του Αχιλλέα Χεκίμογλου, FB 2/4/2021
Αρκετοί ενδεχομένως να μην γνωρίζουν ότι η Ελλάδα ήταν μάλλον η μοναδική κατεχόμενη χώρα της Ευρώπης που κατάφερε κι έσωσε τον χρυσό της από τους ναζί. Ο Ηλίας Βενέζης κατέγραψε αυτήν την απίστευτη ιστορία στο Χρονικό της Τραπέζης της Ελλάδας που του ανέθεσε να γράψει ο διοικητής της Μαντζαβίνος (ο Βενέζης ήταν υπάλληλος της ΤτΕ).
Όταν φάνηκε ότι οι Γερμανοί και ο άξονας γρήγορα θα καταλάμβαναν την Ελλάδα, ο βασιλιάς με τον Τσουδερό φεύγουν για την Κρήτη. Μαζί τους ακολουθούν, μεταφέροντας την έδρα της Τράπεζας της Ελλάδος, τόσο ο Διοικητής Κυριάκος βαρβαρέσος όσο και υποδιοικητής Γιώργος Μαντζαβίνος. Τρεις έμπιστοι υπάλληλοι οι Αριστείδης Λαζαρίδης, Μίνως Λεβής και Σωκράτης Κοσμίδης τους συνοδεύουν.
Ο χρυσός είχε μεταφερθεί μυστικά στο υποκατάστημα της τράπεζας στο Ηράκλειο κάτι που ελάχιστοι άνθρωποι γνώριζαν. Η μεταφορά είχε γίνει με τα αντιτορπιλικά το "Βασιλέας Γεώργιος" και "Βασίλισσα Όλγα" στις αρχές Φεβρουαρίου 1941.
Η ημέρα αναχώρησης ορίστηκε για τις 22 Απριλίου 1941. Οι 3 υπάλληλοι πήραν εντολή να μεταβούν στον Μαραθώνα και να επιβιβασθούν σε επίτακτο πλοίο. Το πλοίο όμως βυθίστηκε από γερμανικά στούκας. Οι 3 γύρισαν πίσω στην Αθήνα και έφυγαν το βράδυ από τον Πειραιά με οπλιταγωγό.
Η διοίκηση μαζί με την κυβέρνηση αναχώρησε με το αντιτορπιλικό "Βασίλισσα Όλγα" η δε αποβίβαση έγινε υπό τραγικές συνθήκες σε μία παραλία των Μεγάρων, όταν δίπλα τους φλεγόταν ένα ατμόπλοιο που είχε βομβαρδιστεί από τα στούκας.
Το πρωί της 23ης Απριλίου έφτασαν στη Σούδα. Δεν είχαν προλάβει να αποβιβαστούν όταν μία επιδρομή στούκας τους έκανε να κρυφτούν σε έναν ελαιώνα. Μετά τη Σούδα πήγαν στα Χανιά. Εκεί εγκαταστάθηκαν στο υποκατάστημα της Τράπεζας. Τα Χανιά βομβαρδίζονταν σε καθημερινή βάση από τους Γερμανούς.
Όταν φαινόταν ότι θα πέσει και η Κρήτη, ξεκίνησε σχέδιο εκκένωσης και ο χρυσός αποφασίστηκε να μεταφερθεί στη νότια Αφρική από το Ηράκλειο στην Πραιτόρια, έδρα της κεντρικής Τράπεζας της Νότιας Αφρικής.
Ο χρυσός μεταφέρθηκε στη Σούδα από το Ηράκλειο με ένα μικρό αγγλικό ρυμουλκό που λεγόταν "salvia" με καπετάνιο έναν έφεδρο αξιωματικό του αγγλικού εμπορικού στόλου. Υπό διαρκείς επιθέσεις στούκας ο χρυσός μεταφέρθηκε από το Ηράκλειο στο λιμάνι και εκεί φορτώθηκε στο ρυμουλκό. Τον χρυσό συνόδευσαν δύο από τους τρεις υπαλλήλους της Τράπεζας.
Όταν ξεκίνησε το "salvia" τα στούκας που το παρακολουθούσαν, επιτέθηκαν εναντίον του, όμως ο κυβερνήτης κατόρθωσε με μικρά αντιαεροπορικά πολυβόλα να καταρρίψει δύο από τα Γερμανικά αεροπλάνα.
Το ταξίδι συνεχίστηκε σε συνεχή συναγερμό και με τον χρυσό όλον στο κατάστρωμα μέχρι που το πλοίο έφτασε στη Σούδα. Εκεί άρχισε το νέο δύσκολο εγχείρημα καθώς τα κιβώτια του χρυσού έπρεπε να μεταφερθούν σε πλοίο που είχε ορίσει ο Άγγλος ναύαρχος για να παραλάβει τον χρυσό και να τον μεταφέρει στην Αλεξάνδρεια. Ο ναύαρχος παρόλο που μαινόταν ναυμαχία την προηγούμενη μέρα στο Κρητικό Πέλαγος, είχε δεχτεί να αποσπάσει από τη μοίρα του μία αξιόλογη μονάδα, το καταδρομικό "Διδώ" και να το θέσει στη διάθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη μεταφορά του χρυσού.
Υπό συνεχή συναγερμό και βομβαρδισμό των στούκας ο χρυσός μεταφέρθηκε στο καταδρομικό με τη βοήθεια και Άγγλων ναυτών, ενώ τα πυροβόλα του πλοίου έβαλαν συνεχώς άρχισε χτυπημένο να καίγεται ένα δανέζικο πλοίο.
Η μεταφορά γινόταν υπό άκρως νευρικές συνθήκες. Ένα κιβώτιο την ώρα που μεταφερόταν στο κύτος του καταδρομικού έσπασε και το κύτος γέμισε χρυσές λίρες. Ο κυβερνήτης διέταξε ένα συνεργείο ναυτών να μαζέψει όλες τις λίρες που είχαν σκορπίσει. Όλες βρέθηκαν εκτός από μία.
Ο Γεώργιος, ο Τσουδερός και ο Βαρβαρέσος έφτασαν στον νότο της Κρήτης υπό μυθιστορηματικές συνθήκες. Ο Μαντζαβίνος αποχώρησε με οπλιταγωγό στην Αλεξάνδρεια. Όταν έφτασε, ο χρυσός ήταν ήδη εκεί και αποθηκεύτηκε στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας της Αιγύπτου.
Σε συνεννόηση με τους συμμάχους, αποφασίστηκε ο χρυσός να μεταφερθεί μέσω του Σουέζ στη Ν. Αφρική. Η Αιγυπτιακή τράπεζα όμως αρνήθηκε να δώσει τον χρυσό πίσω λέγοντας ότι η τράπεζα της Ελλάδος βρισκόταν στην Αθήνα. Έγιναν πολλά διαβήματα και τελικά ο χρυσός τοποθετήθηκε σε φορτηγά αυτοκίνητα και υπό τη συνοδεία τανκς μεταφέρθηκε μέσω της ερήμου στο Σουέζ.
Εκεί φορτώθηκε σε επίτακτο εμπορικό πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκε και ο διευθυντής Αριστείδης Λαζαρίδης μαζί με έναν υπάλληλο έτσι ο χρυσός μεταφέρθηκε στο Durban της Νότιας Αφρικής στο οποίο έφτασε και φορτώθηκε σε ειδική αμαξοστοιχία την οποίαν είχε θέσει στη διάθεσή της ΤτΕ ο Στρατάρχης Σματς.
Με τη συνοδεία του διευθυντή Αριστείδη Λαζαρίδη μεταφέρθηκε στο Germiston της Νότιας Αφρικής όπου αποθηκεύτηκε αφού έγινε μετατροπή σε ομοειδείς ράβδους υπό την επίβλεψη της South African Reserve Bank, της εκδοτικής Τράπεζας της Νότιας Αφρικής.
Έπειτα ο χρυσός μεταφέρθηκε στην Πραιτώρια όπου και τέθηκε προς φύλαξη. Μάλιστα, τα έξοδα ήταν ελάχιστα διότι λόγω των ειδικών μέτρων ασφαλείας που είχαν ληφθεί, δεν χρειάστηκε να πληρωθούν ασφάλιστρα. Ο Μαντζαβίνος αργότερα θα χαρακτήριζε τη στάση των Νοτιοαφρικανών ως ιπποτική.
Έτσι, η Ελλάδα ήταν η μόνη από τις χώρες που κατελήφθησαν από τον άξονά που είχε προλάβει να σώσει τον χρυσό της.