Βιογραφικά
Η συνέντευξη στο περιοδικό Οδός Πανός
Σε άλλο απόσπασμα της συνέντευξης, η Μάνια Τεγοπούλου θυμόταν το τελευταίο φύλλο της Ελευθεροτυπίας που κυκλοφόρησε στις 22 Δεκεμβρίου 2011, υπογραμμίζοντας ότι που είχε η ίδια ζητήσει και μάλιστα πολλούς μήνες πριν.
Πρώτο Θέμα, 6/6/2018
Την τελευταία της πνοή άφησε χθες η Μάνια
Τεγοπούλου, στο νοσοκομείο Ιασώ General όπου νοσηλευόταν τον τελευταίο μήνα. Ήταν κόρη του Κίτσου Τεγόπουλου και τελευταία εκδότρια της εφημερίδας "Ελευθεροτυπία".
Η Μάνια
Τεγοπούλου νοσηλευόταν με κίρρωση του ήπατος και ηπατική ανεπάρκεια και
αναζητείτο μόσχευμα προκειμένου να υποβληθεί σε μεταμόσχευση, πράγμα που δεν
κατέστη εφικτό, οπότε κατέληξε λόγω σηψαιμίας.
Η Μάνια Τεγοπούλου είχε
αναλάβει τα ηνία της Ελευθεροτυπίας το 2008, μετά το θάνατο του πατέρα της.
Η συνέντευξη στο περιοδικό Οδός Πανός
Η Μάνια Τεγοπούλου είχε απασχολήσει την επικαιρότητα πέρσι το Σεπτέμβιο όταν
είχε δώσει μία χειμαρρώδη συνέντευξη στην οποία μιλούσε για όλους και για όλα.
Η συνέντευξη είχε παραχωρηθεί στο περιοδικό Οδός Πανός και αποσπάσματά της
είχαν δημοσιευθεί στη Lifo.
Είχε πει σ'εκείνη
τη συνέντευξη:
Η Μάνια Τεγοπούλου αναφέρθηκε στους «εχθρούς» της που απέλυσε από την Ελευθεροτυπία, μεταξύ των οποίων και ο θείος της, υπογραμμίζοντας ότι τους
ήξερε και ότι «της έσπαγαν τα αρχ...α».
«(...) Τους μισούς τους είχα απολύσει. Κάποιος έχει βγάλει και βιβλίο τώρα
τελευταία. Και τον θείο μου απέλυσα», ήταν η χαρακτηριστική δήλωσή της. Σε
ερώτηση για το αν αυτό σήμαινε δύναμη ή όσφρηση του μέλλοντος, εκείνη απάντησε
αφοπλιστικά: «Αυτό σημαίνει ότι μου έσπαγαν τα αρχ...α»
Σε άλλο απόσπασμα της συνέντευξης, η Μάνια Τεγοπούλου θυμόταν το τελευταίο φύλλο της Ελευθεροτυπίας που κυκλοφόρησε στις 22 Δεκεμβρίου 2011, υπογραμμίζοντας ότι που είχε η ίδια ζητήσει και μάλιστα πολλούς μήνες πριν.
«Ήταν κάτι που είχα ζητήσει. Να κλείσει η εφημερίδα πολλούς μήνες πριν. Ήταν
φανερό ότι δεν υπήρχε περίπτωση να επιβιώσει. Είχε προβλήματα. Είχαν έρθει εδώ,
οι διευθυντές, σπίτι μου, τους είχα πει πρέπει να κλείσει. Είχαν έρθει και οι
συνδικαλιστές, σπίτι μου, ήταν ο εκπρόσωπος των συντακτών, και τους είπα, αυτό
πρέπει να κλείσει (...)», τόνισε.
Αποσπάσματα της συνέντευξης της Μάνιας Τεγοπούλου στο περιοδικό «Οδός Πανός» όπως δημοσιεύθηκαν στη Lifo, το Σεπτέμβριο του 2017:
- Κυρία Τεγοπούλου θυμάστε πότε βγήκε το τελευταίο φύλλο της Ελευθεροτυπίας; Πότε κυκλοφόρησε.
- Ήταν κάτι που εσείς επιθυμούσατε ή το θέλανε οι δημοσιογράφοι;
- Δεν ξαναπήγατε;
Ερωτηθείσα αν της λείπει η εφημερίδα, απάντησε
αρνητικά. «Δεν ήταν δικό μου δημιούργημα. Δεν μου λείπει, αλλά δεν θα την
έκλεινα. Την περιουσία μου έχασα. Αν μου λείπει η περιουσία μου με ρωτάτε; Τι
να σας απαντήσω. Εσάς σας λείπει η περιουσία που είχατε ή δεν είχατε; ».
Η ίδια είπε ότι έχει να πάει από το 2012
στο κτίριο της οδού Μίνωος. «Ήταν ένα βράδυ που είχε κοπεί το ρεύμα, ήταν λίγο
πριν βγει η number two Ελευθεροτυπία. Τέλου του '12 πρέπει να ήταν, όταν ο
Παναγόπουλος έφτιαχνε την νέα μαζί με τον Οικονομόπουλο, με τη δική μου άδεια
φυσικά, δεν το συζητώ (...)», είπε η κυρία Τεγοπούλου.
Σύμφωνα πάντα με τα αποσπάσματα που
αναδημοσιεύονται στη Lifo, η Μάνια Τεγοπούλου αναφέρθηκε και στον Σεραφείμ
Φυντανίδη, επισημαίνοντας: «Είναι μεγάλη ιστορία, αυτή, διότι ο πατέρας μου
ήθελε να του πει ότι δεν μπορεί να παίρνει 55.000-60.000 ευρώ το μήνα. Το
νούμερο αυτό του το είπα εγώ. Μου λέει να τον πάρω τώρα. Δεν είναι δυνατόν του
λέω, δεν θα τον πάρεις τώρα θα τον πάρεις το Σάββατο γιατί εγώ έχω μια δουλειά
και θα μου την χαλάσεις. Μου λέει εντάξει, το Σάββατο θα τον φωνάξω. Την Τρίτη
έγινε η κουβέντα και ο πατέρας μου πέθανε την Τετάρτη.
Που να τον φωνάξει να του πει ότι παίρνεις 55.000; Όχι μόνο ο Φυντανίδης όμως. Όλοι αυξάνανε μόνοι τους το μισθό τους. Δεν ήταν η μοναδική περίπτωση. Οπότε πάει αυτό χάθηκε, οπότε λέω πως θα πολεμήσω τον Φυντανίδη; Περνάει Γενάρης, Φλεβάρης και μετά ο Φυντανίδης δίνει για εγγύηση στη Millennium Bank το μισθό του, που δεν ήταν μισθός, τα έβαζε σε μια εταιρεία γιατί αυτός ήταν συνταξιούχος. Έπαιρνε δηλαδή και δύο τρία χιλιάρικα από το ταμείο(...)», ανέφερε.
Που να τον φωνάξει να του πει ότι παίρνεις 55.000; Όχι μόνο ο Φυντανίδης όμως. Όλοι αυξάνανε μόνοι τους το μισθό τους. Δεν ήταν η μοναδική περίπτωση. Οπότε πάει αυτό χάθηκε, οπότε λέω πως θα πολεμήσω τον Φυντανίδη; Περνάει Γενάρης, Φλεβάρης και μετά ο Φυντανίδης δίνει για εγγύηση στη Millennium Bank το μισθό του, που δεν ήταν μισθός, τα έβαζε σε μια εταιρεία γιατί αυτός ήταν συνταξιούχος. Έπαιρνε δηλαδή και δύο τρία χιλιάρικα από το ταμείο(...)», ανέφερε.
Η Μάνια Τεγοπούλου δήλωσε ότι δεν
διαβάζει πλέον εφημερίδες, λέγοντας ότι πού και πού «αγοράζει το Βήμα και τα
Νέα», ενώ -όπως τόνισε- δεν σκέφετεται να γράψει βιογραφία.
Αποσπάσματα της συνέντευξης της Μάνιας Τεγοπούλου στο περιοδικό «Οδός Πανός» όπως δημοσιεύθηκαν στη Lifo, το Σεπτέμβριο του 2017:
- Κυρία Τεγοπούλου θυμάστε πότε βγήκε το τελευταίο φύλλο της Ελευθεροτυπίας; Πότε κυκλοφόρησε.
- 22 Δεκεμβρίου του 2011
- Ήταν κάτι που εσείς επιθυμούσατε ή το θέλανε οι δημοσιογράφοι;
-Ήταν κάτι που είχα ζητήσει. Να κλείσει η εφημερίδα πολλούς
μήνες πριν. Ήταν φανερό ότι δεν υπήρχε περίπτωση να επιβιώσει. Είχε προβλήματα.
Είχαν έρθει εδώ, οι διευθυντές, σπίτι μου, τους είχα πει πρέπει να κλείσει.
Είχαν έρθει και οι συνδικαλιστές, σπίτι μου, ήταν ο εκπρόσωπος των συντακτών,
και τους είπα, αυτό- πρέπει να κλείσει. Πρέπει να έγινε αρχές Οκτώβρη ή λίγο
μετά, όταν αρνήθηκε το δάνειο ο κύριος Κωστόπουλος της Alpha Bank. Και αυτοί
είπαν όχι, θα βάλουμε πλάτη.
- Υπάρχει όμως μια πληροφορία ότι τους είπατε, να ξεκινήσουν
ξανά τα φύλλα μετά τις 20 Ιανουαρίου του '12 και ό,τι εισπράττετε από το
Πρακτορείο και από τις διαφημίσεις, κάτι το οποίο συμβαίνει τώρα στα Νέα και
στο Βήμα, να αποδίδετε στους δημοσιογράφους, και ρώτησαν τότε, πότε ακριβώς θα
μπαίνει ο μισθός μας;
- Ναι. Πριν από αυτό όμως, το οποίο είναι πολύ σημαντικό,
διότι η Ελευθεροτυπία δεν ήτανε μόνο ένας τίτλος, η Ελευθερία είχε και το
πιεστήριο. Και είχα πει να δουλέψει το πιεστήριο, γιατί υπήρχαν συμβόλαια με τη
Χρυσή Ευκαιρία, τα οποία συμβόλαια δεν επέτρεπαν να φύγει η Χρυσή Ευκαιρία και
να πάει να τυπωθεί στην Ίριδα, όπως τελικά έγινε. Θα έπρεπε να τυπώνεται και να
πληρώνει κανονικά την Ελευθεροτυπία μέχρι τέλη του 2012. Ήταν μέσα στο
συμβόλαιο. Και είπα δουλέψτε το πιεστήριο και παίρνετε τα λεφτά εσείς.
Έπεται αυτό που λέτε εσείς, γιατί πήγα
να μπω στο άρθρο 99 αλλά δεν κατάλαβε κανένας ότι έκλεισε η τράπεζα την
Ελευθεροτυπία. Θεώρησαν όλοι ότι την έκλεισα εγώ. Βεβαίως είχα πει να
ξαναδουλέψει και να παίρνουν τα λεφτά για να δω, αν θα τα καταφέρουν, να
παίρνουν τα λεφτά, αφού έτσι και αλλιώς οι επιχειρήσεις πηγαίνανε κατά διαόλου.
Του Τύπου οι επιχειρήσεις. Και οι υπόλοιπες που δεν με ενδιέφεραν, έτσι κι
αλλιώς.
- Σας λείπει;
- Όχι. Δεν ήταν δικό μου δημιούργημα. Δεν μου λείπει αλλά δεν
θα την έκλεινα. Την περιουσία μου έχασα. Αν μου λείπει η περιουσία μου με
ρωτάτε; Τι να σας απαντήσω. Εσάς σας λείπει η περιουσία που είχατε ή δεν
είχατε;
- Έχετε καιρόν να πάτε στο κτήριο της οδού
Μίνωος;
- Έχω να πάω από το 2012. - Δεν ξαναπήγατε;
- Όχι. Πήγα ένα βράδυ που είχε κοπεί το ρεύμα, ήταν λίγο πριν
βγει η number two Ελευθεροτυπία. Τέλος του '12 πρέπει να ήταν, όταν ο
Παναγόπουλος έφτιαχνε την νέα μαζί με τον Οικονομόπουλο, με τη δική μου άδεια
φυσικά, δεν το συζητώ. {...}
- Πιστεύετε ότι με το κλείσιμο της εφημερίδας
αποκτήσατε εχθρούς, από το δημοσιογραφικό μέρος που δούλευε σε σας;
- Όχι, είχα αποκτήσει ήδη.
- Τους ξέρατε;
- Αυτό σημαίνει δύναμη, εκ μέρους σας ή όσφρηση του μέλλοντος
να συμβεί;
- Αυτό σημαίνει ότι μου έσπαγαν τα αρχίδια.
- Έχετε σκεφτεί τι οφείλει η Α.Ε., μπαίνοντας στο νόμο 99;
- Ναι.
- Πόσα;
- Άρα προηγούνται οι υπάλληλοι και μετά οι τράπεζες.
- Ναι το έβαλε. Ναι αλλά εσείς ξέρετε τι θα πει αυτή η φράση;
- Όχι.
- Όταν κόπηκε το παραδάκι αποκτήσατε και άλλους καινούργιους εχθρούς; Έκφραση του Χριστιανόπουλου «το παραδάκι».
- Δεν απέκτησα εχθρούς. Δεν είχα πλέον φίλους.
- Ακόμη και τώρα;
- Βεβαίως.
- Σας έμαθε πολλά πράγματα το κλείσιμο της εφημερίδας;
- Απολύτως τίποτα.
-Τα ξέρατε και πριν.
- Ναι {...}
- Τα σαιτ σας, τα μαίηλς της Ελευθεροτυπίας, έχουν πάψει, δεν υπάρχουν;
- Έχει παύσει το σάιτ εδώ και χρόνια. Από τότε που έκλεισε. Μετά την Ελευθεροτυπία νούμερο δύο.
- Σκέφτεστε κάτι για την Ελευθεροτυπία ή είστε αναγνώστης άλλων φύλλων που αγοράζετε στο περίπτερο;
- Δεν είμαι αναγνώστης πια γιατί δεν μπορώ να διαβάσω τίποτα. Αγοράζω που και που το Βήμα και τα Νέα, την Καθημερινή δεν τολμώ να την αγγίξω. {...}
- Σκεφτόσαστε να γράψετε βιογραφία;
- Δεν ξέρω να γράφω.
- Να τα υπαγορεύσετε τουλάχιστον.
- Όχι. Σκέφτομαι να γράψω ένα αστυνομικό.
- Όπου θα περιέχονται όλα αυτά.
- Ναι. Αλλά δεν ξέρω να γράφω. Το σκέφτομαι. Μόνο που το σκέφτομαι δεν φτάνει.
- Αυτή είναι η πρώτη φορά που μιλάτε μετά το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας;
- Είναι η πρώτη φορά που μιλάω γενικότερα. Δεν έχω μιλήσει ποτέ σε κανέναν.
- Τους ξέρατε;
- Πολύ καλά. Τους μισούς τους είχα απολύσει. Κάποιος έχει
βγάλει και βιβλίο τώρα τελευταία. Και τον θείο μου απέλυσα.
- Αυτό σημαίνει ότι μου έσπαγαν τα αρχίδια.
- Έχετε σκεφτεί τι οφείλει η Α.Ε., μπαίνοντας στο νόμο 99;
- Ναι.
- Πόσα;
- Οι υποχρεώσεις προς τις τράπεζες ήταν 50 εκατ. ευρώ, πολύ
λιγότερες απ' όσες είχαν άλλα ΜΜΕ, ο ΔΟΛ και ο Πήγασος π.χ. Οι αποζημιώσεις και
οι μισθοί των εργαζομένων έφθαναν τα 35 εκατ. Ευρώ. Η μόνη πιθανότητα που
υπήρχε για να πάρουν οι εργαζόμενοι αυτά τα ποσά ήταν μέσα από την ένταξη στο
άρθρο 99 και την συνέχεια της λειτουργίας. Με την πτώχευση και το κλείσιμο των
εφημερίδων αυτά τα ποσά τα χάσανε. Το άρθρο 99 προστάτευε τα δικαιώματα των
εργαζομένων και όχι των τραπεζών. Οι τράπεζες θα την πατούσαν.
- Άρα προηγούνται οι υπάλληλοι και μετά οι τράπεζες.
- Ναι τότε. Αλλά τώρα έχουν αλλάξει οι νόμοι. Μιλάμε για
πράγματα που είναι αλλιώτικα. Τώρα προηγείται το κράτος. Είναι μεσαιωνικό
πλέον. Το κράτος μόνο παίρνει δεν δίνει.
- Είναι αυτά που γράψατε στα δύο άρθρα, μια στα Νέα και μία
στο Βήμα;
- Ναι. Το πρώτο που έγραψα ήτανε μια δοκιμή που έκανα για να
δω κατά πόσο ο Ψυχάρης θα βάλει αυτό που θα του στείλω. Το έβαλε αμέσως στα
Νέα.
- Ναι το έβαλε. Ναι αλλά εσείς ξέρετε τι θα πει αυτή η φράση;
- Όχι.
- Τι έγινε με τον Φυντανίδη και σας είχε σε στόχο όλες τις
συνεντεύξεις που έδινε; Ο διάλογος, λέει, έγινε στο διάδρομο της
Ελευθεροτυπίας, την επομένη της κηδείας του πατέρα σας.
- Δεν έγινε την επομένη της κηδείας του πατέρα μου. Ο πατέρας
μου πέθανε 29 Νοέμβρη του 2006. Ο Φυντανίδης παραιτήθηκε τον Μάιο του 2007.
- Είναι αλήθεια ότι ο πατέρας σας είχε πει ότι
πρέπει να αλλάξει η διεύθυνση από τα χέρια του Φυντανίδη προτού πεθάνει;
- Είναι μεγάλη ιστορία, αυτή, διότι ο πατέρας μου ήθελε να
του πει ότι δεν μπορεί να παίρνει 55.000-60.000 ευρώ το μήνα. Το νούμερο αυτό
του το είπα εγώ. Μου λέει να τον πάρω τώρα. Δεν είναι δυνατόν του λέω, δεν θα
τον πάρεις τώρα, θα τον πάρεις το Σάββατο γιατί εγώ έχω μια δουλειά και θα μου
την χαλάσεις. Μου λέει εντάξει, το Σάββατο θα τον φωνάξω. Την Τρίτη έγινε η
κουβέντα και ο πατέρας μου πέθανε την Τετάρτη.
Που να τον φωνάξει να του πει ότι
παίρνεις 55.000; Όχι μόνο ο Φυντανίδης όμως. Όλοι αυξάνανε μόνοι τους το μισθό
τους. Δεν ήταν η μοναδική περίπτωση. Οπότε πάει αυτό χάθηκε, οπότε λέω πως θα
πολεμήσω τον Φυντανίδη;
Περνάει Γενάρης, Φλεβάρης και μετά ο
Φυντανίδης δίνει για εγγύηση στη Millennium Bank το μισθό του, που δεν ήταν
μισθός, τα έβαζε σε μια εταιρεία γιατί αυτός ήταν συνταξιούχος. Έπαιρνε δηλαδή
και δύο τρία χιλιάρικα από το ταμείο. Και τα 55 τα έβαζε σε εταιρεία. Και δεν
πλήρωνε ούτε φόρους πάνω σε αυτό. Και τα δεσμεύει κιόλας γιατί είχε δάνειο στη
Millennium.
Οπότε εκεί άδραξα την ευκαιρία και όπως
έφευγε από το γραφείο του και την αίθουσα συσκέψεων, που ήταν στον δεύτερο
όροφο, φορούσε μάλιστα ένα παλτό μαύρο σαν 1925 και του λέω κύριε Φυντανίδη να
σας πω κάτι; Ήμουν με τον Θανάση, τον θείο μου, και τον φώναξα και του λέω
πρέπει να μειώσετε τον μισθό σας. Μου λέει και λέει και στον Θανάση που ήταν
εκεί, να τον μειώσω, πόσο να τον κάνω, να τον μειώσω 10.000;
Του λέει ο Θανάσης κάτω από το μισό. Ο
Φυντανίδης χλωμιάζει. Το μισό του 55 δεν είναι και λίγα λεφτά το μήνα. Και μετά
είπε, εντάξει τότε θα φύγω. Όμως επειδή κλείνω τα 75 θα το ανακοινώσω εγώ μετά
τα γενέθλιά μου –είπε. Και έτσι το ανακοίνωσε το Μάϊο.
- Όταν κόπηκε το παραδάκι αποκτήσατε και άλλους καινούργιους εχθρούς; Έκφραση του Χριστιανόπουλου «το παραδάκι».
- Δεν απέκτησα εχθρούς. Δεν είχα πλέον φίλους.
- Ακόμη και τώρα;
- Βεβαίως.
- Σας έμαθε πολλά πράγματα το κλείσιμο της εφημερίδας;
- Απολύτως τίποτα.
-Τα ξέρατε και πριν.
- Ναι {...}
- Τα σαιτ σας, τα μαίηλς της Ελευθεροτυπίας, έχουν πάψει, δεν υπάρχουν;
- Έχει παύσει το σάιτ εδώ και χρόνια. Από τότε που έκλεισε. Μετά την Ελευθεροτυπία νούμερο δύο.
- Σκέφτεστε κάτι για την Ελευθεροτυπία ή είστε αναγνώστης άλλων φύλλων που αγοράζετε στο περίπτερο;
- Δεν είμαι αναγνώστης πια γιατί δεν μπορώ να διαβάσω τίποτα. Αγοράζω που και που το Βήμα και τα Νέα, την Καθημερινή δεν τολμώ να την αγγίξω. {...}
- Σκεφτόσαστε να γράψετε βιογραφία;
- Δεν ξέρω να γράφω.
- Να τα υπαγορεύσετε τουλάχιστον.
- Όχι. Σκέφτομαι να γράψω ένα αστυνομικό.
- Όπου θα περιέχονται όλα αυτά.
- Ναι. Αλλά δεν ξέρω να γράφω. Το σκέφτομαι. Μόνο που το σκέφτομαι δεν φτάνει.
- Αυτή είναι η πρώτη φορά που μιλάτε μετά το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας;
- Είναι η πρώτη φορά που μιλάω γενικότερα. Δεν έχω μιλήσει ποτέ σε κανέναν.
Από τον Κίτσο Τεγόπουλο στη Μάνια Τεγοπούλου
του Γιώργου Βότση, Huffington
Post, 6/6/2018
Λυπάμαι πολύ που έφυγε από τη ζωή η Μάνια Τεγοπούλου. Από
εκεί και πέρα ο Μανώλης Αναγνωστάκης στους γνωστούς στίχους του για τον
εγκωμιαζόμενο μακαρίτη, δεν κατάφερε να σκοτώσει το «αποθανών
δεδικαίωται».
Δεν θα πω όμως πολλά άσχημα πράγματα για την Μάνια που ήταν η
συνηθισμένη περίπτωση του κακομαθημένου πλουσιόπαιδου που εκ του ασφαλούς το
έπαιζε αναρχοχαρούμενη. Προδιέγραψε την μοίρα της αυτή ο πατέρας της, ο
χαρισματικός Κίτσος
Τεγόπουλος, ο οποίος -εγωκεντρικός όπως ήταν- θα ήθελε να ισχύσει
το μετά από εμένα το χάος και να δει την υπόθεση Ελευθεροτυπία σαν αποκλειστικά
δική του ή οικογενειακή του υπόθεση. Έτσι άφησε την ιδιοκτησία και ουσιαστικά
την διεύθυνση της Ελευθεροτυπίας μετά το θάνατό του στις κόρες του και κυρίως
στην Μάνια, οι οποίες ήταν ανίκανες να σηκώσουν αυτό το βάρος.
Αναπόφευκτο, επομένως, ήταν μαζί με την κρίση του Τύπου να χρεοκοπήσει η
όλη ιστορία και έτσι το θέλησε προφανώς ο
Τεγόπουλος να αρχίσει με το όνομά του η Ελευθεροτυπία και να τελειώσει με το
όνομά του Τεγόπουλος – Τεγοπούλου.
Θα έλεγα ότι έτσι αδικήθηκε όλη η ιστορία της
Ελευθεροτυπίας που υπήρξε για εμένα ότι σημαντικότερο έχει συμβεί,
όχι στην μεταπολίτευση και δώθε, αλλά συνολικά στην ιστορία του ελληνικού
Τύπου. Και μάλιστα κυρίως τους πρώτους μήνες της έκδοσής της και τους
καθοριστικούς για την μετέπειτα εξέλιξή της. Θυμίζω ότι εκδόθηκε τον Ιούλιο του
1975 όταν ο ευφυέστατος Κίτσος Τεγόπουλος εκμεταλλεύθηκε δύο τινά.
Πρώτον ότι στη συνείδηση του κοσμάκη, παρότι δεν αντιστάθηκε πολύ στη
Χούντα, πολύ χάρηκε ότι γλίτωσε από δαύτη και τα
μαγαζιά τα δημοσιογραφικά έως τότε είχαν λερωμένη τη φωλιά τους με εξαίρεση τη
Βλάχου που έκλεισε τις εφημερίδες της, άρα ήταν πρόσφορη στιγμή
για μια νέα εκδοτική προσπάθεια προοδευτική και δημοκρατική.
Το δεύτερο ήταν πως έγινε η μοναδική στα χρονικά
μεγάλη απεργία των δημοσιογράφων, τον Μάιο του ’75 που τάραξε τα λιμνάζοντα νερά γιατί
δεν είχε ξαναγίνει ποτέ τέτοια απεργία δημοσιογράφων ούτε ξανάγινε έκτοτε γιατί
ήταν και παραμένει συντεχνιακή οργάνωση η ΕΣΗΕΑ. Λοιπόν αυτά
εκμεταλλεύθηκε ο Τεγόπουλος και με ελάχιστα χρήματα και μπλοφάροντας, δηλαδή
επηρεασμένος από την παραμονή του στο Παρίσι και τις ιδέες τις ελευθεριακές που
κυριαρχούσαν εκεί, είπε ότι θα χτίσει την εφημερίδα των συντακτών.
Δεν τους έκανε συνεταίρους, δεν μοίρασε μετοχές, η μπλόφα του η μεγάλη
ήταν ότι διακήρυξε ότι η εφημερίδα των 80 συντακτών θα είναι στα χέρια τους
διότι θα τους διανέμει το 80% των κερδών. Όπως είναι γνωστό βέβαια και ήταν και
ένα αιώνα πριν στα καπιταλιστικά δεδομένα, οι ανώνυμες εταιρείες μπορεί να μην
έχουν ποτέ κέρδη. Έτσι λοιπόν ότι θετικότερο υπήρξε στο ξεκίνημα της ήταν ένα
δεσμευτικό συμβόλαιο μεταξύ εργοδοσίας και συντακτών, οι οποίοι αποτελούσαμε
ένα ετερόκλητο πλήθος.
Υπήρχαν όλα τα φρούτα εκεί πέρα, ελάχιστοι
αντιστασιακοί, πολλοί εκ του ασφαλούς κραυγαλέοι δημοκράτες, ακόμη και
ΚΥΠατζήδες... Το δεσμευτικό συμβόλαιο αυτό όσο λειτούργησε,
λειτούργησε αυτοδιαχειριστικά κατά τρόπο πρωτότυπο σε πανευρωπαϊκή κλίμακα θα
έλεγα. Δηλαδή οι εκδότες, στην αρχή ήταν δύο, ο Κίτσος Τεγόπουλος και ο Χρήστος
Σιαμαντάς, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να ακούν τη γενική συνέλευση η οποία
συνερχόταν τακτικά. Υπήρχε αιρετή συντακτική συνέλευση που έλεγχε συνεχώς τη
διεύθυνση, υπήρχε συνεχής έλεγχος της πολιτικής γραμμής και βεβαίως
διακηρυγμένες αρχές ότι θα ελέγχουμε την εξουσία. Που σημαίνει ότι οι συντάκτες
της Ελευθεροτυπίας δεν θα μπορούσαν να είναι μέσα στην εξουσία -ήταν ξεκάθαρα
απέναντί της- και αυτό συγκίνησε ευρύτατα πλήθη στο ξεκίνημά της συν και ο
πόλεμός της εναντίον άλλων εντύπων. Όχι μόνο για το χουντικό τους παρελθόν αλλά
και για τη δημοσιογραφική αγυρτεία, θυμίζω το νερό του Καματερού και τον
μακαρίτη τον Καψή που εκμεταλλευόταν τον ανθρώπινο πόνο των καρκινοπαθών.
Όπως και να έχει η Ελευθεροτυπία τότε είχε σταθεί
πάρα πολύ ψηλά. Το κορυφαίο γεγονός είναι όταν αποκαλύφθηκε ότι ο
πρώτος και εμπορικά χαρισματικός διευθυντής, ο Φιλιπόπουλος είναι συνεταίρος
του Τεγόπουλου στην έκδοση της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας. Η γενική συνέλευση
τον έδιωξε και έτσι ήρθε ο Φυντανίδης μετά από 8-9 μήνες, ο οποίος βεβαίως
επίσης χαρισματικός εμπορικά διευθυντής και αξιόλογος, κάποια στιγμή, θα έλεγα
ότι ήταν ο καλύτερος διευθυντής που είχαν οι αθηναϊκές εφημερίδες, αλλά δεν
είχε καμία σχέση με τα αυτοδιαχειριστικά πράγματα που ξεκινήσανε, όσοι τα
ξεκινήσανε.
Αν απέτυχε αυτό το πείραμα δεν είναι γιατί το
υπονόμευε ο Τεγόπουλος. Εμείς οι δημοσιογράφοι ήμασταν ανίκανοι και καθόλου
εξοικειωμένοι με τέτοιους προβληματισμούς. Κάποιοι, αρκετοί,
ανήκοντες στο ΠΑΣΟΚ με επικεφαλής τον Μάκη Γιομπαζολιά, είχαν βάλει βασικό
στόχο τους να πάρουν τα κέρδη, τα οποία δεν υπήρχαν, και να προσφεύγουμε στα
δικαστήρια. Άλλοι της ΚΝΕ με τον Πάνο Κολιοπάνο, επικεφαλής, αν δεν απατώμαι, έλεγαν
«τι σκατά πειράματα είναι αυτά, ας κάνουμε την εφημερίδα όπως ξέρουμε
παραδοσιακά, με μια ιεραρχία, διευθυντή, αρχισυντάκτη κτλ.» Και ελάχιστοι
ακολουθούσαν την λεγόμενη δημοκρατική χούντα, ήταν της μόδας η χούντα ως όρος.
Τη δημοκρατική χούντα την απαρτίζανε τέσσερις,
ο εξαίρετος Λούης Δάνος, μια ζωή συνοδοιπόρος της Αριστεράς, ποτέ ενταγμένος σε
αυτή, ήταν ο μέντοράς μου στη δημοσιογραφία, ο Αστέρης Στάγκος, σοσιαλδημοκράτης
εκ πεποιθήσεως, ο Χρήστος Θεοχαράτος προσκείμενος στο ΚΚΕ και η αφεντιά μου που
δυσκολεύομαι κάθε τόσο να προσδιορίσω, αν και από τα γεννοφάσκια μου ανήκω στον
χώρο της Αριστεράς -αφότου από τα τρία μου χρόνια μου πήραν τον πατέρα μου μέσα
από το σπίτι-, αλλά ποτέ δεν υπήρξα ενταγμένος σε κομματικό σχήμα. Και επιπλέον,
μού είναι δύσκολο να αυτοπροσδιοριστώ ως αντιεξουσιαστής, που θα μου
άρεσε, ή αναρχικός που επίσης θα μου άρεσε, εάν δεν υπήρχαν οι μπαχαλάκηδες και
όλο αυτό το χάλι που το ζήσαμε και το ζούμε συνεχώς αυξανόμενο.
Λοιπόν θα έλεγα έτσι επειδή εσείς στα κοινωνικά μέσα χρησιμοποιείτε και
ξένους όρους, θα
αυτοπροσδιοριζόμουν ως «libertariansocialist»
(παπάρια δηλαδή), ελευθερόφρων της Αριστεράς. Λοιπόν
αυτοί οι τέσσερις ήμασταν θα λέγαμε που προσπαθούσαμε να κρατήσουμε το
κεκτημένο δηλαδή το συμβόλαιο το δεσμευτικό απέναντι στην εργοδοσία. Αυτά
όλα και όλα.
Η Μάνια, όταν γινόντουσαν αυτά τα πράγματα στην Ελευθεροτυπία ήταν
κοριτσάκι, στην εφηβεία. Ενεργά στην εφημερίδα και όταν ακόμη ενηλικιώθηκε, δεν
ήταν ποτέ. Αλλά λάτρευε τον πατέρα της, του έμοιαζε, το γονίδιο
ήταν φανερό και στα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Το κακό είναι ότι πήρε από αυτόν ό,τι χειρότερο,
τη βωμολοχία, τη χυδαιολογία και το θράσος, αλλά ήταν επίσης έξυπνη. Νομίζω ότι
η ελευθεριότητα στη διαχείριση των προσωπικών της τελικά την κατέστρεψε με τις
κακές συντροφιές και τις καταχρήσεις.