29 December 2016

Πολυπολιτισμικότητα

Η Αθήνα δεν είναι πολυπολιτισμική I
του Τάκη Θεοδωρόπουλου, Καθημερινή 26/12/2016

Τ​​ι εννοούμε όταν λέμε πολυπολιτισμική κοινωνία, ή πολυπολιτισμική πόλη; Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τη Γαλλία. Εκεί η σύνθεση που οδήγησε στη θεωρία της πολυπολιτισμικότητας στηρίχθηκε στο αποικιοκρατικό της παρελθόν. Πληθυσμοί της πρώην αυτοκρατορίας, από το Βιετνάμ ακόμη έως την Αλγερία, πληθυσμοί που μιλούσαν γαλλικά ως επί το πλείστον, συνέρρευσαν στο πρώην μητροπολιτικό κέντρο για να ενταχθούν στην κοινωνία του. Το πρώτο και βασικό στοιχείο της ένταξης ήταν η προσφορά εργασίας. Υπήρχε η άποψη πως αν η κοινωνία εξασφαλίσει ένα στοιχειώδες επίπεδο ευημερίας η ένταξη θα λειτουργούσε παραμερίζοντας τα όποια χάσματα, κυρίως τα θρησκευτικά. Είναι μάλλον προφανές ότι η θεωρία αποδείχθηκε φενάκη. Τα παρισινά προάστια, που μετατράπηκαν σε γκέτο, έγιναν καύσιμη ύλη για το επιθετικό Ισλάμ και τον πόλεμο που κήρυξε κατά του Δυτικού Πολιτισμού.
Η πολιτική συζήτηση που ξέσπασε το καλοκαίρι γύρω από το «μπουρκίνι» είναι η απόδειξη πως τα ρήγματα παραμένουν ενεργά ακόμη και στο εσωτερικό μιας κοινωνίας που επαίρεται πως είναι πολυπολιτισμική. Η στρατολόγηση Γάλλων πολιτών από το Ισλαμικό Κράτος αποδεικνύει ότι ο ιμάμης της γειτονιάς μπορεί να είναι ισχυρότερος από τον δάσκαλο του εκκοσμικευμένου σχολείου. Και το Κοράνι υπερισχύει του Μπαλζάκ. Η γαλλική ταυτότητα, «ευτυχής» κατά τον Αλέν Ζιπέ ή «όχι», υπονομεύεται από τις ενοχές που καλλιεργεί ο πολιτισμικός σχετικισμός στην ψυχή του Δυτικού ανθρώπου. Ας μην ξεχνάμε πως επί μερικές δεκαετίες η ίδια η έννοια της «εθνικής ή πολιτισμικής ταυτότητας» ήταν απαγορευμένη για τον κυρίαρχο στην Ευρώπη προοδευτικό λυρισμό. Η Ελλάδα δεν είχε αποικίες. Είχε ελληνικές κοινότητες εκτός συνόρων, οι οποίες αναγκάστηκαν να ενταχθούν βιαίως στην ελληνική επικράτεια. «Βιαίως», κοινώς με τις χειρότερες δυνατές προϋποθέσεις. Παρ’ όλ’ αυτά, αποδέχθηκαν την ένταξή τους στους κανόνες μιας πολιτείας η οποία τους χρωστούσε, εν πολλοίς, τον ξεριζωμό τους. Μιλούσαν την ίδια γλώσσα, μοιράζονταν την ίδια Ιστορία και πίστευαν στον ίδιο Θεό. Γι’ αυτό όταν ακούω ότι οι κάτοικοι της Λέσβου περιέθαλψαν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες επειδή είχαν κι αυτοί εμπειρία της προσφυγιάς το ακούω ως ιστορικό ανέκδοτο. Ομως λέγεται στα σοβαρά. Ο δημοσιογραφικός λυρισμός ταυτίζεται στις επιδόσεις του με τον προοδευτικό.
Οσοι ήρθαν στη χώρα μας με το πρώτο κύμα μετανάστευσης, εξόριστοι του σοσιαλιστικού παραδείσου, εντάχθηκαν στην ελληνική κοινωνία, παρά την απειρία της και τις δικαιολογημένες έως ένα σημείο αντιστάσεις της. Εργάστηκαν, έκαναν περιουσίες, αγόρασαν διαμερίσματα και έστειλαν τα παιδιά τους σχολείο. Ο φίλος μου ο Γιάννης, όταν του είπα ότι τον είδα στον ΣΚΑΪ επειδή το περίπτερό του είναι δίπλα στο Everest όπου έγινε η έκρηξη, με ρώτησε μόνον αν τα ελληνικά του είναι καλά, κι αν έκανε κανένα λάθος. Θυμάμαι ακόμη τη δεκαεξάχρονη τότε Ντίνα, σε ένα σχολείο στην Καλαμάτα, που είχε γεννηθεί στην Αλβανία, ήταν η πρώτη μαθήτρια και ο πατέρας της παραπονιόταν στην καθηγήτρια ότι δεν διαβάζει αρκετά. Ηθελε να σπουδάσει φυσικομαθηματική και της άρεσε η ποίηση του Καββαδία.
Ανάμεσά τους υπήρχε και υπόκοσμος; Μαφίες και πορνεία; Ελάτε τώρα. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω.
Η μετανάστευση από τις πρώην χώρες του Σιδηρού Παραπετάσματος δεν έκανε την ελληνική κοινωνία πολυπολιτισμική, εν πάση περιπτώσει όπως αντιλαμβάνεται την πολυπολιτισμικότητα η Δυτική Ευρώπη. Δεν κάνουν την ελληνική κοινωνία πολυπολιτισμική ούτε τα κύματα των προσφύγων και οικονομικών μεταναστών που την έχουν πλημμυρίσει τα τελευταία χρόνια. Το εστιατόριο «Cabul» που άνοιξε απέναντι ακριβώς από τη βίλα Αμαλία, για την οποία ξοδεύτηκαν εκατομμύρια, έχει την ίδια σχέση με την πολυπολιτισμικότητα όση έχει ένα μιούζικαλ του Δαλιανίδη με τον Gene Kelly. Αλλο πολυπολιτισμική πόλη, όπως το Παρίσι ή το Λονδίνο, και άλλο πόλη όπου έχουν συρρεύσει πολλοί μετανάστες οι οποίοι ούτε να αποδεχθούν τους κανόνες της θέλουν, ούτε να ενταχθούν στη ζωή της μπορούν. Ευλόγως θα απορήσετε: μα για ποιους κανόνες μιλάς; Αυτούς που πρώτοι εμείς γράφουμε στα παλαιότερα των υποδημάτων μας;
Η πέραν της πλατείας Αμερικής περιοχή είναι γεμάτη από Αφρικανούς της υποσαχαρίου Αφρικής. Πώς ζουν όλοι αυτοί; Πού εργάζονται; Πορνεία και ναρκωτικά, σου λένε οι κάτοικοι. Ολη μέρα τους βλέπεις να συνομιλούν ή να καβγαδίζουν μεταξύ τους. Γύρω από την πλατεία Βικτωρίας έχουν ανοίξει καταστήματα «μεταναστευτικού ενδιαφέροντος» – κινητά μεταχειρισμένα, ψιλικατζίδικα με δύο πορτοκαλάδες, καφενεία. Ποια είναι η πελατεία τους; Οι 300.000 αδήλωτοι μετανάστες του κ. Μουζάλα;
Φίλε, Γιώργο Καμίνη. Σε άκουσα να αποκαλείς την Αθήνα «πολυπολιτισμική πόλη». Λυπάμαι πολύ, αλλά η Αθήνα δεν είναι πολυπολιτισμική. Είναι μια πόλη με πολλούς μετανάστες, περισσότερους από όσο μπορούν να αντέξουν οι χαλαρές δομές της και οι ανύπαρκτοι κανόνες τους. Και όσο κι αν σου συμπαρίσταμαι στη διένεξή σου με τον ανεκδιήγητο Τόσκα –επιτέλους άκουσα τη φωνή σου–, το πρόβλημα της Αθήνας δεν είναι μόνον πρόβλημα αστυνομίας.
Η υπερκατανάλωση της πολιτικής ορθότητας βλάπτει σοβαρά την κοινωνική υγεία. Ας αφήσουμε για λίγο κατά μέρος τα ανθρωπιστικά δάκρυα που μας φέρνει ο αδέσποτος Αφγανός και ας αναρωτηθούμε ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, πού κοιμάται τη νύχτα και πού βρίσκει φαγητό. Κι ας μην ξεχνάμε ότι πολλά άτυπα κύτταρα κάνουν έναν βαρβάτο καρκίνο.
Η Αθήνα δεν είναι πολυπολιτισμική ΙΙ
του Τάκη Θεοδωρόπουλου, Καθημερινή 29/12/2016
Επειδή το κυριακάτικο σημείωμά μου για την Αθήνα ξεσήκωσε τις συνήθεις αντιδράσεις ενθουσιασμού στην προοδευτική κοινή γνώμη αισθάνθηκα την ανάγκη, ημέρες που είναι, να μην τους αφήσω μόνους τους. Η μελίρρυτος σκέψη τους κινδυνεύει να τους λιγώσει σαν υπερκατανάλωση μελομακάρονων.
Πρώτον: Η σχέση της Αθήνας με τις πολυπολιτισμικές πόλεις που γνωρίζω είναι ίδια με τη σχέση του χριστουγεννιάτικου στολισμού της πλατείας Εξαρχείων με τον στολισμό του Λονδίνου ή της Νέας Υόρκης. Βέβαια, αν η μόνη εμπειρία του σύγχρονου κόσμου που διαθέτεις είναι η ζωή στην πλατεία Εξαρχείων είναι φυσικό να θεωρείς πως αυτό είναι το φυσιολογικό. Εντέλει είναι ζήτημα παιδείας. 
Δεύτερον: Ρατσιστής είναι όποιος κρίνει τους ανθρώπους βάσει της φυλής στην οποίαν ανήκουν ή βάσει του χρώματος του δέρματός τους, άντε και σε ακραίες περιπτώσεις βάσει του φύλου τους – σεξορατσισμός. Ρατσιστής δεν είναι όποιος ενοχλείται από τον γείτονά του επειδή πετάει τα σκουπίδια από το μπαλκόνι και είναι μαύρος. Δεν πάει να είναι μαύρος, άσπρος ή ριγέ. Το θέμα είναι ότι πετάει τα σκουπίδια από το παράθυρο. Το πρόβλημα με τον πληθυσμό των αδήλωτων, κοινώς παράνομων μεταναστών, είναι ότι είναι αδήλωτοι, κοινώς παράνομοι, άρα δεν μπορούν να ενταχθούν στους κανόνες της δικής μας ζωής – σιγά τους κανόνες θα μου πείτε. Είναι Αφγανοί, Πακιστανοί; Αδιάφορο. Ας είναι και Καλαματιανοί – φιλιά στην ωραία Καλαμάτα. Αν κυκλοφορούν χωρίς στοιχεία ταυτότητας είναι «άτυπα» κύτταρα. Αν όμως θεωρείται φυσιολογικό να κυκλοφορούν στους δρόμους οχήματα χωρίς πινακίδες και να πετάς τα σκουπίδια από το παράθυρο τότε γιατί να σε ενοχλήσει ο πληθυσμός των αδήλωτων; Εντέλει είναι ζήτημα κοινωνικής παιδείας.
Τρίτον: Δεν είναι όλες οι θρησκείες ίδιες, όπως δεν είναι και όλοι οι πολιτισμοί ίδιοι. Μπορεί ο Χριστιανισμός να πέρασε από την Ιερά Εξέταση όμως την έχει αφήσει στα ντουλάπια της Ιστορίας του. Το Ισλάμ όμως, φανατικό ή λιγότερο φανατικό, δεν ανέχεται καμία θρησκεία και κανέναν πολιτισμό που δεν αποδέχεται τις αρχές του. Κι αυτό τον 21ο  αιώνα όταν η Δύση υπερασπίζεται την ανεξιθρησκεία και την πολιτισμική ανοχή. Όταν οι δυτικές κοινωνίες μιλούν για πολυπολιτισμική σύνθεση δεν εννοούν τον Πολωνό ή τον Έλληνα που μπορεί μεν να προέρχονται από άλλα έθνη αλλά είναι παιδιά τού ευρωπαϊκού πολιτισμού. Εννοούν κατά κύριο λόγο τους μουσουλμάνους. Όταν όμως έχεις μάθει να παπαγαλίζεις ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, φυσικό είναι να μην καταλαβαίνεις ούτε λέξη από όλα αυτά. Εντέλει είναι ζήτημα γενικής παιδείας, ή κοινής αγραμματοσύνης.
Τέταρτον: Η τρομοκρατία δεν είναι τηλεοπτική σειρά. Κάποιοι οργανώνουν μαζικές δολοφονίες και κάποιοι τις εκτελούν. Ποια είναι τα κίνητρά τους; Η εκδίκηση; Ο θρησκευτικός φανατισμός; Σημασία έχει ότι τα θύματά τους είναι άνθρωποι και το μόνο έγκλημα που έκαναν είναι ότι θέλουν να ζήσουν με τον τρόπο που επέλεξαν εκείνοι και όχι με τον τρόπο που θέλουν να τους επιβάλουν οι δολοφόνοι τους. Δεν θέλουν να προσκυνήσουν στο τέμενος. Θέλουν μουσική στο Bataclan. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό είναι απλώς βλαξ – με την πολιτική σημασία του όρου που λένε, η οποία συνήθως ταυτίζεται με την απλή καθημερινή.
Υπάρχουν οι χρήσιμοι ηλίθιοι. Υπάρχουν κι οι άχρηστοι. Όταν σου λείπει η γενική και η κοινωνική παιδεία τότε συγκαταλέγεσαι στους δεύτερους.
Ρατσισμός και μετα-αλήθεια
της Ξένιας Κουναλάκη, Καθημερινή, 29/12/2016 
Διάβασα το κυριακάτικο άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου, στο οποίο αποφαίνεται ότι «η Αθήνα δεν είναι πολυπολιτισμική». Το βασικό επιχείρημά του είναι πως η Ελλάδα δεν διέθετε αποικίες, όπως η Γαλλία, και γι’ αυτό οι δικοί μας μετανάστες είναι αδύνατο να ενταχθούν στις χαλαρές δομές της χώρας. Είναι άλλωστε χειρότεροι μετανάστες από τους άλλους, γιατί είναι αδέσποτοι (έτσι τους αποκαλεί) και «παρ-άτυποι» (δεν του αρέσει του Τάκη Θεοδωρόπουλου η πολιτική ορθότητα και γι’ αυτό προβαίνει σε έναν ατυχή και κάπως ανατριχιαστικό παραλληλισμό με τα άτυπα κύτταρα και τον καρκίνο). Γράφει μάλιστα περίπου ως αξίωμα ότι οι Αφρικανοί μετανάστες της πόλης ασχολούνται (όλοι;) με την πορνεία και τα ναρκωτικά.
Αντίθετα, είναι πολύ γλυκός και επιεικής με τους Αλβανούς, επειδή στη δεκαετία του ’90 είχε γνωρίσει τη δεκαεξάχρονη τότε Ντίνα, η οποία ήθελε να σπουδάσει φυσικομαθηματική και της άρεσε η ποίηση του Καββαδία. Τη δεκαετία του ’90 δεν υπήρχε, όμως, αυτή η εξιδανικευμένη εικόνα για τους Αλβανούς. «Δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ, Αλβανέ», ήταν ένα από τα δημοφιλή συνθήματα και όχι μόνο σε ακροδεξιούς κύκλους, αλλά και σε πιο μετριοπαθή περιβάλλοντα. Την πρώτη δεκαετία της νέας χιλιετίας, όχι πολύ παλιά δηλαδή, Αλβανοί σημαιοφόροι μαθητές, όπως ο Οδυσσέας Τσενάι, δέχονταν επιθέσεις επειδή τολμούσαν να ακουμπήσουν την ελληνική σημαία.
Δόθηκαν μάχες τότε όχι μόνο για τέτοιου είδους επουσιώδη, συμβολικά ζητήματα, αλλά και για τον νόμο περί ιθαγενείας, ώστε να μπορούν τα παιδιά μεταναστών που μετέχουν της ελληνικής παιδείας να μην αισθάνονται μονίμως ξένα στη χώρα όπου μεγαλώνουν. Τα προσφυγόπουλα που επισκέπτονται από φέτος τα ελληνικά σχολεία, στο πλαίσιο της προσπάθειας να μην ιδρυματοποιηθούν σε κάποιον απομακρυσμένο καταυλισμό, θα μάθουν γρήγορα την ελληνική γλώσσα, θα μεγαλώσουν εδώ, θα ερωτευτούν, θα κάνουν παιδιά με τη σειρά τους, θα γίνουν Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες, θα βοηθήσουν το ασφαλιστικό σύστημα να μην καταρρεύσει, θα συνδράμουν στην αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας. Κάποιοι θα γίνουν αθλητές, επιστήμονες και πολιτικοί. Κάποιοι θα γίνουν εγκληματίες, συνάδελφοι ανθρώπων που είχαν Έλληνες γονείς και προγόνους. Αυτή είναι η έννοια της πολυπολιτισμικής κοινωνίας.

Η αρχή του ρατσισμού είναι οι γενικεύσεις και υπεραπλουστεύσεις. Βασίζονται σε εμπειρικές παρατηρήσεις (η 16χρονη Ντίνα, «πορνεία και ναρκωτικά, σου λένε οι κάτοικοι») και όχι σε στοιχεία. Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος βδελύσσεται την πολιτική ορθότητα, αλλά διολισθαίνει στο άλλο άκρο. Την αυθαιρεσία της μετα-αλήθειας, που βασίζεται στον ανεξήγητο φόβο και αψηφά τα στατιστικά στοιχεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομίας, το πρώτο εξάμηνο του 2016 τα αδικήματα που αφορούν σεξουαλική εκμετάλλευση μειώθηκαν σημαντικά σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2015, του 2014 και του 2013, ενώ στον τομέα της διακίνησης ναρκωτικών ο αριθμός των δραστών που είναι ημεδαποί είναι συστηματικά πενταπλάσιος σε σύγκριση με τους αλλοδαπούς.