και τα επεισόδια στο Παναθηναϊκό στάδιο
Φιλίστωρ, Ελεύθερη Ζώνη, 23/10/2014
Τον Μάιο του 1949 φιλοξενήθηκε στην Αθήνα η διοργάνωση του «Κυπέλλου ανατολικής Μεσογείου» η αλλιώς «κύπελλο φιλίας» με συμμετέχουσες τις εθνικές ομάδες της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Τουρκίας και της Αιγύπτου. Τα αθλητικά γεγονότα εκείνη την μεταπολεμική εποχή είχαν ένα χαρακτήρα εορτασμού για τον λαό που έβγαινε από μια τραυματική περίοδο και τέτοιου είδους γεγονότα αποτελούσαν μιας πρώτης τάξεως φτηνή μαζική διασκέδαση που συγκέντρωνε το ενδιαφέρον του κόσμου.
Οι θεατές ασχολούνταν περισσότερο με το άθλημα αυτό καθαυτό και λιγότερο ασχολούνταν με την υποστήριξη μιας ομάδας όπως γίνεται σήμερα, για τον λόγω αυτό άλλωστε δεν υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των φιλάθλων αναλόγως της ομάδας που υποστηρίζουν. Οι συγκεκριμένοι αγώνες παρουσίαζαν το πρόσθετο ενδιαφέρον ότι θα παρουσιαζόταν μπροστά στο φίλαθλο Ελληνικό κοινό η Εθνική ομάδα της Ιταλίας μόλις 9 χρόνια μετά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο και την Ιταλική εισβολή.
Η πρώτη Εθνική Ελλάδας μεταπολεμικά |
Το Ελληνικό κοινό υποδέχτηκε τους Ιταλούς με εκδηλώσεις αγάπης και σεβασμού, όπως ακριβώς και τις αποστολές των υπολοίπων ομάδων. Αντικειμενικά η Ιταλία ήταν το «φαβορί» των αγώνων, τόσο λόγω υψηλής τεχνικής όσο και φυσικής κατάστασης και οργάνωσης. Στους πρώτους αγώνες κέρδισαν η Ιταλία την Ελλάδα και η Τουρκία την Αίγυπτο, ενώ η υποδοχή που έγινε στους Τούρκους ποδοσφαιριστές από το Ελληνικό κοινό ήταν ζεστή, καθώς χειροκροτήθηκαν οι παίκτες τους, φοιτητές κρατούσαν Ελληνικές και Τουρκικές σημαίες σε ένδειξη φιλίας, ενώ ακολούθησε και δεξίωση προς τιμήν της Τουρκικής αποστολής με συμμετοχή Ελλήνων ιθυνόντων.
Το σκηνικό άλλαξε άρδην όμως, όταν στις 20 Μαΐου 1949 έγινε ο κορυφαίος αγώνας Τουρκίας-Ιταλίας στο Παναθηναϊκό στάδιο που θα έκρινε και την ομάδα που θα κατακτούσε το τρόπαιο. Ο αγώνας ήταν ιδιαίτερα αμφίρροπος καθώς οι Τούρκοι αν και κατώτεροι σε τεχνική, έπαιξαν με σκληρότητα έναντι των αντιπάλων τους και διεκδίκησαν μέχρι τέλους την νίκη.
Τελικά η Ιταλία επικράτησε με 3-2, αλλά ο αγώνας ήταν ιδιαίτερα επεισοδιακός καθώς οι Ιταλοί διαμαρτύρονταν συνεχώς για τα σκληρά μαρκαρίσματα των αντιπάλων τους και αρκετά συχνά συμπλέκονταν με αυτούς. Όταν οι Ιταλοί πέτυχαν το τρίτο γκολ και αγκάλιασαν την νίκη, οι Τούρκοι παίχτες αποφάσισαν να αποχωρήσουν από το γήπεδο ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την αδικία του Έλληνα διαιτητή εις βάρος τους.
Είναι σίγουρο ότι η Ελληνική διαιτησία ήταν κακή, αλλά μάλλον όχι μονόπλευρη, καθώς σε κάποιες φάσεις αδικήθηκαν και οι Ιταλοί οι οποίοι δεν προστατεύθηκαν από το σκληρό παιχνίδι των Τούρκων. Οι Έλληνες φίλαθλοι που είχαν κατακλείσει τις κερκίδες του γηπέδου δεν εκτίμησαν ιδιαίτερα την αθλητική συμπεριφορά των Τούρκων αθλητών, τους οποίους αποδοκίμασαν έντονα και κατά τη διάρκεια, αλλά και στο τέλος του αγώνα. Δεν φαίνεται να σημειώθηκαν άλλα επεισόδια εις βάρος των Τούρκων, ούτε κάποιος να χειροδίκησε εναντίον τους, αλλά η εν γένει συμπεριφορά του κόσμου είχε αλλάξει σημαντικά από την φιλική ατμόσφαιρα της πρεμιέρας.
Οι αντιδράσεις στην Τουρκία
Τα γεγονότα των Αθηνών αναμφίβολα είχαν την σημασία τους, αλλά μεγενθύνθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους Τούρκους. Τόσο ο Τουρκικός τύπος, όσο και άλλοι Τούρκοι ιθύνοντες, έδωσαν μια άλλη διάσταση στο γεγονός δημιουργώντας μια πολεμική ατμόσφαιρα στην Τουρκία εναντίον της Ελλάδας και ειδικά στην Κωνσταντινούπολη. Ο πρόεδρος της Τουρκικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας μίλησε για επεισόδια εις βάρος των Τούρκων αθλητών που καθοδηγήθηκαν από τις Ελληνικές Αρχές, Τουρκικές εφημερίδες έγραφαν ότι η Ελληνοτουρκική φιλία έπαψε πλέον να υφίσταται μετά τα έκτροπα των Αθηνών, η εφημερίδα Τζουμχουριέτ έγραψε ότι κακώς δεν μετετράπη το γήπεδο σε πεδίο μάχης καθώς έτσι οι Έλληνες θα ετρέποντο σε φυγή υπονοώντας την διάσπαση του μετώπου το 1922, η Χουριέτ έφτασε μέχρι και να ζητήσει αλλαγή των ελληνοτουρκικών συνόρων από την στιγμή που δεν ισχύει πλέον η Ελληνοτουρκική φιλία, ενώ άλλα έντυπα πρότειναν να σταματήσουν οι εξαγωγές τροφίμων προς την Ελλάδα για να πεινάσουν οι Έλληνες.
Στις 24 Μαΐου ο φοιτητικός σύλλογος της Κωνσταντινούπολης διεξήγαγε συλλαλητήριο για το ζήτημα στο οποίο συμμετείχαν οι περισσότεροι αθλητές που είχαν εν τω μεταξύ γυρίσει από την Αθήνα, οι οποίοι διαβεβαίωσαν το πλήθος για την αντιτουρκική ατμόσφαιρα που αντιμετώπισαν στην Αθήνα. Υπήρχαν φοιτητές με πλακάτ που έγραφαν ότι οι «Έλληνες είναι φίδια», Τούρκοι παλαιστές πήραν τον λόγο διαβεβαιώνοντας ότι στους επερχόμενους διεθνείς αγώνες που θα γίνονταν στην Κωνσταντινούπολη θα «περιποιούνταν καταλλήλως» τους Έλληνες αντιπάλους τους, αντιπροσωπείες κατέθεσαν στεφάνια στο ηρώο των πεσόντων των Ελληνοτουρκικών πολέμων, ενώ το πλήθος φωνασκούσε ότι δεν θα ανεχόταν ποτέ η Κύπρος να γίνει Ελληνική. Τέλος, αντιπροσωπεία των φοιτητών ζήτησε ακρόαση από τον Πατριάρχη για να τον ρωτήσει ποια ήταν η γνώμη του για τα γεγονότα των Αθηνών, αλλά αυτός δεν τους εδέχθη προφασιζόμενος ότι προσευχόταν την στιγμή που το πλήθος κύκλωσε το Πατριαρχείο και δεν μπορούσε να διακόψει.
Οι διαμαρτυρίες των Τούρκων δεν έμειναν μόνο σε φιλολογικό επίπεδο, καθώς κατατέθηκε επερώτηση στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση για το ζήτημα και στην σχετική συζήτηση πολλοί Τούρκοι βουλευτές εξέφρασαν άκρως ανθελληνικές απόψεις, ιδιαίτερα υποτιμητικές για τους Έλληνες. Ο πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα συναντήθηκε με τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών Κωνσταντίνο Τσαλδάρη και του επέδωσε διαμαρτυρία για την κακομεταχείριση των Τούρκων ποδοσφαιριστών. Ο Τσαλδάρης ανταπέδωσε τα πυρά, αρνούμενος ότι υπήρξαν ακρότητες από την μεριά των Ελλήνων, ενώ διαμαρτυρήθηκε έντονα για τον ανθελληνισμό του Τουρκικού τύπου και των Τούρκων βουλευτών όπως αυτός είχε εκφραστεί εκείνες τις ημέρες που υπονόμευε τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Οι Ελληνικές αντιδράσεις
Αρχικώς οι Ελληνικές επίσημες αντιδράσεις ήταν ιδιαίτερα ανεκτικές και χλιαρές, πιθανότατα γιατί αστυφύλακες που είχαν επιστρατευθεί για την ασφάλεια του αγώνα πρέπει να εξύβρισαν τους Τούρκους ποδοσφαιριστές. Επίσης η περίοδος λίγες μόλις ημέρες μετά την λήξη του εμφυλίου, ήταν πολύ κρίσιμη για την δοκιμαζόμενη Ελλάδα που δεν είχε την πολυτέλεια να ανοίξει ένα ακόμη μέτωπο προς ανατολάς όταν είχε τόσα προβλήματα με τους Βόρειους γείτονες της. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σοφοκλής Βενιζέλος προσπάθησε με δηλώσεις του την επομένη των γεγονότων να υποβαθμίσει το γεγονός χαρακτηρίζοντας «ολέθρια» την πιθανότητα να υπονομευτεί η ελληνοτουρκική φιλία που είχε οικοδομήσει ο πατέρας του δύο δεκαετίες πριν. Επίσης η κυβέρνηση δεν έδωσε άδεια σε Ελληνικό φοιτητικό σύλλογο για διεξαγωγή συλλαλητηρίου στην Αθήνα ως απάντηση στο αντίστοιχο Τουρκικό.
Η υπερβολική αντίδραση των Τούρκων όμως, εξερέθισε την Ελληνική κοινή γνώμη και σύντομα έκαναν την εμφάνιση τους στον Ελληνικό Τύπο άρθρα κατά της Τουρκίας, στα οποία υπενθυμιζόταν ότι κατά την περίοδο του μεγάλου Ελληνικού λιμού της Κατοχής οι Τούρκοι έστελναν χαλασμένα τρόφιμα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις Ελλήνων που προσπαθούσαν να διαφύγουν στην Μέση Ανατολή, οι επίσημες αρχές της Τουρκίας ζητούσαν λύτρα ανεπίσημα από την εξόριστη Ελληνική κυβέρνηση και τους Άγγλους για να τους απελευθερώσουν. Λίγες μέρες μετά, στις 6 Ιουνίου έγινε σχετική συζήτηση στην Ελληνική βουλή όπου οι περισσότεροι ομιλητές επιτέθηκαν κατά των Τούρκων συναδέλφων τους και ιδιαίτερα του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Σαντάκ που υποστήριξε την επίθεση κατά της Ελλάδας. Μάλιστα ο υπουργός Δημοσίας τάξης Ναπολέων Ζέρβας έφτασε στο σημείο ακόμη και να απειλήσει την Τουρκία ότι θα μετανιώσει για την συμπεριφορά της έναντι της Ελλάδας.
Επίλογος - συμπέρασμα
Φαίνεται πάντως ότι τα γεγονότα μεγεθύνθηκαν εσκεμμένα από τους Τούρκους καθώς λίγες μέρες μετά οι ίδιες οι Τουρκικές εφημερίδες παραδέχονταν ότι κάποιοι ποδοσφαιριστές υπερέβαλαν για την έκταση των επεισοδίων, ενώ άλλοι δημοσιογράφοι έκαναν έκκληση να μην διαρραγεί το μέτωπο στην Ανατολική Μεσόγειο κατά του κομμουνισμού. Κάποιοι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία μίλησαν για προβοκάτσια των κομμουνιστών που είχαν παρεισφρύσει στο πλήθος, άποψη που υποστήριξαν δημόσια και Τούρκοι ποδοσφαιριστές στο συλλαλητήριο. Αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι με αφορμή ένα ασήμαντο αθλητικό γεγονός φανερώθηκε η απλή αλήθεια ότι η ελληνοτουρκική φιλία που είχε εγκαινιαστεί την τετραετία 1928-1932 από τον Βενιζέλο και τους Κεμάλ και Ινονού, είχε μεν επιτευχθεί σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο, αλλά χωρίς αυτό να έχει επίδραση στους δύο λαούς των οποίων οι πραγματικές σχέσεις στο ενδιάμεσο διάστημα μέχρι το 1949, πρέπει να χαρακτηριστούν αν όχι εχθρικές τουλάχιστον εύθραυστες.
Επίσης σημαντικό είναι το γεγονός ότι έχουμε την δυναμική εμφάνιση στο προσκήνιο Τουρκικών εθνικιστικών οργανώσεων που θα πρωταγωνιστήσουν τις επόμενες δεκαετίες στον δημόσιο λόγο της Τουρκίας και θα πυροδοτήσουν επεισόδια εις βάρος όλων των εναπομεινάντων μειονοτήτων με κορυφαία τα "Σεπτεμβριανά" το 1956 στην Κωνσταντινούπολη, όταν εν μια νυκτί ένα μαινόμενο Τουρκικό πλήθος κατέστρεψε τις ιδιωτικές περιουσίες των Ελλήνων. Το σοβαρό αυτό γεγονός που κατέστρεψε οριστικά τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, δεν ήταν ούτε αυθόρμητο, ούτε ξαφνικό, αλλά είχε κυοφορηθεί στους κόλπους της Τουρκικής κοινωνίας επί μια δεκαετία τουλάχιστον.