχή από Αύγουστο 1821 έως και Ιανουάριο 1822, καλεί τους επαναστατημένους Έλληνες να μετανοήσουν και να δηλώσουν υποταγή και ευπείθεια στο σουλτάνο: «Μεγάλαι ήσαν αι εύνοιαι (…) και το έθνος υμών αντικείμενον της πατρικής μερίμνης του Σουλτάνου, όφειλε να ευλογή τον μονάρχην, όστις κυβερνά τον λαόν αυτού καθ’ υπόδειγμα της θείας ευσπλαχνίας (…) Αλλά φευ αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί μέγα μέρος των Ελλήνων, παριδόντες το καθήκον της ευγνωμοσύνης, ετόλμησαν να φέρωσιν όπλα εναντίον του γαληνοτάτου και κραταιοτάτου ημών ηγεμόνος». Για όσους δε δεν «μετανοήσουν» εκτοξεύει ο συγκεκριμένος πατριάρχης απειλές κατά της ζωής, της περιουσίας, της οικογένειας και της πατρίδας τους και, πέρα από αυτά, κυρώσεις χωρίς έλεος, που θα τους επιβάλει ο Οθωμανός κυρίαρχος, ενώ «θα τους τιμωρήσει αμείλικτα και ο θεός» (Δημ. Σοφιανού «Εγκύκλιοι του Οικουμενικού Πατριάρχη ...») Προφανώς, το αποκορύφωμα της πολιτικής θεολογίας της Ορθοδοξίας του 19ου αιώνα!

Ακόμα και μετά τη λήξη του απελευθερωτικού αγώνα και τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, έστειλε ο τότε Πατριάρχης Αγαθάγγελος Α' το Φεβρουάριο 1828 εγκύκλιο, με την οποία καλούσε τους κατοίκους της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους που είχαν απελευθερωθεί, να μετανοήσουν, να δηλώσουν υποταγή στο σουλτάνο και να επανέλθουν υπό τον οθωμανικό ζυγό! Μία πατριαρχική αντιπροσωπεία που ήλθε ειδικά στην Ελλάδα επέδωσε ιδιοχείρως την εγκύκλιο στον πρώτο κυβερνήτη του νεοελληνικού κράτους, Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος φυσικά την απέρριψε χωρίς συζήτηση (Χρήστος Σαρτζετάκης)

Με όλα αυτά, οι λαοί που κατάφεραν στις αρχές του 19ου αιώνα να αποτινάξουν σε μικρά τμήματα της παλιάς Ρωμανίας τον οθωμανικό ζυγό, είχαν χάσει πια την Αναγέννηση, είχαν χάσει τη θεσμική οικονομική επανάσταση του 17ου αιώνα (δημιουργία κεφαλαιαγορών, χρηματιστηρίων και πολυεθνικών ανωνύμων εταιρειών), δεν γνώρισαν το Διαφωτισμό και τη βιομηχανική επανάσταση και βρίσκονταν το έτος 1830 πολιτισμικά και πνευματικά, χωρίς καταγωγή, παρελθόν και συνέχεια, σε πλήρη μορφωτική ένδεια - κατάληξη μιας αποστολής που εκτέλεσε «επιτυχώς» επί μιάμιση χιλιετία ο εκκλησιαστικός μηχανισμός. Τη χρονιά που ξεκίνησε η λεγόμενη εθνική παλιγγενεσία, δύο Ελληνίδες αδελφές
αλληλογραφούσαν ως εξής (από επιστολή που βρίσκεται στο Αρχείο Χατζηγιάννη Μέξη, Ιστορικό Αρχείο Σπετσών):
«Της ενδοξοτάτις και ποληχρονεμενης
εζλι χανουμς
Ανάπλι

Ενδοξοτάτη και πολυχρονεμένη χανούμ αμελέ μου
Ακριβος χερετο και ροτο δια το χαΐρι σου

Χανουμου αμελε μου σουλεγο μεπολιβηα οτι
κατατοπαρον τινηγιαν καλος εχουμε προστινορα
καιμεαλονμουγραμα σουεγραψα
κιαντολαβες ουτεν ηξευβρο
ομοσγραψε μου διατινιγιανσου
ταπαντα σεχερετο
1821 απριλ. 4

Αδελφισου
Αχαμπημπι
Χανουμ γιαερ
»

Επίσης ενδεικτικές της οπισθοδρόμησης που είχε επιβληθεί στους ελληνικούς πληθυσμούς κατά το βαλκανικό Μεσαίωνα είναι οι αντιδράσεις που προέκυψαν στις πρώτες δεκαετίες του ελεύθερου ελληνικού κράτους κατά διαφόρων «νεωτερισμών» που εισάγονταν από τη Δύση, όπως της πατατοφαγίας (έργο των Αλούτερων = Λουθεριανών!), κατά του εμβολιασμού (βούλα του διαβόλου), κατά των ατμοπλοίων (καρότσες του σατανά), κατά του πανεπιστημίου (διαβολοεπιστήμιο), κατά του δικαστικού συστήματος (γυφτόσπιτα), κατά των Τραπεζών (τους έβαζαν βόμβες γιατί τους χάλαγαν τις τοκογλυφίες, όπως ο Μακρυγιάννης κ.ά.), τις οποίες αντιδράσεις καθοδηγούσε ο εκκλησιαστικός μηχανισμός ή το πιο οπισθοδρομικό τμήμα του.

Το 1830 έγραφε ο Αδαμάντιος Κοραής, τον οποίο μέχρι σήμερα αναθεματίζουν οι παπάδες: «Η ταλαίπωρος Ελλάς δεν ανεστήθη αληθώς, αλλά τάφον μόνον ήλλαξε, και επέρασεν από νεκροθαπτών Τούρκων χείρας εις χριστιανούς νεκροθάπτας». Αυτή η πολιτισμική υστέρηση έναντι της Ευρώπης των βαλκανικών λαών και ειδικότερα της ελληνικής κοινωνίας που είναι αποτέλεσμα επιμελημένης προσπάθειας του εκκλησιαστικού μηχανισμού, συνεχίζεται μέχρι των ημερών μας και είναι εμφανής σε πάμπολλες εκδηλώσεις.

(Στέλιος Φραγκόπουλος, Stelios Frangopoulos)