21 March 2017

Αποχαιρετισμός στη θρησκευτική πίστη (58)

Περιπλάνηση στις θρησκείες της ευρωπαϊκής, ασιατικής και αμερικάνικης επαρχίας

του Νίκου Αμπντουλάχ Κόντου, 52 ετών, παντρεμένος 5 παιδιά

Μεγάλωσα σε μια τυπική χριστιανική μικρο-κοινωνία με συμβατικές συνήθειες στο τότε ακριτικό Μαρούσι, την εποχή που στο Μαρούσι υπήρχαν ακόμη αλεπούδες.
Κυριακές και γιορτές πηγαίναμε απαραίτητα στην εκκλησία, συνηθιζόταν και το χειροφίλημα των παπάδων, όπου τους έβλεπα, «διότι αυτό είναι το πρέπον». Παρακολούθησα ιδιωτικό σχολείο με έντονες θρησκευτικές δραστηριότητες, προσευχές τα πρωινά, επισκέψεις σε εκκλησίες Κυριακές και γιορτές, κατηχητικά κ.ο.κ την εποχή της δικτατορικής επταετίας, περίπου το 70-76.
Από το κατηχητικό το μόνο που θυμάμαι ήταν ότι μου άρεσε ο κήπος που είχε μανιτάρια, τίποτα άλλο διότι από αντίδραση απ’ αυτά που τράβαγα στο σχολείο, δεν έδινα και ιδιαίτερη σημασία στο τι γινόταν εκεί.
Τότε περίπου άρχισαν τα προβλήματα με μένα, δεν μπορούσα να θυμηθώ τα λόγια της προσευχής και δώστου ξυλιές με την βέργα και τιμωρίες στην γωνία με αυτιά γαϊδάρου. Έχω πρόβλημα να μάθω παπαγαλία κάτι, πρέπει απαραίτητα να το κατανοήσω πρώτα, δεν φταίω εγώ, έτσι γεννήθηκα.
Ήταν οι εποχή τότε του διάσημου τριπτύχου ΠΑΤΡΙΣ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ-ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ επί Πατακού, δύσκολες εποχές για να πηγαίνει κάποιος κόντρα.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε
Θέλοντας και μη μεγάλωσα και πήγα νυκτερινό Γυμνάσιο, ξανά προβλήματα με την προσευχή εκεί, αλλά δεν είχε ξυλιές, είχε όμως απομόνωση από το general population του σχολείου.
Στα θρησκευτικά ήμουν πάντα παρών, δεν έχανα μάθημα και πάντα ενώ οι άλλοι παίζαν τρίλιζα ζωγραφισμένη στο θρανίο η κοιμόντουσαν (κυριολεκτικά), εγώ ρώταγα και ρώταγα και ξανά ρώταγα. Τον είχα πρήξει τον καθηγητή με τα «γιατί και τι και πως και πότε» και «αμάν ρε Κόντο, μας έπρηξες»… πάρε ένα 13/20 να μάθεις ότι κι εσύ πρέπει να κοιμάσαι την ώρα του μαθήματος. 
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε.
Έβγαλα τσάτρα-πάτρα το γυμνάσιο, πέρασα μια περίοδο που η μόνη μου ενασχόληση με τα θρησκευτικά θέματα ήταν, όταν με έστελνε η μάνα μου κάπου κάτω στον Πειραιά στο μουράγιο, σε ένα ημιυπόγειο και αγόραζα ξύλο, πολύ ξύλο λέμε, από κείνο το τίμιο.  Έπαιρνα επίσης μπουκαλάκια με κάποιο υγρό μέσα, σίγουρα «αγιασμό», δηλαδή σκέτο νερό. Είχα αγοράσει τόσο τίμιο ξύλο και τόσα μπουκαλάκια που έφτιαχνες καλύβα με πισίνα μαζί, λέμε. Ποτέ δεν κατάλαβα τι τα έκανε όλα αυτά η μάνα μου.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε.
Και ήρθε στη ζωή μου το ίντερνετ, η τουλάχιστον η αρχική του μορφή (ΒΒS) και άρχισα να μιλάω με ανθρώπους για διάφορα ενδιαφέροντά μου μεταξύ αυτών και τα πνευματικά. Και ανακάλυψα ότι δεν ήμουν εγώ ο περίεργος αλλά πολλοί άλλοι, γιατί κάτι δεν μας λέγανε καλά οι εντεταλμένοι Χριστιανοί. Όμως και πάλι η ενημέρωση στο ίντερνετ ήταν για τεχνικούς λόγους πολύ περιορισμένη και με άφηνε πεινασμένο.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε.
Μετά το 90 το ίντερνετ άρχισε σιγά σιγά να παίρνει την τωρινή του μορφή κι εγώ διψασμένος για να βρω τον Θεό που έψαχνα, άρχισα να διαβάζω άρθρα. Κατέληξα και μετά από προτροπές ενός γείτονα παπά ότι τελικά «τις απαντήσεις που ψάχνεις θα τις βρεις στη Βίβλο».
Κατενθουσιάστηκα, επιτέλους μετά από τόσα χρόνια θα έβγαζα άκρη. Βρήκα μια Βίβλο και σιγά σιγά άρχισα να την διαβάζω. Στα μισά του ιερού βιβλίου είχα 10πλασιες απορίες από ότι όταν ξεκίνησα. Ρωτούσα τον παπα-γείτονα ο οποίος ήταν επίσης μουρντάρης και μερακλής και μου έλεγε ότι είμαι μικρός ακόμη για να καταλάβω.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε 
Με τον καιρό και με την βοήθεια του ίντερνετ άρχισα να βλέπω μια μεγαλύτερη εικόνα του χριστιανισμού και πως αυτό που θεωρούσα ένα ενιαίο σύνολο, τελικά ήταν περισσότερα κομμάτια και από κόκκους άμμου. Ακόμη και η Βίβλος ήταν διαφορετική ανάλογα ποιος θα στην έδινε… είχα χάσει πλέον τον μπούσουλα.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και δεν καταλάβαινα διότι κανείς δεν μου εξηγούσε.
Πέρασαν τα χρόνια, και με το πέρασμα έγινα σοφότερος, έμαθα μάλιστα ότι δεν υπάρχει ένας μόνο Θεός ή μάλλον, ένας μόνο Θεός υπάρχει αλλά και πάλι για το ποιος ήταν αυτός είχε να κάνει με το ποιον ρωτούσες.
Τα βήματα μου αλλά και το ανήσυχο πνεύμα μου με οδήγησαν στην Σιγκαπούρη όπου γνώρισα τη δεύτερη γυναίκα μου. Την Μάι, μια πανέμορφη μουσουλμάνα.
Όμως υπήρχε πρόβλημα, μουσουλμάνα αυτή χριστιανός εγώ (έτσι μου είχαν πει δηλαδή) υπήρχε πρόβλημα. Οπότε λοιπόν αποφάσισα ότι δεν μπορώ να βρω την αλήθεια διότι ψάχνω τον θεό σε λάθος θρησκεία. Και αποφάσισα να γίνω μουσουλμάνος, κάτι που έτσι και αλλιώς ήταν μονόδρομος, αν ήθελα να συνεχίσω με την καλή μου.
Πέρασα λοιπόν μια κατήχηση η οποία όσο καλά και θετικά άρχισε, τόσο τραγικά κατέληξε στα τέλη του 2013 στη Σιγκαπούρη. Στους έξι μήνες, 8 ώρες την εβδομάδα, άκουσα ό,τι ανοησίες δεν είχα ακούσει μαζεμένες ποτέ στην μέχρι τότε ζωή μου.
Έμαθα το Κοράνι, έμαθα για τον Μωάμεθ, μάθαινα μάθαινα μάθαινα του κόσμου τα πράγματα, όσο πιο πολλά μάθαινα τόσο γιγαντωνόταν η θέληση μου να αλλάξω πλανήτη ή και γαλαξία.
Έλα μου ντε που η αραβική ομορφιά της Μάι με είχε εγκλωβίσει, τελείωσε το εξάμηνο κι εγώ αποφοίτησα ως ένας καλός Μουσουλμάνος και βαφτίστηκα  Αμπτουλάχ, το οποίο όνομα επέλεξα εγώ διότι το είχα ακούσει σε κάποια τούρκικη σειρά και μου είχε φανεί πολύ αστείο, έτσι απλά.
Περιττή λεπτομέρεια, τον όρκο τον έδωσα στη Σιγκαπούρη στα αραβικά όταν δεν ήξερα να μιλάω αραβικά. Τώρα που κουτσοξέρω (απ’ το Κοράνι ως επί το πλείστον) ακούω την καταγραφή που είχα κάνει και ειλικρινά δεν καταλαβαίνω, πώς ο μουφτής Brother Ali που με «βάφτισε» μπόρεσε να κρατήσει τα γέλια του και να μην χτυπιέται κάτω!
Λίγο αργότερα γνώρισα την Helen, χριστιανή Ευαγγελίστρια αυτή, κάπου στα βάθη της Αμερικής στο Κεντάκι και άρχισα να πηγαίνω μαζί της στην εκκλησία κάθε Τετάρτη και Κυριακή. Περνούσα υπέροχα διότι είχαν εκεί κάντρι τραγούδια τα οποία, αν παρέβλεπες το θρησκευτικό περιεχόμενο τους, ήταν απίστευτα ωραία πηγή ψυχαγωγίας.
Και καθώς οδεύουμε προς το τέλος αυτής της μίνι αυτοβιογραφίας θα πρέπει να παρατηρήσατε ότι δεν έχω αναφερθεί σε κανέναν θεό.  Και το έκανα σκόπιμα, διότι απλά όσο και να έψαξα στις 4 άκρες του πλανήτη δεν τον βρήκα, ούτε απαντήσεις βρήκα και η βασικότερη αιτία είναι ότι κανείς δεν τις είχε για να μου τις δώσει.
Όμως εγώ ήθελα να καταλάβω και κατάλαβα, όχι βέβαια αυτά που ήθελαν οι άλλοι· κυρίως κατάλαβα αυτά που δεν ήθελαν να καταλάβω από μικρός, την εποχή της μεγάλης αθωότητας, οπότε βρήκα μόνος την αλήθεια…   
Η αλήθεια που βρήκα έχει σκοτάδι, πολύ σκοτάδι, και μεσαίωνα, πολύ μεσαίωνα, και άγνοια των ανθρώπων, μικρών και μεγάλων για τις βασικές αρχές που διέπουν την φύση και τη λειτουργία του πλανήτη που ζούμε. Και μίσος, κυρίως μίσος, ο ένας για τον άλλον και όλοι για όλους. Έτσι αποφάσισα ότι εγώ δεν θα γίνω ποτέ ή σχεδόν ποτέ μέρος αυτής της κατάντιας.
Αγαπάω όλους σε όποια φυλή κι αν ανήκουν και ό,τι κι αν πιστεύουν και κάνω το καλό, έτσι όπως το κατανοώ εγώ, χωρίς να περιμένω καμία ανταμοιβή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν έχω και προτιμήσεις υπέρ του άλφα ή του βήτα· έτερον εκάτερον!

Τώρα αν κάνω λάθος και υπάρχει θεός… εγώ πάντα θα είμαι ανοιχτός να έρθει να μου δώσει τις απαραίτητες εξηγήσεις. «Κάντε καλό χωρίς Θεό», δε θα το μετανιώσετε!