08 October 2024

Ιστορίες από τον Εμφύλιο

Σάκης Μουμτζής: Το δίτομο βιβλίο «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» κυκλοφορεί από τις εκδ. Επίκεντρο

της Σώτης Τριανταφύλλου

Το δίτομο βιβλίο του Σάκη Μουμτζή «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» είναι αποτέλεσμα τόσο μακρόχρονης έρευνας που θα μπορούσε να εκτείνεται σε περισσότερους τόμους. Ο Σάκης Μουμτζής προσπαθεί, και εν πολλοίς το πετυχαίνει, να απαντήσει στη (σχεδόν) κυρίαρχη αριστερή αφήγηση, η οποία έχει συμβάλει στην τεράστια απήχηση της αριστεράς σε επίπεδο νοοτροπιών, στάσης ζωής και αποτίμησης της ιστορίας.

Ο Σάκης Μουμτζής εξιστορεί τα γεγονότα —εκείνα που οδήγησαν στον εμφύλιο, εκείνα που συνέθεσαν την τραγωδία του και εκείνα που έκριναν τα αποτελέσματά του— με αρκετή ακρίβεια· όση ακρίβεια μπορεί να προκύψει από μια γρήγορη, συμπυκνωμένη και αγωνιστική αφήγηση, χωρίς ακαδημαϊκούς ισχυρισμούς. Το ύφος είναι προσωπικό και προφορικό· καθώς ο συγγραφέας απευθύνεται σε ήδη γνωρίζοντες, μοιάζει να συμπληρώνει μια ημιτελή συζήτηση: γι’ αυτό, συσσωρεύει ονόματα, δεν περιλαμβάνει υποσημειώσεις και περιγράφει καταστάσεις που θεωρούνται λίγο-πολύ κοινό κτήμα. Φοβάμαι ότι κοινό κτήμα δεν είναι: εκτός του ότι οι νεότερες γενιές αδιαφορούν για το παρελθόν, ο εμφύλιος πόλεμος παραμένει το μεγάλο κομμουνιστικό μυστικό· το πεδίο όπου παίζει, ανενόχλητη, η κομμουνιστική προπαγάνδα, όχι μόνο στον τομέα της ιστοριογραφίας, αλλά και της τέχνης και της προφορικής παράδοσης. Παρά το περιβάλλον της αδιαφορίας, το βιβλίο φιλοδοξεί να αντιδράσει σ’ αυτή την πολυσχιδή προπαγάνδα την οποία έχουν ευνοήσει ακόμα και «κεντρώες», μετριοπαθείς, αφηγήσεις από φόβο μήπως θεωρηθούν μονομερείς. Ο Σάκης Μουμτζής δεν έχει τέτοια ανησυχία. Στην πραγματικότητα, εκτός από το ακροδεξιό περιθώριο, η λεγόμενη «αστική» παράταξη προσπάθησε εξαρχής να αφηγηθεί τον εμφύλιο πόλεμο με σχετική ειλικρίνεια: το βιβλίο του Ευάγγελου Αβέρωφ «Φωτιά και τσεκούρι», που κυκλοφόρησε το 1974, δείχνει αυτή την τάση σε μια προοπτική συμφιλίωσης και δημοκρατίας. Όμως, από την πλευρά της, η αριστερά ακολούθησε την προπαγανδιστική, μισαλλόδοξη και ψευδολογική τακτική των ολοκληρωτικών ιδεολογιών· και όπως αναφέρει, επανειλημμένως, ο Σάκης Μουμτζής, επέβαλε το αφήγημά της, ιδιαίτερα στις γενιές που δεν έζησαν τα γεγονότα.

Στο βιβλίο υπάρχουν, αναπόφευκτα, κάποιες υπεραπλουστεύσεις κυρίως σε ό,τι αφορά την ιστορία του διεθνούς σοσιαλισμού, καθώς και αρκετές επαναλήψεις που οφείλονται στο ότι είχε δημοσιευτεί σε συνέχειες στο Liberal. Επίσης, υπάρχουν ίχνη κατάχρησης της ύστερης γνώσης μολονότι ο Σάκης Μουμτζής επισημαίνει τη λανθασμένη προσέγγιση της ιστορίας, κατά την οποία, πολλά χρόνια µετά την τελική κατάληξη των γεγονότων, αποδίδουµε τα συμβάντα σε δόλιους ή περίτεχνους σχεδιασµούς των βασικών παικτών, που ίσως δεν υφίσταντο όταν αυτά διαδραµατίζονταν. Αλλά το βασικό μειονέκτημα αυτού του κατά τα άλλα συναρπαστικού βιβλίου είναι η ίδια η αγωνιστικότητά του, το γεγονός ότι προσπαθεί να αντισταθμίσει την περιρρέουσα προπαγάνδα: σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Σάκης Μουμτζής προσπαθεί να δικαιολογήσει ακόμα και όσα εκτυλίχθησαν στην Μακρόνησο· όμως, άλλο ο αποκλεισμός των αριστερών από τον εθνικό στρατό εν μέσω εμφυλίου πολέμου (λογικό), άλλο οι βίαιες μέθοδοι «αναμόρφωσης» (έγκλημα). Γι’ αυτό, αν και ο Σάκης Μουμτζής καταλήγει ότι η χούντα 1967-74 προσέδωσε στην αριστερά το ηθικό πλεονέκτημα, συντρέχουν σοβαροί λόγοι για να αποδώσουμε την εν λόγω αναβάπτιση στη Μακρόνησο και σε παρόμοιες «υπερβασίες» όπως έλεγε ο Νίκος Ζαχαριάδης αναφερόμενος στη δική του παράταξη. Μια ακόμα διαφωνία που μπορεί να διατυπωθεί είναι ο εξωραϊσμός των εθνικοφρόνων ως «αστική παράταξη»: αν και πράγματι από τη δεξιά και από τον ευρύτερο φιλελεύθερο, φιλοδυτικό, χώρο προέκυψαν πολλοί αστοί πολιτικοί, οι κομμουνιστές είχαν απέναντί τους ένα αντεστραμμένο είδωλο· λιγότερο μια φιλελεύθερη, φιλοδυτική αστική τάξη και περισσότερο έναν συρφετό από εθνικολαϊκιστές και βασιλόφρονες που ήταν ταυτοχρόνως οσφυοκάμπτες έναντι τόσο της Φρειδερίκης όσο και των «ξένων». Ο εθνικισμός της δεξιάς ήταν εξίσου υποκριτικός με τον δήθεν «πατριωτισμό» του ΚΚΕ, το οποίο, ως σοβιετόδουλο, και μέσω του υποτιθέμενου διεθνισμού του, λίγο έλειψε να παραχωρήσει σε γειτονικές χώρες ελληνικά εδάφη.


Αν και όλα τούτα αποτελούν αντικείμενο μακρών συζητήσεων, το βιβλίο του Σάκη Μουμτζή φαίνεται υπερβολικά επιεικές έναντι της μοναρχίας και νομίζω ότι δικαιολογεί υπερβολικά τον φανατισμό των βασιλοφρόνων. Αλλά, όπως είπα, αυτό είναι στοιχείο της αγωνιστικής απάντησης στην αριστερή παραμυθία: καθώς η ιστοριογραφία στην Ελλάδα είναι παιχνίδι της αριστεράς, την εργασία της απομυθοποίησης έχουν αναλάβει νομικοί (σαν τον Σάκη Μουμτζή), πολιτικοί επιστήμονες και δημοσιογράφοι, που, πιθανότατα, δεν χρησιμοποιούν τα εργαλεία της ιστορίας —η οποία, έτσι κι αλλιώς, δεν είναι ακριβής επιστήμη. Έτσι, στο πλαίσιο αυτής της μαχητικότητας, υποβαθμίζεται η λάμψη του Στάλιν στην Ελλάδα, το όνειρο οικονομικής ανάπτυξης και δικαιοσύνης που ταυτιζόταν με την τότε Σοβιετική Ένωση —«ηρωική» εναντίον των Γερμανών και άγνωστη ως προς τα εγκλήματά της— καθώς και η ίδια η απουσία δημοκρατικής παιδείας των Ελλήνων ένθεν και ένθεν.

Η αποστολή του «1944-1949: Ιστορίες από τον Εμφύλιο, Πώς η Ελλάδα παρέμεινε στον ελεύθερο κόσμο» είναι η αποκάλυψη γεγονότων τα οποία αποσιωπούν ή διαστρέφουν οι ιστορικοί της αριστεράς. Αναρωτιέμαι αν είναι πολύ αργά· η αριστερή αφήγηση έχει περάσει στα σχολικά εγχειρίδια, έχει χτίσει το Κατεστημένο. Παράδειγμα, η αφήγηση του Δεκεμβριανών του ’44 που είναι τόσο απλή και βολική ώστε φαίνεται αδύνατο να ανατραπεί. Αλλά, όπως γράφει ο Σάκης Μουμτζής, δεν φταίει η αριστερά· φταίει η άλλη πλευρά που κοιµάται τον ύπνο του δικαίου και δεν την αναδεικνύει την αλήθεια. Το αποτέλεσμα είναι, παρά τις λιγοστές ιστοριογραφικές προσπάθειες και παρά το συγκεκριμένο βιβλίο που εμπλουτίζει την ισχνή βιβλιογραφία της φιλελεύθερης πλευράς, πολλές σελίδες της ιστορίας να παραμένουν σε εκκρεμότητα. Για να παρακάμψουμε την εκκρεμότητα, τείνουμε να παραδεχόμαστε ότι έγιναν αγριότητες κι από τις δύο πλευρές κι ότι πρέπει, επιτέλους, να πάμε παρακάτω. Όμως, αν δεν ξεκαθαρίσουμε την ιστορία μας, αν δεν συμφωνήσουμε πάνω-κάτω σε κάποιο ενιαίο ιστορικό αφήγημα, δεν μπορούμε να πάμε παρακάτω· παγιδευόμαστε σε μια λούπα. Ακριβώς επειδή η αριστερά κυριάρχησε στο εποικοδόμημα —πώς να μην κυριαρχήσει αφού απέκτησε το ηθικό πλεονέκτημα κι αφού η δεξιά δεν την ανταγωνιζόταν με σκέψη, με τέχνη, με «λόγο»;— σήμερα, εν έτει 2024, το ΚΚΕ αποσπά το 10% των ψήφων και επηρεάζει με τη λογική του και με την κουλτούρα του, ή με την έλλειψη αμφοτέρων, τον μισό πληθυσμό. Όποιος έχει στα χέρια του την ιστορία, έχει στα χέρια του την κοινωνία. Έτσι, επιτρέπεται στο ΚΚΕ να μετρά αυτοαναφορικά τη δημοκρατία (κατά τη γνώμη του, όταν είναι παράνομο, ημιπαράνομο ή ανίσχυρο, η έτσι κι αλλιώς περιφρονητέα κοινοβουλευτική δημοκρατία είναι «καχεκτική»), να τη δυσφημεί και να την υπονομεύει, ενώ ταυτοχρόνως απολαμβάνει τον ρόλο του ιστορικού θύματος. Η δεξιά δεν εργάστηκε αρκετά για να ανατρέψει αυτή τη μυθολογία· αντιθέτως, την αποδέχτηκε κάνοντας όλα τα χατίρια στο ΚΚΕ και στις παραφυάδες του. Αυτή είναι, μεταξύ άλλων, η επίπτωση της άγνοιας και της διαστροφής της ιστορίας, εναντίον της οποίας ο Σάκης Μουμτζής έχει ξεκινήσει τη σταυροφορία που έχει ξεκινήσει.

Τέλος, μια λεπτομέρεια σχετικά με το «σβαρνούτ» του Στάλιν που αναφέρει στο βιβλίο του: δεν πρόκειται για «σβαρνούτ» που σημαίνει «λοξός, τρελούτσικος» —αν και ίσως θα ταίριαζε στη περίπτωση— αλλά για «σβερνούτ» που σημαίνει «αναδίπλωση». Αυτός ήταν ο όρος που χρησιμοποίησε ο Στάλιν για να προτρέψει τους κομμουνιστές να αποσυρθούν από τον αδιέξοδο και πολυαίμακτο πόλεμο. Αλλά βεβαίως δεν τον άκουσαν.

24 August 2024

Ο συµπαντικός ετεροµορφισµός κι εµείς

 Η Καθημερινή, 2 Jun 2024

του ομότιμου καθηγητή ΕΜΠ, Θ. Π. ΤΑΣΙΟΥ

Η Ψυχολογία αναγνωρίζει την ασυγκράτητη παρόρµηση του Είναι, όταν φθάνει σε αδιέξοδο, να παράγει αυτοστιγµεί έναν Μύθο, προς «παρα-μυθίαν» του. Πρόκειται για µια σχεδόν ανενσυνείδητη δράση.

Ετσι και στον φόβο του θανάτου, το κάθε άτοµο ενδέχεται να παραγάγει παραµυθίες ποικίλες, όπως κυρίως το «άλλο» εκείνο εξωλογικό συστατικό του Είναι, που βαφτίσθηκε «ψυχή».

Ωστόσο, ένα σηµαντικό τµήµα των συνανθρώπων µας δεν ικανοποιείται µ’ αυτήν την παραµυθία. Αµφιβάλλουν τόσο πολύ, ώστε αναζητούν άλλης κατηγορίας «παραµυθίες», συµβατότερες ει δυνατόν µε τις απαιτήσεις του Λόγου. Η πιο ακραία είναι µια οιονεί παρηγοριά, την οποία δίνει η αξιοπρέπεια της στωικότητας – η καρτερική αταραξία µπροστά σε ένα αναπόφευκτο γεγονός.

Υπάρχει ωστόσο και µια άλλη (θα την έλεγα κάπως πλουσιότερη) κατηγορία στάσεων έναντι του θανάτου, που φιλοδοξούν να είναι και συµβατές µε την επιστήµη. Σ’ αυτήν την κατηγορία υπάγονται και τα ερωτήµατα των Τσαµ και Ουάιτσον, τα οποία µας πρόσφερε γενναιόδωρα ο κ. Ηλ. Μαγκλίνης στην «Καθηµερινή» (18.05.24): «Είναι πιθανή η ζωή µετά τον θάνατο, βάσει των νόµων του σύµπαντος;». Και απαντούν, εστιάζοντας «στην πληροφορία για το πώς είναι η διάταξη των σωµατιδίων µας, η οποία συνιστά την ύπαρξή µας – µια πληροφορία που δεν χάνεται όταν το σώµα µας πεθαίνει, αλλά παραµένει κωδικοποιηµένη στην κβαντική κατάσταση του σύµπαντος». Κι εγώ µεν δεν πείθοµαι για την επιστηµονικότητα αυτής της άποψης – ιδίως µετά την ανάγνωση του πρόσφατου βιβλίου του Στ. Τραχανά «Ο Κύκλος» (ΠΕΚ, 2024).

Ας µου επιτραπεί, όµως, να νοµίζω ότι η ύπαρξή µας δεν περιγράφεται µόνο µε τη διάταξη των σωµατιδίων µας, αλλά µε τα εξής τρία: α) Τα σωµατίδια αυτά καθαυτά, β) τη διάταξή τους και γ) τη λειτουργία τους. Η διάκριση αυτή µάλιστα συνεπάγεται µια σηµαντική διεύρυνση των µετά τον θάνατο συνεπειών. Πράγµατι, η αποσύνθεση των σωµατιδίων µου δεν συνιστά «φθορά»: Η τροφοδότηση των ζωντανών οργανισµών (µικροβίων και φυτών) είναι µια δίκαιη επιστροφή των χηµικών στοιχείων που είχα δανεισθεί απ’ τη φύση, τρεφόµενος µε τα θανατικά προϊόντα φυτών και ζώων. Γεγονός που είναι µια πρώτη φανέρωση του ευεργετικού προσώπου του θανάτου ως ανακυκλικού «Ετεροµορφιστή». Κι όσο εγώ τρεφόµουν µε τα θανατικά προϊόντα φυτών και ζώων, (θα έπρεπε να) ήµουν ευγνώµων προς το φαινόµενο του θανάτου· τώρα που συµµετέχω στο ίδιο καθολικό φαινόµενο, πώς γίνεται να ξεχάσω ότι τα (άλλωστε δανεικά) υλικά των σωµατιδίων µου επιβιώνουν πλέον σε ζωντανούς οργανισµούς! Είµαστε άραγε τόσο κακοµαθηµένοι, ώστε να µη µας συγκινεί αυτή η υπέροχη φυσική πραγµατικότητα;

Ας είµαστε, όµως, λίγο πιο ειλικρινείς: Ολα τούτα, για να έχουν ψυχολογικό αποτέλεσµα, απαιτούν µια πολύχρονη διανοητική παράδοση, που δεν την έχουµε. Εµάς, σήµερα, εκείνο που µάλλον µας πονάει, είναι ένα καίριο επακόλουθο της διακοπής µιας «λειτουργίας» των σωµατιδίων µας – και εννοώ την απώλεια της αυτοσυνειδησιακότητας. Εδώ, η πίστη στην έννοια µιας ειδικώς δηµιουργηµένης προσωπικώς για µένα «ψυχής» (προ της γεννήσεώς µου, όπως και µετά τον θάνατό µου) συνιστά µια τέλεια παραµυθίαν – είπαµε όµως να σχολιάσοµε τις θέσεις εκείνων που διατηρούν αµφιβολίες περί αυτής. Και αναζητούν απόψεις, ει δυνατόν, πιο συµβατές και µε την επιστήµη.

Λοιπόν, ως γνωστόν, ένα σηµαντικό φιλοσοφικό ρεύµα (κυρίως κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια), µε τη βοήθεια και των νευροεπιστηµών, καλλιεργεί την άποψη πως πιθανότατα το Εγώ δεν είναι «πράγµα», δεν δίδεται· αλλά δοµείται και αναδύεται σταδιακά κατά τη βρεφική ηλικία, και συντηρείται συνεχώς καθ’ όλον τον βίο, µε τις ίδιες σχέσεις: προς τον αντικειµενικό κόσµο, προς τα έµβια όντα και προς τα εσωτερικά χαράγµατα της βιολογικής µηχανής του σώµατος.

Αν η άποψη αυτή αληθεύει, τότε το Εγώ δεν συνιστά «ιδιοκτησία», αλλά ήταν µια υπερσυστηµική ιδιότητα, τεράστιας σηµασίας. Που προσφέρει το προνόµιο να βλέποµε βαθιά µέσα στο σύµπαν, αλλά που ενέχει ανάλογη αστάθεια, όση και οι χηµικές ενώσεις του σώµατος. Οπότε, αφού το Εγώ δεν είναι πράγµα «σταθερόν και ιδιόκτητον», θα είναι ηπιότερος κι ο πόνος της απώλειάς του. Μπορεί αυτός ο πόνος να αντισταθµίζεται πλήρως απ’ τη σεµνή αίσθηση συµµετοχής «µας» στον αέναο συµπαντικό ετεροµορφισµό, σε γιγαντιαίες χωρικές και χρονικές κλίµακες – που θα µπορούσαν να παραγάγουν ακόµη και µιαν αίσθηση ιερότητας: Εχετε σκεφθεί πόσο γρήγορα µια µαύρη τρύπα καταπίνει ολόκληρα ηλιακά συστήµατα και πόσο ενίοτε γεννάει νέα αστρικά πλήθη; Αν µη τι άλλο, η εστίαση της προσοχής µας στα συµπαντικά φαινόµενα µας προάγει σε µια σιωπηρή σεµνότητα και σε περιστολή της εγωιστικής απαίτησης για «προσωπική» εξαίρεση απ’ τους συµπαντικούς νόµους της ∆ηµιουργίας.

23 May 2024

Αποχαιρετιμός στη θρησκευτική πίστη (72)

Τι είναι η αγνότητα;  

Γιάννης Χ. 41 χρονών, άγαμος, Αθήνα 

Η ιστορία μου ξεκινάει στο κατηχητικό. Εκεί έμαθα την γνωστή αφήγηση. Το σύμπαν δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα προσωρινό εξεταστικό κέντρο του θεού. Η μόνιμη ζωή ξεκινάει μετά την Δευτέρα Παρουσία και Μεγάλη Κρίση. Σαν χρονική διάρκεια δεν έχει τέλος, και θα την περάσεις είτε στον παράδεισο είτε στην κόλαση. Δεν υπάρχει θάνατος.

Η μητέρα μου και η γιαγιά μου είναι θρησκευόμενες. Ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η αδερφή μου, όχι και τόσο πολύ.

Για κακή μου τύχη, στο κατηχητικό που με πήγανε, με προσηλύτισαν στον μοναχισμό, δηλαδή στο να παραδώσω στον θεό το σώμα μου αγνό και καθαρό από την σαρκική απόλαυση και την επαφή με την γυναίκα. Οι βίοι αγίων που διάβαζα ήταν κυρίως ιερομόναχοι. Από μικρός έμαθα, ότι οι μοναχοί είναι πιο θαρραλέοι από τους κοσμικούς και θα διεκδικήσουν μια καλύτερη θέση στον παράδεισο, γιατί παράτησαν τις ανέσεις και τα εγκόσμια, για να αφιερωθούν στον θεό.

Ενδεικτικά αναφέρω τον Άγιο Μαρτινιανό, ο οποίος προκειμένου να μην κάνει σεξ με μια γυναίκα που πήγε στο μοναστήρι, πάτησε πάνω σε αναμμένα ξύλα από τζάκι και είπε: 

Αν αντέχεις την φωτιά της κόλασης που είναι μεγαλύτερη από αυτήν εδώ την φωτιά, πήγαινε μέσα και κάνε την αμαρτία.

Επίσης ο Άγιος Βενέδικτος, ο οποίος για να μην κάνει σεξ με μια γυναίκα που τον πλησίασε, έπεσε γυμνός σε κάτι αγκάθια και κόπηκε, οπότε και του έφυγε ο πειρασμός. Βενέδικτος σημαίνει ευλογημένος.

Ανά διαστήματα μου άρεσαν κοπέλες αλλά προσπαθούσα να το καταπιέσω. Θυμάμαι που προσπαθούσα να μην αυνανίζομαι, και όταν το έκανα, ντρεπόμουν.

Σε γενικές γραμμές ήμουν πολύ δειλός και μαζεμένος, καθώς το να χτυπήσεις ή να βρίσεις, είναι αμαρτία. Έκανα σε όλους όλα τα χατίρια, γνωστούς και άγνωστους. Δεν με πολύ ένοιαζε κιόλας, περίπου 8 δεκαετίες είναι, θα περάσουν, η ζωή ξεκινάει μετά…

Στην Γ’ Λυκείου είπα στους γονείς μου ότι θέλω να πάω σε μοναστήρι. Δεν με άφησαν. Καλά έκαναν, αλλά η ζημιά είχε ήδη γίνει καθώς είχα διαμορφώσει χαρακτήρα.

Σε γενικές γραμμές, δεν είχα καλές σχέσεις με τους γονείς μου, όπως άλλωστε και οι ίδιοι μεταξύ τους. Υπήρχαν καλές στιγμές αλλά οι κακές ήταν με διαφορά περισσότερες. Ποτέ δεν συζήτησα οποιοδήποτε πρόβλημα μαζί τους, γιατί δεν ήθελα. Τις λίγες φορές που μάθαιναν κάτι που αναγκαστικά έπρεπε να το συζητήσουμε… δεν πήγαινε καλά. 

Ύστερα από πολλές άσχημες συζητήσεις και πολλά άσχημα σκηνικά, και με γονείς και με φίλους, κατάλαβα ότι η θρησκεία με ξεγέλασε.

Ο μοναχισμός λοιπόν δεν σημαίνει κάτι…για την ακρίβεια δεν σημαίνει τίποτα. Είναι κάτι προαιρετικό, όποιος θέλει… Πολλά νεύρα με τον εαυτό μου, με τον θεό, με όλους… 

Ωραία, θα γίνω κοσμικός αλλά τέρμα θρησκευόμενος.

Μόνο μετά τον γάμο θα κάνω σεξ, και μόνο με στόχο την τεκνοποίηση, όχι την απόλαυση. Το σεξ χωρίς την ευλογία του γάμου είναι η μία από της 7 θανάσιμες αμαρτίες, σωστά; 

Πολλές συζητήσεις αργότερα και πολύ κριτική αργότερα, κατάλαβα ότι η θρησκεία με ξεγέλασε κι άλλο. Όλο αυτό με το σεξ, ήταν επίσης κάτι προαιρετικό… Αν θέλεις κάνε, αν δεν θέλεις μην κάνεις…

Τέλεια! Κι άλλα νεύρα, κι άλλο απογοήτευση, που αργά αλλά σταθερά εξελίσσεται σε τραύμα... Τα έφτιαξα με μια κοπέλα για 3 μήνες, όταν ήμουν 21, αλλά ήταν πολύ παιδικό. Δεν κάναμε τίποτα και δεν ταιριάζαμε καθόλου.

Περνώντας τα χρόνια, συνειδητοποίησα ότι μόνο εγώ σκέφτομαι έτσι, όχι μόνο στο σεξ αλλά και στην ζωή γενικότερα. Το τελευταίο πράγμα που νοιάζει οποιονδήποτε, είναι ο παράδεισος και η κόλαση. Λες και δεν υπάρχουν. 

Στα 25 μετακόμισα στην Νέα Μάκρη. «Ωραία» σκέφτηκα, «καινούργια ζωή!» Εδώ κανείς δεν ξέρει ότι ήμουν του κατηχητικού, ότι ήμουν φλώρος, και ότι δεν έχω κάνει ποτέ σεξ. Με μια εξαίρεση βέβαια, όταν με πήγε με το ζόρι ο πατέρας μου σε οίκο ανοχής όταν ήμουν 16. 

Πολύ τραυματική πρώτη εμπειρία, έπαιξε πολύ ρόλο στην κακή σεξουαλική ζωή που έχω, μέχρι και σήμερα. 

Η γυναίκα είχε περίπου την ηλικία που είχε τότε η μητέρα μου. Ήταν υποκειμενικά άσχημη, πολύ κόντρα σε αυτό που θέλω. Προφανώς μου ήταν άγνωστη, ήμασταν στα σκοτάδια, και μιλούσε χυδαία. Αφού δεν ξέρασα πάνω της, πάλι καλά. 

Μεγαλώνοντας παρατήρησα κάποια πράγματα στην θρησκεία που δεν μου άρεσαν. Ο καθένας πίστευε κυριολεκτικά ότι γούσταρε, σε όλα τα ζητήματα. 

Στην Νέα Μάκρη βγήκα κάπως από την φούσκα μου. Λέω μερικές φορές την φράση: «Ο ένας και μοναδικός αληθινός θεός, είναι το μακρύ και το κοντό του καθενός.»

Η θρησκεία διαχρονικά χωρίζει τους ανθρώπους σε αντίπαλα στρατόπεδα. Εθνικά, κοινωνικά, στους φίλους, στην δουλειά, στην οικογένεια, στο σεξ… Οι περισσότεροι όταν λένε: «Θα με σέβεσαι» εννοούνε: «Θα με ανέχεσαι».

Στην Νέα Μάκρη δεν έγινε ποτέ τίποτα, δεν είχα καμιά εμπειρία, έκανα λάθη, δεν ήμουν εξοικειωμένος με την γυναικεία παρουσία και το γυναικείο σώμα. Ήμουν μακριά από την θρησκεία, αλλά ακόμα ένθεος. Δυσκολευόμουνα να αγγίξω γυναίκα! 

Ύστερα από 10 περίπου χρόνια ξαναπήγα σε οίκο ανοχής, από μόνος μου αυτή την φορά, και συνέχισα να πηγαίνω μήπως βοηθήσω τον εαυτό μου να ξεμπλοκάρει… Με βοήθησε αλλά όχι όσο νόμιζα...

Μόνο όσοι το έχουνε κάνει, ξέρουν πόσο δύσκολο είναι, πόσο ενέργεια θέλει, πόσο τραυματικό είναι, να ασκήσεις κριτική σε αντιλήψεις που έχουν θεολογικό περιεχόμενο. Το να διαμορφώσεις χαρακτήρα 2η φορά, γίνεται μεν, αλλά με μεγάλο κόστος. 

Κάποια στιγμή περίπου στα 30, ενώ έχω απομακρυνθεί αρκετά από την θρησκεία, είδα βιντεάκια στο Youtube, έκανα συζητήσεις στα social και έγινα άθεος. Μου έκανε εντύπωση που τα θαύματα του θεού… έχουν όρια! Πού να ξεκινήσω και πού να τελειώσω, με τους τρόπους που ο εγκέφαλος, μας ξεγελάει…

Όλο αυτό βέβαια με είχε κουράσει πάρα πολύ. Δεν μαθαίνεις κάθε μέρα ότι χαράμισες τα καλύτερα χρόνια σου χωρίς σχέσεις και χωρίς σεξ, για ένα βιβλίο, που στην τελική δεν σημαίνει τίποτα. Βάση ψυχολογίας, όσο μεγαλύτερες θυσίες έχεις κάνει για μια ιδεολογία Α, τόσο δυσκολότερο είναι να τις ασκήσεις κριτική και, ενδεχομένως, να παραδεχτείς ότι ήταν λάθος. Γιατί αυτή η παραδοχή του λάθους, κάνει τις μεγάλες θυσίες άκυρες, και αυτό δεν θέλει να το αντικρίσει κανένας.

Η απειλή της κόλασης, η επιβράβευση του παραδείσου, και η μεγάλη θυσία του να μην κάνω ούτε σχέση ούτε σεξ σχεδόν σε όλη μου την εφηβεία, με κράταγαν όμηρο στην θρησκευτική πίστη. 

Ευτυχώς με τα πολλά, κατάφερα και ελευθερώθηκα. 

Θυμάμαι σαν χθες το αίσθημα εφορίας, ανακούφισης, και ευχαρίστησης, κάθε φορά που σκεφτόμουν τον εαυτό μου στον παράδεισο μαζί με μια κοπέλα. Θα νόμιζε κανείς ότι μου λείπει. Δεν μου λείπει καθόλου, πρώτον γιατί το πλήρωσα υπερβολικά πολύ ακριβά, και δεύτερον γιατί δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. 

Θέλω να γνωρίζω το σύμπαν όπως είναι... με τα καλά και τα στραβά του. Στο σύμπαν όπως είναι θα ζήσω, το σύμπαν όπως είναι θέλω να ξέρω. 


18 May 2024

Πάρτι για χρονοταξιδιώτες

του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή 15/5/2024


Τo ερώτημα που προσπαθούν να απαντήσουν οι Χόρχε Τσαµ και Ντάνιελ Ουάιτσον στο βιβλίο τους «
Συχνές ερωτήσεις για το σύµπαν» (Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης, µτφρ. Νίκος Αποστολόπουλος) είναι: «Γιατί δεν µπορώ να ταξιδέψω πίσω στον χρόνο;

Θεωρητικά, οι φυσικοί δεν αποκλείουν ένα ταξίδι στον χρόνο. Ένας μηχανικός, βέβαια, θα έλεγε πως δεν έχουµε τα µέσα για να φτιάξουµε µια χρονοµηχανή. Αλλά ένας φυσικός θα απαντήσει «ότι κάτι είναι εφικτό εάν δεν γνωρίζει κάποιον νόµο της φυσικής που να το απαγορεύει».

Αλλά τι σηµαίνει ακριβώς «επιστρέφω στο παρελθόν»; Η φυσική θεωρεί ότι ο χρόνος είναι «αυτό που επιτρέπει στο σύµπαν να µεταβάλλεται. (...) Το παρελθόν ελέγχει τα είδη του µέλλοντος που µπορούν να προκύψουν. Πρόκειται για το περίφηµο “αίτιο και αποτέλεσµα”».

Αν υποθέσουµε ότι γυρίζουµε πίσω στον χρόνο και, π.χ., σπουδάζουµε κάτι άλλο από αυτό που σπουδάσαµε στα νιάτα µας, αφού επιστρέψουµε στο σήµερα, θα είµαστε επαγγελµατικά κάτι άλλο;

Όχι. Κάτι τέτοιο παραβιάζει τον νόµο της αιτίας και του αποτελέσµατος, άρα το σύµπαν παύει να είναι συνεπές µε τον εαυτό του. Και η άλλη επιλογή που κάναµε στο ταξίδι µας στον χρόνο; Ίσως σε ένα παράλληλο σύµπαν ο άλλος µας εαυτός να σπουδάζει κάτι διαφορετικό. Αλλά τα παράλληλα σύµπαντα, αν υπάρχουν, έχουν αυτό το πρόβληµα: είναι παράλληλα· δεν τέµνονται.

Μισό λεπτό, όµως. Το ότι δεν µπορούµε να αλλάξουµε το παρελθόν δεν σηµαίνει ότι είναι απαγορευτικό να πάµε σε αυτό. Από τον Αϊνστάιν γνωρίζουµε ότι χώρος και χρόνος ταυτίζονται (χωρόχρονος) και ότι ο χωρόχρονος καµπυλώνεται εκεί όπου υπάρχει µεγάλη συγκέντρωση µάζας (π.χ. αστέρες νετρονίου, µαύρες τρύπες).

Ξέρουµε ότι σε ορισµένα µέρη του σύµπαντος ο χωρόχρονος συµπεριφέρεται αλλόκοτα: όταν καµπυλώνεται ο χώρος, συµπιέζεται και ο χρόνος µαζί. Θεωρητικά πάντοτε ίσως να δηµιουργούνται φυσικές σήραγγες (οι λεγόµενες σκουληκότρυπες), οι οποίες όχι µόνο να ενώνουν µακρινά σηµεία του χώρου αλλά και διαφορετικά σηµεία του χρόνου. «Οσο δεν επιχειρείτε να αλλάξετε το παρελθόν, µπορείτε να κινηθείτε στον καµπυλωµένο χωρόχρονο και αυτός µπορεί κάλλιστα να σας µεταφέρει είτε στο παρελθόν είτε στο µέλλον».

Οι Τσαµ - Ουάιτσον προτείνουν ακόµα µία µηχανή αντιστροφής του χρόνου. «Είναι η ιδέα εξωφρενική; Ναι. Γνωρίζουµε πώς να κάνουµε τον χρόνο να κυλάει προς τα πίσω ή να µειώνουµε την εντροπία; Οχι. Θα µπορούσε κάτι τέτοιο να εφαρµοστεί στην πράξη; ∆εν έχουµε ιδέα. Είναι αδύνατον; Οχι, σύµφωνα µε τις σηµερινές µας γνώσεις στη φυσική!».

Ισως µια οριστική απάντηση να έδωσε κάποτε ο αστροφυσικός Στίβεν Χόκινγκ, προκειµένου να αποδείξει πως τα ταξίδια στον χρόνο είναι κάτι ανέφικτο: οργάνωσε ένα πάρτι µε προσκεκληµένους χρονοταξιδιώτες. ∆εν πάτησε ψυχή...


Υπάρχει κανείς εκεί έξω;

του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή 16/5/2024

«Γιατί δεν μας έχουν επισκεφτεί εξωγήινοι; Ή μήπως το έχουν ήδη κάνει;» τιτλοφορείται ένα από τα κεφάλαια των Τσαμ και Ουάιτσον στο προαναφερόμενο βιβλίο τους. 

«Ο γαλαξίας μας έχει έναν απίστευτα μεγάλο αριθμό άστρων (περίπου 250 δισεκατομμύρια) και υπάρχουν τρισεκατομμύρια, αν όχι άπειροι, γαλαξίες. Επίσης, περίπου ένα στα πέντε άστρα διαθέτει έναν πλανήτη παρόμοιο με τη Γη, που σημαίνει ότι υπάρχουν πεντάκις εκατομμύρια (αν όχι άπειρες!) ευκαιρίες να αναπτυχθεί ζωή».

Τότε... πού είναι; (Παράδοξο του Fermi) Οι συγγραφείς προσπαθούν να απαντήσουν εξετάζοντας τέσσερα σενάρια. Το πρώτο: Μας άκουσαν και έρχονται να μας βρουν. Αλλά «το είδος μας άρχισε να εκπέμπει ραδιοφωνικά, τηλεοπτικά και άλλα σήματα πριν από περίπου έναν αιώνα. (...) Έτσι, ακόμη και σήματα που κινούνται με την ταχύτητα του φωτός χρειάζονται πολύ χρόνο για να φτάσουν στους εξωγήινους κόσμους που ενδεχομένως υπάρχουν». Ίσως, λοιπόν, να μην υπάρχουν νοήμονες εξωγήινοι πολιτισμοί σε κοντινή στη Γη απόσταση, εξ ου και η σιωπή.

Δεύτερο σενάριο: Θα μπορούσαν να «σκοντάψουν πάνω μας», έχοντας ξεκινήσει την εξερεύνησή τους πριν από χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια, εφόσον μιλάμε για έναν τεχνολογικά προηγμένο εξωγήινο πολιτισμό. Και πάλι, σιωπή (έως τώρα). Ισως διότι «εκεί έξω δεν υπάρχουν τέτοιου είδους πολιτισμοί».

Τρίτο σενάριο: Να είναι εξαιρετικά ευφυείς, τόσο που να έχουν κατασκευάσει «αυτοαναπαραγόμενες» διαστημοσυσκευές, τέτοιες που ενώ εξερευνούν τον γαλαξία φτιάχνουν επιτόπου περισσότερα σκάφη, μειώνοντας έτσι τον χρόνο και τις αποστάσεις των ταξιδιών. Τότε, πού είναι; Πιθανή απάντηση: Ίσως ήδη μας παρατηρούν. Ίσως αποφάσισαν να μας προσπεράσουν επειδή αυτό που είδαν δεν τους άρεσε...

Τέταρτο σενάριο: Μήπως είναι ήδη εδώ και δεν το έχουμε καταλάβει; «Αν ήρθαν να μας επισκεφτούν όταν εμείς, ως πολιτισμός, φορούσαμε ακόμα πάνες; (...) Μήπως ο λόγος που δεν αντιληφθήκαμε την επίσκεψή τους είναι γιατί πολύ απλά ΔΕΝ θέλουν να γνωρίζουμε ότι μας επισκέφτηκαν;».

Είναι γνωστές οι θεωρίες συνωμοσίας από τους απανταχού... ουφολόγους, αλλά τίποτα τεκμηριωμένο, πέρα από τις πρόσφατες αλλεπάλληλες θεάσεις (καταγεγραμμένες σε βίντεο) εξαιρετικά αλλόκοτων αγνώστων ιπτάμενων αντικειμένων από το αμερικανικό ναυτικό. Το Πεντάγωνο και το Κογκρέσο αποφάνθηκαν ότι «δεν ξέρουμε τι είναι αυτά τα σκάφη· το βέβαιο είναι πως δεν είναι δικά μας». Ίσως, δηλαδή, να είναι κινεζικά ή ρωσικά – όχι απαραιτήτως εξωγήινα.

Η αγαπημένη μου σχετική ρήση είναι του Άρθουρ Κλαρκ: «Δύο δυνατότητες υπάρχουν: είτε υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν εξωγήινοι. Και οι δύο είναι τρομακτικές».


Ζούμε μέσα σε ένα «Μάτριξ»;

του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή 17/5/2024

Θυμάστε τον πλατωνικό μύθο του σπηλαίου; Οι σκιές στα τοιχώματα είναι η μόνη αληθινή πραγματικότητα για τα πλάσματα που ζουν εκεί μέσα. Όμως ο κόσμος στην ολότητά του βρίσκεται έξω, απ’ όπου έρχεται το φως και δημιουργεί τις σκιές. «Μια ιδέα που κυκλοφορεί εδώ και χιλιάδες χρόνια», γράφουν οι Τσαμ και Ουάιτσον στο προαναφερόμενο βιβλίο τους, «είναι ότι το σύμπαν στο οποίο ζούμε, αυτό δηλαδή που βιώνουμε με όλες μας τις αισθήσεις, μπορεί τελικά να μην είναι πραγματικό. (...) Σίγουρα αισθανόμαστε ό,τι είναι πραγματικό. Αλλο όμως να το αισθανόμαστε ως πραγματικό και άλλο να είναι όντως πραγματικό» (όπως στο σπήλαιο του Πλάτωνα).

Η ιδέα αυτή γνώρισε μεγάλες δόξες στην εποχή μας με την ταινία «The Matrix» και εσχάτως με την αλματώδη πρόοδο στην τεχνητή νοημοσύνη. «Παραδόξως», λένε οι Τσαμ - Ουάιτσον, «το ερώτημα για το κατά πόσον είναι πραγματικό το σύμπαν μας έχει αρχίσει να απασχολεί σοβαρά τη σύγχρονη φυσική».

Είναι όμως δυνατόν; Και πώς θα το καταλαβαίναμε, αν ισχύει; Το βέβαιο είναι ότι το σύμπαν μας ακολουθεί κανόνες, θυμίζοντας πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή. «Οπως ακριβώς τα λογισμικά, το σύμπαν στο οποίο ζούμε φαίνεται να λειτουργεί εφαρμόζοντας στα τυφλά ένα σύνολο οδηγιών που έχουν οριστεί από κάποιον αόρατο κεντρικό προγραμματιστή».

Τι θα χρειαζόταν, ωστόσο, για να προσομοιωθεί στ’ αλήθεια ένα ολόκληρο σύμπαν; Οι δύο συγγραφείς δοκιμάζουν διάφορα σενάρια («εγκέφαλος σε δοχείο», «εξωγήινος εγκέφαλος σε δοχείο», «είμαστε ένα πρόγραμμα»), καταλήγοντας στον εξής κοινό παρονομαστή: «Για να είναι ρεαλιστικό ένα προσομοιωμένο σύμπαν πρέπει να φαίνεται πραγματικό μόνο στα όντα που βιώνουν την προσομοίωση», δηλαδή εμάς.

Υπάρχει τρόπος να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει; Αυτό εξαρτάται από το πόσο καλά είναι προγραμματισμένος ο κοσμικός υπερυπολογιστής.

Το πιο κρίσιμο ερώτημα, πάντως, είναι άλλο: Γιατί να συμβαίνει κάτι τέτοιο; Είναι το σύμπαν μας ένα επιστημονικό πείραμα; Ή κάποιος μας κάνει πλάκα και είμαστε τα θύματα κοσμικών φαρσέρ;

Εχει εντέλει τόση σημασία; «Ισως η πραγματική ψευδαίσθηση», καταλήγουν οι συγγραφείς, «να είναι ότι υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε ένα προσομοιωμένο και στο πραγματικό σύμπαν».

Ισως ζούμε μέσα σε ένα «Μάτριξ». «Οι σύγχρονες τεχνολογικές τάσεις αφήνουν ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο, η δε φιλοσοφία μάς λέει ότι ένα προσομοιωμένο σύμπαν θα ήταν εξίσου έγκυρο με ένα πραγματικό».

Και μόνο σαν ιδέα είναι αρκούντως συναρπαστική. Ένας μη επιστήμονας, ένας μεγάλος αφηγητής, ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, το είχε θέσει εύστοχα: «Η μόνη λέξη που θα έπρεπε να μπαίνει πάντοτε μέσα σε εισαγωγικά είναι η "πραγματικότητα"».


Υπάρχει ζωή µετά τη ζωή;

του Ηλία Μαγκλίνη, Καθημερινή 18/5/2024

«Πρόκειται, ίσως, για το βαθύτερο και αρχαιότερο ερώτηµα: “Τι συµβαίνει µετά τον θάνατό µας;”» γράφουν οι Τσαµ και Ουάιτσον στο προαναφερόμενο βιβλίο τους.

Συνήθως, σχολιάζουν οι δύο συγγραφείς, αυτό το θέµα το αφήνουν οι επιστήµονες «για τους φιλόσοφους και τους µελετητές των θρησκειών».

Οι ίδιοι θέτουν το ερώτηµα στην εξής βάση: «Είναι πιθανή η ζωή µετά τον θάνατο µε βάση όσα γνωρίζουµε για τους νόµους αυτού του σύµπαντος; (...) Θα πρέπει αρχικά να εξετάσουµε ποιο µέρος µας είναι αυτό που υποτίθεται ότι επιβιώνει», παρατηρούν. Φυσικά, γράφουν ως αυτό που είναι, δηλαδή... φυσικοί. 

Και στη Φυσική, αυτό που συνιστά την ύπαρξή µας είναι διάταξη των σωµατιδίων µας. «Αυτό σηµαίνει ότι δεν είµαστε παρά η πληροφορία για το πώς είναι διατεταγµένα αυτά τα σωµατίδια, πράγµα που σηµαίνει ότι µπορούµε να επιβιώσουµε ακόµη κι αν το σώµα µας πεθάνει. Το µόνο που έχουµε να κάνουµε είναι να αντιγράψουµε αυτή την πληροφορία και να τη βάλουµε να ζήσει κάπου αλλού».

Ωστόσο, πώς διαβάζονται ή αποσπώνται αυτές οι πληροφορίες; Αντιγράφονται όλες οι πληροφορίες ή µέρος τους; Ποια εκδοχή του εαυτού µας συνεχίζει να υπάρχει;

Η Φυσική θέτει πολύ σοβαρά εµπόδια στις διαδικασίες αυτές. Π.χ., «για να αποθηκεύσουµε σήµερα την πληροφορία που κρύβεται σε ένα νύχι του ποδιού µας, θα χρειαζόµασταν όλους τους υπολογιστές που υπάρχουν».

Πέραν αυτών, πού άραγε είναι το «κάπου αλλού;». Η αρχετυπική ιδέα είναι «στον ουρανό». Αλλά σήµερα ξέρουµε έναν άλλο ουρανό από εκείνο της εποχής του Χριστού ή του Μεσαίωνα. Ισως η «άλλη σφαίρα ύπαρξης» να είναι ένα παράλληλο σύµπαν; Αλλά πώς γίνεται η µετάβαση εκεί; Και σε τι συνθήκη θα βρεθούµε; «Θέλουµε τη ΖΩΗ µετά τον θάνατο», γράφουν, «όχι απλά να καθόµαστε αιωνίως παγωµένοι».

∆υστυχώς, «εξ όσων γνωρίζουµε, δεν υπάρχει καµία απόδειξη ότι µόλις πεθαίνουµε συµβαίνει κάτι άλλο εκτός από εντροπία» – δηλαδή φθορά.

Αρα, «άπαξ και πεθάναµε, αυτό που ήµασταν χάνεται για πάντα;». Οχι ακριβώς: η κβαντική πληροφορία δεν µπορεί να καταστραφεί στο σύµπαν. «Αυτό σηµαίνει πως όταν πεθαίνει το σώµα µας, ενώ τα σωµατίδια από τα οποία αποτελείται χωρίζονται και διασκορπίζονται, η κβαντική πληροφορία γι’ αυτά δεν χάνεται». Μένει ένα ίχνος το οποίο ίσως να µετασχηµατίζεται, πάντως δεν θα χαθεί ποτέ. «Θα παραµένει κωδικοποιηµένο στην κβαντική κατάσταση του σύµπαντος, σαν αποτύπωµα ή στοιχείο».

Η κατάληξη του κεφαλαίου ενέχει µια κάποια συγκίνηση: «Μια µέρα θα πεθάνετε και εσείς, και θα γίνετε µέρος του συµπαντικού αρχείου. Ενα παλαιό ρητό λέει ότι ζούµε στις καρδιές και στο µυαλό όσων µας γνώριζαν. Σύµφωνα µε την κβαντική µηχανική, αυτό δεν είναι απλά αληθές, αλλά µαθηµατικό γεγονός».

07 May 2024

Αποχαιρετισμός στη θρηκευτική πίστη (71)

Απελευθέρωση

Θεοδοσία Χ., 40 ετών, καθηγήτρια, άγαμη με ένα παιδί. 

Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που δεν είχε ξεκάθαρη θέση ως προς τη θρησκεία. Και εννοώ τον πατέρα μου και την μητέρα μου και το μέσα τους, δηλαδή, νομίζω πως ούτε οι ίδιοι είχαν εσωτερικά τους μια συνειδητή, συγκεκριμένη θέση, ούτε ποτέ εμβάθυναν.

Η μητέρα μου καταγόταν από χωριό, κλασικό παράδειγμα κλειστής κοινωνίας, μεγαλωμένη χριστιανικά κατεξοχήν ως προς το τυπικό της πίστης. Φρόντιζε να τηρεί τις πιο σημαντικές νηστείες, να τηρεί τα έθιμα των εορτών, να προσκυνάει εικόνες αγίων και λείψανα, αλλά δεν πήγαινε στην εκκλησία τις Κυριακές, δεν εξομολογούνταν και δεν με πίεσε ποτέ να τα κάνω εγώ αυτά. Από μένα ήθελε να είμαι σεμνή, να κρατήσω την παρθενία μου, να πιστεύω, χαρακτηριστικά λέγοντας ότι χρειάζεται και πίστη στη ζωή, να μην αμφισβητώ τον Χριστό, να μην τρώω κρέας και γαλακτοκομικά στις νηστείες και να κοινωνάω τουλάχιστον την Μεγάλη Πέμπτη.

Όλο αυτό νομίζω πως μέχρι μια ηλικία προ εφηβείας δεν με πείραζε γιατί το έβλεπα σαν παιχνίδι και σαν παράδοση, οπότε δεν το ανέλυα. Εκτός αυτών των τυπικών θεμάτων της πίστης, η μαμά μου μιλούσε επίσης πολύ συχνά για τον Χριστό και για την αγάπη που πραγματώνεται μέσω αυτού. Έλεγε ότι ο Χριστός είναι η απόλυτη έκφανση αγάπης, ότι χωρίς αυτόν είμαστε μόνοι μας και ανέλπιδοι και ότι το κουράγιο μας είναι αυτός, γιατί μας βοηθάει, μας λατρεύει και μας προστατεύει.

Αυτό ήταν μια πάρα πολύ όμορφη ιδέα και ακουγόταν πολύ παρηγορητικό και ζεστό στην παιδική ψυχή μου. Ωστόσο, μεγαλώνοντας, είδα ότι ερχόταν σε αντίθεση με την πλειοψηφία των ιερωμένων και τις τακτικές της εκκλησίας. Πού ήταν αυτή η αγάπη όταν πηγαίναμε να κοινωνήσουμε, έστω μόνο την μεγάλη Πέμπτη και ο παπάς μας κοιτούσε στραβά αν δεν ξέραμε πώς να σταθούμε ή αν δεν ξέραμε το τυπικό της λειτουργίας; Τι νόημα είχε να πας στην εκκλησία τελικά αφού δεν έκανες καμία πράξη αγάπης προς κανέναν, ούτε και εισέπραττες φυσικά;

Τις φορές λοιπόν, μικρή ακόμη, που πήγαινα στην εκκλησία με παραξένευαν όλα. Το γιατί προσκυνάνε συνέχεια και ζητάνε έλεος, το γιατί πληρώνουμε το κερί, το γιατί βγάζουν δίσκο και το γιατί ο εκάστοτε παπάς μάλωνε ενίοτε κόσμο εκεί μέσα με ύφος δικτατορίσκου για διάφορα πράγματα. Πού ήταν αυτή η αγάπη και η ψυχική παρηγοριά; Επομένως, έως μια ηλικία νομίζω πως περισσότερο τα είχα βάλει με την εκκλησία παρά με τον Χριστό. Κάτι που φαινόταν να έκανε κι ο πατέρας μου δηλώνοντας πως πιστεύει, αλλά δεν "πάει" τους παπάδες.

Για την κόλαση άκουσα ωμά πράγματα για πρώτη φορά από μια καθηγήτρια Θρησκευτικών στο Γυμνάσιο. Η μητέρα μου στεκόταν πάντα στο αν δεν είμαστε καλοί άνθρωποι ο θεός θα μας τιμωρήσει και ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε για να μπούμε στον παράδεισο. Κι εκεί φυσικά και πάλι αναρωτιόμουν, μικρούλα όντας, μα τώρα επειδή άναψα κερί και κάθομαι και ακούω αυτά τα ακαταλαβίστικα, θα πάω στον παράδεισο;

Πίσω στην καθηγήτρια λοιπόν... Η διδασκαλία της για την κόλαση ήταν κόλαση... Θα πήγαιναν βασικά απ’ ό,τι είχα αντιληφθεί σχεδόν όλοι. Φορούσες παντελόνι; άσεμνο-υποψήφιος θαμών της κολάσεως. Έβαψες νύχια; τα ίδια. Ξυρίστηκες, κάπνισες...; τα ίδια. Φυσικά τα πιο "μεμπτά" απ' αυτά δεν το συζητάω τι δίδασκε ότι συνεπάγονταν.

Κάπου εκεί στην αρχή της εφηβείας μου λοιπόν και ήδη με το παράλογο μέσα μου που ανέφερα πιο πάνω, ότι δεν υπάρχει σύνδεση μεταξύ ουσιαστικής αγάπης και εκκλησίας, άρχισα να σκέφτομαι ότι αυτό το δόγμα προκαλεί τελικά τύψεις και ενοχές για όλα...Και, κατ' επέκτασιν, προκαλεί τύψεις και δυστυχία με τον εαυτό σου. Τον έχεις συνέχεια στο μικροσκόπιο και τον μαστιγώνεις μην τυχόν και παρεκκλίνει... Γιατί ο Χριστός τα βλέπει όλα, τα κρίνει και τα φιλτράρει. Είναι παντού, big brother κανονικός.

Έχοντας λοιπόν τις αμφιβολίες μου για το αν αυτό το δόγμα είναι τελικά αγάπη και έχοντας θυμώσει που με φόρτωνε με τόσο ζόρι μέσα μου, με τύψεις και ενοχές, ξεκίνησα συνάμα να διαβάζω. Φιλοσοφικά βιβλία, ποίηση, ιστορικά βιβλία, κοινωνικά, πολιτικά και ο, τι μου φαινόταν ότι θα μπορούσε να μου δώσει απαντήσεις. Και ξέρετε γιατί; Γιατί μέσα μου ήθελα να υπάρχει ο Χριστός, να υπάρχει αυτή η φιγούρα απόλυτης αγάπης, να υπάρχει αυτό το φως και η ελπίδα. Να υπάρχει η αιώνια ζωή ευτυχίας στον παράδεισο.

Μάταια... Όσο διάβαζα και διάβαζα και για άλλες θρησκείες και διάφορες φιλοσοφικές προσεγγίσεις γύρω από τις θρησκείες, κατέληξα να καταλάβω ένα: ότι δηλαδή αναλόγως με το πού έχεις γεννηθεί, πιστεύεις και κάπου αλλού και ότι λίγο πολύ οι μονοθεϊστικές θρησκείες κυρίως επιβεβαίωναν ένα πανομοιότυπο μοτίβο. Υπάρχει ένας θεός που τον λατρεύουμε, χωρίς να τον ξέρουμε, τον παρακαλάμε όλη μέρα να μας ελεήσει και να μας προστατεύσει και so what; Ούτε θαύματα γίνονταν κάπου, ούτε καμιά αγάπη και ανθρωπισμός επικρατούσε.

Υπήρχε και τότε που τα συνειδητοποιούσα και υπάρχει φυσικά και στις μέρες μας ο τρίτος κόσμος, τα παιδιά που πεινάνε, οι πόλεμοι και η οικονομική ανισότητα. Και μάλιστα... πολλά δεινά έγιναν και γίνονται εξαιτίας των θρησκειών και του φανατισμού που σπέρνουν μέσα στον άνθρωπο και που τον φέρνουν να είναι εχθρός με άλλους ανθρώπους. Γεμάτη η ιστορία από παραδείγματα τέτοια.

Κάπου εκεί λοιπόν κατόπιν όλων αυτών και γύρω στα 15 κατάλαβα ότι και στο Χριστό είναι τυχαίο να πιστεύεις και στον Αλλάχ και στον Βούδα και στον Γιαχβέ κ.τ.λ. Πάει κάπως αναλόγως με το πού έτυχε να γεννηθείς. Άρα, σκέφτηκα, υπήρξε τελικά ο Χριστός; Γιατί δεν γίνεται να υπήρξε μόνο για τους χριστιανούς και οι υπόλοιποι μα μην τον πιστεύουν ή να μην τον γνωρίζουν καν. Και τι θα γίνει μ’ αυτούς δηλαδή σκεφτόμουν; Θα πάνε στην κόλαση ακόμη και αν είναι καλοί άνθρωποι και έχουν μέσα τους αγάπη;

Και τότε ξεκίνησα να σκέφτομαι με τη λογική. Γίνεται να γεννήθηκε κάποιος από παρθένα με τον κρίνο; Γίνεται να αναστήθηκε από πεθαμένος που ήταν και από τότε άντε γεια σας; Γίνεται να προφητεύσεις το μέλλον; Και τι είναι αυτός ο παράδεισος που θα μας χωρέσει όλους; Και γιατί εφόσον ο θεός υπάρχει και βλέπει τα πάντα, προτιμά να ακούσει την προσευχή ενός ανθρώπου που του ζητάει να γράψει καλά το παιδί του στις εξετάσεις και όχι την προσευχή ενός παιδιού που πεθαίνει ή που βιάστηκε ή που έτυχε κακομεταχείρισης; Μάλλον όχι με βάση και τη φυσική που εντωμεταξύ λάτρευα να διαβάζω και να μελετάω.

Το σύμπαν είναι αχανές και υπόκειται σε κάποιους νόμους. Γιατί έλεγα να σκεφτόμαστε ότι τα πάντα γυρνάνε γύρω από μας και μέσα σε όλη αυτή την απεραντοσύνη να υπάρχει και ένας θεός που ασχολείται μόνο μαζί μας και με τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά μας και "ατοπήματά" μας για να δει πού θα μας στείλει; Και που δεν διορθώνει και τίποτα στο φινάλε. Μόνο κάθεται εκεί στην κορυφή του και μάλλον είναι διαταραγμένη προσωπικότητα. Άσε, σκεφτόμουν, που τελικά αυτός μας έπλασε έτσι με αδυναμίες και ελαττώματα. Συνάδει; Δεν συνάδει. Άρα δεν είναι θεός με τόση ανωμαλία, άρα είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα, άρα δεν υπάρχει. Έτσι λοιπόν αποτίναξα τη θρησκεία και τον Χριστό και τον χριστιανισμό και οτιδήποτε μιλάει για ένα ανώτερο ον δημιουργό των πάντων από πάνω μου.

Οφείλω βέβαια να ομολογήσω ότι σοκαρίστηκα που αυτή η πνευματική φιγούρα αγάπης απλά δεν υπάρχει. Ήταν ένα πλήγμα για μένα που το βίωσα σαν απώλεια. Από την άλλη όμως ελευθερώθηκα:
  • Ελευθερώθηκα και μπόρεσα να αγαπήσω την ανθρώπινη μου φύση με όλα της τα ελαττώματα και να μην την αποτάσσομαι ούτε να την πολεμώ. 
  • Ελευθερώθηκα και αγάπησα τη γυναικεία μου φύση, γιατί δεν είναι κατώτερο να είσαι γυναίκα, ούτε να ντρέπεσαι που σου αρέσει η σεξουαλική πράξη. 
  • Ελευθερώθηκα και μπόρεσα να αγαπήσω κι άλλους ανθρώπους με τα ελαττώματά τους και μπόρεσα να τους προσεγγίζω αντικειμενικά. 
  • Ελευθερώθηκα γιατί συνειδητοποίησα ότι κανένας Χριστός δεν θα σε βοηθήσει παρά μόνο ο εαυτός σου και το να είσαι υπεύθυνος. 
  • Ελευθερώθηκα γιατί συνειδητοποίησα ότι κανένας Χριστός δεν υπάρχει που να σε αγαπήσει, άρα πρέπει να δουλέψεις σκληρά και να φτάσεις στην αγάπη μόνος σου. Πρέπει να δουλέψεις για να δώσεις αγάπη αλλά και για να την πάρεις. Και αυτό το λέω νόημα ζωής... 
Ως άνθρωπος προσπαθώ να συζητάω με τους άλλους ανθρώπους που πιστεύουν αντικειμενικά, με λογική και να καταθέτω την άποψη μου ότι οι θρησκείες στηρίζονται σε ένα παράλογο συναίσθημα, στον ανθρωποκεντρισμό και σε μια ανύπαρκτη λογική και το κυριότερο ότι είναι υπεύθυνες για πολλά άθλια φαινόμενα όπως ρατσισμός, φασισμός και απανθρωπιά.

Είμαι μαμά ενός παιδιού 18 χρονών, το οποίο ξέρω μόνο ότι το γέννησα και μόνο σ αυτό το κομμάτι μου "ανήκει" και ότι από εκεί και πέρα ξέρω ότι έχω να κάνω με έναν ξεχωριστό άνθρωπο που, ναι, δεν μου ανήκει. Το μόνο που ήθελα ανέκαθεν και θέλω είναι να μάθει να σκέφτεται με λογική, να αγαπάει, να κρίνει και να παλέψει στη ζωή του με τον τρόπο του να είναι ελεύθερος.-