Ημερησία, 5/3/2014
Ένας γιγάντιος ιός, ο μεγαλύτερος που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα στη Γη και ο οποίος επί 30.000 χρόνια, από την εποχή των μαμούθ και των Νεάντερταλ, βρισκόταν σε κατάψυξη στο μόνιμα παγωμένο υπέδαφος της Σιβηρίας, επανήλθε στη ζωή και μάλιστα διατηρώντας την ικανότητά του να επιτίθεται σε άλλους μικροοργανισμούς, όπως οι αμοιβάδες.
Ευτυχώς, ο ιός φαίνεται αβλαβής για τους ανθρώπους και τα ζώα, όμως η «ανάστασή» του αποτελεί προειδοποιητικό σήμα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, για το τι -πιο επικίνδυνο για την ανθρωπότητα- θα μπορούσε να φέρει στο φως το ξεπάγωμα απομακρυσμένων περιοχών λόγω της κλιματικής αλλαγής. Άλλοι αρχαίοι παθογόνοι ιοί μπορεί να επανέλθουν εν καιρώ στη ζωή και αυτοί πιθανώς δεν θα αρκούνται να μολύνουν και να σκοτώνουν μόνο αμοιβάδες - κάτι που θυμίζει (ανησυχητικό) σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Οι Γάλλοι και Ρώσοι ερευνητές, με επικεφαλής τους εξελικτικούς βιολόγους Ζαν Μισέλ Κλαβερί και Σαντάλ Αμπεργκέλ του Πανεπιστημίου Αιξ της Μασσαλίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, το BBC, το "Science" και το "New Scientist", ονόμασαν τον ιό «σιβηρικό πιθοϊό» (Pithovirus sibericum), επειδή το σχήμα του μοιάζει με αρχαιοελληνικό πιθάρι. Όπως είπε ο καθηγητής Ζαν Μισέλ Κλαβερί, «είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε έναν ιό να είναι μολυσματικός, μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα».
Ο ασυνήθιστος οβάλ ιός με μήκος 1,5 και πλάτος 0,5 μικρομέτρων (εκατομμυριοστών του μέτρου) είναι κατά 30% μεγαλύτερος από τον μεγαλύτερο μέχρι τώρα γνωστό ιό, ενώ είναι μεγαλύτερος και από μερικά βακτήρια, πράγμα που τον καθιστά ορατό κάτω από το οπτικό μικροσκόπιο, χωρίς να χρειάζεται το πολύ ισχυρότερο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, όπως συμβαίνει με τους άλλους ιούς. Οι ίδιοι γάλλοι ερευνητές είχαν ανακαλύψει στο παρελθόν άλλους γιγάντιους ιούς, μεταξύ αυτών και τον πρώτο που βρέθηκε ποτέ, τον «μιμι-ιό» (Mimivirus) το 2003.
Ο νέος ιός ανακαλύφθηκε σε δείγμα παγωμένου υπεδάφους, το οποίο ανασύρθηκε από βάθος 30 μέτρων, στην παράκτια τούνδρα κοντά στη Θάλασσα της Ανατολικής Σιβηρίας, όπου η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι μείον 13,4 βαθμοί Κελσίου. Ο ιός -τον οποίο ξεπάγωσαν οι γάλλοι επιστήμονες και τον εξέτασαν στο εργαστήριό τους- έχει αρκετές ιδιαιτερότητες, καθώς μόνο το ένα τρίτο των πρωτεϊνών του μοιάζουν με τις πρωτεΐνες άλλων ιών, ενώ το γονιδίωμά του αποτελείται από μόνο 500 γονίδια, έναντι 2.500 γονιδίων του έως τώρα κατόχου του ρεκόρ μεγέθους μεταξύ των ιών (του λεγόμενου «Πανδωρα-ιού», που επίσης είχε βρει η ομάδα του Κλαβερί πριν μια δεκαετία).
Αν και οι γιγάντιοι ιοί συνήθως επιτίθενται μόνο σε αμοιβάδες, οι οποίες είναι μονοκύτταροι οργανισμοί, πέρυσι ανακαλύφθηκε στη Μασσαλία ένας άλλος γιγάντιος ιός, που πήρε το όνομα της πόλης ("Μασσαλο-ιός»), ο οποίος είχε μολύνει ένα αγοράκι 11 μηνών.
Συνεπώς, σύμφωνα με τους γάλλους ερευνητές, δεν μπορεί να εφησυχάζει κανείς με την προοπτική -είτε λόγω ανόδου της θερμοκρασίας του πλανήτη, είτε λόγω εξορυκτικών δραστηριοτήτων στην Αρκτική για πετρέλαιο, χρυσό κ.α.- να «ξεπαγώσουν» και άλλοι αρχαίοι ιοί, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν απειλή για την ανθρώπινη υγεία.
Σε ανακοίνωσή του το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας ανέφερε ότι «η αναγέννηση ιών που θεωρούνται ότι έχουν εξαλειφθεί, όπως της ευλογιάς, του οποίου η διαδικασία πολλαπλασιασμού είναι παρόμοια με αυτή του πιθοϊού, δεν πρέπει πλέον να θεωρείται θέμα μόνο της επιστημονικής φαντασίας. Ο κίνδυνος που υπάρχει να συμβεί αυτό το σενάριο στην πραγματική ζωή, πρέπει να αντιμετωπιστεί ρεαλιστικά». Σύμφωνα με τον Κλαβερί, ο ιός της ευλογιάς μπορεί να εξαφανίστηκε από την πιφάνεια της Γης πριν από 30 περίπου χρόνια, αλλά να ζει ακόμα στο παγωμένο υπέδαφος, περιμένοντας να ξανακάνει την εμφάνισή του.
Άλλοι πάντως επιστήμονες, όπως ο ιολόγος Κέρτις Σατλ του καναδικού πανεπιστημίου της Βρετανικής Κολομβίας στο Βανκούβερ, επισήμαναν πως οι άνθρωποι ήδη αναπνέουν χιλιάδες ιούς κάθε ημέρα και καταπίνουν δισεκατομμύρια όποτε κολυμπάνε στη θάλασσα, συνεπώς δεν θα έπρεπε να υπερτιμάται η δυνητική απειλή των κατεψυγμένων ιών που «ανασταίνονται».
Ένα κρίσιμο ερώτημα όμως που, προς το παρόν, δεν μπορούν να απαντήσουν οι επιστήμονες, είναι πόσοι ιοί θα είναι πραγματικά μολυσματικοί μετά από «κατάψυξη» χιλιάδων ή και εκατομμυρίων ετών.