(του Στεφανου Kασιματη, Καθημερινή, 13/12/2009)
Όταν πριν από περίπου ένα χρόνο είχε επισκεφθεί την Αθήνα ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Yale, την ομιλία του παρακολούθησε η αφρόκρεμα του δικού μας πανεπιστημιακού κόσμου. Ανάμεσά τους και ο πρύτανης του Ε.Μ.Π. κ. Μουτζούρης, που μάλιστα έκανε και μια ερώτηση στον ομόλογο του Yale, με την ευγενική μεσολάβηση κάποιου αγγλομαθούς.
Θυμάμαι πως, προτού διατυπώσει την ερώτηση, αισθάνθηκε την υποχρέωση (ίσως λόγω της παρουσίας του τότε υπουργού Παιδείας στην αίθουσα) να δηλώσει την βεβαιότητά του ότι, η παρουσία του Ευριπίδη Στυλιανίδη στην ηγεσία του αρμόδιου υπουργείου εγγυάται ακόμη υψηλότερα επιτεύγματα για την ελληνική Ανώτατη Παιδεία. Ποιο ήταν το περιεχόμενο της ερώτησης στο οποίο προχώρησε, δεν το θυμάμαι, εξαιτίας του σοκ που μου προκάλεσε η ξεκούδουνη δήλωση πίστης στο κοινό πεπρωμένο Στυλιανίδη και πανεπιστημιακής Παιδείας.
Στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, άκουσα τον ίδιο άνθρωπο, τον πρύτανη κ. Μουτζούρη, να εξαίρει από ραδιοφώνου τη στάση της σημερινής υπουργού 'Αννας Διαμαντοπούλου στην εφετινή θλιβερή επέτειο, επισημαίνοντας ότι «επιτέλους, εφέτος είχαμε συνομιλητή στο υπουργείο Παιδείας». Άφησε, δε, να εννοηθεί σαφώς ότι, στα περσινά επεισόδια, δεν είχε εκδηλωθεί το ανάλογο με τη σοβαρότητά τους ενδιαφέρον από πλευράς υπουργείου.
Ο Ευριπίδης, ασφαλώς, θα πληγώθηκε αν το άκουσε — αλλά αυτό είναι δευτερεύον. Το σημαντικότερο είναι ότι το ηθικό μέγεθος των ανθρώπων ορίζεται κυρίως από τις συνθήκες της πραγματικότητας. Με το παλιό σύστημα πρυτανικής εκλογής (προϊόν του οποίου ήταν ο παραιτηθείς πρύτανης του Καποδιστριακού κ. Κίττας και εξακολουθεί να είναι ο κ. Μουτζούρης), οι υποψήφιοι συναλλάσονταν παρασκηνιακά με τους κομματικούς στρατούς των φοιτητικών οργανώσεων, τις δυνάμεις που διοικούσαν τα πανεπιστήμια από την εποχή του Απόστολου Κακλαμάνη.
Στο τέλος, κέρδιζε εκείνος που κατόρθωνε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των περισσοτέρων. Με ένα τέτοιο σύστημα, ήταν αναπόφευκτο τα πρόσωπα που εκλέγονταν να ενσαρκώνουν τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή. Τα «ανθρωπάκια», με άλλα λόγια, ήταν το προϊόν της ασύδοτης κομματοκρατίας. Μακάρι η σωστή εφαρμογή της καθολικής ψηφοφορίας, που θεσπίσθηκε με το νόμο-πλαίσο της Μαριέτας Γιαννάκου, να βοηθήσει το αξίωμα να επανέλθει στο φυσικό του μέγεθος...