27 September 2011

Η κατά Αντ. Σαμαρά ελληνικότητα

του Φώτη Απέργη, Ελευθεροτυπία, 25/09/11

ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ το περασμένο Σαββατοκύριακο ο Αντώνης Σαμαράς, εξηγώντας πώς θα χτίσει μια Ελλάδα που, «με τη βοήθεια του Θεού», θα γιορτάσει περήφανη το 2021 «τα 200 χρόνια της λευτεριάς της», θυμήθηκε και τον πολιτισμό.
Δεν μίλησε για τους θεσμούς που πρέπει επιτέλους να κόψουν τις σπατάλες, ούτε για τους σπασμωδικούς τρόπους που μηχανεύεται τώρα στα στερνά η κυβέρνηση για να τους υποχρεώσει να το κάνουν. Γιατί να μπει στα δύσκολα; Προτίμησε να καταγγείλει ότι «εξαφανίστηκαν ή υποβαθμίστηκαν από τα σχολικά βιβλία ο Παπαδιαμάντης, ο Κωστής Παλαμάς, ο Βιζυηνός, ο Παπαντωνίου, ο Θεοτοκάς, ολόκληρη η γενιά του '30. Σαν ένα αόρατο χέρι να έσβησε κάθε αναφορά στην εθνική ιδιο-προσωπεία, στην εθνική παράδοση του τόπου αυτού. Σαν να μη θέλουμε τα παιδιά μας να νιώσουν την ελληνικότητα».


Και όμως: Ελαττώματα τα σχολικά βιβλία έχουν πολλά. Αλλά ήδη από το δημοτικό, ανθολογούνται σ' αυτά από τον Ρήγα, τον Παπαδιαμάντη, τον Παλαμά και τον Βενέζη, έως τον Καρυωτάκη, τον Ρίτσο, τον Ελύτη και τη Δούκα. Στα βιβλία τού γυμνασίου συγκατοικούν πλέον ο Μυριβήλης, ο Καραγάτσης, ο Σεφέρης, ο Αναγνωστάκης και η Δημουλά. Ενώ σ' εκείνα του λυκείου ο Βιζυηνός, ο Θεοτοκάς, ο Εμπειρίκος, η Καρέλη...
«Αυτό θα το τελειώσω!» συνέχισε με ζηλευτή δημοκρατικότητα ο επίδοξος πρωθυπουργός. Και ανήγγειλε ότι «το περιεχόμενο όλων των διδακτικών βιβλίων θα αναθεωρηθεί από επιτροπές που θα λειτουργήσουν υπό την εποπτεία της Ακαδημίας Αθηνών».
Η ιστορική γνώση δεν τα πάει καλά με την εθνικιστική απλούστευση. Αν ο Α. Σαμαράς είχε διαλέξει την πρώτη, θα παραδεχόταν ότι πολλοί από τους λογοτέχνες που επικαλείται δεινοπάθησαν στον καιρό τους από την Ακαδημία. Θα θυμόταν ποια στάση κράτησε το «ανώτατο πνευματικό ίδρυμα» στη χούντα και πόσο μειωτική διαδικασία υφίστανται και σήμερα πολλοί διανοούμενοι, που το 'χουν μαράζι να γίνουν ακαδημαϊκοί.
«Πώς να σας το πω: Συμβαίνει η ιδιότητα του ακαδημαϊκού να μην αρμόζει στην ιδιοσυγκρασία μου», είχε πει εύγλωττα ο Ελύτης. Ο ίδιος θεωρούσε «αυθαίρετη και ηλίθια τη διάκριση ανάμεσα σε "εθνικόφρονες" και "προοδευτικούς"». Ενώ, για να θυμηθούμε και άλλους κορυφαίους της δήθεν «εξαφανισμένης» από τα σχολικά βιβλία γενιάς του '30, ο Μόραλης είχε πει: «Η ελληνικότητα; Νομίζω πως το πρόβλημα αφορά τους φιλέλληνες, όχι τους Έλληνες». Καυστικότερος υπήρξε ο Χατζιδάκις: «Δε νομίζω ότι κινδυνεύουμε ως Έλληνες, αλλά ως ελληνολάτρεις». Και εξήγησε: «Παρελάσεις, εθνικόφρονα λογύδρια, παραστάσεις σχολικές κι άλλα παρόμοια ενισχύουν την ιδιότυπη φασιστική μας κληρονομιά. Το περίφημον "πας μη Έλλην βάρβαρος"».
Τι ειρωνεία! Κάποια «εθνικόφρονα λογύδρια» επικαλούνται σήμερα κι εκείνους τους καλλιτέχνες, που, στις αρχές του περασμένου αιώνα, αγάπησαν βεβαίως την ελληνική παράδοση και στηρίχθηκαν σ' αυτή, όμως επηρεάστηκαν βαθιά και από τον υπερρεαλισμό, τον μοντερνισμό και τα άλλα ευρωπαϊκά ρεύματα του καιρού τους. Ετσι μίλησαν μια νέα, τη δική τους ελληνική γλώσσα. Μια γλώσσα δίχως εθνικές ή χριστιανικές παρωπίδες, σαν αυτές στις οποίες επενδύει ο Α. Σαμαράς.
Ως υπουργός Πολιτισμού, ο τελευταίος είχε επιτρέψει να λογοκριθεί το βίντεο του Κώστα Γαβρά στο Μουσείο της Ακρόπολης, που παρουσίαζε τους βανδαλισμούς ρασοφόρων εις βάρος του Παρθενώνα. Αναθαρρημένη, τότε, η Ιερά Σύνοδος είχε ανακοινώσει ότι θα απευθυνθεί στην Ακαδημία Αθηνών προκειμένου «να χρηματοδοτήσει την έρευνα και συγγραφή μελέτης περί της συμβολής της Εκκλησίας στη διάσωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού».
Ας ελπίσουμε ότι ολοκληρώθηκε αυτό το έργο. Γιατί, αν ο Α. Σαμαράς γίνει πρωθυπουργός, η Ακαδημία θα έχει κι άλλες υποχρεώσεις.