του Στέφ. Κασιμάτη, Καθημερινή, 11/5/2014
Ο απλοϊκός και ρηχός εθνικισμός του Ελληνάρα, ο βασιζόμενος σε μια ανεδαφική αντίληψη περί της ιστορικής ανωτερότητάς του, έχει τις ρίζες του στην προβληματική εθνική ιδεολογία μας. Την εκμεταλλεύθηκαν για τους σκοπούς τους τόσο η Αριστερά όσο και η Δεξιά. Από το ΕΑΜ, το ΠΑΣΟΚ, τον Γλέζο και τον ΣΥΡΙΖΑ ώς τη Δεξιά, τη χούντα και τους Ψεκασμένους, όλοι τους έχτισαν επάνω στον μύθο της συνέχειας, με τον οποίο καλύψαμε τα κενά που αποκαλύπτει η μελέτη της ιστορικής πραγματικότητας. Ο μύθος ήταν, βέβαια, απαραίτητος κατά τον 19ο αιώνα, την εποχή της εθνικής ολοκλήρωσης, όταν είχαμε συμπαγείς πληθυσμούς με ελληνική συνείδηση εκτός των ορίων της ελληνικής επικρατείας. Σήμερα, όμως, είναι εμπόδιο για την προσαρμογή μας στη διεθνή πραγματικότητα. Παράγει αγράμματους κομπλεξικούς, που αισθάνονται (και είναι ειλικρινείς, δυστυχώς...) ότι ο κόσμος μας χρωστάει.
Ακόμη και σήμερα, λ.χ., δεν τολμούμε να αγγίξουμε το γεγονός ότι, στρατιωτικά, η επανάσταση του 1821 απέτυχε πλήρως· ότι η ανεξαρτησία μας είναι, στην πραγματικότητα, υποπροϊόν του ανταγωνισμού της αγγλικής και της ρωσικής πολιτικής στο Ανατολικό Ζήτημα. Θυμίζω εδώ (και χρησιμοποιώ το ρήμα με σκοπίμως ειρωνική διάθεση...) ότι Αγγλοι και Γάλλοι έστειλαν τους στόλους τους στο Ναυαρίνο, όταν πληροφορήθηκαν «εξωδίκως» ότι, στην περίπτωση εξανδραποδισμού του πληθυσμού της Πελοποννήσου από τον Ιμπραήμ, η Ρωσία θα επενέβαινε. Οσο για την ανεξαρτησία, αυτή μας την προσέφεραν οι Αγγλοι για να μην γίνει η Ελλάδα ζώνη επιρροής των Ρώσων, όταν οι τελευταίοι έφθασαν με τον στρατό τους ώς την Αδριανούπολη προκειμένου να επιβάλουν την αναγνώριση της ελληνικής αυτονομίας εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το χειρότερο που έκανε η προσκόλληση στον μύθο της συνέχειας είναι ότι μας έδωσε μια αβάσιμη υπερηφάνεια, ενώ μας στέρησε μια υπερηφάνεια που πράγματι αξίζουμε και η οποία θα έπρεπε να βασίζεται στη συνέχεια της γλώσσας μας: της γλώσσας στην οποία έχουν διατυπωθεί τα θεμελιώδη κείμενα του Δυτικού Πολιτισμού. Προτιμήσαμε την ευκολία του μύθου και γυρίσαμε την πλάτη στη δύναμη της πραγματικότητας, στη δύναμη μιας γλώσσας που δημιούργησε ένα έθνος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της στάσης μας, είναι η θέση που έχουμε διεθνώς στον τομέα των κλασικών σπουδών, ενώ την ίδια ώρα οι γελοίες προτομές των τραγικών που φιλοτεχνήθηκαν «επί δημαρχίας Δ. Λ. Αβραμοπούλου» (βεβαίως!) στέκονται σήμερα στην είσοδο του Εθνικού Κήπου.
Αν στ’ αλήθεια είχαμε επίγνωση αυτού που μας έκανε έθνος και το τιμούσαμε, σήμερα η ελληνική εκπαίδευση δεν θα κατατασσόταν τελευταία στην Ευρώπη των «28», όπου την πρώτη θέση κατέχει η Φινλανδία των πέντε εκατομμυρίων κατοίκων. Θα είχαμε επενδύσει στη δύναμη του πραγματικού, όχι στο φαντασιακό της παρωχημένης εθνικής ιδεολογίας μας. Ισως μάλιστα να μην είχαμε μια Βουλή, όπου εξέχουσα θέση κατέχει ένας «Τραμπάκουλας» από τα Τρίκαλα, ονόματι Ταμήλος, ο οποίος διεκήρυξε από το βήμα της Βουλής μόλις την περασμένη Παρασκευή: «Εχουμε βρει την Ιθάκη και θα διώξουμε την τρόικα, όπως ο Οδυσσέας τους μνηστήρες της Κλεοπάτρας»...