της Σώτης Tριανταφύλλου, Athensvoice, 13/1/2022
To ξεχασμένο αίτημα του διαχωρισμού της εκκλησίας από το κράτος, η χρηματοδότηση της εκκλησίας, το εκκλησιαστικό δημοσιοϋπαλληλίκι.
Λέμε τα ίδια και τα ίδια επειδή συμβαίνουν τα ίδια και τα ίδια. Θα ξαναπώ τα ίδια περί ιερωμένων της αγίας ορθοδόξου εκκλησίας μας, μερικοί εκ των οποίων αφορίζουν απίστους ―ας γελάσω! Η στάση μιας μερίδας ιερέων στα προβλήματα της πανδημίας ―η οποία έφερε έτσι κι αλλιώς στην επιφάνεια τον θρησκευτικό φανατισμό, τη χριστιανική μισογυνία, την αλαζονεία της εκκλησίας ως κράτος εν κράτει― φέρνει στην επιφάνεια και το ξεχασμένο αίτημα μιας (μικρής) μερίδας Ελλήνων: τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος που σημαίνει, μεταξύ άλλων, περιορισμό της εξουσίας των ιερωμένων, μηδενισμό (ή σχεδόν) των κρατικών χορηγιών και κατάργηση του δημοσιοϋπαλληλικού καθεστώτος των ρασοφόρων.
Δεν είμαστε η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που χρηματοδοτεί την εκκλησία, είμαστε όμως η μοναδική που τη χρηματοδοτεί καθ’ ολοκληρίαν. Το αποτέλεσμα είναι οι ιερωμένοι να εμπλέκονται περισσότερο στα πολιτικά ζητήματα και πολλοί από αυτούς να οργανώνουν με θράσος την ιδιωτική ζωή των πιστών· να τους καθοδηγούν με ιδέες του 19ου αιώνα και να τους φοβερίζουν με χριστιανικές απειλές τιμωρίας. Σ’ αυτό δεν ευθύνονται μόνο οι επαγγελματίες της εκκλησίας, ευθύνεται και το ποίμνιο ―η λέξη τα λέει όλα. Ωστόσο, ακόμα και στο ελληνικό πλαίσιο της θρησκοληψίας, κάποιες μεταρρυθμίσεις μπορούν να γίνουν: για παράδειγμα, το να πληρώνεται το εκκλησιαστικό προσωπικό από το εκκλησίασμα, όχι μέσω της γενικής φορολογίας.
Φαντάζομαι πως, αφού οι Έλληνες δηλώνουν ενθουσιωδώς χριστιανοί ορθόδοξοι και δεν επιθυμούν τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος, είναι πρόθυμοι να φορολογούνται για τη συντήρηση και ανάπτυξη της πίστης τους. Φόροι των υπολοίπων δεν θα έπρεπε να διοχετεύονται στην εκκλησία. Σε πολλές χώρες, οι πολίτες συνεισφέρουν 0,7-1% του ετησίου φόρου εισοδήματος στην εκκλησία της αρεσκείας τους. Και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και σ’ εκείνες με μεγάλα ποσοστά θρησκευομένων όπως η Ιρλανδία και η Ιταλία, το κράτος δεν χρηματοδοτεί την εκκλησία και δεν συνεισφέρει στους μισθούς των κληρικών. Οι κληρικοί πληρώνονται αποκλειστικά από τις εκκλησίες τους.
Επειδή στην Ελλάδα, όπως επίσης έχουμε επαναλάβει πολλές φορές, τα αυτονόητα πράγματα δεν είναι αυτονόητα, θα πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε ότι οι κληρικοί οφείλουν να υπόκεινται στους νόμους του κράτους: προς το παρόν, χαίρουν ελευθερίας που σκοντάφτει, λόγου χάρη, στη νομοθεσία περί ισότητας των φύλων ―διαπαιδαγωγούν τους πολίτες σε αντίθεση με τον νομικό πολιτισμό της χώρας· αντιπολιτεύονται την ίδια τη νομιμότητα. Πολλοί επιδίδονται σε σκοταδιστική προπαγάνδα εκμεταλλευόμενοι την αμορφωσιά, την ευπιστία και τους θρησκευτικούς φόβους του εκκλησιάσματος. Εξάλλου, οι ιερωμένοι, ως δημόσιοι υπάλληλοι, δεν αντιμετωπίζουν κυρώσεις και απολύσεις· όπως οι εκπαιδευτικοί αράζουν άνετα και αυτάρεσκα σε ένα γραφειοκρατικό σύστημα που τους προστατεύει ενώ ταυτοχρόνως τούς παραχωρεί ευρύ πεδίο επιρροής.
Η ελληνική εκκλησία θα έπρεπε να γίνει αυτοδιοικούμενη με τους μισθούς να καταβάλλονται από εσωτερικό εκκλησιαστικό μηχανισμό. Επίσης, απαιτούνται μειώσεις μισθών: η παπαδοσύνη δεν μπορεί να είναι καταφύγιο επαγγελματικού βολέματος. Τέλος, χρειάζεται κάποια αναβάθμιση της εκπαίδευσης των κληρικών: μερικοί δεν διαφέρουν σε τίποτα από τους φονταμενταλιστές ιμάμηδες.