Είχα ένα θείο, αδελφό της μητέρας μου, θείος Κώστας στο όνομα, Dean στα αμερικάνικα, ο οποίος το 1953 μπάρκαρε για Αμερική και μπήκε εκεί λαθραία. Οι συνθήκες ζωής στην Αθήνα και την Ελλάδα γενικότερα, ήταν εκείνα τα χρόνια για όλους δύσκολες. Ο θείος επιπλέον ήταν το 7ο παιδί της οικογένειας, η οποία είχε χάσει τον εργατικό και κουβαλητή πατέρα από το 1938, και το μόνο προσόν του ήταν, όχι ασήμαντο τότε, ότι είχε τελειώσει το Γυμνάσιο (Λύκειο που λένε σήμερα).
Πήγε λοιπόν ο θείος πρώτα στο Άμστερνταμ όπου μπάρκαρε σε κάποιο εμπορικό σκάφος για Νότια Αμερική, αλλά θα έκανε ενδιάμεσο σταθμό στη Νέα Υόρκη. Εκεί δραπέτευσε ο Dean από το σκάφος του και συνάντησε στο λιμάνι ένα συγγενή, παλιό μετανάστη, με τον οποίο είχε συνεννοηθεί και τον περίμενε. Ο συγγενής τον φιλοξένησε 1-2 μέρες σπίτι του, μέχρι να γίνει διαπραγμάτευση με κάποια νύφη, η οποία συστηματικά πληρωνόταν για να παντρευτεί λαθρομετανάστες και να έρθουν στη συνέχεια επίσημα στην Αμερική.
Αμέσως μετά έφυγε ο θείος Dean για την Τζαμάικα και περίμενε εκεί να του στείλει η στεφανωμένη για πολλοστή φορά σύζυγος επίσημη πρόσκληση μετανάστευσης. Όλα υπό τον έλεγχο του Αμερικάνου συγγενή και με τμηματικές πληρωμές. Ερχόμενος ο θείος επίσημα πλέον στη Νέα Υόρκη, βρήκε κάποια δουλίτσα και έκανε αίτηση για άδεια μόνιμης παραμονής.
Κάπως έτσι εγκαταστάθηκαν στην Αμερική τότε πολλές χιλιάδες συμπατριώτες μας και άλλοι Ευρωπαίοι, οι οποίοι πρόκοψαν επαγγελματικά στα ξένα, αλλά ζούσαν διαρκώς με το όνειρο να επιστρέψουν κάποια στιγμή στην πατρίδα. Ο θείος γύρισε στην Ελλάδα με την είσοδο του 21ου αιώνα, μετά από περίπου 50 χρόνια παραμονής και εργασίας στην Αμερική ως ξυλουργός (carpenter). Το 2004 πήγαμε μαζί σε 1-2 αθλητικούς αγώνες των Ολυμπιακών, το είχε καημό να δει από κοντά Ολυμπιακούς Αγώνες ο θείος!
Έπαιρνε ο μπάρμπας από την Αμερική (California) μια σύνταξη, αλλά ιατροφαρμακευτική περίθαλψη δεν είχε, περίπου 80 ετών τότε. Του είχα πει να φροντίσει να ασφαλιστεί που ήταν και εύκολο για υπερήλικες που επιστρέφουν στην πατρίδα, αλλά αυτός αμελούσε, δεν το θεωρούσε σημαντικό. «Εγώ δεν αρρώστησα ποτέ» μου έλεγε, «τώρα θα αρρωστήσω;»
Έβλεπα το θείο 2-3 φορές το μήνα, ερχόταν καμιά Κυριακή ή γιορτή και τρώγαμε μαζί, τον ρώταγαν τα παιδιά διάφορα θέματα από την Αμερική και διασκεδάζαμε. Παράλληλα είχε πιάσει ο μπάρμπας φιλίες στο ΚΑΠΗ της περιοχής, όπου οργάνωναν μαζί συνεστιάσεις, ομαδικές εκδρομές και άλλα σχετικά με χρηματοδότηση του Δήμου. Είχε συνεχή απασχόληση και ήταν αρκετά δημοφιλής στο ΚΑΠΗ, γιατί έλεγε διάφορες ιστορίες από τη ζωή του στην Αμερική, πραγματικές ή φανταστικές.
Κάποια εποχή εξαφανίστηκε ο θείος για 2 μήνες περίπου. Πέρασα από το σπίτι που έμενε και από το ΚΑΠΗ, πουθενά! Σκέφτηκα ότι θα πήγε στην επαρχία με κάποιον φίλο του, γιατί είχε αφήσει να εννοηθεί κάτι τέτοιο 1-2 φορές. Κινητό τηλέφωνο δεν είχε κατά κανόνα, είτε δεν τα πλήρωνε και του το έκοβαν, είτε το έχανε... Όταν τελικά εμφανίστηκε μια Κυριακή στο σπίτι, ήταν κάτωχρος και αδυνατισμένος. Μου διηγήθηκε ότι ήταν στη Βιέννη!
Αποφάσισαν στο ΚΑΠΗ, λέει, να πάνε οργανωμένο ταξίδι, μέσα στο Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς, στην Αυστρία. Οι συμμετέχοντες έβαλαν κάποια μικρή χρηματική συμμετοχή, τα υπόλοιπα τα πλήρωσε ο Δήμος από τον κοινωνικό προϋπολογισμό, κονδύλια της Ε.Ε. κ.λπ. Ο θείος Dean δεν είχε όμως χειμωνιάτικα ρούχα, φορούσε ακόμα τα ρούχα από την Καλιφόρνια. Δεν είχε στο σπίτι και καμιά γυναίκα να τον καθοδηγήσει. Στις φωτογραφίες που μου έδειξε από τα αξιοθέατα της Βιέννης, όλοι φορούσαν χοντρά παλτά ή μπουφάν με γούνα, αυτός ήταν με πουκάμισο και σακάκι.
Την 3η-4η ημέρα στην Αυστρία τον έπιασε υψηλός πυρετός και τον πήγαν με ασθενοφόρο από το ξενοδοχείο στο νοσοκομείο. Εκεί διέγνωσαν πνευμονία και τον άρχισαν στις ενέσεις και τα άλλα ιατρικά, οπότε κατάφεραν να τον συνεφέρουν σε 6-7 ημέρες. Έπρεπε όμως να εισαχθεί με παραπεμπτικό σε νοσοκομείο στην Ελλάδα, μόλις θα έφθανε στην Αθήνα. Μπήκε λοιπόν στον «Ευαγγελισμό», όπου έγινε δεκτός ως άπορος, αφού δεν είχε ασφάλιση.
Σε μένα ήρθε με το εξιτήριο από τον Ευαγγελισμό, τις εξετάσεις που του έκαναν στη Βιέννη και με μια επιστολή στα γερμανικά που είχε φτάσει εντωμεταξύ σπίτι του.
Κοιτάω τις εξετάσεις, σχεδόν όλα τα αποτελέσματα κόκκινα, πάνω ή πολύ πάνω από τα όρια. «Ρε θείε», του λέω, «εσύ μου είπες ότι δεν έχεις αρρωστήσει ποτέ. Με τέτοιες εξετάσεις έπρεπε να πας εθελοντικά στο νεκροταφείο και να περιμένεις να σε θάψουν. Κοίτα εδώ Χοληστερίνη, κοίτα Ζάχαρο, κοίτα τριγλυκερίδια, το ένα το άλλο, ούτε ένα αποτέλεσμα δεν είναι στα φυσιολογικά όρια». «Μα δεν το ήξερα», δικαιολογήθηκε. «Πώς να το ξέρεις, αφού δεν πήγες ποτέ σε γιατρούς;»
Πιάσαμε με αυτή την αφορμή μια κουβέντα για το νοσοκομειακό σύστημα στην Αμερική, δεν ήξερε καν τι ισχύει εκεί, εγώ του έλεγα διάφορα που κοίταζα στο Internet. Ο θείος ζούσε, όπως πολλά εκατομμύρια άλλων Αμερικάνων, στο περιθώριο της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της χώρας, στην πόλη Modesto της Καλιφόρνιας, Riverside. Ακούγεται ίσως ρομαντικό το Riverside, αλλά πρόκειται συνήθως για μια ατελείωτη σειρά από τροχόσπιτα που βλέπουμε στις όχθες ποταμών, όταν γίνονται φυσικές καταστροφές, πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμοί κ.λπ.
Μου διηγήθηκε ο θείος κάποια φορά την ταλαιπωρία που είχε, όταν μετά από πολυήμερες βροχές που πλημμύρισε ο ποταμός, παρασύρθηκαν όλα τα τροχόσπιτα στην κατωφέρεια και έψαχνε επί δύο μήνες να βρει το δικό του. Όταν το εντόπισε, σε απόσταση κάπου 20 χιλιομέτρων, διαπίστωσε ότι είχε εγκατασταθεί μέσα μια οικογένεια Μεξικάνων λαθρομεταναστών, 4-5 άτομα, που τον θερμοπαρακαλούσαν να μην τους διώξει, γιατί δεν είχαν κάπου αλλού να μείνουν. Αλλά και ο θείος δεν είχε άλλο «σπίτι», όπως έλεγε το τροχόσπιτο. Δεν μου εξήγησε ποτέ πώς λύθηκε αυτό το πρόβλημα, αλλά μάλλον το έλυσε η Αστυνομία.
Εκτός από τις νοσοκομειακές εξετάσεις είχε φέρει ο θείος και μια επιστολή στο όνομά του, η οποία προερχόταν από το Magistrat der Stadt Wien (Διοίκηση της πόλης Βιέννης) και του ανακοίνωνε ότι για την παραμονή του στο νοσοκομείο με διάγνωση πνευμονίας χρωστάει κάπου 800€, για τα φάρμακα και τις εργαστηριακές εξετάσεις άλλα 200€ και για τη μεταφορά πηγαινέλα με το ασθενοφόρο 150€.
Του λέω, «Θείε χρωστάς 1.150€ για την κουταμάρα σου να πας με το φανελάκι στη Βιέννη. Αν μας είχες ειδοποιήσει, θα σου δίναμε κάποια ζεστά ρούχα, παλτό, πουλόβερ, κασκόλ, γάντια κ.λπ. Εκεί είσαι κάτω από τις Άλπεις μήνα Νοέμβριο, δεν είναι αστείο». Η απάντησή του στερεότυπη: «Δεν το ήξερα μωρέ Στέλιο… Και πού να βρω τώρα τόσα λεφτά να τους ξοφλήσω;»
Έπαιρνε κάπου 700€ σύνταξη ο θείος από την Αμερική, αλλά ήταν η εποχή που έπεφτε το δολάριο έναντι του ευρώ και τα 700 έγιναν σταδιακά 600. Μου χρώσταγε κι εμένα αρκετά κατοστάρικα, δανεικά κι αγύριστα, οπότε ήταν παγιδευμένος.
Του λέω, θα γράψω εγώ στη Βιέννη ότι δεν έπρεπε να σε χρεώσουν, γιατί υπάρχει αλληλοκάλυψη των πολιτών λόγω Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χάρηκε πολύ ο θείος που έμαθε αυτή τη διέξοδο! Έγραψα λοιπόν στον υπολογιστή την επιστολή, την εκτύπωσα και την πήρε να την ταχυδρομήσει ο ίδιος την άλλη μέρα.
Μετά από καμιά δεκαριά μέρες έρχεται πάλι ο θείος με την απάντηση από τη Βιέννη. Γράφουν, του μεταφράζω, ότι «Ο ασθενής Dean T. δήλωσε εδώ Αμερικάνος πολίτης και έδειξε ένα αμερικάνικο διαβατήριο με αριθμό τάδε. Αφού είναι και Έλληνας πολίτης, γράψτε μας τον ασφαλιστικό φορέα και τον αριθμό μητρώου και θα κανονίσουμε εμείς το οικονομικό θέμα υπηρεσιακά». Μένω άφωνος εγώ, «Σφάλμα σου θείε που δεν αποφάσισες τόσο καιρό να γραφτείς στο ΙΚΑ και να λήξει αμέσως αυτή η ιστορία, αλλά γιατί έδειξες στη Βιέννη το αμερικάνικο διαβατήριο, αφού όλοι στην παρέα ήσασταν Έλληνες;» Μου απαντάει ο Dean με συνωμοτικό βλέμμα: «Σκέφτηκα να τους εντυπωσιάσω!»
Ζούσε με το μυαλό ακόμα στην εποχή της UNRRA που έστελνε μετά τον πόλεμο τρόφιμα και δέματα σε πεινασμένους πληθυσμούς της Ευρώπης και άλλων ηπείρων. Θα ήθελε ίσως επίσης να δείξει απόσταση από τους υπόλοιπους συνταξιδιώτες του ΚΑΠΗ. Τι σχέση μπορεί να έχει ένας Αμερικάνος Καλιφορνέζος με τους ταπεινούς Βαλκάνιους, οι οποίο φορούσαν όμως παλτό, γάντια και κασκόλ, ενώ ο θείος όχι! «Καλά έκανες θείε που σκέφτηκες να εντυπωσιάσεις τους κρυόκωλους Αυστριακούς», του λέω, «αλλά οι εντυπωσιασμοί κοστίζουν. Κοίτα τώρα πώς θα ξεπληρώσεις το χρέος σου!»
Μετά από κάπου 3-4 μήνες κι αφού κατάλαβαν, ευτυχώς, ότι δεν πρόκειται να εξοφληθεί ο λογαριασμός, ήρθε νεότερη επιστολή από τη Βιέννη που ανέφερε ότι με απόφαση του Δήμου, εντάσσουν τον θείο Dean στην κατηγορία «άπορος ασθενής» και έτσι παραγράφεται το χρέος του. Τόσο πολύ είχαν εντυπωσιαστεί!