Esquire, Φεβρουάριος 2003
«Κύριε Γεωργακόπουλε, ποτέ μην υποτιμάτε την αξία των ανθρωπίνων σχέσεων».
Ο γλυκομίλητος παππούς που κάθεται στην πολυθρόνα απέναντί μου μοιάζει ευγενής και άκακος, ένας τζέντλεμαν από αυτούς που δεν πιστεύεις ότι υπάρχουν πια. Παίζει με ένα κίτρινο μπαλάκι για να γυμνάσει τους μύες του δεξιού του χεριού, το οποίο έσπασε πρόσφατα σκοντάφτοντας στα σκοτεινά σκαλοπάτια ενός ξενοδοχείου. Με σταθερή φωνή και συγκροτημένο, δημοσιογραφικό λόγο, μου διηγείται μια ιστορία, για να καταλάβω την αξία των ανθρωπίνων σχέσεων: Την απόδρασή του από την Ελλάδα, επί χούντας.
«Το Σεπτέμβρη του 1967 ήθελα να φύγω από την Ελλάδα. Η ευκαιρία μου παρουσιάστηκε όταν ο Ου Θαντ, Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, με κάλεσε να εκπροσωπήσω τον ελληνικό Τύπο στο 6ο Διεθνές Συνέδριο του Οργανισμού, που θα γινόταν στη Βαρσοβία της Πολωνίας. Ο Παπαδόπουλος, φυσικά, αρνήθηκε να μου δώσει άδεια εξόδου από τη χώρα. Ο ίδιος ο Θαντ επενέβη και απείλησε την Αθήνα με κυρώσεις, αν δεν μου επέτρεπε να ανταποκριθώ στην πρόσκληση του ΟΗΕ. Τότε ο Παπαδόπουλος, που ήταν έξυπνος άνθρωπος, μου κατάσχεσε το διαβατήριο και μου έδωσε ένα ταξιδιωτικό έγγραφο που ίσχυε μόνο για τρεις μέρες, και μόνο για να ταξιδέψω στην Πολωνία. Στη Βαρσοβία έγινα δεκτός από τους συνέδρους με χειροκροτήματα, γιατί ήταν γνωστές οι συνθήκες με τις οποίες είχα φτάσει. Αλλά δεν μπορούσα να δραπετεύσω από εκεί. Χωρίς λεφτά, χωρίς διαβατήριο, και με τη μυστική αστυνομία να με παρακολουθεί, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Και ήξερα ότι αν γύρναγα στην Ελλάδα θα πήγαινα κατευθείαν στη φυλακή, λόγω των δηλώσεων που είχα κάνει στη Σύνοδο.
»Τρία χρόνια πριν, με αφορμή τους γάμους του Κωνσταντίνου και της Άννας Μαρίας, είχα πάει στη Δανία και είχα πάρει συνεντεύξεις από τον πρωθυπουργό Κραγκ, αξιωματούχους, και τη βασιλική οικογένεια. Η δανική κυβέρνηση τότε είχε μεγάλο πρόβλημα με τη Φρειδερίκη. Στη συνέντευξή μου μαζί του, ο Κραγκ βρήκε έναν ωραίο τρόπο να την επικρίνει. Εγώ τον ρώτησα: «Ποιος είναι ο ρόλος της βασιλομήτορος στη Δανία;». Βέβαια, η Δανία δεν είχε βασιλομήτορα τότε. Έκανα το ερώτημα σκόπιμα, και αυτός απάντησε: «Εμείς δεν αναγνωρίζουμε κανένα δικαίωμα στη βασιλομήτορα» και «είναι απαράδεκτο να παρεμβαίνει στα πολιτικά πράγματα». Αυτό εξόργισε τη Φρειδερίκη. Όταν οι Δανοί έφυγαν, τους συνόδευσα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. «Εμείς θα φύγουμε», μου είπαν, «και δεν θα έχουμε προβλήματα μ’ αυτή τη γυναίκα. Εσύ όμως θα μείνεις, και μπορεί να έχεις. Αν τυχόν χρειαστείς τίποτα, θα είμαστε στη διάθεσή σου». «Ευχαριστώ» είπα. Δεν περίμενα αυτά που θα ακολουθούσαν.
»Θυμήθηκα αυτή τη συνομιλία, και με τα λίγα λεφτά που είχα, τηλεφώνησα στο διπλωματικό γραφείο του Κραγκ. Μίλησα με τους πρέσβεις Τίλιτς και Μόλερ. «Τηλεφωνώ από τη Βαρσοβία», είπα, «και θέλω να μιλήσω στον πρωθυπουργό». «Βρίσκεται σε υπουργικό συμβούλιο», μου απάντησαν. «Θαυμάσια», είπα εγώ. «Επειδή αυτό που θέλω θα χρειαστεί υπουργική απόφαση, είναι ευκαιρία να τελειώνουμε». Μίλησα με τον Κραγκ, του εξήγησα την κατάσταση και του ζήτησα βοήθεια. «Μείνε εκεί που είσαι και περίμενε», μου είπε. Μετά από λίγη ώρα, που μου φάνηκε αιώνας, ήρθε ο Δανός πρέσβης στο δωμάτιό μου. Μου έδωσε αεροπορικό εισιτήριο και διαβατήριο. Αλλά δεν μπορούσα να φύγω από το ξενοδοχείο, γιατί με παρακολουθούσε η μυστική αστυνομία. Οι Δανοί είχαν καταστρώσει ένα σχέδιο, με τη συμμετοχή του προσωπικού της πρεσβείας. Ο πρέσβης, ο σύμβουλος, οι γραμματείς και οι ακόλουθοι, με έβαλαν στη μέση. Για να με σταματήσουν οι αστυνομικοί θα έπρεπε να τους χτυπήσουν, και αναπόφευκτα να δημιουργήσουν διπλωματικό επεισόδιο. Δεν το έκαναν. Έτσι με φυγάδευσαν στη λιμουζίνα της πρεσβείας, που θεωρείτο δανικό έδαφος, χωρίς να μας πειράξει κανένας. Με πήγαν στο αεροδρόμιο, όπου πήρα το αεροπλάνο της SAS για τη Δανία. Τελικά έφτασα στην Ουάσινγκτον 1η Οκτωβρίου του '67.
Γι’ αυτό σας λέω: Ποτέ μην υποτιμάτε την αξία των ανθρωπίνων σχέσεων.»
One-Man Lobby
Αν υπάρχει ένα πράγμα που έχει μάθει καλά ο Ηλίας Δημητρακόπουλος, είναι η αξία των ανθρώπινων σχέσεων. Γεννημένος στην Αθήνα την 1η Δεκεμβρίου του 1928, έγινε ο νεότερος φυλακισμένος των φυλακών Αβέρωφ από τις κατοχικές δυνάμεις το '43, ο νεότερος πολιτικός συντάκτης της Καθημερινής του Γεωργίου Βλάχου το '50, και τελικά ένας από τους διασημότερους (και ισχυρότερους) δημοσιογράφους της χώρας. Έφερε πίσω το Μακάριο από την εξορία του στις Σεϋχέλες, συνετέλεσε στην εκλογική ήττα του Καραμανλή το '63, και έγραψε το βιβλίο «Η Απειλή Δικτατορίας», στο οποίο 18 σημαντικά πολιτικά πρόσωπα των ΗΠΑ μιλούσαν για το πολιτικό πρόβλημα της Ελλάδας και προειδοποιούσαν για μια επερχόμενη χούντα. Ήταν το πρώτο βιβλίο που απαγόρευσε και έστειλε στην πυρά ο Παπαδόπουλος.
«Το πρωί της 21ης Απριλίου, όταν τα αμερικανικά τανκς κατέβηκαν στον δρόμο των Αθηνών, το Δόγμα Τρούμαν, που έλεγε ότι οι ΗΠΑ θα βοηθήσουν κάθε χώρα που απειλείται από μια ένοπλη μειοψηφία, κατέρρευσε» λέει σήμερα ο Ηλίας Δημητρακόπουλος. «Η αγωνία μου ήταν ότι η δικτατορία θα κρατούσε 40 χρόνια, σαν του Σαλαζάρ. Και ήξερα ότι η μάχη ήταν στη Ουάσινγκτον, όχι στην Ευρώπη».
Φτάνοντας στην Ουάσινγκτον από τη Δανία, ο Δημητρακόπουλος έπιασε αμέσως δουλειά. Ο στόχος του ήταν η δυσφήμηση της χούντας και η αποκάλυψη των κύκλων που την στήριζαν. Μόνο όπλο του, το ανελέητο lobbying –οι «ανθρώπινες σχέσεις».
«Στη Ουάσινγκτον είχα πολλούς εχθρούς και πολλούς συμμάχους. Η γραφειοκρατία ήταν εναντίον μου. Η πλειοψηφία των Ελληνοαμερικανών, που υποστήριζε τη χούντα, το ίδιο. Είχα όμως τρεις πανίσχυρους συμμάχους: Τη Γερουσία των ΗΠΑ και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, και τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης». Ο Δημητρακόπουλος πηγαινοερχόταν στις ΗΠΑ τα προηγούμενα 17 χρόνια, και είχε δημιουργήσει έναν πολύτιμο κύκλο επαφών.
«Στην Αμερική είχα δημιουργήσει τη φήμη ενός πολύ καλά πληροφορημένου ανθρώπου. Είχα διασυνδέσεις που κανείς άλλος δεν είχε, είχα θάρρος, και ήμουν οργανωμένος άνθρωπος. Ο ένας γερουσιαστής με γνώριζε σε κάποιον άλλο. Δεν τους απασχολούσα με θεωρίες και αναλύσεις. Προσπαθούσα σε μία σελίδα ενός μνημονίου να τους δώσω μερικά βασικά στρατηγικά επιχειρήματα, τους λόγους για τους οποίους η πολιτική τους θα στρεφόταν τελικά εναντίον των ΗΠΑ, με τη δημιουργία αντιαμερικανισμού στην Ελλάδα».
Η χούντα του Καραμανλή
Η ελληνική δικτατορία έχει αποδοθεί σε πολλές αιτίες. Στο κέντρο όλων των θεωριών, βρίσκεται η ενεργή συμμετοχή των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Τα πράγματα όμως δεν έγιναν ακριβώς έτσι. Οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι θα γίνει πραξικόπημα στην Ελλάδα, και πράγματι δεν έκαναν τίποτα για να το σταματήσουν. Το άλλοθί τους όμως προερχόταν από μια αναπάντεχη πηγή. Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος το έμαθε λίγους μήνες μετά την άφιξή του στην Ουάσινγκτον.
«Το Φεβρουάριο του ‘67», μου λέει, «ο Κωνσταντίνος Καραμανλής βρισκόταν σε κρουαζιέρα στην Καραϊβική, μαζί με τον εφοπλιστή Θεοδωρακόπουλο. Κάποια στιγμή έφυγε, και έφτασε μυστικά στη Νέα Υόρκη. Συνάντησε τον Λόρις Νόρσταντ, ο οποίος επί 7 χρόνια ήταν Αρχιστράτηγος των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη. Ο Καραμανλής του πρότεινε να εισηγηθεί στη Ουάσινγκτον μία στρατιωτική λύση του ελληνικού πολιτικού προβλήματος, υπό την ηγεσία του ίδιου. Αυτή η πρόταση είχε πολλές συνέπειες, γιατί αφαίρεσε από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ των τελευταίο ηθικό ενδοιασμό που μπορεί να είχε για χούντα στην Ελλάδα. Ο ίδιος ο Καραμανλής, ο αρχηγός της ελληνικής δεξιάς, τους έλεγε να κάνουν δικτατορία».
Το Φεβρουάριο του ‘68, ο Δημητρακόπουλος προέτρεψε τους φίλους του γερουσιαστές Γουέιν Μορς του Όρεγκον, Κουέντιν Μπέρντικ της Βόρειας Ντακότα, και Φρανκ Μος της Γιούτα να ζητήσουν ενημέρωση για την ελληνική κατάσταση, με αφορμή την αποτυχία του βασιλικού αντικινήματος. Για το θέμα έγινε Executive Session, μια συνεδρίαση στην οποία οι γερουσιαστές πήραν όσες πληροφορίες ήθελαν, αλλά δεν είχαν δικαίωμα να τις δημοσιοποιήσουν εκ των υστέρων. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας οι εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας είπαν «Τι φωνάζει ο Δημητρακόπουλος, τη στιγμή που ο ίδιος ο αρχηγός της ελληνικής δεξιάς μας συνέστησε δικτατορία», και το θέμα έκλεισε.
«Μετά από λίγες μέρες με κάλεσε ο Γουέιν Μορς και μου είπε "Θέλω να μου δώσεις το λόγο της τιμής σου πως ότι σου πω θα ξεχαστεί και δεν θα το χρησιμοποιήσεις με κανένα τρόπο πριν πεθάνω ή στο επιτρέψω". Έτσι, από το Φεβρουάριο του '68 ήμουν κάτοχος ενός φοβερού μυστικού, το οποίο δεν μπορούσα να αποκαλύψω».
Και εκτός από αυτό, ο Δημητρακόπουλος κατάλαβε ότι δεν αρκούσε να επικαλείται το φιλότιμο ή την ηθική των Αμερικανών. Έπρεπε να βρει σκληρά στοιχεία που να ξεγυμνώνουν την προστασία που έδιναν στο δικτατορικό καθεστώς της Αθήνας.
Το μυστικό αποκαλύφθηκε τελικά το 1974, όταν ο Σάιρους Σούλτσμπέργκερ των Τάιμς της Νέας Υόρκης έγραψε τα απομνημονεύματά του. Ο Καραμανλής δεν αντέδρασε. «Ο Μορς είχε πεθάνει, αλλά εγώ είχα επιστολές από τους άλλους δύο, που επιβεβαίωναν την αποκάλυψη του Σούλτσμπεργκερ. Κανονικά ο Καραμανλής θα έπρεπε να μηνύσει τον εκδοτικό οίκο του Σούλτσμπεργκερ –αλλά δεν έκανε τίποτα. Τότε έγινε μία κολοσσιαία επιχείρηση μεταξύ Αθηνών και Ουάσινγκτον. Η κυβέρνηση του ρεπουμπλικάνου Φορντ ήθελε να προστατεύσει τον Καραμανλή από τις αποκαλύψεις του Νόρσταντ. Για αντάλλαγμα, ήθελε τη βοήθεια του Καραμανλή να αποκρύψει τη χρηματοδότηση του (επίσης ρεπουμπλικάνου) Νίξον από την ελληνική ΚΥΠ. Ο Καραμανλής τους κάλυψε. Έτσι, μου έριξε πίσω την επιβεβαίωση της ελληνικής πτυχής του Watergate από το '75 στο '83».
Όλοι Οι Άνθρωποι του Προέδρου
Το Νοέμβριο του 1968, ο ρεπουμπλικάνος Ρίτσαρντ Νίξον κέρδισε τις εκλογές και έγινε ο 37ος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Για να τα καταφέρει, μεταξύ άλλων υπονόμευσε τις ειρηνευτικές συνομιλίες του Παρισιού για τον τερματισμό του πολέμου του Βιετνάμ, (η αποτυχία των οποίων παρουσιάστηκε ως ήττα του αντιπάλου του στις εκλογές Χιούμπερτ Χάμφρεϊ), και δέχτηκε παράνομη χρηματοδότηση από τη χούντα των Αθηνών.
Ο Τομ Πάπας, ένας πλούσιος και πανίσχυρος ελληνοαμερικανός, υπέρμαχος της χούντας και καλός φίλος του Νίξον, αυτός που ουσιαστικά επέβαλε την τοποθέτηση και διατήρηση του πρέσβη Χένρι Τάσκα στην Αθήνα, ήταν ο ενδιάμεσος για τη χρηματική συναλλαγή. Τα λεφτά, 549.000 δολάρια (ποσό μεγάλο για την εποχή), δόθηκαν σε τρεις δόσεις από τον διευθυντή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη στον Πάπας, ο οποίος τα προώθησε στον Τζον Μίτσελ, campaign manager του Νίξον. Η χρηματοδότηση υποψηφίου από μια ξένη κυβέρνηση ήταν φυσικά παράνομη. Τα δε χρήματα προέρχονταν από τον προϋπολογισμό της ΚΥΠ, η οποία τρεφόταν κατά κύριο λόγο από τη CIA. Με άλλα λόγια, λεφτά της κρατικής Μυστικής Υπηρεσίας έφτασαν στα ταμεία ενός υποψηφίου, έστω και έμμεσα, πράγμα επίσης παράνομο.
Το τρομερό μυστικό παρέμενε μυστικό, μέχρι που έφτασε στα αυτιά του Ηλία Δημητρακόπουλου. Τότε ξεκίνησε ένα από τα συναρπαστικότερα πολιτικά θρίλερ του αιώνα μας.
«Άρχισα να υποπτεύομαι ότι κάτι συμβαίνει από τη συμπεριφορά του Σπύρου Άγκνιου. Τον γνώρισα μέσω της Λουίζ Γκόρ, ξαδέρφης του Αλ Γκορ, και πολύ σημαντικής φιγούρας στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα την εποχή εκείνη. Τότε ο Άγκνιου ήταν απλός κυβερνήτης του Μέριλαντ, και μου υποσχέθηκε ότι δεν θα ήταν μαζί μου, αλλά ούτε και εναντίον μου. Θα παρέμενε ουδέτερος. Όταν ο Νίξον τον επέλεξε για αντιπρόεδρο (σ.σ. μια απόφαση που χαρακτηρίστηκε «η πιο παρανοϊκή από τότε που ο Νέρωνας ανακήρυξε το άλογό του Ύπατο»), το θέμα πήρε άλλη διάσταση. Στην πρώτη του συνέντευξη ως υποψήφιος αντιπρόεδρος στο National Press Club, όπου πήγα με τη Λουίζ Γκορ, όταν ρωτήθηκε για την ελληνική στρατιωτική δικτατορία έβγαλε ένα χαρτάκι, και διάβασε την πιο γλοιώδη φιλοχουντική δήλωση που έγινε ποτέ από αμερικανό. Από τότε άρχισα να αναρωτιέμαι τι έκανε τον Άγκνιου να αλλάξει. Ψάχνοντας κατά Δημητρακοπουλέικο τρόπο, αποκάλυψα το θέμα της χρηματοδότησης της προεκλογικής εκστρατείας του Νίξον».
Ο Δημητρακόπουλος είχε στα χέρια του εκρηκτικό υλικό –το θέμα ήταν δυναμίτης για το αμερικανικό σύστημα, και μια σπουδαία ευκαιρία να πλήξει αυτούς που στήριζαν τη χούντα. Αμέσως στράφηκε στους φίλους του. «Όταν επιβεβαίωσα τις πληροφορίες μου», θυμάται, «ζήτησα τη βοήθεια του κυβερνήτη της Καλιφόρνια Έντμουντ «Πατ» Μπράουν, για να έρθω σε επικοινωνία με τον Πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος, Λάρι Ο’ Μπράιαν. Ο Πατ, αφού επικοινώνησε μαζί του, μου είπε ότι ο Ο’ Μπράιαν θέλει να με δει, αλλά θέλει να ξέρει ποιο είναι το θέμα. Εγώ τότε είχα δίλημμα. Υποψιαζόμουν ότι η CIA παρακολουθούσε τα τηλέφωνά μου, αλλά ταυτόχρονα έπρεπε να δω τον Ο’ Μπράιαν. Οπότε τον πήρα και του είπα περί τίνος πρόκειται».
Φυσικά, η CIA πράγματι τον παρακολουθούσε: Όταν ο Νίξον και ο Άγκνιου εξελέγησαν, το δεύτερο θέμα για το οποίο τους ενημέρωσε ο Διευθυντής του FBI Τζ. Έντγκαρ Χούβερ ήταν η τηλεφωνική επικοινωνία του Δημητρακόπουλου με τον κυβερνήτη Μπράουν. Ήταν η αρχή του πολέμου της κυβέρνησης των ΗΠΑ κατά του «έλληνα συνωμότη».
«Είδα τον Λάρι Ο’ Μπράιαν δύο φορές, το δε επιτελείο του με επισκέφθηκε τρεις φορές. Του είπα τα πάντα, και με ρώτησε πως αποδεικνύονται όλα αυτά. Του είπα ότι ο ταχύτερος τρόπος θα ήταν να πάει στον Λίντον Τζόνσον και να του πει να καλέσει τον Ρίτσαρντ Χελμς, το διευθυντή της CIA, τον οποίο ο ίδιος είχε διορίσει, και να τον ρωτήσει αν έχουν έτσι τα πράγματα. Ο Χελμς αναγκαστικά θα του έλεγε αλήθεια. Αυτός ήταν ο ευκολότερος τρόπος. Ο Ο’ Μπράιαν αυτό έκανε, αλλά ο Τζόνσον αρνήθηκε να βοηθήσει. Σύμφωνα με ένα βιβλίο του ιστορικού Ρόμπερτ Ντάλεκ (σ.σ. The Flawed Giant, 1999), ο Λίντον Τζόνσον δεν με συμπαθούσε, επειδή με θεωρούσε "troublemaker", πράγμα σωστό. Δεύτερον, είχε δικά του προβλήματα, και νόμιζε ότι ο Νίξον θα προσπαθούσε να τον εκβιάσει. Ήθελε να έχει αυτό το συμβάν στα χέρια του, για να το χρησιμοποιήσει ενάντια οποιουδήποτε εκβιασμού. Ο Ο’ Μπράιαν με ρώτησε αν υπάρχει άλλος τρόπος. Του είπα να στείλει δύο απεσταλμένους στην Αθήνα, κι εγώ θα τους φέρω σε επαφή με τις πηγές μου. Τελικά αποφάσισαν ότι κάτι τέτοιο είναι πολύ ριψοκίνδυνο. Με ρώτησαν ξανά αν έχω άλλο τρόπο. Είπα ότι μπορώ να φέρω τις πηγές μου από την Ελλάδα, αλλά δεν έχω τους οικονομικούς πόρους να τους φιλοξενήσω. Ο Ο’ Μπράιαν μου είπε «Ελάιας, αν κερδίσουμε τις εκλογές δεν θα υπάρξει πρόβλημα. Αν όμως χάσουμε…»
Στις 31 Οκτωβρίου του ’68 πέντε μέρες πριν από τις εκλογές, ο Λάρι Ο’ Μπράιαν έβγαλε επίσημη ανακοίνωση που ζητούσε εξηγήσεις από το Νίξον για τις σχέσεις με τον Τομ Πάπας, αν και δεν είχε βρει τρόπο να επιβεβαιώσει αυτά που του είπε ο Ηλίας Δημητρακόπουλος. «Με εμπιστεύτηκε. Με εμπιστεύτηκε απόλυτα».
Παρ’ όλα αυτά, ο Νίξον κατάφερε να κερδίσει τον Χιούμπερτ Χάμφρεϊ με μικρή διαφορά. Το μυστικό του Δημητρακόπουλου εξακολουθούσε να παραμένει μυστικό για το ευρύ κοινό, ελλείψει αποδείξεων. Τρία χρόνια αργότερα, στις 12 Ιουλίου του 1971, και μετά από πιέσεις του Έλληνα δημοσιογράφου, η Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής ξεκινά ανακρίσεις για το θέμα της ελληνικής δικτατορίας. Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος ήταν βασικός μάρτυρας στην πρώτη συνεδρίαση. «Καθώς μιλούσα για την υπόθεση Πάπας, ο Μπέντζαμιν Ρόζενταλ, πρόεδρος της επιτροπής, με διέκοψε και μου ζήτησε να ετοιμάσω ένα μνημόνιο για τις σχέσεις των αδερφών Πάπας με την κυβέρνηση Νίξον. Όταν τελείωσε η συνεδρίαση, ο Τζον Μίτσελ, που ήταν πια υπουργός Δικαιοσύνης, έστειλε τους πράκτορές του στο γραφείο του Ρόζενταλ και ζήτησε την κατάθεσή μου. Βάσει των διατάξεων του Κογκρέσου, αυτό δεν επιτρέπεται παρά μόνο όταν εκδοθεί ο τόμος με όλα τα κείμενα, οπότε μπορεί να το αγοράσει οποιοσδήποτε. Με παίρνει τηλέφωνο ο Ρόζενταλ και μου λέει ότι έχουν έρθει πράκτορες του Internal Division του Μίτσελ, και ζητούν την κατάθεσή μου. Εγώ είπα "δώστε τη, δεν έχω να χάσω τίποτα"».
Με αυτό τον τρόπο, ο Νίξον έμαθε ότι ο Δημητρακόπουλος πρόκειται να καταθέσει ένα μνημόνιο με όσα ξέρει για τις «βρώμικες» πηγές χρηματοδότησής του. «Λίγες μέρες πριν καταθέσω το μνημόνιο», θυμάται ο Δημητρακόπουλος, «με επισκέφθηκε ο Μόρι Τσοτνερ, που ήταν πρωτοπαλίκαρο του Νίξον. Έξυπνος, επικίνδυνος άνθρωπος. Μου ζήτησε να μην καταθέσω το μνημόνιο. «Ο Πάπας είναι φίλος του Προέδρου», είπε, «μην το κάνεις. Θα είναι σοβαρό πρόβλημα». Φυσικά υπέβαλα το μνημόνιο, που ήταν περίπου 10 σελίδες. Στην τελευταία παράγραφο, έγραφα το εξής: «Τέλος, καταθέτω για τη διευκόλυνση της υπο-Επιτροπής, τεκμηριωμένες αποδείξεις που υποστηρίζουν τις παραπάνω καταγγελίες». Όταν ο Νίξον, ο Μίτσελ και ο Άγκνιου πήραν στα χέρια τους αυτό το μνημόνιο, δεν τους ενδιέφερε τι έλεγε από πάνω –μόνο η τελευταία παράγραφος. Ποια ήταν αυτά τα στοιχεία; Τι είχε δώσει ο Δημητρακόπουλος στο Κογκρέσο και στο Λάρι Ο’ Μπράιαν που δεν ξέρουμε; Αυτή ήταν η γένεση του Γουότεργκεϊτ».
Στις 17 Ιουνίου του 1972, στις 2:30 το πρωί, πέντε άντρες συνελήφθησαν στο κτίριο Γουότεργκεϊτ, όπου βρίσκονταν τα γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος. Στην αρχή κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι αυτή ήταν η αφετηρία του μεγαλύτερου σκανδάλου στην ιστορία των ΗΠΑ. Καθώς οι εβδομάδες περνούσαν και οι εκλογές του Νοεμβρίου πλησίαζαν, οι δημοσιογράφοι Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνστιν της Ουάσινγκτον Ποστ άρχισαν να αποκαλύπτουν σιγά σιγά την αλήθεια.
Σύμφωνα με την Ποστ, αποστολή των πέντε ήταν να ρυθμίσουν ένα μηχανισμό υποκλοπών που είχαν εγκαταστήσει στο κτίριο από το Μάιο, και να φωτογραφίσουν στοιχεία των Δημοκρατικών. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές, μεταξύ των οποίων και ο έγκυρος ιστορικός Στάνλεϊ Κάτλερ, που έχει γράψει το «Wars Of Watergate», τα στοιχεία που έψαχναν ήταν αυτά που είχε δώσει ο Ηλίας Δημητρακόπουλος στον Λάρι Ο’ Μπράιαν.
«Το ενδιαφέρον είναι», λέει ο ίδιος, «ότι αυτός που πλήρωσε για να εξαγοραστεί η σιωπή των διαρρηκτών, ήταν ο Τομ Πάπας».
Σχέδιο Δολοφονίας
Η «θορυβώδης» δράση του Ηλία Δημητρακόπουλου δεν θα μπορούσε να περάσει χωρίς συνέπειες. Ο Έλληνας δημοσιογράφος χτυπούσε ανελέητα μεγάλα πολιτικά συμφέροντα της Ουάσινγκτον. Ήταν επόμενο οι εχθροί του να μην μείνουν μόνο στις παρακολουθήσεις τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και στις «φιλικές» προειδοποιήσεις.
Το Δεκέμβριο του 1970, πέθανε στην Αθήνα από πνευμονία ο τυφλός πατέρας του Δημητρακόπουλου. «Ήταν ο τελευταίος μου σύνδεσμος με το παρελθόν», θυμάται. Δεν είχε άλλη οικογένεια στην Ελλάδα. Αποφάσισε να καταθέσει αίτηση (του είχαν αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια) για να ταξιδέψει στην Ελλάδα με ειδική άδεια. Οι φίλοι του Φρανκ Μος, Κουέντιν Μπέρντικ και Μάικ Γκράβελ (γερουσιαστής της Αλάσκα) έσπευσαν να τον βοηθήσουν. Ενώ ο Δημητρακόπουλος περίμενε υπομονετικά τις αρχές να ανταποκριθούν, ένα όργιο διαβουλεύσεων εκτυλισσόταν στο παρασκήνιο. Τηλεγράφημα του Τζόζεφ Σίσκο, βοηθού του Κίσινγκερ στο υπουργείο Εξωτερικών, προς τον πρέσβη Τάσκα αναφέρει: «Αν η ελληνική κυβέρνηση επιτρέψει την είσοδο στο Δημητρακόπουλο, είναι σαφές ότι πρέπει να αποφύγουμε να εγγυηθούμε τη δυνατότητά του να βγει από τη χώρα». Ο Τάσκα απαντούσε ότι «[ο Δημητρακόπουλος] θα μπορούσε ακόμα και να επιχειρήσει τη διοργάνωση κάποιας βίαιης εκδήλωσης, όπως μια αυτοσχέδια μικρή βόμβα».
«Με παγίδευαν», μου λέει ο υποψήφιος "βομβιστής". «Θα με σκότωναν και θα έλεγαν ότι είχα πάει με βόμβα. Ο Κίσινγκερ ουδέποτε διέψευσε οτιδήποτε από όλα αυτά». Εκείνο τον καιρό βέβαια ο Δημητρακόπουλος δεν ήξερε τίποτα για αυτά τα τηλεφωνήματα, και ήταν έτοιμος να δεχτεί την άδεια της ελληνικής κυβέρνησης να ταξιδέψει, όποτε αυτή ερχόταν. Τότε, ένα Σάββατο πρωί, χτύπησε το τηλέφωνό του. Στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ο γερουσιαστής Έντουαρντ Κένεντι. «Με πήρε τηλέφωνο ο ίδιος και μου είπε "Ελάιας, ακόμα κι αν σου εγγυηθούμε ασφαλή μετάβαση και επιστροφή, μην πας. Δεν μπορώ να σου πω γιατί, αλλά άκουσέ με, μην πας". Αυτό με συγκλόνισε. Ήταν η πρώτη φορά που φοβήθηκα πραγματικά για τη ζωή μου».
Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος δεν πήγε στην Ελλάδα το Δεκέμβριο του ’70. Για πολλά χρόνια προσπαθούσε να εξασφαλίσει τα έγγραφα από τα οποία θα μάθαινε τι ακριβώς είχε συμβεί. Αυτό ήταν δύσκολο, επειδή ο Κίσινγκερ πήρε μαζί του όλα τα έγγραφα φεύγοντας από το Λευκό Οίκο, έκανε αντίγραφα που κράτησε ο ίδιος, και τα κατέθεσε στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου από όπου δεν επιτρέπει τη δημοσιοποίησή τους πριν από το θάνατό του. «Ξέρω ότι έχει το φάκελο που με αφορά, γιατί έχω χιλιάδες έγγραφα που λένε «cc. Kissinger». Δηλαδή τα έχει πάρει. Όταν έγινε ο Κάρτερ Πρόεδρος των ΗΠΑ, οι κανόνες για τη διακίνηση των εγγράφων χαλάρωσαν λίγο. Ζήτησα το υλικό για μια ακόμα φορά. Είπαν στους δικηγόρους μου ότι δεν μπορούν να μας δώσουν έγγραφα, γιατί τα έχει πάρει ο Κίσινγκερ. Αλλά μπορούσαν να μας δώσουν τα ευρετήρια. Και τα πήραμε».
Εκεί, ανάμεσα σε χιλιάδες καταγραφές, υπήρχε και η εξής:
7024513 ΕΓΓΡΑΦΟ 5 ΑΠΟ 5 ΣΕΛ 1 ΑΠΟ 1
ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΓΕΡ/ΣΤΕΣ ΜΠΕΡΝΤΙΚ ΓΚΡΑΒΕΛ ΣΕΤ.
ΘΑΝΑΤΟΣ Κ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΦΥΛΑΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΗΜ/ΝΙΑ 701218.
Οι δικηγόροι του Ηλία Δημητρακόπουλου προσπάθησαν λυσσαλέα να πάρουν το συγκεκριμένο έγγραφο από τον Κίσινγκερ. Μετά από επτά χρόνια, οι δικηγόροι του τελευταίου απάντησαν με ένα λιτό «Τα στοιχεία δεν ανευρέθησαν».
Σχέδιο Δολοφονίας 2: Πόλεμος Λάσπης
Ο Χένρι Κίσινγκερ δεν είναι από τους ανθρώπους που εγκαταλείπουν εύκολα. Δεν είναι συνηθισμένος άνθρωπος, και δεν ήταν συνηθισμένος πολιτικός. Τον καιρό που ήταν Υπουργός Εξωτερικών ήταν ταυτόχρονα και Πρόεδρος της Επιτροπής των 40, μιας οργάνωσης που ήλεγχε και συντόνιζε όλες τις Μυστικές Υπηρεσίες των ΗΠΑ. Μέλη της ήταν "διαμάντια" σαν τον Τζον Μίτσελ.
«Το Γενάρη του 1972», θυμάται ο Ηλίας Δημητρακόπουλος, «έγινε ένα επίσημο γεύμα στο πιο αριστοκρατικό κλαμπ της Ουάσινγκτον, στο οποίο παραβρέθηκε η Λουίζ Γκορ, ο πρώην Πρόεδρος Τζορτζ Μπους, που τότε ήταν πρεσβευτής στον ΟΗΕ. και πολλοί άλλοι. Εγώ δεν ήμουν. Κατά τη διάρκεια του γεύματος ο Τζον Μίτσελ επιτέθηκε στη Λουίζ Γκορ, παρουσία όλων στο τραπέζι. Απειλούσε ότι θα με απελάσει, θα με καταστρέψει, γιατί επιτίθεμαι "στον φίλο Τομ Πάπας". Αναστατωμένη η Λουίζ Γκορ μου έγραψε: "Καθ’ όλη τη διάρκεια του γεύματος ο Μίτσελ επιτιθόταν σε μένα και εσένα, επειδή εσύ πολεμάς τον Τομ Πάπας. Ήταν ντροπιαστικό και ανεξέλεγκτο"».
Ήταν ακόμα πεντακάθαρο δείγμα της εικόνας που υπήρχε στα υψηλότερα κλιμάκια της κυβέρνησης για το πρόσωπο του Δημητρακόπουλου. «Ο Τζον Μίτσελ ήταν ένας έξυπνος δικηγόρος της Νέας Υόρκης που ήξερε πολλά. Ήταν κακή επιρροή για τον Νίξον», λέει, και συμπληρώνει γελώντας: «λες και τη χρειαζόταν». Ακόμα, ο Τζον Μίτσελ ήταν ο πρώτος Υπουργός Δικαιοσύνης που πήγε φυλακή.
Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, το FBI, το ίδιο το Υπουργείο Εξωτερικών, ξεκίνησαν από αρκετά νωρίς τα αντίμετρα κατά του Δημητρακόπουλου. Οι στόχοι και οι επιδιώξεις της όλης επιχείρησης μπορούν να περιγραφούν συνοπτικά από το παρακάτω απόσπασμα τηλεγραφήματος του πρέσβη Τάσκα τον Ιούλιο του ’71:
«Εδώ και καιρό πιστεύω ότι ο Δημητρακόπουλος είναι επικεφαλής πολύ καλά οργανωμένης συνωμοσίας που χρήζει διερεύνησης. Είδαμε πόσο αποτελεσματικά μάχεται κατά της πολιτικής μας στην Ελλάδα. Σκοπός του είναι να βλάψει τις σχέσεις μας με την Ελλάδα, να υπονομεύσει με τη συμμαχία του ΝΑΤΟ και να αποδυναμώσει τη θέση των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο».
«Με είπαν πράκτορα, κομμουνιστή, κάθε λασπολογία που μπορείτε να φανταστείτε. Το FBI με ανακάλυψε ακόμα και ένα υποτιθέμενο ειδύλλιο με τη Λουίζ Γκορ, για να με συκοφαντήσει». Και ο πόλεμος δεν προερχόταν μόνο από τις μυστικές υπηρεσίες. «Η ΑΧΕΠΑ είχε οργανώσει ειδική επιτροπή, την Greek Proclamation Committee, με σκοπό την εξόντωσή μου. Έγραφαν γράμματα στους βουλευτές, τους γερουσιαστές, τις εφημερίδες, τους φίλους μου, και με συκοφαντούσαν. Υπήρχε μια συνεχής μάχη, με σκοπό να με σκοτώσουν, ή να με δυσφημήσουν, να με υπονομεύσουν…»
Το Φεβρουάριο του 1974 ο Ιωαννίδης, τον οποίο ο Τάσκα αποκαλούσε «μπάτσο», βρισκόταν στο τιμόνι της Ελλάδας. «Τότε ήξερα πλέον ότι έχω να κάνω με τρελούς στην Αθήνα. Και ήξερα ότι το μίσος του Κίσινγκερ ήταν ανεξέλεγκτο». Τότε έφτασε στις ΗΠΑ ο νέος πρέσβης της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Παναγιωτάκος. Στα απομνημονεύματά του «Στην Πρώτη Γραμμή Άμυνας», που δημοσιεύτηκαν πέντε χρόνια αργότερα, αναφέρει:
«Ενημερώθηκα για κάποια σχέδια σχετικά με την απαγωγή και τη μεταφορά του Ηλία Δημητρακόπουλου στην Ελλάδα, τα οποία μου θύμισαν μεθόδους της ΚGB».
Σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν έρθει στο φως από το προσωπικό της πρεσβείας εκείνη την εποχή, το σχέδιο περιλάμβανε την απαγωγή του Δημητρακόπουλου και την επιβίβαση σε ελληνικό υποβρύχιο της Νατοϊκής δύναμης που στάθμευε στη Βιρτζίνια. Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, πολιτικός σύμβουλος στην πρεσβεία, κατέθεσε αργότερα ότι ο Χένρι Κίσινγκερ ήταν ενήμερος για την επιχείρηση, και πρόθυμος να την υποστηρίξει.
Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος, που έμαθε πολύ αργότερα για όλα αυτά, επέζησε, και παρακολούθησε από την Ουάσινγκτον την κατάρρευση της χούντας (και μαζί και της ενότητας της Κύπρου) από μακριά. Επέστρεψε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1975.
Η Δίκη του Κίσινγκερ
Την Δευτέρα, 28 Μαϊου του 2001, ο δικαστής Ροζέ Λε Λουάρ έστειλε δικαστικούς κλητήρες στο ξενοδοχείο Ριτζ του Παρισιού για να επιδώσουν κλήτευση στον Χένρι Κίσινγκερ. Ο δικαστής Λε Λουάρ ερευνούσε την υπόθεση της εξαφάνισης πέντε Γάλλων πολιτών στη Χιλή επί Πινοσέτ, στα πλαίσια της επονομαζόμενης «Επιχείρησης Κόνδωρ», και καλούσε τον Κίσινγκερ, που τότε ήταν Υπουργός Εξωτερικών (και έχει αποδεδειγμένα συμμετάσχει στη δολοφονία ενός Χιλιανού στρατηγού του Αλιέντε) να καταθέσει για το θέμα. Ο Κίσινγκερ, με την κάλυψη των σωματοφυλάκων του, φυγαδεύτηκε από το Ριτζ, και έφυγε από τη Γαλλία χωρίς να καταθέσει. «Αυτό το συμβάν», λέει ο Ηλίας Δημητρακόπουλος «μαζί με την σύλληψη ηγετών όπως ο Πινοσέτ ή ο Μιλόσεβιτς, μου δημιουργούν αισιοδοξία. Πριν από πέντε χρόνια θα σας έλεγα ότι η προσαγωγή του Κίσινγκερ σε δίκη είναι όνειρο θερινής νυκτός. Τώρα δεν το πιστεύω αυτό».
Προς αυτή την κατεύθυνση λειτούργησε και η κυκλοφορία το βιβλίου «Η Δίκη του Χένρι Κίσινγκερ» του δημοσιογράφου Κρίστοφερ Χίτσενς (βλέπε και στήλη «Βιβλίο» στο Esquire 10), που περιγράφει τα εγκλήματα του πρώην Υπουργού στη Χιλή, την Καμπότζη, το Ανατολικό Τιμόρ, την Κύπρο, και προκάλεσε συζητήσεις σε όλες τις χώρες που κυκλοφόρησε. Πρωταγωνιστικό ρόλο στο βιβλίο έχει, φυσικά ο Ηλίας Δημητρακόπουλος. «Είναι όνειρό μου να δικαστεί ο Κίσινγκερ», λέει. "Δεν αμφισβητώ την εξυπνάδα ή τις ικανότητές του. Αμφισβητώ την ηθική του».
Πρόσφατα ο Κίσινγκερ, που δεν έχει αναλάβει επίσημο πόστο από το 1977, εκλήθη από τον Πρόεδρο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ να ηγηθεί της επιτροπής που θα διερευνήσει την υπόθεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Αρχικά δέχτηκε, αλλά λίγες μέρες αργότερα, παραιτήθηκε. Και είχε πολύ καλό λόγο. «Ο Κίσινγκερ δεν έχει καταθέσει ποτέ για τις οικονομικές συναλλαγές της εταιρίας συμβούλων Kissinger Associates, πουθενά. Οι ανακριτές της αρμόδιας επιτροπής της Γερουσίας, που θα τον ενέκριναν γι’ αυτό το πόστο, διεμήνυσαν στους δικηγόρους του ότι θέλουν να τον ρωτήσουν για τις οικονομικές του συναλλαγές. Ο Κίσινγκερ αρνήθηκε, επικαλούμενος το απόρρητο της σχέσης του με τους πελάτες. Οι οικογένειες των θυμάτων της 11ης Σεπτεμβρίου, που διάβασαν το βιβλίο του Χίτσενς, είπαν στην επιτροπή να τον ρωτήσει και για την υπόθεση του Σνάιντερ, την υπόθεση του Λατελιέρ, την υπόθεση του Δημητρακόπουλου». Πολύ λογικά, ο Κίσινγκερ επέλεξε να αποφύγει όλες αυτές τις ερωτήσεις. «Η παραίτησή του είναι μεγάλο πλήγμα γι’ αυτόν. Τελειώνει πλέον ο Κίσινγκερ. Ούτε η δική του γερουσία δεν τον εμπιστεύεται. Αυτό δεν τον κάνει λιγότερο έξυπνο ή γνώστη. Τον κάνει περισσότερο ανεπιθύμητο, σαν λεπρό».
Ένας ανεπιθύμητος, κουρασμένος γέρος άντρας, που έχει κάνει κακό σε τόσους ανθρώπους, σε τόσα έθνη, που πολέμησε σε τόσες μάχες και νίκησε, και τώρα έχει μείνει μόνος, αντιμέτωπος με μια τιμωρία που μπορεί, κάποτε, να έρθει. Σε ένα μικρό διαμέρισμα του Λυκαβηττού συνάντησα τον Έλληνα που τον αντιμετώπισε, πρόσωπο με πρόσωπο, μόνος, χωρίς υποστήριξη, με μόνο έπαθλο την ελευθερία μιας μικρής χώρας μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
«Αν γίνει αύριο η δίκη του Κίσινγκερ», λέει ο Ηλίας Δημητρακόπουλος, που σε λίγες μέρες θα επιστρέψει στην μόνιμη κατοικία του στην Ουάσινγκτον, «ο μόνος που μπορεί να καταθέσει επί προσωπικής βάσεως είμαι εγώ. Είναι έργο ζωής αυτό για μένα».
Μετά από χρόνια, το κείμενο που θα θυμίζει στους απανταχού ιστορικούς το ρόλο του Ηλία Δημητρακόπουλου είναι ένα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο που περιέχει τα πρακτικά μιας συνάντησης του Υπουργού και των αναλυτών του στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, στις 20 Μαρτίου του 1974, λίγους μήνες πριν το τέλος της χούντας. Όλα τα μεγάλα κεφάλια του Υπουργείου ήταν εκεί. Σε κάποιο σημείο της συνεδρίασης έλαβε χώρα η παρακάτω στιχομυθία ανάμεσα στον Χένρι Κίσινγκερ και τον πρέσβη Χένρι Τάσκα:
Κίσινγκερ: Γιατί είναι προς όφελος των ΗΠΑ να κάνουμε στην Ελλάδα αυτό που δεν έχουμε κάνει πουθενά αλλού: Να τους ζητήσουμε να δεσμευτούν στον Πρόεδρο ότι θα προχωρήσουν στον κοινοβουλευτισμό;
Τάσκα: Πιστεύω επειδή η Ελλάδα και οι Έλληνες, όσον αφορά την θέση τους στην κοινή γνώμη της Δυτικής Ευρώπης, αποτελούν μοναδική περίπτωση. Αν αναλογιστούμε το συνταγματικό καθεστώς της Ελλάδας, ή το ελληνικό λόμπι –όπως θες πές το-, διαπιστώνουμε ότι έχουν μια θέση στην Δυτική Ευρώπη και στις ΗΠΑ που η Βραζιλία, ή η Χιλή και οι άλλες χώρες δεν έχουν. Καμιά από αυτές τις χώρες δεν έχει ένα Δημητρακόπουλο, έναν Έλληνα πολιτικό πρόσφυγα που δραστηριοποιείται τα τέσσερα τελευταία χρόνια και ηγείται ενός δυναμικού αγώνα κατά της πολιτικής μας στην Ελλάδα.
«Εγώ τελειώνω τώρα», λέει ο Ηλίας Δημητρακόπουλος. «Το χρέος μου το έκανα. Αλλά φοβάμαι για το μέλλον. Αυτή δεν είναι η Αμερική που γνώρισα. Αυτό που έμαθα για την ανθρώπινη φύση, είναι ότι ποτέ δεν πρέπει να εγκαταλείπεις. Πάντοτε θα υπάρχει ένας Κράγκ, ένας Μπράουν. Όταν όλα φαίνονται μαύρα και σκοτεινά, πάντα υπάρχει μια αχτίδα φωτός. Ένας άνθρωπος μόνος, που τα βάζει με το κατεστημένο».
UPDATE 2: Ο Ηλίας Δημητρακόπουλος πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου του 2016 στη Ουάσινγκτον. Ήταν 88 χρονών.